Η σκοτεινή απειλή της δειλής ελπίδας.


Η βασική αιτία, λόγω της οποίας υποφέρει η Ελλάδα, δεν είναι άλλη από την ελπίδα – επειδή η ελπίδα εξουδετερώνει τις υγιείς αντιστάσεις των ανθρώπων, αμβλύνει τους αμυντικούς τους μηχανισμούς και τους οδηγεί στο να σιωπούν όπως τα πρόβατα. Αυτή ακριβώς η ελπίδα διευκόλυνε την επιβολή των μνημονίων παρά τις καταστροφικές τους συνέπειες και επέτρεψε το έγκλημα του PSI – ενώ δημιούργησε τις προϋποθέσεις ανόδου στην εξουσία της θλιβερής «αριστεράς» που δεν σεβάστηκε ούτε τον εαυτό της, ούτε την ιδεολογία της, ούτε την πατρίδα της.
Εκτός αυτού, η ελπίδα ήταν η αιτία που έμεινε ατιμώρητη η μεγαλύτερη κυβίστηση στην ανθρώπινη ιστορία ενάντια στις εντολές του 62% των Ελλήνων, καθώς επίσης που υπεγράφη το τρίτο μνημόνιο από την πλειοψηφία των βουλευτών, επικυρώνοντας τα δύο προηγούμενα – ενώ η ελπίδα έκανε εφικτό τον αφελληνισμό του τραπεζικού μας συστήματος, άρα τη λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας, με την ταυτόχρονη παράδοση της δημόσιας περιουσίας στους δανειστές, μέσω του Υπέρ-Ταμείου.
Η επόμενη ελπίδα, μετά την παταγώδη διάψευση της προηγούμενης, έχουμε την άποψη πως θα είναι είτε η δραχμή, εάν συνεχιστεί η νομή της εξουσίας από την αριστερά, είτε ένα τέταρτο μνημόνιο – εάν κυβερνηθεί η Ελλάδα από τη ΝΔ, η οποία πιστεύει στην αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πολιτικής. Το μνημόνιο λοιπόν αυτό, το 4ο κατά σειρά, πόσο μάλλον εάν δρομολογηθεί από το γερμανικό ΔΝΤ, από τον ESM, θα είναι ότι χειρότερο έχει βιώσει ποτέ στην ιστορία ένα κράτος – κάτι που ασφαλώς ελπίζουμε να μη συμβεί στην πατρίδα μας.
Για παράδειγμα, εφόσον ισχύει ήδη το αγγλικό δίκαιο στο εσωτερικό της Ελλάδας, το δίκαιο του δανειστή δηλαδή επίσης για τον ιδιωτικό της τομέα, όλοι όσοι χρωστούν σήμερα θα χάσουν αυτά που έχουν ως εγγύηση για τα δάνεια τους – μέσω των ηλεκτρονικών κατασχέσεων, καθώς επίσης των αντίστοιχων πλειστηριασμών, όπου το σπίτι τους δεν θα πλειστηριάζεται στην αντικειμενική του αξία, αλλά σε οποιαδήποτε θελήσει ο αγοραστής του, χωρίς καμία δυνατότητα νομικής άμυνας.
Έτσι θα χάνουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, τα οποία θα αγοράζονται σε εξευτελιστικές τιμές, συνεχίζοντας να είναι χρεωμένοι απέναντι στις τράπεζες, με το υπόλοιπο του δανείου τους – οπότε θα μετατραπούν σε σκλάβους χρέους στο διηνεκές, καθώς επίσης σε χαμηλού κόστους εργατικό δυναμικό των νέων ιδιοκτητών της χώρας τους.
Από την άλλη πλευρά, όλοι όσοι δεν χρωστούν ακόμη, σύντομα θα ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο – μέσα από την υπερβολική αύξηση των φόρων, σε συνδυασμό με τις μειώσεις των εισοδημάτων τους, λόγω των οποίων θα οδηγηθούν στην ίδια παγίδα του χρέους. Δεν πρέπει λοιπόν να εφησυχάζουν καθόλου όλοι όσοι έχουν αποφύγει μέχρι στιγμής τη ληστεία – αλλά να είναι σίγουροι ότι, θα έλθει σύντομα και η σειρά τους, ενώ η ελπίδα της ανάπτυξης αποτελεί μία ακόμη ουτοπία.
Στα πλαίσια αυτά, εάν δεν θανατώσουμε την ελπίδα, εάν δηλαδή συνεχίσουμε να περιμένουμε τον από μηχανής θεό για να μας λύσει τα προβλήματα, θα αναγκασθούμε να αμυνθούμε μεν εκ των πραγμάτων, αλλά δυστυχώς όταν θα είναι πολύ αργά – οπότε δεν θα έχουμε καμία δυνατότητα επιτυχίας.
Όταν αναφέρεται όμως κανείς σε τέτοιου είδους θέματα, όπως η συνεργάτης στο άρθρο της (πηγή), αυτό που συνήθως εισπράττει ως απάντηση είναι το εξής:
«Μας λέτε πως πρέπει να αντιδράσουμε, καθώς επίσης πως πρέπει να τιμωρηθούν οι ένοχοι – μαζί σας είμαι. Πείτε μας όμως πώς θα γίνει αυτό, συγκεκριμένα τη μέθοδο. Ποιοι πρέπει και πότε να το κάνουν, αφού δεν το δρομολογεί ούτε η κυβέρνηση που το υποσχέθηκε, ούτε η Δικαιοσύνη. Πείτε μας πώς θα οργανωθεί βήμα προς βήμα ένα τέτοιο εγχείρημα, έτσι ώστε να μη θεωρήσουμε ότι αυτά που μας γράφετε είναι ευσεβείς πόθοι – οπότε να σεβόμαστε τα γραπτά σας«.
Εν προκειμένω θεωρούμε πως είναι αδύνατον να μην έχει ακούσει κάποιος ποιοί και πότε το έκαναν στην Ισλανδία ή/και πώς ακριβώς το έκαναν – αφού έχουν περάσει πολύ λίγα χρόνια από τη χρεοκοπία της χώρας (ανάλυση).
Επίσης έχει μεσολαβήσει ένα μικρό χρονικό διάστημα από την τιμωρία των υπευθύνων, όπου εξεγέρθηκαν οι πάντες, πλημμύρισαν τους δρόμους θαρραλέα, χωρίς την ψευδαίσθηση της ελπίδας και δεν δείλιασαν να πληρώσουν το τεράστιο τίμημα – το οποίο βέβαια ήταν ελάχιστο απέναντι στη διατήρηση της ελευθερίας, καθώς επίσης της εθνικής τους κυριαρχίας (υποτίμηση του νομίσματος, πληθωρισμός, πτώση του βιοτικού επιπέδου, απώλεια καταθέσεων κοκ.).
Εκτός αυτού, δεν είναι τόσο παλαιά η εμπειρία της Αργεντινής (άρθρο), οι Πολίτες της οποίας όμως αντέδρασαν μόνο αφού προηγουμένως εξαθλιώθηκαν – γεγονός που μας είχε δημιουργήσει στο παρελθόν την υποψία ότι, ακολουθούμε πιστά τα βήματα της, παρά το ότι γνωρίζουμε πόσο ακριβά της κόστισε η καθυστέρηση.
Ολοκληρώνοντας, θεωρούμε απόλυτα φυσιολογικό το να δειλιάζει κανείς να αντιδράσει, έχοντας απέναντι του τους πανίσχυρους δανειστές της χώρας του – όπως είναι η Γερμανία και το ΔΝΤ. Εν τούτοις, πιστεύουμε πως δεν είναι σωστό να κρύβει τη δειλία του πίσω από μία δήθεν άγνοια, καθώς επίσης πίσω από μία ουτοπική ελπίδα – η οποία είναι, κατά την άποψη μας, η μεγαλύτερη δυνατή απειλή για το μέλλον της πατρίδας μας και των παιδιών μας.

ΙΑΚΩΒΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

20/1/2017