Πόσο πιθανό είναι το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία;

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
 (1) Η γειτονιά μας φλέγεται 
- Κίνδυνος «φινλανδοποίησης» του Αιγαίου.
 (2) Πόσο πιθανό είναι το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία;  
(3) Θωρακίζεται με όπλα από φίλους κι εχθρούς η Τουρκία.




  Η γειτονιά μας φλέγεται 
- Κίνδυνος «φινλανδοποίησης» του Αιγαίου.

Σε μια στιγμή που η περιοχή μας φαίνεται να παίρνει φωτιά, που Erdogan και Putin επιχειρούν να αλλάξουν ισορροπίες ετών, και που οι ΗΠΑ δείχνουν να «υποχωρούν», στην Αθήνα κυριαρχεί η μικροπολιτική, λέει ο Κώστας Λάβδας, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής, στο Πάντειο. Και εξηγεί ότι όσο η Τουρκία απομακρύνεται από τις ευρωατλαντικές δομές, θα έρχεται όλο και πιο κοντά είτε η «φινλανδοποίηση» του Αιγαίου, που ούτως ή άλλως έχει ήδη ξεκινήσει, είτε μια κρίση διαρκείας, και ενδεχομένως πόλεμος. 

Μιλά για τη πολιτική «διαίρει και βασίλευε» της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή, την επαναπροσέγγιση της Μόσχας με την Άγκυρα, παρά τις διακυμάνσεις και εντάσεις στη Συρία, και γι' αυτό το πρωτόγνωρο παιχνίδι νεύρων και αντοχής που εκτυλίσσεται στη Κύπρο, το οποίο θα ξετυλιχτεί πλήρως τους επόμενους μήνες. Διότι οι Τούρκοι επέλεξαν να ασκήσουν πίεση στον πιο αδύναμο κρίκο, δηλαδή την ιταλική ΕΝΙ, (οικόπεδο 3), αντί να δεσμεύσουν τα οικόπεδα 10, και 12, αμερικανικού και ισραηλινού ενδιαφέροντος αντίστοιχα. «Αρκετοί συμπολίτες μας νομίζουν ότι η Δημοκρατία, η εθνική συνοχή και η εθνική ακεραιότητα, έχουν μεγαλύτερες αντοχές από αυτές που πραγματικά έχουν», λέει με νόημα ο κ. Λάβδας.

Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη

- Πώς να ερμηνεύσουμε την νέα προκλητική ενέργεια της Τουρκίας να μπλοκάρει με Navtex έως τις 10 Μαρτίου τις έρευνες από την ιταλική ΕΝΙ στο οικόπεδο 3 της κυπριακής ΑΟΖ;

Ενώ στην Αθήνα ο πολιτικός μικρόκοσμος ασχολείται με την ιδιότυπη κατασκευή που επιχειρεί να μετατρέψει ένα επιχειρηματικό – ιατρικό σκάνδαλο σε πολιτική δίωξη, οι εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον είναι ανησυχητικές.

Πράγματι, λίγο πριν την εκπνοή της Τουρκικής Navtex βάσει της οποίας πραγματοποιούνται ασκήσεις εντός της Κυπριακής ΑΟΖ, έχουμε τη νέα ανακοίνωση από την Άγκυρα πως ανανεώνει την δέσμευση των περιοχών για συνέχιση των στρατιωτικών ασκήσεων της μέχρι την 10η Μαρτίου. Αντίθετα, ενδεχομένως, από τις πρώτες προβλέψεις της Λευκωσίας, η Άγκυρα φάνηκε έτοιμη να κλιμακώσει, ποντάροντας στην αποθάρρυνση και την κόπωση των ευρωπαϊκών συμφερόντων που εμπλέκονται…

- Πιστεύετε ότι το πέτυχαν; Διότι το γεωτρύπανο της ιταλικής εταιρείας ENI πρόκειται να αποχωρήσει από το σημείο που βρισκόταν αγκυροβολημένο, προκειμένου να πλεύσει προς άλλες προγραμματισμένες εργασίες. Έχουμε επομένως μία πρώτη νίκη της Άγκυρας να ακυρώσει για άγνωστο πόσο, τις έρευνες;

Επισημαίνω πάντως ότι οι Τούρκοι δεν δέσμευσαν τα οικόπεδα 10 και 12, αμερικανικού και ισραηλινού ενδιαφέροντος αντίστοιχα. Αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για παίγνιο νεύρων και αντοχής, οπότε το ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό τα ευρωπαϊκά συμφέροντα θα βοηθήσουν τη Λευκωσία πιέζοντας για λύση. Είναι νωρίς να μιλάμε για νικητές και ηττημένους, οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για την περιοχή γενικότερα.

- Μήπως ήρθε η ώρα για την Κύπρο να τραβήξει από το μανίκι της τον άσο που λέγεται βέτο στην ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση;

Σωστά η Λευκωσία επικεντρώνεται στην εντατικοποίηση των διπλωματικών χειρισμών και σωστά προτίθεται να θέσει το ζήτημα της προκλητικότητας της Τουρκίας στην άτυπη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ που θα διεξαχθεί στις Βρυξέλλες την ερχόμενη Παρασκευή.

Από την άλλη πλευρά, το περίφημο «βέτο» αποτελεί ίσως σημαντικό όπλο στο μέτρο όμως που δεν το επικαλείται τελικώς ο ενδιαφερόμενος. Άποψη μου είναι πως αν το ζητούμενο είναι η αποκλιμάκωση – και σε αυτή τη συγκυρία αυτό πρέπει να είναι – τότε η σταδιακή και σταθερή πίεση μέσω της ΕΕ μπορεί να βοηθήσει στο συγκεκριμένο ζήτημα.

Η Άγκυρα βρίσκεται δυστυχώς σε πορεία διστακτικής αλλά ουσιαστικής απομάκρυνσης από την Ευρώπη και δεν εξυπηρετεί να είναι η Λευκωσία που θα φανεί ότι την επιταχύνει με θεσμικό τρόπο.

- Ας πάμε στη γεωπολιτική σκακιέρα της Συρίας. Πιστεύετε ότι θα έδινε ποτέ εντολή ο Assad στις δυνάμεις του να εισέλθουν στην περιοχή όπου εδώ και ένα μήνα συγκρούονται Τούρκοι και Κούρδοι εάν δεν είχε εξασφαλίσει το πράσινο φως από τον Putin;

Η Ρωσία βοηθά τον Assad κυρίως από αέρος, με αεροπορικά χτυπήματα, αλλά υπάρχουν και πολλοί Ρώσοι στο έδαφος που χωρίς να ανήκουν επίσημα στον Ρωσικό στρατό, μάχονται υποστηρίζοντας τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος.

Έχουν μάλιστα και απώλειες οι Ρώσοι στο έδαφος, απώλειες που φαίνεται ότι είναι μεγαλύτερες από αυτές που αρχικά είχαν δηλωθεί. Οπότε η εμπλοκή της Μόσχας υπέρ του Assad είναι εκτενέστατη.

Ωστόσο αυτό που από πολλούς λέγεται «δυνάμεις του Assad, δηλαδή της Ρωσίας» είναι από αρκετά απλουστευτικό ως παραπλανητικό, γιατί προϋποθέτει μια συνεχή και απολύτως συντονισμένη επαφή και απόλυτη ταύτιση στόχευσης, η οποία δεν προκύπτει ότι υφίσταται σήμερα σε αυτό τον απόλυτο βαθμό.

Οι ισορροπίες είναι αρκετά περίπλοκες και οι σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας – Τουρκίας – Κούρδων μετατοπίζονται καθώς η περιπέτεια εξελίσσεται. Θα μου επιτρέψετε να παραμείνω επιφυλακτικός σε αυτό και να σας πω ότι αυτό που πολλοί θεωρούν αυτονόητο, ότι δεν μπορεί παρά να έχει λάβει το πράσινο φως, εγώ δεν μπορώ να πω ότι το γνωρίζω.

- Παρ’ όλα αυτά, θεωρείτε πιθανό ο Erdogan να στρέψει τα όπλα του κατά των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων, ακόμα κι αν γνωρίζει οτι έτσι θα προκαλέσει την μήνη του Putin;

Ενώ μιλάμε, στη Συρία δυνάμεις του Άσαντ εισέρχονται στον Κουρδικό θύλακα του Αφρίν, το οποίο ελέγχεται κυρίως από Κούρδους του YPG τους οποίους η Άγκυρα θεωρεί τρομοκράτες, συνδεόμενους με το PKK και τους οποίους επιχειρεί να εξολοθρεύσει. Οι ίδιοι αρνούνται ότι έχουν άμεση σχέση με το PKK.

Ας μην ξεχνάμε ότι και οι ΗΠΑ διαψεύδουν την άποψη της Τουρκίας πως το YPG συνδέεται άμεσα με το PKK, άλλωστε οι ΗΠΑ εξόπλισαν το Κουρδικό YPG εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Οπότε οι σχέσεις είναι σύνθετες και σίγουρα οι επόμενες ημέρες θα είναι πραγματικά κρίσιμες.

Αλλά μέχρι στιγμής κανείς δεν είναι ξεκάθαρος νικητής στη Συρία, το μόνο βέβαιο είναι ότι το καθεστώς Assad σίγουρα επέδειξε μεγάλη αντοχή και αποφασιστικότητα. Στην πραγματικότητα, ο Erdogan είναι εκείνος που έχει μέχρι στιγμής πετύχει μια κάποια ενοποίηση της εσωτερικής πολιτικής σκηνής στην Τουρκία πίσω από τις θεματικές της επιθετικής και σε πολλά μέτωπα εξελισσόμενης εξωτερικής πολιτικής.

Στο βαθμό μάλιστα που η ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση συχνά υπερθεματίζει και μάλιστα υπερακοντίζει την κυβέρνηση σε εθνικιστικές εξάρσεις, μεταξύ άλλων και εναντίον της Ελλάδας.

- Ας παραμείνουμε στο ρόλο του Putin. Μήπως επιχειρεί να κάνει ματ σε δυο μέτωπα; Αφενός να ξεκαθαρίσει στον Erdogan οτι αυτός θα θέτει τα όρια στη Συρία, αφετέρου να «αρπάξει» τους Κούρδους από την αγκαλιά των ΗΠΑ, προσφέροντας τους βοήθεια και εγγυήσεις;

Η Ρωσία στη βαλκανική και την ευρωπαϊκή πολιτική της γενικότερα εξακολουθεί να εφαρμόζει μια εκδοχή του «διαίρει και βασίλευε». Σε μεγάλο βαθμό αυτό ισχύει και για την Μέση Ανατολή.

Αλλά το ενδιαφέρον της Μόσχας είναι ειδικότερο για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Από ιστορική άποψη, η επικέντρωση της Ρωσίας στα Βαλκάνια εκφράστηκε και με την προσπάθεια περιορισμού της επιρροής άλλων Δυνάμεων, επιρροής που – όταν εκδηλωνόταν στα Βαλκάνια – ερμηνευόταν ως στρατηγική απειλή για τη Ρωσία.

Με τη σειρά της, αυτή η Ρωσική πολιτική προκαλούσε πάντα αντιδράσεις ιστορικά. Για παράδειγμα, στο 19ο αιώνα η Βρετανία έβλεπε στην Αυστρο-Ουγγαρία έναν αναγκαίο παράγοντα εξισορρόπησης της Ρωσικής ισχύος στην περιοχή.

Η Ρωσία επιχειρεί και σήμερα να διεισδύσει και αυτό προκαλεί επιπτώσεις, αντιδράσεις και αναδιατάξεις. Αυτό δεν είναι νέο.

Σχετικά νέο όμως είναι το ενδιαφέρον για την επαναπροσέγγιση Ρωσίας – Τουρκίας, η οποία φαίνεται να έχει μέλλον με την έννοια ότι εγγράφεται πλέον στη σταδιακή μετατόπιση της Άγκυρας μακριά από τις ευρωατλαντικές δομές. Ανεξάρτητα από τις σοβαρές εντάσεις και τις διακυμάνσεις με αφορμή τη Συρία, διαμορφώνεται ένα πεδίο στρατηγικών, πολιτικών, περιφερειακών και οικονομικών συγκλίσεων Ρωσίας – Τουρκίας, ένα πεδίο που βέβαια οι ΗΠΑ θα επιχειρήσουν να ακυρώσουν, αλλά παραμένει άγνωστο αν θα τα καταφέρουν.

- Σε αυτό το νέο τοπίο, ποιο είναι το συμφέρον της Ελλάδας;

Έχουμε ως Ελλάδα πολλούς λόγους να επιθυμούμε να μπορέσουν οι ΗΠΑ να κρατήσουν την Τουρκία σε μια σχετική αλληλεξάρτηση. Διότι οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι κρίσιμες μακροπόθεσμα και θα αντανακλώνται στις καθημερινές διεργασίες διαμόρφωσης επιρροών και αλληλεξαρτήσεων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο.

Εάν η Τουρκία απομακρυνθεί από τις ευρωατλαντικές δομές, εάν δεν συνεχίσει μια πορεία σχετικού εξευρωπαϊσμού με προοπτική μια ειδική σχέση με την ΕΕ και εάν δεν παραμείνει στο ΝΑΤΟ, δυο θα είναι τα εναλλακτικά μελλοντικά σενάρια για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις: Εντεινόμενη Φινλανδοποίηση (σε διάφορους βαθμούς, έχει άλλωστε ήδη ξεκινήσει απαλά) ή κρίση διαρκείας και ενδεχομένως πόλεμος.

- Έχουν γίνει αρκούντως κατανοητοί στην Αθήνα αυτοί οι κίνδυνοι;

Το μείζον ζήτημα που έρχεται πάλι στην επιφάνεια είναι ότι ενόψει μεγάλων προκλήσεων στα εθνικά θέματα, απουσιάζει στην Ελλάδα μια εσωτερική εθνική συνεννόηση η οποία θα επέτρεπε και τη διαμόρφωση μιας συνολικής εθνικής στρατηγικής απέναντι στην απρόβλεπτη γείτονα.

Αντίθετα, εν μέσω εθνικών εξελίξεων που θα μας σημαδέψουν για χρόνια, στο Σκοπιανό, το ενεργειακό, τα ελληνοτουρκικά, τις σχέσεις με την Αλβανία και τη γενικότερη Τουρκική τακτική περικύκλωσης και αδρανοποίησης της Ελλάδας, στην Αθήνα κυριαρχεί η μικροπολιτική.

Αλλά αυτόματος πιλότος δεν υπάρχει στις κρίσιμες περιόδους. Η έλλειψη ουσιαστικής εθνικής συνεννόησης στα κρίσιμα ζητήματα αποτελεί τεράστιο πρόβλημα για τη σημερινή Ελλάδα.

Αυτό δεν γίνεται κατανοητό από πολλούς συμπολίτες μας, οι οποίοι δυστυχώς νομίζουν ότι η δημοκρατία αλλά και η εθνική συνοχή και εντέλει η εθνική ακεραιότητα έχουν μεγαλύτερες αντοχές από αυτές που πραγματικά έχουν. Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν.

* Ο κ. Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και Καθηγητής στην Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στη Fletcher School of Law and Diplomacy του Πανεπιστημίου Tufts στις ΗΠΑ.


  21 Φεβρουαρίου 2018 




   ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ   

 1.
Πόσο πιθανό είναι το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία;
  
Οι νέες προκλήσεις από την Τουρκία στο Αιγαίο και στην κυπριακή ΑΟΖ κινήθηκαν πέραν των ορίων, ξεπερνώντας την κόκκινη γραμμή. Γεγονός που οδήγησε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιά, να διαμηνύσει πως δεν θα υπάρξει ξανά τέτοια ειρηνική συμπεριφορά από την ελληνική πλευρά. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνηθίζει να φωνάζει και να απειλεί... Πολλοί εκτιμούν πως πρόκειται για κινήσεις εσωτερικής κατανάλωσης, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει τον κίνδυνο που εγκυμονεί αυτή η τακτική. 

Τα βασικά ερωτήματα που προκύπτουν είναι ποιοι είναι οι στόχοι της τουρκικής ηγεσίας και κυρίως αν ο Ερντογάν θέλει και μπορεί να προκαλέσει νέο θερμό επεισόδιο ή ακόμη και πόλεμο. Αυτά και άλλα ερωτήματα θέσαμε στον Σωτήρη Ρούσσο, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και επιστημονικό υπεύθυνο του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών.

Τι κρύβουν κατά την άποψή σας οι προκλήσεις Ερντογάν σε Αιγαίο και Κύπρο; Ποιος ή ποιοι είναι οι στόχοι της τουρκικής ηγεσίας;

Αυτό που κάνει ο Ερντογάν είναι να στέλνει ένα μήνυμα προς τις μεγάλες δυνάμεις, δηλαδή τις Ηνωμένες Πολιτείες και τα μεγάλα Ευρωπαϊκά Κράτη, ότι αν δεν του επιτρέψουν να κάνει αυτό που θέλει που σημαίνει να ακυρώσει την Κουρδική παρουσία και αυτονομία τουλάχιστον στα δυτικά του Ευφράτη, τότε θα δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα σε ολόκληρη την περιοχή. Και επειδή είναι στριμωγμένος από αυτήν την πλευρά θεωρεί ότι μπορεί να μεταφέρει με ελάχιστο κόστος την πίεση προς την Ελλάδα και την Κύπρο. Με αυτόν τον τρόπο επίσης πιστεύει ότι θα ικανοποιήσει την κοινή γνώμη στο εσωτερικό της Τουρκίας και κυρίως να ανυψώσει το γόητρο του στρατού του που έχει πληγεί. Μην ξεχνάμε ότι ο τουρκικός στρατός αυτήν τη στιγμή δεν έχει τις επιτυχίες που θα ήθελε στο Αφρίν, άρα πρέπει να παραμείνει το πρεστίζ του υψηλά. Άρα λοιπόν αυτά τα στοιχεία κάνουν τον Ερντογάν να πιέζει προς την πλευρά της Ελλάδας. Είναι μια απειλή προς τη Δύση λοιπόν, ότι αν δεν μου δώσετε αυτά που ζητάω τότε έχω τη δυνατότητα να γίνω πολύ κακός και να δημιουργήσω αστάθεια σε όλη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτή η πολιτική βέβαια δεν είναι μια περιστασιακή πολιτική της Τουρκίας, η οποία συμβαίνει τώρα λόγω της Συρίας, η κλιμάκωσή της γίνεται τώρα. Η αμφισβήτηση των βραχονησίδων, του Αιγαίου είναι παλαιά, συνεχίστηκε επί Ερντογάν κι επίσης η αμφισβήτηση του αναφαίρετου δικαιώματος της Κύπρου να κάνει έρευνες στην ΑΟΖ της πάλι δεν είναι τωρινή αλλά έρχεται από πολλά χρόνια πριν. Η κλιμάκωση της πολιτικής αυτής έχει να κάνει με την κρίση στη Συρία και με τη δυσκολία του Ερντογάν να προχωρήσει το σχέδιό του όσο γρήγορα ήθελε.

Μάλιστα φαίνεται ότι η επίθεση στο Αφίν δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση για τον Ερντογάν.

Καθόλου. Η Τουρκία για να προχωρήσει στο Αφρίν θα πρέπει να αποδεχτεί μεγάλες απώλειες. Δεν λέω ότι στρατιωτικά η Τουρκία δεν είναι ικανή να νικήσει τους Κούρδους της Συρίας, πιθανόν είναι αλλά θα πρέπει να δεχτεί ότι θα έχει μεγάλες απώλειες. ειδικά όταν οι συγκρούσεις γίνονται μέσα σε αστικά κέντρα, όπως είναι εν προκειμένω το Αφρίν, τα θύματα πολλαπλασιάζονται. Γίνεται πολύ πιο καταστροφικός ο πόλεμος γι αυτόν που πάει να καταλάβει μια αστική περιοχή. Οι Ιρακινοί όταν μπήκαν στη Μοσούλη για να την απελευθερώσουν από το ISIS έχασαν 21.000 στρατιώτες. Επίσης είναι δύσκολο να της επιτρέψουν οι Αμερικανοί και οι Ρώσοι να ισοπεδώσει τις κατοικημένες περιοχές. 

Σε ό,τι αφορά όμως την Κυπριακή ΑΟΖ μήπως το θέμα είναι πιο σύνθετο; Δεδομένου ότι εκεί έχουμε την εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων και μάλιστα σε αυτήν εμπλέκονται και άλλες δυνάμεις, όπως η Ιταλία.

Αν θεωρούμε ότι εκεί υπάρχουν συμφέροντα μεγάλων εταιρειών που θέλουν να κάνουν γεωτρήσεις είναι σωστό, πλην όμως μέχρι τώρα δεν έχουμε δει μια ιδιαίτερη κινητοποίηση δυνάμεων που θα είχαν συμφέρον να προασπίσουν το δικαίωμα της Κυπριακής δημοκρατίας. Για να γίνω σαφέστερος, δεν έχουμε για παράδειγμα δει αυτό που πολλοί περιμένανε και διατυμπάνιζαν στην Ελλάδα να ενεργοποιείται η συμμαχία Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, δεν έχουμε μια ηχηρή παρέμβαση ούτε καν τυπική από πλευράς Ισραήλ που να λέει ότι εμείς δεν θα μείνουμε αμέτοχοι αν η Τουρκία συνεχίσει να προβάλει αυτές τις αξιώσεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Ακούω επίσης με δυσπιστία αυτό που λέγεται για τη δυνατότητα της Ιταλίας να παρέμβει δραστικά. Δεν νομίζω ότι η Ιταλία θα εμπλακεί στρατιωτικά με την Τουρκία για μια γεώτρηση. Γιατί προσοχή είμαστε ακόμη σε μια γεώτρηση, όχι σε μια άντληση. Είναι πολύ προκαταρκτικό το στάδιο.

Το συμφέρον της Ιταλίας δηλαδή ως προς τη γεώτρηση ακόμη διερευνάται, δεν είναι δεδομένο;

Ακριβώς. Δεν στέλνεις αεροπλανοφόρα σου επειδή δεν σε αφήνει να χτυπήσεις το γεωτρύπανο. Στέλνεις τα αεροπλανοφόρα σου αν απειλήσει κάποιος τις φρεγάτες σου ή απειλείς να εμπλακείς αν έχεις εκεί ένα συμφέρον υπαρκτό. Αρα δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι οι Ιταλοί θα τραβήξουν στην Τουρκία το σκοινί.

Γενικότερα πως βλέπετε τη στάση των συμμάχων στις τουρκικές προκλήσεις; Η Αμερική για παράδειγμα κρατά ίσες αποστάσεις.

Η Τουρκία είναι μια χώρα αναντικατάστατη. Όσο και κακό παιδί να γίνει, όσο απρόβλεπτος κι ενοχλητικός παίκτης και να γίνει, για τις δυτικές συμμαχίες, για το ΝΑΤΟ συγκεκριμένα δεν υπάρχει κάποιος άλλος περιφερειακός εταίρος που μπορεί να αντικαταστήσει την Τουρκία στη γεωστρατηγική της αξία. Άρα λοιπόν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η Ευρώπη μπαίνουν σε ένα δίλημμα που στην ουσία δεν υφίσταται καν. Να χάσουνε την Τουρκία από σύμμαχο στην περιοχή, επειδή ενδεχομένως θα έχει έναν ιδιόμορφο ηγέτη για ακόμη μια δεκαετία ή πρέπει απλώς να διαχειριστούμε αυτήν την κατάσταση στην Τουρκία. έτσι γι αυτόν το λόγο δεν είναι επιθετικοί ή πιεστικοί προς την Τουρκία, δεν της δημιουργούν ιδιαίτερο πρόβλημα. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν όι η μεγάλη στρατηγική σημασία που έχει αυτή χώρα, ο όγκος του στρατού, της οικονομίας της έχει πολύ μεγάλη σημασία. Μην ξεχνάμε ότι μπορεί η Τουρκία να έχει αυτή τη στιγμή κακές πολιτικές σχέσεις με τη Γερμανία για παράδειγμα, αλλά οι γερμανικές επενδύσεις συνεχίζουν να είναι τεράστιες στην Τουρκία.  Μπορεί λοιπόν να είχαν μια δυσάρεστη από ό,τι φάνηκε συνάντηση με την Μέρκελ στο Βερολίνο οι Τούρκοι αλλά αυτό έχει κι έναν ακόμη ισχυρό παρονομαστή που είναι οι οικονομικές σχέσεις Γερμανίας-Τουρκίας, οι οποίες πάνε μια χαρά. η Τουρκία είναι ένα μεγάλο μέγεθος που αν καταρρεύσει, αν δημιουργήσει πρόβλημα θα είναι πολύ δύσκολο να επιλυθεί.

Δεδομένων όλων αυτών είναι πιθανόν να ξεπεράσει τα όρια ο Ερντογάν; Υπάρχει ενδεχόμενο να προκαλέσει πολεμική σύρραξη με την Ελλάδα;

Δεν νομίζω ότι μπορεί να μας κάνει πόλεμο. Όμως τα πολλά σημεία κλιμάκωσης της πρόκλησης δεν ξέρουμε ποια στιγμή θα μετατραπούν σε ένα θερμό επεισόδιο. Και δεν εννοώ θερμό επεισόδιο το πρόσφατο στα Ίμια, εννοώ τόσο θερμό που θα σημαίνει απώλεια σε ζωές και μεγάλες καταστροφές. Και αυτή είναι η ανησυχία και η δική μου αλλά και πολλών αναλυτών. Το γεγονός ότι δεν πιστεύω ότι ο Ερντογάν θα πάει για έναν πόλεμο, έχοντας ανοιχτό το μέτωπο στο Αφρίν και χωρίς να έχει κερδίσει κάτι σε αυτό, αφού θα ήταν μάλλον παράλογο, δεν με καθησυχάζει. Κανείς δεν γνωρίζει σε μια τέτοια κλιμάκωση αν αύριο απαντηθούν αυτές οι προκλήσεις με έναν εξίσου βίαιο τρόπο.

Άρα δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο του πολέμου;

Όχι δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε. Άλλωστε και ο υπουργός Εξωτερικών, ο Νίκος Κοτζιάς, είπε την Παρασκευή, ότι την επόμενη φορά που θα περάσει την κόκκινη γραμμή η Τουρκία, η αντίδραση της Ελλάδας δεν θα είναι ειρηνική. Νομίζω ότι τα είπε όλα.

Πως πρέπει κατά τη γνώμη σας να αντιδράσει η Ελλάδα, πέραν της προειδοποίησης προς την Τουρκία, σε επίπεδο πολιτικής τακτικής και στρατηγικής;

Η γενεσιουργός αιτία της κλιμάκωσης αυτής της έντασης από πλευράς Τουρκίας βρίσκεται στο Αφρίν κι αυτό εμείς δεν μπορούμε να το επηρεάσουμε. Την έκβαση αυτής της σύγκρουσης εμείς ως Ελλάδα, αλλά και ως Ευρώπη δεν μπορούμε να την επηρεάσουμε. Δεχόμαστε λοιπόν τα απόνερα, χωρίς να μπορούμε να επηρεάσουμε το φαινόμενο. Αυτό όμως που μπορούμε να κάνουμε είναι το εξής…συνήθως και βλέποντας ιστορικά τα πράγματα η Ελλάδα και άλλες χώρες αντιμετωπίζουν την τουρκική προκλητικότητα αναζητώντας συμμάχους και δημιουργώντας συμμαχία στα Βαλκάνια. Αυτό συνέβη από τους βαλκανικούς πόλεμους μέχρι την κρίση του 1987 και τη συμφωνία του Ανδρέα Παπανδρέου με τον πρόεδρο της Βουλγαρίας Ζίβκοφ. Η Ελλάδα λοιπόν αυτή τη στιγμή θα πρέπει να σφυρηλατήσει σχέσεις συμμαχίας και συνεργασίας με τα Βαλκάνια, γι’ αυτό μεταξύ άλλων και το ζήτημα με τη Fyrom πρέπει να κλείσει. Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι να χτίσουμε γερές, στέρεες συμμαχίες με τα Βαλκάνια, οι οποίες πιστεύω θα δράσουν πολύ πιο αποτελεσματικά και αποτρεπτικά στην Τουρκία από ό,τι συμμαχίες με το Ισραήλ ή την Αίγυπτο.

Γιατί θα φοβηθεί μια Βαλκανική συμμαχία ο Ερντογάν;

Γιατί πάντα κάθε συμμαχία είναι ισχυρότερη του ενός κράτους, είναι ένας πολλαπλασιαστής ισχύος και γιατί ο Ερντογάν δεν είναι και οι ΗΠΑ, δεν μπορεί να τα βάλει με όλο τον κόσμο. Απλώς πρέπει να βρούμε δυνάμεις που έχουν λόγο να μας υποστηρίξουν. Και υπάρχουν χώρες στα Βαλκάνια που δυσανασχετούν με την πολιτική της Τουρκίας. Επίσης, υπάρχουν χώρες στα Βαλκάνια, όπως η Αλβανία, η Fyrom, οι οποίες θα ήθελαν να δουν τον εαυτό τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όσο πλησιάζουν αυτήν την προοπτική τόσο απομακρύνονται από την Τουρκία. Η Ελλάδα λοιπόν ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στο Αφρίν της Συρίας και το δίκαιο αίτημα των Κούρδων για αυτοδιάθεση, πρέπει να θωρακίσουμε τα συμφέροντά μας ως κράτος. Μέσω της δικής μας αποτρεπτικής δύναμης αλλά και των συμμαχιών μας να φτάσουμε στο σημείο που τα απόνερα της κρίσης, όπως της Συριακής, να μην μας πλήττουν, να μην είναι τόσο προβληματικά για μας. Πρέπει λοιπόν να εκμεταλλευτούμε τις συμμαχίες που ήδη έχουμε, βάζοντας τους συμμάχους μας προ των ευθυνών τους, να δημιουργήσουμε νέες συμμαχίες που πιθανόν να είναι πιο αποδοτικές και να αυξήσουμε την αποτρεπτική μας δύναμη χωρίς όμως μίζες.

Η στρατηγική της Ελλάδας μέχρι τώρα ευθύνεται για τη θέση που βρισκόμαστε αυτήν τη στιγμή;

Η αλήθεια είναι ότι είχαμε αναπτύξει στην Ελλάδα μια άλλη φιλοσοφία, μια άλλη στρατηγική. την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Πιστεύαμε και σωστά ότι εφόσον η Τουρκία μπει στο τρένο της ενταξιακής διαδικασίας θα αναγκαστεί ή θα καταλάβει πως είναι προς το συμφέρον της να σέβεται τους κανόνες στα συμβατικά, διεθνή πλαίσια. Αυτή όμως η προοπτική και λόγω της πολιτικής της Τουρκίας αλλά και λόγω της ευρωπαϊκής πολιτικής έχει χαθεί πια, δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε αυτήν. Το έχουμε καταλάβει πλέον αλλά δεν είχαμε, ως φαίνεται, επεξεργαστεί ένα plan b, μια εναλλακτική. Τώρα καλούμαστε να απαντήσουμε γρήγορα σε αυτό το ερώτημα. Αναμένω λοιπόν μα μεγαλύτερη κινητοποίηση ως προς την ενεργοποίηση υπαρχόντων και εν δυνάμει συμμάχων. Φαντάζομαι πως ο Νίκος Κοτζιάς που είναι έμπειρος και γνωστός για τις πρωτοβουλίες του θα έχει ήδη ξεκινήσει έναν κύκλο επαφών, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε και δεν χρειάζεται ακόμη να ξέρουμε.

Εκτιμάται ότι η ένταση αυτή στην ευρύτερη περιοχή έχει μέλλον, θα έχει διάρκεια;


Ναι είμαι απαισιόδοξος ως προς αυτό. Νομίζω ότι ακόμη κι αν θα έχει μια κάμψη, κάποια ύφεση μηνών μπορεί ξανά να επανέλθει. Η νευρικότητα στην περιοχή νομίζω ότι θα κρατήσει για καιρό. 

Μαριάνθη Πελεβάνη

http://tvxs.gr/news/ellada/poso-pithano-einai-endexomeno-ellinotoyrkikoy-polemoy

20/2/2018


2.
Θωρακίζεται με όπλα από φίλους κι εχθρούς η Τουρκία.

Μ’ όλους τσακώνεται κι απ’ όλους αγοράζει όπλα ο Ερντογάν.

Στην κορυφή της ΝΑΤΟϊκής ατζέντας των «ανησυχιών» βρίσκεται η αγωνία για τη δέσμευση του Ντόναλντ Τραμπ στο ΝΑΤΟ και οι στρατιωτικές κινήσεις της Ρωσίας. Ακριβώς στην πιο κάτω θέση όμως βρίσκεται ο γρίφος της Τουρκίας, που όλο και περισσότερο «ξεκόβει» και «απομονώνεται» από τη Συμμαχία. 

Η Τουρκία δεν διαθέτει απλώς τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ αλλά βρίσκεται, ως γνωστόν, και σε μια γεωστρατηγική θέση - κλειδί μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Η Τουρκία του Ερντογάν έχει γίνει απρόβλεπτη και, επιπρόσθετα, ακολουθεί μια εθνικιστική ατζέντα που μπορεί να έρθει σε ευθεία σύγκρουση με τις υποχρεώσεις της Άγκυρας στους συμμάχους της.
Η τελευταία πηγή έντασης έχει να κάνει με τη διαμάχη Αμερικής - Τουρκίας για την τουρκική επιδρομή στο Αφρίν, τον κουρδικό θύλακα στα βορειοδυτικά της Συρίας. Το περασμένο Σάββατο, με βάση τα στοιχεία του τουρκικού αρχηγείου στρατού, 11 Τούρκοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους. 

Δυο 24ωρα αργότερα, ο Τσαβόσογλου, σε συνέντευξη Τύπου στην Κωνσταντινούπολη, τόνισε πως οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία βρίσκονται σε «κρίσιμο σημείο. Είτε θα βελτιώσουμε τις σχέσεις μας, είτε θα καταρρεύσουν πλήρως».
Με τη στενή έννοια του όρου η συγκεκριμένη κατάσταση στο Αφρίν δεν αποτελεί θέμα για το ΝΑΤΟ. Όμως, αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις θα μπορούσαν, δυνητικά, να βρεθούν να δέχονται άμεση επίθεση από μια σύμμαχο ΝΑΤΟϊκή χώρα, την Τουρκία, αν ο Ερντογάν αποφασίσει να πραγματοποιήσει τις απειλές του. 

Συγκεκριμένα, ο Τούρκος πρόεδρος προειδοποίησε ότι θα «στραγγαλίσει εν τη γενέσει του» μια δύναμη 30.000 Κούρδων μαχητών, που υποστηρίζονται πλήρως από τις αμερικανικές δυνάμεις και που για την Τουρκία θεωρούνται τρομοκράτες.

Τουρκική στροφή

Ο Ερντογάν προφανώς υπολόγισε αρχικά ότι η περίπτωση του Αφρίν δεν πρόκειται να του δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα με την Αμερική, που ενδιαφέρεται για την περιοχή λιγότερο απ’ ό,τι εκείνος. Ακόμη κι αν αυτό αποδειχθεί σωστό εν τέλει, τα αντικρουόμενα συμφέροντα στη Συρία αποτελούν μόνο ένα από τα διάφορα σημεία αντιπαράθεσης στην προβληματική σχέση της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ.

Πολύ πριν από το επιχειρηθέν πραξικόπημα στην Τουρκία το καλοκαίρι του 2016, υπήρχαν αυξανόμενες ανησυχίες μέσα στους κόλπους του ΝΑΤΟ για τη στροφή που έπαιρνε η Τουρκία προς τον αυταρχισμό. Με όσα ακολούθησαν μετά το πραξικόπημα, αυτοί οι φόβοι εντάθηκαν – αν δεν επιβεβαιώθηκαν. 
Ο Ερντογάν επιδόθηκε σε μια βίαιη εκκαθάριση εναντίον οποιουδήποτε δεν του ήταν τυφλά πιστός. Ανάμεσα στους 50.000 που συνελήφθησαν και τους 110.000 που εκδιώχθηκαν από τις θέσεις τους για υποτιθέμενους δεσμούς με τον Φετουλάχ Γκιουλέν, βρίσκονται 11.000 υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί και πιλότοι.

Το 38% των στρατηγών της Τουρκίας εκδιώχθηκαν, οι περισσότεροι από αυτούς επειδή κατηγορήθηκαν ως φιλοδυτικοί.
Περίπου 400 στρατιωτικοί απεσταλμένοι του ΝΑΤΟ απολύθηκαν, πολλοί από τους οποίους προτίμησαν να διαφύγουν στο εξωτερικό παρά να ρισκάρουν τη φυλάκιση στην Τουρκία. Οι ΝΑΤΟϊκοί απεσταλμένοι αντικαταστάθηκαν από ανθρώπους εμπιστοσύνης του Ερντογάν που, όμως, δεν έχουν τα απαραίτητα προσόντα και συχνά είναι ανοιχτά εχθρικοί προς το ΝΑΤΟ και συμπαθούντες προς τους αντιπάλους του.

Μάλιστα, ο ανώτατος διοικητής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, στρατηγός Κέρτις Σκαπαρότι, παραπονέθηκε για ξεπεσμό και υποβιβασμό της ποιότητας του προσωπικού στην Τουρκία.
Στο μεταξύ περίπου 12 Αμερικανοί πολίτες κρατούνται σε τουρκικές φυλακές με την κατηγορία ότι συνεργάστηκαν με συνωμότες του πραξικοπήματος. Η στάση του Ερντογάν έχει κάνει κάποιους αναλυτές στην Ουάσιγκτον να πιστεύουν ότι η Τουρκία καταφεύγει πια σε «διπλωματία ομηριών», όσον αφορά διμερείς διαπραγματεύσεις.

Σε ένα άλλο «θερμό» επεισόδιο, ο Ερντογάν απαγόρεψε πέρυσι, κι όχι για πρώτη φορά, σε Γερμανούς βουλευτές να επισκεφτούν Γερμανούς πιλότους που βρίσκονταν σε δύο ΝΑΤΟϊκές βάσεις στην Τουρκία, στο Ιντσιρλίκ και στο Ικόνιο. 
Ήταν μια «τιμωρία» από την πλευρά του Σουλτάνου ως απάντηση στο Βερολίνο, που προηγουμένως είχε απαγορεύσει σε οπαδούς του κόμματός του να διοργανώσουν επί γερμανικού εδάφους συγκεντρώσεις υπέρ της καμπάνιας Ερντογάν για επέκταση των προεδρικών εξουσιών.
Τότε, μάλιστα, ο Τούρκος πρόεδρος είχε φτάσει να αποκαλέσει την απαγόρευση της Γερμανίας ως «επιστροφή στις πρακτικές των Ναζί», προκαλώντας σάλο. Χρειάστηκε παρέμβαση του ίδιου του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλντενμπεργκ για να επιτραπεί τελικώς στους Γερμανούς βουλευτές η πρόσβαση στη βάση στο Ικόνιο.

Πώς πιέζουν οι Αμερικανοί

Λόγω αυτού του επεισοδίου, η Γερμανία μετακίνησε τα αεροσκάφη της τύπου Tornado από το Ιντσιρλίκ της Τουρκίας στο Muwaffaq Salti, μια αεροπορική βάση στην Ιορδανία. Το κόστος της μεταφοράς ήταν 143 εκατ. δολάρια και η Γερμανία το έκανε ως πολιτική ασφαλείας, κρίνοντας ότι υπήρχε πιθανότητα να χρειαστεί μελλοντικά να εγκαταλείψει την τουρκική βάση του Ιντσιρλίκ.

Η Αμερική, πάντως, είναι σε θέση να ασκήσει σοβαρές πιέσεις στην Τουρκία όσον αφορά τις τράπεζές της και την τουρκική λίρα, δηλαδή ολόκληρη την οικονομία της πρακτικά. Όπως στην περίπτωση της τουρκικής τράπεζας Halkbank, που κατηγορείται για συνέργεια στο σπάσιμο κυρώσεων κατά του Ιράν. Αν κριθεί ένοχη μπορεί να αντιμετωπίσει τεράστια πρόστιμα της τάξης των 5 δισ. δολαρίων, με το όνομα του Ερντογάν να εμπλέκεται στην υπόθεση.

Στους κόλπους του ΝΑΤΟ έχει εξεταστεί εκτεταμένα το σενάριο που η Τουρκία πιέζεται με τη μορφή κυρώσεων από το εξωτερικό ή και μεγάλων προστίμων στις τράπεζές της. Η απάντηση Ερντογάν, όμως, είναι να κλιμακώσει την αντίδραση με το να περιορίσει την πρόσβαση της Αμερικής στη ΝΑΤΟϊκή βάση του Ιντσιρλίκ, την οποία οι ΗΠΑ είχαν χρησιμοποιήσει για επιχειρήσεις κατά του ISIS στο Ιράκ και τη Συρία. 

Αν και Αμερικανοί αξιωματούχοι, ειδικοί στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, πιστεύουν ότι οι οικονομικές πιέσεις θα μπορούσαν να πείσουν τον Ερντογάν να ομαλοποιήσει τις σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας, το TEPAV, το ανεξάρτητο Ίδρυμα Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής της Τουρκίας, εκτιμά πως θα έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Θεωρεί ότι οι υποστηρικτές του κόμματος Ερντογάν συσπειρώνονται με τέτοιες κινήσεις, που στην Τουρκία παρουσιάζονται ως εχθρικές κινήσεις της Δύσης, ειδικά εν όψει των εκλογών του 2019.

Όπως επισημαίνει το TEPAV «όσο περισσότερο πιέζει ο υπόλοιπος κόσμος την κυβέρνηση Ερντογάν και όσο μεγαλύτερη παρουσιάζεται η έξωθεν απειλή και παρέμβαση στην κυριαρχία της Τουρκίας, τόσο πιο απίθανο γίνεται να αποκτήσει η χώρα ένα δημοκρατικό μέλλον».
Μια βασική πηγή ανησυχίας για το ΝΑΤΟ είναι οι θερμές σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία, κυρίως μετά το πραξικόπημα. Ο Ερντογάν βλέπει στο πρόσωπο του Πούτιν τον άνθρωπο με τον οποίο μπορεί να κάνει μπίζνες στη Συρία. Με το να έρχεται πιο κοντά με τον Ρώσο πρόεδρο, ο Ερντογάν στέλνει μήνυμα στο ΝΑΤΟ ότι έχει κι άλλες επιλογές. 

Σε μοναδική πλεονεκτική θέση

Από την πλευρά της Ρωσίας, ο Ερντογάν προσφέρει στον Πούτιν αφορμές για να σπείρει διχόνοια στους κόλπους του ΝΑΤΟ και στη Δύση, πράγμα που αποτελεί και τον βασικό στρατηγικό του στόχο.
Όμως, το πιο σκανδαλώδες στη λίστα των «ατοπημάτων» στην εξωτερική πολιτική Ερντογάν ήρθε για το ΝΑΤΟ τον Δεκέμβριο, όταν η Τουρκία ανακοίνωσε ότι υπέγραψε μια συμφωνία για να προχωρήσει στην αγορά δυο πυραυλικών συστοιχιών S-400 από τη Ρωσία. 
Το σύστημα S-400 δεν μπορεί να ενσωματωθεί στα ΝΑΤΟϊκά συστήματα αεράμυνας και, τουλάχιστον αρχικά, θα στηθεί και θα λειτουργήσει από Ρώσους.

Με την Τουρκία να είναι μέλος της συμμαχίας, θα πρέπει η Άγκυρα να εξαιρεθεί από την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα αντίμετρα κατά των ρωσικών S-400, ειδάλλως η Μόσχα θα βρεθεί να λαμβάνει πληθώρα ευαίσθητων ΝΑΤΟϊκών στρατιωτικών πληροφοριών.
Αυτό που ανησυχεί περισσότερο το ΝΑΤΟ είναι ότι η Τουρκία συμμετέχει στο πρόγραμμα F-35 και πρόκειται να παραλάβει 116 μαχητικά αεροσκάφη stealth F-35, που θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος της αεράμυνας του ΝΑΤΟ για τα επόμενα 30 χρόνια. 
Έτσι, η Τουρκία θα βρεθεί στη μοναδική θέση να κατέχει ταυτόχρονα ΝΑΤΟϊκά αεροσκάφη F-35 και ρωσικούς πυραύλους S-400, αποκτώντας γνώσεις για τρωτά σημεία που μπορεί να εκμεταλλευτεί η Ρωσία.

Ήδη στις ΗΠΑ, ειδικοί στην εθνική ασφάλεια εξέφρασαν την άποψη ότι η Τουρκία θα πρέπει είτε να ακυρώσει την αγορά των ρωσικών S-400 ή να της ανακοινωθεί πως δεν μπορεί να αποκτήσει τα F-35. Όμως, αν δοθεί τέτοιο τελεσίγραφο στην Άγκυρα θα δημιουργηθεί τόσο έντονη αντιπαράθεση, που μπορεί να καταλήξει να αποχωρήσει η Τουρκία από το ΝΑΤΟ. 

Κι από Ευρωπαίους

Παρά την επικίνδυνη διπρόσωπη συμπεριφορά Ερντογάν, που έχει καταντήσει ο Ιανός της συμμαχίας, η κατάσταση είναι τόσο περίπλοκη που, προς το παρόν, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ προσπαθούν να μην σηκώνουν τους τόνους. Τονίζουν ότι η Τουρκία έχει υπογράψει συμφωνία και με την Eurosam, μια ευρωπαϊκή κοινοπραξία που κατασκευάζει πυραυλικά συστήματα αεράμυνας, άρα οι S-400 θα μπορούσαν να αποτελέσουν απλώς μια προσωρινή λύση.

Επίσης, αναφέρουν ότι άλλα θέματα προχωρούν ομαλά και χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις από την πλευρά της Τουρκίας, που φροντίζει να μην τραβάει το σκοινί σε όλους τους τομείς. Η Τουρκία εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως το να διαφυλάττει το αεροδρόμιο της Καμπούλ και το να μην εμποδίσει μια συμφωνία ασφαλείας μεταξύ NATO - E.E., την οποία θα μπορούσε να μπλοκάρει.

Ουσιαστικά, δεν υπάρχει μηχανισμός για να αποβληθεί η Τουρκία από το ΝΑΤΟ ή να ανασταλεί η συμμετοχή της. Επιπρόσθετα, στην περίπτωση που μια αναστολή ήταν υποθετικά εφικτή, η Τουρκία δεν θα μπορούσε να επανενταχθεί στη Συμμαχία ως νέο μέλος καθώς δεν θα πληροί τις προϋποθέσεις όσον αφορά τη λειτουργία της δημοκρατίας, αφού ως χώρα έχει αμαυρωμένα πιστοποιητικά δημοκρατίας. Όμως, όπως και να έχει, για τη Δύση και το ΝΑΤΟ η γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας είναι τεράστια και αδιαμφισβήτητη.

Αυτό που ελπίζει το ΝΑΤΟ είναι ότι ο Ερντογάν κατανοεί πως, πέρα από οποιαδήποτε ρωσικά «ανοίγματα» κι εναγκαλισμούς με τη Ρωσία, η Μόσχα δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ΝΑΤΟ ως μακροπρόθεσμο σύμμαχο στην ασφάλεια. Η Συμμαχία θεωρεί πιθανό μάλιστα ότι η παράνοια Ερντογάν, που επικράτησε μετά το επιχειρηθέν πραξικόπημα, θα υποχωρήσει, αν και μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν σημάδια ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί.

Στην πραγματικότητα οι δυο πλευρές, ΝΑΤΟ και Τουρκία, είναι κλειδωμένες σε μια σχέση που προσομοιάζει με έναν δυστυχισμένο γάμο, όπου, παρά το ότι η σχέση είναι φορτωμένη προβλήματα, το «ζεύγος» δεν έχει άλλη ρεαλιστική επιλογή από το να παραμείνει μαζί.

  ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΑΛΟΥΠΗΣ

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ,
 τεύχος 2008 στις 15-02-2018

http://www.topontiki.gr/article/259874/thorakizetai-me-opla-apo-filoys-ki-ehthroys-i-toyrkia