Το ματωμένο ΄Επαθλο του Κιρκούκ.


Λίγους μήνες μετά την αιματηρή «απελευθέρωση» της άμοιρης Μοσούλης από τον ιρακινό στρατό και τους ετερόκλητους συμμάχους του και μόλις δύο εβδομάδες μετά το πολυσυζητημένο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία του Ιρακινού Κουρδιστάν, οι ένοπλες δυνάμεις της Βαγδάτης ξεκίνησαν χτες μεγάλης κλίμακας επιχείρηση για την ανακατάληψη του σημαντικότερου οικονομικού «μήλου της έριδος» σε ολόκληρη την περιοχή – των φημισμένων πετρελαιοπηγών του Κιρκούκ.

Οι Ιρακινοί όμως έχουν ένα πρόβλημα: η επαρχία του Κιρκούκ, την οποία προσπαθούν τώρα να ανακτήσουν, είναι γεμάτη χιλιάδες σκληροτράχηλους και ψυχωμένους Κούρδους πεσμεργκά, που έχουν ήδη ορκιστεί να υπερασπιστούν τα εδάφη –και κυρίως τα... υπεδάφη– τους απέναντι στους «εισβολείς» από τον Νότο.

Για την ακρίβεια, το Κιρκούκ (και το πετρέλαιό του, που υπολογίζεται χονδρικά σε περίπου δέκα δισεκατομμύρια βαρέλια...) είχε επιμελώς παραμείνει κομμάτι της ιρακινής επικράτειας, όταν συμφωνήθηκε –υπό την πίεση των Αμερικανών εισβολέων– να δοθεί αυξημένη αυτονομία στο Ιρακινό Κουρδιστάν, το 2005: αλλά καταλήφθηκε από τους Κούρδους τον Ιούνιο του 2014, όταν ο άριστα εξοπλισμένος αλλά λιγόψυχος ιρακινός στρατός το εγκατέλειψε κακήν κακώς, κυνηγημένος από τους ντόπιους και ξένους πολεμιστές του Χαλιφάτου.

Με άλλα λόγια το Κιρκούκ παραμένει «ντε γιούρε» ιρακινό έδαφος, αλλά «ντε φάκτο» κουρδικό – και οι Κούρδοι ξέρουν πολύ καλά ότι προαπαιτούμενο για την οικονομική τους επιβίωση, σαν νεογέννητο κράτος περικυκλωμένο από εχθρούς, είναι ο έλεγχος του συγκεκριμένου κοιτάσματος.

Γεγονός που, όπως καταλαβαίνετε, δημιουργεί τις συνθήκες για ακόμη έναν άγριο «εμφύλιο» πόλεμο στο πάλαι ποτέ λίκνο του πολιτισμού και νυν «βενζινάδικο του πλανήτη», τη φλεγόμενη Μεσοποταμία. Εναν πόλεμο που, όπως θα δούμε και παρακάτω, στην πραγματικότητα έχει ήδη ξεσπάσει και μαίνεται, με συνεχείς εξάρσεις και υφέσεις, εδώ και έναν αιώνα...

Αν διαβάσει κανείς το εξαιρετικό, βραβευμένο με Πούλιτζερ «The Prize» («Το Επαθλο») του Ντάνιελ Γέρτζιν –στην ουσία, μια εναλλακτική ιστορία του κόσμου ιδωμένη μέσα από το χρονικό της ανακάλυψης και εκμετάλλευσης του πετρελαίου από τις μεγάλες δυνάμεις και τις εταιρείες τους, που καταγράφει με εξονυχιστική λεπτομέρεια πώς ο ανταγωνισμός για τον μαύρο χρυσό αναδιαμόρφωσε και συνεχίζει να διαμορφώνει τον παγκόσμιο χάρτη– θα διαπιστώσει ότι η... μαύρη μοίρα της περιοχής άρχισε να διαγράφεται ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν –ποιοι άλλοι;– οι Εγγλέζοι πρωτοβρήκαν μαύρο χρυσό στο γειτονικό Ιράν, και αργότερα στη Βασόρα και τα περίχωρα της Μοσούλης.

Η Μοσούλη και το Κιρκούκ, φυσικά, ανήκαν ακόμη στην παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, με την πρώτη να φημίζεται τότε όχι για το πετρέλαιό της, αλλά για τα υπέροχα βαμβακερά της υφάσματα.

Οι Βρετανοί αποικιοκράτες όμως, με τον περίφημο «Λόρενς της Αραβίας», υποδαύλισαν τον κοιμισμένο για αιώνες αραβικό εθνικισμό και με σύμμαχο τον ντόπιο αριστοκράτη Φαϊζάλ, στον οποίο έταξαν χρυσό, τουφέκια και ανεξαρτησία, μετέφεραν ανέξοδα τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στις ερήμους της Μεσοποταμίας, υπολογίζοντας σε μελλοντικά κέρδη στο «μαλακό υπογάστριο» των Οθωμανών.

Είναι η αρχή του περίφημου «Ζητήματος της Μοσούλης» (The Mosul Question) για την «ιδιοκτησία» του ομώνυμου βιλαετιού: Οι Βρετανοί ήθελαν να το δώσουν στο κράτος-προτεκτοράτο που σχεδίαζαν να φτιάξουν στην περιοχή, το Ιράκ, οι Τούρκοι αντιστέκονταν.

Αλλά κοντά στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου, τρεις μόλις μέρες μετά την ανακωχή που υπέγραψαν οι Οθωμανοί στον Μούδρο, οι Βρετανοί εισβάλλουν πονηρά και στις 15 Νοεμβρίου του 1918 καταλαμβάνουν ολόκληρη την επαρχία της Μοσούλης, με μια «πειρατική» ενέργεια που η Τουρκία δεν αναγνώρισε ουσιαστικά ποτέ – ούτε στη Σεβρ το 1920 ούτε στη Λωζάννη το 1923, μετά τη βαριά ήττα και συνθηκολόγηση της Ελλάδας...

Από τα μυστικά αρχεία της εποχής, προκύπτει μάλιστα πως ο Κεμάλ εκτιμούσε από τότε, προφητικά, ότι η απώλεια της Μοσούλης και του Κιρκούκ θα οδηγούσε σταδιακά σε ανάφλεξη του κουρδικού εθνικισμού και θα του δημιουργούσε τεράστιο πρόβλημα με τους Κούρδους μέσα στην ίδια την Τουρκία!

Φυσικά, οι κοσμοκράτορες ακόμα Βρετανοί επικράτησαν διά της πλαγίας –διπλωματικής– οδού: Η «διαιτητεύουσα» Κοινωνία των Εθνών αποφάσισε ότι η Μοσούλη ανήκε στο... Λονδίνο, κι εκείνο στη συνέχεια την «παραχώρησε» στο νεοσύστατο Ιράκ, διατηρώντας φυσικά τον πλήρη έλεγχο των κοιτασμάτων της και ιδιαίτερα του γιγαντιαίου πετρελαϊκού πεδίου του Μπάμπα Γκουργκούρ, η συστηματική εκμετάλλευση του οποίου άρχισε όλως τυχαίως το 1927...

Τώρα, μετά το φονικότατο τριετές «διάλειμμα» του Χαλιφάτου, η μάχη για τον έλεγχο της Μοσούλης και του Κιρκούκ ξαναρχίζει, με βασικούς «παίκτες» την Κουρδική Περιφερειακή Κυβέρνηση (KRG) του Μασούντ Μπαρζανί από τη μια και την ιρακινή κυβέρνηση του Αλ Αμπάντι από την άλλη μεριά.

Ομως η Βαγδάτη, όπως φαίνεται, έχει εξασφαλίσει τη στήριξη τόσο των Τούρκων όσο και των Ιρανών γειτόνων της, αφού όλοι συμφωνούν στον βασικό στόχο – να εκδιώξουν τους Κούρδους από την πλούσια σε πετρέλαια περιφέρεια, «στραγγαλίζοντας» το νέο κράτος στην κούνια.

Ο Ερντογάν, μάλιστα, πρωταγωνιστεί στη νέα αυτή τριμερή αντικουρδική συμμαχία, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι περίπου το 20% του πληθυσμού του Κιρκούκ είναι Τουρκομάνοι.

Πριν από λίγες μέρες ο «σουλτάνος» είπε ξεκάθαρα κατά την επίσκεψή του στην Τεχεράνη ότι οι Κούρδοι «δεν έχουν καμιά νομιμότητα στο Κιρκούκ», ενώ τουρκικές εφημερίδες –όπως η Yeni Safak– επιμένουν ότι επίκειται επέμβαση και της Αγκυρας από τον Βορρά για την ανάκτηση «διαφιλονικούμενων περιοχών» του Ιράκ από τους Κούρδους – επιχείρηση ανάλογη με αυτήν που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη σε δύο περιοχές της βόρειας Συρίας, δηλαδή στην Ιντλίμπ και στο βόρειο Χαλέπι.

Πόσα εκατομμύρια ακόμη άνθρωποι θα πεθάνουν και θα ξεσπιτωθούν, για να συνεχιστεί η ροή προς Δυσμάς τού κατά Γέρτζιν «Επάθλου», του φτηνού αραβικού πετρελαίου;

Πόσες πανάρχαιες πόλεις θα καταστραφούν, πόσα κράτη ακόμη θα γεννηθούν και θα πεθάνουν για να γεμίζουμε αμέριμνοι εμείς οι δυτικοί καταναλωτές τα αχόρταγα ρεζερβουάρ μας και να πλουτίζουν οι πανίσχυρες εταιρείες;

Ο μύλος της Ιστορίας αλέθει χωρίς σταματημό, και το συμφέρον –πασπαλισμένο με μπόλικο εθνικισμό– είναι το βασικό του καύσιμο.

Γιώργος Τσιάρας


14.10.2017