Ιταλία- εκλογές: Παρουσίαση παρατάξεων και προγραμμάτων τους.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Ανατροπή σκηνικού στην Ιταλία λόγω εκλογικού νόμου.
(2) Ανάλυση: Το Ιταλικό πολιτικό τοπίο λίγο πριν τις εκλογές. 
 (3) Πολιτικός σεισμός στην Ιταλία.   
 (4) Παροχολογία ενόψει εκλογών στην Ιταλία.
  (5) Η προεκλογική Ιταλία αποσιωπά την κρίση.  


Ένας συνασπισμός δεξιάς/άκρας δεξιάς που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, ένα ισχυρό λαϊκιστικό κόμμα όχι τόσο όμως ώστε να μπορέσει να κυβερνήσει μόνο του, ένας συνασπισμός της κεντροαριστεράς που χάνει ψήφους και ισχύ και ένα κόμμα των αριστερών διαφωνούντων.

Ακολουθεί μια παρουσίαση των βασικών παρατάξεων που κατεβαίνουν στις βουλευτικές εκλογές της 4ης Μαρτίου στην Ιταλία και του προγράμματός τους.

Ο συνασπισμός δεξιάς/άκρας δεξιάς

Σε αυτόν συμμετέχουν η ''Forza Italia'' του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, 
η ''Λέγκα'' του Ματέο Σαλβίνι και το ''Fratelli d’ Italia''.

- Φορολογικά: Επιβολή ενός ενιαίου φόρου, τον οποίο ο Μπερλουσκόνι επιθυμεί να είναι στο 23%, ενώ ο Σαλβίνι στο 15%.

- Λιγότερη λιτότητα, με στήριξη στους επενδυτές, ώστε να ενισχυθεί η εργασία και επαναδιαπραγμάτευση των ευρωπαϊκών δεσμεύσεων της Ιταλίας.

- Μετανάστευση: Επαναπατρισμός εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών χωρίς χαρτιά και παρεμπόδιση των νέων αφίξεων.

- Μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, την οποία ο Σαλβίνι θέλει να είναι ριζοσπαστική, ενώ ο Μπερλουσκόνι βάζει φρένο σε κάθε υπόσχεση για κατώτατη σύνταξη στα 1.000 ευρώ.

- Μέτρα για την ενίσχυση των γεννήσεων και τη στήριξη των οικογενειών. 

Κίνημα των 5 Αστέρων

Το κόμμα ιδρύθηκε το 2009 από τον κωμικό Μπέπε Γκρίλο και είναι ευρωσκεπτικιστικό και κατά του ευρώ, ενώ απορρίπτει την παραδοσιακή πολιτική τάξη. Έχει καταρτίσει ένα πρόγραμμα 20 σημείων για τη βελτίωση «της ζωής των Ιταλών», στο οποίο όμως δεν γίνεται καμία αναφορά στην Ευρώπη μετά την εγκατάλειψη του σχεδίου για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την παραμονή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.

- Υιοθέτηση μηνιαίου καθολικού εισοδήματος.

- Μείωση της φορολογίας εισοδημάτων.

- Αύξηση των συντάξεων και αναθεώρηση των όρων συνταξιοδότησης.

- Εργασία: Επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες και κατάργηση της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις.

- Ασφάλεια: 10.000 προσλήψεις στις Δυνάμεις Ασφαλείας και ανέγερση σωφρονιστικών ιδρυμάτων.

- Μετανάστευση: Διμερείς συμφωνίες για τον επαναπατρισμό των παράτυπων μεταναστών.

- Γεννητικότητα: Αποζημίωση των γονιών για τα χρήματα που δαπανούν για τη φύλαξη των παιδιών τους και για τις πάνες. 

Συνασπισμός της κεντροαριστεράς

Αποτελείται από το ''Δημοκρατικό Κόμμα'' του Ματέο Ρέντσι και τρία μικρά κόμματα του κέντρου και της ριζοσπαστικής αριστεράς.

- Μείωση των φόρων και των δασμών για τις επιχειρήσεις, τις οικογένειες και τους πιο ευάλωτους πολίτες.

- Υιοθέτηση εγγυημένου κατώτατου μισθού.

- Επαναβεβαίωση του ευρωπαϊκού δόγματος, με ταυτόχρονη έκκληση για δημιουργία «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης», την άμεση εκλογή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τους Ευρωπαίους πολίτες και τη δημιουργία θέσης ενός υπουργού Οικονομικών για την ευρωζώνη.

- Μετανάστευση: Επαναπατρισμός των μεταναστών στο εσωτερικό της ΕΕ.

- Πρόγραμμα επενδύσεων στις υποδομές, το υψηλής ταχύτητας Διαδίκτυο, την έρευνα και την εκπαίδευση.

- Συνέχιση της αντιτρομοκρατικής πολιτικής του Ρέντσι: «Για κάθε ευρώ που επενδύεται στην ασφάλεια, ένα ευρώ να επενδύεται στον πολιτισμό». 

Η αριστερά των διαφωνούντων

Συμμετέχουν πολλά κινήματα της αριστεράς και οι διαφωνούντες του ''Δημοκρατικού Κόμματος'' υπό το κίνημα ''Ελεύθεροι και Ίσοι'' (''Liberi e uguali'') του απερχόμενου προέδρου της Γερουσίας και πρώην εισαγγελέως, γνωστού για τη δράση του κατά της μαφίας, Πιέτρο Γκράσο.

- Προτεραιότητα στην εκπαίδευση και την έρευνα.

- Νέα Πράσινη Συμφωνία για την ανάκαμψη της οικονομίας μέσω της οικολογίας.

- Ακύρωση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.

- Οικονομική μεταρρύθμιση για να περιοριστούν οι πιέσεις στα εισοδήματα από την εργασία.

- Γάμος και υιοθεσία για όλους. 

Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ


28.02.2018 


             ΣXETIKA KEIMENA            


Ο Μπέπε Γκρίλο με το νέο σήμα του Κινήματος 5 Αστέρων.

1.
Ανατροπή σκηνικού στην Ιταλία λόγω εκλογικού νόμου.
  
Νέα δεδομένα στις ιταλικές εκλογές της 4ης Μαρτίου αναμένεται να φέρει ο καινούργιος εκλογικός νόμος, ο οποίος εισάγει ριζικές μεταρρυθμίσεις στο εκλογικό σύστημα της Ιταλίας.

Η κομβική διαφορά με προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις είναι πως οι Ιταλοί ψηφοφόροι δεν θα ψηφίσουν μόνο το κόμμα που επιθυμούν για τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και τον συγκεκριμένο υποψήφιο βουλευτή που θα εκλεγεί σε επίπεδο τοπικής περιφέρειας. Ο νέος νόμος εισάγει ένα μεικτό εκλογικό σύστημα. Αναλυτικότερα, το 37% του ιταλικού Κοινοβουλίου, δηλαδή 232 έδρες από τις 630 της Βουλής των Αντιπροσώπων, και 109 έδρες από τις 315 της Γερουσίας, θα εκλεγεί σε τοπικό επίπεδο. Το εκλογικό σύστημα που θα ακολουθηθεί για τον συγκεκριμένο αριθμό εδρών θα είναι το αμιγώς πλειοψηφικό. Για την εκλογή του υπολειπόμενου 63% του Κοινοβουλίου, οι έδρες θα κατανεμηθούν στα κόμματα με κλειστή λίστα βάσει αναλογικού συστήματος. Δεδομένου του γεγονότος ότι οι τοπικοί υποψήφιοι θα έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν τη δυναμική των κομμάτων, το κύριο βάρος αναμένεται να δοθεί στην προσωπικότητα των ατόμων που θα τεθούν στην ψήφο του λαού.

Το κύριο συμπέρασμα είναι πως το νέο σύστημα αναμένεται να ευνοήσει τα κόμματα που θα επιλέξουν να συνεργαστούν ώστε να διασφαλίσουν πως ο συμπεφωνημένος υποψήφιος θα εκλεγεί. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι του Φόρτσα Ιτάλια θα μπορούσε να αποκομίσει οφέλη από ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ενόψει της αναμενόμενης συνεργασίας ανάμεσα στο Φόρτσα Ιτάλια και τα ακροδεξιά κόμματα της Λέγκας του Βορρά και των Αδελφών της Ιταλίας. Από την άλλη, το Κίνημα 5 Αστέρων, το οποίο έχει δεσμευτεί πως δεν θα συνεργαστεί με κανένα κόμμα του υπάρχοντος πολιτικού φάσματος, κάνει λόγο για «συνταγματικό πραξικόπημα».

Περιφερειακές μάχες

Ως προς τις πρακτικές συνέπειες του νέου εκλογικού νόμου, τα πολιτικά κόμματα της Ιταλίας θα αναγκαστούν να δώσουν σκληρή πολιτική μάχη σε κάθε περιφέρεια ξεχωριστά, με αποτέλεσμα, αντί να υπάρχει μία κεντρική προεκλογική εκστρατεία για κάθε κόμμα, να διαμορφωθούν περισσότερες, με χαρακτηριστικά που θα διαφέρουν ανάλογα με την εκλογική περιφέρεια. Πέρα από την προβολή των κομμάτων μέσα από τα ΜΜΕ και τη στήριξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τον μεγαλύτερο ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει η άμεση επαφή των πολιτικών με τους Ιταλούς ψηφοφόρους.

Τι θα φέρει η επόμενη μέρα μετά τις εκλογές της 4ης Μαρτίου δεν μπορεί να προεξοφληθεί. Από τις τελευταίες εκλογές του 2013, το πολιτικό σύστημα της Ιταλίας έχει υποστεί βαθιές διαφοροποιήσεις, με την αξιοπιστία των παραδοσιακών κεντροαριστερών κομμάτων, με κύριο εκπρόσωπο το Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι, να δέχεται σοβαρά πλήγματα, τη στιγμή που τα ακροδεξιά κόμματα σημειώνουν άνοδο εκμεταλλευόμενα το όπλο του λαϊκισμού. Παρά τον διακαή πόθο του Ματέο Ρέντσι για μεγαλοπρεπή επιστροφή στην πολιτική σκηνή τη Ιταλίας, η απόρριψη του συνταγματικού δημοψηφίσματος το 2016, με το οποίο είχε συνδέσει το πολιτικό του μέλλον ο ίδιος ο Ρέντσι, σε συνδυασμό με την ανεπιθύμητη, σε αρκετά κομματικά στελέχη, στροφή του Δημοκρατικού Κόμματος προς το Κέντρο, ψαλιδίζει τις ελπίδες του τέως πρωθυπουργού. Στις δημοσκοπήσεις, το Δημοκρατικό Κόμμα σημειώνει απώλειες και φτάνει δεύτερο, πίσω από το Κίνημα 5 Αστέρων. Ακολουθεί το Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι με ενισχυμένα ποσοστά και έπεται η ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά. Στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές, το Δημοκρατικό Κόμμα επλήγη σε σημαντικό βαθμό, με αποτέλεσμα να διαφαίνεται πως το κεντροαριστερό κόμμα θα χρειαστεί να δώσει μια αρκετά δύσκολη μάχη στην πλειονότητα των εκλογικών περιφερειών, ενώ το ενδεχόμενο σχηματισμού συνασπισμών με άλλα κεντροαριστερά κόμματα φαίνεται απομακρυσμένο.

POLITICO, NYT


21/1/2018



 2.
Ανάλυση: Το Ιταλικό πολιτικό τοπίο λίγο πριν τις εκλογές.
      
Ο Davide Policastro είναι πολιτικός ερευνητής, συνιδρυτής της πλατφόρμας δημοσκοπήσεων Quorum και του διαδικτυακού περιοδικού YouTrend.it. Έχει συνεργαστεί με τον συνεταιρισμό κοινωνικοπολιτικής έρευνας RES Coop και με την πλατφόρμα Termometro Politico.

Μίλησε στη δημοσιογράφο της Euractiv Ελλάδoς, Σοφία Ελανίδου για τις ιταλικές εκλογές της 4ης Μαρτίου και για τη ρευστότητα που χαρακτηρίζει το σημερινό ιταλικό πολιτικό τοπίο.


Ο πολιτικός ερευνητής Davide Policastro 
[Agenzia Quorum]

Τα βασικά συμπεράσματά του, λίγες μόνο μέρες πριν από τις εκλογές:
  • Η νίκη της κεντροδεξιάς είναι η αναμενόμενη, αλλά οι πρόωρες εκλογές εντός του έτους δεν αποκλείονται.
  • Σε κάθε περίπτωση η διαπραγματευτική θέση της Ιταλίας στην Ευρώπη βρίσκεται σε κίνδυνο αλλά η χρηματοπιστωτική κρίση δεν αποτελεί ουσιαστική πιθανότητα.
  • Σε αυτές τις εκλογές, την ιταλική ψήφο θα καθορίσουν η αντιπάθεια, η αγανάκτηση, οι πολιτικές πεποιθήσεις και ο φόβος μήπως κερδίσουν «oι άλλοι».

Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε την τρέχουσα πολιτική κατάσταση στην Ιταλία (σε συνάρτηση με τις δημοσκοπήσεις) ;

Μέχρι σήμερα, η Ιταλία κυβερνάται από τον Paolo Gentiloni, μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος (PD) του Matteo Renzi, της κύριας δύναμης της κεντροαριστεράς. Η κυβέρνηση αποτελείται από το PD, από μια ομάδα αποσχιθέντων της Forza Italia (όπως ο σημερινός Υπουργός Εξωτερικών, καθώς επίσης ο Angelino Alfano, πρώην «πουλέν» του Σίλβιο Μπερλουσκόνι) και από ένα μεγάλο μέρος του κεντρώου συνασπισμού που εμφανίστηκε στις εκλογές του 2013 υπό την ηγεσία του Mario Monti, που πλέον όμως δεν υπάρχει με αυτή τη μορφή στη σημερινή πολιτική σκηνή.

Η σημερινή κυβέρνηση, η οποία ανέλαβε καθήκοντά το Δεκέμβριο του 2016, μετά την βαριά ήττα του Matteo Renzi στο συνταγματικό δημοψήφισμα, -εν μέρει χάρη στη ρητή επιλογή της να διατηρήσει ένα χαμηλό προφίλ από επικοινωνιακής απόψεως και εν μέρει χάρη στις λιγοστές άμεσες επιθέσεις που δέχτηκε από την αντιπολίτευση, η οποία συνήθως τοποθετείται απευθείας κατά του Μάλιστα, σε τέτοιο βαθμό, που ο Gentiloni, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, είναι ο πιο δημοφιλής εθνικός ηγέτης: περισσότερο ακόμη και από όλους τους υποψήφιους πρωθυπουργούς αυτή τη στιγμή.

Ωστόσο, αυτή η κυβέρνηση είναι απίθανο να επαναληφθεί. Μια παραδοσιακή ανάγνωση του πολιτικού σκηνικού θα τοποθετούσε την κεντροδεξιά, την κεντροαριστερά, την αριστερά και το Κίνημα Πέντε Αστέρων ως τέσσερα ξεχωριστά μπλοκ.

Η κεντροδεξιά, που σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει περίπου το 36% των ψήφων, (πριν το «σκοτάδι» που επιβάλλει η ιταλική νομοθεσία όσον αφορά τη δημοσίευση δημοσκοπήσεων δύο εβδομάδες προ των εκλογών), είναι υποψήφια να κυβερνήσει με συνασπισμό τεσσάρων κομμάτων: τη Forza Italia του Μπερλουσκόνι, τους Fratelli d’ Italia, μετα-φασιστικό σχηματισμό με επικεφαλής την Georgia Meloni, τους Noi con l’ Italia του Raffaele Fitto, μικρό κόμμα μετρίας Καθολικής εμπνεύσεως και τέλος, τη Λέγκα του Matteo Salvini. Η Λέγκα, η οποία τα τελευταία χρόνια βιώνει βαθιά μεταμόρφωση (με έμβλημα την κατάργηση του «Βορρά» από το όνομα του κόμματος): από κίνημα με αυτονομιστικές τάσεις και βαθιά ριζωμένο στον ιταλικό Βορρά, σε δύναμη “Λεπενικής” εμπνεύσεως, περισσότερο κατανεμημένη στην εθνική επικράτεια,.

Η κεντροαριστερά, η οποία συγκεντρώνει συνολικά περίπου το 27%, καθοδηγείται από το Δημοκρατικό Κόμμα του Matteo Renzi, σε συμμαχία με το φιλοευρωπαϊκό κόμμα +Europa της Emma Bonino και το κόμμα Insieme.

Το Κίνημα Πέντε Αστέρων, κόμμα με σημαία τη μάχη ενάντια στο κατεστημένο, το οποίο βρίσκεται στο 28%, έχει θέσει υποψηφιότητα να κυβερνήσει μόνο του. 

Τέλος, οι Liberi e Uguali, εκλογική σύμπραξη που περιλαμβάνει τους αποσχιθέντες της αριστερής πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος και άλλες δυνάμεις της αριστεράς, βρίσκεται περίπου στο 5%.

Πριν από τις εκλογές, επικυρώθηκε ένας νέος εκλογικός νόμος. Yπό το πρίσμα αυτού του νέου συστήματος και του γεγονότος ότι στην Ιταλία αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρεις περίπου ισοδύναμες πολιτικές δυνάμεις, κατά την άποψη σας, θα επιτευχθεί η σύσταση κυβέρνησης ή θα προκύψει η ανάγκη ανασχηματισμού των συνασπισμών ή δημιουργίας υπηρεσιακής κυβέρνησης;

Στο σημερινό πολιτικό τοπίο, ο μόνος συνασπισμός που μπορεί να φιλοδοξεί να αποκτήσει πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία της Δημοκρατίας είναι η κεντροδεξιά. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η κεντροδεξιά αυτή τη στιγμή δεν έχει σαφή ηγέτη. Στο σύμφωνο του συνασπισμού που υπέγραψαν οι ηγέτες, στην πραγματικότητα, ο υποψήφιος πρωθυπουργός θα επιλεγεί από το κόμμα που θα πάρει τις περισσότερες ψήφους.

Κατά πάσα πιθανότητα, το κόμμα αυτό θα είναι η Forza Italia (το οποίο εκτιμάται ότι βρίσκεται στο 16%, ακολουθούμενο από τη Λέγκα στο 13%). Ωστόσο, ο Μπερλουσκόνι, ο οποίος θα ήταν κανονικά ο φυσικός υποψήφιος για πρωθυπουργός, αλλά που λόγω καταδίκης για φορολογική απάτη απαγορεύεται επί του παρόντος να αναλάβει οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα, μάλλον επιμελώς, δεν έχει ακόμη υποδείξει ρητά κανέναν εναλλακτικό υποψήφιο. Βέβαια, κυκλοφορεί έντονα το όνομα του σημερινού Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Antonio Tajani.

Αυτή η κατάσταση αβεβαιότητας ώθησε πολλούς αναλυτές επί μεγάλο χρονικό διάστημα να χαρακτηρίσουν ως «δεδομένη» μια μελλοντική κυβέρνηση ευρείας συμφωνίας μεταξύ PD και FI, με τον Gentiloni ως πιθανότερο πρωθυπουργό. Το πρόβλημα είναι ότι, υπό την παρούσα κατάσταση, αυτή η υπόθεση δεν είναι εφικτή. Ήδη από πολιτικής απόψεως, είναι προφανές ότι ο Matteo Renzi δεν θέλει το Δημοκρατικό Κόμμα (που μέχρι και το «σκοτάδι» των δημοσκοπήσεων θεωρείτο ότι βρίσκεται στο 23%), να συνεχίσει να χάνει ψήφους στο όνομα της διακυβέρνησης, έχοντας ήδη υποφέρει πάρα πολύ από το γεγονός ότι διατηρούσε μια κυβέρνηση ευρείας συνεργασίας επί 5 χρόνια.

Δεύτερον, με βάση τις προσομοιώσεις που διεξήχθησαν στην πλατφόρμα μας, σε συνεργασία με τους Reti και Rosatellum.info, ακόμη και αν υπάρξει πολιτική βούληση και τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων που δημοσιεύθηκαν μέχρι τις 16 Φεβρουαρίου αποδειχθούν σωστά, δεν θα υπάρξουν τα απαραίτητα ποσοστά.

Ένα εναλλακτικό σενάριο θα ήταν αυτό μιας αντιευρωπαϊκής και υπέρ της εθνικής κυριαρχίας κυβέρνησης, απαρτιζόμενης από τους Λέγκα, Fratelli d’Italia και Κίνημα Πέντε Αστέρων. Αλλά ακόμη και μια τέτοια ετερογενής συμμαχία, εκτός από το ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρηθεί πολιτικά, δεν θα είχε τα απαραίτητα ποσοστά για να κυβερνήσει.

Αν και η κατάσταση εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ρευστή, και καθώς σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο ακόμη και σχετικά μικρές αλλαγές θα μπορούσαν να αλλάξουν ριζικά την κατάσταση, το πιο πιθανό σενάριο σήμερα είναι ότι το επόμενο Κοινοβούλιο δεν θα είναι σε θέση να εκφράσει πλειοψηφία. Επομένως, αυτό οδηγεί αυτόματα σε πρόωρες εκλογές εντός του έτους, ωστόσο αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο και θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό, εκτός από το πόσους βουλευτές θα είναι σε θέση κάθε πολιτική δύναμη να εκλέξει, και από το  ποιους συγκεκριμένα.

Κατά την άποψη σας, ποιοι θα είναι οι κύριοι παράγοντες που θα επηρεάσουν την τελική ψήφο;

Εξετάζοντας τις δημοσκοπήσεις πριν από τη «σκοτεινή» περίοδο, η μετανάστευση, η ασφάλεια, η εργασία και η φορολογία τείνουν να είναι τα πιο σημαντικά θέματα με βάση τα οποία οι πολίτες θα αποφασίσουν σε ποιον θα δώσουν τη ψήφο τους. Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, πιο καθοριστικοί παράγοντες φαίνεται πως είναι άλλοι: η ψήφος «εναντίον» ενός ηγέτη με κίνητρο την αντιπάθεια ή την αγανάκτηση, οι πολιτικές πεποιθήσεις και ο φόβος ότι αν κερδίσουν «oι άλλοι» θα σημάνει καταστροφή, αποτελούν κατά τη γνώμη μου, πολύ πιο καθοριστικά στοιχεία. Από αυτή την άποψη, η επικοινωνιακή επανατοποθέτηση του Μπερλουσκόνι, ο οποίος κατά το τελευταίο ενάμισι έτος ξεκίνησε να παρουσιάζει τον εαυτό του ως έναν ηλικιωμένο ευγενή, συμπαθητικό και καθησυχαστικό, αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένη και αυτό το επιβεβαιώνουν και τα έως τώρα διαθέσιμα δεδομένα.

Με βάση τα μετεκλογικά σενάρια, πώς βλέπετε τη θέση της Ιταλίας
 στην Ευρώπη;

Τα πιο πιθανά μετεκλογικά σενάρια μοιράζονται δύο χαρακτηριστικά: την παραμονή της Ιταλίας στην Ευρώπη και το ευρώ και μια εξασθένηση της διαπραγματευτικής ισχύος της Ιταλίας αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις για τις εσωτερικές υποθέσεις της ΕΕ. Η εσωτερική κατάσταση διακινδυνεύει να έρθει η Ιταλία σε ακινησία στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, επιπλέον επειδή η μόνη πολιτική πλευρά που έχει συγκεκριμένη γραμμή κινήσεων για το ευρωπαϊκό πεδίο, είναι η κεντροαριστερά, κυρίως χάρη στην ύπαρξη του κόμματος +Europa. Η κεντροδεξιά είναι διαιρεμένη ανάμεσα στη Forza Italia από τη μια πλευρά και τους ευρωσκεπτικιστές και υπέρ της εθνικής κυριαρχίας Λέγκα και Fratelli d’ Italia από την άλλη. Αντίστοιχα, το Κίνημα Πέντε Αστέρων είχε ανέκαθεν διφορούμενη στάση όσον αφορά το ρόλο της Ιταλίας στην Ένωση.

Υπάρχει κίνδυνος η Ιταλική οικονομία να βρεθεί ξανά αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση, είτε λογω μετεκλογικής αβεβαιότητας είτε εξαιτίας κάποιων προεκλογικών δεσμεύσεων των κομμάτων;

Υπάρχει κίνδυνος, αλλά μέχρι στιγμής τίποτα δεν δείχνει ότι, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μπορεί να υπάρξουν αναταράξεις αυτού του είδους. Εάν όμως καταστεί εφικτή η υπόθεση -προς το παρόν αρκετά μακρινή-, ενός συνασπισμού αντιευρωπαϊκής και υπέρ της εθνικής κυριαρχίας κυβέρνησης, η Ιταλία θα μπορούσε να βρεθεί αμέσως στο επίκεντρο μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, εξαιτίας της απώλειας κεφαλαίων και επενδυτών. Ωστόσο, αν τα πιο πιθανά σενάρια κινδύνου (μια κεντροδεξιά κυβέρνηση υπό την ηγεσία της Forza Italia ή η απουσία σαφούς πλειοψηφίας) ήταν να δημιουργήσουν άμεσα προβλήματα, πιθανότατα θα είχαν ήδη αρχίσει να το κάνουν.

Μακροπρόθεσμα, είναι ακόμη δυσκολότερο να γίνουν προβλέψεις, διότι ακόμη και με την παρουσία μιας κυβέρνησης, η πλειοψηφία της θα παραμείνει αδύναμη, γεγονός που κατ’ ανάγκην θα καθιστούσε αδύνατη την πραγματοποίηση των οικονομικά πιο τολμηρών εκλογικών υποσχέσεων.

Τόσο ο Μπερλουσκόνι, όσο και ο Πέπε Γκρίλο έχουν κατηγορηθεί στο παρελθόν για ακραίο λαϊκισμό. Κατά τη γνώμη σας έχουν «λειάνει» τις θέσεις τους ή ο κόσμος αποδέχεται πλέον τον λαϊκισμό ως κανονικότητα;


Από τη δεκαετία του 1990, ο Μπερλουσκόνι και η κεντροδεξιά γενικότερα, μερικές φορές λανθασμένα, μερικές φορές σωστά, έχουν κατηγορηθεί για λαϊκισμό: κατά τη διάρκεια των οκτώ χρόνων κυβέρνησης μεταξύ 2001 και 2011, αυτές οι κατηγορίες, που συχνά παραπέμπουν σε παρομοιώσεις με διάφορες νοτιοαμερικανικές δικτατορίες, αναλώθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων από το 2011 και στο εξής, έχει ενστερνιστεί όλο και πιο λαϊκιστικές θέσεις, γεγονός που έφερε το κόμμα στο να ξεπεράσει το 25% των ψήφων και να διατηρηθεί όμως γύρω από αυτό το ποσοστό επί πέντε χρόνια.

Ο λαϊκισμός αποτελεί, εδώ και καιρό, μέρος της ιταλικής πολιτικής: από αυτή την άποψη, τόσο ο Μπερλουσκόνι όσο και ο Γκρίλο αποδείχτηκαν ένα εξαιρετικό σταθεροποιητικό στοιχείο του πολιτικού πλαισίου που εμπόδισε μέχρι τώρα την εμφάνιση ακραίων δεξιών – αν όχι ανοιχτά νεοφασιστικών- δυνάμεων στην Ιταλία.

Πόσο επικίνδυνη μπορεί να είναι η συμμετοχή της Λέγκας
 στη μέλλουσα κυβέρνηση;


Αν δεχτούμε την ιδέα ότι η Λέγκα μπορεί να φτάσει στην κυβέρνηση μόνο στο πλαίσιο του κεντροδεξιού συνασπισμού, ο Μπερλουσκόνι έχει ανέκαθεν αποδείξει μεγάλη ικανότητα στο να διαχειρίζεται τους συμμάχους του κρατώντας το συνασπισμό ενωμένο. Εκτός από αυτό, ακόμη και αν ο κεντροδεξιός συνασπισμός καταφέρει να αποκτήσει την πλειοψηφία, θα είναι ένας συνασπισμός με περιορισμένο πλεονέκτημα: επομένως είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς ότι η παρουσία της Λέγκα στην κυβέρνηση θα μπορούσε να αποτελέσει «κίνδυνο» οποιουδήποτε είδους.

 Σοφία Ελανίδου | EurActiv.gr  

https://www.euractiv.gr/section/ekloges/interview/analysi-to-italiko-politiko-topio-ligo-prin-tis-ekloges/

 27/2/2018

AP Photo/Gregorio Borgia

3.
Πολιτικός σεισμός στην Ιταλία.

Την Κυριακή διεξάγονται εκλογές στην Ιταλία και με αυτές ολοκληρώνεται μια πολιτική διαδικασία, η οποία ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια σε ευρωπαϊκές κοινωνίες (Γερμανία, Βέλγιο, Νορβηγία, Αυστρία, Τσεχία κ.α.), στις οποίες το κύριο χαρακτηριστικό είναι η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης.

Το ίδιο συμβαίνει και στην Ιταλία, όπου την επομένη των εκλογών θα είναι αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης ή θα λειτουργήσουν μηχανισμοί που θα οδηγήσουν σε κάποια λύση, η οποία θα επισφραγίζει τη δημοκρατική αποσύνθεση της πολιτικής κοινωνίας.

Οσα συμβαίνουν στην ιταλική πολιτική σκηνή, μπορούν να κωδικοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες:

Πρώτον, αποσυντίθενται και ρευστοποιούνται τα κόμματα κλασικού τύπου. Πράγμα που σημαίνει ότι η κρίση της αντιπροσώπευσης βαθαίνει και η κρίση του κοινοβουλευτισμού καθίσταται δομικό στοιχείο της πολιτικής.

Δεύτερον, το φαινόμενο του λαϊκισμού παγιώνεται και μετατρέπεται σε κυρίαρχη πολιτική τάση. Το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων προηγείται και το ποσοστό του αγγίζει το 30%. Τρίτον, κάτι που δεν αναφέρεται μόνον στην Ιταλία, αλλά αφορά ολόκληρη την Ευρώπη, μπορεί να ονομαστεί «το τέλος του μεταπολεμικού πολιτικού παραδείγματος».

Οσον αφορά το πρώτο και το Δημοκρατικό Κόμμα, υπό τον Ματέο Ρέντσι, ως ιδεολογικός μηχανισμός και ως κομματική δύναμη παραπαίει και ο κεντροδεξιός συνασπισμός Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι έχει καταντήσει κομματικό φάντασμα.

Η Λέγκα του Βορρά περιμένει τη διανομή των κοινοβουλευτικών εδρών και τη συγκυβέρνηση με τον Μπερλουσκόνι, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι σύστημα αριθμών, αλλά μηχανισμός αναδιάρθρωσης κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων.

Δυναμικά έχει εισέλθει στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι το λαϊκιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων υπό την ηγεσία του Λουίτζι ντι Μάτζιο, ο οποίος έχει ως πρότυπό του τον Αυστριακό Κουρτς. Η κομματική σκακιέρα συμπληρώνεται με το νεόκοπο κόμμα Ελεύθεροι και ίσοι, από μέλη που αποσύρθηκαν από το Δημοκρατικό Κόμμα.

Η μεταπολεμική πολιτική ιστορία της Ιταλίας χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο ιδεολογικής αντιπαράθεσης και η αντίστοιχη κοινοβουλευτική πρακτική έχει κατεξοχήν πολιτικά χαρακτηριστικά. Η πολιτική ιδεολογία ως το θεμέλιο της κοινοβουλευτικής πρακτικής και το κομματικό σύστημα ως δομικό στοιχείο της αντιπροσωπευτικής διαδικασίας συγκροτούν τα αναπόσπαστα τμήματα της μεταπολεμικής πολιτικής. Αυτά τα στοιχεία εξαφανίζονται και μαζί τους βαθαίνει η κρίση της αντιπροσώπευσης. Επιπλέον η κρίση του κοινοβουλευτισμού σε μία κατεξοχήν πολιτική κοινωνία, όπως είναι η ιταλική, αποκτά ενδημικό χαρακτήρα.

Το δεύτερο πολιτικό συμβάν έχει να κάνει με το φαινόμενο του λαϊκισμού. Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Γιαν-Βέρνερ Μίλερ στο θαυμάσιο βιβλίο του «Τι είναι ο λαϊκισμός;» (2016), o λαϊκισμός ως πολιτική τάση απορρίπτει τον πλουραλισμό, τις διαφορετικές θέσεις και απόψεις. Οι λαϊκιστές διεκδικούν για τον εαυτό τους την αποκλειστική εκπροσώπηση του «λαού».

Δεν εντάσσονται στην αντιπροσωπευτική διαδικασία. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία ανήκει σ’ αυτήν την κατηγορία. Μπορεί σε αυτή την προεκλογική περίοδο να μην εξέφρασε τον αντι-ευρωπαϊσμό του, αλλά ο αντικοινοβουλευτισμός του αποτελεί κύρια πολιτική πρακτική του. Οι λαϊκιστές θεωρούν ότι μόνον οι ίδιοι είναι οι αποκλειστικοί εκπρόσωποι του λαού, του οποίου τα συμφέροντα γνωρίζουν μ’ έναν αδιευκρίνιστο και μυστηριώδη τρόπο.

Ο λαός είναι ομοιογενές και αδιαφοροποίητο σύνολο. Δεν έχει ταξική διάρθρωση, ούτε χωρίζεται σε κοινωνικά στρώματα. Οπότε και κάθε αντιπροσωπευτική διαδικασία καθίσταται περιττή. Η ανάδειξη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων σε πρώτη εκλογική δύναμη προκαλεί τον πολιτικό σεισμό. Εχουμε να κάνουμε με ένα πολιτικό συμβάν, όπου αναδεικνύεται πρώτο σε εκλογική δύναμη ένα λαϊκιστικό κίνημα, το οποίο στρέφεται κατά του κοινοβουλευτισμού.

Το τρίτο συμβάν δεν αφορά μόνον την Ιταλία. Με αφορμή τις ιταλικές εκλογές καθίσταται πανευρωπαϊκή πολιτική συνθήκη. Μπορεί να ονομαστεί το «τέλος του παραδείγματος της πολιτικής», το οποίο επικράτησε στην Ευρώπη κατά τη μεταπολεμική ιστορική φάση.

Τα κύρια και θεμελιώδη χαρακτηριστικά αυτού του πολιτικού παραδείγματος είναι: η πολιτική ιδεολογία, το σύστημα των κομμάτων, ο κοινοβουλευτισμός, τα πρωτεία της πολιτικής έναντι της οικονομίας, το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος. Κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια το πολιτικό αυτό παράδειγμα αργά αλλά σταθερά άρχισε να καταρρέει. Η βασικότερη τομή αναφέρεται στην ανατροπή στις σχέσεις πολιτικής και οικονομίας: τα πρωτεία σήμερα ανήκουν στην οικονομία και η πολιτική ακολουθεί.

Αυτά που συμβαίνουν στην Ιταλία είναι παρεπόμενα καθολικότερων συμβάντων. Εάν τελικά επικρατήσει ο λαϊκισμός και στην Ιταλία, όπως συμβαίνει σε Πολωνία και Ουγγαρία, τότε ο πολιτικός ορίζοντας για ολόκληρη την Ευρώπη γίνεται μαύρος. Ο αντι-κοινοβουλευτισμός του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων μετατρέπεται σε πάγια πολιτική πρακτική και δεν θα είναι μια ρητορική αναφορά.

Τα σύννεφα που συσσωρεύονται πάνω από τον πολιτικό ορίζοντα της Ιταλίας δεν αφορούν μόνον αυτή τη χώρα, αφορούν όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές κοινωνίες. Και η αντίστασή μας στον μαύρο ουρανό της Ιταλίας δεν μπορεί να είναι άλλη από την πολιτική με τις αξίες και τα περιεχόμενα της ιδεολογίας, του κομματικού συστήματος, του κοινοβουλευτισμού και των ιδεών του πολιτικού διαφωτισμού.

Θεόδωρος Γεωργίου,
  καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

2/3/2018


4.
 Παροχολογία ενόψει εκλογών στην Ιταλία.

Οι καυγάδες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι φλυαρίες στις τηλεοπτικές εκπομπές, οι διαρκείς υποσχέσεις για «θαύματα» - όλα αυτά είναι δύσκολο να τα ανεχθεί κανείς, τόνισε διαμαρτυρόμενος ο καρδινάλιος Γκουαλτιέρο Μπασέτι, μιλώντας στον ιταλικό τύπο για τον προεκλογικό αγώνα στη χώρα του. Πράγματι, αν ακούσει κανείς τη ρητορική των κομμάτων πέντε μόλις εβδομάδες πριν από τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές, είναι δύσκολο να πιστέψει ότι θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη για μια χώρα με υπέρογκο χρέος και έναν άκρως ευπρόσβλητο χρηματοοικονομικό τομέα.

Παρά το γεγονός ότι οι μνήμες της οικονομικής κρίσης είναι νωπές στην Ιταλία, στον προεκλογικό της αγώνα κυριαρχούν ασαφείς ιδέες και μη ρεαλιστικά σενάρια για το μέλλον. Ειδικά ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος συνέβαλε ως πρώην πρωθυπουργός στο να οδηγηθεί η χώρα κοντά στη χρεοκοπία, μοιράζει καθημερινά υποσχέσεις σε δυνητικούς ψηφοφόρους. 

«Δεν είναι αλήθεια ότι το δημόσιο χρέος δεν αποτελεί μέρος του πολιτικού διαλόγου», επισημαίνει ο Φάουστο Πανούντσι, καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου. «Όμως τα κόμματα φαίνεται να είναι απασχολημένα με το πώς τα αυξήσουν αντί να το μειώσουν», σχολιάζει καυστικά.

Ανησυχία στις Βρυξέλλες

Η ΕΕ παρακολουθεί τις εν λόγω εξελίξεις με ανησυχία. Η Ιταλία θεωρείται το πιο προβληματικό παιδί της Ευρώπης μετά την Ελλάδα. Το ποσοστό του χρέους της ανέρχεται σε 130% του ΑΕΠ. Επιπλέον οι ιταλικές τράπεζες στενάζουν υπό το βάρος υπέρογκων κόκκινων δανείων. Εάν η επόμενη κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 4ης Μαρτίου δεν επιδιώξει συμπαγή δημοσιονομική πολιτική και αγνοήσει ευρωπαϊκούς κανόνες για το χρέος, η κατάσταση ενδέχεται να γίνει ανεξέλεγκτη και οι επιπτώσεις θα γίνονταν σε τέτοια περίπτωση αισθητές και έξω από τα εθνικά σύνορα.

Στον τραπεζικό τομέα υπάρχουν πολλές διασυνδέσεις μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων της χώρας και αντίστοιχων της υπόλοιπης Ευρώπης. Εάν μια οικονομία με το μέγεθος της ιταλικής αρχίσει να κλονίζεται, θα υπάρξουν αισθητές επιπτώσεις και για τις υπόλοιπες χώρες της Eυρωζώνης. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ESM θα εξαντλούσε τα όριά του αν έπρεπε να παρέμβει για να συγκρατήσει την Ιταλία.

Παρόλα αυτά τα κόμματα της χώρας επιδεικνύουν ελάχιστη ευαισθησία απέναντι στα ευρωπαϊκά προτάγματα κατά τη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Αντιθέτως, το Κίνημα Πέντε Αστέρων υπόσχεται «λιγότερους φόρους, καλύτερη ποιότητα ζωής». Μάλιστα απειλεί να αγνοήσει τους ευρωπαϊκούς περιορισμούς για τα ετήσια όρια αύξησης του δημόσιου ελλείμματος προκειμένου να κάνει επενδύσεις. Σε δημοσκοπήσεις το κόμμα εμφανίζεται πρώτη δύναμη.

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι θέλει να οδηγήσει στη νίκη τη συμμαχία της συντηρητικής Forza Italia, της ακροδεξιάς Λέγκας του Βορρά και μικρότερων δεξιών κομμάτων. Ο καταδικασθείς για φοροδιαφυγή πολιτικός υπόσχεται στους ψηφοφόρους μια «φορολογική επανάσταση», ενιαίο φορολογικό συντελεστή ύψους 23% και διπλασιασμό της κατώτατης σύνταξης στα 1.000 ευρώ.

Ανεδαφικές υποσχέσεις

Τέτοιες προτάσεις δεν είναι μόνο αδύνατο να τηρηθούν, σχολιάζουν αναλυτές του think tank Teneo, αλλά «είναι αμφίβολο ότι θα μπορούσε να υλοποιηθεί έστω και μία εάν κατόρθωνε να επικρατήσει τελικά η συγκεκριμένη συμμαχία».

Την ίδια ώρα ο ιταλός πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι και τα λοιπά στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος περιορίζονται στο να τονίζουν ότι η Ιταλία εξήλθε της σοβαρότερης κρίσης στη μεταπολεμική ιστορία της χάρη υπό την καθοδήγηση του κόμματός τους.

Οι Βρυξέλλες έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στις εκλογές της 4ης Μαρτίου. Με τα σημερινά δεδομένα κανένα κόμμα δεν μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και όλα δείχνουν ότι θα ακολουθήσουν δύσκολες διαπραγματεύσεις για σχηματισμό κάποιας κυβέρνησης συνασπισμού.

Ο ιταλός οικονομολόγος Φάουστο Πανούντσι σχολιάζει ότι «υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να ειπωθούν στον προεκλογικό αγώνα, αλλά μόνο λίγα συμβαίνουν. Παραδόξως μπορούμε μόνο να ελπίσουμε ότι οι πολιτικοί θα δίνουν υποσχέσεις που δεν θα τηρήσουν».


Πηγή Πληροφοριών: DW

http://www.enikonomia.gr/international/179015
,parochologia-enopsei-eklogon-stin-italia.html

30/1/2018


5.
 Η προεκλογική Ιταλία αποσιωπά την κρίση. 

Το δυσβάσταχτο για τις ιταλικές τράπεζες βάρος των κόκκινων δανείων αλλά και το υπέρογκο δημόσιο χρέος της χώρας φαίνεται να απασχολούν ουδόλως την προεκλογική Ιταλία ενόψει της κάλπης της ερχόμενης Κυριακής.

Η πόλη Σιένα θεωρείται το επίκεντρο της ιταλικής τραπεζικής κρίσης αφού εκεί βρίσκεται η έδρα της ιδρυθείσας το 1472 Monte die Paschi di Siena που βρέθηκε το 2016 στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και η οποία διεσώθη μόνον χάρη στην παρέμβαση του κράτους.

Η ειδυλλιακή πόλη της Τοσκάνης είναι όμως και η προσωπική εκλογική περιφέρεια του νυν υπουργού Οικονομικών Πιέρλ Κάρλο Πάντοαν ο οποίος διεκδικεί την ψήφο των πολιτών με το ψηφοδέλτιο του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο οποίο προσχώρησε μόλις πρόσφατα.

Ο ίδιος ήταν υπεύθυνος όχι μόνον για τη διάσωση της ιστορικής τράπεζας της Σιένα αλλά και πολλών άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η τραπεζική κρίση αποτελεί παρελθόν, εκτίμησε σε συνέντευξή του προς τη Deutsche Welle. "Η ιστορία των κόκκινων δανείων οδεύει σε happy end.

Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει μειωθεί κατά 25% σε σχέση με πέρσι. Αυτό οφείλεται και στα μέτρα της κυβέρνησης. Δεν διακρίνω στην παρούσα φάση τραπεζική κρίση στην Ιταλία".

Επιλεκτική μνήμη

Με δεδομένη την παρ' ολίγον χρεοκοπία της Banca Carige μόλις πριν από λίγες εβδομάδες είναι προφανές ότι ο προεκλογικός υπ. Οικονομικών έχει επιλεκτική μνήμη. Το ζήτημα δεν φαίνεται να απασχολεί καν τον ιταλικό προεκλογικό αγώνα συμπεραίνει ο καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Σιένα Ρουτζέρο Μπερτέλι.

Με την ιταλική οικονομία να εμφανίζει στην παρούσα φάση μικρούς ρυθμούς ανάπτυξης και την ανεργία να παρουσιάζει οριακή μείωση, η υφέρπουσα τραπεζική κρίση παραμερίζεται, εκτιμά ο καθηγητής, τονίζοντας ότι μολονότι η Monte die Paschi και άλλες τράπεζες έχουν στο μεταξύ ξεπεράσει τον κίνδυνο, τα διαρθρωτικά τους προβλήματα παραμένουν άλυτα.

"Υπάρχουν πολλές μικρές τράπεζες. Πρέπει να συγχωνευτούν και πολλά υποκαταστήματα πρέπει να κλείσουν για να εξοικονομηθούν κόστη". Ανθυποψήφιος του Πάντοαν στη Σιένα είναι ο ειδικός σε θέματα οικονομίας Λεονάρντο Φράνκι από το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, ο οποίος αμφισβητεί τους ισχυρισμούς του υπουργού.

"Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων δεν έχει ακόμη διευθετηθεί. Οι ισολογισμοί των τραπεζών εξωραΐζονται. Χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή λύση για το πρόβλημα αυτό". Ο υποψήφιος του κινήματος προτείνει να εξαγοράσει η ΕΕ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των ιταλικών τραπεζών ώστε αυτά να μην επιβαρύνουν πλέον τους Ιταλούς πολίτες.

Ακόμη πιο ακραίες οι θέσεις του υποψηφίου της Λέγκας του Βορρά Κλάουντιο Μπόργκι ο οποίος προκρίνει την κρατικοποίηση της Μόντι με απώτερο στόχο να δανειοδοτεί ευκολότερα μικρομεσαίες επιχειρήσεις. "Οι αριστεροί κατέστρεψαν την παλαιότερη τράπεζα του κόσμου και τώρα ισχυρίζονται ότι την έσωσαν".

Επιστροφή της ανάπτυξης; Ουδόλως φαίνεται να απασχολεί τους ψηφοφόρους και το μείζον ζήτημα του δημοσίου χρέους σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομίας Μπερτέλι. Στο επίκεντρο του προεκλογικού αγώνα τίθενται περισσότερο πιθανά φορολογικά δώρα και αύξηση των κοινωνικών δαπανών που δύσκολα μπορεί να χρηματοδοτήσει η υπερχρεωμένη χώρα. Όλα τα κόμματα, λέει ο καθηγητής, υπόσχονται τη μείωση του χρέους που σήμερα ξεπερνά το 130% του ΑΕΠ.

"Ο στόχος είναι σαφής, όχι όμως και ο τρόπος". Ο υπουργός Οικονομικών Πάντοαν όμως σκιαγραφεί μια τελείως διαφορετική εικόνα: "Έχω ακούσει συχνά στην πολυετή καριέρα μου ότι η Ιταλία θα εκραγεί. Αυτό δεν συνέβη. Η Ιταλία ανθίσταται. Φυσικά και το χρέος είναι υψηλό. Πλέον όμως δεν αυξάνεται άλλο, αλλά αντιθέτως μειώνεται.

Η ανάπτυξη επέστρεψε. Η Ιταλία συμβάλει στη σταθερότητα της Ευρωζώνης". Υπέρ της μείωσης του υπέρογκου δημοσίου χρέους τάσσεται και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, προκρίνοντας ωστόσο έναν πιο "ευρωπαϊκό" δρόμο.

Ο υποψήφιος του κόμματος Φράνκι επισημαίνει ότι το κίνημα δεν θέλει πλέον την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, περιμένει όμως από αυτή περισσότερα ανταλλάγματα. "Δεν θέλουμε άλλο να εγκαταλείψουμε το ευρώ. Δεν θα συνιστούσε λύση, θέλουμε να διαπραγματευτούμε εντός Ευρώπης προκειμένου οι χώρες της Μεσογείου να μπορούν να ζουν καλύτερα".

Ουδέποτε ο Φράνκι έχει διευκρινίσει τι ακριβώς εννοεί, πέραν του ότι απορρίπτει την πρόταση κουρέματος του χρέους που αξιώνει ο κεντρικός υποψήφιος του κόμματός του. "Η Ιταλία είναι πλούσια. Έχουμε πολλές εύπορες οικογένειες. Πρέπει να μειώσουμε τις δαπάνες και να ενισχύσουμε την εγχώρια ζήτηση", λέει ο Φράνκι.

Η μείωση του χρέους μπορεί να επιτευχθεί μόνον αν υπάρχει διαρκής και βιώσιμη ανάπτυξη αντιτείνει ο καθηγητής Ρουτζέρο Μπερτέλι. Στην παρούσα φάση η ιταλική οικονομία "τρέχει" με μόλις 1%. Πιθανή μετεκλογική πολιτική αβεβαιότητα ενδέχεται να εξανεμίσει ακόμη κι αυτούς τους υποτυπώδεις ρυθμούς, όπως λέει.

"Στην παρούσα φάση έχουμε ένα θετικό μομέντουμ για την οικονομία. Αυτό δεν επιτρέπεται να χαλάσει λόγω εκλογών. Γι΄ αυτό θα πρέπει να υπάρξει άμεσα κυβέρνηση συνεργασίας, παρότι όλα τα κόμματα λένε ότι θέλουν να κυβερνήσουν μόνα τους".

Μπερντ Ρίγκερτ / Κώστας Συμεωνίδης

Πηγή: Deutsche Welle

http://www.capital.gr/diethni/3276042/
i-proeklogiki-italia-aposiopa-tin-krisi


28/2/2018