Ο κόσμος χάνει τη μάχη με την κλιματική αλλαγή.



Economist: Ο κόσμος χάνει τη μάχη με την κλιματική αλλαγή

Η Γη «ψήνεται» και παντού στο βόρειο ημισφαίριο οι φλόγες κατακαίνε μεγάλες εκτάσεις, με πιο ενδεικτικές περιπτώσεις τις φονικές πυρκαγιές γύρω από την Αθήνα και στην Καλιφόρνια, καθώς και το ακόμη πιο φονικό κύμα καύσωνα στην Ιαπωνία, γράφει ο «Εκόνομιστ» σε κύριο άρθρο του, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου ότι «ο κόσμος χάνει τον πόλεμο ενάντια στην κλιματική αλλαγή».

Όπως αναφέρει, αυτό που κάποτε ήταν μια εξαίρεση, σήμερα είναι πια κοινός τόπος. Υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες, καθώς ο πλανήτης μας ανεβάζει θερμοκρασία (σήμερα είναι περίπου ένα βαθμό Κελσίου υψηλότερη σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα), ο καιρός αναμένεται να "τρελαθεί" ακόμη πιο πολύ. Παραπέμπει και σε μια επιστημονική μελέτη, σύμφωνα με την οποία, αν δεν υπήρχε η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή, το φετινό καυτό καλοκαίρι στην Ευρώπη πιθανότατα δεν θα είχε καν υπάρξει.

Το βρετανικό περιοδικό -η γνώμη του οποίου ανέκαθεν λαμβανόταν σοβαρά υπόψη από τους διαμορφωτές πολιτικών στις μεγαλύτερες χώρες (και όχι μόνο)- επισημαίνει ότι «καθώς η επίπτωση της κλιματικής αλλαγής γίνεται όλο και πιο φανερή, το ίδιο γίνεται και η κλίμακα της πρόκλησης που αντιμετωπίζουμε».

Όπως λέει, είναι ενδεικτικό ότι, τρία χρόνια μετά τις δεσμεύσεις των χωρών στο Παρίσι ότι θα κρατήσουν την άνοδο της θερμοκρασίας «αρκετά κάτω» από τους δύο βαθμούς σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, οι εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» αυξάνονται ξανά. Το ίδιο και οι ρυπογόνες επενδύσεις στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο, ενώ το 2017, για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια, αυξήθηκε η ζήτηση για τον «βρώμικο» άνθρακα (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο λιγνίτης).

Από την άλλη, σε πολλές χώρες οι επιδοτήσεις για νέες επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ηλιακή, αιολική κ.α.) μειώνονται αντί να αυξάνουν, με αποτέλεσμα ο τομέας της «πράσινης» ενέργειας να εμφανίζει μάλλον στασιμότητα, ενώ η -σύμμαχος κατά της κλιματικής αλλαγής- «καθαρή» πυρηνική ενέργεια είναι τόσο ακριβή όσο και αντιδημοφιλής διεθνώς.

Ο «Εκόνομιστ» προειδοποιεί ότι δυστυχώς μάλλον δεν πρόκειται για ένα προσωρινό πισωγύρισμα και ότι ίσως η ανθρωπότητα θα πρέπει πλέον να δει καθαρά τη δυσάρεστη αλήθεια: χάνει τον πόλεμο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει καλοδεχούμενη πρόοδος, καθώς οι «πράσινες» ενεργειακές τεχνολογίες γίνονται φθηνότερες, αποδοτικότερες και ευκολότερες στην πρόσβαση (υπάρχουν μάλιστα πια χώρες όπου οι ανανεώσιμες ενέργειες κοστίζουν λιγότερο και από τον άνθρακα). Επίσης ενθαρρυντική είναι η συνεχής εξάπλωση των ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων.

Θετικό ακόμη είναι ότι η κοινή γνώμη ευαισθητοποιείται ολοένα περισσότερο. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση σε 38 χώρες βρήκε ότι έξι στους δέκα άνθρωποι (το 61%) θεωρούν την κλιματική αλλαγή σοβαρή απειλή. Μόνο οι ισλαμιστές τρομοκράτες θεωρούνται μεγαλύτερος κίνδυνος. Στις ΗΠΑ, παρά την αντιδραστική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ σε αυτό το θέμα, αρκετές πόλεις και πολιτείες παίρνουν μέτρα ενάντια την κλιματική αλλαγή. Σε χώρες «πνιγμένες» από τον άνθρακα, όπως η Κίνα και η Ινδία, αρκετοί πολίτες ασκούν πιέσεις στις κυβερνήσεις τους.

Οι αισιόδοξοι θεωρούν ότι η απαλλαγή από τον άνθρακα είναι εφικτή, αλλά στην πράξη, τονίζει ο «Εκόνομιστ», «αποδεικνύεται τρομερά δύσκολη». Η πιο βασική αιτία είναι η μεγάλη αύξηση της ζήτησης ενέργειας ιδίως από την Ασία, καθώς η κινεζική και οι άλλες ασιατικές οικονομίες αναπτύσσονται ταχύτατα. Η παγκόσμια χρήση άνθρακα, του πιο ρυπογόνου ορυκτού καυσίμου, εμφάνισε μέση ετήσια αύξηση 3,1% κατά τη δεκαετία 2006-2016, έναντι 2,9% του πετρελαίου και 5,2% του -συγκριτικά πιο καθαρού- φυσικού αερίου.

Η δεύτερη αιτία είναι η οικονομική και πολιτική αδράνεια, η τάση να ακολουθεί κανείς την πεπατημένη. Πρόκειται για ένα είδος εθισμού: όσο περισσότερα ορυκτά καύσιμα καταναλώνει μια χώρα, τόσο πιο δύσκολο είναι να απαλλαγεί από αυτά. Ισχυρά επιχειρηματικά και άλλα λόμπι, καθώς και οι ψηφοφόροι που τα υποστηρίζουν λόγω συμφέροντος, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην «οχύρωση» του άνθρακα στο ενεργειακό μίγμα κάθε χώρας. Για να αλλάξουν τα πράγματα, θα χρειασθούν αρκετά χρόνια.

Η τρίτη μεγάλη δυσκολία είναι τεχνικο-οικονομικής φύσης. Δεν είναι καθόλου εύκολο για τις μεγάλες βιομηχανίες χάλυβα, τσιμέντου, μεταφορών κ.α. να λειτουργήσουν με μαζική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, που δεν θα βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα. Υπάρχουν εναλλακτικές τεχνολογίες (π.χ. παραγωγή χάλυβα με μηδενική κατανάλωση άνθρακα ή ακόμη και με αρνητική, που απορροφά δηλαδή περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από όσο εκπέμπει στην ατμόσφαιρα), όμως η ευρεία εφαρμογή τους δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.

Ο «Εκόνομιστ» καλεί τις δυτικές χώρες να συνειδητοποιήσουν ότι «πλούτισαν χάρη σε μια "δίαιτα" βιομηχανικής ανάπτυξης πλούσια σε άνθρακα» και, γι' αυτό, πρέπει να τιμήσουν τις δεσμεύσεις τους στο Παρίσι. Όπως υποστηρίζει, το οικονομικό κόστος αποφυγής της κλιματικής αλλαγής θα είναι βραχυπρόθεσμο σε σχέση με τα μακροπρόθεσμα οφέλη. Επισημαίνει ότι «οι πολιτικοί έχουν ένα ουσιαστικό ρόλο στο να υποστηρίξουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και να διασφαλίσουν ότι οι πιο ευάλωτοι δεν θα φέρουν το κύριο βάρος της αλλαγής».

Αλλά, μέχρι να γίνει αυτό, το περιοδικό θεωρεί δεδομένο ότι ο κόσμος μας θα γίνει σίγουρα πολύ πιο ζεστός - με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.

3/8/2018


                 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ             



Απελευθέρωση υδραργύρου: 
Ο «αθόρυβος» κίνδυνος από το λιώσιμο των πάγων. 

Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, κάτω από τους πάγους της γης υπάρχουν τεράστια φυσικά αποθέματα υδραργύρου, του τοξικού βαρέως μετάλλου που είναι υπεύθυνο για την εκδήλωση σοβαρών προβλημάτων υγείας σε ζώα και ανθρώπους. Με το λιώσιμο των πάγων ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, το εφιαλτικό σενάριο αυτός ο υδράργυρος να περάσει στην τροφική μας αλυσίδα φαίνεται πως τίθεται προ των πυλών.

Σύμφωνα με δημοσιευμένη έρευνα στο επιστημονικό περιοδικό  Geophysical Research Letters, η συγκέντρωση υδραργύρου στους πάγους της Αρκτικής είναι 10 φορές μεγαλύτερη από τον υδράργυρο που έχει διοχετευθεί στην ατμόσφαιρα από πηγές ρύπανσης της ανθρωπότητας τα τελευταία 30 χρόνια. Έτσι όσο συνεχίζεται η υπερθέρμανση του πλανήτη και οι πάγοι λιώνουν, ο υδράργυρος αυτός κινδυνεύει να συσσωρευθεί στην ατμόσφαιρα και να περάσει στην τροφική αλυσίδα.

Μέχρι πρόσφατα, η επιστημονική κοινότητα θεωρούσε πως τα αποθέματα υδραργύρου στους πάγους ήταν μικρά έως και ανύπαρκτα, όμως πλέον γνωρίζουμε ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη πηγή του μετάλλου σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό που ακόμα δεν είναι βέβαιο είναι το πόσος υδράργυρος είναι πιθανό να διοχετευθεί στην ατμόσφαιρα, πότε και σε τι μορφή που θα μπορούσε να αποφανθεί τοξική για τον άνθρωπο.

Τι είναι η δηλητηρίαση από υδράργυρο;

 Ο υδράργυρος βρίσκεται φυσικά στο περιβάλλον και απελευθερώνεται από τις δασικές πυρκαγιές, τις ηφαιστειακές εκρήξεις και τη διάβρωση του εδάφους. Όμως περίπου τα δύο τρίτα του υδραργύρου στον αέρα απελευθερώνονται από τον άνθρωπο, κυρίως μέσω της καύσης άνθρακα, των ιατρικών αποβλήτων ή μερικών ειδών εξόρυξης. Μόλις διοχετευθεί στον αέρα, ο υδράργυρος τελικά επιστρέφει στη γη και διαλύεται στο νερό ή την ξηρά. Εκεί απορροφάται από τα ψάρια και τα υπόλοιπα ζώα, συσσωρεύεται σε όλο και μεγαλύτερες ποσότητες και διαπερνά ολόκληρη την τροφική αλυσίδα.

Σε ορισμένες μορφές, ο υδράργυρος είναι μια ισχυρή νευροτοξίνη (τοξίνη βλαβερή για το νευρικό ιστό), και στα παιδιά μπορεί να βλάψει την ανάπτυξη του εγκεφάλου, επηρεάζοντας τη γνωστική ικανότητα, τη μνήμη, την ομιλία, ακόμη και τις κινητικές και οπτικές δεξιότητες. Στους ενήλικες, οι υπερβολικές ποσότητες μπορούν να παρεμποδίσουν την όραση, την ομιλία και τις μυϊκές κινήσεις, να θέσουν σε κίνδυνο το αναπαραγωγικό και ανοσοποιητικό σύστημα και να προκαλέσουν καρδιαγγειακά προβλήματα. Συχνά μάλιστα υπάρχουν ταμπέλες για την ύπαρξη υδράργυρου κοντά σε μολυσμένους ποταμούς και ρυάκια, ενώ τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες καλούνται να αποφύγουν την κατανάλωση τόνου ή άλλων ψαριών, όπως ο ξιφίας που έχουν υψηλές συγκεντρώσεις του μετάλλου.

Εξαιτίας σύνθετων ατμοσφαιρικών και ωκεάνιων διεργασιών, ο περισσότερος υδράργυρος καταλήγει στα υψηλότερα βόρεια γεωγραφικά πλάτη από οπουδήποτε αλλού. Είναι ήδη γνωστό ότι συσσωρεύεται εκεί σε πτηνά, ψάρια, φώκιες, πολικές αρκούδες και ορισμένες φάλαινες, ακόμη και σε περιοχές χιλιάδες μίλια μακρυά από τις πηγές ρύπανσης. Ως αποτέλεσμα αυτής της ρύπανσης σε μεγάλες αποστάσεις, οι αυτόχθονες πληθυσμοί σε ολόκληρη την Αρκτική, που στηρίζονται στο κυνήγι για την επιβίωσή τους, παρατηρείται ότι διαθέτουν τα υψηλότερα επίπεδα υδραργύρου στο αίμα τους.

Οι ίδιοι άνεμοι και ρεύματα που «στέλνουν» τον υδράργυρο προς το βορρά, λειτουργούν έτσι εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι οι υψηλές συγκεντρώσεις φυσικού υδράργυρου στην Αρκτική. Δεδομένου ότι ο υδράργυρος έχει παγιδευτεί σε παγωμένα εδάφη για χιλιετίες, δεν έχει αποβεί μοιραίος για την άγρια ​​φύση ή τον άνθρωπο. Όμως τώρα, η αρκτική πανίδα, που αντιπροσωπεύει το 24% του συνόλου της γης στο βόρειο ημισφαίριο, αποψύχεται και απειλεί να απελευθερώσει αυτό το τεράστιο απόθεμα υδραργύρου. Η επιστημονική κοινότητα διεξάγει ακόμα έρευνα που θα καθορίσει το αν όντως κινδυνεύουμε από μια ενδεχόμενη μαζική διοχέτευση υδραργύρου στο περιβάλλον, οπότε για την ώρα δεν τίθεται κάποιο σοβαρό ζήτημα ανησυχίας. 

Ναταλία Πετρίτη

7/8/2018