Μετά την Ουκρανία, ο Πούτιν κήρυξε πόλεμο στο δολάριο και το ευρώ.
Μετά την Ουκρανία, ο Πούτιν κήρυξε πόλεμο
στο δολάριο και το ευρώ.
στο δολάριο και το ευρώ.
Στη γεωγραφικά οριοθετημένη (προς το παρόν) ένοπλη σύγκρουση που διεξάγεται στο έδαφος της πολύπαθης Ουκρανίας, οι μάχες ασφαλώς εξακολουθούν να μαίνονται, χωρίς άμεση προοπτική τερματισμού. Όμως στην άλλη, πραγματικά παγκόσμια σύγκρουση, αυτή που διεξάγεται πρωτίστως με οικονομικά μέσα, ο πόλεμος μόλις άρχισε να κλιμακώνεται – και δεν θα γνωρίσει σύνορα.
Η ανακοίνωση του Βλαντίμιρ Πούτιν την Τετάρτη ότι η χώρα του στο εξής θα εξάγει φυσικό αέριο προς τις χώρες που έχει χαρακτηρίσει "μη φιλικές" (βασικά τα μέλη της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ) μόνο έναντι ρουβλίων είναι η περισσότερο επιθετική ενέργεια στην οποία προέβη ο Ρώσος πρόεδρος μετά την ίδια την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για κίνηση εξίσου απρόσμενη και καταλυτική με την προηγούμενη απόφαση της Δύσης, στην οποία και απαντά, για δέσμευση των διαθεσίμων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας.
Με τον Μπάιντεν στην Ευρώπη
Το τάιμινγκ δεν είναι τυχαίο. Η Μόσχα εγκαινίασε την οικονομική αντεπίθεσή της τη στιγμή ακριβώς που η παρουσία του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στην Ευρώπη, για τη Σύνοδο της G7, του ΝΑΤΟ, την κοινή συνεδρίαση με τους "27" της Ε.Ε. και την επίσκεψη στην Πολωνία (που βρίσκεται στην "πρώτη γραμμή" της ανατολικής πτέρυγας της Ατλαντικής Συμμαχίας και δέχεται το μεγαλύτερο βάρος από την εισροή Ουκρανών προσφύγων) σηματοδοτεί τη διατράνωση της ενότητας του δυτικού στρατοπέδου απέναντι στον "ρωσικό αναθεωρητισμό", με κύριο ζητούμενο την υιοθέτηση ακόμη περισσότερων κυρώσεων.
Όμως οι ευρωπαϊκές χώρες κατέδειξαν πρώτες το αδύνατο σημείο τους, αποφεύγοντας (κυρίως με γερμανική πρωτοβουλία, παρά την έντονη συζήτηση στο εξωτερικό τους) να περιλάβουν μέχρι τώρα στις κυρώσεις τους τις εισαγωγές υδρογονανθράκων από τη Ρωσία, όπως κατέδειξε και η συνεδρίαση των "27" της Δευτέρα. Και αυτό το αδύνατο σημείο αξιοποιεί τώρα προκαταβολικά ο Πούτιν.
Ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου κατέφυγε σε μία ενδιαφέρουσα σκηνοθεσία, προκειμένου να μην παραβιάσει τη δική του ρητορική κατά των κυρώσεων εν γένει και τη διαβεβαίωση ότι η Ρωσία παραμένει αξιόπιστος πάροχος ενέργειας ειδικότερα. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, έχει ιδιαίτερη σημασία και για τις συναλλαγές με τους εταίρους του στην Κίνα, από τους οποίους εξαρτάται ολοένα και περισσότερο – προοπτικά και για τη διοχέτευση των ενεργειακών του εξαγωγών. Εξού και φέρνει τους Ευρωπαίους στην ιδιόμορφη θέση να... επιβάλλουν κυρώσεις στον εαυτό τους.
Ήταν ήδη έντονος ο προβληματισμός στις ευρωπαϊκές ηγεσίες για το γεγονός ότι η απρόσκοπτη συνέχιση της προμήθειας ρωσικών υδρογονανθράκων συνιστά οιονεί χρηματοδότηση της εισβολής στην Ουκρανία, με έσοδα της τάξης του ενός δισ. δολαρίων ημερησίως. Όμως, τώρα, το τέχνασμα Πούτιν υποχρεώνει τους "πελάτες" να μετατραπούν (εάν συμμορφωθούν) και σε... στυλοβάτες του δοκιμαζόμενου ρωσικού νομίσματος, παραβιάζοντας τις κυρώσεις που οι ίδιοι έχουν επιβάλλει.
"Αφερέγγυα νομίσματα"
Σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο η δέσμευση των διαθεσίμων της κεντρικής τράπεζας της χώρας τους που βρίσκονται σε δυτική δικαιοδοσία (και χρησιμεύουν και για την αποπληρωμή ρωσικού χρέους) συνιστά πρόκληση αθέτησης υποχρεώσεων και καθιστά το δολάριο και το ευρώ "αφερέγγυα" νομίσματα. Συνεπώς στις εξαγωγές εμπορευμάτων προς τα "μη φιλικά κράτη" η Ρωσία θα δέχεται μόνο σκληρό νόμισμα, ήτοι το... δικό της. Με άλλα λόγια, όποιος ενδιαφέρεται να συνεχίσει τις εισαγωγές θα πρέπει να αγοράσει ρούβλια στην αγορά συναλλάγματος, δημιουργώντας αυξημένη ζήτηση για το ρωσικό νόμισμα και ενισχύοντας την ισοτιμία του, χωρίς να χρειαστεί καν η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας να κινηθεί για τη στήριξή του.
Με προεδρικό διάταγμα η ρύθμιση αυτή βρίσκει προς το παρόν εφαρμογή μόνο στις εξαγωγές φυσικού αερίου, αλλά θα μπορούσε να επεκταθεί – λ.χ. στα σπάνια μέταλλα και τα ευγενή αέρια που έχει ανάγκη ο διεθνής κλάδος της υψηλής τεχνολογίας και της αεροναυπηγικής, στα λιπάσματα κ.ο.κ.
Ο Πούτιν ισχυρίζεται ότι τα συμβόλαια δεν έχουν παραβιαστεί και θα εξακολουθήσουν να τηρούνται σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα και τους όγκους τους προς παράδοση αερίου. Αλλά βέβαια η αλλαγή νομίσματος συνιστά αυτονοήτως παραβίαση συμβολαίων, όπως επεσήμανε ήδη η Γερμανία.
Το να θεωρηθεί αυτή η κίνηση ως "μπλόφα" του Κρεμλίνου δεν θα ήταν συνετό – ιδίως αφότου αποδείχθηκε ότι δεν ήταν "μπλόφα" ούτε το σενάριο εισβολής στην Ουκρανία. Και μολονότι δεν αποκλείεται να υπάρξουν χώρες οι οποίες θα ακολουθήσουν τους νέους κανόνες (λ.χ. η Ουγγαρία), θα αποτελούσε αυτοταπείνωση αν η πλειοψηφία των Ευρωπαίων συμμορφωνόταν – και ήδη η Ιταλία διαμήνυσε ότι δεν πρόκειται να το πράξει. Αλλά σε αυτή την περίπτωση, η ρωσική πλευρά θα έβρισκε αργά ή γρήγορα τη δικαιολογία να διακόψει, λόγω μη εξόφλησης, την παροχή – σε μία φάση κατά την οποία οι "27" θα είναι μάλλον ανέτοιμοι να καλυφθούν άμεσα από εναλλακτικές πηγές. Εκτός και αν ανθήσει, εν μέσω υπερήφανων πολιτικών δηλώσεων κατά τα λοιπά, η "βιομηχανία" της εξεύρεσης παρακαμπτηρίων.
Μόλις λίγη ώρα πριν από τις ανακοινώσεις Πούτιν, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς τόνιζε, μιλώντας στην Μπούντεσταγκ, ότι η απεξάρτηση από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας αποτελεί τον στόχο αλλά ο ίδιος δεν τη θεωρεί άμεσα εφικτή, καθώς έτσι θα απειληθούν "εκατοντάδες χιλιάδες" θέσεις εργασίας.
Τα όρια των κυρώσεων
και ο "τρίτος δρόμος" της Ασίας
Οι ρωσικές ανακοινώσεις σχετικά με την πώληση φυσικού αερίου έναντι ρουβλίων ήρθαν σε μία στιγμή κατά την οποία πλήθαιναν στον δυτικό τύπο τα δημοσιεύματα ότι η πολιτική των κυρώσεων έχει καταδείξει τα όριά της – πόσο μάλλον που με τη δέσμευση των διαθεσίμων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας η Δύση ενεργοποίησε ήδη το ισχυρότερο όπλο της και συνεπώς δεν διαθέτει ιδιαίτερα περιθώρια περαιτέρω κλιμάκωσης.
Σύμφωνα με την Goldman Sachs, το ρωσικό ΑΕΠ αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 10% φέτος και να ανακάμψει κατά 2,4% και 3,4% τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ οι εξαγωγές υπολογίζεται ότι θα επανέλθουν στο 98% των προηγούμενων επιπέδων με το γύρισμα του έτους. Αντιθέτως, τα τέσσερα πέμπτα του ρωσικού ΑΕΠ προέρχονται από κλάδους που εισάγουν μόλις σε ποσοστό 15% τις πρώτες ύλες και τα ενδιάμεσα αγαθά για τη λειτουργία τους.
Την ώρα που το Κρεμλίνο ανακοινώνει τον διορισμό για άλλη μία θητεία της "ορθόδοξης" κεντρικής τραπεζίτριας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, δίνοντας στους οικονομικούς εταίρους το μήνυμα ότι δεν διολισθαίνει στον κρατισμό, ο μεγάλος αντίπαλός της και πλέον υπουργός Ευρασιατικής Ολοκλήρωσης, Σεργκέι Γκλάζιεφ, βλέπει με ικανοποίηση να υλοποιείται το όραμά του για μία "θωρακισμένη" οικονομία, αποσυνδεδεμένη από τη Δύση.
Η μεγάλη "χαραμάδα"
Η ειρωνεία του πράγματος έγκειται στο ότι η μέχρι τώρα συζήτηση για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων αφορούσε τις "χαραμάδες" που έχουν μείνει ανοικτές προς όφελος της Ρωσίας, με κορυφαία βέβαια την εξαίρεση του ενεργειακού τομέα. Ωστόσο, αυτός που σπεύδει να κλείσει κατά μία έννοια τη "χαραμάδα", προκαταλαμβάνοντας όσους πίεζαν για ενεργειακό εμπάργκο είναι ο ίδιος ο Πούτιν.
Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη "χαραμάδα" συνίσταται στο απλούστατο γεγονός ότι ο πλανήτης δεν ταυτίζεται με τη Δύση – και οι μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες αρνούνται να υπαχθούν σε μία λογική "στρατοπέδων", επιφυλάσσοντας στον εαυτό τους το προνόμιο να συναλλάσσονται κατά το δοκούν.
Το ότι ανάμεσά τους δεσπόζει η Κίνα δεν προκαλεί έκπληξη. Άλλωστε, μόλις στις 4 Φεβρουαρίου οι Σι Τζινπίνγκ και Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσίασαν ένα κοινό "μανιφέστο" υπέρ μιας πολυπολικής τάξης πραγμάτων ανταγωνιστικής προς την αμερικανική ηγεμονία. Εξού και οι προσπάθειες της Ουάσινγκτον, με κορυφαία την άκαρπη τηλεφωνική επικοινωνία των Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ, να περάσει στο Πεκίνο το μήνυμα ότι τυχόν συμβολή της στη στρατιωτική προσπάθεια και κυρίως στην παράκαμψη του οικονομικού αποκλεισμού της Ρωσίας θα έχει σοβαρές επιπτώσεις. Αποτελεί, ωστόσο, μέγα ερώτημα κατά πόσον η αμερικανική πλευρά μπορεί να ενεργοποιήσει το όπλο των δευτερογενών κυρώσεων απέναντι σε μια τόσο μεγάλη και διεθνοποιημένη αγορά.
Ο ρόλος Ινδίας και Αράβων
Και δεν είναι η μόνη. Η Ινδία ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι προχωρά από την επόμενη εβδομάδα στην εγκαθίδρυση ενός σχήματος currency swap για να χρηματοδοτήσει το διμερές εμπόριο σε ρουπίες και ρούβλια, παρακάμπτοντας το δολάριο. Και μολονότι ότι ο όγκος του διμερούς εμπορίου είναι μάλλον μικρός, η συμβολική σημασία αυτής της συμφωνίας δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Πόσω μάλλον που η Ινδία έχει ήδη προχωρήσει στην αγορά ρωσικού πετρελαίου με έκπτωση.
Σε φάση που οι ΗΠΑ φιλοδοξούσαν να αγκυρώσουν την Ινδία στην "Τετράδα" που μαζί με την Ιαπωνία και την Αυστραλία θα είχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάσχεση της Κίνας και την υλοποίηση της στροφής των αμερικανικών προτεραιοτήτων στην περιοχή Ινδίας-Ειρηνικού, το Δελχί θυμάται τον παλαιότερο εαυτό του ως εμψυχωτή του κινήματος των Αδεσμεύτων, διεκδικεί στρατηγική αυτονομία δίχως στοιχεία "προβλεψιμότητας" και βεβαίως υπερασπίζεται την ειδική της σχέση με τη Ρωσία ως προμηθευτή του στρατιωτικού της υλικού. Παράλληλα, η χθεσινή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ινδίας και της Κίνας, σε μία συγκυρία κατά την οποία η δεύτερη έχει αναδειχθεί σε υπ' αριθμόν ένα εμπορικό εταίρο της πρώτης, ανατρέπει το βολικό για τη Δύση στερεότυπο περί διαχρονικού και ασυμφιλίωτου ανταγωνισμού των δύο δημογραφικών γιγάντων.
Η Ασία συνολικά δείχνει διατεθειμένη να εντατικοποιήσει τις απευθείας συναλλαγές δίχως την παρεμβολή του αμερικανικού δολαρίου, το οποίο αναδεικνύεται σε πολιτικό ρίσκο. Οι ενδοασιατικές γραμμές currency swap σε τοπικά νομίσματα ανέρχονται ήδη σε 380 δισ. δολάρια.
Στα δυτικά της ηπείρου, απορροφημένος από τη μέριμνα εξασφάλισης της διαδοχής του και την καχυποψία για τις αμερικανικές προθέσεις απέναντι στο πρόσωπό του, ο ισχυρός άνδρας της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν ακολουθεί επίσης τον δικό του δρόμο, όπως δείχνουν οι πληροφορίες για εξεταζόμενη συμφωνία τιμολόγησης μέρους των σαουδαραβικών εξαγωγών πετρελαίου προς Κίνα σε γιουάν.
Επιταχύνοντας το απευκταίο
Την τάση αυτή, την οποία ασφαλώς η Δύση επιθυμεί να ανακόψει, την επιταχύνει παραδόξως με τις ίδιες τις τις αποφάσεις – σαν τη δέσμευση των διαθεσίμων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά ο Βόλφγκανγκ Μύνχαου του Eurointelligence, "το να παγώσει μια κεντρική τράπεζα τους λογαριασμούς μιας άλλης κεντρικής τράπεζας σημαίνει εν προκειμένω ότι ολόκληρη η διατλαντική Δύση απεμπολεί το πιο σημαντικό της περιουσιακό στοιχείο: το παραστατικό της χρήμα (fiat money). Τα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας ήταν κέρδη από νόμιμες πωλήσεις, κυρίως στη Δύση. Τα δικαστήρια μπορούν να δεσμεύσουν περιουσιακά στοιχεία, εάν αποκτηθούν παράνομα. Αλλά αυτό δεν ίσχυε εν προκειμένω. Η Ρωσία έχει παραβιάσει το διεθνές δίκαιο εισβάλλοντας στην Ουκρανία, αλλά οι λογαριασμοί της κεντρικής της τράπεζας στο εξωτερικό είναι νόμιμοι".
"Αυτή η κύρωση" συνεχίζει ο ίδιος αρθρογράφος"κατάφερε όλα τα παρακάτω: να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο δολάριο ως κύριο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο, να ψαλιδίσει τη δυναμική του ευρώ, να μειώσει την πιστοληπτική ικανότητα των κεντρικών τραπεζών της Δύσης, να προτρέψει την Κίνα και τη Ρωσία να παρακάμψουν τη δυτική οικονομική υποδομή και να μετατρέψει το Βitcoin σε σοβαρό εναλλακτικό μέσο συναλλαγών. Το blockchain δεν θα προδώσει την εμπιστοσύνη που του δείχνει κανείς".
Toυ Κώστα Ράπτη
https://www.capital.gr/diethni/3623844/meta-tin-oukrania-o-poutin-kiruxe-polemo-sto-dolario-kai-to-euro
26/3/2022
΄΄
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
1.
Η Δύση είναι εναντίον της Ρωσίας.
Ο μισός κόσμος όχι.
Ο μισός κόσμος όχι.
Mια από τις φράσεις που ακούγονται συχνά στην Ουάσιγκτον είναι ότι η Ρωσία είναι πλέον πιο απομονωμένη από ποτέ – με την Κίνα να αποτελεί τον κύριο «αποστάτη».
Οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να αποπλανηθούν από τις δημόσιες σχέσεις τους. Η αντίδραση της υφηλίου στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι πολύ πιο σύνθετη από αυτό. Από τις 24 Φεβρουαρίου και έπειτα, η Δύση έχει επιδείξει περισσότερη ενότητα από οποιαδήποτε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη κρατά στάση αναμονής και περιμένει να δει πως θα εξελιχθούν τα πράγματα.
Η Δύση, για μία ακόμα φορά, συγχέει τη δική της ενότητα με μια παγκόσμια συναίνεση. Μια παραπλανητική ένδειξη αφορά τον ΟΗΕ. Στην τελευταία ψηφοφορία του διεθνούς οργανισμού τον περασμένο μήνα, τα 141 από τα 193 κράτη μέλη καταδίκασαν την κατάφορη παραβίαση του διεθνούς δικαίου από τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Αλλά τα 35 που απείχαν αντιστοιχούν περίπου στον μισό παγκόσμιο πληθυσμό. Μεταξύ αυτών είναι η Κίνα, η Ινδία, το Βιετνάμ, το Ιράκ και η Νότια Αφρική. Αν προσθέσετε και αυτά που τάχτηκαν στο πλευρό της Ρωσίας, τότε αντιστοιχούν σε πάνω από τον μισό πληθυσμό της υφηλίου.
Επιπλέον, πολλοί από όσους είναι θεωρητικά ενάντια στη Ρωσία αμφιταλαντεύονται. Η Σαουδική Αραβία εξετάζει αίτημα της Κίνας να πουλά το αργό της σε γουάν. Αυτό θα συνέβαλε στον περιορισμό της ισχύος του δολαρίου. Τόσο η Σαουδική Αραβία, όσο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αρνήθηκαν να συνομιλήσουν με τον Μπάιντεν αυτόν τον μήνα όταν ήθελε να αυξήσουν την παραγωγή πετρελαίου – ένα σπάνιο σνομπάρισμα Αμερικανού προέδρου.
Την περασμένη εβδομάδα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποδέχτηκαν τον Μπασάρ Αλ Ασαντ, τον Σύρο δικτάτορα και στενό σύμμαχο του Πούτιν, τον οποίο οι ΗΠΑ βλέπουν ορθώς ως παρία. Ένα από τα κίνητρα των Η.Α.Ε. για την επαναπροσέγγιση του Άσαντ είναι ότι ο Μπάιντεν πιέζει για την αναβίωση της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν που θα οδηγούσε στη διάθεση περισσότερου αργού πετρελαίου στην παγκόσμια αγορά. Ακόμα και το Ισραήλ, αντικειμενικά ο πιο στενός φίλος των ΗΠΑ, τηρεί ανοικτή στάση. Ο πρωθυπουργός του, Ναφτάλι Μπένετ, ο οποίος θέλει να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, είναι εμφανώς ουδέτερος.
Όλα αυτά μπορούν να δείχνουν θεωρητικά ζητήματα σε λίγους μήνες αν η Ουκρανία συνεχίσει να ταπεινώνει τη Ρωσία και η Δύση κατορθώσει να κρατήσει την ενότητά της. Σε όλους αρέσει να βλέπουν έναν νικητή και οι χώρες που αμφιταλαντεύονται πιθανότατα θα επιστρέψουν πίσω στην αγκαλιά της Δύσης. Οι μεγαλύτεροι «αποστάτες», όπως η Ινδία, η οποία έχει τετραπλασιάσει τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία σε καλύτερη τιμή από πέρυσι, θα προσαρμόσουν τη στάση τους. Αλλά η αμφιταλάντευση του κόσμου πρέπει να αποτελέσει τροφή για σκέψη για τον Μπάιντεν και την Ευρώπη.
Ένας κίνδυνος είναι η συνήθεια της Δύσης να διεκδικεί ηθική ηγεμονία. Αυτό δημιουργεί τρία προβλήματα. Πρώτον, είναι υποκριτικό. H αμερικανική κοινή γνώμη έδωσε μικρή σημασία στο φρικτό μακελειό στη Συρία, για το οποίο ο Άσαντ είναι o κύριος υπαίτιος. Αν και η Γερμανία υποδέχτηκε 1 εκατομμύριο πρόσφυγες το 2015, το μεγαλύτερο μέρος της Δύσης δεν τήρησε την ίδια στάση. Η Βρετανία και οι ΗΠΑ δέχτηκαν λιγότερους από 50.000 Σύρους.
Αυτό που κάνει η Ρωσία στην Ουκρανία είναι βάρβαρο. Αλλά όλοι έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Πολλοί στον μουσουλμανικό κόσμο, συγκεκριμένα, πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ έχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Χιλιάδες πολίτες πέθαναν στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν από αμερικανικά πυρά, αν και δεν μπήκαν σκοπίμως στο στόχαστρο (σε αντίθεση με την Ουκρανία).
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι η Δύση να σπεύσει να υποθέσει ότι οι αξίες της είναι οικουμενικές. Οι ΗΠΑ αυτή την εβδομάδα χαρακτήρισαν αυτό που έκανε η Μιανμάρ στους Ροχίνγκια ως γενοκτονία. Αν και η Μιανμάρ, σε αντίθεση με την Ουκρανία, συνορεύει με την Ινδία, ο εθνικιστικής Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι περιορίστηκε σε χλιαρές διαμαρτυρίες. Το γεγονός ότι οι Ροχίνγκια είναι μουσουλμάνοι σίγουρα τον επηρέασε. Η Ινδία δέχτηκε μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των προσφύγων. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Ινδία, σε αντίθεση με την Κίνα, είναι δημοκρατία.
Ένα τρίτο πρόβλημα είναι ότι μεγάλο μέρος του κόσμου απεχθάνεται τις δυτικές κυρώσεις. Με την εξαίρεση των εξαγωγών καυσίμων στην Ευρώπη, η Δύση έχει σε μεγάλο βαθμό διακόψει κάθε εμπορική σχέση με τη Ρωσία. Η εφαρμογή του σχεδίου είναι εντυπωσιακή. Αλλά ταυτόχρονα υπενθυμίζει στους υπόλοιπους την ικανότητα της Δύσης να τιμωρήσει αυτούς με τους οποίους διαφωνεί.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι η Δύση έχει άδικο. Ο Πούτιν όχι μόνο αποτελεί ηθικό κίνδυνο για τις δημοκρατικές αξίες, αλλά προάγει τον νόμο της ζούγκλας. Δεν είναι να απορεί κανείς που τόσες πολλές χώρες καταδίκασαν τη Ρωσία στον ΟΗΕ.
Η απάντηση της δυτικής κοινής γνώμης στη βαρβαρότητα του Πούτιν είναι αξιοθαύμαστη. Αλλά είναι επιλεκτική. Όσο περισσότερο κατανοήσουν οι δυτικές κυβερνήσεις πως τους βλέπουν μεγάλα τμήματα της υφηλίου, τόσο καλύτερα προετοιμασμένες θα είναι να ασκήσουν αποτελεσματική διπλωματία.
Πηγή: euro2day.gr, Financial Times
https://tvxs.gr/news/kosmos/i-dysi-einai-enantion-tis-rosias-o-misos-kosmos-oxi
26/3/2022
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε συνάντηση στη Μόσχα, τον Μάρτιο του 2022. Mikhail Klimentyev / Sputnik via Reuters
2.
Τι θα γίνει αν η Ρωσία κάνει μια συμφωνία;
Πώς να τερματιστεί ένας πόλεμος
που κανένας δεν είναι πιθανό να κερδίσει.
Πώς να τερματιστεί ένας πόλεμος
που κανένας δεν είναι πιθανό να κερδίσει.
Άρθρο των Liana Fix και Michael Kimmage*
- Η διατλαντική συμμαχία δεν μπορεί να υπαγορεύσει τίποτα στον Πούτιν. Μπορεί μόνο να βοηθήσει την Ουκρανία στο να πλοηγηθεί προς μια πιθανώς μη ικανοποιητική ειρήνη. Αυτή η ταπεινωτική πραγματικότητα πρέπει να είναι η αφετηρία για την πολιτική και την διπλωματία.
Αντίθετα, το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ασαφές και ελλιπές. Το Βερολίνο δεν έπεσε τον Νοέμβριο του 1918. Αντίθετα, η κυβέρνηση που διεξήγαγε τον πόλεμο διαλύθηκε˙ ο Κάιζερ Γουλιέλμος [Β’] πήγε στην εξορία. Οι σκληροί όροι της ειρήνης -οι επανορθώσεις και η απόδοση της ενοχής στην Γερμανία- έγιναν οι προϋποθέσεις για την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ και για το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή είναι η ιστορία των «Βερσαλλιών»: μια συντομογραφία για μια ειρηνευτική συμφωνία που οδηγεί σε περαιτέρω πόλεμο.
Το ερώτημα τώρα είναι τι είδους τέλος θα έχει ο πρώτος μεγάλος πόλεμος της Ευρώπης του εικοστού πρώτου αιώνα. Ο Ρωμαίος πολιτικός και λόγιος Κικέρων υποστήριξε ότι μια άδικη ειρήνη είναι καλύτερη από έναν δίκαιο πόλεμο. Οι συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας θα δοκιμάσουν αυτή την πρόταση.
Η γενναία αντίσταση των Ουκρανών έχει σταματήσει την ρωσική προέλαση. Με το να διατάξει την εισβολή στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, ενήργησε παρορμητικά. Αν τώρα σκεπτόταν στρατηγικά, θα περιόριζε τις απώλειές του και θα αναζητούσε έναν τρόπο να τελειώσει τον πόλεμο. Οι μεγαλύτεροι πολιτικοί στόχοι του είναι ήδη ανέφικτοι. Δεν μπορεί να ελέγξει την Ουκρανία και θα δυσκολευτεί να διχοτομήσει μια χώρα που αντιτίθεται στην ρωσική κατοχή. Η Μόσχα έχει μπροστά της μόνο μια ακριβή και αφιλόξενη στρατιωτική οδό, η οποία, μαζί με τις κυρώσεις, θα επιβαρύνει σημαντικά το καθεστώς του Πούτιν. Αλλά ό,τι κι αν συμβεί στην Ουκρανία, η Ρωσία θα παραμείνει μια πυρηνική δύναμη και θα διατηρεί τον μεγαλύτερο συμβατικό στρατό της Ευρώπης.
Η Ουκρανία έχει δομήσει μια τρομερή άμυνα, αλλά δεν μπορεί να ανατρέψει την συνολική στρατιωτική κυριαρχία της Ρωσίας ή να σταματήσει το σφυροκόπημα και τους βομβαρδισμούς αμάχων και στρατιωτικών στόχων. Η διπλωματική εξισορρόπηση της Ουκρανίας -μεταξύ της διατήρησης της κυριαρχίας της και του τερματισμού ενός σκληρού πολέμου- θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Τα όπλα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους θα ενδυναμώσουν την διαπραγματευτική θέση της Ουκρανίας. Αλλά χωρίς την άμεση εμπλοκή τους στον πόλεμο, η οποία δεν πρόκειται να υλοποιηθεί, η Ουκρανία δεν θα απολαύσει μια ξεκάθαρη νίκη και η Ρωσία δεν θα υποστεί μια ξεκάθαρη ήττα.
Εάν καταλήξουν σε μια συμφωνία κατόπιν διαπραγμάτευσης, τόσο η Ουκρανία όσο και η Ρωσία θα πρέπει να συμβιβαστούν με τμηματικά και εύθραυστα κέρδη. Σε αυτόν τον πόλεμο, δεν θα υπάρξει Μόναχο, δεν θα υπάρξει Νυρεμβέργη και δεν θα υπάρξουν Βερσαλλίες.
Η πρόσφατη ιστορία παρέχει άλλη μια (όχι πολύ ενθαρρυντική) αναλογία για τα μέρη: την «αναλογία του Μινσκ», η οποία παραπέμπει στις Συμφωνίες που διαπραγματεύθηκαν σε ετούτη την πόλη της Λευκορωσίας το 2014 και το 2015, σε μια απόπειρα να τερματιστούν οι μάχες μεταξύ της Ουκρανίας και των υποστηριζόμενων από την Ρωσία αυτονομιστών, που ήταν ο προπομπός του σημερινού πολέμου. Η πλήρους κλίμακας εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία απέδειξε την ανεπάρκεια των Συμφωνιών του Μινσκ, οι οποίες αντιπροσώπευαν μια μορφή διαχείρισης της κρίσης που ενοχλούσε τους πάντες και δεν ικανοποιούσε κανέναν, μεταθέτοντας και ίσως ακόμη και επιδεινώνοντας τα θεμελιώδη προβλήματα της Ουκρανίας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη δεν βρίσκονται σε πόλεμο με την Ρωσία και δεν μπορούν να εφαρμόσουν ούτε το μοντέλο της Νυρεμβέργης ούτε των Βερσαλλιών στην συγκεκριμένη ευρωπαϊκή σύγκρουση. Η αποστολή τους, επομένως, είναι να τα καταφέρουν καλύτερα από όσο [τα κατάφεραν] στο Μινσκ. Οι Δυτικές κυρώσεις στην Ρωσία και η στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία παρέχουν αληθινή μόχλευση. Η Ουάσιγκτον και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν και να επεκτείνουν αυτή τη μόχλευση αναλογικά με τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις της ουκρανικής κυριαρχίας από την Ρωσία. Η διατλαντική συμμαχία δεν μπορεί να υπαγορεύσει τίποτα στον Πούτιν. Μπορεί μόνο να βοηθήσει την Ουκρανία στο να πλοηγηθεί προς μια πιθανώς μη ικανοποιητική ειρήνη. Αυτή η ταπεινωτική πραγματικότητα πρέπει να είναι η αφετηρία για την πολιτική και την διπλωματία.
ΓΙΑΤΙ ΑΠΕΤΥΧΕ ΤΟ ΜΙΝΣΚ
Μέσω των διαπραγματεύσεων του Μινσκ, ο Πούτιν ήλπιζε να διασφαλίσει την ουκρανική ουδετερότητα με ρωσικούς όρους, και να θέσει σε κίνδυνο την ουκρανική κυριαρχία με το να δημιουργήσει μια ημιαυτόνομη ζώνη στα ανατολικά της χώρας. Αντίθετα, αφότου συνήφθησαν οι Συμφωνίες του Μινσκ, η Ουκρανία σφυρηλάτησε όλο και στενότερους δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, το ΝΑΤΟ, και τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Μια γραμμή επαφής δημιουργήθηκε στα ανατολικά της χώρας μεταξύ αυτής καθαυτής της Ουκρανίας και μιας «ενδιάμεσης» χώρας υπό ρωσικό έλεγχο. Με σημαντικό κόστος, η Ρωσία είχε αποκτήσει έδαφος που δεν της έδινε πραγματική μόχλευση για το γεωπολιτικό μέλλον της Ουκρανίας.
Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ευρωπαϊκές χώρες επέβαλαν κυρώσεις στην Ρωσία, δεσμευόμενες να μην τις άρουν έως ότου η Ρωσία αποσύρει τον στρατό της από την ανατολική Ουκρανία και τερματίσει τον πόλεμο, παρόλο που η Ρωσία παρέμενε αήττητη στο πεδίο της μάχης. Ο Πούτιν δεν θα μπορούσε να εξομαλύνει τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους εκτός κι αν εφάρμοζε με τους δικούς τους όρους τα Σύμφωνα του Μινσκ, κάτι που δεν είχε καμία πρόθεση να κάνει. Αλλά οι κυρώσεις δεν ήταν αποσταθεροποιητικές για την Ρωσία και δεν ήταν αρκετά ισχυρές για να καταναγκάσουν τη Μόσχα να αποδεχτεί τους όρους της Δύσης.
Η αποτυχία του Μινσκ έχει πολλούς υπαίτιους. Οι υπογράφοντες τις συμφωνίες ήταν η Γαλλία, η Γερμανία, η Ρωσία, και η Ουκρανία. Το Παρίσι και το Βερολίνο ήταν ρητορικά δεσμευμένα στην συμφωνία, αλλά δεν έκαναν κάτι για να την επιβάλουν, και η επίδραση των κυρώσεων εξασθενούσε κάθε χρόνο που περνούσε. Η Ουάσιγκτον ήταν εξίσου εφησυχασμένη και νωθρή. Η στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ εισέρρευσε στην Ουκρανία όταν η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ συμφώνησε να παράσχει φονική στρατιωτική βοήθεια -με αρκετές δεσμεύσεις ώστε να γίνει πρόταση μομφής (impeachment) εις βάρος του Τραμπ για τις χειριστικές σχέσεις του με την Ουκρανία. Ωστόσο, παρά τις προηγούμενες υποσχέσεις, στην Ουκρανία δεν δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ή σε οποιαδήποτε άλλη συμμαχία: καμία δέσμευση μέσω συνθήκης από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή από άλλη μεγάλη εξωτερική δύναμη δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο ωθήθηκε από ένα ρεβανσιστικό όραμα [1] για τους ιστορικούς δεσμούς της Ουκρανίας με την Ρωσία και από την αυτόκλητη αποστολή του να τερματίσει την ουκρανική κρατική υπόσταση. Αλλά η εισβολή εμπνεύστηκε επίσης από την πιο πρακτική απογοήτευση του Πούτιν από τις [Συμφωνίες του] Μινσκ. Μολονότι ο ρωσικός στρατός είχε κερδίσει τις μάχες του το 2014 και το 2015, το Κρεμλίνο έχανε τον πόλεμο για το μέλλον της Ουκρανίας. Ο Πούτιν πίστευε ότι η ταχεία ανατροπή της κυβέρνησης στο Κίεβο θα άλλαζε αυτή την κατάσταση και θα έσερνε την Ουκρανία πίσω προς την Ρωσία, τιμωρώντας τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς εταίρους του Κιέβου. Κατά την άποψή του, μια εισβολή δεν θα οδηγούσε σε έναν ευρύτερο πόλεμο, επειδή η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν μόνο επιφανειακά δεσμευμένες στην Ουκρανία. Αν ήταν αληθινά δεσμευμένες δεν θα είχαν αφήσει το Μινσκ να κυλήσει στην αδιαφορία.
ΑΘΕΤΗΜΕΝΕΣ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ
Η αναπάντεχη επιτυχία της Ουκρανίας έχει κάνει το Κρεμλίνο να αναθεωρήσει τους πολεμικούς στόχους του. Ο Πούτιν ξεκίνησε την εισβολή με τον μαξιμαλιστικό στόχο [2] να ανατρέψει την ουκρανική κυβέρνηση. Το νόημα του πολέμου ήταν, με την αλλόκοτη γλώσσα του Πούτιν, να «απο-ναζιστικοποιήσει» την Ουκρανία, το οποίο σήμαινε αλλαγή του καθεστώτος. Δεδομένων των τεράστιων απωλειών της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης, η κατάληψη του Κιέβου μπορεί να έχει καταστεί αδύνατη για τις ρωσικές δυνάμεις, και περιορίζοντας τις συζητήσεις για την αποναζιστικοποίηση, ο Πούτιν έχει σηματοδοτήσει ότι μπορεί να δεχτεί την κυβέρνηση του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ως νομιμοποιημένη ομόλογο στις διαπραγματεύσεις. Αλλά αυτό μπορεί επίσης να είναι μια παγίδα στο Κίεβο, μια παύση πριν η Ρωσία επιστρέψει σε ένα κλιμακούμενο σύνολο απαιτήσεων. Ο Πούτιν θα χρησιμοποιήσει ούτως ή άλλως ως διαπραγματευτικό χαρτί οποιοδήποτε έδαφος έχουν καταλάβει οι ρωσικές δυνάμεις τις τελευταίες εβδομάδες.
Ο Πούτιν πιθανώς έχει τρεις βασικούς στόχους σε αυτό το σημείο. Ένας [στόχος] είναι να επισημοποιήσει την ενσωμάτωση της Κριμαίας στην Ρωσία, ένα επίτευγμα–σήμα κατατεθέν της προεδρίας του στα μάτια του Πούτιν. Ίσως η προσάρτηση των περιοχών Ντονέτσκ και Λουχάνσκ, μόνο ένα μέρος των οποίων ήταν κατεχόμενο πριν από την εισβολή του 2022, να ενσωματωθεί σε αυτό το αίτημα. Σε συνάφεια με αυτό, η Ρωσία μπορεί επίσης να πιέσει για μια χερσαία γέφυρα από τη Μολδαβία έως τη Μαριούπολη, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί ο πόλεμος.
Ένας δεύτερος στόχος είναι να εδραιωθεί η ουδετερότητα της Ουκρανίας, κάτι που θα μπορούσε να σημαίνει είτε την αδυναμία της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να εισέλθει σε συμμαχίες της επιλογής της μέσω Συνθηκών, είτε την «αποστρατιωτικοποίησή» της, όπως το έχει θέσει ο Πούτιν, πιθανώς με την εξάλειψη της στρατιωτικής της ικανότητας. Πράγματι, ο Πούτιν μπορεί να επιδιώξει αμφότερα τα αποτελέσματα. Σε ένα λιγότερο δραστικό σενάριο, η ουδετερότητα θα μπορούσε επίσης να σημαίνει περιορισμούς σε ορισμένα οπλικά συστήματα και την απαγόρευση ξένων βάσεων στην Ουκρανία. Τέλος, ο Πούτιν θα θελήσει να περιορίσει ή να εμποδίσει την ενσωμάτωση της Ουκρανίας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ειδικά σε αυτούς που συνδέονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την πλευρά του, ο Ζελένσκι θέλει να εξασφαλίσει την πλήρη κυριαρχία και αυτονομία της χώρας του. Θεωρητικά, αυτό θα συνεπαγόταν την απόσυρση όλων των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία, την επιστροφή της Κριμαίας στην Ουκρανία, και την ελευθερία να εμβαθύνει τις οικονομικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Ετούτα τα αποτελέσματα, ωστόσο, θα προϋπέθεταν ότι η Ρωσία θα έχανε τον πόλεμο [3]. Ενώ δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στον Πούτιν ότι θα τιμήσει τα έγγραφα που θα υπογράψει και δεν πρέπει να του γίνουν παραχωρήσεις για τον εγκληματικό του πόλεμο, [ο ίδιος] δεν μπορεί να μείνει έξω από τις διαπραγματεύσεις. Η Ρωσία έχει στην διάθεσή της την απειλή των χημικών και βιολογικών όπλων και των τακτικών πυρηνικών όπλων, για να μην αναφέρουμε την χρήση περαιτέρω συμβατικής στρατιωτικής βίας. Υπό αυτή την βαριά σκιά, ο Ζελένσκι πρέπει να καθορίσει τον βαθμό του συμβιβασμού που μπορεί να ανεχτεί και που θα αποδεχτούν οι Ουκρανοί πολίτες. Θα πρέπει να μετρήσει τις επιταγές μιας άδικης ειρήνης εναντίον εκείνων ενός δίκαιου αλλά καταστροφικού πολέμου.
Ο Ζελένσκι έχει κάποια ευελιξία για την Κριμαία και την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία ήταν μια παράνομη παραβίαση της ουκρανικής κυριαρχίας. Ωστόσο, η Ρωσία, και όχι μόνο η Ρωσία του Πούτιν, είναι απίθανο να την επιστρέψει ποτέ στην Ουκρανία. Επίσης, η Κριμαία μπορεί να έχει μικρότερη σημασία για τους Ουκρανούς από άλλες περιοχές της χώρας [που βρίσκονται] υπό τον μερικό έλεγχο της Ρωσίας, κάτι που θα μπορούσε να κάνει ευκολότερη την de facto αποδοχή του ρωσικού ελέγχου. Και μολονότι το ΝΑΤΟ ίσως να αποφασίσει να δεχτεί την Σουηδία ή την Φινλανδία ως μέλη, δεν θα δεχτεί την Ουκρανία —παρά τις προηγούμενες υποσχέσεις ότι θα το πράξει. Ο Ζελένσκι έχει καταδείξει την προθυμία του να εξετάσει εναλλακτικές πέραν της ένταξης στο ΝΑΤΟ, και έχει ζητήσει εγγυήσεις ασφαλείας από την Δύση -δηλαδή, υπόσχεται να εφαρμόσει οποιαδήποτε δυνητική συμφωνία με την Ρωσία, διασφαλίζοντας ότι οποιαδήποτε συμφωνία δεν θα ισοδυναμεί με κούφια λόγια.
Για το Κίεβο, οι νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας —που περιλαμβάνουν τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ρωσία, τις ευρωπαϊκές χώρες, και ενδεχομένως την Τουρκία- είναι κρίσιμες. Τέτοιες εγγυήσεις θα ισοδυναμούσαν με την επέκταση του Άρθρου 5 του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία: η δέσμευση να πάνε σε πόλεμο εάν παραβιαζόταν η κυριαρχία της Ουκρανίας ή οι όροι οποιασδήποτε πιθανής συμφωνίας μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας. Μια τέτοια δέσμευση θα ήταν σίγουρα ένα δραματικό βήμα που θα αψηφούσε κάθε προηγούμενο για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους, οι οποίοι έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν να συρθούν στον πόλεμο. Ο Πούτιν μπορεί να μην συμφωνήσει με αυτό -ή μπορεί να μην συμφωνήσει καλή τη πίστει με αυτό. Αλλά οι δεσμευτικές εγγυήσεις -σε αντίθεση με το ανεφάρμοστο Μνημόνιο της Βουδαπέστης (Budapest Memorandum) του 1994, το οποίο η Ρωσία παραβίασε πρώτη το 2014, καταλαμβάνοντας την Κριμαία- θα παρείχαν σε όλες τις πλευρές μια λύση για το ουσιαστικό πρόβλημα της ασφάλειας της Ουκρανίας. Οι πραγματικές διμερείς ή πολυμερείς εγγυήσεις ασφαλείας θα ήταν καλύτερες από την πολιτική του ΝΑΤΟ για μια ανοιχτή πόρτα γενικά αλλά μια κλειστή πόρτα για την Ουκρανία. Ο Πούτιν θα μπορούσε να πουλήσει αυτή την λύση -τον αποκλεισμό οποιασδήποτε πιθανότητας να ενταχθεί ποτέ η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ- ως νίκη. Ταυτόχρονα, μια υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ εγγύηση ασφαλείας στην Ουκρανία θα μπορούσε να αποτρέψει την Ρωσία από το να επιτεθεί ξανά στην Ουκρανία.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΠΑΝΤΑ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΙΣ
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙΣ
Ίσως τα μέρη να κάνουν μια μεγάλη, ευνοϊκή για την Ουκρανία, συμφωνία, εάν η Ρωσία συνεχίσει [να έχει] σημαντικές απώλειες στο πεδίο της μάχης. Το πιθανότερο, ωστόσο, είναι ότι αυτός ο πόλεμος δεν θα επιτρέψει την εύκολα βιώσιμη ειρήνη. Εάν η Ρωσία υποκύψει, πιθανώς θα υποκύψει σε μια προσωρινή ειρήνη. Ο Πούτιν δεν φαίνεται ικανός [4] να μαθαίνει από τα λάθη του. Ωστόσο, μια προσωρινή ειρήνη που θα διατηρεί την κυβέρνηση του Ζελένσκι, θα επιφέρει μια διαρκή κατάπαυση του πυρός, και δεν θα καταπατά μονίμως την ανεξαρτησία, την κυριαρχία, και την αυτονομία της Ουκρανίας (όπως ορίζει το Κίεβο τους όρους αυτούς) μπορεί να είναι εφικτή. Όσο άδικο κι αν θα ήταν, είναι προτιμότερη από όλες τις πραγματικές εναλλακτικές.
Ο πόλεμος έχει καταστήσει αστήρικτη την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Ο Πούτιν επιδιώκει φιλοδοξίες που η ρωσική οικονομία και η ρωσική πολιτεία δεν θα μπορέσουν να πραγματοποιήσουν. Μολονότι ο Πούτιν δεν θα μεταβάλλει θεμελιωδώς τους υπολογισμούς του, η Ρωσία δεν μπορεί να ξεφύγει από το γεγονός ότι οι στόχοι της ξεπερνούν τα μέσα που διαθέτει. Κάποια στιγμή, ο Πούτιν θα συναντήσει το πολιτικό Βατερλό του, ως αποτέλεσμα αυτού του πολέμου. Και όταν οι συνέπειες της υπέρβασής του φτάσουν στη Μόσχα και ο δικτάτορας αναχωρήσει [5], η ευκαιρία της Ουκρανίας για μια ειρήνη που θα είναι κάτι παραπάνω από προσωρινή μπορεί επιτέλους να φανεί.
Σύνδεσμοι:
Ίσως τα μέρη να κάνουν μια μεγάλη, ευνοϊκή για την Ουκρανία, συμφωνία, εάν η Ρωσία συνεχίσει [να έχει] σημαντικές απώλειες στο πεδίο της μάχης. Το πιθανότερο, ωστόσο, είναι ότι αυτός ο πόλεμος δεν θα επιτρέψει την εύκολα βιώσιμη ειρήνη. Εάν η Ρωσία υποκύψει, πιθανώς θα υποκύψει σε μια προσωρινή ειρήνη. Ο Πούτιν δεν φαίνεται ικανός [4] να μαθαίνει από τα λάθη του. Ωστόσο, μια προσωρινή ειρήνη που θα διατηρεί την κυβέρνηση του Ζελένσκι, θα επιφέρει μια διαρκή κατάπαυση του πυρός, και δεν θα καταπατά μονίμως την ανεξαρτησία, την κυριαρχία, και την αυτονομία της Ουκρανίας (όπως ορίζει το Κίεβο τους όρους αυτούς) μπορεί να είναι εφικτή. Όσο άδικο κι αν θα ήταν, είναι προτιμότερη από όλες τις πραγματικές εναλλακτικές.
Ο πόλεμος έχει καταστήσει αστήρικτη την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Ο Πούτιν επιδιώκει φιλοδοξίες που η ρωσική οικονομία και η ρωσική πολιτεία δεν θα μπορέσουν να πραγματοποιήσουν. Μολονότι ο Πούτιν δεν θα μεταβάλλει θεμελιωδώς τους υπολογισμούς του, η Ρωσία δεν μπορεί να ξεφύγει από το γεγονός ότι οι στόχοι της ξεπερνούν τα μέσα που διαθέτει. Κάποια στιγμή, ο Πούτιν θα συναντήσει το πολιτικό Βατερλό του, ως αποτέλεσμα αυτού του πολέμου. Και όταν οι συνέπειες της υπέρβασής του φτάσουν στη Μόσχα και ο δικτάτορας αναχωρήσει [5], η ευκαιρία της Ουκρανίας για μια ειρήνη που θα είναι κάτι παραπάνω από προσωρινή μπορεί επιτέλους να φανεί.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-01-27/putin-doctrine
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-02-18/what-if-russi...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-04/what-if-russi...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2022-03-18/dangers-pu...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-03-02/be...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-02-18/what-if-russi...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-04/what-if-russi...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2022-03-18/dangers-pu...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-03-02/be...
Στα αγγλικά:
* Η LIANA FIX είναι εσωτερική συνεργάτις στο German Marshall Fund στην Ουάσιγκτον.
* Ο MICHAEL KIMMAGE είναι καθηγητής Ιστορίας στο Catholic University of America και επισκέπτης συνεργάτης στο German Marshall Fund. Από το 2014 έως το 2016 υπηρέτησε στο προσωπικό του Σχεδιασμού Πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, όπου κατείχε το χαρτοφυλάκιο της Ρωσίας / Ουκρανίας.
https://www.foreignaffairs.gr/articles/73619/liana-fix-kai-michael-kimmage/ti-tha-ginei-an-i-rosia-kanei-mia-symfonia?
24/03/2022
* * *
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν συμφωνούν πάντοτε με τις απόψεις που διατυπώνονται στα εκάστοτε - χάριν ενημερώσεως και προβληματισμού - αναρτώμενα κείμενα τρίτων. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στα κείμενα των αναρτήσεων εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που τις διατυπώνουν.