Τεράστια τα ρίσκα της επίσκεψης Πελόζι στην Ταϊβάν.

 




Τεράστια τα ρίσκα της επίσκεψης Πελόζι στην Ταϊβάν.


Μια δεύτερη, περισσότερο απρόβλεπτη "Ουκρανία" στη Νότια Σινική Θάλασσα; Η προαναγγελθείσα, καίτοι εκτός του αρχικού προγράμματος της ασιατικής της περιοδείας, προσγείωση σήμερα στις 17.30 (ώρα Ελλάδος) της προέδρου της ομοσπονδιακής Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν έχει εκρηκτική δυναμική, καθώς το Πεκίνο έχει προειδοποιήσει πως οι ένοπλες δυνάμεις του "δεν θα μείνουν απαθείς" μπροστά σε ό,τι η κινεζική πλευρά θεωρεί μείζονα πρόκληση και ανάμιξη στα εσωτερικά της.

Το ότι η τρίτη στην ιεραρχία του αμερικανικού κράτους επιθυμεί να επισκεφθεί την Ταϊβάν και μάλιστα με στρατιωτικό αεροσκάφος δοκιμάζει τα αντανακλαστικά της Λαϊκής Δημοκρατίας, εφόσον η de facto αποσχισθείσα από το 1949 νήσος θεωρείται τμήμα της "Μίας Κίνας” και κάθε υψηλού επιπέδου επαφή με την ταϊβανική πλευρά αποτελεί οιονεί αναγνώριση της διακριτής υπόστασής της και ενθάρρυνση των εθνικιστικών δυνάμεων που επιδιώκουν επίσημη ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της.

Την αρχή της "Μίας Κίνας” έχουν μάλιστα αναγνωρίσει και οι ίδιες οι ΗΠΑ, με τρεις κοινές σινο-αμερικανικές διακηρύξεις μετά το 1971, οπότε συγκατατέθηκαν στην κατάληψη της έδρας της Κίνας στον ΟΗΕ από τη Λαϊκή Δημοκρατία ως μόνο νόμιμο διεθνές υποκείμενο.

Την πρωτοβουλία της Πελόζι καθιστά ακόμη πιο προβληματική το γεγονός ότι δεν την επικροτεί ο Λευκός Οίκος, μολονότι παράλληλα αναγνωρίζει το δικαίωμα της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων να την πραγματοποιήσει. Άλλωστε, μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, και ενώ είχε ήδη προκύψει η εμπλοκή με την πιθανή επίσκεψη Πελόζι στην Ταϊβάν, ο Τζο Μπάιντεν είχε μακρά και "ειλικρινή" τηλεφωνική επικοινωνία, την πέμπτη της προεδρικής θητείας του, με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπινγκ. Η προειδοποίηση του τελευταίου ότι "όσοι παίζουν με τη φωτιά θα καούν από αυτήν" ήταν και το μήνυμα του Πεκίνου ότι εναπόκειται στην αμερικανική πλευρά να επιλέξει την κλιμάκωση ή μη της παρούσας κρίσης.
Αμφισημία

Η διγλωσσία της Ουάσιγκτον, είτε αποτελεί προϊόν ενός παιχνιδιού κατανομής ρόλων είτε προκύπτει από αυθεντική αδυναμία συντονισμού των φορέων της εξουσίας στις ΗΠΑ, πολλαπλασιάζει τα ρίσκα, αλλά και τα μέτωπα των γεωπολιτικών εντάσεων, σε μιαν ιδιόμορφη "φυγή προς τα εμπρός".

Την ώρα που η αντιπαράθεση με τη Ρωσία επί ουκρανικού εδάφους βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, κατά τρόπο που δεν επαληθεύει τους σχεδιασμούς της Δύσης, μια ισχυρή πτέρυγα της αμερικανικής πολιτικής ελίτ κρίνει σκόπιμη την όξυνση των εντάσεων και με την Κίνα. Συγκρινόμενη δε με το χρονικό βάθος της ουκρανικής κρίσης, η επιλογή αυτή παρουσιάζει χαρακτηριστικά σχεδόν αυτοσχεδιαστικά.

Το παράδοξο αποτέλεσμα είναι η 82χρονη Καλιφορνέζα ηγέτιδα των Δημοκρατικών να υλοποιεί μια πολιτική που (όπως και στην περίπτωση της Μέσης Ανατολής, εν μέσω της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων με το Ιράν) "αντιγράφει" αυτήν της κυβέρνησης Τραμπ και μάλιστα πλειοδοτώντας. Δεν είναι τυχαίο ότι σειρά στελεχών της προηγούμενης αμερικανικής κυβέρνησης (οι πρώην υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας, Μάικλ Πομπέο και Μαρκ Έσπερ, ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζον Μπόλτον κ.ά.) ενθαρρύνουν και συγχαίρουν την Πελόζι, αν και ο ίδιος ο Τραμπ την καταγγέλλει.

Στο επίκεντρο του σκεπτικού τους βρίσκεται η ανάγκη απαλλαγής από το δόγμα της "στρατηγικής αμφισημίας", ήτοι της διατήρησης ασάφειας ως προς τον βαθμό στον οποίο οι ΗΠΑ προτίθενται να εμπλακούν στρατιωτικά στην υπεράσπιση της Ταϊβάν, σε περίπτωση που το Πεκίνο επιχειρήσει να υλοποιήσει τον στόχο της "στρατιωτικής επανένωσης" δια της βίας.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, η κινεζική στρατηγική επικεντρώνεται περισσότερο στην σταδιακή απορρόφηση της Ταϊβάν με οικονομικά μέσα, όπως φανερώνει και η πρόσφατη θέσπιση κινήτρων για τους κατοίκους της νήσου που επιθυμούν να εργασθούν στην ηπειρωτική χώρα. Εναρμονίζεται άλλωστε κάτι τέτοιο με το δόγμα της "ειρηνικής ανάδυσης" του ασιατικού γίγαντα, χωρίς εμπλοκή σε αχρείαστες (ή απλώς πρόωρες) γεωπολιτικές εντάσεις.

Τούτο όμως δεν αναιρεί, ιδίως στους καιρούς του Σι Τζινπινγκ, ο οποίος επενδύει στην έξαρση του εθνικού αισθήματος, την "κόκκινη γραμμή” που θα αποτελέσει οποιαδήποτε κίνηση της Ταϊβάν προς την ανεξαρτητοποίηση και τη διεθνή αναγνώριση. Αρκεί και μόνο να διαβάσει κανείς Κινέζους σχολιαστές που ζητούν ανάσχεση ή και κατάρριψη του αεροσκάφους της Πελόζι για να αντιληφθεί το μέγεθος της κινεζικής οργής.

Η κινεζική ηγεσία καλείται να επιδείξει την ευφυϊα που θα της επιτρέψει να προσπεράσει την παρούσα κρίση χωρίς να ταπεινωθεί, αλλά και χωρίς να πέσει στην παγίδα της κλιμάκωσης. Να διατηρήσει δηλαδή την ανάδυση της Κίνας ειρηνική, την ώρα που οι ανταγωνιστές δεν έχουν την υπομονή να την παρακολουθούν χωρίς "επιτάχυνση" των εξελίξεων σε απρόβλεπτη κατεύθυνση.

KΩΣΤΑΣ ΡΑΠΤΗΣ

https://www.capital.gr/

2/8/2022