Τουρκοκρατία & Ελληνικός Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας. ΚΕΙΜΕΝΑ (3ο)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Τα επίκαιρα διδάγματα της Εθνικής Επανάστασης του 1821.
(2) Εμείς και το 1821.
(3) Ο πατριωτισμός ως αίσθημα.
(4)  25η Μαρτίου: 1821 και 2019.
(5) «Ο Έλλην είναι ανεξάρτητος».
Ελευθερία και πολιτεία στην Ελληνική Επανάσταση, μέρος Α.
(6) Το διακύβευμα της Ελληνικής επανάστασης στην ιστορική διαχρονία.
Τελικά ποιο ήταν το νόημα και τι καταφέραμε;
(7) Τα κλέφτικα τραγούδια σαν «στρατιωτικές εφημερίδες». 
(8) Βασιλικά 1821: Πρησμένο το χέρι από την σφαγή των Τούρκων…
(9)  Η ναυμαχία του Ναβαρίνου. 
(10) Τι έγιναν οι μουσουλμάνοι στην Ελλάδα μετά το 1821;
Άγνωστες πτυχές της Ιστορίας.
(11)  Από το σκλαβοπάζαρο των Τούρκων με αγάπη.
«Η Ελληνίδα Σκλάβα» του Hiram Powers.
 (12) Βασίλης Κρεμμυδάς: «Δεν την ξέρουμε ουσιαστικά 
την Επανάσταση του 1821». 
 
1.
Τα επίκαιρα διδάγματα της Εθνικής Επανάστασης του 1821.

Η Ελληνική Εθνική Επανάσταση το 1821ως ιστορικό γεγονός-ορόσημο με διεθνείς προεκτάσεις, αποτελεί ένα παλίμψηστο (περγαμηνή)όπου το κάθε υπόστρωμα αναδεικνύει μια πληθώρα στρατηγημάτων, πολεμικών τακτικών, πολιτικών διεργασιών, οικονομικών πτυχών και ψυχολογικών παραγόντων που επέδρασαν καταλυτικά στην ευόδωση του Αγώνα της Εθνικής Ανεξαρτησίας, γεγονός που συνίστατο στην απελευθέρωση ολόκληρου του υπόδουλου Ελληνισμού και των πατρογονικών εστιών του, ήτοι των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η τελεσφόρος διεξαγωγή –έστω και τμηματική και ανολοκλήρωτη- του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας ήρθε ως αποτέλεσμα καθοριστικών παραγόντων -που δεν απαντώνται στην πλειάδα των πρότερων απελευθερωτικών αποπειρών του Ελληνικού Έθνους που λάμβαναν χώρα αδιαλείπτως από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και εντεύθεν.

Ανατρέχοντας σ' αυτούς τους καθοριστικούς παράγοντες δύναται αφενός να εξαχθούν πολύτιμα συμπεράσματα για τα αίτια της επιτυχούς (έστω και αν δεν ολοκλήρωσε τον αρχικό στόχο) έκβασης της Επανάστασης του 21 και αφετέρου να αποπειραθεί η ανάδειξη των διδαγμάτων που απορρέουν από την Εθνική Παλιγγενεσία ,τα οποία καθίστανται επίκαιρα και συνεπώς οδηγός για το μέλλον του ελληνικού κράτους.

Η Ελληνική Επανάσταση το 1821 πέτυχε καθώς υπήρξε η σφριγηλή δημογραφική εξάπλωση του έθνους, η πνευματική προετοιμασία και ωρίμανση του υπόδουλου γένους και η πάνδημη αφοσίωση στον εθνικό στόχο, αποτέλεσμα των άοκνων προετοιμασιών της Φιλικής Εταιρείας, γεγονός που συνοψίζεται στην φράση «Ελευθερία ή Θάνατος» παραπέμποντας στην στρατηγική κουλτούρα της επιβίωσης ως μοναδική στρατηγική επιλογή ενός ελεύθερου και ανεξάρτητου έθνους και κατ’ επέκταση ενός ανεξάρτητου κράτους.

Αν και ο παραλληλισμός και η σύγκριση με την σημερινή κατάσταση φαντάζει κάπως αδόκιμος, καθώς είναι τελείως διαφορετικές οι συνθήκες και η στρατηγική κουλτούρα ενός συλλογικού υποκειμένου (έθνος)όταν διεξάγει απελευθερωτικό αγώνα επιβίωσης με την στρατηγική κουλτούρα ενός συλλογικού υποκειμένου (έθνους- κράτους) βρισκόμενο εν καιρώ ειρήνης, εντούτοις το σύγχρονο ελληνικό κράτος σε καθεστώς δημογραφικής απίσχνανσης, αντιμετωπίζει μία παραδοσιακή απειλή ασφάλειας εξ Ανατολών-την νέο-οθωμανική Τουρκία, ενώ αποτελεί ταυτόχρονα τον αποδέκτη πολλαπλών απειλών ασύμμετρης υφής, στο λυκαυγές της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα.

Υπ’ αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό κράτος παρουσιάζει έντονα συμπτώματα παρακμής και αποδρομής σε στρατηγικό επίπεδο, καθώς απουσιάζει αφενός η εγρήγορση που κινεί ένα συλλογικό υποκείμενο προς τα εμπρός, αφετέρου η διεκδικητική διάθεση για τα εθνικά δίκαια, ενώ η κυριαρχούσα στρατηγική κουλτούρα προσιδιάζει σε μικρό κρατίδιο το οποίο εναποθέτει τις ελπίδες του για επιβίωση στις Μεγάλες Δυνάμεις.

Θα πρέπει λοιπόν να τεθεί ένα εθνικό σχέδιο ανάτασης και επανεκκίνησης του Ελληνισμού,εστιάζοντας στην επίλυση της δημογραφικής «Δαμοκλείου Σπάθης» που επικρέμεται και απειλεί την μελλοντική του ύπαρξη του έθνους συνεπώς και του κράτους, επενδύοντας παράλληλα στην γνώση και εμπέδωση της αναλλοίωτης αξίας και συμβολής του ελληνικού παραδείγματος στην παγκόσμια ιστορία και στον παγκόσμιο πολιτισμό μέσω της παιδείας της αριστείας, των εθνικών και παναθρώπινων προταγμάτων.

Ακολούθως το ελληνικό κράτος θα πρέπει να κινηθεί στην λογική της συσσώρευσης ισχύος τόσο της «σκληρής» όσο και της «ήπιας», εκμεταλλευόμενο την αξία του ανθρώπινου δυναμικού του και του τεράστιου παγκόσμιου brand που φέρει.

Ένα επιπρόσθετο δίδαγμα που προκύπτει από την Ελληνική Επανάσταση αφορά την στοχοθεσία και στοχοπροσήλωση στο εθνικό επίπεδο. Οι υπόδουλοι Έλληνες γνώριζαν το διακύβευμα ,έδωσαν τα πάντα για την επίτευξη του εθνικού στόχου, ενωμένοι και αποφασισμένοι. Όταν παρέκκλιναν του στόχου εξαιτίας των εσωτερικών διχασμών μετά τα δύο πρώτα επιτυχή χρόνια, η Επανάσταση κινδύνευσε με ολοκληρωτική αποτυχία.

Στο σύγχρονο ελληνικό κράτος απουσιάζει ο στρατηγικός σχεδιασμός, ενώ δεν υπάρχει καν η ιεράρχηση των εθνικών συμφερόντων γεγονός ανήκουστο για ένα κράτος που συγκαταλέγεται μεταξύ των κομβικών κρατών σε περιφερειακό επίπεδο. Παράλληλα στην χώρα ευδοκιμεί μια κουλτούρα διχασμού κυρίως στο πλαίσιο των ελίτ που αποπροσανατολίζει δημιουργώντας συνθήκες υιοθέτησης ανερμάτιστων πολιτικών.

Κυρίως όμως ελάχιστες μειοψηφίες εμφορούμενες από ιδεοληψίες στερεότυπα και εθνομηδενιστικές αντιλήψεις λειτουργούν ως «Δούρειος Ίππος» στην εθνική προσπάθεια, αποσταθεροποιώντας την εσωτερική συνοχή, εκπέμποντας τοιουτοτρόπως μηνύματα αδυναμίας και φθίνουσας δυναμικής σε περιφερειακούς ανταγωνιστές.

Θα πρέπει συνεπώς η χώρα να αποκτήσει επιτέλους σύγχρονες θεσμικές δομές εθνικής ασφάλειας (NationalSecurityStructures) που θα απαντούν στις σύγχρονες πολυδιάστατες προκλήσεις και απειλές, με την ενθάρρυνση, την συναίνεση και την νομιμοποίηση τόσο των πολιτικών στρατιωτικών και οικονομικών ελίτ όσο και του ελληνικού λαού στο σύνολό του. Παράλληλα οι φορείς του εθνομηδενισμού θα πρέπει να απομονωθούν πολιτικά στο πλαίσιο μιας κοινωνίας της γνώσης του δικαίου και της ανάδειξης των ποιοτικών πλεονεκτημάτων της.

Μία από τις πιο σημαντικές πτυχές της Επανάστασης του 1821 που πρέπει να αποτελέσει φάρο για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής στρατηγικής αποτροπής έναντι της αναθεωρητικής Τουρκίας έγκειται στην αντιμετώπιση της ασυμμετρίας ισχύος μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών, ήτοι του υπόδουλου γένους και της αχανούς Οθωμανικής αυτοκρατορίας που εκτεινόταν ως τον Περσικό Κόλπο.

Οι Έλληνες εκτός από απαράμιλλο ηρωισμό, σθένος, καρτερία και επιμονή, κατέβαλλαν τον πολυπληθέστερο και τεχνολογικά αρτιότερο αντίπαλό τους εξαιτίας συγκεκριμένων παραγόντων, ήτοι αφενός του ορθού στρατηγικού σχεδιασμού χτυπώντας τα νευραλγικά σημεία της οθωμανικής διοίκησης, της υιοθέτησης ασύμμετρων επιχειρησιακών τακτικών σε ξηρά και θάλασσα, αφαιρώντας τα τακτικά πλεονεκτήματα του τακτικού τουρκικού στρατού και ναυτικού, αφετέρου στην εξαίρετη και αδιάκοπη διπλωματική δράση που απέτρεψε την απομόνωση και την οριστική καταδίκη της Επανάστασης. Παράλληλα η ευνοϊκή διεθνής συγκυρία και η εσωτερική αποδιοργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες ευόδωσης της Επανάστασης.

Πιο συγκεκριμένα τον ορθό στρατηγικό σχεδιασμό τόσο σε επιτελικό όσο και σε τακτικό επίπεδο εξασφάλισε η στρατιωτική ιδιοφυΐα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος εξαρχής στόχευσε το κέντρο βάρους της οθωμανικής διοίκησης στην Πελοπόννησο την Τριπολιτσά. Σε τακτικό επίπεδο τόσο εναντίον των τεράστιων στρατιών του Δράμαλη και του Ιμπραήμ εφήρμοσε τις επιχειρησιακές αρχές του Φάβιου Μάξιμου που στην τότε εκδοχή τους τις εφήρμοσε ο Ρώσος Στρατηγός Κουτούζωφ έναντι του Ναπολέοντα.

Παράλληλα η αναπτυγμένη ελληνική ναυτοσύνη προεξαρχόντων των ηγητόρων Μιαούλη Κανάρη κατάφερε μέσω ασύμμετρων πληγμάτων να περιορίσει σημαντικά την δράση του τουρκικού στόλου, ενώ η άοκνη διπλωματική προσπάθεια του Ιωάννη Καποδίστρια από την θέση του Υπουργού Εξωτερικών του Τσάρου πέτυχε τη διεθνή νομιμοποίηση του ελληνικού κράτους, εκμεταλλευόμενος με υποδειγματικό τρόπο τις συγκυρίες, τις περιστάσεις, τα αντικρουόμενα συμφέροντα και ανατρέποντας με επιτυχείς ελιγμούς προηγούμενες δυσμενείς αποφάσεις.

Ταυτόχρονα η ευνοϊκή διεθνής συγκυρία, η οποία συνίσταται στην αποτροπή εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων της ισχυροποίησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπό τον Ιμπραήμ και τον Μωχάμετ Άλυ και την αλλαγή των ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο οδήγησε στην Ναυμαχία του Ναυαρίνου. Παράλληλα η εσωτερική αποδιοργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η εμπλοκή σε πολλαπλά μέτωπα στέρησε από τον Σουλτάνο την μεταφορά μεγάλων σουλτανικών δυνάμεων για την κατάπνιξη της Επανάστασης ειδικά τον πρώτο χρόνο του Πολέμου.

Ποια πολύτιμα διδάγματα μπορούν να εξαχθούν από τα ανωτέρω;

1) Η Εθνική Στρατηγική με έμφαση στην Αποτροπή θα πρέπει να στοχεύει στο πλαίσιο της τιμωρίας (punishment) τα κέντρα διοίκησης και ελέγχου των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων επενδύοντας στην λογική ενός συντριπτικού πλήγματος ενισχύοντας την αξιοπιστία της.

2) Η Ελλάδα στο πλαίσιο της σύγχρονης Αποτροπής επιβάλλεται να επενδύσει τόσο στην εσωτερική εξισορρόπηση (Ίσχυρές Ένοπλες Δυνάμεις) όσο και στην ταυτόχρονη εξωτερική εξισορρόπηση (Σύναψη νέων και εμβάθυνση παλαιών Συμμαχιών) για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής. Ειδικά ως προς την εσωτερική εξισορρόπηση επιβάλλεται να επενδύσει στην απόκτηση ασύμμετρου πλεονεκτήματος έναντι των τουρκικών ΕΔ και στα 5 πολεμικά πεδία (Ξηρά Θάλασσα Αέρας Διάστημα Κυβερνοχώρος) δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην θαλάσσια ισχύ και στον Κυβερνοχώρο.

3) Η Ελληνική Διπλωματία στο πλαίσιο της ανέλιξης της χώρας στον διεθνή καταμερισμό ισχύος οφείλει να κινείται στην κατεύθυνση δημιουργίας προϋποθέσεων διπλωματικής νίκης και όχι βέλτιστης διαχείρισης διπλωματικών ηττών. Το έργο της καθίσταται ολοένα και πιο σημαντικό στον 21ο αιώνα καθώς μια πλειάδα νεότευκτων πεδίων και εργαλείων προστίθενται στην φαρέτρα του «οπλοστασίου» της.

4) Η δημιουργία νέων θεσμικών δομών Εθνικής Ασφάλειας οφείλει να επενδύσει στην εξέταση των διεθνών και περιφερειακών συνθηκών, στην ανάλυση και εκτίμηση κινδύνων και απειλών αξιοποιώντας την έγκαιρη ανάγνωση του διεθνούς και περιφερειακού περιβάλλοντος για ανάληψη πρωτοβουλιών ενίσχυσης της χώρας στην διεθνή κονίστρα.

Σχεδόν δύο αιώνες μετά την μεγαλειώδη Εθνική Επανάσταση το 1821, το ελληνικό έθνος και κατ' επέκταση το ελληνικό κράτος βρίσκεται στην κρισιμότερη φάση της σύγχρονης ιστορίας του. Σ έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο επιβάλλεται να θέσει τις προϋποθέσεις ανάδειξης των συγκριτικών του πλεονεκτημάτων και να αποτελέσει πόλο έλξης για τις νεώτερες και τις μελλοντικές γενεές όπως το οραματίστηκαν οι ένδοξοι πρόγονοί μας το 1821.

Τα διδάγματα της Επανάστασης του 1821 παραμένουν πιο επίκαιρα σήμερα από ποτέ. Η φράση του Εθνικού μας Ποιητή Κωστή Παλαμά συνοψίζει πάντα το εθνικό χρέος των Ελλήνων: «Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του 21».

  Κων/νος Λαμπρόπουλος,
Ιστορικός και Στρατηγικός Αναλυτής, 
Εταίρος του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης.

 25 Μαρτίου 2019 



2.
Εμείς και το 1821.

Σχεδόν δύο αιώνες μετά την έναρξη της γενέθλιας πράξης του νεοελληνικού κράτους, η Επανάσταση του 1821, το κορυφαίο αυτό ιστορικό γεγονός της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, δεν αποτιμάται στο εύρος που του αρμόζει και, ας μου επιτραπεί η έμφαση, αποτελεί σε πολλά σημεία της, μία άγνωστη ιστορική περίοδο που καλύπτεται κυρίως κάτω από την εθνεγερτική του διάσταση, την εστίαση στους βασικούς πρωταγωνιστές της εποχής και κυρίως τις πολεμικές επιχειρήσεις που έπαιξαν κομβικό ρόλο στην ανεξαρτητοποίηση.

Το 21 όμως είναι κάτι πιο βαθύ.

Αν κάποιος προσπαθήσει να «βουτήξει» σε βάθος στην ιστορία, να επιχειρήσει να «σηκώσει το χαλί», να προσεγγίσει με μια πιο διεισδυτική ματιά τα όσα διαδραματίστηκαν την εποχή εκείνη, να διαβάσει αρχεία και πηγές που παραμένουν σε συρτάρια και κυρίως να σκύψει πάνω από τις αντιφάσεις του και τις δομές του, θα βρεθεί μπροστά σε ένα διαφορετικό, άγνωστο αλλά και πολύ ενδιαφέρον ‘21. Που δεν είναι τελικά τόσο μυθικό όπως το φαντάστηκαν οι ποιητές και οι λογοτέχνες, αλλά πιο γήινο, πιο φυσικό και πιο «ίδιο» με εμάς.

Γιατί στην δεκαετία από την έναρξη της επανάστασης μέχρι το 1831 συνυπάρχουν βασικά συστατικά τα οποία αποτελούν δομικά στοιχεία της εθνικής ταυτότητας μέχρι σήμερα. Θετικά και αρνητικά.

Τι ήταν λοιπόν η 25η Μαρτίου 1821;

Ενας εθνικός αγώνας από αμόρφωτους αλλά γενναίους καπεταναίους, όπως θέλει η συντηρητική οπτική στην ιστοριογραφία που προτάσσει πάντα το εθνικό έναντι όλων;

Μήπως μία μίξη ελληνόφωνων, σλαβόφωνων και αρβανιτόφωνων που ενώθηκαν έναντι μια αυταρχικής καταρρέουσας αυτοκρατορίας με «κοινωνικά» κριτήρια, όπως προτάσσει τα τελευταία χρόνια η «αιρετική» οπτική της επανάστασης;

Είναι μήπως οι παγκοσμιοποιημένοι και κοσμοπολίτες Ελληνες της διασποράς του εμπορίου, της ναυτιλίας, των γραμμάτων και της διανόησης που έβαλαν την κρίσιμη «πλάτη» αλλά και τα κεφάλαια για την ευτυχή ευόδωση του αγώνα;

Ή μήπως είναι οι προοδευτικοί Φαναριώτες και οι ξένες δυνάμεις που μπήκαν εγγυητές και οδήγησαν στο εμβληματικό Ναυαρίνο;

Μήπως τέλος, είναι οι εμφύλιοι σπαραγμοί που λίγο μετά το ‘21 λίγο έλειψε να τα τινάξουν όλα στον αέρα;

Η απάντηση είναι πως είναι όλα αυτά μαζί.
Και αν θέλουμε να μάθουμε πραγματικά κάτι από την 25η Μαρτίου δεν πρέπει να πετάξουμε τίποτα.

Το 1821 έχει να μας προσφέρει όλα εκείνα που πρέπει να δούμε κατάματα αλλά δεν θέλουμε να το κάνουμε εδώ και δύο αιώνες. Είναι η συμπύκνωση της ταυτότητας μας.

Γιατί πράγματι η επανάσταση του 1821 έχει στοιχεία πανεθνικά, κοινωνικά, πολιτικά και ευρωπαϊκά.

Εθνικά γιατί το έθνος των Ελλήνων απέκτησε υπόσταση και από χώρος έγινε χώρα. Για να ενσαρκωθεί αυτή η διαδικασία πρέπει να προϋπάρχει η εθνική συνείδηση. Η συμμετοχή των Ελλήνων της διασποράς στο εγχείρημα αποτελεί κομβικό σημείο και δείχνει τον πανεθνικό χαρακτήρα.

Την ίδια ώρα τα πολιτικά του χαρακτηριστικά έντονα, περνούν λανθασμένα σε δεύτερη μοίρα. Γιατι το ‘21 πιο πολύ πέτυχε πολιτικά παρά στρατιωτικά. Τα συντάγματα της εποχής υπήρξαν πρότυπο ακόμα και για την ανεπτυγμένη Δύση. Φιλελεύθερα και προοδευτικά, διαπνέονται από τον άνεμο Διαφωτισμού, Δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αποτελούν τη βάση του μετέπειτα κοινοβουλευτισμού.

Κοινωνικά γιατί οι διχασμοί μεταξύ των πρωταγωνιστών, που οδήγησαν στον τραγικό εμφύλιο του 1823-25, αποτελούν μία ισχυρή ένδειξη εθνικής κουλτούρας, απέναντι στην οποία εθελοτυφλούμε και δεν βρίσκουμε το αντίδοτο ακόμα και 200 χρόνια μετά.

Τα ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά της αναμφισβήτητα. Η συνεργασία με τις ξένες δυνάμεις άφησε πίσω την λογική κάποιας «ελέω θεού» αντιπαλότητας, αλλά έγινε στην εκλογίκευση του κοινού συμφέροντος. Και πέτυχε πλήρως εναρμονισμένη με τα μεγάλα ρεύματα της εποχής. Ουσιαστικά η Ελλάδα από τότε ανήκει στην Δύση, πολύ πριν το πει ο Καραμανλής.

Το 1821 είναι ένα μίξερ μέσα στο οποίο μπήκαν μαζί όλες οι ελληνικές αρετές και παθογένειες. Αλλά έγινε κάτι σπάνιο: πέτυχε τελικά η δοσολογία και ο στόχος επετεύχθη.

Ενόψει των 200 ετών οφείλουμε να ανοίξουμε ξανά την συζήτηση, ειλικρινά και με θάρρος να μελετήσουμε όλες τις πλευρές, μήπως ξαναβρούμε την σωστή δοσολογία.

Όσο εστιάζουμε μόνο στις ηρωικές μάχες ή μόνο στον εμφύλιο, ταυτοτικά και τα δύο στοιχεία της χώρας, πάλι θα ρίχνουμε λάθος δοσολογίες στο μίξερ και η συνταγή δεν θα πετυχαίνει. Το είδαμε πολλές φορές από τότε.

Ενόψει του 2021, της επετείου των 200 ετών, το 1821 μπορεί να μας προσφέρει έναν σπουδαίο ιστορικό πλούτο ενισχύοντας την εθνική μας αυτογνωσία και επαναπροσδιορίζοντας το εθνικό μας αφήγημα μέσα σε ένα πολύ δύσκολο και ευμετάβλητο διεθνές περιβάλλον.

Αξίζει να το κάνουμε.


25/3/2019

  Ευγένιος Ντελακρουά: «O Mπότσαρης αιφνιδιάζει το στρατόπεδο των Tούρκων 
κατά την ανατολή του ηλίου».

3.
Ο πατριωτισμός ως αίσθημα. 

Ο αείμνηστος Αμερικανός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτι παρατηρεί εύστοχα ότι η «εθνική υπερηφάνεια είναι για τις χώρες ό,τι είναι ο αυτο-σεβασμός για τα άτομα: μια αναγκαία συνθήκη για αυτο-βελτίωση». Ο συναισθηματικός δεσμός με τη χώρα σου είναι απαραίτητος, υποστηρίζει, προκειμένου να είναι γόνιμη η πολιτική διαβούλευση.

Με άλλα λόγια, για να βουλεύεται γόνιμα μια οργανωμένη πολιτική κοινότητα πρέπει οι πολίτες της να νιώθουν ότι ανήκουν σε αυτήν. Γιατί άραγε;

Μια πρώτη απάντηση είναι ότι οι άνθρωποι δεν είναι υπολογιστικές μηχανές, ούτε αλγόριθμοι. Δεν μπορούμε να μετάσχουμε γόνιμα –παραγωγικά, ευφάνταστα– σε κάτι αν δεν νιώθουμε ότι έχει σημασία για εμάς. Οπως δεν θα ασκήσεις καλά ένα επάγγελμα εάν δεν ενστερνισθείς βιωματικά τις αξίες του, έτσι δεν θα διαβουλευθείς γόνιμα για τη χώρα σου εάν δεν την αγαπάς. Ο περί κοινών λόγος διαμορφώνεται από το περί κοινών πάθος.

Μια δεύτερη απάντηση είναι ότι δίχως τον πατριωτισμό δύσκολα ανθεί η δημοκρατία. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία προϋποθέτει τον «δήμο» – μια αυτοκυβερνώμενη πολιτική οντότητα, τα μέλη της οποίας βιώνουν το αίσθημα του συνανήκειν. Στο μέτρο που η δημοκρατία εκτοπίζει παραδοσιακές ιεραρχίες και υπερκεράζει επιμέρους ταυτότητες (π.χ. θρησκευτικές, εθνοτικές, φυλετικές κ.λπ.), αναδεικνύει την ατομική συμμετοχή στα κοινά, η οποία, με τη σειρά της, για να επισυμβεί, απαιτεί την κινητοποίηση των πολιτών εφόσον αισθάνονται ότι μοιράζονται μια κοινή καταγωγή και μοίρα. Μόνο αν βιώνεις τη δημοκρατική πολιτεία ως ένα κοινό έργο που σε αφορά, θέλεις να συμμετάσχεις ενεργά στην πραγμάτωσή του.

Το αίσθημα του συνανήκειν

Αν τα μέλη της δημοκρατικής πολιτείας τα ενώνει μόνο το κοινό συμφέρον, ο συνεταιρισμός τους δεν θα έχει διάρκεια – δεν θα καταστεί κοινωνία (μετοχή στον κοινό λόγο). Χρειάζεται μια ισχυρότερη συγκολλητική ουσία για κάτι τέτοιο – μια κοινή ταυτότητα. Αν δεν οικοδομηθεί το αίσθημα του συνανήκειν, όπως λ.χ. συνέβη με το σχίσμα μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην Κυπριακή Δημοκρατία, τη δεκαετία του 1960, είναι δύσκολο να συσταθεί ένας «δήμος» στο όνομα του οποίου θα ασκηθεί αποτελεσματικά και νομιμοποιημένα η δημοκρατική διακυβέρνηση.

Η δημιουργία του έθνους-κράτους και η ραγδαία εξάπλωσή του από τον 19ο αιώνα και μετά καθιέρωσε την κοινή εθνική ταυτότητα ως τη βάση της δημοκρατικής διακυβέρνησης: το έθνος είναι ο κορμός του «δήμου» στο όνομα του οποίου ασκείται η διακυβέρνηση. Από τη στιγμή που δημιουργείται, το έθνος-κράτος, μέσω των εκπαιδευτικών-πολιτιστικών θεσμών του, αναζητεί μια κοινή αφήγηση – επιμελείται τα ιστορικά γεγονότα με τρόπο που υπογραμμίζει την κοινή καταγωγή, κοινά έθιμα, κοινή αντίληψη ζωής. Το έθνος-κράτος έχει ανάγκη να φανταστεί το παρελθόν του για να συνεχίσει συντεταγμένα την πορεία του στο μέλλον.

Η κοινή αφήγηση δημιουργεί ή/και εντείνει το αίσθημα του συνανήκειν, το οποίο καθιστά εφικτή την ανάληψη αμοιβαίων δεσμεύσεων – τόσο μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, όσο και μεταξύ των πολιτών. Δίχως τον συναισθηματικό δεσμό μεταξύ αγνώστων πολιτών, που παρέχει η αίσθηση κοινής ταυτότητας, δεν μπορούν να αναληφθούν αμοιβαίες υποχρεώσεις. Το σύγχρονο προνοιακό κράτος δημιουργήθηκε ακριβώς στο μέτρο που αναπτύχθηκε το αίσθημα της αλληλεγγύης μεταξύ αγνώστων, πλην ομοεθνών πολιτών. Χωρίς αυτό το συναισθηματικό υπόστρωμα είναι αδιανόητη η αναδιανεμητική οικονομική πολιτική.

Για τους κυνικούς (ακριβέστερα, γι’ αυτούς που, όπως λέει ο Ρόρτι, αντιμετωπίζουν τον δημόσιο βίο ως «θεατές»), εφόσον η κοινή αφήγηση του έθνους συνιστά ιστορική κατασκευή, είναι αυθαίρετη, άρα κατεδαφιστέα. Για τους ενεργούς πολίτες, όμως, κάθε κατασκευή είναι μεν φαντασιακή (με την έννοια ότι δεν μπορεί να είναι αντικειμενική), αλλά, συγχρόνως, είναι μέρος της διαδικασίας του τι θέλουμε να ελπίζουμε – τι θέλουμε να γίνουμε. Συνδέουμε επινοητικά στο παρόν τις τελείες του παρελθόντος, με τρόπο που θεωρούμε πρόσφορο, προκειμένου να δημιουργήσουμε το μέλλον. Στις σημαντικότερες στιγμές εθνικής εξέγερσης (Επανάσταση του 1821, Εθνική Αντίσταση στη γερμανική κατοχή, απελευθερωτικός αγώνας κατά της αγγλοκρατίας στην Κύπρο) συναντούμε το ίδιο μοτίβο: οι αγωνιστές εντάσσουν τον αγώνα τους σε μιαν ακολουθία εθνικών αγώνων, ανά τους αιώνες, με σκοπό την ελευθερία και την αυτο-κυβέρνηση.

Ο πατριωτισμός είναι πρωτίστως αίσθημα. Μετατρέπεται σε ιδεολογία από τους εμπόρους του αισθήματος, οι οποίοι τον χρησιμοποιούν για να χτίσουν πολιτική σταδιοδρομία. Αγαπάς την πατρίδα σου τόσο φυσιολογικά όσο αγαπάς την οικογένειά σου. Ο συναισθηματικός δεσμός εκλογικεύεται όταν τα άτομα καλούνται να τον εκφράσουν – να μορφοποιήσουν το αίσθημα σε λόγο. Αντίστοιχα με ό,τι συμβαίνει σε μια οικογένεια ή σε έναν οργανισμό, η εκλογίκευση στα έθνη παίρνει τη μορφή της κατασκευής μιας κοινής αφήγησης.

Πολιτική-ηθική πυξίδα

Η κοινή αφήγηση για την πατρίδα λειτουργεί ως πολιτική-ηθική πυξίδα: προσανατολίζει τους πολίτες, καθιστώντας αυτονόητο το αίσθημα της αλληλεγγύης προς άγνωστους άλλους, με τους οποίους μοιραζόμαστε κοινή ιστορική καταγωγή.

Μαθαίνοντας την αλληλεγγύη σε τοπικό επίπεδο, μπορούμε αργότερα να την επεκτείνουμε, όπως παρατηρεί η φιλόσοφος Μάρθα Νουσμπάουμ επικαλούμενη τους Στωικούς, με τη μορφή ομόκεντρων κύκλων, και σε άλλους ανθρώπους οι οποίοι δεν αποτελούν μέλη του στενού εθνικού κύκλου μας.

Ο πατριωτισμός ως αίσθημα δεν αντιστρατεύεται τον κοσμοπολιτισμό. Αντιθέτως, αποτελεί προϋπόθεσή του. Μόνο όταν έχεις μυηθεί στις αξίες μιας συγκεκριμένης παράδοσης μπορεί να εκτιμήσεις καθολικές αξίες (π.χ. δικαιοσύνη, ελευθερία, ευ ζην κ.λπ.).

Εκτός από την υπερηφάνεια, ο πατριωτισμός καλλιεργεί κι ένα άλλο συναίσθημα, το οποίο, αν και αρνητικό, μπορεί να κινητοποιήσει τους πολίτες: την ντροπή για επιμέρους επιλογές στην κοινότητα. Ο πατριώτης ενοχλείται όταν η χώρα του εκλέγει έναν δημαγωγό ηγέτη, ντρέπεται με την ανάρμοστη συμπεριφορά δημοσίων προσώπων, αισθάνεται απέχθεια για τη διαφθορά, ερυθριά με τον διεθνή διασυρμό της χώρας του.

Μόνο όταν ταυτίζεσαι συναισθηματικά με την πατρίδα σου θα νιώσεις και υπερηφάνεια και ντροπή. Και μόνο τότε θα κινητοποιηθείς για τη δημιουργία μιας καλύτερης πατρίδας.

 Χαρίδημος Κ. Τσούκας, 
  καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

24/3/2019

WIKIMEDIA COMMONS 

4.
25η Μαρτίου: 1821 και 2019.

Εκατόν ενενήντα οκτώ χρόνια μετά τον γενικό ξεσηκωμό κατά της οθωμανικής τυραννίας, το σημερινό Ελληνικό κράτος παρουσιάζει συμπτώματα ιστορικής αμνησίας. 

Από το έτος 1838, η έναρξη της Ελληνικής επανάστασης γιορτάζεται την 25η Μαρτίου κάθε χρόνου, ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, συμβολίζοντας την αναγέννηση του Ελληνικού έθνους.

Από την κατάρρευση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την άλωση της Κωνσταντινούπολης (29 Μαΐου 1453), μέχρι τον γενικό ξεσηκωμό του 1821, μεσολάβησαν 368 ολόκληρα χρόνια σκλαβιάς. Σε αυτά τα χρόνια της σκλαβιάς, οι Έλληνες κράτησαν την σπίθα της ορθόδοξης ρωμιοσύνης ολοζώντανη. Πάλεψαν, έδωσαν μάχες, έκαναν επαναστάσεις και τοπικές εξεγέρσεις κατά του οθωμανού δυνάστη - άσχετα αν όλες πνίγηκαν στο αίμα.

Τελευταία και πιο αιματηρή, η επανάσταση του 1821 η οποία ωρίμασε από την αυτοθυσία των αγωνιστών του 1770 (Ορλοφικά), την μεγάλη θυσία του Ρήγα Φεραίου (1798), την δημιουργία της Φιλικής Εταιρίας (1814) αλλά και την άνθηση του Φιλελληνισμού που ξεχύθηκε ορμητικά και εκδηλώθηκε έμπρακτα με πολλές πράξεις ηρωισμού και συμπαράστασης:

«Υπερασπιστείτε την Ελλάδα, διότι σε αυτούς οφείλουμε τα φώτα μας, τις επιστήμες και όλες μας τις αρετές» διακήρυττε ο Γάλλος ιστορικός, συγγραφέας και φιλόσοφος Φρανσουά Μαρί Αρουέ,  ευρύτερα γνωστός με το ψευδώνυμο Βολταίρος (1694 – 1778). Πολιτικοί, τραπεζίτες, στρατιωτικοί, ιστορικοί και πολλοί άλλοι συνθέτουν ένα ατέλειωτο κατάλογο προσωπικοτήτων που συμπαραστάθηκαν στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων θυσιάζοντας ακόμα και την ζωή τους, όπως ο Άγγλος ποιητής Λόρδος Βύρωνας και ο Γερμανός αξιωματικός Κάρολος Νόρμαν στο Μεσολόγγι, οι Ιταλοί Φρανσουά Μπρούνο (γιατρός), Τζουζέππε Ροσαρόλλ (στρατηγός) στο Ναύπλιο, ο επίσης Ιταλός Κόμης Σαντόρε ντι Σανταρόζα στην βραχονησίδα Σφακτηρία της Μεσσηνίας και πολλοί άλλοι.

Αμέτρητοι, διάσημοι ξένοι διανοούμενοι και άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, όπως  οι Γάλλοι Φρανσουά ντε Σατωμπριάν (1768-1848), Βίκτωρας Ουγκό (1802-1885) και Μαξίμ Ρεμπώ (1795-1894), ο Ρώσος Αλεξάντρ Πούσκιν (1799-1837), ο Γερμανός Φρίντριχ Σίλερ (1759-1805), ο Βρετανός Πέρσι Σέλλεϋ (1792-1822) αλλά και πάρα πολλοί άλλοι, εμπνεύστηκαν από την Ελληνική επανάσταση, κάνοντας ευρύτατα γνωστό σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο, τον τιτάνιο αγώνα των Ελλήνων.

Ο αιματηρός Γολγοθάς των Ελλήνων αγωνιστών του 1821, ξεκίνησε από την Μολδοβλαχία και στην συνέχεια απλώθηκε στην Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα, την θάλασσα και την υπόλοιπη Ελλάδα σε μια μακρά διαδρομή με ασήκωτο βάρος αίματος, διαρκή αντίποινα κατά αμάχων, αλλεπάλληλες ανατροπές και μεγάλες διακυμάνσεις.

Διήρκησε -σε πρώτο στάδιο- μέχρι τις 22 Ιανουαρίου 1830 όταν υπεγράφη το «Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας» (μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας), με το οποίο αναγνωρίστηκε η Ελληνική ανεξαρτησία, δηλαδή διακηρύχτηκε η Ελληνική πολιτική ανεξαρτησία και η διπλωματική πράξη ίδρυσης του ελληνικού κράτους με πρωτεύουσα την Αίγινα, σε μια αρχική, περιορισμένη εδαφική έκταση μεταξύ των ποταμών Ασπροπόταμος (Αχελώος) στα δυτικά και Σπερχειός στα βόρεια.

Η ολοκλήρωση όμως της εδαφικής έκτασης της σημερινής Ελλάδος έγινε με ένα ακόμα πιο πολύχρονο, αιματηρό και βασανιστικό Γολγοθά, με πολλές μάχες και αυτοθυσία που θεωρούσε ελάχιστο και αυτονόητο τίμημα τον θάνατο για την πατρίδα.

Κάθε νέα σπιθαμή εθνικού χώρου απαίτησε πάρα πολλά χρόνια αιματηρών αγώνων, απερίγραπτων δυσκολιών και τραγικών θυσιών – Βαλκανικοί πόλεμοι, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Θεσσαλία π.χ. ενσωματώθηκε στην Ελλάδα το 1881, η Σάμος το 1912, η Μακεδονία με τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913, η Κρήτη το 1913, η Λέσβος το 1914, η Θράκη το 1920, η Χίος το 1923, τα Δωδεκάνησα το 1948 κ.ο.κ.ε.

Η 25η Μαρτίου λοιπόν συμβολίζει την μέγιστη τιμή προς τους αγωνιστές που ξεπήδησαν από τα σπλάχνα ενός ανυπόταχτου λαού, κρατώντας αναμμένη και ζωντανή την φλόγα της λευτεριάς, παρά τις σκληρές δοκιμασίες και την σκλαβιά για ολόκληρους αιώνες.

Η σύγχρονη Ελλάδα με πολύ κόπο και μεγάλους αγώνες, ξεπερνώντας Παγκόσμιους Πολέμους και εμφύλιο σπαραγμό, κατάφερε να κάνει άλματα σημαντικής ανάπτυξης σε πάρα πολλούς τομείς. Ανέπτυξε σχέσεις με όλα σχεδόν τα κράτη του κόσμου, δημιούργησε γέφυρες με τον απανταχού Ελληνισμό αλλά ξέχασε να καλλιεργήσει θεσμούς και νοοτροπίες που θα θωράκιζαν τον τεράστιο πολιτισμό που κληρονόμησε, το πνεύμα, την πίστη και τις ιδέες που οδήγησαν στην αναγέννηση της.

Εκατόν ενενήντα οκτώ χρόνια μετά τον γενικό ξεσηκωμό κατά της οθωμανικής τυραννίας, το σημερινό Ελληνικό κράτος παρουσιάζει συμπτώματα παρακμής και ιστορικής αμνησίας.

Η παιδεία υποβαθμίζεται συστηματικά και αφελληνίζεται. Παρουσιάζεται μια υπαρξιακή κρίση στην διάκριση των εξουσιών και σε όσες άλλες αξίες και θεσμούς αντέχουν ακόμα. Τα φαινόμενα πολιτικής διαφθοράς αντί να περιορίζονται, αποκαλύπτονται σε όλη τους την μεγαλοπρέπεια χωρίς καν ένα φύλλο συκής. Ο εύκολος πλουτισμός, η δανεική ευημερία και η καλοπέραση αποτελούν πλέον ύψιστους στόχους που επιβλήθηκαν από ξενόφερτες τάσεις και ρεύματα. Στην Ελλάδα εισρέουν ανεξέλεκτα αλλοδαποί από την Ανατολή, την Ασία και την Αφρική με τις επίσημες, κρατικές ευλογίες αλλοιώνοντας ραγδαία την Ελληνική κοινωνία, την ασφάλεια, τα ήθη, τα έθιμα και την πίστη μας, με κατακόρυφη αύξηση της παραβατικότητας.

Στις διεθνείς σχέσεις, ο ενδοτισμός και ο ακρωτηριασμός της ιστορίας τείνει να καθιερωθεί σαν μια μόνιμη συνήθεια. Τα Σκόπια δημιούργησαν μόνα τους ένα πρόβλημα το οποίο «λύσαμε» μοιράζοντας απλόχερα σε Σλάβους, Αλβανούς, Ρομά, Τούρκους κ.α. ανύπαρκτη «μακεδονική γλώσσα», ανύπαρκτη «μακεδονική εθνότητα» και ένα σύνθετο όνομα με την λέξη «Μακεδονία» που αποτελεί μοναδική στον κόσμο Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά ολόκληρων χιλιετηρίδων!

Την 198η επέτειο της έναρξης του απελευθερωτικού αγώνα από την οθωμανική τυραννία επιδεικνύουμε ένα δουλικό «κατευνασμό» μιας αλαζονικής, επιθετικής αλλά και παραπαίουσας Τουρκίας. Δείχνουμε να μην γνωρίζουμε πως αμέσως μόλις πάρουν «κάτι» από αυτά που ζητούν, θα επανέλθουν απαιτώντας τουλάχιστον τα διπλάσια.

Μιας Τουρκίας που μας λέει κατάμουτρα πως της «ανήκει»  η θάλασσα και ο βυθός στην Μαύρη Θάλασσα, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο – της Κύπρου συμπεριλαμβανομένης, αλλά εμείς κάνουμε πως δεν ακούμε και ζητάμε να μας φωνάζουν «καρντάσι και όχι γκιαβούρ»!

Μιας Τουρκίας που γεμάτη υπεροψία απαιτεί προστασία των «Τούρκων» στην Θράκη, την Κω και την Ρόδο (είναι οι πρώτοι στρατηγικοί στόχοι της), χωρίς να της θυμίζει κανείς την «μεταχείριση» που επεφύλαξε και επιφυλάσσει η ίδια  στον Ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Την συστηματική αρπαγή της αμύθητης περιουσίας του, την μεθοδική και απάνθρωπη εκδίωξη του από τις πατρογονικές εστίες, την φίμωση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης  και το άρθρο 45 της Συνθήκης της Λωζάνηςπερί «αμοιβαιότητας» στην μεταχείριση των εν Ελλάδι μουσουλμανικών πληθυσμών με τους εν Τουρκία Έλληνες χριστιανούς!

Δηλαδή αντί να συζητήσουμε την «προσαρμογή» του αριθμού των εν Ελλάδι μουσουλμάνων στον αριθμό των εν Τουρκία Ελλήνων, ορθόδοξων χριστιανών (είναι πολλαπλάσιος από αυτόν που έχει συμφωνηθεί με το άρθρο 45 της Συνθήκης της Λωζάνης) ακούμε τα κροκοδείλια δάκρυα των Τούρκων για δήθεν «καταπίεση» μουσουλμάνων μέσα στην Ελλάδα, χωρίς να βγάζουμε ούτε άχνα!

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ακούμε και συστάσεις από τον προηγούμενο, επί τριετία Υπουργό των Εξωτερικών της Ελλάδος, να «μην είμαστε μονοφαγάδες»!!!

Κατάντια και παρακμή είναι λέξεις φτωχές για να εκφράσουν τον κατήφορο της σημερινής Ελλάδας, που προδίδει ξεδιάντροπα το όραμα και την θυσία των αγωνιστών του 1821.

Και φέρνει στο νου τα λόγια του ποιητή Γεωργίου Σουρή (1853-1919): 
«Ω Ελλάς ηρώων χώρα, τι γα@@@@ρους βγάζεις τώρα;»

Λεωνίδας Κουμάκης 
Νομικός, Συγγραφέας. Μέλος του International Hellenic Association (IHA)

 25/03/2019  

Ludwig Michael von Schwanthaler, Η Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο, 1836,τοιχογραφία, Ανατολικός Τοίχος, Αίθουσα Ελευθερίου Βενιζέλου 
Μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων

 5.
«Ο Έλλην είναι ανεξάρτητος».
Ελευθερία και πολιτεία στην Ελληνική Επανάσταση, μέρος Α.

Η μεγάλη Εθνεγερσία του 1821 είναι η επιτυχής έκβαση μιας σειράς εξεγέρσεων και επίπονων αλλά συχνά ατελέσφορων αγώνων από την Μακεδονία ως την Κρήτη που – έστω και σε ένα μόνο τμήμα των εξεγερμένων περιοχών – δικαίωσαν την επιμονή και την στοχοπροσήλωση των Ελλήνων για ελευθερία και ανεξαρτησία. Ο επετειακός αναστοχασμός για την Ελληνική Επανάσταση δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στη γέννηση και την ίδια την ύπαρξη του νεότερου Ελληνικού κράτους. Ωστόσο η γέννηση του νεότερου κράτους δεν σημαίνει και γέννηση του συλλογικού υποκείμενου στο οποίο βασίζεται.

Όπως έχει καταδείξει ο Γιώργος Κοντογιώργης, τα Ελληνικά κοινά και οι πόλεις μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αυτοδιοικούνταν, διατηρούσαν και επεξεργαζόταν την πολιτική κουλτούρα τους και σε σημαντικό βαθμό αποτελούσαν μετεξέλιξη συλλογικών οντοτήτων που προϋπήρχαν. Με αποτέλεσμα στοιχεία των Ελληνικών πολιτικών παραδόσεων να συνεχιστούν σε διάφορα επίπεδα των κοινών και των πόλεων αλλά και της υπερπόντιας ελληνικής παρουσίας. Αυτό, στη συνέχεια, σήμανε την επικράτηση – στο αρχικό τουλάχιστον στάδιο – μιας πολιτικής μορφολογίας του αγώνα της εθνεγερσίας όπου η ανάπτυξη βάσει των πατριωτισμών των επιμέρους κοινών/πόλεων οδήγησε στο σχεδιασμό «της νέας ελληνικής πολιτείας με πρόσημο τα κοινά, ενώ στο κεντρικό σύστημα εναποτίθεται ένας απλώς εναρμονιστικός ρόλος στο σύνολο».

Η επίδραση του Αγώνα για την Ελληνική Ανεξαρτησία δεν περιορίζεται στις κρίσιμες πολεμικές διαστάσεις ούτε στις σύνθετες πολιτικές εξελίξεις ούτε στις εμφύλιες συγκρούσεις της δεκαετίας του 1820 ούτε στις εξωτερικές παραμέτρους, παρότι όλες υπήρξαν προφανώς σημαντικές.

Η σημασία της Επανάστασης του 1821 και των ετών που ακολούθησαν στη σύντομη δεκαετία του 1820 οφείλεται και στο πεδίο του πολιτικού λόγου και της ζύμωσης των ιδεών όπως αποτυπώνονται, μεταξύ άλλων, στα συνταγματικά κείμενα από το 1822 μέχρι το 1827. Πρόκειται, βέβαια, για τα κείμενα της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνας (1827). Ενώ αξιοσημείωτα υπήρξαν και τα λεγόμενα «τοπικά πολιτεύματα», τα οποία καταργήθηκαν ύστερα από απόφαση της Β’ Εθνοσυνέλευσης του Άστρους, το 1823.

Είναι βεβαίως κοινός τόπος ότι θεσμικές ρυθμίσεις και πολιτειακές προτάσεις συχνά εξέφρασαν (και εκφράζουν) στρατηγικούς ή και τακτικούς υπολογισμούς ισχυρών δρώντων. Αλλά η δυναμική των σχέσεων μεταξύ διαφορετικών πολιτικών ιδεών και ο ρόλος του πολιτικού λόγου ως πολιτικής ενέργειας συγκροτούν ένα πεδίο το οποίο μπορεί να συζητηθεί με σχετική αυτονομία, πέρα από τις ισορροπίες ανάμεσα στους αυτόχθονες και τους ετερόχθονες, πέρα από τη σύγκρουση στρατιωτικών, πολιτικών, προεστών, παλαιών Φιλικών, πέρα από τη σύγκρουση Βουλευτικού και Εκτελεστικού, πέρα από την κατασπατάληση για κομματικούς σκοπούς μεγάλου μέρους του δεύτερου δανείου, πέρα από την υποτιθέμενη «εκσυγχρονιστική» κατεύθυνση ορισμένων δρώντων και την «παραδοσιακή» άλλων.    

Νέοι θεσμοί ελευθερίας

Ας θυμηθούμε πρώτα ένα από τα τοπικά πολιτεύματα, στο σημαντικότερο από την άποψη των πολιτικών ιδεών. Στη Νομική Διάταξη της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, η οποία οδήγησε στο προσωρινό καθεστώς του «Αρείου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας». Στο 2ο κεφάλαιο του πρώτου μέρους της Διακήρυξης υπάρχει με μορφή Πίνακα και μια «Διακήρυξη Δικαιωμάτων και Χρεών του Έλληνος». Διακηρύσσονται οκτώ (8) δικαιώματα και οκτώ (8) αντίστοιχα καθήκοντα, σε μια προσπάθεια προσαρμογής της Γαλλικής «Διακήρυξης των Δικαιωμάτων και Καθηκόντων του Ανθρώπου και του Πολίτη» του 1795. Δεν πρόκειται για απλή αντιγραφή, με δεδομένο μάλιστα ότι η Γαλλική Διακήρυξη είναι πολύ αναλυτικότερη. Αλλά εμπεριέχονται ιδέες συναρπαστικές όσο και δηλωτικές της ζωντανής ευρωπαϊκής και αμερικανικής ρεπουμπλικανικής παράδοσης.

Δύο μόνο παραδείγματα:

- «ο Έλλην είναι ανεξάρτητος» (Δικαιώματα) και εννοεί ως πολίτης ατομικά, διότι συμπληρώνει με αντιστοίχιση (στα Καθήκοντα): «ο Έλλην χρεωστεί ευπείθειαν εις τους Νόμους».

- «Ο Έλλην δεν ενοχοποιείται δια τα θρησκευτικά και πολιτικά του φρονήματα» (Δικαιώματα) – είναι το πρώτο κείμενο της επαναστατικής περιόδου στο οποίο περιλαμβάνεται μια αναφορά στην πολιτική και θρησκευτική ανεκτικότητα, με την εμβληματική αυτή διατύπωση. Και (στα Καθήκοντα): «ο Έλλην χρεωστεί να υποφέρη όλα τα θρησκευτικά και πολιτικά φρονήματα των ομοίων του».

Ποιος όμως είναι ο Έλλην ο οποίος «είναι ανεξάρτητος»;

Ενώ στο σχεδίασμα του Ρήγα για την Βαλκανική ομοσπονδία και τον «αυτοκράτορα λαό» οι πολίτες οριζόταν «χωρίς εξαίρεσιν θρησκείας και διαλέκτου», όπως το έθετε ο Βελεστινλής, η νέα Πολιτεία της επαναστατημένης Ελλάδας θεμελιώθηκε σε μια εθνική – ρεπουμπλικανική προσέγγιση του πολίτη.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Σύνταγμα της Τροιζήνας όριζε: «καθείς εις την Ελλάδα επαγγέλλεται την θρησκείαν του ελευθέρως και δια την λατρείαν αυτής έχει ίσην υπεράσπισιν. Η δε της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι θρησκεία της Επικρατείας». Πράγματι, αφενός η θρησκευτική ελευθερία κατοχυρώθηκε ως δικαίωμα όλων, ενώ αφετέρου η αρχική προσέγγιση στην ιδιότητα του Έλληνα πολίτη συνδυάστηκε με την Χριστιανική πίστη, στο μέτρο που η Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία παρέμεινε συστατικό στοιχείο της Ελληνικής εθνικής ταυτότητας. Επρόκειτο για μια ενδιαφέρουσα ισορροπία η οποία (με την Τροιζήνα και τη διατύπωση «θρησκεία της Επικρατείας») απέφυγε τη διαμόρφωση μιας αμιγώς Χριστιανικής Πολιτείας, μιας Res publica Christiana. 

Περισσότερο κεντρικό υπήρξε το αίτημα για Ελευθερία στα χρόνια των επαναστατικών συνταγμάτων. Η Ελευθερία  στη σύντομη δεκαετία του 1820 αναφέρεται σε τρεις όψεις:(α) ανεξαρτησία, (β) ατομική ελευθερία στο πλαίσιο των ατομικών δικαιωμάτων και (γ) πολιτειακή συγκρότηση μέσω της οποίας μπορεί να ολοκληρωθεί η ελευθερία.

Ως προς την ατομική ελευθερία, γνωρίζουμε ότι η  κατοχύρωση  ατομικών  δικαιωμάτων  ξεκίνησε  πράγματι με τα  πρώτα  επαναστατικά Συντάγματα. Το Σύνταγμα της Επιδαύρου (1822), προέβλεπε την ισότητα έναντι των νόμων και  την  προστασία  της  ιδιοκτησίας. Στο  Σύνταγμα  του  Άστρους  (1823)  προβλέπονταν  η  ελευθερία  της έκφρασης και του τύπου και η αρχή του νόμιμου δικαστή. Το Σύνταγμα της Τροιζήνας (1827) επέκτεινε τις εγγυήσεις αυτές, ενώ κατοχύρωσε την θρησκευτική ελευθερία, καθώς και το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου. 

Κατά τη γνωστή διατύπωση του Αλεξάνδρου Σβώλου, στο Σύνταγμα της Τροιζήνας το πολίτευμα είναι «εμπνευσμένον τόσον εντόνως από τας δημοκρατικάς και φιλελεύθερας ιδέας, ώστε δικαίως ελέχθη ότι υπερέβαινε τα ισχύοντα τότε εν Ευρώπη».

Πρέπει όμως να προσθέσουμε ότι η Ελευθερία αντιμετωπίζεται με τρόπο συνολικότερο από αυτό που αναφέρεται στο κρισιμότατο, βεβαίως, πεδίο των ατομικών δικαιωμάτων. Η άμεση σύνδεση, την οποία διαπιστώσαμε, της Ελευθερίας με την Ανεξαρτησία από τη Νομική Διάταξη της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος (όπου Ελεύθερος είναι ο Ανεξάρτητος), σηματοδοτεί μια γενικότερη προσέγγιση που επιβιώνει μέχρι και την Τροιζήνα: την ιδέα του ανεξάρτητου και με αυτή την έννοια ελεύθερου Πολίτη που μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια ανεξάρτητη και ελεύθερη Πολιτεία. Η δομική προσέγγιση που υιοθετείται από το Σύνταγμα της Επιδαύρου και τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, περιλαμβάνει την ελευθερία σαν αξία και καταδικάζει την δουλεία.

Δεν πρόκειται για την «αρνητική ελευθερία» του εξελισσόμενου φιλελευθερισμού, στο όνομα του οποίου – και με σειρά αναδρομικών θεμελιώσεων – επιχειρείται να αντιπαρατεθούν σχηματικά οι «εθνικές», «ταξικές» και «φιλελεύθερες» ερμηνείες της Επανάστασης.

Πρόκειται για την αναδυόμενη αντίληψη για μια Ελληνική Res publica, μια αντίληψη που αντανακλάται με διαφορετικές αποχρώσεις και στα τρία Συντάγματα. Στα δύο πρώτα, η πολυαρχία (με συλλογική ηγεσία της Πολιτείας) εκφράζει τόσο την επίδραση των Συνταγμάτων της Γαλλικής Επανάστασης (με το Διευθυντήριο) όσο και την υποκείμενη Ελληνική πολιτική μορφολογία των επιμέρους κοινών. Ενώ με το τρίτο, το Σύνταγμα της Τροιζήνας, η προσέγγιση του υποδείγματος του Συντάγματος των ΗΠΑ εκφράζει τόσο την αγωνία των κρίσιμων στιγμών για την έκβαση του Αγώνα, λίγους μήνες πριν το Ναβαρίνο, όσο και την προσωρινή σύγκλιση ρωσόφιλων και αγγλόφιλων πρωταγωνιστών κάτω από ένα αμερικανικής έμπνευσης θεσμικό σχεδίασμα. 

Η διεθνής πραγματικότητα  

Ήδη στην Επίδαυρο, ο χαρακτηρισμός του «Προσωρινού» Πολιτεύματος συνδεόταν φυσικά με το γεγονός ότι η Επανάσταση βρισκόταν σε εξέλιξη και οι πολεμικές επιχειρήσεις καθώς και οι διπλωματικές προσπάθειες συνεχιζόταν, αλλά εξέφραζε κυρίως την πρόθεση της Συνέλευσης να αποφύγει την αντίδραση της Ιεράς Συμμαχίας και των απολυταρχικών κύκλων της Ευρώπης. Το σύνταγμα μιας μικρής χώρας, που καθιέρωνε ρεπουμπλικανικό πολίτευμα, αποτελούσε εξαίρεση ανάμεσα στα μοναρχικά καθεστώτα της περιόδου. Στη δεκαετία του 1820, μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων και την κυριαρχία της μοναρχικής παλινόρθωσης, σε όλη την Ευρώπη μόνον η Ελβετία είχε ρεπουμπλικανική μορφή καθεστώτος.

Τα επαναστατικά συντάγματα, σε συνδυασμό και με κάποια από τα τοπικά πολιτεύματα, διαμορφώνουν μια προσέγγιση στην Ελληνική Πολιτεία που αναφέρεται στις ιστορικές παραδόσεις της ελληνορωμαϊκής πολιτικής παράδοσης και της έννοιας του δημοσίου πράγματος, res publica, όπως διαθλώνται μέσω του έργου στοχαστών του 16ου, 17ου και 18ου αιώνα. Παράλληλα, η σχεδιαζόμενη νέα Ελληνική res publica αποτελούσε κομμάτι μιας γενικότερης, συναρπαστικής αλλά βραχύβιας Νοτιοευρωπαϊκής ρεπουμπλικανικής περιόδου. Μιας περιόδου που ουσιαστικά ξεκινά με το Ισπανικό Σύνταγμα του 1812, βραχύβιο αλλά εμβληματικό, και συνεχίζεται – μέσα σε πολύ διαφορετικές συνθήκες αλλά και με αξιοσημείωτα κοινά στοιχεία – με το Πορτογαλικό σύνταγμα του 1821 και τα Ελληνικά επαναστατικά συντάγματα του 1822, 1823 και 1827. 

Το Σύνταγμα της Τροιζήνας καθιέρωσε την πλήρη διάκριση των εξουσιών (άρθρ. 36 – 42 Σ. Τροιζ.). «Η κυριαρχία του Έθνους διαιρείται εις τρεις εξουσίας· Νομοθετικήν, Νομοτελεστικήν και Δικαστικήν.

Στο άρθρο 5 του «Πολιτικού Συντάγματος της Ελλάδος» καθιερώνεται για πρώτη φορά ρητά η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, ορίζοντας ότι «η Κυριαρχία ενυπάρχει εις το Έθνος· πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού, και υπάρχει υπέρ αυτού». Πρόκειται για τη ρητή διακήρυξη επαναλήφθηκε σχεδόν αυτούσια σε όλα τα Συντάγματα, από το 1864 μέχρι σήμερα.

Παράλληλα όμως στην Τροιζήνα, η Εθνοσυνέλευση, προτού ψηφίσει το Σύνταγμα και μετά από δύσκολες πολιτικές διαβουλεύσεις, εξέλεξε με ψήφισμα της τον Καποδίστρια «Κυβερνήτη της Ελλάδος». Το σκεπτικό που ώθησε στην επιλογή του Καποδίστρια εκτίθεται – με κάθε έννοια – στον πρόλογο του σχετικού ψηφίσματος:

«...Η Εθνική Συνέλευσις, θεωρεί ότι η υψηλή επιστήμη του κυβερνάν την πολιτείαν και φέρειν προς ευδαιμονίαν τα έθνη, η εξωτερική και εσωτερική πολιτική, απαιτεί πολλήν πείραν και πολλά φώτα, τα οποία ο βάρβαρος Οθωμανός δεν επέτρεψε ποτέ εις τους Έλληνες. Θεωρεί ότι απαιτείται επικεφαλής της Ελληνικής Πολιτείας ο κατά πράξιν και θεωρίαν πολιτικός Έλλην, διά να κυβερνήση κατά τον σκοπόν της πολιτικής κοινωνίας...»

Οι λόγοι αποτυχίας της βραχύβιας ρεπουμπλικανικής περιόδου της Εθνεγερσίας είναι βέβαια σύνθετες και έχουν ως αφετηρία τις συνθήκες πριν την έλευση του Κυβερνήτη. Με την ανάληψη της εξουσίας, την ουσιαστική αναστολή του Συντάγματος, την συστηματική αλλά ασύμμετρη προσπάθεια αυταρχικής ανάτασης και την τραγική κατάληξη της, η περίοδος Καποδίστρια σήμανε ταυτόχρονα και το τέλος της σύντομης δεκαετίας του 1820, μιας περιόδου γεμάτης με ανολοκλήρωτες και μη πραγματοποιηθείσες δυνατότητες. Οι ξενόφερτες Μοναρχίες, ανεξαρτήτως προθέσεων, σήμαναν για την ελληνική πολιτική μια ασύμβατη και – εκ του αποτελέσματος κρινόμενη – διχαστική συμβολή. Αλλά για τη δυναμική της σύντομης δεκαετίας του 1820 και τη σημερινή σημασία της, θα χρειαστεί να συνεχίσουμε και να ολοκληρώσουμε τις σκέψεις μας στο επόμενο άρθρο.

Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

25/3/2019

 WIKIMEDIA COMMONS
  
6.
Το διακύβευμα της Ελληνικής επανάστασης στην ιστορική διαχρονία.
Τελικά ποιο ήταν το νόημα και τι καταφέραμε;

«Μοναχή το δρόμο επήρες,
        Εξανάλθες μοναχή
        Δεν είν’ εύκολες οι θύρες,
        Εάν η χρεία τες κουρταλή».
(Διονύσιος Σολωμός, Ύμνος εις την Ελευθερίαν) 

Η επέτειος των 198 χρόνων από την έναρξη του αγώνα της Ελληνικής παλιγγενεσίας δεν μπορεί παρά να εγείρει βαθύτερα ερωτήματα γύρω από το θεμελιώδες διακύβευμα – την αξίωση ανεξαρτησίας - ελευθερίας – και τις συμπαρομαρτούσες απολήξεις του, για το Ελληνικό κράτος.

Εκκινώντας από το «κάλλιο ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή» του Ρήγα Φεραίου (Θούριος, στιχ. 7-8), προχωρώντας στη διαπίστωση του ανώνυμου συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας» ότι «εἶναι ἀδύνατον αἱ ἑλληνικαὶ ψυχαὶ νὰ κοιμηθοῦν πλέον εἰς τὴν ληθαργίαν τῆς τυραννίας!», και καταλήγοντας στο απαύγασμα του διάστιχου του εθνικού μας ποιητή, Διονυσίου  Σολωμού:

 «Ἀπ᾿ τὰ κόκαλα βγαλμένη τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά, καὶ σὰν πρῶτα ἀνδρειωμένη, χαῖρε, ὢ χαῖρε, Ἐλευθεριά!»  γιατί,
      «όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας ας έχωσι.
Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». 
(Ἀνδρέας Κάλβος - Ὠδαί, Λυρικά-Εις Σάμον),

το θεμελιώδες διακύβευμα του αγώνα της παλιγγενεσίας, ως αέναη μάχη υπέρ πίστεως και πατρίδος, ήταν η αξίωση καθολικής ελευθερίας-ανεξαρτησίας. 

Ο βαθμός σπουδαιότητας της Ελληνικής επανάστασης και το βαθύτερο νόημα που προσδίδει στην ιστορική διαχρονία, εγγράφεται στην αξίωση ελευθερίας-ανεξαρτησίας ως έσχατο αγαθό της ανθρώπινης ύπαρξης και  θεμελιακό υπόβαθρο του ανθρωποκεντρικού χαρακτήρα του ελληνισμού. Προτάσσοντας την καθολική επαναξιολόγηση-επαναδιαπραγμάτευση του τρόπου-ρόλου της ανθρώπινης ύπαρξης σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο, νοηματοδοτεί την επίδειξη ανδρείας των αγωνιστών του 21’ στα πεδία της μάχης. Η ζωντανή μνήμη της συλλογικής αυτοθυσίας των Σουλιωτών στο Κούγκι και στο Ζάλογγο, των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» του Μεσολογγίου, του Ιερού Λόχου στο Δραγατσάνι, η ολοκληρωτική καταστροφή των Ψαρών και της Χίου, αλλά και ατομικές πράξεις αυτοθυσίας, μεταξύ αυτών ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’,  η ανασκολόπιση του Αθανάσιου Διάκου,  είναι απτά παραδείγματα της διαπιστωτικής απόφανσης του Διονυσίου Σολωμού ότι:

 «Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει». 
(Ελεύθεροι Πολιορκημένοι-Σχεδίασμα Β)

Το γεγονός ότι οι διαμορφωθείσες εξωτερικές συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές για την οργάνωση και εκτέλεση του πολιτικό-στρατιωτικού εγχειρήματος της Ελληνικής επανάστασης, καταδεικνύεται στη διπλωματική αντιπαράθεση του Ιωάννη Καποδίστρια, ως μέλους της Ρωσικής αντιπροσωπείας, με τον  Αυστριακό υπουργό εξωτερικών (1809-1821) και μετέπειτα Καγκελάριο (1821-1848), Κλέμενς φον Μέτερνιχ.

Σε μία εκ των διασκέψεων του Συνεδρίου της Βιέννης (1814-1815), ο δεύτερος ανέφερε ότι «η Ευρώπη δεν γνωρίζει Έλληνες, γνωρίζει Κράτος Οθωμανικόν, υπό το οποίον είναι υπεξούσιοι οι κατοικούντες εις την Ελλάδα Έλληνες».

Αναλυτικότερα, το διεθνές καθεστώς που είχαν εγκαθιδρύσει οι Μεγάλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, μέσα από τα  Συνέδρια της Βιέννης (1814-15), του Τροππάου (1820) και του Λάυμπαχ (1821), νομιμοποιούσε την εξωτερική, στρατιωτική τους επέμβαση σε τρίτα κράτη, για την καταστολή των συλλογικών αξιώσεων ανεξαρτησίας/επαναστατικών κινημάτων. Ως εκ τούτου, ο αντικειμενικός στόχος του Κονσέρτου των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων (Αυστρία, Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) ήταν η ανάπτυξη κοινής, πολιτικοστρατιωτικής δράσης για την καταστολή κάθε κίνησης που απειλούσε τη εθνική και διεθνή ισορροπία ισχύος. Στο πλαίσιο αυτό, αναφύεται και η διπλωματική προσπάθειά του  Μέτερνιχ, να διασφαλίσει τη συναίνεση του Κονσέρτου της Ευρώπης για την καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης. Ωστόσο, η διπλωματική παρέκκλιση της Βρετανίας, με την αναγνώριση των επαναστατημένων Ελλήνων (1823) ως τυπικά και νομικά εμπόλεμου μέρους,  με  νόμιμο δικαίωμα να επιτίθενται κατά του εμπορικού στόλου της Πύλης, θα δημιουργήσει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την ενδεχόμενη πραγμάτωση του αφετηριακού τους στόχου.

Ποιες είναι όμως οι αναφυόμενες πολιτικοστρατηγικές επιλογές για την επιζήτηση-πραγμάτωση της αξίωσης ελευθερίας-ανεξαρτησίας των υπόδουλων Ελλήνων;

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα αναπτύσσονται δύο διαφορετικές πολιτικοστρατηγικές κατευθύνσεις εντός του ελληνισμού. Η πρώτη, εκπροσωπούμενη από την επίσημη εκκλησία και πολλά μέλη της άρχουσας τάξης (π.χ. Φαναριώτες, προύχοντες, κ.ά.), αποδεχόμενη τον «ιστορικό συμβιβασμό» που επήλθε εν τοις πράγμασι με τον Οθωμανό κατακτητή, θα υιοθετήσει μία παθητική στρατηγική επιλογή, αποβλέποντας στην ανάδειξη της Ελλάδας σε γεωπολιτικό υποκατάστατο της  Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Η δεύτερη, στην οποία εμπερικλείονταν οι κοινωνικές δυνάμεις που βίωναν στο γεγονός της κατάκτησης ένα κοινωνικοπολιτικό αδιέξοδο (π.χ. τα αγροτικά και τα αστικά -βιοτέχνες-έμποροι- στρώματα), θα ακολουθήσει μία ενεργητική στρατηγική, επιδιώκοντας την εθνική παλιγγενεσία με αντικειμενικό στόχο την «επαναστατική απόσειση της οθωμανικής δεσποτείας» και την  «κοσμοπολιτειακή ανασυγκρότηση του ελληνικού κοσμοσυστήματος».

Πάραυτα, η κατάρρευση του προτάγματος της Ελληνικής επανάστασης και η αποτυχία της πολιτικής ηγεσίας του ελληνισμού να ανασυστήσει την Ελληνική πολιτεία στη θέση της οθωμανικής δεσποτείας, απέληξε στη σταδιακή κατάρρευση του του συστήματος των ελληνικών κοινών και στη δημιουργία ενός λιλιπούτειου Ελληνικού κράτους, πλήρως εξαρτημένου από τις ευρωπαϊκές ηγεμονίες. Απότοκο ήταν, ο εκσυγχρονισμός της ελλαδικής κοινωνίας, να προεπιτάσσει την υποχρεωτική της  εναρμόνιση  με το πρόταγμα «ένα κράτος, ένα έθνος, μία κοινωνία, μία γλώσσα, μία πολιτισμική αναφορά» και οπωσδήποτε την εξοικείωσή της «με ένα οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό σύστημα που επανέφερε την ιδιοκτησία (όχι την ιδιοκτησία ως απλό μέσο κατοχής του πλούτου κ.λπ.), δηλαδή την κυρίαρχη εξουσία ως συστατικό πυρήνα στη συγκρότηση ανθρώπινων σχέσεων».  (Γιώργος Κοντογιώργης, Νεοτερικότητα και πρόοδος)

Εν ολίγοις, το βαθύτερο νόημα της επετείου της Ελληνικής επανάστασης κατά τη διάρκεια της ιστορικής διαχρονίας εγγράφεται στην αξίωση πολιτικής ελευθερίας, ως θεμελιακό υπόβαθρο της οντολογικής (ανθρώπινης) ύπαρξης-εξέλιξης και κοινωνικής ευδαιμονίας.  Γιατί όπως εναργώς περιγράφει ο  Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, σε ομιλία του στην Πνύκα (1838):

«Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε “πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα”, αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».

Επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών 
του Πανεπιστημίου Πειραιώς

 25/03/2019


7.
Τα κλέφτικα τραγούδια 
σαν «στρατιωτικές εφημερίδες». 

«Τα τραγούδια τα έκαμναν οι χωριάτες, οι στραβοί με τες λύρες» λέει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στη «Διήγησιν συμβάντων της ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836», υπαγορευμένη στον Γεώργιο Τερτσέτη. Η πληροφορία αυτή εμπεριέχεται σε μια φράση του Κολοκοτρώνη που περιγράφει αδρά, σαν προφορικός λόγος περισσότερο παρά σαν γραπτός, τον βίο των αρματολών και των κλεφτών: «Οι πρώτοι αξιωματικοί εγίνοντο διά την ανδρείαν των ή διά την φρόνησίν των· ο μισθός των όταν ήσαν αρματολοί, το μοίρασμα των λαφύρων όταν ήσαν κλέπται· εδίδοντο και βραβεία εις τους αριστεύοντας. Οταν έσφαλλον ήτον το κόψιμον των μαλλιών, το ξαρμάτωμα· σέβας προς τας γυναίκας· εδίωχναν όποιον ήθελε βιάσει καμία γυναίκα· παιγνίδια, ταμπουράδες, πηδήματα, χορούς, τραγούδια ηρωικά, τες αμάδες· τα τραγούδια τα έκαμναν οι χωριάτες, οι στραβοί με τες λύρες· τα τραγούδια ήσαν ύμνοι, εφημερίδες στρατιωτικές».

Εχει ιδιαίτερη σημασία το ότι ο Κολοκοτρώνης χαρακτηρίζει «στρατιωτικές εφημερίδες» τα τραγούδια που ακούγονταν στα βουνά, τα κλέφτικα και όσα σε κατοπινή εποχή αποκλήθηκαν ιστορικά. Χωρίς την αγωνία του φιλολόγου ή το άγχος του λαογράφου, υποδεικνύει το καίριο. Γιατί πράγματι μπορούμε να θεωρήσουμε «στρατιωτικές εφημερίδες» τα τραγούδια: εξιστορούν σπουδαία επεισόδια του πολέμου, διασώζοντας συχνά ακόμα και λεπτομέρειές τους, όπως συμβαίνει λ.χ. με τα τραγούδια της Πάργας (1819) ή του Διάκου (1821), και απαθανατίζουν ήρωες ή ηρωικές πράξεις. Κι όλα αυτά, λιτά και αυστηρά, με τη συγκίνηση μεταστοιχειωμένη σε ποίηση. Ο μουσικός στιχουργημένος λόγος θεμελιώνεται στα ρήματα και στα ουσιαστικά, είτε δοξαστικός είναι είτε πένθιμος, επί ηρωικού θανάτου, οπότε ο επιτάφιος λόγος δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από τα αρχαία επιτύμβια, γραμμένα από επώνυμους για επώνυμους. Λιγοστά είναι στα κλέφτικα τα επίθετα και τα επιρρήματα. Το επιπλέον θα καταντούσε ρητορικός πληθωρισμός. Θα άμβλυνε τη σεμνότητα της διήγησης και θα την εξέθετε στον στόμφο.

Ποιοι και πόσοι ήταν οι τυφλοί τραγουδιστές, καθώς και ποια και πόσα τραγούδια έφτιαξαν, δεν είναι διαπιστωμένο. Ο Νικόλαος Πολίτης πάντως σε μελέτημα του 1918, με τον φαινομενικά παράδοξο ή αντιφατικό τίτλο «Γνωστοί ποιηταί δημοτικών ασμάτων», παρατηρεί τα εξής: «Αληθώς δε οι καπεταναίοι των κλεφτών και οι οπλαρχηγοί της επαναστάσεως είχον οι πλείστοι τους ραψωδούς των, οι οποίοι δ΄ όμως ούτε επαίται ήσαν ούτε τυφλοί ανίκανοι να τους παρακολουθούν εις τας εκστρατείας των». «Αλλ΄ όχι σπανίως όμως», προσθέτει ο Πολίτης, «συνέβαινε αντί των παλληκαριών, αυτοί οι καπεταναίοι, δοθείσης περιστάσεως, να συνθέτουν τραγούδια».

Ηδη το 1824, στα Προλεγόμενά του στην ιδρυτική παρισινή έκδοση των «Ελληνικών δημοτικών τραγουδιών», καθοριστικής σημασίας για την απελευθέρωση του τόπου, αφού αναζωογόνησε τον φιλελληνισμό, ο Κλωντ Φωριέλ αναφερόταν στη δημιουργική συμβολή των τυφλών αοιδών (βλ. τώρα την έκδοση των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, με επιμέλεια του Αλέξη Πολίτη): «Πως μερικά από αυτά τα τραγούδια είναι έργο κλεφτών που έδρασαν ή βρέθηκαν στις περιπέτειες που αναφέρονται, είναι πολύ πιθανό, και το έχω ακούσει να προτείνεται από τους καλά πληροφορημένους Ελληνες. Αλλά τα περισσότερα θεωρούνται έργα τυφλών ζητιάνων που υπάρχουν σ’ όλη την Ελλάδα και θυμίζουν τους αρχαίους ραψωδούς με τόσο παρόμοιο τρόπο, που έχει κάτι το εκπληκτικό. [...] Οι τυφλοί συνηθίζουν, τόσο στη στεριανή Ελλάδα όσο και στα νησιά, να μαθαίνουν απέξω όσα περισσότερα τραγούδια μπορούν, κάθε λογής και κάθε εποχής. Μερικοί μαθαίνουν στο τέλος μια τεράστια ποσότητα, και όλοι ξέρουν άφθονα. Με τον θησαυρό αυτόν στη μνήμη, περπατούν ολοένα, περιτρέχουν την Ελλάδα πάνω-κάτω από την άκρη του Μοριά ώς την Κωνσταντινούπολη, από τις παραλίες του Αιγαίου σ’ αυτές του Ιονίου. Πάνε από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό, και τραγουδούν στον κοσμάκη που μαζεύεται αμέσως γύρω τους, όπου κι αν φανούν, εκείνα τα τραγούδια που θεωρούν πως ταιριάζουν πιο πολύ είτε στον τόπο είτε στην περίπτωση, και παίρνουν μια μικρή αμοιβή, που είναι όλο το εισόδημά τους».

Ποιοι ήταν λοιπόν οι καπεταναίοι, που, όπως έχει τεκμηριωθεί γραμματολογικά και ιστοριογραφικά, έφτιαξαν ένα ή περισσότερα τραγούδια, θεμελιωμένα συνήθως σε παλαιότερα, όντως ανώνυμων και άγνωστων δημιουργών; Ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης καταρχάς, και ο στρατηγός Μακρυγιάννης, οι οποίοι δεν παρέλειψαν να αφηγηθούν την ενασχόλησή τους αυτή, κρίνοντάς την αξιομνημόνευτη, αν όχι τιμητική. Αλλά και ο Θοδωράκης Γρίβας. Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί το περίφημο προθανάτιο δίστιχο που αποδόθηκε στον Αθανάσιο Διάκο: «Για ιδές καιρό που διάλεξεν ο Χάρος να με πάρει, / τώρα π΄ ανθίζουν τα κλαδιά και βγάνει η γη χορτάρι». Η έριδα λογοτεχνών, φιλολόγων, λαογράφων και ιστορικών για την πατρότητα των στίχων αυτών κρατάει από τον 19ο αιώνα, και δεν φαίνεται ότι θα υπάρξει κάποτε απάντηση που θα ικανοποιεί τους πάντες.

Είτε διαπιστωμένης πατρότητας πάντως είτε όχι, τα δημοτικά που έχουν άμεση σχέση με συγκεκριμένους καπεταναίους, αποτελούν ήδη τμήμα της βιογραφίας τους. Και έχουν να μας πουν αρκετά πράγματα για τους ίδιους, για την περίοδο που έδρασαν αλλά και για τα μετεπαναστατικά χρόνια.

Συνεπαρμένος από τη «Διήγησιν» του Κολοκοτρώνη ο Τερτσέτης, δεν διστάζει, στα Προλεγόμενά του στην έκδοση του 1846, να συσχετίσει (έστω προτάσσοντας ένα σχετικά μετριαστικό «μου φαίνεται») τον Γέρο του Μοριά με δύο πατέρες: τον πατέρα της ποίησης και τον πατέρα της ιστορίας. Γράφει: «Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ως ιστορικός καταγράφεται με τους πολλούς όσοι ιστόρησαν πολέμους Ασίας και Ευρώπης, αλλ΄ ως Ελληνας έρχεται μου φαίνεται τρίτος Ομήρου και Ηροδότου. Ομοιάζουν οι τρεις ως τρεις ακτίνες ενός κέντρου φωτεινού, έχουν οι τρεις πατρίδα την Ελλάδα, θέμα, πόλεμον Ευρώπης εναντίον Ασίας, ομιλούν την Ελληνικήν φωνήν, καθένας την φωνήν του αιώνος του, καίονται από το πνεύμα του, η φωνή τους είναι ψωμωμένη ως να ελέγαμε από την φωνήν προγενεστέρου καιρού, όχι είδωλον της φαντασίας τους. Ομοιάζει ο ένας του άλλου και εις την πλοκήν και εις την άλυσον της ιδέας και την παράστασιν των ιστορημένων πραγμάτων. Εις τον πεζόν λόγον του Ηροδότου σημαίνει η λύρα του Ομήρου, ακούς το “Μήνιν άειδε, θεά”, ως εις την διήγησιν του Κολοκοτρώνη, όταν επέτυχα γνήσια να την αρπάξω από τα χείλη του, ακούς το “Τρία πουλάκια κάθονται”. Κατώτερος ο Κολοκοτρώνης από τους δύο προγενεστέρους του εις την τέχνην, όσον το “Τρία πουλάκια κάθονται” από το “Μήνιν άειδε, θεά”, αλλ΄ ανώτερος πάλι, επειδή όσα έπραξε αυτός και οι συνόμοιοί του διηγείται - πριν τα γράψει με το κοντύλι, τα εχάραξε με το σπαθί του, καύχημα που δεν έχουν οι άλλοι δύο».

Η συνέχεια την επόμενη Κυριακή.

* Ομιλία στο συνέδριο «1821 και απομνημόνευμα: Ιστορική χρήση και ιστοριογραφική γνώση», που οργανώθηκε από το Ιδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία (20-21.3.2019).


24/3/2019


8.
Βασιλικά 1821: Πρησμένο το χέρι
 από την σφαγή των Τούρκων…

Τον Αύγουστο του 1821 η ελληνική Επανάσταση βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα. Παρά τις επιτυχίες των επαναστατών η Τριπολιτσά κρατούσε ακόμα στον Μωριά ενώ στη Ρούμελη οι Τούρκοι είχαν εδραιωθεί στη Λαμία αλλά και στην Αττική.

Η Τριπολιτσά όμως κινδύνευε πλέον σοβαρά να πέσει. Οι Έλληνες είχαν περισφίξει τον κλοιό γύρω της. Οι Τούρκοι όμως δεν έμειναν αδρανείς. Την ώρα που ο Κιοσέ Μεχμέτ βρισκόταν στη Βοιωτία και ο Ομέρ Βρυώνης στην Αττική, μια νέα δύναμη υπό τον Μπεϊράν πασά συγκροτήθηκε με αποστολή να κινηθεί νότια και να περάσει στην Πελοπόννησο σε συνεργασία με τις λοιπές τουρκικές δυνάμεις.

Μια άλλη τουρκική δύναμη 4.000 ανδρών υπό τον Μαχμούτ πασά βρισκόταν στον Δομοκό. Ο Μπεϊράν διέθετε 8.000 άνδρες, Τούρκους ιππείς και Τούρκους και Αλβανούς πεζούς καθώς και πυροβόλα. Είχε δε συγκεντρώσει 1.000 άμαξες με εφόδια για τους πολιορκημένους στην Τριπολιτσά. Το τουρκικό σχέδιο προέβλεπε εισβολή του Μπεϊράν στον Μωριά από τον Ισθμό και του Μαχμούτ από τη Ναύπακτο. Ο Μπεϊράν θα ενώνονταν, στην πορεία, με τις δυνάμεις του Κιοσέ Μεχμέτ, ενώ ο Ομέρ Βρυώνης θα παρέμενε στην Αττική.

Αν η ενωμένη τουρκική στρατιά Μπεϊράν, Κιοσέ Μεχμέτ και Μαχμούτ έφτανε στην Πελοπόννησο η πολιορκία της Τριπολιτσάς θα αίρονταν, χωρίς αμφιβολία και η τύχη της επανάστασης θα ήταν προδιαγεγραμμένη. Αυτό έγινε αντιληπτό από τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς με πρώτο τον έμπειρο στα πολεμικά γέροντα Δυοβουνιώτη. Αυτός έμαθε ότι η δύναμη του Μπεϊράν έφτασε στο Ζητούνι (Λαμία) στις 15 Αυγούστου και ειδοποίησε και άλλους.

Στα Βασιλικά

Στο κάλεσμά του ανταποκρίθηκε ο γιος του Πανουργιά, ο Νάκος,ο Ιωάννης Γκούρας, ο Κομνάς Τράκας, ο παπά-Ανδρέας, ο Βασίλης Μπούσγος, ο Κώστας Καλύβας, ο Κώστας Μπίτης, ο Μήτρος Τριανταφύλλου, ο Γιώργος Λάππας και ο Αντώνης Κοντοσόπουλος (Γεράντωνος).

Οι Έλληνες οπλαρχηγοί συναντήθηκαν στο Εργίνι (σημερινό Ρεγκίνιο) με σκοπό να αποφασίσουν πως θα ενεργήσουν. Ακούστηκαν τότε γνώμες. Η μια, που πρόκρινε ο Δυοβουνιώτης, έλεγε να ενεδρεύσουν στη διάβαση των Βασιλικών και η άλλη στη διάβαση της Φοντάνας. Οι Τούρκοι μέσω αυτών των δύο διαβάσεων μπορούσαν να κινηθούν προς Νότο.

Η διάβαση της Φοντάνας όμως, η οποία περνούσε από το όρος Καλλίδρομο, ήταν δύσκολη, ειδικά για έναν στρατό που διέθετε πολυάριθμο ιππικό και εκατοντάδες άμαξες. Για αυτό ο Δυοβουνιώτης επέμενε πως οι Τούρκοι θα προτιμήσουν τη διάβαση των Βασιλικών. Τελικά η γνώμη του επικράτησε, παρά τις αντιρρήσεις του Γκούρα και ο όγκος των ελληνικών δυνάμεων τάχθηκαν εκεί.

Μόνο ο παπά-Ανδρέας με 200 άνδρες κάλυψε τη διάβαση της Φοντάνας για κάθε ενδεχόμενο. Οι λοιποί Έλληνες τάχθηκαν στα Βασιλικά, έχοντας στο δεξιό τους το όρος Κνημίς, στη περιοχή Στενά Γκρεμνά. Στην είσοδο της διάβασης υπήρχε δάσος όπου τάχθηκε ο Δυοβουνιώτης με τους άνδρες του.

Πίσω και δεξιά, στις παρυφές του βουνού, τάχθηκαν οι Καλύβας και Κοντοσόπουλος με τους άνδρες τους, ενώ πίσω και αριστερά του Δυοβουνιώτη τάχθηκαν οι Τράκας και Μπίτης με τους πολεμιστές τους. Στην έξοδο της διάβασης σχημάτοζαν την τελευταία γραμμή άμυνας, αλλά και την εφεδρεία, τα τμήματα των Γκούρα, Νάκου Πανουργιά και Γιώργου Δυοβουνιώτη (γιου του γέρο Δυοβουνιώτη).

Συνολικά οι Έλληνες διέθεταν 1.600 πολεμιστές, εκ των οποίων οι 200 διατέθηκαν στη Φοντάνα. Κατά τη διάρκεια της μάχης έμελλε να ενισχυθούν με λίγους ακόμα.

Τουρκικές κινήσεις

Στο μεταξύ ο Μπεϊράν άργησε να ξεκινήσει από τη Λαμία καθώς ο Χατζή Μπεκίρ πασάς, ένας εκ των υποστρατήγων του, πέθανε ξαφνικά. Το γεγονός θεωρήθηκε κακός οιωνός από τους Τούρκους και είχε επίπτωση στο ηθικό τους. Τελικά ο Μπεϊράν, μαζί με τους Σαχίν Αλί πασά και Μεμίς πασά, κίνησε στις 22 Αυγούστου προς Νότο.

Οι Τούρκοι έφτασαν στην περιοχή των Σκαρφείων. Εκεί ο Μπεϊράν που δεν είχε επαφή με τις τουρκικές δυνάμεις σε Βοιωτία και Αττική, έστειλε ανιχνευτικά τμήματα τόσο στα Βασιλικά, όσο και στη Φοντάνα. Οι 200 ιππείς που έστειλε στα Βασιλικά χτυπήθηκαν από τους Έλληνες και υποχώρησαν αφήνοντας πίσω τους 40 νεκρούς. Στη Φοντάνα επίσης οι 300 πεζοί που απέστειλε χτυπήθηκαν και υποχώρησαν αφήνοντας 25 νεκρούς στο πεδίο.

Ο Μπεϊράν κατάλαβε ότι τα περάσματα ελέγχονταν από τους Έλληνες. Ωστόσο έχοντας εμπιστοσύνη στην αριθμητική του υπεροχή αποφάσισε να εκβιάσει το πέρασμα στα Βασιλικά. Έτσι αφού άφησε τις άμαξες στα Σκάρφεια, ξημερώματα της 26ης Αυγούστου , επιτέθηκε.

Την ίδια ώρα ένα σώμα υπό τον Ιωάννη Ρούκη, σταλμένο από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, έφτασε στα Βασιλικά και κατέλαβε τη δευτερεύουσα διάβαση της Ανίβιτσας.

Επίθεση

Οι Τούρκοι εισερχόμενοι στο στενό έβαλαν μια ομοβροντία με τα πυροβόλα τους προς εκφοβισμό των Ελλήνων, προσευχήθηκαν στον Αλλάχ, ζήτησαν τη βοήθεια του «προφήτη» και εισήλθαν… Η τουρκική εμπροσθοφυλακή εισήλθε στο στενό χωρίς να έχει αντιλήφθη τους άνδρες του Δυοβουνιώτη στο δάσος. Έτσι οι Τούρκοι είδαν τους άνδρες των Καλύβα και Κοντοσόπουλου και επιτέθηκαν εναντίον τους.

Η Έλληνες όμως τους απέκρουσαν. Οργισμένος ο Μπεϊράν έστειλε, τώρα, 4.000 άνδρες του εναντίον τους. Οι Έλληνες πιέστηκαν πολύ και παρά το γεγονός ότι προς ενίσχυσή τους έσπευσε και ο Γκούρας με το σώμα του, υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν. Ο Κοντοσόπουλος πληγώθηκε, αλλά δεν εγκατέλειψε τον αγώνα.

Οι Έλληνες αποσύρθηκαν λίγο πιο πίσω και οχυρώθηκαν στην περιοχή όπου υπήρχε ένα μικρό εξωκκλήσι του Αγίου Αθανασίου. Εκεί σταμάτησαν τους Τούρκους. Έξαλλος ο Μπεïράν διέταξε τότε γενική επίθεση, εμπλέκοντας στη μάχη το σύνολο των δυνάμεών του.

Καθώς η μάχη μαινόταν ακούστηκαν πυροβολισμοί πίσω από τις ελληνικές θέσεις. Ήταν 250 άνδρες υπό τους Μπούσγο, Τριανταφυλλίνα και Λάππα που έσπευδαν προς ενίσχυση. Οι του Μπούσγου ενώθηκαν με τους άνδρες του Γκούρα, ενώ οι άλλοι ενίσχυσαν τον Κοντοσόπουλο.

Ο Γκούρας όταν είδε το εν λόγω σώμα να καταφθάνει αναφώνησε δυνατά: «Μωρέ παιδιά ο καπετάνιος έρχεται, απάνω τους» εννοώντας το φόβητρο των Τούρκων, τον Ανδρούτσο. Οι Τούρκοι και κυρίως οι Τουρκαλβανοί που γνώριζαν, πολλοί από αυτούς ελληνικά, πανικοβλήθηκαν.

Ο Γκούρας εκμεταλλεύτηκε την στιγμιαία σύγχυση των εχθρών και αφήνοντας λίγους άνδρες στον Αγ. Αθανάσιο, κινήθηκε προς την Ανίβιτσα και αφού ενώθηκε με το σώμα του Ρούκη ελίχθηκε και βρέθηκε στα νώτα των μαχόμενων Τούρκων. Την ίδια ώρα έφτανε στα Βασιλικά από τη Φοντάνα και ο παπά – Ανδρέας.

Ακολούθησε άγρια σφαγή των στριμωγμένων Τούρκων. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο γιος του Μπεϊράν. Το χέρι του Γκούρα πρήστηκε από το σφάξιμο των Τούρκων με το γιαταγάνι. Ο Τούρκος πασάς δεν είχε άλλη επιλογή. Τρομοκρατημένος διέταξε γενική υποχώρηση η οποία σύντομα μεταβλήθηκε σε πανικόβλητη φυγή.

Συντριβή

Οι Τούρκοι επιχείρησαν να κάψουν τις άμαξες με τα εφόδια αλλά κατάφεραν να κάψουν τις 400 αφήνοντας 600 άθικτές. Αυτό όμως και τους έσωσε καθώς οι Έλληνες που τους καταδίωξαν σταμάτησαν προς λαφυραγωγία. Μόνο οι 200 του παπά – Ανδρέα τους κυνήγησε.

«Αν οι Έλληνες δεν έπεφταν εις τα λάφυρα και δεν ενύκτωνε δεν ήθελε μείνει βεβαίως ουδείς από αυτούς και ήθελε πιάσωμεν και τον ίδιον τον Μπεϊράν πασά ζωντανό», έγραψε την επομένη ο Ανδρούτσος σε επιστολή του προς τον Δημήτριο Υψηλάντη.

Ο ηττημένος Μπεϊράν υποχώρησε κακήν-κακώς. Ο ίδιος είτε αυτοκτόνησε, είτε δολοφονήθηκε με εντολή του σουλτάνου. Οι Τούρκοι είχαν τουλάχιστον 766 νεκρούς στη μάχη, σύμφωνα με τον Ανδρούτσο, ενώ άλλοι ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών στους 1.200.

Άλλοι 1.500 τραυματίσθηκαν και 220 αιχμαλωτίσθηκαν. Ένας από αυτούς, ο Τουρκαλβανός αξιωματικός Φράσαρης που είχε προηγουμένως αιχμαλωτισθεί και ανταλλαγεί με τον όρο να μην πολεμήσει ξανά τους Έλληνες, γδάρθηκε ζωντανός. Οι Έλληνες κυρίευσαν 600 τουρκικές άμαξες, οκτώ πυροβόλα και πλήθος αλόγων, αγελάδων και άλλων ζώων που προορίζονταν για τροφή.

Οι ελληνικές απώλειες ήταν μικρές. Σύμφωνα με τον δυσμενέστερο απολογισμό οι Έλληνες είχαν 42 νεκρούς και 35 τραυματίες. Η μάχη στα Βασιλικά είχε ως αποτέλεσμα να σωθεί ο Μωριάς και, έναν μήνα περίπου μετά, να αλωθεί η Τριπολιτσά. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι η μάχη στα Βασιλικά έσωσε την επανάσταση το 1821.

Παντελής Καρύκας 

https://slpress.gr/istorimata/vasilika-1821
-prismeno-to-cheri-apo-tin-sfagi-ton-toyrkon/
25 Μαρτίου 2019 



 9.
Η ναυμαχία του Ναβαρίνου. 

8 Οκτωβρίου 1827,  η μεγάλη ημέρα για την Ελλάδα, όπως μας εξιστορεί με τον δικό του απολαυστικό τρόπο ο Βασίλης Ραφαηλίδης.

Στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, λίγο πιο κάτω απ’ τον Πύργο, υπάρχει ένας κολπίσκος που φέρει το όνομα Ναβαρίνο. Έτσι που φράσσεται ο κολπίσκος απ’ το νησάκι που λέγεται Σφακτηρία, αποτελεί ένα έξοχο φυσικό λιμάνι. Σ’ αυτό το λιμάνι τρύπωσε ο στόλος του Ιμπραήμ, για να προφυλαχτεί απ’ τη φουρτούνα κι όχι απ’ τους Έλληνες, που το 1827 είναι πλέον εντελώς ξέπνοοι ύστερα από ηρωικό και απελπισμένο αγώνα έξι ετών, ούτε απ’ το συμμαχικό στόλο των αγγλογαλλορώσων, που ιδέα δεν έχει ότι επέπρωτο να δοξαστεί υπέρ της ένδοξης Ελλάδας, όταν το 1825, ο Ιμπραήμ (Αβραάμ), γιος του Σουλτάνου της Αιγύπτου Μωχάμετ ‘Αλη, που γεννήθηκε στην Καβάλα, αποβιβαζόταν στη Μεθώνη, με δύναμη 10.000 ανδρών.

Ήταν Οκτώβριος του 1827 και είχαν περάσει κάπου δυόμιση μήνες απ’ τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, που ο Σουλτάνος ξαπόστειλε τους πρεσβευτές των αγγλογαλλορώσων που πήγαν να του ανακοινώσουν πως οι τρεις σύμμαχοι αποφάσισαν να επιβάλουν την ειρήνη στο Αιγαίο, γιατί μόνο αυτό τους ενδιέφερε στο βάθος. Ο Σουλτάνος τους είπε να μην ανακατεύονται στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ότι η Ελλάδα ανήκει στο εσώτερον εσωτερικό της εν λόγω Αυτοκρατορίας. Τότε οι σύμμαχοι θύμωσαν που ο Σουλτάνος, παρά τα χάλια της Αυτοκρατορίας του, επέμενε να κάνει το νταή, και είπαν να επέμβουν δυναμικά υπέρ των Ελλήνων, δηλαδή υπέρ του εαυτού των.

Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου, οι τρεις στόλοι συναντιόνται στα ανοιχτά κοντά στη Ζάκυνθο και καταστρώνουν κοινό σχέδιο δράσης κατά του στόλου του Ιμπραήμ, που μαχμουρλιάζει στο Ναβαρίνο, χωρίς να ξέρει τι τον περιμένει. Αρχηγός του αγγλικού στόλου είναι ο ναύαρχος Έντουαρντ Κόδριγκτον, που χρίεται και αρχηγός του ενωμένου συμμαχικού στόλου, αρχηγός του γαλλικού είναι ο ναύαρχος Δεριγνύ, και επί το ορθότερον και πληρέστερον Ανρί-Ντανιέλ Γκοτιέ Ντε Ρινύ, και αρχηγός του ρωσικού ο ναύαρχος Λογγίνος Χέυντεν (Χέυδεν, τον λέμε εμείς). Και οι τρεις γίναν… δρόμοι της Αθήνας.

Ο συμμαχικός στόλος έχει 27 πλοία και ο τουρκοαιγυπτιακός 82. Τη μεγάλη για την Ελλάδα ημέρα της 8ης Οκτωβρίου 1827, ο συμμαχικός στόλος αποκλείει εύκολα τον αμέριμνο τουρκοαιγυπτιακό μέσα στο Ναβαρίνο, και μ’ ένα σφυροκόπημα που δεν κρατάει ούτε τρεις ώρες καλά καλά, τον στέλνει όλον στον πάτο. Σ’ αυτές τις τρεις ιστορικές συμμαχικές ώρες που ισούνται με έξι ελληνικά χρόνια σκληρών αγώνων, 5.000 ψυχές μουσουλμάνων πετούν για τον μουσουλμανικό παράδεισο και 700 ψυχές χριστιανών, ορθοδόξων Ρώσων, προτεσταντών Άγγλων και καθολικών Γάλλων ανάμεικτα, φτερουγίζουν για τον χριστιανικό παράδεισο.

Και η ψυχή των Ελλήνων που είχε πάει στην Κούλουρη, δηλαδή την πάντα καλά προφυλαγμένη Σαλαμίνα, όπου έβρισκαν καταφύγιο και τα τρομαγμένα σώματα και οι τρομαγμένες ψυχές των Ελλήνων από αρχαιοτάτων χρόνων, επιστρέφει απ’ την Κούλουρη. Κανένα πρόβλημα πλέον με τον Ιμπραήμ. Οι σύμμαχοι νίκησαν για λογαριασμό των Ελλήνων, και η επανάσταση τελειώνει με το τέλος του έκτου χρόνου. Όμως, τα εν ειρήνη δύσκολα τώρα αρχίζουν. Και πόσο δυσκολευόμαστε εμείς οι Έλληνες στην ειρήνη, δε λέγεται.

Βασίλης Ραφαηλίδης 
antikleidi.com 

Αναδημοσίευση από 
https://www.ptisidiastima.com/rafailidis_navarino/
25/3/2019


WIKIMEDIA COMMONS

10.
Τι έγιναν οι μουσουλμάνοι στην Ελλάδα μετά το 1821;
Άγνωστες πτυχές της Ιστορίας.

Είναι αλήθεια, ότι παλαιά, στην πιο «στρογγυλεμένη» θεώρηση της ιστορίας, μαθαίναμε πώς οι αγωνιστές και εν γένει οι Έλληνες, τα έκαναν όλα καλά και αγαθά στον αγώνα του ’21.Από την άλλη, οι νεωτεριστές της ιστορίας του ’21, μας παρουσιάζουν τους Έλληνες ως σφαγείς επί δικαίων και αδίκων και τους Οθωμανούς σχεδόν να είναι «μάρτυρες» (λες και δεν πολέμησαν λυσσαλέα), στα πλαίσια μιάς «πλειοδοσίας» βίας και ηρωϊσμού, μαρτυρικής σφαγής, ή απαξίας.

Εν τούτοις, αν παρατηρήσουμε τις πηγές που ευτυχώς έχουν διασωθεί (βλ. Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας) και ξένους συγγραφείς της εποχής, μας δίνουν όλες τις πληροφορίες και μας λύνουν τις απορίες για τι συνέβαινε εκείνη την «παράδοξα» ηρωική αλλά συνάμα και οδυνηρή για όλους τους ανθρώπους εποχή. Το 1828 ο Ιωάννης Καποδίστριας, απαντώντας σε ερώτημα των μεγάλων δυνάμεω, ποιος ήταν ο πληθυσμός των μουσουλμάνων και γενικά των μη χριστιανών στο Μορι , πριν και μετά την επανάστασ , απάντησε: 42.750 πριν τον αγώνα του ’21 και μηδέν με την ίδρυση του Κράτους ( σχετ. Χουλιαράκης 1973: σ. 31) ή σύμφωνα με τον Κυριάκο Σιμόπουλο ήταν 15.138 οικογένειες μουσουλμάνων ή 63.813 άτομα (Κ.Σιμόπουλος 1979, σ. 211). 



Χαρακτηριστικά στο έργο «Η ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως Mendelssohn - Bartholdy, Carl Wolfgang Paul , αναφέρεται:

«Ούτε φύλου ούτε ηλικίας έγινε διάκριση, και σε 15.000 υπολογίζονται οι από τέλους Μαρτίου του ’21 μέχρι της Κυριακής του Πάσχα (22 Απριλίου) φονευθέντες Τούρκοι» .

Αλλά και ο γραμματέας του Δημ. Υψηλάντη, ιστορικός Ι.Φιλήμων αναφέρει χαρακτηριστικά για την Άλωση της Τριπολιτσάς:

“Γυναίκες, ων η λευκότης διεφιλονείκει και προς αυτήν την χιόνα, νεάνιδες, ων ουδ’ ο θάνατος κατεμάρανε την χιόνα, βρέφη, τα μεν χειραπτάζοντα τους μαστούς και βαβάζοντα, τα δε το στόμα έχοντα επί του μαστού μητρός αιμοφύρτου, νέοι, γέροντες, άνδρες, ανάμικτοι κατέκειντο θέαμα βαρυπενθέ. Ιδίως δε η εκ της πύλης των Καλαβρύτων μέχρι του σατραπείου λεωφόρος από λιθοστρώτου μετεσχηματίσθη, ίν’ είπωμεν, εις πτωματό στρωτον, και ο ύθ’ ο πεζός, ο ύθ’ ο ίππος επάτει επί της γης, αλλ’ επί πτωμάτων”.

O δε Θ.Κολοκοτρώνης συνομολογεί στον Τερτσέτη και γράφεται στη «διήγηση των συμβάντων της ελληνικής φυλής» πώς: «το άλογο μου από τα τείχη ως τα σαράγια δεν επάτησε γη ….Το ασκέρι οπού ήταν μέσα το Ελληνικό έκοβε και εσκότωνε από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άνδραις 32.000 ( sic – μάλλον όμως υπερβολικός αριθμός), μια ώρα ολόγυρα της Τριπολιτζάς». Οι αριθμοί του Κολοκοτρώνη και του Παπατσώνη (32.000 και 30.000) θεωρούνται υπερβολικοί. Ο Τρικούπης και ο Φιλήμων υπολογίζουν τα θύματα σε 1 0 .0 0 0 , αριθμό που ο Κ. Σιμόπουλος θεωρεί πλησιέστερο προς την αλήθεια. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η τύχη των αιχμαλώτων της πόλεως των Καλαβρύτων που απελευθερώθηκε στις 21 Μαρτίου 1821. 

Για τους μουσουλμάνους των Καλαβρύτων βλ. Εδώ:
http://www.kalavrytanews.com/2014/02/1821.html#.U1ltqrA9Kig

Εξάλλου ένας σύγχρονος ( αυτή την φορά ) Τούρκος ιστορικός καθηγητής, ο Δρ Ali Fuat ORENC στο βιβλίο του: « Unuttuğumuz Mora Türkleri Balkanlarda İlk Dram ve Eyaletten Bağımsızlığa Yunanistan / Οι ξεχασμένοι Τούρκοι του Μοριά. Το πρώτο βαλκανικό δράμα και η κατάσταση ανεξαρτησίας της Ελλάδας» ( ISBN: 978 – 9944-118-37-8 ), αναφέρεται εκτενώς στις σφαγές των μουσουλμάνων που συλλήβδην ονομάζονται Τούρκοι ( περιλαμβάνονται κυρίως Λαλαίοι, Μπαρδουνιώτες, ρομά, εξισλαμισμένοι και ανατολίτες διαφόρων καταγωγών, πχ. Αλβανοί, Γεωργιανοί, Τούρκοι , εβραίοι κ.λ.π) μιάς και όποιος είχε γίνει/ ήταν μουσουλμάνος εκείνη την εποχή και ασχέτου καταγωγής θεωρείτο Τούρκος ( μουσουλμάνος = τούρκος = τούρκεψε – Ενίοτε τους έλεγαν και Περσιάνους, δηλ. Πέρσες, βλ. απομν. Θεοδώρου Ρηγόπουλου, γραμματέα του Πάνου Κολοκοτρώνη ). Έτσι λοιπόν , σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία του John L. Comstock, ο πληθυσμός του Μοριά το 1823 ήταν ο εξής:



Δηλαδή 1602 οικισμοί, 407.500 χριστιανοί και 16.500 μουσουλμάνοι ( μόνον τούρκοι; προφανώς όχι, αλλά όλες οι εθνότητες που είτε ήταν μουσουλμάνοι, είτε ως μισθοφόροι πολεμούσαν με το μέρος των Οθωμανών ασχέτου καταγωγής και θρησκεύματος ) στα κάστρα των Πατρών, της Μεθώνης και της Κορώνης.

Σύμφωνα λοιπόν με τους νεωτεριστές της ιστορίας και ειδικά του 1821, οι μουσουλμάνοι του Μοριά συλλήβδην σφαγιάστηκαν, επειδή πριν την επανάσταση ήταν περίπου 40.000 , κατά τη διάρκειά της ( 1823 ) έμειναν 16.500 και το 1828, όπως δήλωσε ο Καποδίστριας δεν υπήρχαν μουσουλμάνοι στο Μοριά !!! Ήταν όμως έτσι;

Αλλά άς δούμε τα λάθη, του άσπρου – μαύρου της προσέγγισης της ιστορίας (καλοί έλληνες – κακοί τούρκοι, ή πλέον κακοί έλληνες – καλοί τούρκοι ) με μια όσο γίνεται ψύχραιμη ματιά και ίσως τελικά βγάλουμε καλύτερα συμπεράσματα. Ότι δηλαδή σε περιπτώσεις σαν την ελληνική επανάσταση των αρχών του 1 9ου αιώνα (1821), τα πράγματα πρέπει να τα ερμηνεύουμε in tempore, δηλ. στο χρόνο τους και με τις τότε συνθήκες και όχι κάνοντας «λογικούς» και ιστορικούς αναχρονισμούς, διότι σίγουρα θα βγάλουμε λάθος συμπεράσματα. 

1. Καταρχάς μιλάμε για μια εποχή που παγκοσμίως δεν υπήρχαν έγγραφοι κανονισμοί πολέμου και επιείκειας , δεν υπήρχε Ερυθρός Σταυρός, ή ΟΗΕ, παρότι «εν σπέρματι» υπήρχαν δράσεις που αργότερα οδήγησαν σ’ αυτά τα όργανα. 

2. Ξεχνάμε ότι μιλάμε για πολεμικές συγκρούσεις, εθνικοαπελευθερωτικού χαρακτήρα, υπό το βάρος αιώνων καταπίεσης, ανακατεμένες με εμφύλιο, με πάθη προσωπικά ή εθνοτικά, με τεράστια εξουσιαστικά , οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα. ( Μήπως όμως και οι δύο Παγκόσμιοι πόλεμοι, οι γενοκτονίες, οι εμφύλιοι και οι σημερινές σφαγές της Μ.Ανατολής, τα σύγχρονα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα δεν μας δείχνουν ότι ο άνθρωπος παρά την κατ’ επίφαση μόρφωσή του, γίνεται πιο κτηνώδης από τότε και μάλιστα με όπλα αφανισμού ή οικονομικές «κρίσεις» στο όνομα – ό της παραδοξότητας – της δημοκρατίας;) 

3. Ξεχνάμε ότι μιλάμε για εποχές που είτε υπήρχαν μισθοφόροι, κυρίως στη δούλεψη των εξουσιαστών και λιγότεροι με το μέρος των εξουσιαζόμενων επαναστατών μαζί με κάποιους εθελοντές που προσδοκούσαν σε μεταγενέστερα οφέλη και επομένως οι μισθοφόροι - και όχι μόνον - ως επαγγελματίες του πολέμου ήταν αποφασισμένοι για πόλεμο και για θάνατο, ενίοτε όμως και για «καπάκια», δηλ. να τα βρουν με την αντίπαλη πλευρά ( σήμερα το λέμε «διπλωματικές κινήσεις»). 

4. Ξεχνάμε ότι οι πολεμιστές ένθεν και ένθεν δεν ζούσαν μόνον με «αέρα», αλλά ήθελαν προμήθειες. Οι μεν Οθωμανοί στρατιώτες τις ελάμβαναν τακτικά, έπαιρναν και το λουφέ ( μισθό τους ), οι δε ντόπιοι μουσουλμάνοι του Μοριά πολεμούσαν με πάθος για τα χωριά και τις πόλεις τους λαμβάνοντας προμήθειες από τα κάστρα που κατείχαν οι ομόθρησκοι και αρωγοί τους, στα οποία κάστρα προσέφευγαν όταν δυσκόλευαν τα πράγματα μέχρι να εξαντληθούν εκεί μέσα πολιορκούμενοι και να παραδοθούν, ή να καταληφθούν και να σφαγιαστούν, ως «ποινή» της αντίστασής τους και της μη παράδοσής τους – κάτι δηλ. που γινόταν παντού στον κόσμο για αιώνες -. Οι χριστιανοί δεν είχαν χρήματα ( ή ελάχιστα ), ενώ δεν μπορούσαν να έχουν συχνές, πολλές και καλές προμήθειες ( μόνον μπαρούτι από τη Δημητσάνα, μολύβι από τις σκεπές τζαμιών και εκκλησιών , όπλα από τους σκοτωμένους αντιπάλους, δεν ελάμβαναν μισθό, παρά μόνον υποσχετικές επιστολές ότι κάποτε θα πληρωθούν από δάνεια ή όταν ανορθωθεί η πατρίδα, ενώ ότι ελάμβαναν ήταν ακανόνιστο και κυρίως με την «ελπίδα της λαφυραγωγίας») . 

5. Η λαφυραγωγία τον 19ο αιώνα «δεν θεωρείτο ανήθικη πράξη» ( σημ.:ακόμα και σήμερα, η επιθαλάσσια αρωγή πλοίου, κατά διεθνές ναυτικό έθιμο ως άλλη «συγκεκαλυμμένη λαφυραγωγία» - θα λέγαμε αδόκιμα- ορίζει «αποζημίωση/ σώστρα » που θα την καθορίσει το Δικαστήριο, κατά τ’ ακόλουθα μερίδια: Το 1/2 εισπράττει ο Πλοιοκτήτης του πλοίου που παρείχε τη βοήθεια στο πλοίο που είχε την ανάγκη , το 1/4 ο Πλοίαρχος και το υπόλοιπο 1/4 το πλήρωμα του ίδιου πλοίου ) και έτσι εξασφάλιζαν τη διαβίωσή τους ( όταν έλειπαν μήνες από τα σπίτια τους, τα οποία είχαν παρατήσει στο έλεος με τα γυναικόπαιδά τους, πολεμώντας για χρόνια μακριά ). Με τα λάφυρα εξασφάλιζαν νέα όπλα και θησαυρούς ( π.χ Τριπολιτσάς ), τους οποίους έδιναν ως λύτρα για εξαγορά αιχμαλώτων, αγορά όπλων, πληρωμή μισθών ( λουφέδων ) μισθοφόρων, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι κάποιοι δεν καταχρώντο μεγάλο μέρος αυτών για ίδιον όφελος. Όπως αναφέρει ο Κολοκοτρώνης στη «διήγηση των συμβάντων της ελληνικής φυλής» , οι πρώτοι απαιτητικοί για τον λουφέ ήταν οι Μανιάτες. 

6. Ξεχνάμε ότι πριν τις όποιες μάχες και στη συνέχεια σφαγές ( πλην μεμονωμένων περιπτώσεων «χωσιών» δηλ. καρτερίων που έγιναν «φόνοι») , γινόταν πρόταση από τους επαναστάτες να παραδοθούν οι Οθωμανοί, αφήνοντας τον οπλισμό και φυσικά την περιουσία τους και άοπλοι πλέον, με λίγα υπάρχοντα, να φύγουν για όπου ήθελαν ( π.χ Ήπειρο, Μ.Ασία, Αίγυπτο κ.λ.π ), με πλοία που θα φρόντισαν να ναυλώσουν και να πληρώσουν οι επαναστάτες του Μοριά.

Εν τούτοις οι Οθωμανοί όχι μόνον δεν παραδίδονταν ( πλην λίγων απελπισμένων περιπτώσεων ), αλλά καλούσαν τους Έλληνες να καταθέσουν τα όπλα και να επικαλεστούν το έλεος του Σουλτάνου, διαφορετικά θα πωλούντο όπως άλλοτε πουλήθηκαν οι Σέρβοι προς τρία γρόσια ο άνθρωπος. ( βλ.Β΄ 88-89. Φιλήμων Δ΄ 206, 209-214 και 218-219).

Σε κάποιες περιπτώσεις που έγιναν «ιδιωτικές» συμφωνίες, οι Οθωμανοί απεχώρησαν άβλαβοι μαζί με τα γυναικόπαιδα και τα χαρέμια τους. Όσοι επέμεναν να μείνουν ή/και να πολεμήσουν, αν ηττούντο, σφαγιάζονταν, ή έμεναν αιχμάλωτοι με αβέβαιο όμως τέλος. Οι επαναστάτες ήταν πολύ σκληροί και με τους ηττημένους και με τους προδότες χριστιανούς, ( ειδικά με τους τουρκοπροσκυνημένους του Νενέκου – Ιμπραήμ ) αλλά αυτά που τους έκαναν ήταν της ιδίας μορφής με αυτά που είχαν υποστεί οι δικοί τους επί 400 χρόνια ( χωρίς αυτό να ισοφαρίζει την βία ). Δυστυχώς η βία ασκείτο συχνά και σε γυναικόπαιδα, μιμούμενοι αυτά που είχαν κάνει και έκαναν οι Οθωμανοί στα δικά τους γυναικόπαιδα ( οφθαλμός αντί οφθαλμού ). - «Ουδείς αρνείται το κακόν, και ημείς απέχομεν πάσης υπερασπίσεως επί της ουσίας. Αλλ’ υπήρξέ ποτε επανάστασις κατά εξουσίας τυραννικής, και ταύτης αλλοεθνούς, αλλοθρήσκου και αλλογλώσσου, μη συνοδευθείσα μεθ’ όλων των συνεπειών εκείνων, οίας προκαλούσι τα παθήματα του παρελθόντος και η ανάγκη του παρόντος;» αναφέρει ο Ι. Φιλήμων, χωρίς να ξεχνά τις οθωμανικές βαρβαρότητες και την αδυναμία των Ελλήνων αρχηγών να επιβληθούν (Φιλήμων Δ΄ 228-229 ). 

7.Ένα άλλο θέμα που ξεφεύγει των νεωτεριστών είναι τα αίτια της σφαγής εβραίων και μουσουλμάνων Ρομά ( τουρκόγυφτους τους έλεγαν τότε ) στο Μοριά. Έστω και εάν με τη σημερινή ηθική το θεωρούμε αποτρόπαιο και ρατσιστικό, πρέπει να το δούμε ( μας αρέσει δεν μας αρέσει ) με την τότε λογική: Γράφει ο αυτόπτης μάρτυς στην Τριπολιτσά Raybaud:

«σ’ ένα μόνο νόμο υπάκουαν, σ’ αυτόν της καταστροφής σ’ ένα σύνθημα, της σφαγής …… Συχνά ένας Έλληνας που πάει να μαχαιρώσει έναν Μουσουλμάνο, τον παρατάει για να σκοτώσει έναν Εβραίο. Οι Ισραηλίτες της Τριπολιτσάς θανατώθηκαν όλοι, οι περισσότεροι από αυτούς στην πυρά, εξαιτίας του μεγάλου μίσους που έτρεφαν γι′ αυτούς οι Έλληνες, μετά τις φρικαλεότητες που είχαν διαπράξει οι Εβραίοι της Κωνσταντινούπολης εναντίον των Χριστιανών της Πόλης και πάνω στο σώμα του Πατριάρχη Γρηγορίου” ( Σιμόπουλος Α΄ 273 ). Μετά το διωγμό τους από την Ισπανία κατόπιν εντολής των Καθολικών μοναρχών Φερδινάνδου και Ισαβέλλας (όπως καταγράφεται στο διάταγμα της Αλάμπρας το 1492), καθώς και από την Πορτογαλία κατόπιν εντολής του Βασιλιά Μανιουέλ το 1497, οι εβραίοι είχαν βρει προστασία και ηρεμία στην οθωμανική τότε κτήση της Ελλάδας, κυρίως στη Θεσ/νίκη , ασκώντας το εμπόριο, κολλυβιστικές εργασίες και πρακτική ιατρική, όπου σε συνδυασμό με τους ντόπιους εβραϊκούς πληθυσμούς είχαν κάθε λόγο να παραμείνει ισχυρή η οθωμανική αυτοκρατορία για να έχουν σταθερό περιβάλλον. Κάθε ανατροπή και δη ο ερχομός στην εξουσία χριστιανικών πληθυσμών που θεωρούσαν τους εβραίους «Χριστοκτόνους» τους δημιουργούσε ανασφάλεια και γι’ αυτό οι εβραίοι πλην φυσικά εξαιρέσεων, δεν ήταν φίλα προσκείμενοι στην επανάσταση του ’21. Αυτό τους στοίχισε.

Κάτι παρόμοιο συνέβη και με τους μουσουλμάνους Ρομά ( τουρκόγυφτους ), οι οποίοι αν και έκαναν επικουρικές δουλειές στους Οθωμανούς ( διασκεδαστές, μουσικοί, αγγαρείες κ.λ.π ), ασκούσαν το πιο αποτρόπαιο «επάγγελμα», αυτό του εκτελεστή ποινών !! θεωρούνταν και αυτοί «Χριστοκτόνοι », αφού ως «χαλκιάδες»/σιδεράδες είχαν τάχα φτιάξει τα καρφιά της σταύρωσης του Χριστού, οπότε η όλη συμπεριφορά, το επάγγελμα του εκτελεστή και η φημολογούμενη «Χριστοκτονία», τους στοίχισε. Αντιθέτως δεν πειράχθηκαν οι χριστιανοί Ρομά (γύφτοι), οι οποίοι ασκούσαν όπως λέει ο Ι.Φιλήμων το επάγγελμα του «παλιγκάπηλου » / μεταπράτη/ μικροπωλητή, του «χαλκιά» και του μουσικού ακολουθώντας τους αγωνιστές , πολεμώντας κιόλας μαζί τους αν είχαν όπλα. Οι Έλληνες αποκαλούσαν γύφτους, όχι μόνον το υς Ρομά, αλλά και τους Αιγύπτιους Kipti ( και άραβες ή στραβαραπάδες του Ιμπραήμ ), γενικά τους έγχρωμους και τους μαυριδερούς, τους ασχολούμενους με το αμόνι και τα μέταλλα, τους μουσικούς, ασχέτως καταγωγής ( π.χ τον Καραϊσκάκη ). 

8.Άλλη μια παράμετρος μουσουλμάνων του Μοριά, αλλά όχι τούρκων ή ανατολιτών, είναι οι μουσουλμάνοι αρβανίτες ( άλλοι τους λένε αλβανούς, αλλά παρέλκει του παρόντος το θέμα: αρβανίτης- αλβανός ) Μπαρδουνιώτες ( στις παρυφές της Μάνης ) και οι Λαλαίοι της Φολόης, οι οποίοι προεπαναστατικά είχαν επιλογή , είτε να πολεμήσουν με το μέρο ς των χριστιανών, είτε με το μέρος των Οθωμανών. Επέλεξαν να είναι με το μέρος των Οθωμανών και υπέστησαν τις συνέπειες του πολέμου, του θανάτου και του ξεριζώματος από το Μοριά, παρότι είχαν προηγούμενες καλές σχέσεις με τους Μοραΐτες χριστιανούς, Μάλιστα μέχρι κοινό κράτος ήθελαν να φτιάξουν στο Μοριά . Αφηγείται σχετικά ο Κολοκοτρώνης στη «διήγηση των συμβάντων της ελληνικής φυλής» :

«Ὁ πάππος τοῦ Ἀλῆ Φαρμάκη καὶ ὁ πάππος ὁ ἐδικός μου, Γιάννης Κολοκοτρώνης, ἦσαν φίλοι καὶ ἀδελφοποιτοί. Ἐσκοτώθηκε ὁ παππούλης μου, ἐπέθανε καὶ ὁ παππούλης τοῦ Ἀλῆ Φαρμάκη καὶ ἔμεινε ἡ φιλία ἡ ἴδια εἰς τὸν πατέρα μου καὶ εἰς τὸν πατέρα τοῦ Ἀλῆ Φαρμάκη. Ὡς φίλοι πατρικοὶ ἐλάβαμεν καὶ ἡμεῖς ἀνταπόκριση (2), δὲν τὸν εἶχα ἰδεῖ προσωπικῶς. Ἐπιστηριζόμενος λοιπὸν εἰς τὴν φιλίαν μὲ ἔγραψε ἕνα γράμμα, μοῦ ἔλεγε: «Φίλε πατρικέ, ὁ Βελὴ Πασὰς ἑτοιμάζεται νὰ μὲ βαρέσει, καὶ ἂν εἶσαι φίλος νὰ ἔλθεις νὰ μὲ βοηθήσεις». Ὁ Ἀλὴ Φαρμάκης ἐπῆρε τὴν ἄδειαν νὰ ἰδεῖ τὰ χωριά του, ἕως ὅτου νὰ ἔλθει ὁ Κολοκοτρώνης, καθὼς ἔλεγε, καὶ ἔτζι ἐπῆρε μιὰ πενηνταριὰ χιλιάδες γρόσια καὶ ἐστείλαμε καΐκι καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Ζάκυνθο. Ἐρχόμενος εἰς τὴν Ζάκυνθο, ἀπεφασίσαμεν νὰ ὑπάγομε εἰς τὸ Παρίσι διὰ νὰ εὕρομε τὸν Βοναπάρτε, καὶ ἐπήγαμε εἰς τοὺς Κορφούς, καὶ ὁ τότε γενικὸς διοικητὴς Δονζελὸτ μᾶς ἐμπόδισε, λέγοντάς μας, ὅτι: «Μείνετε ἐδῶ καὶ ἐγὼ γράφω καὶ θέλετε ἔχει ἀπόκρισιν, μόνον ἡμεῖς νὰ κάμομε τὸ σχέδιο ἕως ὅτου νὰ ἔλθει ἡ ἀπόκρισις τοῦ Αὐτοκράτορος». Τὸ σχέδιον ποὺ ἐκάμαμε μὲ τὸν Δονζελὸτ ἦτον τὸ ἀκόλουθο: Νὰ μᾶς δώσει 500 κανονιέρους μὲ φουστανέλες ἐνδυμένους, 5.000 Ἕλληνες ὁποὺ εὑρίσκοντο εἰς τὴν γαλλικὴν δούλευση. Καὶ μᾶς ἔδωσε γρόσια διὰ νὰ στρατολογήσομε εἰς τὴν Τζαμουριά, ὅπου ἦσαν ἐχθροὶ τοῦ Ἀλῆ πασᾶ. Ἐπεράσαμεν εἰς τὴν Τζαμουριά, καὶ ἐκάμαμε 3.000 μισθωτοὺς Τζάμηδες καὶ ἤλθαμε εἰς τὴν Πάργα, καὶ τοὺς ἐμβαρκάραμε διὰ τὴν Ἅγια Μαύρα. Ἡ σύναξις ἔμελλε νὰ γίνει εἰς τὴν Ἅγια Μαύρα καὶ Ζάκυνθον. Ἐπέρασα μὲ 600 εἰς τὴν Ἅγια Μαύρα. Τὸν αὐτὸν καιρόν, εἰς τὰς 9, ἤλθανε οἱ Ἄγγλοι εἰς τὴν Ζάκυνθο, ἔκαμαν τεσβάρκο καὶ ἐπερίλαβαν τὴν Ζάκυνθο, τοὺς δὲ Φραντζέζους τοὺς ἔστειλαν εἰς τοὺς Κορφούς (1), τοὺς δὲ Ἕλληνας ἕως 400 τοὺς ἔβαλαν εἰς τὰ καράβια ὡς πριζονιέρηδες (αἰχμαλώτους). Ἐπῆραν καὶ τὴν Κεφαλονιά, Θιάκι καὶ Τζηρίγο, καὶ ἔκαμαν τὸ ἴδιο. Ἔλαβε ἀπὸ τὸν ἀρχιστράτηγο τῶν Ἄγγλων, ὁποὺ ἦτον εἰς τὸ Παλέρμο, ὁ Γκενερὰλ ὁ Ὀσβὰλ διαταγὴ νὰ λάβει εἰς δούλευση ὅλους τοὺς Ἕλληνας, καὶ ἐπὶ κεφαλῆς ὁ Τζούρτζ, ὅστις ἦτον τότε ταγματάρχης. Ἡμεῖς, ἀφοῦ εἴδαμεν ὅτι ἦλθαν Ἄγγλοι εἰς τὰ νησιά, ἐγράψαμε στὴν Πάργα νὰ μὴν ἔλθουν πλέον στρατεύματα, διατὶ τὸ σχέδιο ἐχάλασε μὲ τὴν παρρησίαν τῶν Ἄγγλων. Τὸ σχέδιον ἦτον ὅτι ὅλα τὰ κάστρα τῆς Μεσσηνίας, τῆς Πάτρας, τῆς Μονεμβασίας, ἅμα ἐβγοῦμε, νὰ κηρυχθοῦν ὑπὲρ ἡμῶν. Καὶ ἦλθαν ὅλοι οἱ Τοῦρκοι καὶ Ρωμαῖοι οἱ σημαντικοὶ καὶ ὁμίλησαν εἰς τὴν Ζάκυνθο, νὰ κάμομε μιὰ κυβέρνηση, συνθεμένη ἀπὸ 12 Τούρκους καὶ 12 Ἕλληνας νὰ κυβερνοῦν τὸν λαόν. Οἱ Τοῦρκοι ἐπίσης νὰ καταδικάζονται καθὼς οἱ Ἕλληνες. Τοὺς νόμους τοὺς εἴχαμε ἐγγράφους εἰς τοὺς Κορφοὺς ἀπὸ τὸν Δονζελότ. Ἡ σημαία μας, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὸ φεγγάρι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸ Σταυρό, καὶ τὸ σχέδιό μας ἦτον, ἅμα ἐπατούσαμε τὸν Μορέα νὰ κάμομε ἀναφορὲς εἰς τὸν Σουλτάνο καὶ νὰ τοῦ λέγομεν, ὅτι: ἡμεῖς δὲν ἀποστατήσαμεν ἐναντίον σου, πλὴν ἐναντίον τοῦ τυράννου τοῦ Βελῆ πασᾶ, καὶ ὁ Δονζελὸτ ἠκούετο μὲ τὸν Σεμπαστιάνη, πρέσβην εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὥστε νὰ ἐμποδίσουν τὸν Σουλτάνο διὰ κάθε κίνημα. Ὁ μυστικὸς μου σκοπός, ἀφοῦ ἐμβαίναμε καὶ ἐπιάναμε ὅλα τὰ φρούρια, τότε τὸ ἐκάμναμε ἐθνικότερο καὶ ἐχαλούσαμε τοὺς Τούρκους. Αἱ περιστάσεις ἤθελαν μὲ ὁδηγήσει τί ἔμελλα νὰ κάμω. Εἰς τὸ σχέδιόν μας ἦτον ὅτι, ἂν μᾶς κάμει χρεία νὰ ἐβγάνομε ἕως 15.000 Ἑπτανησίους. Διὰ τρεῖς ἡμέρες καὶ νύκτες ἐγώ, ὁ Ἀλὴ Φαρμάκης καὶ ὁ Δονζελὸτ μὲ ἕνα γραμματικὸ ἐκάμαμε τὸ σχέδιο αὐτό, καὶ προετοιμάσαμεν ὅσα ἔμελλαν νὰ γίνουν.» 

Όπως αναφέρει ο Σπηλιάδης και συμφωνεί Κυριάκος Σιμόπουλος : «Τα ανθρωπιστικά αισθήματα παραμερίζονταν μπροστά στον εθνικό κίνδυνο» - απάνθρωπο μεν, αλλά δυστυχώς οι κοινωνίες των ανθρώπων δεν είχαν και δεν έχουν και δεν ξέρω αν ποτέ θα αποκτήσουν καθ’ολοκληρίαν ανθρωπιστικά αισθήματα, παρά την παιδεία και τα ανθρωπιστικά κινήματα. 

Όπως προαναφέραμε, σύμφωνα με τους αναστοχαστές της ιστορίας και ειδικά του 1821, οι μουσουλμάνοι του Μοριά συλλήβδην σφαγιάστηκαν, επειδή πριν την επανάσταση ήταν περίπου 40.000, κατά τη διάρκειά της ( 1823 ) έμειναν 16.500 και το 1828, όπως δήλωσε ο Καποδίστριας δεν υπήρχαν μουσουλμάνοι στο Μοριά!!! 

Όμως από τις έστω και επιγραμματικά αναφερόμενες εν συντομία πηγές, δεν βγαίνει αυτό το συμπέρασμα. Αντιθέτως βγαίνει το συμπέρασμα ότι εκτός της σφαγής των 10.000 περίπου ( και όχι τα άλλα υπερβολικά νούμερα ) στην Τριπολιτσά, και κάποιων μεμονωμένων άλλων άδικων και εν βρασμώ σκοτωμών ( πχ. στο ερημονήσι Χελωνάκι κοντά στη Σφακτηρία και το Ναβαρίνο, βλ. πρωτοσύγκελου Αμβρόσιου Φραντζή ), άοπλων Οθωμανών που τους σκότωναν για να πάρουν από το Δ. Υψηλάντη κάποια αμοιβή ( λεπτομέρειες και αιτιάσεις για τα συγκεκριμένα παρέλκουν του παρόντος, αφού σχετίζονται με αυτό που πρώτοι οι Οθωμανοί είχαν πει στους επαναστάτες: «θα πωληθείτε όπως άλλοτε πουλήθηκαν οι Σέρβοι προς τρία γρόσια ο άνθρωπος. ( βλ.Ι. Φιλήμονα ), πάνω από τους μισούς μουσουλμάνους και τους εβραίους του Μοριά διασώθηκαν και επιβίωσαν με διάφορους τρόπους, όπως θα δούμε παρακάτω. 

Έτσι, παρά τη σκληρότητα των αντιμαχόμενων πλευρών, τις ωμότητες και τις ατυχείς σφαγές αμάχων πληθυσμών ένθεν και ένθεν, από τις πηγές προκύπτει ότι οι επαναστάτες, αμέσως έδειξαν επιείκεια σε όσους ζητούσαν το «έλεός τους». Δεχόντουσαν στις τάξεις τους, τους πάντες, άνευ ελέγχου θρησκεύματος ή χρώματος, αρκεί να πολεμούσαν μαζί τους, για την επανάσταση και την απελευθέρωση. Έτσι δέχθηκαν μουσουλμάνους όπως τον Μουσταφά Γκέκα και την οθωμανική/ μουσουλμανική εκατονταρχία του, μουσουλμάνους και χριστιανούς Ρομά ( γύφτους ), βούλγαρους καβαλαραίους με τον Χατζή Χρήστο, τον Τουρναβίτη, μαυροθαλασσίτες, εθελοντές από την Ευρώπη και απ’ όλο τον κόσμο, διάφορους καταφανώς τυχοδιώκτες , αλλά και ρομαντικούς, μέχρι και Νέγρο από την Αμερική, τον Τζέϊμς Γουϊλιαμς. Όσους ήθελαν να φύγουν από το Μοριά, βασικά τους βοήθησαν, άλλους τους αντάλλαξαν με έλληνες αιχμαλώτους, άλλους βάπτισαν με το «ζόρι» χριστιανούς και τους ενέταξαν ( σημ.: Η σημαία του Σταυρού κυματίζει πάνω στα τζαμιά. Οι παπάδες βαπτίζουν πολλά τουρκόπουλα…Μπαίνουν στην Πάτρα οι προεστοί της Βοστίτσας - Κ.Σιμόπουλος 1979, σ. 189 – 190). 

Άλλοι πάλι βαπτίστηκαν οικειοθελώς οπότε και αυτοί εντάχθηκαν ( είναι οι λεγόμενοι «νεοφώτιστοι», αλλά αποστάτες/ murtad για τους οθωμανούς , οι οποίοι αποστάτες, αν επανέκαμπταν οι Οθωμανοί θα εκτελούντο για το αμάρτημα που έκαναν να βαπτιστούν χριστιανοί . Γενικά αποστάτες/ murtad έλεγαν τους μουσουλμάνους που γινόντουσαν χριστιανοί και σίγουρα θα εκτελούντο ή θα ζούσαν υποτιμητικά στο περιθώριο - *βλ. περίπτωση νεομάρτυρα άγιου Ιωάννη του Δερβίση, από την Κόνιτσα της Ηπείρου, που γεννήθηκε μουσουλμάνος , αλλά στο Αγρίνιο ( Βραχώρι ) αποφάσισε να γίνει χριστιανός και βαπτίστηκε Ιωάννης στην Ιθάκη. Επιστρέφοντας στο Αγρίνιο βασανίστηκε για να ξαναγίνει μουσουλμάνος και τελικά αποκεφαλίστηκε στις 23.09.1814. Επίσης αποστάτες/ murtad Μουρτάτες και Μούρτους έλεγαν οι χριστιανοί όσους είχαν τουρκέψει, δηλ. εξισλαμιστεί με τη θέλησή τους, είχαν κάνει μικτούς γάμους και κατοικούσαν στα Μουρτοχώρια της Ηλείας, ή όπου αλλού είχαν πρωτοκατοικίσει Σελτζούκοι μισθοφόροι των Βυζαντινών , είχαν εκχριστιανιστεί και μετά επανέκαμψαν ως υποτιμημένοι στον μουσουλμανισμό των Οθωμανών από το 1460 επ. και γενικώς ακροβατούσαν μεταξύ μουσουλμανισμού και χριστιανισμού αναλόγως των συμφερόντων τους, γι’ αυτό και οι κοινωνίες δεν τους είχαν σε εκτίμηση ). 

Όσοι μουσουλμάνοι πολέμησαν στο πλευρό των επαναστατών, σαν την εκατονταρχία του Μουσταφά Γκέκα, ή του πρακτικού γιατρού από την Αταλάντη μουσουλμάνου Κούρταλη, όχι μόνον δεν πειράχθηκαν, όχι μόνον δεν τους εξανάγκασαν σε εκχριστιανισμό, αλλά τους έδωσαν και πολεμικές αποζημιώσεις. Επίσης πολλές μουσουλμάνες, αφού βαπτίστηκαν, τις παντρεύτηκαν αγωνιστές. Πολλούς αιχμαλώτους, δεν τους δολοφόνησαν, αντιθέτως τους κράτησαν ως «πιστικούς» υπηρέτες στα πατρογονικά τους, όπως έκανε και ο γραμματέας του Πάνου Κολοκοτρώνη, Θεοδ. Ρηγόπουλος . 

Μάλιστα, εκτός Μοριά, στην περίπτωση της Εύβοιας, δεν έδιωξαν τους μουσουλμάνους εν μία νυκτί, αλλά από το 1830 που ήταν να φύγουν, τελικά λόγω διαπραγματεύσεων για τις αποζημιώσεις τους, έφυγαν το Μάρτιο του 1833. Για πολλά χρόνια μετά, σχεδόν μέχρι και το 1923 αρκετοί Τούρκοι παρέμειναν στην πόλη της Χαλκίδας μη θέλοντας να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και την περιουσία τους (οι αποζημιώσεις και οι συναλλαγές αποχωρούντων Οθωμανών με χριστιανούς νεοϊδιοκτήτες είναι ένα άλλο τεράστιο κεφάλαιο, που ομοίως παρέλκει του παρόντος, λόγω του όγκου και της πολυπλοκότητάς του , όπως και η μουσουλμανική μειονότητα θράκης, οι μουσουλμάνοι της Ρόδου και της Κω κ.λ.π ). 

Το αυτό συνέβη και με τους εβραίους. Όσοι αναγνώρισαν το νεοελληνικό κράτος παρέμειναν στη ζωή και τις Συναγωγές τους, όσοι δε βαπτίστηκαν χριστιανοί, ή ήταν βαπτισμένοι πριν την επανάσταση, αποζημιώθηκαν κιόλας για την επιλογή / προσφορά τους αυτή. Οι υπόλοιποι προτίμησαν είτε να πάνε σε οθωμανοκρατούμενες περιοχές, είτε σε άλλες χώρες.

Οι μουσουλμάνοι που εκχριστιανίστηκαν, αλλά και οι εβραίοι, εντάσσονταν γρήγορα στο νεοελληνικό κράτος και κοινωνία, - ειδικά στον Μοριά που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω - , όχι μόνον γιατί είχαν γίνει χριστιανοί, αλλά κυρίως γιατί ήταν ελληνόφωνοι ή δίγλωσσοι ( αρβανίτικα ), είχαν κοινά ή παρεμφερή έθιμα , κουζίνα και μουσική/ χορούς/ πανηγύρια με τους χριστιανούς και ήταν και αυτοί ντόπιοι πληθυσμοί, γεννημένοι στο Μοριά , όπως και οι πρόγονοί τους, αλλά γι’ αυτό το θέμα των εθίμων και τη μουσική και τα τραγούδια των μουσουλμάνων του Μοριά, ετοιμάζω ειδικό άρθρο. Δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες ή ανθολογίες και το θέμα δεν το έχει διαπραγματευτεί κανένας απ’ ότι ξέρω, ούτε στην Ελλάδα, ούτε στην Τουρκία, λες και οι μουσουλμάνοι του Μοριά ήταν «βουβοί». Οψόμεθα όμως!

Επαλήθευση των συμπερασμάτων μας από τις πηγές του Αρχείου της Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Δείτε το αρχείο εδώ .

Δρ. Δημήτρης Σταθακόπουλος

Μέλος του Δ.Σ του Ομίλου Απογόνων Αγωνιστών 1821 - Συνεργάτης Εργαστηρίου Τουρκικών και Ευρασιατικών μελετών Παν.Πειραιά ( Πα.Πει)

Πρώτη δημοσίευση: 
  www.24grammata.com

https://www.huffingtonpost.gr/entry/ti-eyinan-oi-moesoelmanoi-sten-ellada-meta-to-1821_gr_5c937c98e4b0d952b22401e5?utm_hp_ref=gr-homepage
25/3/2019


THE WASHINGTON POST VIA GETTY IMAGES

11.
Από το σκλαβοπάζαρο των Τούρκων με αγάπη.
«Η Ελληνίδα Σκλάβα» του Hiram Powers.

Ο αμερικανός Χίραμ Πάουερς (Hiram Powers, 1804-73) ήταν 17 ετών όταν ξέσπασε η Απελευθερωτικός Αγώνας στην Ελλάδα. Ζούσε τότε στην πόλη Σινσινάτι στην πολιτεία Οχάιο. Ορφανός σε μικρή ηλικία από πατέρα, δούλευε σε βιοτεχνία ωρολογιών και έπειτα σε μουσείο κέρινων ομοιωμάτων. Πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε γλύπτη. Ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου αυτοδίδακτος. Οι ειδήσεις για τη χειμαζομένη μακρινή Ελλάδα συγκινούσαν τους βορειοαμερικανούς τη δεκαετία του 1820˙δεν είναι τυχαίο ότι στη γειτονική  πολιτεία Μίσιγκαν ονομάστηκε Υψηλάντη (Ypsilanti)  το 1829 μια κοινότητα (και σημερινή πόλη) προς τιμήν του Δημητρίου Υψηλάντη μετά τη νίκη του στη Μάχη της Πέτρας στη Βοιωτία. Πολλοί αμερικανοί έβλεπαν τον Απελευθερωτικό Αγώνα ως αγώνα υπέρ της ελευθερίας—της κατάργησης της δουλείας—, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της χριστιανικής πίστης. 

Κάπως έτσι έβλεπε και ο φιλελεύθερος Πάουερς την υπόθεση των Ελλήνων.


 HISTORICAL VIA GETTY IMAGES
Ο Hiram Powers

Στις 19 Ιανουαρίου 1824 ο διαπρύσιος ρήτορας και πολέμιος της δουλείας Ντάνιελ Ουέμπστερ, βουλευτής της Μασαχουσέτης, εισηγήθηκε στο Κογκρέσσο πρόταση να αποστείλει η κυβέρνηση των ΗΠΑ πρέσβη στην Ελλάδα:

« Αναφέρομαι με αυτή την ευκαιρία στον αγώνα ενός ενδιαφέροντος και μεγαλόψυχου λαού, για την υπόθεση της ελευθερίας και του Χριστιανισμού... Και αυτό το κτήριο [Κογκρέσσο] στο οποίο είμαστε συναθροισμένοι, οι κίονες αυτοί, η διακόσμηση, τα πάντα μάς θυμίζουν ότι υπήρχε μια Ελλάδα και ότι τόσον εμείς όσο και η υπόλοιπη ανθρωπότητα είμαστε σε μεγάλο βαθμό οφειλέτες της...  Σήμερα η Ελλάς πολεμά με τρομερά άνισους όρους για την ύπαρξή της και τα ανθρώπινα δικαιώματα”. 

Παρόλο που η πρόταση του Ουέμπστερ απορρίφθηκε, η ομιλία του, εξαιτίας της δίαχυσής της, είχε μεγάλη διεθνή απήχηση, ιδίως στην Ευρώπη.  

Το 1837 ο Πάουερς μετακόμισε με τη γυναίκα και τα παιδιά του στη Φλωρεντία, πόλη ιδανική για ένα ανήσυχο γλύπτη. Εκεί, περί το 1843 φιλοτέχνησε την πρώτη διασκευή ενός έργου το οποίο θεωρείται σήμερα ένα από τα νεοκλασσικά αριστουργήματα της αμερικανικής τέχνης, την «Ελληνίδα Σκλάβα» (Greek Slave), βασισμένη στο ελληνιστικό-ρωμαϊκό άγαλμα της Αφροδίτης των Μεδίκων στo Uffizi στη Φλωρεντία. 


HULTON ARCHIVE VIA GETTY IMAGES

Η πάλλευκη, ολόγυμνη δούλη, φτιαγμένη από παριανό μάρμαρο, στέκεται στην κλασική ελληνική στάση ημι-αναπαύσεως (contrapposto). Τα χέρια της (που την προστατεύουν από βιασμό) είναι αλυσοδεμένα, το κεφάλι της ελαφρώς σκυμμένο˙ το αριστερό της χέρι ακουμπάει σε ένα κιονίσκο (συστατικό των ρωμαϊκών αντιγράφων), γύρω από τον οποίο είναι τυλιγμένος ένας ανατολίτικος τάπητας με θυσάνους.



ASSOCIATED PRESS

Διακρίνονται στο χέρι αυτό ένας μικρός σταυρός και ένα μενταγιόν. Ο κιονίσκος παραπέμπει στην εξέδρα ενός σκλαβοπάζαρου. Εκτεθειμένη και εξευτελισμένη ως αντικείμενο προς αγοράν, διατηρεί εντούτοις την αξιοπρέπειά της. 

Ο γλύπτης εξήγησε το 1869, σε επιστολή του στον χορηγό του, E. Στόουτον, πώς εμπνέυστηκε την Ελληνίδα του:

“Αρκετά χρόνια αφότου ήρθα στη Φλωρεντία…θυμήθηκα πως είχα διαβάσει μια αφήγηση για τις θηριωδίες που διέπραξαν οι Τούρκοι εις βάρος των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Κατά τον αγώνα οι Τούρκοι αιχμαλώτισαν πολλούς, άνδρες και γυναίκες, ανάμεσά τους και όμορφες κοπέλες, οι οποίες πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Τουρκίας και της Αιγύπτου. Αυτές ήταν Χριστιανές, και δεν είναι δύσκολο να φαντασθεί κανείς την οδύνη και την απελπισία των θυμάτων καθώς ήταν εκτεθειμένες για να πουληθούν σε δημοπρασία”. 

Πράγματι, ακόμη και είκοσι χρόνια μετά το τέλος του, ο Ελληνικός Αγώνας εξακολουθούσε να εντυπωσιάζει πολλούς στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1847 ένα περιοδικό της Μασαχουσέτης (Massachussets Quarterly Review) χαιρέτισε την ελληνική νίκη επί των Τούρκων ως “ένα από τα πιο ένδοξα γεγονότα στην ευρωπαϊκή ιστορία του 19ου αιώνα”.  

Η αλυσοδεμένη λευκή γυναίκα , αφού εκτέθηκε το 1845 στο Λονδίνο, όπου την θαύμασε ο Πρίγκηπας Αλβέρτος, ο σύζυγος της Βασίλισσας Βικτωρίας, περιόδευσε στο διάστημα 1847-1853 σε δώδεκα και πλέον πόλεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, από τη Νέα Υόρκη στη Νέα Ορλεάνη και το Κεντάκι. Την είδαν πάνω από 100.000 στον Βορρά και τον Νότο. Η έκθεση συνοδευόταν με ένα φυλλάδιο το οποίο προϊδέαζε το άπειρο περί τα εικαστικά αμερικανικό κοινό για το πώς να “δουν” αυτό το έργο: όχι με τα λάγνα  μάτια ενός Τούρκου αλλά, όπως συνιστούσε το άρθρο ενός πάστορα στο φυλλάδιο, με το βλέμμα ενός Χριστιανού που ντύνει τη γύμνια με την αγιότητα. 

Την Ελληνίδα Σκλάβα είδαν περισσότεροι αμερικανοί από ποτέ στην έως τότε ιστορία των ΗΠΑ. Ανταποκρίσεις στον τύπο παρακολουθούσαν τον κάθε σταθμό της. Πνευματικοί άνθρωποι στις ΗΠΑ, την Αγγλία και Ιρλανδία  έγραφαν επιστολές σε εφημερίδες, δοκίμια, ποιήματα, και κριτικές με αφορμή την Ελληνοπούλα.


 HISTORICAL PICTURE ARCHIVE VIA GETTY IMAGES

Η φιγούρα της αναπαρήχθη σε χαρακτικά και αντίγραφα. Στον δουλοκτητικό Νότο την υποδέχθηκαν― σιωπηρώς― ως δείγμα της υψηλής αισθητικής και της πάλλευκης αγνότητος και αξιοπρέπειας. Κάποιοι σχολίαζαν τη γυμνότητά της.


 UNIVERSAL HISTORY ARCHIVE VIA GETTY IMAGES

Οι φιλότεχνοι στη Νέα Ορλεάνη περνούσαν από το σκλαβοπάζαρο της πόλης πηγαίνοντας στην έκθεση του Πάουερς. 

Στον Βορρά, όπου η δουλεία δεν ήταν αποδεκτή, η λευκή Ελληνίδα συχνά ταυτίστηκε με “’έγχρωμη” γυναίκα—με αφροαμερικανίδα δούλη.

Η τέχνη παρείχε ακόμη ασυλία και ανοχή για τον Πάουερς και το γλυπτό του εκείνη την εποχή. Χαριτολογώντας ένας δημοσιογράφος στο Πίτσμπεργκ  έγραψε το 1851 ότι η περιπλανώμενη Ελληνίδα ήταν φυγάδα, γι’ αυτό και ο καλλιτέχνης θα έπρεπε να τιμωρηθεί με βάση ένα πρόσφατο νόμο (Fugitive Slave Act) ο οποίος ποινικοποιούσε την διευκόλυνση της φυγής δούλων. Αν η περιοδεία του έργου γινόταν μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1861-65), ο Πάουερς και η Ελληνίδα του θα χρειάζονταν ένα Πράσινο Βιβλίο για ασφαλή πλοήγηση. 

Σαν τον αφροαμερικανό πιανίστα  Ντον Σίρλεϊ στο φιλμ “Το Πράσινο Βιβλίο”, η Ελληνίδα Σκλάβα περιόδευσε σε πόλεις εν ονόματι της άχρωμης, εν τέλει, τέχνης. Όπως θα έλεγαν οι αμερικανοί πολέμιοι της δουλείας, το κάθε της βήμα είχε εμπνεύσει ο Αγώνας του 1821 για την ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την Πίστη.   



Ιωάννης Πετρόπουλος 
Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας, ΔΠΘ, 
Δ/ντης Κέντρου Ελληνικών Σπουδών Ελλάδος (CHS GR), Παν/μιο Harvard

https://www.huffingtonpost.gr/entry/apo-to-sklavopazaro-ton-toerkon-me-ayape_gr_5c97c452e4b01ebeef10b22b?utm_hp_ref=gr-homepage
25/3/2019



 12.
Βασίλης Κρεμμυδάς: «Δεν την ξέρουμε ουσιαστικά 
την Επανάσταση του 1821». 

Ο  Βασίλης Κρεμμυδάς  ξεκίνησε να μελετά την Ελληνική Επανάσταση το 1955. Στα πλήθος βιβλία που ακολούθησαν από τότε με τα πορίσματα των ερευνών του δεν την απέσπασε ποτέ από τις οικονομικές και κοινωνικές πραγματικότητες που βρίσκονται στο υπόβαθρό της και οι οποίες όρισαν τις προϋποθέσεις της έκρηξής της.
Ταυτόχρονα, ποτέ δεν έμεινε μόνο στους πίνακες των οικονομικών στοιχείων ή στις κοινωνικές μεταβολές. Για να δανειστώ τις λέξεις από τον υπότιτλο του πιο πρόσφατου βιβλίου του, χρησιμοποίησε τα «τεκμήρια» για να προχωρήσει σε «αναψηλαφήσεις» και «ερμηνείες» που κατέληγαν σε μια συνολική, πολυεπίπεδη προοπτική της Ιστορίας, από τις απρόσωπες δυνάμεις ως τα ίδια τα πρόσωπα. Αυτή τη φροντίδα για τα ιστορικά σύνολα την ανακαλύπτει κανείς εξαρχής σε μια συζήτηση μαζί του.

Αναζητεί τη σημασία της Επανάστασης εντός της τότε ελληνικής κοινωνίας, αλλά με αναφορά στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών. Μιλά για τους επιφανείς και τους αφανείς χαρακτήρες της, αλλά τους συσχετίζει με τον περίγυρο της καθημερινότητας. Κρατά τη γνώση μιας γενικότερης εικόνας, αλλά επισημαίνει ότι λείπουν ακόμη οι λεπτομέρειές της. Το αποτέλεσμα είναι ο συνομιλητής του να βλέπει να φωτίζονται μπροστά του πράγματα που νόμιζε γνωστά από απροσδόκητες γωνίες. Πέρα από τη στεγνή απαρίθμηση συμβάντων και ονομάτων που όλοι έχουμε μάθει να κάνουμε από τη σχολική αίθουσα, ο Βασίλης Κρεμμυδάς μάς υπενθυμίζει ότι αποκτούμε καλύτερη ματιά όταν συνδέουμε τα κίνητρα των ανθρώπων με τις δραστηριότητές τους, το ψωμί με την Επανάσταση.

Με το περυσινό σας βιβλίο, «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821» [εκδ. Gutenberg], καταφέρατε σε ένα σύντομο και περιεκτικό εισαγωγικό κείμενο να μιλήσετε και για οικονομία και για κοινωνία και για επιλεγμένα πρόσωπα.

«Χρειάζεται αφαίρεση. Και είναι δύσκολο να συμμαζέψεις, είναι αλήθεια, σε τραβάνε όλα από το μανίκι. Μπορείτε να βρείτε ένα πεντάτομο έργο που γράφει ως και πώς λεγόταν ένας βράχος στα Δερβενάκια. Τι μας ενδιαφέρει; Αυτό που μας ενδιαφέρει κατά βάση είναι το γεγονός, το τι έγινε στα Δερβενάκια. Και εξήγησα ότι προσωπικά με ενδιαφέρει περισσότερο από τα ίδια τα γεγονότα η ερμηνεία τους. Αυτό που πρωτεύει είναι η κοινωνία. Μέσα σε ποια κοινωνία έγινε κάτι; Μέσα σε ποια κοινωνία γαλλική έγινε η Γαλλική Επανάσταση, ας πούμε; Πρέπει να μπορούμε να αναγνωρίσουμε, στοιχειωδώς έστω, την κοινωνία μέσα στην οποία συμβαίνει το γεγονός και η οποία το παράγει. Ετσι πρέπει να δει κανείς τι προηγήθηκε της Ελληνικής Επανάστασης – κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Καλύτερα να μπορείς να εξηγήσεις τα προηγούμενα πενήντα χρόνια παρά την ίδια την Επανάσταση. Θέλω να πω, η ερμηνεία της Επανάστασης τότε θα έρθει από μόνη της. Αυτό προσπάθησα να κάνω και νομίζω ότι βγήκε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Και αυτό ήθελα να κάνω, γιατί στην πραγματικότητα την Επανάσταση δεν την ξέρουμε».

Υπό ποια έννοια;

«Δεν ξέρουμε την ουσία της. Αυτό που είδα εγώ, η διαρκής πάλη του νεωτερικού, του Διαφωτισμού καλύτερα, με το παραδοσιακό ή αν θέλεις με το συντηρητικό, αυτό είναι όλη η ουσία της, η οποία ξεκινάει από την αρχή και πηγαίνει ως τέλος, ως τη σύγκρουση των νεωτερικών με τον Καποδίστρια. Διατρέχει όλη την Επανάσταση».

Πέραν της ελληνικής κοινωνίας, σε ποιο πλαίσιο συμβαίνει
 η Επανάσταση;

«Πρέπει να τοποθετούμε τα γεγονότα στα σύνολά τους. Η Επανάσταση αποτελεί μέρος ενός συνόλου που θα μπορούσαμε να το πούμε «έγερση των ευρωπαϊκών κοινωνιών», επαναστατικοποίηση των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Είναι γέννημα και θρέμμα αυτού που μετά ονομάσαμε «Διαφωτισμό», των μηνυμάτων που πήραμε από τη Γαλλική Επανάσταση».

Αν θέσουμε την Επανάσταση ανάμεσα στους δύο άξονες που αναφέρατε, του νεωτερικού και του παραδοσιακού, με τους αντίστοιχους εκπροσώπους τους, υπάρχουν άνθρωποι στο ενδιάμεσο; Ανθρωποι που παλινδρομούν μεταξύ των δύο τάσεων;

«Πριν από πολλά χρόνια, ξανακοιτάζοντας την κοινωνία της εποχής είχα διαπιστώσει ότι υπάρχουν από οικονομική άποψη κάποιοι άνθρωποι που έχουν πλησιάσει τον αστισμό – αλλά δεν είναι αστοί. Τέτοιους αναγνώρισα στη μεγάλη γαιοκτησία περισσότερο, τους ονόμασα «αστούς γαιοκτήμονες». Υπήρχαν και άλλοι βέβαια που δεν ήταν γαιοκτήμονες. Τέτοιος ήταν ο Μακρυγιάννης που άρχισε να ασχολείται με το μικρεμπόριο και την τοκογλυφία, κυρίως, επτά χρόνια πριν από την Επανάσταση, και, αν και συντηρητικός άνθρωπος, είδε στο μεταξύ τόσα ώστε να αντιληφθεί το άλλο που ερχόταν. Πιστεύω λοιπόν ότι αυτή η θέση που σας είπα παραπάνω έχει επαληθευτεί, βλέποντας και άλλα παραδείγματα. Στον πρώτο εμφύλιο, ας πούμε, Λόντος και Ζαΐμης τάχθηκαν με τον Μαυροκορδάτο, με τους νεωτερικούς. Στον δεύτερο τάχθηκαν με την αντίπαλη παράταξη. Αυτοί είναι τα πιο τρανταχτά ονόματα. Υπάρχουν και άλλοι, πολλοί, που δεν μπόρεσαν μέσα στην Επανάσταση να τοποθετηθούν κοινωνικά, ας το πούμε και ταξικά. Οι διεργασίες αυτές βέβαια συνεχίστηκαν και μετεπαναστατικά».

Είναι η Επανάσταση ως ρήξη με τον πρότερο κόσμο ένας τόπος και χρόνος όπου οι άνθρωποι μπορούν να δουν τον εαυτό τους να αλλάζει ταυτότητα, να γίνεται κάτι άλλο;

«Νομίζω, ναι. Νομίζω ότι μπορούν να το δουν. Το αν θα γίνουν τώρα άλλοι, είναι και άλλη ιστορία. Κάποιο συμφέρον θα τους τραβήξει από το μανίκι και θα τους πει «εντάξει, καλά το σκέφτεσαι, αλλά κάτσε εδώ». Γιατί η κοινωνική αναγνώριση του εαυτού μας γίνεται μέσα από διεργασίες οικονομικο-κοινωνικο-ιδεολογικές. Παράδειγμα. Ο μόνος που είχε πριν από την Επανάσταση ένα ολόκληρο καράβι δικό του ήταν ο Κουντουριώτης. Γιατί; Για λόγους κοινωνικού κύρους. Ενώ ο κανόνας ήταν τα καράβια να είναι εταιρείες με πολλά μερίδια, εκείνος ήθελε να έχει ένα μόνος του. Δεν τον συνέφερε. Το ήθελε όμως για λόγους μη οικονομικούς, λόγους κοινωνικής ισχύος».

Γνωρίζουμε τον βίο των μεγάλων ονομάτων της Επανάστασης. Δεν ξέρουμε και πολλά για τους μικρούς, όμως, όπως ο Νικόλας Ταμπακόπουλος για τον οποίο είχατε γράψει πριν από μερικά χρόνια.

«Υπάρχουν κι άλλοι που δεν τους ξέρουμε. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ανακάλυψα τυχαία το αρχείο Χατζηπαναγιώτη και διαβάζοντάς το είδα έναν μεγαλοεφοπλιστή, μέτοχο σε πολλά καράβια, ως μισό το πολύ, επενδύοντας τεράστια ποσά και με τεράστια κέρδη. Τι έκανε ο ίδιος στην Επανάσταση; Ηταν γέρος. Τι έκανε το παιδί του; Σηκώθηκε κι έφυγε. Εγκαταστάθηκε στα Κύθηρα, τα οποία τότε ήταν αγγλική κτήση, γιατί τους πίεζε η ελληνική κυβέρνηση να δώσουν χρήματα για τον αγώνα. Σε άλλο αρχείο έχω δει να βρίζουν τον Κολοκοτρώνη επειδή η Επανάσταση πηγαίνει τόσο καλά γιατί αναστατώνει τις θάλασσες και κάνει επικίνδυνο το εμπόριο. Υπήρχαν λοιπόν και μεμονωμένοι αστοί κατά τεκμήριο που δεν ήταν σύμφωνοι, βλέπετε. Και υπάρχουν και πολλοί αφανείς που δεν τους γνωρίζουμε, όπως ο Νικόλας Ταμπακόπουλος, τραπεζίτης, θα λέγαμε σήμερα, τοκογλύφος που επένδυε εκατομμύρια γρόσια και συμμετείχε μετά στην Επανάσταση, γιατί ως τώρα μας ενδιέφερε να μάθουμε τις μάχες και τους ήρωες».

Με αυτή την όψη της Επανάστασης έχουμε ασχοληθεί εκτεταμένα επί δεκαετίες. Σε ποια όψη θα χρειαζόταν να εστιάσουμε πλέον;

«Θα έλεγα ότι χρειάζεται ακόμη δουλειά το πολιτικό πεδίο. Η Επανάσταση φρόντισε από την πρώτη στιγμή να εμπλέξει τις Μεγάλες Δυνάμεις με την επιχειρηματολογία του χρέους προς τους προγόνους – όλες οι προκηρύξεις των τοπικών οργανισμών είχαν αυτό το περιεχόμενο, το ίδιο με εκείνο που χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στην προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» την οποία θεωρώ ως το μανιφέστο της Επανάστασης. Δεν ξέρουμε όμως ποιοι αναμείχθηκαν σε αυτές τις διαρκείς επαφές με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Ναι, γνωρίζουμε τον Ορλάνδο και έναν – δυο άλλους. Οχι όμως τους υπόλοιπους, ούτε και τους μηχανισμούς με τους οποίους λειτούργησαν».

Λείπουν οι λεπτομέρειες. Τις οποίες συνήθως δεν φανταζόμαστε.

«Εχω ένα κατάστιχο στο οποίο καταγράφονται ναυτικά έξοδα. Μπορείτε να φανταστείτε πόσες λεπτομέρειες έχει η κατασκευή ενός πυρπολικού; Αυτά τα έφτιαχναν από πριν και τα έκρυβαν. Χρειάζονται κάποιοι να τα φρουρούν. Εξοδα για τους φρουρούς. Οι φρουροί χρειάζονται ψωμί. Ξέρετε πόσο σημαντικό είναι το ψωμί στην Επανάσταση; Εκεί χτυπά άλλωστε ο Ιμπραήμ. Παίρνει τα σπαρτά που χρειάζεται, κρατά μερικούς μύλους και καίει τα υπόλοιπα. Οταν το Εκτελεστικό, η κυβέρνηση, λέει στον Κολοκοτρώνη να φτιάξει στρατόπεδο για να πολεμήσει τον Ιμπραήμ, ο Κολοκοτρώνης λέει ότι αν δεν έχει ψωμί όλοι θα του φύγουν τη δεύτερη μέρα για να βρουν φαγητό».

Ως προς το πολιτικό πεδίο είναι ενδιαφέρον ότι δεν μελετάται περισσότερο παρά το γεγονός ότι η έκβαση της Επανάστασης κρίθηκε πολιτικά, τελικά.

«Ο αγαπητός φίλος μου Βασίλης Παναγιωτόπουλος έχει πει ότι την Επανάσταση τη χάσαμε στο πεδίο της μάχης, την κερδίσαμε στο πεδίο της πολιτικής. Είναι ουσιαστική παρατήρηση. Εγώ θα διαφοροποιηθώ λίγο. Θα έλεγα όχι ότι τη χάσαμε, δεν την κερδίσαμε στο πεδίο της μάχης. Τι διαφορά έχει; Ο Ιμπραήμ, το τελευταίο στοίχημα της Επανάστασης, αλώνιζε, δεν κέρδιζε όμως καμία μεγάλη μάχη ώστε να της καταφέρει ένα οριστικό χτύπημα. Δεν πέτυχε κάτι όπως η κατάληψη της Τριπολιτσάς από τους Ελληνες».

Η Επανάσταση όπως τη γνωρίζει το ευρύ κοινό φαίνεται να έχει φωτεινές και σκοτεινές μορφές, ήρωες και αποδιοπομπαίους τράγους. Είναι η κληρονομιά των σκληρών συγκρούσεων για την εξουσία και η επικράτηση της μυθοποίησης;

«Ξέρετε, η ιστορία παράγει ιδεολογία. Και χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ιδεολογίας στα σχολεία. Πριν από κάποια χρόνια δεν ήταν γνωστές στον πολύ κόσμο οι σφαγές των μουσουλμάνων που ακολούθησαν την κατάληψη της Τριπολιτσάς. Γιατί αυτή η νίκη ήταν το μεγάλο γεγονός που δόξαζε τους Ελληνες, δεν μπορούσαμε, υποτίθεται, να το αμαυρώσουμε. Αν διδαχθεί το παιδί μόνο το ένδοξο μέρος, δεν πρόκειται ως ενήλικος να πειστεί από μια διαφορετική εκδοχή. Για το συγκεκριμένο γεγονός έχω προσωπική εμπειρία, μου έχουν πει ότι λέω ψέματα γιατί έχω γράψει σε βιβλίο μου για τις σφαγές».

Η ιστορία παράγει ιδεολογία και ως εκ τούτου μπορεί να υπόκειται σε ιδεολογικές χρήσεις. Μπορεί επίσης, από την άλλη πλευρά, να αποδίδει δικαιοσύνη;

«Η ιστορία δεν είναι δικαστήριο. Ούτε δικάζει ούτε καταδικάζει. Η ιστορία περιγράφει. Είναι ένα αφήγημα γνώσης, δεν κάνει κριτική, δεν αποδίδει ευθύνες εδώ και εύσημα αλλού. Οπως, επίσης, η ιστορία δεν προβλέπει. Δεν είναι προφήτης. Αν με ρωτήσετε τι θα συμβεί σε πέντε χρόνια, περίπου ξέρω, αλλά θα σας πω ότι δεν ξέρω. Γιατί είμαι ιστορικός, δεν είμαι προφήτης».

Ως ιστορικός και άνθρωπος που έζησε τον δύσκολο 20ό αιώνα, όχι ως προφήτης, τι βλέπετε στη σημερινή συγκυρία της ευρωπαϊκής αστάθειας;

«Η ιστορία προχωρά ως σύνολο, όχι μεμονωμένα. Προχωρά όμως με διαφορετικές ταχύτητες. Αλλοτε με 30 χιλιόμετρα την ώρα, άλλοτε με 130. Και όχι πάντα προς τα εμπρός, μπορεί να κάνει και πίσω. Εχω την εντύπωση ότι σήμερα βρισκόμαστε στην ταχύτητα των 30 χιλιομέτρων».

Καρασαρίνης Μάρκος

https://www.tovima.gr/2017/03/18/culture/basilis-kremmydas-den-tin-kseroyme-oysiastika-tin-epanastasi-toy-1821/

18/3/2017




  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ    

25/3/2019. Άγγελος Συρίγος:
Και μίαν σημαίαν από λευκό πανίον επάνω εις ένα κάλαμον!
https://slpress.gr/idees/kai-mian-simaian
-apo-leyko-panion-epano-eis-ena-kalamon/

25/3/2019.Γιώργος Καραμπελιάς:
Οι ιδεολογικές ορίζουσες της Φιλικής Εταιρείας.
https://slpress.gr/idees/oi-ideologikes-orizoyses-tis-filikis-etaireias/ 

25/3/2019. Οι Έλληνες αγωνιστές του '21, 
όπως τους είδε ο Ιταλός φιλέλληνας Ιωσήφ Πέκκιο το 1825
https://www.lifo.gr/articles/archaeology_articles/231219/oi-ellines-agonistes-toy-21-opos-toys-eide-o-italos-filellinas-iosif-pekkio-to-1825

25/3/2017.Μύθοι και αλήθειες της Επανάστασης του 1821.
Βρισκόταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα Καλάβρυτα; Από που ξεκίνησε, τελικά, η Επανάσταση; Υπήρξε «κρυφό σχολειό» ή έτσι βολεύει την εθνική μας συνείδηση; Μερικές απαντήσεις από τον καθηγητή Πολιτικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θάνο Βερέμη.
https://www.lifo.gr/print/buzz/137920/
mythoi-kai-alitheies-tis-epanastasis-toy-1821

 25/3/2019. Β. Ραφαηλίδης: Η δυσκολία τού να είσαι Έλληνας 
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν όντως επανάσταση. 
Αλλά με μια έννοια εντελώς διαφορετική απ’ αυτή που της δίνουν τα σχολικά εγχειρίδια και οι επίσημες Ιστορίες.
https://www.lifo.gr/articles/archaeology_articles/231257/
vasilis-rafailidis-i-dyskolia-toy-na-eisai-ellinas

26/3/2019. Η. Γιαννακόπουλος: Όταν ο Πατριάρχης αφόριζε την Επανάσταση.
https://slpress.gr/idees/otan-o-patriarchis-aforize-tin-epanastasi/

24/3/2019. Π. Ήφαιστος:Από τη δολοφονία του Καποδίστρια 
στον εθνομηδενισμό.
https://slpress.gr/idees/apo-ti-dolofonia-toy-kapodistria
-ston-ethnomidenismo/

29/3/2019. Γ.Β.Δάβος:Εθνικός ξεσηκωμός: Η κοινωνική διάσταση του αγώνα του 1821 μέσα από τη γλώσσα.
https://hellasjournal.com/2019/03/ethnikos-xesikomos-i-koinoniki-diastasi-toy-agona-toy-1821-mesa-apo-ti-glossa/

Τουρκοκρατία & Ελληνικός Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας. ΚΕΙΜΕΝΑ (1ο) 
https://ivan-2-google.blogspot.com/2019/03/21.html

Τουρκοκρατία & Ελληνικός Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας. ΚΕΙΜΕΝΑ (2ο) 
https://ivan-2-google.blogspot.com/2019/03/2.html

Τουρκοκρατία & Ελληνικός Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας. ΚΕΙΜΕΝΑ (3ο) 
https://ivan-2-google.blogspot.com/2019/03/3_25.html