Οι κήποι της Στεν


Η ζωή μπορεί να είναι αλλιώς. Δεν οδηγεί υποχρεωτικά στα συσσίτια της ενορίας και στα λαϊκά υπνωτήρια. Πρόσφυγες της ακρίβειας, χιλιάδες άνθρωποι έχουν μετακομίσει από τη γαλλική πρωτεύουσα στα περίχωρα. Σε ένα κομμάτι γης καλλιεργούν τα απαραίτητα. Κι όταν πια την άνοιξη η οικονομική κρίση θα έχει δείξει ακόμη περισσότερο τα δόντια της, αυτοί οι κήποι θα γλιτώσουν από την πείνα δεκάδες χιλιάδες νεόπτωχους.
Στην πόλη Στεν, στα περίχωρα του Σεν Ντενί, οι 36.000 κάτοικοί της ζουν πράγματι αλλιώς. Με συντροφικότητα, με συναλλαγές σε είδος, χέρι με χέρι, με προϊόντα που καλλιεργούν στους κήπους τους, αντιστέκονται στην ακρίβεια- και πότε πότε καβγαδίζουν, όταν τα δέντρα του ενός σκεπάζουν με τον ίσκιο τους τον κήπο του γείτονα. Παγιδευμένοι στην αστική ζωή, αυτοί οι άνθρωποι αποφάσισαν κάποτε να οργανώσουν την αντίστασή τους: για μια άλλη ζωή. Η απέραντη καταπράσινη γαλήνη ολόγυρα από τη Στεν δεν διακόπτεται παρά μονάχα από το βουητό των αεροπλάνων που σηκώνονται από το Ρουασί. Οι άνθρωποι εκεί έχουν ξεχάσει την παρισινή μεγαλούπολη. Κι είναι σαν να γελούν κατάμουτρα στα σούπερ μάρκετ των οποίων κάποτε υπήρξαν αιχμάλωτοι. Οι οικογενειακοί κήποι τους απλώνονται σε μια έκταση δεκάδων στρεμμάτων, που τη νοικιάζουν έναντι 46-120 ευρώ τον χρόνο από τις δημοτικές αρχές. Νέοι και γέροι, γυναίκες και παιδιά, άστεγοι και συνταξιούχοι σκαλίζουν λαχανόκηπους και οπωρώνες. «Έχετε δει τις τιμές στα μαγαζιά;», λέει ένας από αυτούς στο περιοδικό «Μεντιαπάρ». «Εδώ βγάζω φρέσκο πράμα κι αν είμαι τυχερός θα φυλάξω και στην κατάψυξη. Έτσι γλιτώνω και τη μανέστρα στο τέλος του μήνα, όταν πια θα έχει φύγει η σύνταξη». Κυνηγημένοι από τις τιμές που ανεβαίνουν διαρκώς, αυτοί οι άνθρωποι αντιστέκονται στην εξαθλίωση.
Οι κήποι της Στεν αποκαλύπτουν νέες ανθρώπινες κοινότητες. Δεν επινοήθηκαν τυχαία, αλλά από ανάγκη. Όμως αυτή η ανάγκη χάρισε στους ανθρώπους μια μοναδική ευχαρίστηση: την αίσθηση πως παρακάμπτουν το σύστημα, την κοινωνία που τους καταπιέζει και τους καταδικάζει στην πείνα. «Εδώ είμαστε ελεύθεροι, δεν έχουμε να δώσουμε λογαριασμό σε κανέναν», λέει ένας συνταξιούχος λογιστής που έπιασε στα χέρια του τσαπί για πρώτη φορά στη ζωή του. «Έμενα σε μια πολυκατοικία, στον δέκατο πέμπτο όροφο, και δεν ήξερα ούτε έναν γείτονα», λέει ένας άλλος. «Εδώ τους ξέρω όλους, μιλάω με όλους».
Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, όταν επινοήθηκαν στη Βόρεια Γαλλία από τον αββά Λεμίρ, οι «εργατικοί κήποι» (που τώρα έγιναν «οικογενειακοί») είχαν στόχο να κρατήσουν τους εργαζόμενους όσο γινόταν πιο κοντά στα σπίτια τους κι όσο γινόταν πιο μακριά από τα γραφεία των συνδικάτων. Σήμερα, οι άστεγοι και οι νεόπτωχοι ανακαλύπτουν στους κήπους τους νέους χώρους ελευθερίας. Το παράδειγμά τους ακολουθούν και άλλοι όμοιοί τους, σε πολλές περιοχές της Γαλλίας. Μακριά από τα φιλανθρωπικά συσσίτια και τα λαϊκά υπνωτήρια, διεκδικούν μια άλλη ζωή, διαφορετική από εκείνη στην οποία τους καταδίκασε το σύστημα.
(ΝΕΑ 2/11/2008. ΡΟΥΣΣΟΣ ΒΡΑΝΑΣ)