To κρύο
Δε γνωρίζω το κρύο των μεγάλων ανοικτών πεδιάδων. Ούτε το κρύο των βουνοκορφών ξέρω. Δεν έχω ζήσει εκεί. Ξέρω όμως το κρύο των λόφων και των επικλινών εδαφών. Εκεί που τα μικρά χωριά δεν φαίνονται από μακριά, αλλά εμφανίζονται ξαφνικά στις στροφές των φιδωτών δρομίσκων, χαμένα μέσα σ’ έναν καταπράσινο ωκεανό. Το κρύο σ’ αυτές τις λιλιπούτειες πολίχνες είναι διαφορετικό από το κρύο της μεγάλης πόλης. Δεν είναι μόνο η υγρασία που απλώνεται απ’ τα πανύψηλα δέντρα και την οργιώδη βλάστηση, ούτε τα δεκάδες ρυάκια που διαπερνούν άναρχα τα χορταριασμένα μονοπάτια τρέχοντας στον κατήφορο, ούτε οι ομίχλες που κατεβαίνουν απ’ τις πλαγιές και σκεπάζουν την πλάση. Είναι η έλλειψη ανθρώπων που κάνει πιο κρυστάλλινους τους χειμώνες εκεί. Η ζέστη των πολλών ανθρώπων είναι νοσηρή. Τον χειμώνα στα χωριά μας, οι άνθρωποι περπατούν κουκουλωμένοι. Τα στιβάνια τους είναι λασπωμένα, τα μπατζάκια των παντελονιών τους βρεγμένα ως το γόνατο. Μόνο ένα μικρό ποσοστό απ’ αυτούς βγαίνοντας απ’ το σπίτι το...