Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Αγροτική πολιτική

Βαμβάκι - Ποιο είναι το μέλλον του ελληνικού «λευκού χρυσού»;

Εικόνα
 Βαμβάκι - Ποιο είναι το μέλλον του ελληνικού «λευκού χρυσού»; Οι βάσεις πάνω στις οποίες θα στηριχθεί το «αύριο» της ελληνικής παραγωγής βάμβακος θα εξεταστούν κατά τη διάρκεια του πενταετούς προγράμματος που ήδη «τρέχει» ο ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ σε συνεργασία με τη Διεπαγγελματική Οργάνωση Βάμβακος (ΔΟΒ). «Η ιδέα για το στήσιμο του προγράμματος προέκυψε στο πλαίσιο της συνεχούς συνεργασίας μεταξύ της Διοίκησης του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος (ΔΟΒ)» δήλωσε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, Σέρκος Χαρουτουνιάν. «Στόχος» όπως είπε «είναι η βελτίωση της απόδοσης των καλλιεργειών και η αύξηση της προσόδου των αγροτών που ασχολούνται με την καλλιέργεια αυτή. Εννοείται ότι ο βασικός χαρακτήρας του προγράμματος είναι επιδεικτικός-εκπαιδευτικός». Η χρηματοδότηση του προγράμματος θα γίνει από τη ΔΟΒ και από ιδιώτες χορηγούς. «Έτσι δεν θα επιβαρυνθεί καθόλου το δημόσιο» σημείωσε ο κ. Χαρουτουνιάν και συνέχισε: «Το συνολικό ποσό που θα

Το αγροτικό παράδοξο και η τάση νεοκολιγοποίησης.

Εικόνα
Οι νέες αγροτικές κινητοποιήσεις, εν μέσω των «εθνικών πληγών» και της βύθισης του πολιτικού συστήματος, υπενθυμίζουν, για μια ακόμα φορά, το συνεχιζόμενο και ατιμώρητο εθνικό έγκλημα του ξεκληρίσματος της μικρομεσαίας αγροτιάς. Η τελευταία υπήρξε ο βασικός πυλώνας της ελληνικής περιφέρειας, αλλά και της παραπαίουσας ελληνικής οικονομίας. Ο μνημονιακός οδοστρωτήρας είχε δραματικές επιπτώσεις στον αγροτικό τομέα, παγιώνοντας τις συνθήκες της οξύτατης νεοκολιγοποίησης της πλειονότητας της αγροτικής τάξης. Το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής γης είναι υποθηκευμένο στις ορέξεις των σύγχρονων μεγαλοτσιφλικάδων, δηλαδή των συστημικών τραπεζών, χωρίς κανένας να έχει ασχοληθεί με ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της νεότερης Ελλάδας, αυτό της Αγροτικής Τράπεζας. Έτσι, έναν αιώνα, και πλέον από την εξέγερση των αγροτών στο Κιλελέρ, για την κατάργηση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα, βρισκόμαστε σήμερα στο ίδιο σημείο της έναρξης αυτού του εφιαλτικού κύκλου για την

Ελληνικό μέλι: Ένας «κρυμμένος» θησαυρός

Εικόνα
Η διεθνοποιημένη αγορά έχει οδηγήσει (όλο και περισσότερο) την πρωτογενή παραγωγή σε μια κατεύθυνση συμπίεσης του κόστους, κυρίως μέσα από πρακτικές μη ασφαλούς παραγωγής και αναζήτησης πρώτων υλών που εξυπηρετούν την μαζική βιομηχανία τροφίμων. Η Ελλάδα, σαν μια περιοχή πρωτογενούς παραγωγής, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί με όρους μαζικής φτηνής, παραγωγής, γιατί το μέγεθός της δεν επιτρέπει την μετάβαση σε τέτοιου είδους εκμεταλλεύσεις. Το πλεονέκτημά της (υπήρξε και οφείλει να συνεχίσει να υπάρχει) ήταν οι μικρές παραγωγές που με κόπο, μεράκι και σεβασμό στον άνθρωπο μπορούσε να αντλήσει από το χώμα της. Η Ελληνική γη και οι άνθρωποί της απόλυτα συμφιλιωμένοι με το κοινό τους μέλλον μπορούν να παράγουν καταπληκτικά προϊόντα. Σαφέστατα οι συνέργειες τέτοιων μικρών παραγωγών μπορούν να δώσουν το απαραίτητο μέγεθος εξωστρέφειας, χωρίς όμως να υποτιμούμε τις διατροφικές ανάγκες της ίδιας της χώρας. Μια σημαντική παραγωγή στη χώρα μας είναι το Μέλι. - Το βαμβάκι

Να μιλήσουμε για το λάδι μας.

Εικόνα
    Ανάμεσα στις βασικές αιτίες υστέρησης στην ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας συγκαταλέγονται: η αδυναμία προσανατολισμού της αγροτικής παραγωγής στις απαιτήσεις της αγοράς, το σχετικά μικρό μέγεθος της γεωργικής γης ανά εκμετάλλευση σε ορισμένες καλλιέργειες, η γήρανση και η αρνητική ηλικιακή διάρθρωση του αγροτικού πληθυσμού, η μη οργανωμένη και περιορισμένη είσοδος νέων στον αγροτικό τομέα, το σχετικά χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και κατάρτισης και το έλλειμμα πληροφόρησης και ενημέρωσης, η κατακερματισμένη και ανομοιογενής προσφορά γεωργικών προϊόντων, η χαμηλή χρήση μηχανικών μέσων (π.χ. συλλογή ελιάς) και ο περιορισμένος εκσυγχρονισμός της αγροτικής παραγωγής, η απουσία παρατήρησης και σχεδιασμού μιας αποτελεσματικής αγροτικής πολιτικής σε μακροχρόνια βάση, η απουσία επίβλεψης εφαρμογής των μαζικά επιδοτούμενων αγροτών, οι περιορισμένες σχέσεις και συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς και τέλος η απουσία στοχευμένης αγροτικής έρευνας. Ο κλά

Πώς καταστρέψαμε την πρωτογενή μας παραγωγή και πώς θα αναστήσουμε το ελληνικό brand name

Εικόνα
     Το 1980 το ποσοστό της πρωτογενούς παραγωγής στο ΑΕΠ ήταν 25% και της μεταποίησης 15%. Το 1983 τα ποσοστά έγιναν 19% και 14% αντίστοιχα. Το 1987, 11% και 15% αντίστοιχα. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 2000. Μετά σιγά-σιγά άλλαξαν και σήμερα είναι πρωτογενής 3% και μεταποίηση 6%. Δηλαδή, τ η δεκαετία 1981-1990 σημειώθηκε ραγδαία πτώση του ΑΕΠ της γεωργίας με μέσο ετήσιο ρυθμό -7,8%, τάση που αναστράφηκε μερικά την περίοδο 1991-1999, οπότε σημειώθηκε μέση ετήσια αύξηση 2,6%. Συνολικά όμως, για τη 19ετία ‘80-’99, η μέση ετήσια μεταβολή του ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα κινήθηκε στα επίπεδα του -3,0%, καθορίζοντας την πτωτική τάση του τομέα. Λένε πολλοί σήμερα: E και; Και τι έγινε; Διαβάστε χαρακτηριστικά από μια ομιλία του υπουργού Γεωργίας Στέφανου Τζουμάκα στο ΙΣΤΑΜΕ το 1998 : Έλεγε ο Τζουμάκας:  «Φέτος ο προϋπολογισμός είναι 15 τρισεκατομμύρια. Απ' αυτά έχουμε τα δέκα. Τα δέκα θα τα διαθέσουμε ως εξής: τρία τρισεκατομμύρια για χρεολύσια από τα προη­γούμενα δάν

Δημιουργία πρότυπων αγροκτημάτων σε κάθε Περιφέρεια

Εικόνα
Η αγροτική οικονομία έχει ανάγκη από τη δημιουργία ενός πρότυπου, ενεργειακά αυτόνομου, αγροκτήματος, με σύγχρονες υποδομές και τεχνολογικό εξοπλισμό, το οποίο θα υποστηρίζεται από εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό  σχετικών  φορέων  της   Θεσσαλίας. Θα  παράγει  με  συμβατικό  ή/και ολοκληρωμένο ή/και βιολογικό τρόπο διαχείρισης προϊόντα φυτικής και ζωικής παραγωγής τα οποία θα τυποποιεί και θα συσκευάζει με δική του ετικέτα. Οι ενεργειακές του ανάγκες θα καλύπτονται σε συστήματα παραγωγής ενέργειας με τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με έμφαση στη βιομάζα, στην ηλιακή ενέργεια και την αιολική. Σκοπός του είναι η διαχείριση της γεωργικής παραγωγής με βάση τις πιο σύγχρονες παγκοσμίως μεθόδους από τεχνολογικής πλευράς, με απώτερο σκοπό τη βελτιστοποίηση  της  παραγωγής,  την  αύξηση  της  οικονομικότητας,  την  παραγωγή  ασφαλών  και ποιοτικών προϊόντων και κυρίως την προστασία του περιβάλλοντος, ακολουθώντας τις προσταγές της Ευρωπαϊκής