Γιατί αγαπώ τον Παρθενώνα.
Στην «Πτώση» του Ολιβερ Χίρσμπιγκελ, ο Χίτλερ –τον υποδύεται ο Μπρούνο Γκαντζ– ζητάει από τον αρχιτέκτονά του, Σπέερ, να του δείξει σε ποιο σημείο της μακέτας του Νέου Βερολίνου βρίσκεται ο Παρθενών. Η σκηνή διαδραματίζεται στο μπούνκερ τις τελευταίες ημέρες του Γ΄ Ράιχ, ενώ ο χώρος τρίζει ήδη από τις βόμβες των τεθωρακισμένων του Κόκκινου Στρατού. Θα έλεγα πως εικονογραφεί με τον πιο κυριολεκτικό τρόπο τη σκοτεινή πλευρά της ζωής του Παρθενώνα στον σύγχρονο κόσμο. Η κιβωτός μιας άτεγκτης πειθαρχίας από μάρμαρο, το πρόσωπο της δωρικής αρμονίας και του μέτρου. Ο Παρθενών και η εικόνα του ταίριαξαν αρμονικά με τον εθνικοσοσιαλισμό. Δεν ενδιέφερε ότι υπήρξε δημιούργημα της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ενδιέφερε η αύρα της απόλυτης πειθαρχημένης ύπαρξης που περιβάλλει το αρχιτεκτόνημα. Με την αναπηρία από την οποία υποφέρει το μυαλό μου όποτε βρίσκομαι μπροστά σε ένα μαθηματικό ή γεωμετρικό θεώρημα, όχι μόνο δεν με συγκινούσε η υπόθεση του μέτρου και της αρμονίας, με απωθούσε...