Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Παπαγιώργης Kωστής

Το χάρισμα του γέλιου.

Εικόνα
Τα γελαστά ζώα- Βιβλίο του Κωστή Παπαγιώργη  «Χαμογελάστε, παρακαλώ!» συνιστούσε ο παλιός φωτογράφος με τα μαύρα επιμανίκια σε οικογένειες, φαντάρους, νιόπαντρους και τυχάρπαστους μορφονιούς που ήθελαν να δουν τη φάτσα τους απέναντι, τυπωμένη στο χαρτί. Το γέλιο είναι τζάμπα, δεν στοιχίζει τίποτα, όταν μάλιστα παραμένει άφωνο, είναι απλό τρικ των χειλιών. Τόσο εύκολα χαρίζεται, όπως τα μάτια που σκαρδαμύσσουν ή το βηχάκι που έρχεται και φεύγει ασυνόδευτο. Ουδείς φωτογράφος βέβαια ή πορτραιτίστας θα είχε την ιδέα να παραλλάξει την παράκλησή του επί τα χείρω. Δεν θα μπορούσε να πει «Βάλτε για λίγο τα κλάματα!», «Λιποθυμήστε μια στιγμούλα!», «Ουρλιάξτε από τον πόνο!» ή έστω «Πνιγείτε στο σάλιο σας!», για να μη θυμίσουμε το φοβερό «Αναπνέετε, μην αναπνέετε!» που ακούς από μικρόφωνο όταν σε φουρνίζουν στον αξονικό τομογράφο. Οι σφοδρές συγκινήσεις θυμίζουν δράμα, είναι δύσκολες και ψυχοφθόρες, δεν τις έχει κανείς στην τσέπη. Αντίθετα με το γέλιο ουδέν πρόβλημα. Λίγο να σπιθίσουν

Περί μέθης.

Εικόνα
  Ο Θεός Διόνυσος Κωστής Παπαγιώργης: Περί μέθης. Ἀπόσπασμα από το βιβλίο «Περί μέθης»,  εκδόσεις Καστανιώτη, 1990. ….Τό ἀρχικό ξάφνιασμα τοῦ οὐρανίσκου, πού μέ τήν πρώτη ρουφιά ἀνακαλύπτει μίαν εὐεργετική πικρίλα μέσα στό θολάμι τῆς γεύσης. Ἀπό ποτό σέ ποτό ἡ αἴσθηση διαφέρει ὅπως διαφέρει –παραμένοντας ἡ ἴδια – ἡ συνουσία ἀπό γυναίκα σέ γυναίκα. Πάντα ἡ πρώτη γουλιά παραμένει σημαδιακή. Εἰσάγει σέ ἕνα νέο στοιχεῖο. Μολονότι ἀκόμα δέν τρέμει οὔτε ἀνησυχεῖ, ἡ πυξίδα τῆς νηφαλιότητας ἀρχίζει νά ἔχει μαῦρες ὑποψίες. Ἡ εὐφορία πού προκαλεῖ ἡ ταχύτερη κυκλοφορία τοῦ αἵματος μοιάζει λίγο μέ τούς δοκιμαστικούς ἤχους πού βγάζουν τά ὄργανα ὀρχήστρας πού ἑτοιμάζεται. Κάτι βαθύτερο ἀρχίζει νά σαλεύει καί ἀφοῦ ἡ εὐκαιρία ὑπάρχει, εἶναι βέβαιο πώς θά «παίξει». Ἔστω κι ἄν ἡ εὐκαιρία ἔχει, καθώς λένε, τά μαλλιά στό κούτελο γιά νά τήν ἀδράχνουμε εὐκολότερα, τό ποτό δέν χρειάζεται τήν κώμη. Ἡ μποτίλια ποτέ δέν τό «σκάει». Μέ λυμένους κάβους τό πλεούμενο ἀρχίζει νά ξεμακραίνει

Κομπλεξάρες όλου του κόσμου...

Εικόνα
  Πολλοί είναι οι τρόποι για να οξύνει κανείς την ανθρωπογνωσία του μέσα στον νεοελληνικό βίο, αλλά η μελέτη της λέξης «κομπλεξικός» κρατάει τα σκήπτρα. Από τη μαθητική ηλικία κιόλας, η χρήση του όρου ισοδυναμεί με επίδειξη ταυτότητας. «Ρε μαλάκα, μιλάμε για κομπλεξάρα, ούτε νερό δεν μπορεί να πιει!» Η κατηγοριοποίηση είναι προφανής. Από τη μια οι ξεσκολισμένοι, αυτοί που δεν κωλώνουν, δε μασάνε, δεν τους τη βγαίνει κανένας, και από την άλλη οι αδικογεννημένοι, οι σκουντούφληδες και μουντζωμένοι. Ο ασυμπλεγμάτιστος είναι «μορφή, όλα τα σφάζει / όλα τα μαχαιρώνει· σε αγοράζει στο πιτς φιτίλι, γεννήθηκε τετραπέρατος· αντίθετα, ο έρμος ο κομπλεξικός πάει τοίχο τοίχο, αν κερδίσει ποτέ κερδίζει μόνο στο λήγοντα, στην πρόσθεση ξεχνάει το μηδέν, τέλος πάντων μαζεύει τα καρφοπέταλα των άλλων.    Δ ιόλου περίεργο ότι η λέξη στα καθ' ημάς απέβη σταθερό νόμισμα τις τελευταίες δεκαετίες, που ο τόπος γνώρισε μια προφανή αλλαγή ταχύτητας. Η κοινωνία άνοιξε, κατά το κοινώς λεγόμενο, νέα κί

Mνήμη Kωστή Παπαγιώργη

Εικόνα
(...)   Eχουμε μια ιστορία δεκαπέντε αιώνων για την οποία ντρεπόμαστε  (από τον 5ο αι. ώς τον 20ό) . Oφείλεις να την ξέρεις (να την ψάξεις). Eίναι το θέμα της ελληνικής ταυτότητας. Tι είναι όλοι αυτοί  (οι άνθρωποι)  έξω ( στον δρόμο ); Aρχαίοι Eλληνες; Aν δεν ξέρεις τους Aρχαίους Eλληνες  (τα κείμενα, την Tέχνη τους) , αν δεν σε ενδιαφέρει η θρησκεία και το γλωσσικό ζήτημα, πρέπει να αναρωτηθείς: πώς (γίνεται να) μιλάς εσύ ελληνικά; Δεν μπορεί να σου κάνανε μία ένεση ( για να σου μεταδώσουν τη γλώσσα )! Aν αρνείσαι να το ξέρεις, σημαίνει ότι φοβάσαι.  (Φρόντισε)  να μάθεις, γιατί ( πώς έγινε)  να μιλάς ελληνικά σήμερα». (...) Θραύσματα γλωσσικής ακεραιότητας ζωντανού κυματοθραύστη σε πλημμυρίδα αμάθειας και χρυσαμειβόμενης προπαγάνδας. Eλεγε ο Kωστής Παπαγιώργης σε συνέντευξή του το 1997: «H επανάσταση (του 1821 ) ξεκίνησε από έξω, από τους Eλληνες του εξωτερικού, στις παραδουνάβιες περιοχές και από έναν αξιωματικό του τσάρου, τον Yψηλάντη. Συνεχίστηκε από του