Γιατί αγαπώ τον Παρθενώνα.


Σ​​την «Πτώση» του Ολιβερ Χίρσμπιγκελ, ο Χίτλερ –τον υποδύεται ο Μπρούνο Γκαντζ– ζητάει από τον αρχιτέκτονά του, Σπέερ, να του δείξει σε ποιο σημείο της μακέτας του Νέου Βερολίνου βρίσκεται ο Παρθενών. Η σκηνή διαδραματίζεται στο μπούνκερ τις τελευταίες ημέρες του Γ΄ Ράιχ, ενώ ο χώρος τρίζει ήδη από τις βόμβες των τεθωρακισμένων του Κόκκινου Στρατού. Θα έλεγα πως εικονογραφεί με τον πιο κυριολεκτικό τρόπο τη σκοτεινή πλευρά της ζωής του Παρθενώνα στον σύγχρονο κόσμο. Η κιβωτός μιας άτεγκτης πειθαρχίας από μάρμαρο, το πρόσωπο της δωρικής αρμονίας και του μέτρου. Ο Παρθενών και η εικόνα του ταίριαξαν αρμονικά με τον εθνικοσοσιαλισμό. Δεν ενδιέφερε ότι υπήρξε δημιούργημα της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ενδιέφερε η αύρα της απόλυτης πειθαρχημένης ύπαρξης που περιβάλλει το αρχιτεκτόνημα.

Με την αναπηρία από την οποία υποφέρει το μυαλό μου όποτε βρίσκομαι μπροστά σε ένα μαθηματικό ή γεωμετρικό θεώρημα, όχι μόνο δεν με συγκινούσε η υπόθεση του μέτρου και της αρμονίας, με απωθούσε κιόλας. Και κατά κάποιον τρόπο ερχόταν σε αντίθεση με την αίσθηση που ξυπνούσε στο βλέμμα μου η καθημερινή επαφή μαζί του. Η προοπτική της Πατησίων και της 3ης Σεπτεμβρίου σού προσφέρει την ωραιότερη, κατά τη γνώμη μου, όψη του «Γέροντα στην κορυφή του λόφου» – έτσι έχω συνηθίσει να τον αποκαλώ. Είναι η κιονοστοιχία της βόρειας πλευράς σε όλη της την έκταση και αν μάλιστα πλησιάσεις προς την Αιόλου, βλέπεις και τους σπονδύλους από τους προϊκτίνειους κίονες που εντοίχισαν οι Αθηναίοι στο βόρειο τείχος για να θυμούνται τις καταστροφές από την εισβολή του Ξέρξη.

Δεν είναι ούτε το μέτρο ούτε η αρμονία που μαγνητίζει το βλέμμα. Είναι η στιβαρότητα μιας ύπαρξης η οποία, παρά τους ακρωτηριασμούς που έχει υποστεί, σώζει την ακεραιότητα της μορφής της. Στο βάθος της προοπτικής που ανοίγουν οι ευθυγραμμισμένες προσόψεις των πολυκατοικιών είναι σαν να σου ανοίγει κάποιος μια σκηνή ενός άλλου χρόνου ο οποίος όμως είναι κομμάτι του δικού σου χρόνου. Ενός άλλου κόσμου, ο οποίος όμως ζει ακόμη στα όρια του δικού σου κόσμου.

Προσπαθούσα να εκλογικεύσω τη συγκίνηση που μου προκαλούσε αυτό το συναίσθημα. Δύσκολο. Ακόμη δυσκολότερο γιατί στα χρόνια εκείνα της «αριστεράς και της προόδου» ο Παρθενών δεν ήταν της μόδας στην Αθηναϊκή Δημοκρατία των γραμμάτων. Κάτι ανάμεσα σε κιβωτό του συντηρητισμού, σε φολκλόρ ελληνικού εστιατορίου στο Παρίσι ή στο Ντιτρόιτ, κατάλληλο μόνο για τους αρχαιολόγους που τον φρόντιζαν και τα τουριστικά γραφεία που τον πουλούσαν ως αξιοθέατο. Στην εκστρατεία που ξεκίνησε η εθνική Μελίνα μάς ενδιέφερε περισσότερο η ίδια, παρά ο Παρθενών. Απόδειξη ότι στον σταθμό του μετρό Ακρόπολις υπάρχει η τεράστια φωτογραφία της και στην αρχή της Διονυσίου Αρεοπαγίτου η προτομή της, που από μακριά φέρνει στον Μπετόβεν.

Τη δυνατότητα εκλογίκευσης μου την προσέφερε ένα από τα ωραιότερα κείμενα που έχουν γραφεί για την Ελλάδα τον εικοστό αιώνα. Λέγεται «Εγκώμιο στην Ελλάδα» και είναι η ομιλία που εκφώνησε ο Αντρέ Μαλρό στην Πνύκα όταν ήρθε να εγκαινιάσει το «Ηχος και Φως» ως υπουργός Πολιτισμού της Γαλλικής Δημοκρατίας, τον Μάιο του 1959. Το ενδιαφέρον σ’ αυτήν την ομιλία είναι ότι ο Μαλρό δεν μιλάει ούτε για αρχιτεκτονική, ούτε για αρμονία, ούτε για μέτρο. Αρχίζει λέγοντας ότι τα αστέρια που βλέπει απόψε είναι τα ίδια με αυτά που έβλεπε ο Φύλακας στην Ορέστεια περιμένοντας τις νύχτες τις φρυκτωρίες από την άλωση της Τροίας και καταλήγει να πλέξει το εγκώμιο της Ελλάδας που δίδαξε στον πολιτισμό ότι το πνεύμα χωρίς ανδρεία είναι άχρηστο, και η ανδρεία χωρίς το πνεύμα είναι βάρβαρη. Ο Παρθενών αντιμετωπίζεται ως κιβωτός της ύπαρξης ενός ολόκληρου πολιτισμού.

Η γοητεία που ασκεί στο βλέμμα ο Παρθενών δεν είναι αισθητική. Αν και γνωρίζω ότι χωρίς την αισθητική του ακτινοβολία δεν θα είχε επιζήσει. Εξάλλου και «το κάλλος» για τους Ελληνες είχε ηθική αξία. Η γοητεία που ασκεί είναι υπαρξιακή, αντίστοιχη με τα κείμενα του Πλάτωνα στα οποία αναφέρθηκα την περασμένη Κυριακή. Δεν χρειάζεται να συμφωνείς με τις απολυταρχικές θεωρίες του περί Πολιτείας για να σε συγκινήσει. Και ο Παρθενών, όπως και ο Πλάτων κυκλοφορούν ανάμεσά μας για να μας υπενθυμίζουν πως υπάρχουν αξίες που υπερβαίνουν το δικό μας περίκλειστο παρόν, αλλά τις έχουν φτιάξει ανθρώπινα χέρια σαν τα δικά μας. Δεν ήσαν ούτε θεοί ούτε ήρωες. Και για να το πω χοντρά: πολλά λαμόγια εργολάβοι συμμετείχαν στην οικοδομή και ο Περικλής άδειασε το δημόσιο ταμείο, αλλά έφτιαξε τον Παρθενώνα. Δεν άνοιξε offshore στο νησί των Λαιστρυγόνων. Αν κοιτάξεις τη σύγχρονη πόλη από την κορυφή του Ιερού Βράχου μοιάζει με ένα υπόλευκο ασπόνδυλο μαλάκιο που καταλαμβάνει τον χώρο όπου βρει κενό. Ως την Πεντέλη, την Πάρνηθα, τον Υμηττό, τον Πατέρα. Ερώτηση κρίσεως: πώς μπορεί ο Παρθενών να βρει τη θέση του στη σύγχρονη πόλη; Οι αρχαιολόγοι, όπως ο Μανόλης Κορρές, τον φροντίζουν στην εντατική. Μία ακόμη προσπάθεια. Για φαντασθείτε ένα Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο που θα έχει, επιτέλους, αναπνεύσει με την επέκτασή του στα υπό κατάληψη κτίρια της Αρχιτεκτονικής, σε συνδυασμό με το νέο Μουσείο της Ακρόπολης και τον Παρθενώνα; Ενα υπερθέαμα της αρχαιότητας. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Γιατί δεν γίνονται; Γιατί δεν γίνονται, παιδί μου.

Αρκετούς τουρίστες έχουμε. Θέλουμε κι άλλους να μας πνίξουν; Οχι, προς Θεού, καλύτερα άστεγοι παρά γκαρσόνια. Δεν είναι εντυπωσιακό ότι, παρ’ όλ’ αυτά, ο Παρθενών επιμένει να μας παρακολουθεί από την κορυφή του βράχου του; Ε ναι. Γι’ αυτό αγαπώ τον Παρθενώνα. Δεν σ’ αφήνει να τον ξεχάσεις και δεν σου επιτρέπει να τον αγνοήσεις.

18/12/2016
 Τάκης Θεοδωρόπουλος 

http://www.kathimerini.gr/888424/opinion/epikairothta/politikh/giati-agapw-ton-par8enwna

André Malraux: 
Εξ ονόματος της γαλλικής κυβέρνησης για την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης

 Αθήνα, 28/5/1959

Για άλλη μια φορά, η ελληνική νύχτα αποκαλύπτει πάνω μας τους αστερισμούς που κοιτούσε ο φρουρός του Άργους όταν περίμενε το σήμα για την πτώση της Τροίας, ο Σοφοκλής όταν έγραφε την Αντιγόνη — και ο Περικλής όταν σώπαιναν τα εργοτάξια του Παρθενώνα... Για πρώτη φορά όμως ξεπροβάλλει μπροστά μας, μέσα από τούτη τη χιλιόχρονη νύχτα, το σύμβολο της Δύσης. Σε λίγο όλα αυτά θα είναι καθημερινό θέαμα, ενώ η νύχτα αυτή δεν θα ξανάρθει ποτέ. Μπροστά στο πνεύμα σου που αποσπάστηκε από τη νύχτα της γης, χαιρέτισε, λαέ της Αθήνας, την άσβεστη φωνή που υψώθηκε εδώ κι από τότε στοιχειώνει τη μνήμη των ανθρώπων: «Όλα τα πράγματα είναι προορισμένα να παρακμάσουν, μακάρι όμως να μπορούσατε να πείτε για μας, μελλοντικοί αιώνες, ότι φτιάξαμε την πιο ξακουστή και την πιο ευτυχισμένη πόλη του κόσμου...»

 Αυτή η έκκληση του Περικλή θα ήταν ακατανόητη στη μεθυσμένη από αιωνιότητα Ανατολή που απειλούσε την Ελλάδα. Και στη Σπάρτη ακόμα, κανείς δεν είχε, ως τότε, μιλήσει στο μέλλον. Πολλοί αιώνες την άκουσαν, αλλά απόψε τα λόγια του θα ακουστούν από την Αμερική ως την Ιαπωνία. Ο πρώτος παγκόσμιος πολιτισμός άρχισε.

Μέσω αυτού του πολιτισμού και προς τιμήν τον φωταγωγείται η Ακρόπολη, η οποία καλείται να απαντήσει σε ερωτήματα που κανείς άλλος πολιτισμός δεν της έθεσε. Το πνεύμα της Ελλάδας εμφανίστηκε αρκετές φορές στον κόσμο, δεν ήταν όμως πάντοτε το ίδιο. Ήταν λαμπρό στην Αναγέννηση, πόσο μάλλον που η Αναγέννηση πολύ λίγο γνώριζε την Ασία· είναι εξίσου λαμπρό και συνταρακτικό σήμερα που τη γνωρίζουμε. Σε λίγο, θεάματα όπως αυτό θα ζωντανέψουν τα μνημεία της Αιγύπτου  και της Ινδίας, θα δώσουν φωνή στα φαντάσματα όλων των στοιχειωμένων τόπων. Η Ακρόπολη όμως είναι  το μόνο  μέρος του  κόσμου που  κατοικείται  ταυτόχρονα από το πνεύμα και από το θάρρος.

Απέναντι στην αρχαία Ανατολή, ξέρουμε σήμερα ότι η Ελλάδα δημιούργησε έναν τύπο ανθρώπου που δεν είχε υπάρξει ποτέ ως τότε. Η δόξα του Περικλή —του ανθρώπου αλλά και του μύθου που συνδέεται με το όνομα του— είναι ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος υπηρέτης της πόλης και ταυτόχρονα φιλόσοφος και καλλιτέχνης- ο Αισχύλος και ο Σοφοκλής δεν θα μας συγκινούσαν με τον ίδιο τρόπο αν δεν ξέραμε ότι ήταν μαχητές. Για τον κόσμο η Ελλάδα είναι πάντα η σκεπτόμενη Αθηνά που ακουμπάει στο δόρυ της. Και ποτέ πριν από αυτήν η τέχνη δεν είχε συνενώσει το δόρυ με τη σκέψη.

Δεν θα πάψουμε ποτέ να το διακηρύσσουμε: ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία —το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος— η Ελλάδα το έκανε, προς τιμήν της, μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του
θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο. Σε λίγο, η αρχαία Ελλάδα θα σας πει:

«Αναζήτησα την αλήθεια και βρήκα τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Επινόησα την ανεξαρτησία της τέχνης και του πνεύματος. Σήκωσα για πρώτη φορά και τον έθεσα αντιμέτωπο με τους θεούς του τον άνθρωπο που είχε σκύψει το κεφάλι παντού αλλού εδώ και τέσσερις χιλιετίες. Και την ίδια στιγμή τον έβαλα να αναμετρηθεί με τον δυνάστη.»

Είναι μια γλώσσα απλή αλλά αθάνατη που την ακούμε ακόμα. Αυτή η γλώσσα ξεχάστηκε για πολλούς αιώνες και απειλήθηκε κάθε φορά που την ξανάβρισκαν οι άνθρωποι. Ίσως  ποτέ  να  μην ήταν πιο αναγκαία. Το μείζον πολιτικό πρόβλημα της εποχής μας είναι να συμφιλιώσουμε την κοινωνική δικαιοσύνη με την ελευθερία* το μείζον πνευματικό πρόβλημα, να κάνουμε τα μεγάλα έργα προσιτά σε όσο γίνεται μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Και ο σημερινός πολιτισμός, όπως εκείνος της αρχαίας Ελλάδας, είναι ένας πολιτισμός που θέτει ερωτήματα. Δεν βρήκε όμως ακόμα τον υποδειγματικό τύπο ανθρώπου, έστω εφήμερο ή ιδεατό, και χωρίς αυτόν κανένας πολιτισμός δεν παίρνει σαφή
μορφή. Οι αμφιταλαντευόμενοι κολοσσοί που κυριαρχούν στον κόσμο μας φαίνονται μόλις να υποψιάζονται ότι ο σπουδαιότερος στόχος ενός μεγάλου πολιτισμού δεν είναι μόνο η δύναμη, αλλά και μια ξεκάθαρη συνείδηση του τι περιμένει ο πολιτισμός από τον άνθρωπο, η ανίκητη ψυχή της Αθήνας που, έστω και υποταγμένη, καταδίωκε τον Αλέξανδρο στις έρημους της Ασίας: «Πόσος μόχθος, Αθηναίοι, για να αξίζουμε τον έπαινο σας!» Ο σημερινός άνθρωπος ανήκει σε όλους όσοι θα προσπαθήσουν μαζί να τον δημιουργήσουν το
πνεύμα δεν γνωρίζει μικρά έθνη, γνωρίζει μόνο αδελφά έθνη. Η Ελλάδα, όπως και η Γαλλία, δεν είναι ποτέ τόσο μεγάλη παρά μόνο όταν είναι μεγάλη για όλους τους ανθρώπους, και μια μυστική Ελλάδα υπάρχει στην καρδιά όλων των ανθρώπων της Δύσης. Παλιά έθνη του πνεύματος, το θέμα δεν είναι να επαναπαυθούμε στο παρελθόν μας, αλλά να επινοήσουμε
το μέλλον που το παρελθόν απαιτεί από μας. Στο κατώφλι της εποχής του ατόμου, για μια ακόμα φορά, ο άνθρωπος χρειάζεται να διαπαιδαγωγηθεί από το πνεύμα. Και ολόκληρη η νεολαία της Δύσης χρειάζεται να θυμάται πως όταν συνέβη αυτό για πρώτη φορά, ο άνθρωπος έθεσε στην υπηρεσία του πνεύματος τα δόρατα που αναχαίτισαν τον Ξέρξη. Στους εκπροσώπους της γαλλικής νεολαίας που με ρώτησαν ποιο θα μπορούσε να είναι το σύνθημα της, απάντησα «Παιδεία και θάρρος». Εύχομαι αυτό το σύνθημα να γίνει κοινό για τους δύο λαούς μας — γιατί από σας το έχω πάρει.

Και αυτή την ώρα όπου η Ελλάδα αναζητεί τη μοίρα της και την αλήθεια της, σε σας, περισσότερο από μένα, εναπόκειται να το δώσετε στον κόσμο. Γιατί η παιδεία δεν κληρονομείται, καταχτιέται. Και κατακτιέται με πολλούς τρόπους που ο καθένας τους ταιριάζει σε όσους τον επινόησαν. Από δω και πέρα στους λαούς θα απευθύνεται η γλώσσα της Ελλάδας. Αυτή την εβδομάδα την εικόνα της Ακρόπολης θα τη δουν περισσότεροι θεατές από όσους την είδαν μέσα σε δύο χιλιάδες χρόνια. Αυτά τα εκατομμύρια ανθρώπων  δεν θα ακούσουν τη γλώσσα που άκουγαν οι αρχιερείς της Ρώμης ή οι άρχοντες των
Βερσαλλιών και ίσως να μην την ακούσουν καθόλου, εκτός και αν ο ελληνικός λαός αναγνωρίσει σ' αυτήν τη βαθύτερη συνέχεια του — αν οι μεγάλες νεκρές πόλεις αντηχήσουν από τη φωνή του ζωντανού έθνους. Μιλώ για το ζωντανό ελληνικό έθνος, για τον λαό στον οποίο απευθύνεται η Ακρόπολη πριν απευθυνθεί σε όλους τους άλλους, που αφιερώνει όμως στο μέλλον του όλες τις ενσαρκώσεις του πνεύματος της που φώτισαν διαδοχικά τη Δύση: τον προμηθεϊκό κόσμο των Δελφών και τον ολύμπιο κόσμο της Αθήνας, τον
χριστιανικό κόσμο του Βυζαντίου — τέλος, μέσα σε τόσα χρόνια φανατισμού, τον μοναδικό φανατισμό της ελευθερίας. Ο λαός ωστόσο «που αγαπάει τη ζωή ακόμα κι όταν γίνεται οδύνη», είναι ταυτόχρονα εκείνος που έψαλλε στην Αγιά Σοφιά κι εκείνος που άκουγε με δέος την κραυγή του Οιδίποδα στους πρόποδες αυτού του λόφου, κραυγή που επρόκειτο να διασχίσει τους αιώνες. Λαός της ελευθερίας, είναι εκείνος για τον οποίο η αντίσταση είναι παράδοση αιώνων, εκείνος του οποίου η νεότερη ιστορία είναι ένας ανεξάντλητος αγώνας για την Ανεξαρτησία — ο μόνος λαός που γιορτάζει την επέτειο του ΟΧΙ. Αυτό το χθεσινό ΟΧΙ ήταν το ΟΧΙ του Μεσολογγίου, το ΟΧΙ του Σολωμού. Σε μας είναι το ΟΧΙ του στρατηγού
Ντε Γκωλ, και το δικό μας. Ο κόσμος δεν ξέχασε ότι οι πρώτοι που το πρόφεραν ήταν η Αντιγόνη και ο Προμηθέας. Όταν οι νεκροί της πρόσφατης ελληνικής Αντίστασης έπεφταν στο έδαφος όπου επρόκειτο να περάσουν την πρώτη νύχτα του θανάτου τους, έπεφταν σ' ένα χώμα που είχε γεννήσει την πιο ευγενική και την πιο παλιά ανθρώπινη πρόκληση, κάτω από τα άστρα που μας κοιτάζουν απόψε, τα άστρα που ξενύχτησαν τους νεκρούς της Σαλαμίνας.

Μάθαμε την ίδια αλήθεια μέσα από το ίδιο αίμα που χύθηκε για την ίδια υπόθεση, την εποχή που Έλληνες και Ελεύθεροι Γάλλοι πολεμούσαν πλάι πλάι στη μάχη της Αιγύπτου, την εποχή που οι άνδρες μου στο αντάρτικο έκαναν με τα μαντίλια τους ελληνικές σημαιούλες για να τιμήσουν τις νίκες σας, την εποχή που στα χωριά των βουνών σας χτυπούσαν τις καμπάνες για την απελευθέρωση του Παρισιού. Ανάμεσα σε όλες τις αξίες του πνεύματος, οι πιο γόνιμες είναι εκείνες που γεννιούνται από την επικοινωνία και το θάρρος.

Είναι γραμμένο σε κάθε πέτρα της Ακρόπολης. «Ω ξείν' αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδεκείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι...» Φώτα της αποψινής νύχτας, πηγαίνετε να πείτε στον κόσμο ότι οι Θερμοπύλες καλούν τη Σαλαμίνα και τελειώνουν στην Ακρόπολη — με την προϋπόθεση ότι δεν τις ξεχνούμε! Και είθε ο κόσμος να μην ξεχάσει, κάτω από τα Παναθήναια, την επιβλητική πομπή των αλλοτινών και των πρόσφατων νεκρών που φυλάνε αγέρωχα σκοπιά και υψώνουν προς εμάς το σιωπηρό τους μήνυμα, ενωμένο, για πρώτη
φορά, με την παλιά μαγική ωδή της Ανατολής: «Και αν αυτή η νύχτα είναι της μοίρας —ευλογημένη να είναι, ώσπου να φανεί η αυγή!»

Le miroir des limbes, Gallimard, 1976.
 Μετφρ. Βάσω Μέντζου, από το "Σελίδες για την
Ελλάδα του 20ου αιώνα", εκδ. Ολκός, Αθήνα, 1995.

http://www.pro-europa.eu/attachments/article/289/malraux-afierwma-stin-ellada.pdf