ΘΡΗΣΚΕΙΑ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Τα Θρησκευτικά στο σχολείο
Η ερμηνευτική διχογνωμία ανάμεσα στον υπουργό Παιδείας και τον Συνήγορο του Πολίτη, αναφορικά με τους όρους απαλλαγής μαθητών από την παρακολούθηση του μαθήματος των Θρησκευτικών, παρέχει ερεθίσματα για προβληματισμό και διάλογο. Αφετηρία της αντιπαράθεσης υπήρξε η ερμηνεία των υπερνομοθετικών κανόνων του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Τα παλαιότερα ελληνικά συνταγματικά κείμενα ήταν ουδέτερα. Κάποιος υπαινιγμός περιείχετο στο δημοκρατικό Σύνταγμα του 1925, το άρθρο 21 του οποίου όριζε ότι η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει και στη διάπλαση του ήθους των νέων. Για πρώτη φορά, στη σκιά του πρόσφατου τότε εμφυλίου πολέμου, το άρθρο 16 του Συντάγματος του 1952 όρισε ότι «η διδασκαλία αποσκοπεί στην ηθικήν και πνευματικήν αγωγήν και ανάπτυξιν της εθνικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των ιδεολογικών κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού», κάτι που επανέλαβε και το άρθρο 17 του δικτατορικού συνταγματικού κειμένου του 1973. Μετά την αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών, η σχετική διατύπωση περιόρισε κάπως αυτόν τον στόχο με την αόριστη επίκληση της ανάγκης, αφ' ενός, για ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών και, αφ' ετέρου, για διάπλασή τους ως ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών. Γίνεται έτσι φανερό ότι, υπό το κράτος του ισχύοντος Συντάγματος, ο στόχος της ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών έχει ως όριο τον σεβασμό των επιλογών των μαθητών και των γονέων των. Επιλογές που, στο φως του άρθρου 9 της προαναφερόμενης Ευρωπαϊκής Σύμβασης, και υπό την εγγύηση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου, δεν χρειάζονται, κατ' αρχήν, ιδιαίτερη αιτιολογία.Ομως οι σκέψεις που προηγήθηκαν δεν είναι άκαμπτες μέσα στο φως της τελολογικής ερμηνείας των σχετικών κανόνων, με την έννοια ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης τότε μόνον παραβιάζεται, όταν η διδασκαλία των Θρησκευτικών παίρνει διαστάσεις συγκαλυμμένης, και πολύ περισσότερο απροκάλυπτης, κατήχησης. Δεν παραβιάζεται όμως, όταν περιορίζεται απλώς και μόνο στην καλλιέργεια της γνώσης, αναφορικά με το διαχρονικά σταθερό φαινόμενο της τάσης των ανθρώπων για κάποια επικοινωνιακή σχέση των με το υπερβατικό, έτσι όπως αυτό καθιερώθηκε να προσδιορίζεται ως η βασιλεία του Θεού ή παλαιότερα των θεών. Ηδη ο Πλούταρχος είχε διαβεβαιώσει ότι δεν υπήρξε ποτέ και πουθενά πόλη παντελώς άθεη.1 Και όπου, στον εικοστό αιώνα, το Κόμμα εξώθησε τους οπαδούς του στην έξοδο από τις χριστιανικές Εκκλησίες, όπως στη ναζιστική Γερμανία και στις σταλινικές κομμουνιστικές χώρες, μετά την κατάρρευση αυτών των αυταρχικών καθεστώτων, επακολούθησε έξαρση της καταφυγής του πονεμένου ανθρώπου στον παρηγορητικό λόγο της θρησκείας.Βεβαίως, γνωρίζω πανεπιστημιακούς συναδέλφους, που τονίζουν ότι δεν έχουν θρησκευτικές ευαισθησίες, καθώς φαίνεται ν' αγνοούν την παρατήρηση του Ηρακλείτου ότι «τα περισσότερα θεϊκά πράγματα (...) μας διαφεύγουν εξαιτίας της δυσπιστίας μας. Συμβάλλει δε σ' αυτό και το ότι η αρμονία ενυπάρχει στις αντιθέσεις, έτσι που όλα να είναι αποτέλεσμα διαμάχης και ανάγκης».2 Από τις συζητήσεις μας όμως μένω με την εντύπωση ότι απλώς αποστρέφονται τα καθόλου λίγα ανεδαφικά ή αρνητικά των θρησκειών, ιδίως δε το αναξιόπιστο ήθος αρκετών λειτουργών τους με τάσεις εξουσιολαγνείας, πατριδοκαπηλίας, συσσώρευσης πλούτου και αντιαισθητικής επίδειξης χρυσοποίκιλτων αμφιέσεων, ξένων προς τον απλό χιτώνα του Ιησού. Κι όλα αυτά αντάμα με διηγήσεις για θαύματα και κοσμολογικές αντιλήψεις, έξω από το φως των σύγχρονων επιστημών. Πρόσφατα, σεβαστός, μέσα στις προσωπικές περιπέτειές του, γέροντας ιεράρχης έγραψε σχετικά με τον άνθρωπο: «Καυχώνται οι "προοδευτικοί" άθεοι και διασαλπίζουν πως ο δημιουργός του πολιτισμού, ο ακάματος ερευνητής του παγκόσμιου θαύματος και επιδέξιος χειριστής της εκλεπτυσμένης τεχνολογίας είναι εγγονός του πιθήκου. Απόγονος του άλογου ζώου». Πώς να προσεγγίσει αυτή την αμάθεια του αγαθού γέροντα ο μαθητής του Λυκείου, ακόμη και του Γυμνασίου, καθώς γνωρίζει ότι ο άνθρωπος δεν κατάγεται μεν από τον πίθηκο, όμως και οι δύο έχουν κοινούς προγόνους μέσα στη θαυμάσια, όσο και ηρωική εξελικτική διαδικασία της ζωής στη Γη, που ξεκίνησε, στο πολύ μακρινό παρελθόν, από την πεισματική για επιβίωση μονοκύτταρη αμοιβάδα; Ασφαλώς, στο απώτερο παρελθόν, για δύο χιλιάδες χρόνια, οι άνθρωποι πρόσεχαν και σέβονταν τις διηγήσεις της ιουδαϊκής Τορά για τη γένεση του κόσμου. Ομως οι υπεύθυνοι για την καλλιέργεια της θρησκευτικής συνείδησης των νέων μας συνεχώς χάνουν έδαφος, όσο παραμένουν αμετακίνητοι στην ξεπερασμένη από την επιστημονική γνώση μυθολογία.Πριν από χρόνια είχα ρωτήσει φίλο κληρικό, με λαμπρές θεολογικές σπουδές στη Γερμανία και αφοσιωμένο στην υπόθεση του Γολγοθά, πού τάχα εκείνος τοποθετούσε την παρουσία του Θεού. Η απάντησή του ήταν ξεκάθαρη: «Μα, πού αλλού, πέρα από τον νου και την καρδιά μας;» κατά τον αποκαλυπτικό λόγο του Ιησού ότι «η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν»,3 αφού είναι «πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν».4 Υπάρχουν στιγμές που ιδίως ο πονεμένος άνθρωπος νιώθει την ανάγκη να επικαλεστεί τη θεία χάρη, ως ύστατο καταφύγιό του. Τότε έχει θέση η διαβεβαίωση του Ιησού: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω· εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ' αυτού και αυτός μετ' εμού».5 Τότε έχει επίσης θέση ο στίχος του Παρμενίδη: «Κοίτα όμως, πώς τα απόντα με βεβαιότητα είναι για τον νου σου παρόντα!»6Να είμαστε ειλικρινείς! Δίπλα στην πατροπαράδοτη εκκλησιαστική μυθολογία, εξ ίσου αφελής υψώνεται και η άγνοια των προπετών, που αποδέχονται μόνον όσα αντιλαμβάνονται με τα ανθρώπινα αισθητήρια όργανα. Ομως ο χώρος είναι γεμάτος από ενεργειακά κύματα, απρόσιτα στα αισθητήρια όργανά μας, αλλά προσιτά εν μέρει σε ηλεκτρονικούς δέκτες, καθώς κάποια απ' αυτά συλλαμβάνουν και αποκωδικοποιούν με ήχους και εικόνες. Στον υπερβατικό χώρο, λοιπόν, του μη αισθητού καλείται το μάθημα των Θρησκευτικών να ευαισθητοποιήσει κάθε μαθητή, αποκλειστικά και μόνον για να εμπλουτίσει τον γνωστικό του ορίζοντα. Οι περαιτέρω επιλογές είναι προσωπικό συνειδησιακό ζήτημα του μαθητή.www.kostasbeys.gr1. Προς Κωλώτην, 1125.D.11-Ε.6.2. Diels-Kranz σπάραγμα 86 και δοξογραφήματα 8 και 8α.3. Λουκάς, ιζ' 21.4. Ιωάννης, δ' 24-25.5. Ιωάννου, Αποκάλυψις, γ' 20.6. Παρμενίδης, Περί φύσεως.
( ΚΩΣΤΑΣ Ε. ΜΠΕΗΣ-ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 03/12/2008)