ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΜΕΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ,ΠΑΙΔΕΙΑ ΦΑΡΣΑ ...
Μαθητεία στη βία
Ανακαλύψαμε ξανά τα παιδιά μας: Άσωτοι γονείς, τα αφήσαμε δεκαπεντάχρονα και επιστρέφοντας ύστερα από χρόνια τα βρήκαμε στην ίδια ηλικία. Εξακολουθούσαν να είναι δεκαπεντάχρονα, αλλά είχαν «συσσωρεύσει οργή».
Ανακαλύψαμε ξανά τα παιδιά μας: Άσωτοι γονείς, τα αφήσαμε δεκαπεντάχρονα και επιστρέφοντας ύστερα από χρόνια τα βρήκαμε στην ίδια ηλικία. Εξακολουθούσαν να είναι δεκαπεντάχρονα, αλλά είχαν «συσσωρεύσει οργή».
Δεν πρόκειται για απόσπασμα από θεατρικό έργο του παραλόγου αλλά για τμήμα από τη δημόσια «συζήτηση» που (υποτίθεται ότι) διεξάγεται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Στη χώρα αυτή δυσκολευόμαστε όχι μόνο να διεξαγάγουμε μια έλλογη συζήτηση αλλά και να συγκρατηθούμε μέσα στα όρια της ευπρέπειας απέναντι στο γεγονός του θανάτου. Και δεν αναφέρομαι, βέβαια, στους έφηβους μαθητές που βγήκαν στους δρόμους. Αναφέρομαι, κυρίως, στους πολιτικούς.
Ο Αλέκος Αλαβάνος κατέταξε τον Αλέξη Γρηγορόπουλο στο πάνθεον των εθνικών ηρώων, μαζί με τον Παπαφλέσσα και τον Αθανάσιο Διάκο. Όπως η σπίλωση, έτσι και η γκροτέσκα υπερμεγέθυνση είναι προσβλητική για τον νεκρό. Κι αν δεν συνιστά περιύβριση, αποτελεί ατόπημα ηθικό. Για μια ακόμα φορά, το νόμιμο και το ηθικό δεν ταυτίζονται. Ο Αλαβάνος είναι μια ακραία περίπτωση, αλλά αρκετοί μετέχοντες στον δημόσιο βίο κινήθηκαν σε παρόμοια γραμμή. Σύμφωνα με πολιτικούς και πολιτειακούς παράγοντες, η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου υπήρξε «πλήγμα για τη Δημοκρατία μας». Αν είναι αλήθεια, τότε η Δημοκρατία μας είναι πολύ εύθραυστη, σαν τις τζαμαρίες του κέντρου των πόλεων που έγιναν θρύψαλα. Είναι ενδιαφέρον, πάντως, αν στη συνείδηση των λειτουργών και των συμβολικών εκφραστών του πολιτεύματος η Δημοκρατία δεν είναι παρά μια τζαμαρία, μια βιτρίνα, πίσω από την οποία κρύβεται το απεχθές πρόσωπο της εξουσίας (ποιων άλλων, όμως, παρά της δικής τους;).
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική ηγεσία, πρώτη αυτή, εκπέμπει μιαν εντυπωσιακή έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στα όργανα του κράτους. Ο Προκόπης Παυλόπουλος το δήλωσε με μόλις συγκαλυμμένο κυνισμό. Με το ξέσπασμα των ταραχών, ο αρμόδιος υπουργός μάς είπε ότι η Αστυνομία, της οποίας προΐσταται, είτε δεν θα επέμβει καθόλου είτε θα επέμβει σκοτώνοντας κόσμο. Οπότε, καλύτερα να μην επέμβει. Επιπλέον, ο υπουργός προανήγγειλε την κρατική αποζημίωση των καταστροφών που προεξοφλούσε ότι θα γίνουν. Με δυο λόγια, η κυβέρνηση έδωσε το σύνθημα: «Σπάστε τα στην υγειά μας».
Ποιους αφορούσε το σύνθημα; Οι κουκουλοφόροι δεν το είχαν ανάγκη. Αποδέκτες του μηνύματος έγιναν οι δεκαπεντάχρονοι, στους οποίους παραχωρήθηκε το δικαίωμα της βίας ως αποζημίωση, ένα είδος αντιπαροχής, για την ψυχική οδύνη που τους προκάλεσε η δολοφονία του συνομηλίκου τους. Από τη στιγμή εκείνη, μερικές εκατοντάδες μαθητών βρέθηκαν με πέτρες και μολότοφ στα χέρια. Και πάλι, ήταν λίγοι, σε σχέση με τον συνολικό εφηβικό πληθυσμό. Συγκρινόμενη με την ιθύνουσα πολιτική τάξη, η τάξη της Α΄ Λυκείου αποδείχτηκε πως διαθέτει περισσότερο μυαλό. Ήδη, οι μαθητές στρέφονται σε ειρηνικότερες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Αλλά διαμαρτυρίας για τι;
Η πολιτικά υποκινούμενη προσπάθεια να εμφανιστεί η «κοινωνική εξέγερση» ως πόλεμος ενάντια στο κράτος που «σκοτώνει παιδιά» δεν φαίνεται να τελεσφόρησε. Όσο για την εργασιακή ανασφάλεια, την οικονομική κρίση (στην οποία δεν έχουμε ακόμα βυθιστεί για τα καλά) και τη διάχυτη αίσθηση ανομίας από τα επάλληλα κυβερνητικά σκάνδαλα, αυτά επηρεάζουν περισσότερο τον τρόπο με τον οποίο εμείς οι ενήλικοι υποδεχόμαστε, αμήχανα και ενοχικά, τις εκδηλώσεις των μαθητών παρά αφορούν τα κίνητρα των τελευταίων. Κι αν η σπίθα από την Ελλάδα μεταδόθηκε σποραδικά στο παγκόσμιο χωριό, αυτό επιβεβαιώνει τη συχνή διάσταση ανάμεσα στα αποτελέσματα των αιτίων και στα αποτελέσματα των σκοπών. Οι παρεξηγήσεις ανήκουν στις κινητήριες δυνάμεις της Ιστορίας.
Η μαθητική διαμαρτυρία στην Ελλάδα φαίνεται ότι πηγαίνει, ημισυνειδητά, να εστιαστεί ξανά εκεί όπου υπάρχει πραγματικός λόγος. «Για την κατεστραμμένη μας παιδεία δεν μιλάει κανείς», είπε στα «ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου» ο μαθητής Ηλίας Βενιέρης. Ο Ηλίας έχει δίκιο. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα έχει καταντήσει μια τεράστια φάρσα. Το σύστημα ξεκινάει με έναν φαρισαϊκό μαξιμαλισμό άχρηστων γνώσεων για να καταλήξει στο εντατικό παρασχολικό ντρεσάρισμα των εξαρτημένων αντανακλαστικών με τα οποία οι μαθητές καλούνται να αντεπεξέλθουν στη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων. Είναι βαθιά ταξικό, αφού μόνο οι έχοντες μπορούν να το παρακάμψουν. Είναι, συνολικά, ένα από τα χειρότερα μεταξύ των προηγμένων χωρών, τόσο κακό ώστε να υποφέρει από την απουσία νοήματος.
Σ΄αυτό το νοηματικό κενό περνούν τον περισσότερο χρόνο τους οι Έλληνες μαθητές. Και η έλλειψη νοήματος παράγει βία. Δεν πρόκειται για τη φανταστική «συσσωρευμένη οργή» των γενεών, αλλά για μια πραγματικότητα που βιώνεται στον παρόντα χρόνο. Απέναντι σ΄ αυτή την αδιέξοδη πραγματικότητα, τόσο η φοβική κοινωνία μας όσο η αυτοαναπαραγόμενη πολιτική ηγεσία μας στέκονται ευλαβικά, αναπέμποντας ρομαντικούς ύμνους στη νεότητα.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΗ
προσπάθεια να εμφανιστεί η «κοινωνική εξέγερση» ως πόλεμος ενάντια στο κράτος που «σκοτώνει παιδιά» δεν φαίνεται να τελεσφόρησε
Η ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΗ
προσπάθεια να εμφανιστεί η «κοινωνική εξέγερση» ως πόλεμος ενάντια στο κράτος που «σκοτώνει παιδιά» δεν φαίνεται να τελεσφόρησε
(Κείμενο του Αλέξη Καλοκαιρινού-ΝΕΑ- 15 Δεκεμβρίου 2008)