Θεσσαλονίκη



Η «δύναμη της ακινησίας» έχει αγκαλιάσει τη Θεσσαλονίκη
Η πόλη έχει χάσει το τρένο της ανάπτυξης και τη δυναμική της και όσο περνούν οι μήνες θα αυξάνονται η ανεργία, η επισφάλεια και ο αριθμός των επιχειρήσεων με προβλήματα, υποστηρίζουν οι κάτοικοί της
Για κάποιους είναι η «μητρόπολη των Βαλκανίων» και για άλλους μια «γέφυρα Ανατολής και Δύσης». Η παράδοση την ήθελε «συμβασιλεύουσα» και τα μοντέρνα κλισέ «συμπρωτεύουσα». Ωστόσο για τους κατοίκους της «δεν είναι τίποτε άλλο από καμένο χαρτί». Αυτή η πικρή άποψη ακούγεται όλο και περισσότερο στα στέκια και στις παρέες της Θεσσαλονίκης. Και οι περισσότεροι εντοπίζουν την κατρακύλα του «δεύτερου πόλου της χώρας» «στο γεγονός ότι η πόλη δεν μπορεί πια να κρατήσει τον κόσμο της». Αυτό για τους νέους που στοχεύουν σε κάτι καλύτερο από το μεροκάματο δεν σημαίνει τίποτε άλλο από φυγή. Φυγή προς «το κράτος των Αθηνών» ή μια και καλή στο εξωτερικό. Το σίγουρο είναι ένα: Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται επειγόντως μια καινούργια ταυτότητα.

Η ιστορία είναι λίγο-πολύ γνωστή. Στα χρόνια της Επανάστασης οι Οθωμανοί σε αναζήτηση πόρων για την καταστολή της εξέγερσης του Εμμανουήλ Παππά στη Χαλκιδική άρπαξαν τον πλούτο των περισσότερων κατοίκων της πόλης. Εκατό χρόνια αργότερα η Θεσσαλονίκη, η οποία είχε όσο πληθυσμό και η Αθήνα τότε, υποδέχθηκε τον κύριο κορμό του προσφυγικού ελληνισμού και στα χρόνια της Κατοχής απώλεσε το μεγαλύτερο κομμάτι του εβραϊκού της πληθυσμού. Η εξέλιξη; Η συνήθης. Ανοικοδόμηση αθηναϊκού τύπου, καταστροφή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, μετανάστευση (από τα «πρακτορεία μεταναστεύσεως» της οδού Αιγύπτου, όπως έγραψε και ο Μανώλης Αναγνωστάκης ) και στη συνέχεια ανάπτυξη, εκβιομηχάνιση και σταδιακή ανάδειξη «του πιο χαλαρού τρόπου ζωής στην Ευρώπη».

Στις αρχές του 1990 όμως τα πράγματα αλλάζουν. Στην Αθήνα οι κυβερνήσεις προχωρούν σε μαζικές αποκρατικοποιήσεις, μετοχοποιήσεις και εν τέλει ιδιωτικοποιήσεις ΔΕΚΟ και τραπεζών. Στην ελληνική πρωτεύουσα φιλόδοξοι επενδυτές έρχονται σε επαφή με τα παγκόσμια κέντρα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και δημιουργούν μια ώσμωση που της δίνει πρωτοφανή ώθηση, με αποκορύφωση τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων που συνοδεύονται από σειρά απολύτως αναγκαίων και στοιχειωδών υποδομών.
Την ίδια στιγμή στη Θεσσαλονίκη η τοπική ελίτ είτε δεν θέλησε είτε δεν μπόρεσε να καταλάβει τι ακριβώς γινόταν σε έναν κόσμο που άλλαζε διαρκώς. Τα εργοστάσια και οι βιοτεχνίες του 1970 που στηρίζονταν στο χαμηλό μεροκάματο έκλεισαν ή δοκίμασαν τις τύχες τους στο βαλκανικό Ελντοράντο. Ιστορικές επιχειρήσεις απεβίωσαν προ του τραπεζικού στραγγαλισμού και άλλες, νεότευκτες ή καινοτόμες, εξαγοράστηκαν από τον νέο πλούτο που δημιουργήθηκε στην Αθήνα. Μάλιστα, ουκ ολίγες, προκειμένου να επιβιώσουν, μετέφεραν την έδρα τους στο λεκανοπέδιο της Αττικής, κοντά δηλαδή στο κέντρο λήψης των αποφάσεων.
Ηπόλη άρχισε να στερείται τις μεγαλύτερες εταιρείες της, ενώ η υπερσυγκέντρωση πληθυσμού από τη μια «άδειασε» τη μακεδονική ενδοχώρα και από την άλλη δημιούργησε αβίωτες συνθήκες καθημερινότητας, αφού η Θεσσαλονίκη πήρε τα ευρωπαϊκά αρνητικά πρωτεία. Είναι η μοναδική πόλη στην Ευρώπη η οποία, με περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους, δεν έχει μέσα σταθερής τροχιάς, δεν έχει στοιχειώδεις υποδομές, η μέση ταχύτητα του αυτοκινήτου είναι χαμηλότερη του πεζού, ενώ η ατμόσφαιρά της διαθέτει, κατ΄ αναλογίαν, τα περισσότερα μικροσωματίδια στη Γηραιά Ηπειρο. Παρ΄ όλα αυτά οι Θεσσαλονικείς παραμένουν «χαλαροί», όπως συνηθίζουν να λένε. «Παλιά, όταν είχε κάποιος μαγαζί στην Τσιμισκή, τον θεωρούσαν πλούσιο» λέει ένας έμπορος του κέντρου. «Σήμερα η Τσιμισκή έχει γεμίσει από υποκαταστήματα πολυεθνικών,τα περισσότερα από τα οποία έχουν αρνητικούς ισολογισμούς» συμπληρώνει. Αυτό που σχεδόν όλοι οι παλαιότεροι αναγνωρίζουν είναι ότι η Θεσσαλονίκη άλλαξε δραματικά, απεμπόλησε τη δυναμική της και έχει βρεθεί ουραγός των εξελίξεων. Το λεγόμενο «σύστημα Θεσσαλονίκης» είναι τόσο δαιδαλώδες που για να ληφθεί έστω και η απλούστερη απόφαση χρειάζονται μήνες διαπραγματεύσεων με τους φορείς και τα αφανή της λόμπι, με μηδαμινά συνήθως αποτελέσματα.

«Είμαι πολύ απογοητευμένος. Αν ήμουν νεότερος, σίγουρα θα είχα φύγει και εγώ για την Αθήνα» . Η πατρότητα της φράσης δεν ανήκει σε κάποιον επιχειρηματία που «έπεσε» έξω, αλλά στον πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης και σε έναν από τους μεγαλύτερους τουριστικούς πράκτορες του Βορρά, τον κ. Μιχ.Ζορμπίδη. «Υπάρχει παγκόσμια κρίση, όμως δεν δίνεται η δυνατότητα στους ανθρώπους της αγοράς να εξελιχθούν. Οι τράπεζες λειτουργούν πια εις βάρος των καταναλωτών» λέει ο κ. Ζορμπίδης. Πριν από δύο μήνες, όταν πολλές τράπεζες ανέβασαν αιφνιδίως τα επιτόκια δανεισμού προς τους πελάτες τους, ο κ. Ζορμπίδης πήγε στον εισαγγελέα και κατέθεσε μήνυση εναντίον χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. «Με τις αναταραχές και τα επεισόδια στην πόλη, έπεσε η ψυχολογία αποκαλύπτοντας την κρίση. Εκεί φάνηκε το πρόβλημα» επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα». Η κρίση στη Θεσσαλονίκη απέκτησε πια «δομικό» χαρακτήρα, αφού «η πόλη ζει υπό τη σκιά της Αθήνας και οι δήμαρχοι και οι νομάρχες δεν μπορούν να κάνουν πολλά» όπως σημειώνει xaρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά το ΤΕΜΠΜΕ λέει ότι η εφαρμογή του αντιμετωπίζει δυσκολίες καθώς «οι τράπεζες σαμποτάρουν το σχέδιο», ενώ για το 2009 πιστεύει ότι «θα είναι πολύ δύσκολη χρονιά». «Ο επαγγελματίας θα δουλέψει για την επιβίωση και όχι για κέρδη, ωστόσο ο κλοιός των τραπεζών θα γίνεται στενότερος. Και εγώ θα κοιτάξω να ρίξω τα κόστη και είναι σίγουρο ότι θα χρειαστεί παραπάνω δουλειά» αναφέρει. «Η Θεσσαλονίκη έχει χάσει το τρένο της ανάπτυξης και κάποια πράγματα που έπρεπε να γίνουν δεν έγιναν» τονίζει ο κ. Ζορμπίδης και προσθέτει: «Οι φορείς δεν κάθονται να συζητήσουν και δεν είναι οργανωμένοι.Δεν μπορούμε να αρπάξουμε τις ευκαιρίες. Λείπουν οι υποδομές, αλλά και οι άνθρωποι με φαντασία».

Στη Θεσσαλονίκη βρεθήκαμε τις τελευταίες ημέρες του 2008, σε μια περίοδο δηλαδή όπου τα πεζοδρόμια της Τσιμισκή και της Μητροπόλεως «φισκάρουν» από κόσμο. Αυτή η εικόνα επαναλήφθηκε και εφέτος, ωστόσο υπήρχε μια μικρή διαφορά. Τα καταστήματα μετά βίας θεωρούνταν έστω μισογεμάτα. Ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (και πρόεδρος της ΔΕΘ ΑΕ) κ. ΔημήτρηςΜπακατσέλος θεωρεί ότι έχει μια εξήγηση για το φαινόμενο. «Η Θεσσαλονίκη είναι από τα πρώτα μέρη όπου έφθασε η κρίση. Και αυτό γιατί εδώ υπήρχε ήδη ένα μείγμα προηγούμενων κρίσεων» σημειώνει. «Η αποβιομηχάνιση, οι βιοτεχνίες που έκλεισαν, η αυξημένη ανεργία των τελευταίων χρόνων» είναι μόνο μερικά από τα συστατικά ενός κοκτέιλ που έχει γονατίσει την πόλη, ενώ «η έλλειψη επενδύσεων και οι σοβαρές καθυστερήσεις στα μεγάλα έργα» έρχονται να συμπληρώσουν το αναπτυξιακό έλλειμμα.

Στη Θεσσαλονίκη όλα πάνε πίσω. «Οι άξονες στους οποίους πρέπει να βασιστεί η οικονομία της πόλης,δηλαδή η επέκταση του αεροδρομίου, η έκτη προβλήτα του λιμανιού, η μετεγκατάσταση της ΔΕΘ έχουν καθυστερήσει υπερβολικά» επισημαίνει ο κ. Μπακατσέλος. «Είμαστε στο μηδέν, αλλά με μειωμένες πιθανότητες για αίσιο τέλος. Δεν πιστεύω ότι το μέλλον είναι ευοίωνο. Θα είναι δύσκολο το 2009- λαμβάνουμε συνεχώς τέτοια μηνύματα» λέει με θλίψη. Στην πόλη από τη στιγμή που ο τραπεζικός δανεισμός άρχισε να γίνεται δύσκολος οι απολύσεις πήραν διαστάσεις επιδημίας και από ό,τι φαίνεται αυτό είναι μόνο η αρχή. Στη Θεσσαλονίκη η εκδίκηση της ιστορίας ήρθε μια και καλή υπό τη μορφή τραγωδίας. Το 1994, στη μία και μοναδική επίσκεψή του ως πρωθυπουργού της Ελλάδας στην αμερικανική πρωτεύουσα, ο Ανδρέας Παπανδρέου κατά τη διάρκεια ομιλίας του σε επιχειρηματικό φόρουμ είχε καλέσει το ακροατήριο να « χρησιμοποιήσει την Ελλάδα σαν οχυρό για τα Βαλκάνια ». Τότε αφέθηκε να δημιουργηθεί στην πόλη ο μύθος της «πρωτεύουσας των Βαλκανίων», που θα εξελισσόταν σε ένα «πολυεθνικό κέντρο πέντε εκατομμυρίων ψυχών». Εις μάτην. Τα όποια φιλόδοξα σχέδια συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν στο κέντρο των αποφάσεων, δηλαδή την Αθήνα. «Τα περί μητροπολιτικού κέντρου έμειναν στα λόγια, το δε τρένο της ανάπτυξης καθυστερεί σημαντικά» σημειώνει ο κ. Μπακατσέλος. «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες οδήγησαν σε υπερσυγκέντρωση εξουσιών, χρήματος και συνεργειών και η απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων μεγεθύνεται. Το 1:4 σε πολλές περιπτώσεις,όπως οι υποδομές και οι επενδύσεις, γίνεται 1:20» λέει. «Οι τοπικοί πολιτικοί παράγοντες είναι ανήμποροι είτε να επηρεάσουν είτε να δημιουργήσουν κινήσεις στην Αθήνα.Συσσωρεύουν μόνο προβλήματα και δυσαρέσκεια» αναφέρει ο κ. Μπακατσέλος και συμπληρώνει: «Η πόλη έχει χάσει τη δυναμική της και είναι βέβαιο ότι όσο περνούν οι μήνες θα αυξάνονται η ανεργία, η επισφάλεια και ο αριθμός των επιχειρήσεων με προβλήματα». Στη Θεσσαλονίκη γίνονται και κάποια πρωτόγνωρα πράγματα, ανάμεσα στα οποία και το εξής που κυκλοφορεί σαν μυστικό στην επιχειρηματική κοινότητα: υπάρχουν επιχειρηματίες που έχουν λαμβάνειν από εμπόρους, οι οποίοι όμως αδυνατούν να πληρώσουν τις οφειλές τους. Τότε, σε περιόδους εορτών, καλούν έναν ανυποψίαστο κλειδαρά, υποδύονται τον οφειλέτη τους, του «ανοίγουν» το μαγαζί και «ρεφάρουν» παίρνοντας τα προϊόντα τους πίσω.
«Διώχνω πλέον δουλειές όταν δεν με γεμίζει ο άλλος το μάτι» θα πει ένας κλειδαράς του κέντρου, με κλασική θεσσαλονικιώτικη προφορά. Το άλλο ευτράπελο που συμβαίνει είναι ότι, ελλείψει υποψήφιων αγοραστών για τα εκατοντάδες νεόδμητα σπίτια, οι εργολάβοι που είχαν βγάλει άδειες (προ κρίσης) παζαρεύουν μεταξύ τους ποιος θα τις αγοράσει, προκειμένου «να φύγει από πάνω τους το βάρος» . Το τρίτο παράδοξο που ακούγεται στις πιάτσες είναι ότι υπάρχει στροφή από τα «μαγαζιά» με τις γυναίκες στις «ροζ» πιάτσες, αφού «είναι η οικονομικότερη λύση». Η δύναμη της ακινησίας που έχει αγκαλιάσει την πόλη έχει οδηγήσει πολλούς να ομολογούν ότι «κανένας δεν μπορεί να προκόψει σε αυτήν την πόλη. Τελικά ο Σαξώνης ήταν μάγκας».

Πίσω στο κέντρο, κοντά στην εκκλησία του Αϊ-Δημήτρη, ο κ. Κώστας , συνταξιούχος σιδηροδρομικός, επιμένει ότι «η κρίση εμάς δεν μας πιάνει.Τους μεγάλους θα πιάσει». Ωστόσο δεν είναι έτσι για όλους. Από τις «καλές» γειτονιές στα ανατολικά, που πρακτικά είναι νότια, ως τις φτωχότερες στη δυτική πλευρά της πόλης η κρίση χτυπά την πόρτα των Θεσσαλονικέων. Ο κ. Ηλ. Μητσιόπουλος διαθέτει ένα από τα καλύτερα δισκοπωλεία της πόλης, από αυτά που επιμένουν να πωλούν δίσκους βινυλίου, με αποτέλεσμα να έχει μείνει σε μεγάλο βαθμό έξω από την ψηφιακή ήττα του CD. Ο ίδιος ομολογεί ότι «η κρίση δεν ήρθε ακόμη» στο μαγαζί του και ότι «παραδόξως,εμείς πάμε καλά». Ωστόσο αναρωτιέται «γιατί δεν κάνουν τίποτε,γιατί δεν παίρνουν μέτρα;», σημειώνοντας ότι «χρειάζεται αλλαγή πολιτικής, αυτή δεν πάει άλλο».

Λίγο πιο αριστερά, στην πλατεία Ναυαρίνου, με τα αναστηλωμένα ανάκτορα του Γαλέριου και τη Ροτόντα να κυριαρχούν στο βάθος, ο κ. Χρ. Σπύρου, ένας από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες στον χώρο των extreme sports, σημειώνει: «Είμαστε περίπου στα ίδια με πέρυσι». Ομολογεί ωστόσο ότι «ο κόσμος δεν έχει πάρει χαμπάρι τι έρχεται». Ο ίδιος το ερμηνεύει λέγοντας ότι «αυτός που αποκαλούν τα ΜΜΕ “μέσο Ελληνα”δεν έχει επίγνωση της κατάστασης και αυτό γιατί αστικοποιήθηκε πρόσφατα, και αυτό με έντονο το σημάδι του καταναλωτισμού». Την ίδια στιγμή, όπως λέει ο κ. Σπύρου, «βοηθούντος και του κατοχικού συνδρόμου, βγήκαν και τα κανάλια και φώναζαν:“Μην ψωνίζετε”.Τι άλλο χρειάζεται για να μην την “ακούσει” η κοινωνία;» διερωτάται. Πίσω στην Καλαμαριά- στο «οχυρό» του προσφυγικού ελληνισμού-, στον κεντρικό πεζόδρομο, κόβει βόλτες ένας σαραντάρης που μόλις απολύθηκε από το εργοστάσιο όπου εργαζόταν για σχεδόν δύο δεκαετίες. «Το ήξερα ότι αργά ή γρήγορα θα με “τρώγανε”» λέει και συνεχίζει τη βόλτα του μέσα στο κρύο. Η «ανθρωποφαγία» στον εργασιακό χώρο έφθασε ακόμη και στη «χαλαρή» Θεσσαλονίκη. Λίγο πιο πέρα η 24χρονη Σοφία εργάζεται ως σερβιτόρα σε ένα καφέ και είδε τα μεροκάματά της να λιγοστεύουν το τελευταίο διάστημα, αφού η δουλειά έχει πέσει λόγω της κρίσης. Η κοπέλα σπούδασε βοηθός μικροβιολόγος και ψάχνει επί τέσσερα χρόνια για δουλειά στο αντικείμενό της, όμως όλοι ζητούν μόνο «κοπέλες για πρακτική». Οπως ομολογεί, τελευταία της ευκαιρία να ασκήσει το επάγγελμά της είναι να ενταχθεί με κάποιο πρόγραμμα stage σε νοσοκομείο, και «έτσι τα πράγματα ίσως γίνουν καλύτερα». Αν όχι, «καλύτερα ταμίας στον Μασούτη» λέει με την απαισιοδοξία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.
Στα καφέ της περιοχής συγκεντρώνονται δεκάδες νέοι από νωρίς το πρωί. «Οι περισσότεροι είναι της δουλειάς και οι άλλοι είναι άνεργοι» μας λένε. Στο άκουσμα της «κρίσης» πολλοί μπαίνουν στη συζήτηση. «Ποια κρίση; Απλώς δεν τρώνε τα λεφτά τους από ΄δώ και από ΄κεί.Αν ο άλλος παίρνει μπουγάτσες για 10 ευρώ, υπάρχει κρίση;» αναρωτιέται ένας επαγγελματίας που βρίσκεται στην κουβέντα. «Αφού όλοι έμαθαν να τρώνε με δανεικά.Για καλό ήρθε η κρίση!» πετάγεται ένας προσφάτως απολυμένος. Λίγο πιο κάτω ένας ιδιοκτήτης ταβέρνας τρέχει σαν παλαβός. «Μην κοιτάς τώρα που είμαστε έτσι.Εχουμε μπει μέσα με τα τσαρούχια.Εννέα στους δέκα επαγγελματίες είμαστε για φούντο. Και είμαι σίγουρος ότι το 2009θα έρθει το μεγάλο ξεσκαρτάρισμα» λέει.
Σ ε μια από τις μεγαλύτερες λαϊκές αγορές της πόλης ο ιχθυοπώλης κ. Α. Κλίμης είναι απαισιόδοξος για την οικονομική κατάσταση. «Δεν έχουν λεφτά.Τα έφαγαν στις γιορτές» λέει και προσθέτει: «Δυστυχώς έχουμε πέσει 40% από πέρυσι». Η κρίση έφτασε και στα παζάρια της Θεσσαλονίκης, ωστόσο «είναι νωρίς να εκτιμήσουμε τι θα γίνει. Σίγουρα ο κόσμος είναι σφιγμένος». «Κόβει από εδώ και από εκεί για να βγουν τα έξοδα του παιδιού.Και εγώ στη θέση τους θα έκοβα,αν ήταν για το παιδί μου» καταλήγει.
Λίγο πιο κάτω, στο κουρείο του κ. Χρ.Τσαπκίνη, τα χαμόγελα κυριαρχούν, αφού κρίση «έχουν τα κομμωτήρια που χρεώνουν 20 ευρώ για ένα κούρεμα», όπως λέει. «Εγώ ανακύκλωση κάνω και είμαι στα ίδια με πέρυσι.Κάποιος με δύο παιδιά σε μένα θα έρθει,με ευνοεί αυτή η κατάσταση» σημειώνει, αν και προσθέτει:
«Το πού θα οδηγηθούμε είναι άγνωστο ακόμη».
«Δεν νομίζω ότι θα γυρίσω πίσω»
Πολλά παιδιά αφήνουν την πόλη για μια καλύτερη τύχη. Η κυρία Αντιγόνη Ορφανουδάκη άφησε τη Θεσσαλονίκη για το Λονδίνο το 2003. «Νωρίτερα δούλευα ως σερβιτόρακαι όταν έψαχνα για πρωινή δουλειά δεν μπορούσα να βρω» μας λέει. Στο Λονδίνο σπούδασε τεχνικά εφέ για θέατρο και κινηματογράφο και έκτοτε ζει και εργάζεται στη βρετανική πρωτεύουσα. Η ίδια σημειώνει: «Δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο ούτε να σπουδάσω,αλλά κυρίως ούτε να εργαστώ στη Θεσσαλονίκη. Δεν νομίζω ότι θα γυρίσω πίσω, παρ΄ ότι συχνά σκέφτομαι πως δεν θα ήταν κακή ιδέααν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για δουλειά, οι οποίες δυστυχώς δεν υπάρχουν» συμπληρώνει.
ΒΗΜΑ 27-1-2009.
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Κείμενο των Κ. ΧΑΤΖΙΔΗ, ΑΧ. ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ
(Η προσθήκη των διαδυκτιακών εικόνων έγινε με ευθύνη του IVOS 2)