Ελληνικές τράπεζες στα Βαλκάνια-Χρηματοπιστωτική κρίση

Οι τράπεζες και η «βαλκανική παγίδα»
Την αλόγιστη πολιτική των «καλών καιρών» δεν επιτρέπεται να διαδεχτεί η πολιτική της εγκατάλειψης των βαλκανικών λαών
Μέχρι τις τελευταίες εβδομάδες του 2008, η πιστωτική επέκταση στις βαλκανικές χώρες έτρεχε με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, που έφταναν έως 70% και 80%. Το μεγάλο μέρος από αυτά τα δάνεια ήταν σε ξένο συνάλλαγμα (ευρώ, ελβετικό φράγκο κ.λπ.). Κι αυτό γιατί οι γειτονικές οικονομίες πάσχουν από μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών και στηρίζονταν για την κάλυψή τους στην εισροή ξένων κεφαλαίων. Αυτά τα ελλείμματα είχαν φτάσει σε τόσο επικίνδυνο σημείο, ώστε να προκαλούν έντονο εκνευρισμό στις διεθνείς αγορές, ήδη στα τέλη της άνοιξης 2008.
Οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες (κυρίως η Eurobank, δευτερευόντως η Πειραιώς), πέρυσι το καλοκαίρι έγιναν αποδέκτες αυτού του εκνευρισμού των ξένων θεσμικών επενδυτών. Οι ξένοι μέτοχοί τους εξέφρασαν την ανησυχία τους στις ελληνικές τράπεζες, ότι η επιθετική επεκτατική πολιτική που ακολουθούσαν τις εξέθετε σε σοβαρούς βαλκανικούς κινδύνους. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς, πούλησαν τις μετοχές τους κι έφυγαν. Εκείνες οι ανησυχίες, τώρα, δικαιώνονται.
Οταν μας χρειάζονται, εμείς θα τους εγκαταλείψουμε;
Ακόμα και όταν τα σύννεφα της κρίσης πλησίαζαν, απορροφημένες από τα βραχυπρόθεσμα κέρδη, οι ελληνικές τράπεζες δεν άκουγαν τις βροντές, την ανάσχεση αρχικά και, στη συνέχεια, την καθοδική πορεία των βαλκανικών οικονομιών που προοιωνιζόταν την αδυναμία τους να συνεχίσουν να αντλούν ξένα κεφάλαια και, έτσι, να υποχρεωθούν σε υποτίμηση των νομισμάτων. Οπερ συνέβη: Η Ουκρανία -σημειώνουν αρμόδιοι παράγοντες- έχει υποτιμήσει το νόμισμά της κατά 20% περίπου, η Ρουμανία κατά 29%, η Βουλγαρία που επί 10ετία διατηρεί την ισοτιμία τεχνητά, μέσω του Γραφείου Συναλλάγματος, εύκολα μπορεί να υποστεί μια υποτίμηση της τάξης του 30% κ.ο.κ.
Οσοι, επιχειρήσεις και νοικοκυριά αυτών των χωρών, έχουν δανειστεί σε συνάλλαγμα, εύκολα βλέπουν τις υποχρεώσεις τους να διογκώνονται 30% ή 40%, με συνέπεια να αδυνατούν να ανταποκριθούν σε αυτές. Ετσι, ο συναλλαγματικός κίνδυνος των βαλκανικών οικονομιών ευθέως «μεταφράζεται» σε πιστωτικό κίνδυνο για τους δανειστές τους -εν προκειμένω για τις μεγάλες ελληνικές τράπεζες. Αυτές, είτε δεν το έβλεπαν είτε προεξοφλούσαν την επέμβαση του «από μηχανής θεού» - της κυβέρνησης, με τα χρήματα των φορολογουμένων.
Στα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου, κατά τη συνεδρίαση του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο κ. Τρισέ έκανε αυστηρές συστάσεις στον Ρουμάνο κεντρικό τραπεζίτη, να περιορίσει την πιστωτική επέκταση στη Ρουμανία, ώστε να συγκρατηθεί το επικίνδυνο έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας του. Εκείνος ανταπάντησε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει την πιστωτική επέκταση που γίνεται σε ξένο νόμισμα, δεν μπορεί να ελέγξει τις ξένες τράπεζες που λειτουργούν στη Ρουμανία και απευθυνόμενος στον κ. Γ. Προβόπουλο, ζήτησε να κάνει κάτι ώστε να αναχαιτιστεί η επιθετική πολιτική χορηγήσεων των ελληνικών τραπεζών.
Τώρα, βέβαια, η ατμόσφαιρα έχει ριζικά μεταβληθεί. Οι κοινωνίες των βαλκανικών χωρών αρχίζουν να αισθάνονται προδομένες από τις ελληνικές τράπεζες που, ενώ στους καλούς καιρούς μοίραζαν δάνεια και έβγαζαν κέρδη, στις δύσκολες μέρες της κρίσης, περιορίζουν ασφυκτικά ή κόβουν τις χορηγήσεις και τις εγκαταλείπουν αβοήθητες. Αυτό, λένε στις βαλκανικές πρωτεύουσες, δύσκολα θα το ξεχάσουν αύριο, μετά την κρίση. Οταν η κρίση παραχωρήσει τη θέση της στη μεγέθυνση και στις νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, οι τράπεζες και η ελληνική επιχειρηματικότητα, ασφαλώς, δεν θα είναι οι προνομιακοί συνομιλητές τους. Χαρακτηριστικές είναι οι σκέψεις που γίνονται αυτές τις ημέρες. Αλλού, συζητούν την κρατικοποίηση ξένων τραπεζών. Στο Βελιγράδι, συζητούν να επιδοτήσουν το κεφάλαιο και τα επιτόκια των δανείων που χορηγούνται από τις τράπεζες, με εξαίρεση τις ελληνικές...
Πρώτος προορισμός των μεταναστών είναι η Ελλάδα...
Το πρόβλημα δεν αγγίζει μόνο τους τραπεζίτες. Η βαλκανική επέκταση των ελληνικών τραπεζών αποτελεί ένα στρατηγικό πλεονέκτημα της Ελλάδας, που δεν έγινε με ίδια κεφάλαια των τραπεζών. Κατ' ουσίαν, χρηματοδοτήθηκε από τους Ελληνες φορολογούμενους (τα «χρυσά κέρδη» που έβγαζαν οι τράπεζες με τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, από την 10ετία του 1980...) και από τους Ελληνες πελάτες τους (που πλήρωναν τα δάνειά τους πολύ ακριβότερα από όσο τα δικά τους άλλοι Ευρωπαίοι).
Τώρα, αυτοί θα κληθούν να πληρώσουν το κόστος που δεν οφείλουν, καθώς η Ελλάδα κινδυνεύει να πέσει σε μια «βαλκανική παγίδα». Διότι, η άμπωτις των ελληνικών πιστώσεων στα Βαλκάνια μπορεί να επιφέρει σοβαρότατες συνέπειες: Το ελληνικό τραπεζικό δίκτυο στα Βαλκάνια με βεβαιότητα θα υποσκάψει τις θέσεις του, αν επιλέξει να εγκαταλείψει αβοήθητες τις κοινωνίες που κατ' εξοχήν συνέβαλαν στη δική του αλλά και στη γενικότερη ανάπτυξη της Ελλάδας (ως γνωστόν, κυρίως τα Βαλκάνια εισάγουν ελληνικά μεταποιητικά προϊόντα).
Πέραν των άμεσων οικονομικών συνεπειών (π.χ., και οι ελληνικές επιχειρήσεις στις βαλκανικές χώρες θα υποφέρουν από το πιστωτικό «στέγνωμα», ή αν θα επηρεαστούν αρνητικά οι εξαγωγές μας...), υπάρχουν και ηθικά διλήμματα που δεν μπορούμε ανέξοδα να αγνοήσουμε. Υπάρχουν και γενικότερες οικονομικές, πολιτικές συνέπειες. Αν επιβαρύνουμε την οικονομική κρίση στις γειτονικές χώρες, θα ενισχύσουμε το ρεύμα μετανάστευσης, και η Ελλάδα είναι από τους πρώτους προορισμούς των μεταναστών της περιοχής. Θα πληρώσουμε το κόστος με άλλον τρόπο.

Η Αυστρία και η υπερχρεωμένη Ελλάδα
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί το πακέτο των 28 δισ. ευρώ; Οχι. Υπολογίζεται ότι δεν θα αποδώσει αξιόλογη πιστωτική επέκταση ούτε καν στην Ελλάδα (ο στόχος 10% είχε μόνο προπαγανδιστική αξία, η πραγματική πιστωτική επέκταση που αναμένεται είναι μικρότερη από 5%, στην «καλή» περίπτωση). Και, παρά την αντίθετη κατεύθυνση των Βρυξελλών, η κατάσταση των ελληνικών τραπεζών είναι τέτοια που η Τράπεζα της Ελλάδος δεν πρόκειται να τους επιτρέψει να εξάγουν ούτε ευρώ από αυτό το πακέτο.
Αλλωστε, η (αμφιλεγόμενη) σχετική δημόσια δήλωση του διοικητή της, κ. Γ. Προβόπουλου, ίσως στόχευε να διαμηνύσει στους ξένους επενδυτές ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν πρόκειται να εκτεθούν σε μεγαλύτερο βαλκανικό κίνδυνο από εδώ και πέρα, αλλά είναι βέβαιο ότι εξέφραζε με ακρίβεια τη βούληση της κυβέρνησης: «Ούτε ευρώ από τα 28 δισ. στα Βαλκάνια».
Αλλα κράτη σχεδιάζουν να αναλάβουν τα ίδια το κόστος και την ευθύνη της χρηματοδότησης των βαλκανικών αγορών μέσω των εθνικών τραπεζών τους. Πρώτη, η Αυστρία. Με πολλές πρωτοβουλίες και μεγάλη εσωτερική αναδιοργάνωση κράτους και επιχειρηματικότητας, η Αυστρία έχει αποκτήσει καίρια θέση στην περιοχή - αυτήν που, ίσως, περιμέναμε να μας την προσφέρει ο «θεός της Ελλάδας», αλλά κι αυτός βαρέθηκε. Τώρα, η Αυστρία σχεδιάζει νέο πακέτο για τις τράπεζές της, με στόχο την πιστωτική επέκτασή τους στα Βαλκάνια.
Το καταχρεωμένο ελληνικό κράτος δεν έχει τέτοιες δυνατότητες. Η σπάταλη δημοσιονομική «διαχείριση σκανδάλων» τα τελευταία πέντε χρόνια, σήμερα δεν επιφέρει μόνον άμεσο υψηλό κόστος στους Ελληνες πολίτες αλλά, κρατώντας δεμένα τα χέρια του κράτους, το εμποδίζει να βοηθήσει ή να συμμετέχει ουσιαστικά σε συλλογικές ευρωπαϊκές προσπάθειες, με στόχο την εξομάλυνση οξύτατων οικονομικών προβλημάτων των βαλκανικών χωρών. Σε μια δυσμενή ατμόσφαιρα, η στρατηγική θέση μας στην περιοχή (πάλαι ποτέ «περιοχή μας»...) απειλείται με υποβάθμιση - οι εξελίξεις στο θέμα της ΠΓΔΜ ίσως είναι το μικρότερο δεινό. Αν οι κυβερνήσεις του κ. Κ. Καραμανλή δεν είχαν οδηγήσει σε εκτροχιασμό τα δημόσια οικονομικά, θα υπήρχαν κάποιοι βαθμοί ελευθερίας. Τώρα, είναι μηδαμινοί.

Οι τράπεζες, ας αναλάβουν την ευθύνη τους
Αυτό που απομένει, που μπορεί και πρέπει να γίνει, είναι οι ίδιες οι τράπεζες να αναλάβουν το κόστος για την αποτροπή της ζημιάς που τείνουν να προκαλέσουν. Οι τρόποι, λένε αρμόδιοι παράγοντες της τραπεζικής αγοράς, δεν είναι ούτε πολλοί ούτε εξαιρετικά σύνθετοι. Οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να αναλογιστούν ότι η σημερινή εποχή δεν προσφέρεται για να κρατούν ευτυχείς τους μετόχους τους, οφείλουν να συμμετέχουν στη γενική προσπάθεια. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν την ευχέρεια να μη διανείμουν κέρδη (κάτι, βέβαια, που μπορεί να επιβάλει με απόφασή της η Τράπεζα της Ελλάδος...) και να διαθέσουν τα σχετικά κεφάλαια ή ένα μεγάλο μέρος τους σε πιστωτική επέκταση (και) στις βαλκανικές αγορές.
Στελέχη της Τραπέζης της Ελλάδος εκτιμούν ότι εάν οι μεγάλες εμπορικές τράπεζες διαθέσουν στις βαλκανικές αγορές το ένα τρίτο από τα κέρδη που εμφανίζουν το 2008, τότε το πρόβλημα συνέχισης μιας επαρκούς δανειοδότησης από τις ελληνικές τράπεζες, αντιμετωπίζεται.
Αν αυτό δεν αρκεί, θα μπορούσαν να ενισχυθούν προχωρώντας σε αυξήσεις κεφαλαίου στις οποίες θα συμμετείχαν οι βασικοί μέτοχοί τους. Υπάρχει, επίσης, η τακτική που ήδη κάθε χρόνο εφαρμόζουν για να παρουσιάζουν βελτιωμένα αποτελέσματα στους ισολογισμούς τους: η πώληση ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων τους. Και σε αυτήν μπορούν να προσφύγουν ώστε να ενισχύσουν (αυτή τη φορά, όχι την χρηματιστηριακή αξία της μετοχής τους) την πιστωτική επέκτασή τους σε όφελος της πραγματικής οικονομίας και για να μην υποβαθμίσουν τη βαλκανική θέση της χώρας. Τέλος, αν τίποτα από τα προηγούμενα δεν κάνουν, υπάρχει και το κράτος...
Ας μη λησμονούμε ότι απαιτήθηκαν πολλά χρόνια και πολλές προσπάθειες για να αποκαταστήσουμε την εικόνα της Ελλάδας στα Βαλκάνια, μετά την ντροπή της 10ετίας του 1990, την ελληνική «μόδα» των αεριτζήδικων «επενδύσεων» (κοινώς, αρπαχτής) στα Βαλκάνια. Θα ήταν πράξη σύνεσης να μην επαναλάβουμε το λάθος.
Καθημερινή 3/2/2009
Κείμενο του Του Κώστα Kαλλίτση