Κινηματογράφος-Νέες ταινίες
1. «Gran Torino» ΗΠΑ, 2008.
Σκηνοθεσία: Κλιντ Ιστγουντ. Σενάριο: Νικ Σκενκ, Ντέιβ Γιόχανσον. Ηθοποιοί: Κλιντ Ιστγουντ, Κρίστοφερ Κάρλι, Μπι Βανγκ, Ανι Χερ. 116'
******
Ενας στριμμένος, ρατσιστής Αμερικανός μετατρέπεται σταδιακά σε άνθρωπο με συνείδηση, σε μια από τις πιο εκπληκτικές, συναρπαστικές, πέρα για πέρα ανθρώπινες ταινίες της χρονιάς. Μπράβο Κλιντ!
Δεν νομίζω πως στις μέρες μας υπάρχουν πολλοί που εξακολουθούν να πιστεύουν πως ο Κλιντ Ιστγουντ είναι ένας αφελής, στενοκέφαλος σταρ, αντίγραφο του βίαιου πιστολά των σπαγγέτι γουέστερν ή του μπάτσου του «Βρώμικου Χάρι». Εδώ και 40 σχεδόν χρόνια, σε μια σειρά εξαιρετικών ταινιών που σκηνοθετεί, και σε πολλές πρωταγωνιστεί («Οι γέφυρες του Μάντισον», «Οι ασυγχώρητοι», «Μεσάνυχτα στον κήπο του καλού και του κακού», «Σκοτεινό ποτάμι», «Million Dollar Baby», «Οι σημαίες των προγόνων μας», «Η ανταλλαγή» κ.ά.), έχει δείξει πως είναι ένας από τους πιο σοβαρούς και πρωτότυπους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ. Σκηνοθέτης που καταπιάνεται με μερικά από τα πιο επίκαιρα, μαζί και συναρπαστικά θέματα της αμερικανικής κοινωνίας: από το φυλετικό και τον ρατσισμό μέχρι την κοινωνική καταπίεση, τον πόλεμο και τον αντίκτυπό του, αλλά και το αμερικανικό όνειρο και τη διαστρέβλωσή του.
Αν σήμερα υπήρχε ένας σκηνοθέτης αντίστοιχος του Τζον Φορντ, αυτός σίγουρα θα ήταν ο Κλιντ Ιστγουντ. Τώρα, στα 78 του χρόνια, με την ταινία του «Gran Torino», ο Ιστγουντ αποδεικνύεται, για ακόμη μία φορά, εκτός από θαυμάσιος ηθοποιός και ένας από τους πιο νέους στο πνεύμα δημιουργούς του σύγχρονου Χόλιγουντ. Ταινία που στα χέρια ενός άλλου σκηνοθέτη θα περιοριζόταν σε μια κλασική περιπέτεια, μετατρέπεται, χάρη στην άψογη, ακριβόλογη, χωρίς καμιά συγκατάβαση σκηνοθεσία του, σε μια ξεχωριστή, δυνατή, μοναδική εμπειρία, συνδυάζοντας με την ίδια ευκολία την κωμωδία με το δράμα και την τραγωδία.
Ο Γουόλτ Κοβάλσκι (Ιστγουντ) είναι ένας 78χρονος, πολωνικής καταγωγής βετεράνος του πολέμου της Κορέας, συνταξιούχος εργάτης σε αυτοκινητοβιομηχανία. Από τα πρώτα πλάνα, με την κηδεία της γυναίκας του, καταλαβαίνουμε πως πρόκειται για έναν δύστροπο (και, λίγο αργότερα, ρατσιστή) άντρα. Γεγονός που επιβεβαιώνεται με την επιστροφή στο σπίτι του, στη μικρή πόλη του Ντιτρόιτ, με τον Γουόλτ να απεχθάνεται τόσο τους Χμονγκ μετανάστες γείτονές του από τη νοτιοανατολική Ασία όσο και τους Λατινοαμερικανούς και Αφροαμερικανούς που έχουν πρόσφατα καταλάβει τη «λευκή» γειτονιά του. Την ίδια απέχθεια δείχνει και προς τον γιο και τη νύφη του, καθώς και τα παιδιά τους, που το μόνο που θέλουν είναι να τον ξεφορτωθούν. Οταν μάλιστα στην πρώτη τους επίσκεψη μετά την κηδεία, προτείνουν να τον κλείσουν σε γηροκομείο και να πουλήσουν το σπίτι του και να παραχωρήσουν το αυτοκίνητό του, ένα λαμπερό, πολύτιμο, φυλαγμένο στο γκαράζ του Gran Torino του '72, ο Γουόλτ τους πετάει κυριολεκτικά έξω.
Τα πράγματα αρχίζουν ν' αλλάζουν όταν ο Γουόλτ σώζει πρώτα τη Σου, τη νεαρή κόρη των γειτόνων του Χμονγκ, κι ύστερα τον έφηβο αδερφό της, Τάο, από τη συμμορία των Χμονγκ που είχε αναγκάσει τον Τάο να προσπαθήσει να του κλέψει το αυτοκίνητό του. Σε απολαυστικές σκηνές, διανθισμένες με χιούμορ, παρακολουθούμε τον Γουόλτ καθισμένο στο προαύλιο του σπιτιού του, με το χέρι στη σκανδάλη ενός παλιού όπλου να φρουρεί το σπίτι του και να μετατρέπεται σε ήρωα της γειτονιάς που, καθημερινά, δέχεται, απρόθυμα στην αρχή, δώρα από τους γείτονές του. Ενώ ο Τάο, που τον αντιμετωπίζει σαν υποκατάστατο ενός απόντα πατέρα, υποχρεούται, σύμφωνα με τα έθιμα των Χμονγκ, να τον υπηρετεί για μερικές μέρες. Οταν, όμως, στη συνέχεια, η συμμορία των Χμονγκ αγριεύει και κακοποιεί φριχτά τη Σου και τον Τάο, ο Γουόλτ, ως νέος Χάρι ή Τζον Γουέιν, ετοιμάζεται να πιάσει τα όπλα.
Εδώ βρίσκεται όλη η εξυπνάδα και η πρωτοτυπία του Ιστγουντ. Γιατί ο Γουόλτ δεν είναι κανένας «vigilante», εκδικητής από κάποιο γουέστερν. Ο Γουόλτ στοιχειώνεται από μνήμες της Κορέας, όταν αναγκάστηκε να σκοτώσει ένα νεαρό Κορεάτη. Πίσω από τη μάσκα κυνισμού που τον χαρακτηρίζει, αρχίζει να αναδύεται ένα άλλο, πιο ανθρώπινο πρόσωπο. Ο Γουόλτ θα μετατραπεί σε εξολοθρευτή άγγελο, που μ' έναν δικό του, ευφάνταστο τρόπο (που δεν θ' αποκαλύψω), θα δώσει μια τελική λύση -ταυτόχρονα εξιλέωση.Με ένα σχολαστικά δουλεμένο σενάριο, με ολοκληρωμένους χαρακτήρες και έξοχα επιλεγμένες καταστάσεις, ο Ιστγουντ έφτιαξε μια από τις πιο δυνατές και ώριμες ταινίες του. Ταινία εκπληκτική, βουτηγμένη σ' ένα πνεύμα ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού (από άνθρωπο κομματικά συντηρητικό!), με τον ίδιο εξαιρετικό στον ρόλο του Γουόλτ -ο τελευταίος, σύμφωνα με τον ίδιο, της καριέρας του, που μέσα από εκφράσεις και συσπάσεις του προσώπου, με τολμηρούς, βγαλμένους από την ίδια τη ζωή διαλόγους, ενσαρκώνει με τον πιο πειστικό τρόπο τη μετάβαση του ήρωά του από πεισματικό, στριμμένο άτομο σε άνθρωπο με συνείδηση και αγάπη για τους οποιασδήποτε φυλής και χρώματος συνανθρώπους του.
**********
2
**********
2. Just Another Love Story. Δανία, 2009.
Σκηνοθεσία-σενάριο: Ολε Μπόρνενταλ. Ηθοποιοί: Αντερς Μπέρθελσεν, Ρεμπέκα Χέμσε, Νικολάι Λίε Κάας. 104'
***
Μια μοιραία γυναίκα οδηγεί έναν άντρα σε διπλή ζωή, σε ένα ατμοσφαιρικό νεο-νουάρ.Να και που οι Δανέζοι φτιάχνουν φιλμ νουάρ, και μάλιστα πολύ καλό.
Η ταινία του Ολε Μπόρνενταλ ξεκινάει με ένα πτώμα, που αρχίζει να μας αφηγείται την ιστορία του, όπως περίπου ο ήρωας στη «Λεωφόρο της Δύσης». Ο Γιόνας, αστυνομικός που φωτογραφίζει νεκρούς, παντρεμένος, με δυο παιδιά, μπλέκει με μια μοιραία γυναίκα, τη Τζούλια, που έχει χάσει το 90% της όρασής της και βρίσκεται σε κώμα, ύστερα από ένα ατύχημα για το οποίο ο Γιόνας θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο. Μπλέξιμο που άθελά του τον κάνει να εμφανιστεί ως ο εραστής της, Σεμπάστιαν, και να παρασυρθεί στο ψέμα και στη διπλή ζωή. Ωσπου η εμφάνιση του πραγματικού Σεμπάστιαν οδηγεί σε απρόσμενες, τραγικές καταστάσεις.Με ένα σενάριο με καλογραμμένους χαρακτήρες και αναπτυγμένες με δεξιοτεχνία, πολυδαίδαλες καταστάσεις, μέσα από φλας μπακ και συνεχείς, έξυπνες ανατροπές -ιδιαίτερα προς το φινάλε- ο Μπόρνενταλ κατάφερε να φτιάξει ένα ατμοσφαιρικό νεο-νουάρ, με ωραίες ερμηνείες -από τις μικρές εκπλήξεις της χρονιάς.
***********
3
************
3.Flammen & Citronen. Δανία, 2008.
Σκηνοθεσία: Ολε Κρίστιαν Μάντσεν. Σενάριο: Μάντσεν & Λαρς Αντερσεν. Ηθοποιοί: Θούρε Λίντχαρτ, Μαντς Μίκελσεν, Στίνε Στένγκατε. 130'
***½
Η ιστορία δυο ηρώων της δανέζικης αντίστασης σε μια καλογυρισμένη, αν και κάπως επιφανειακή στην αντιμετώπισή της ταινία.
Στη Δανία, στη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, εκτυλίσσεται η ιστορία της ταινίας, με επίκεντρο τη δράση δυο αληθινών ηρώων της δανέζικης αντίστασης, γνωστών με τα παρατσούκλια Flame (Φλόγα) και Citron (Λεμόνι). Δυο επιστήθιοι φίλοι, ο ένας («Φλόγα») επιδέξιος και σίγουρος για την αποστολή του, ο άλλος («Λεμόνι») νευρωτικός, συχνά αναποφάσιστος, που σκότωναν συνεργάτες των ναζί, προκαλώντας συχνά την αντίδραση της αντιστασιακής τους ομάδας. Δεν ξέρω πόσο κοντά στην αλήθεια είναι η απίθανη αυτή ιστορία τους, ο Μάντσεν όμως τη σκηνοθετεί με σιγουριά, εστιάζοντας περισσότερο απ' όσο χρειάζεται στο χιούμορ, για να φτιάξει μια περισσότερο απ' όσο χρειάζεται σε διάρκεια ταινία που επιδιώκει περισσότερο την ψυχαγωγία παρά μια σε βάθος έρευνα γύρω από τους δυο αυτούς αντιστασιακούς, που τους παρουσιάζει αφελείς
**********
4
**********
4.Μικρές ελευθερίες -Ελλάδα 2008
Σκηνοθεσία-σενάριο: Κώστας Ζάπας. Ηθοποιοί: Αντώνης Παπαδόπουλος, Μάρλεν Σαΐτη, Αλέξανδρος Τούντας. 82'
***½
Πολύ ενδιαφέρουσα, αν και μόνο για σινεφίλ, ποιητική-πειραματική ταινία, γύρω από την ελληνική επαρχία και όχι μόνο.Εικόνα της ελληνικής επαρχίας μέσα από έναν άντρα που εκπορνεύει την ανήλικη, εθισμένη στα νακρωτικά κόρη του, ενώ ετοιμάζεται να εκπορνεύσει και το μικρό του γιο, αλλά και την κατάσταση γενικότερα της γυναίκας, παρουσιάζει στην πολύ ενδιαφέρουσα ταινία του ο Κώστας Ζάπας («Η τελευταία πορνοταινία»). Ο σκηνοθέτης αποφεύγει τον παραδοσιακό τρόπο αφήγησης για να φτιάξει μια ταινία που κινείται ανάμεσα στο πειραματικό και το συμβολικό-ποιητικό σινεμά. Μπορεί η ταινία να έχει αδυναμίες (ορισμένες επαναλήψεις, κάποιοι διάλογοι που δεν πείθουν), ο Ζάπας όμως έχει σίγουρα πολύ ταλέντο, που φαίνεται τόσο στην όλη σύλληψη όσο και στη σύνθεση των πλάνων, από εκείνα της αρχής, με τον πατέρα που λιθοβολεί την κόρη του, μέχρι τα εκπληκτικά πλάνα τού φινάλε. Σκηνές που μας λένε περισσότερα και πιο ουσιαστικά για την κατάσταση και τον ξεπεσμό της σύγχρονης (επαρχιακής ή αστικής) κοινωνίας μας απ' ό,τι εκατοντάδες σκηνές από τις συνηθισμένες ελληνικές ταινίες.
***********
5.Άλλες ταινίες
************
5.1.Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΤΕΣΠΕΡΟ (The Tale of Despereaux). ΗΠΑ, 2008.
Σκηνοθεσία: Σαμ Φελ & Ρομπ Στίβενχαγκεν. Σενάριο: Γκάρι Ρος.
**
Μεταγλωττισμένη ταινία κινουμένων σχεδίων, ευχάριστο παραμύθι για παιδιά, με ήρωα ένα μικροσκοπικό, με τεράστια αυτιά, ποντικάκι, που πολεμά σαν γενναίος ιππότης τις δυνάμεις του κακού και σώζει μια πριγκίπισσα από ένα κακό απαγωγέα.
5.2. ΕΦΤΑ ΖΩΕΣ (Seven Pounds). ΗΠΑ, 2008.
Σκηνοθεσία: Γκαμπριέλε Μουτσίνο. Σενάριο: Γκραντ Νίπορτ. Ηθοποιοί: Γουίλ Σμιθ, Ροζάριο Ντόσον, Γούντι Χάρελσον. 123'
*½
- Ενας εφοριακός (ένας όχι ιδιαίτερα πειστικός Γουίλ Σμιθ), που για ανεξήγητους λόγους (που μαθαίνουμε πολύ αργότερα), χρησιμοποιεί ασυνήθιστους τρόπους για να πλησιάσει άτομα που χρωστάνε στην εφορία με σκοπό να τα βοηθήσει, ερωτεύεται τελικά ένα απ' αυτά, γεγονός που ανατρέπει τα σχέδιά του. Δράμα που μοιάζει με τηλεοπτική μίνι σειρά, από τον σκηνοθέτη του «The Pursuit of Happiness».
5.3.ΓΚΙΝΕΣ. Ελλάδα, 2009.
Σκηνοθεσία-σενάριο: Αλέξης Καρδάρας. Ηθοποιοί: Γιώργος Πυρπασόπουλος, Μαρκέλλα Γιαννάτου, Στέλιος Μάινας, Αντώνης Καφετζόπουλος. 92'Η ιστορία του γκαντέμη χαρτοπαίκτη που ψάχνει να βρει χρυσάφι θαμμένο σε μια απομακρυσμένη ταβέρνα και μπλέκει με τη γυναίκα του ιδιοκτήτη (αναφορά στο «Ο ταχυδρόμος χτυπά πάντα δυο φορές»), θα μπορούσε, με το κατάλληλο σενάριο και τη σκηνοθεσία να μετατραπεί σε ένα συναρπαστικό δράμα. Δυστυχώς, με ένα γεμάτο κοινοτοπίες σενάριο, με μια μέτρια, τηλεοπτική σκηνοθεσία και με ερμηνείες ανεξέλεγκτες (ο Πυρπασόπουλος δείχνει να είναι αναποφάσιστος, η Γιαννάτου περιφέρεται με το ίδιο πάντα απορημένο βλέμμα, ενώ ο Καφετζόπουλος επιλέγει το γκροτέσκο), το αποτέλεσμα είναι μηδαμινό.
5.4.CAROUSEL. Ελλάδα, 2008.
Σκηνοθεσία: Σταμάτης Τσαρουχάς. Σενάριο: Στ. Τσαρουχάς & Σοφία Σωτηρίου. Ηθοποιοί: Σοφία Σωτηρίου, Αυγουστίνος Ρεμούνδος, Τάκης Μόσχος, Ζαχαρίας Ρόχας. 84'Ψυχολογικό θρίλερ γύρω από μια γυναίκα φωτογράφο, με ψυχολογικά τραύματα εξαιτίας κακοποίησης από τον πατέρα της στα εφηβικά της χρόνια, που τώρα προσπαθεί να βοηθήσει παιδιά με παρόμοια με τα δικά της προβλήματα. Δυστυχώς, οι πλατειασμοί στην αφήγηση, η χωρίς νεύρο σκηνοθεσία και η μέτρια ερμηνεία της πρωταγωνίστριας καταστρέφουν μια κατά τα άλλα ενδιαφέρουσα ιστορία.
5.5. PUSH - ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΧΑΡΙΣΜΑ (Push). ΗΠΑ, 2009.
Σκηνοθεσία: Πολ ΜακΓκούιγκαν. Σενάριο: Ντέιβιντ Μπούρλα. Ηθοποιοί: Κρις Εβανς, Ντακότα Φάνινγκ, Καμίλα Μπελ. 111'* Μια ομάδα νεαρών Αμερικανών στο Χονγκ Κονγκ, με τηλεκινητικές αλλά και μαντικές ικανότητες -αποτέλεσμα παλιών ναζιστικών πειραμάτων- προσπαθούν να αποκτήσουν μια μυστηριώδη, σημαντική βαλίτσα πριν αυτή πέσει στα χέρια μιας μυστικής παραστρατιωτικής αμερικανικής οργάνωσης. Περιπέτεια δράσης με κυρίαρχο στοιχείο τα ειδικά ψηφιακά εφέ.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 26/02/2009
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΑΙΝΙΩΝ: Ν. Φ. ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
Η εικονογράφηση του κειμένου έγινε με ευθύνη του Ivos 2
_________________________________________________
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ (2)
__________________________________________________
Κώστας Ζάπας ''Μικρές ελευθερίες''
« Ενας άντρας στα ορεινά της ελληνικής επαρχίας εμπορεύεται μετανάστες και νεαρές πόρνες. Μέχρι εδώ το έργο το έχουμε ξαναδεί. Ενας πατέρας, όμως, που εκπορνεύει την κόρη του, θέλει να βγάλει στο κλαρί και τον γιο του, ενώ την ίδια ώρα αναπτύσσεται ερωτική έλξη ανάμεσα στα δύο αδέρφια, αυτό όχι, δεν είναι καθόλου συνηθισμένο θέμα στο ελληνικό σινεμά. Θα το δούμε στην ταινία «Μικρές ελευθερίες» τού πάντα τολμηρού Κώστα Ζάπα (στις αίθουσες 26 Φλεβάρη).
Ηρθε η ώρα για τον σκηνοθέτη να κλείσει την τριλογία, που είχε ξεκινήσει με τα «Uncut family» (2003) και «The last porn movie» (2006), με θέμα την οικογένεια. Και,για να είμαστε πιο ακριβείς, την ενδοοικογενειακή σεξουαλικότητα.
Τώρα όμως χτυπάει το μαχαίρι στο κόκαλο και της ελληνικής επαρχίας. «Το ποσοστό αιμομιξίας στην ελληνική επαρχία είναι από τα πρώτα στην Ευρώπη. Αιμομιξία δεν σημαίνει μόνο ότι ο πατέρας βιάζει τα παιδιά. Είναι και ο θείος, ο ξάδελφος, ο μπατζανάκης... Η ελληνική επαρχία δεν είναι δομημένη σε έναν ευρωπαΐκό τρόπο ζωής. Είμαστε ένας λαός ανατολίτικος με θρησκευτικό φανατισμό, βαλκάνια αμορφωσιά και διαφθορά Λατινικής Αμερικής», μας λέει ο σκηνοθέτης.
Αυτό που διαφοροποιεί τη νέα του ταινία από τις προηγούμενες, είναι ο ρεαλισμός της. «Ενας σκηνοθέτης μεταφέρει στον κινηματογράφο την πραγματικότητα. Η δουλειά του, όμως, είναι να μετατρέψει την καθημερινότητα σε κάτι επικό. Δεν μπορεί να απουσιάζει το βλέμμα του σκηνοθέτη και οι συμβολισμοί». Από αυτούς έχουν αρκετούς οι «Μικρές ελευθερίες». Ειδικά οι έννοιες της ύβρης και της κάθαρσης κατατρύχουν το σινεμά του.
«Η αρχαία ελληνική τραγωδία βασίζεται στην παραβίαση του ηθικού νόμου. Οι άνθρωποι είμαστε καταδικασμένοι στις ανθρώπινες αξίες. Πιστεύουμε ότι μπορούμε να γλιτώσουμε από αυτές με τα υλικά αγαθά, αλλά δεν είναι εύκολο. Αλλωστε, μας εξύψωσε ο πολιτισμός και η γέννηση του περιβόητου "γιατί;". Ο Μαρξ έλεγε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φάρσα», μας λέει.
Ο Κώστας Ζάππας είναι προετοιμασμένος για κάθε είδους αντιδράσεις από το κοινό. «Αυτός που θα φύγει έξαλλος από την αίθουσα, έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να διαπαιδαγωγηθεί, γιατί ήδη το υποσυνείδητό του κλονίστηκε», δηλώνει Τι σχέση έχει όμως η ηρωίδα του, Φανή, με την αρχαία ελληνική τραγωδία; «Από την Ιφιγένεια μέχρι τη Φανή δεν έχουν αλλάξει πολλά», απαντά ο Κώστας Ζάπας. «Συνεχίζουμε τις ίδιες θυσίες για τα χρήματα. Εχουμε τον ίδιο φόβο για τον Θεό. Η διαφορά Ιφιγένειας-Φανής είναι απλώς η αλλαγή της καθημερινότητας. Η Φανή φοράει άλλα ρούχα και πηγαίνει στο σουπερμάρκετ, ενώ στην Ιφιγένεια τα ψώνια τα έφερναν άλλοι. Ο πολιτισμός προσπέρασε τον άνθρωπο. Αυτή είναι ήττα του ανθρώπινου είδους».
Ο Ζάπας είναι προετοιμασμένος για κάθε είδους αντιδράσεις. Εχει χορτάσει από αυτές και στο παρελθόν. Εχει δει θεατές να αποχωρούν από την αίθουσα την ώρα της προβολής. Εχει αναπτύξει τις άμυνές του απέναντι στο «δύσκολο» κοινό, που τελικά το καλοδέχεται.
«Αυτός που θα φύγει έξαλλος από την αίθουσα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να διαπαιδαγωγηθεί, γιατί το υποσυνείδητό του έχει κλονιστεί. Αυτοί που παραμένουν έχουν την παιδεία να κατανοήσουν μια τέτοια ταινία. Οι υπόλοιποι χρειάζονται περισσότερο χρόνο. Δεν είναι τυχαίο που μόνο στην τέχνη μπορείς να κάνεις υπέρβαση του νόμου. Η τέχνη ενός δημιουργού του Μεσαίωνα, σε πολλές περιπτώσεις, τον έστελνε στην αγχόνη. Μπορεί, όμως, αυτό που θεωρούσαν τότε ταμπού, να είναι σήμερα αυτονόητο. Αυτή είναι η μεγάλη δύναμη της τέχνης», λέει.
Στις «Μικρές ελευθερίες» ο Ζάπας έχει και πάλι τον απόλυτο έλεγχο. Υπογράφει σενάριο, σκηνοθεσία και χειρίζεται την κάμερα. Θέλει να τα ελέγχει όλα ή αποφεύγει τις συνεργασίες; «Εχω λύσει τα προβλήματα εξουσίας», απαντά. «Αλλωστε για να πας ένα ταξίδι στη θάλασσα, δεν χρειάζεται να πας με τον Τιτανικό, μπορείς και με μία βάρκα. Εγώ απλά βλέπω τον κόσμο μέσα από το δικό μου παράθυρο».
Κείμενο της Χρυσούλας Παπα'ι'ωάννου
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/02/2009
__________________________________________
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ (3)
__________________________________________
Κόσμος απωθητικός, απογυμνωμένος από κάθε τρυφερότητα
Τρεις ελληνικές ταινίες αυτήν την εβδομάδα και καμία από τις τρεις δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τους όρους μιας ολοκληρωμένης κινηματογραφικής παραγωγής. Με εξαίρεση τις «Μικρές ελευθερίες» του Κώστα Ζάπα που διερευνούν τα όρια μιας γλώσσας περισσότερο συγγενούς με τη βίντεο αρτ, οι άλλες δύο, το «Carousel» του Σταμάτη Τσαρουχά και το «Γκίνες» του Αλέξη Καρδαρά, θα ήταν προτιμότερο να απουσιάζουν από τη φιλμογραφία των σκηνοθετών τους. Και εδώ προκύπτει ένα ερώτημα οξύ και, μάλιστα, σε περιόδους οικονομικής κρίσης: γιατί γυρίζονται παρόμοιες ταινίες;
Δεν θα έπρεπε (με όρους παραγωγής και μόνο) να προστατεύονται οι δημιουργοί από ένα προδιαγεγραμμένο ολίσθημα; Ποιος διάβασε τα σενάρια (το Κέντρο Κινηματογράφου συμμετέχει στις δύο τελευταίες) και πείστηκε ότι θα προκύψουν «ψυχολογικό θρίλερ» («Carousel») και «κωμωδία» («Γκίνες»);
Τουλάχιστον ο Κώστας Ζάπας υπηρετεί ένα είδος που δεν επιδιώκει και δεν προσποιείται καμία «κανονικότητα» και -κυρίως- δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό. Η υπόθεση ούτως ή άλλως είναι σκιώδης (όπως και στις προηγούμενες ταινίες του ίδιου σκηνοθέτη «Uncut family», «Τhe last porn movie»): ένας πατέρας στην ελληνική επαρχία εμπορεύεται μετανάστες, εκπορνεύει την κόρη του, ενώ αναπτύσσεται ερωτική έλξη ανάμεσα στα δύο αδέλφια. Οι «Μικρές ελευθερίες» (**) θα μπορούσαν να είναι μια συρραφή από μικρού μήκους σπουδές με διαφορετικό θέμα: ο βιασμός, το σφαγείο, η έλξη, η κάθαρση… Ο φακός εστιάζει στο σώμα, στις εκκρίσεις, καθηλώνει τον άνθρωπο στα τέσσερα, σχολιάζει την αποκτήνωση, δουλεύει πάνω στο μεταίχμιο: της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, των ηλικιών. Η ταινία αναδίνει μια έντονη σωματικότητα, είναι μια διαρκής υπόμνηση της άγουρης, ενστικτώδους σεξουαλικότητας, της φύσης της διαστροφής. Το πρόσωπο του πατέρα είναι απωθητικό, η έννοια της οικογένειας έχει καταλυθεί εν τη γενέσει της, οτιδήποτε συγκροτεί μια σχέση, όπως η αγάπη, η τρυφερότητα, η φροντίδα, είναι έξω από τον κόσμο του Κ. Ζάπα. Οι ήρωές του επιβιώνουν με φόνους, συμβολικούς και ρεαλιστικούς. Οι άνθρωποι απογυμνωμένοι, εκτίθενται διαρκώς. Μοιάζουν αθύρματα αλλά αποδεικνύονται ισχυροί «παίκτες», μέσα στην κακοποίηση, τον πόνο, την αποστροφή, την ασθένεια, την επανάληψη. Κυρίως, σ’ αυτό, το τελευταίο.
Στο «Carousel» (x), ο Σταμάτης Τσαρουχάς, έχει ως ηρωίδα μια γυναίκα που υποφέρει από το παρελθόν της (ο πατριός της την κακοποιούσε σεξουαλικά) και αδυνατεί να βιώσει το παρόν της. Αμηχανία, αφέλεια, σχηματοποίηση σε βαθμό… κορεσμού.
Στο «Γκίνες» (x) ο Αλέξης Καρδαράς, με καλούς ηθοποιούς (Γιώργος Πυρπασόπουλος, Στέλιος Μάινας, Δημήτρης Αλεξανδρής, Ακης Σακελλαρίου) βυθίζεται στην α-νοησία. Από τα πρώτα κιόλας πλάνα και τον χαρακτηρισμό του ήρωα που -δείγμα χιούμορ- «απ’ τις πολλές τις γκίνιες, τον γράψαν στο βιβλίο Γκίνες κι από Ευτύχη που τον λέγανε, τώρα τον λένε Γκίνες»... Η συνέχεια δεν θα έπρεπε να βρίσκεται επί της οθόνης
Καθημερινή 26-2-2009
Κείμενο της Μαρίας Kατσουνάκη