Έργο του Roger Mac Phail

Η νίκη της ξαπλώστρας
Επιτρέπεται να σηκώνουμε τα μπατζάκια και να βρέχουμε τα ποδάρια στη θάλασσα; Και αν επιτρέπεται, πόσο θα μας το χρεώσει ο κ.Αντώνης Μπέζας; Το μόνο που δεν σκέφτηκε ο υφυπουργός Οικονομικών είναι να φορολογήσει τα μακροβούτια (τώρα, βέβαια, του δίνουμε ιδέες και θα τα βρούμε μπροστά μας). Σύμφωνα με απόφαση που ελήφθη από κοινού με τον υφυπουργό Εσωτερικών κ. Θ.Νάκο , εφεξής όπου υπάρχει φύκι,
θα υπάρχει και εισιτήριο.
Οι παραλίες της επικράτειας, 14.000 χιλιόμετρα, παραχωρούνται στους δήμους για εκμετάλλευση: είθε να καρφωθούν ολούθε τα αλεξήλια, να απλωθούν ξαπλώστρες, δημοτικοί καμπινέδες και πάγκοι για κοκτέιλ. Γιατί, τι νομίζατε; Μόνο για μπάνια θα πηγαίνετε στην ακρογιαλιά; Η απόφαση είναι πονηρή και βασίζεται στην εξής διαπίστωση επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στις αμμουδιές: όσο περισσότερα μπαρ υπάρχουν σε μια ακτή, τόσο αυξάνεται η κατανάλωση. Οι παραλίες λοιπόν μετατρέπονται σε ολοήμερα κέντρα διασκέδασης.
Εφέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από τη λειτουργία της πρώτης οργανωμένης παραλίας, στον «Αστέρα» της Βουλιαγμένης. Δεν ξέρουμε αν ο κ. Μπέζας έχει γνώση της επετείου και λόγω αυτής αποφάσισε να χρεώσει την πρόσβαση στις περιοχές των υδάτων (εκτός από τις ακρογιαλιές παραχωρεί στους δήμους τις λίμνες και τους ποταμούς). Το βέβαιον είναι ότι αποφάσισε να εκμεταλλευτεί κάθε σπιθαμή γης μήπως και καλοπιάσει τους τοπικούς άρχοντες. Οι δήμοι, με τις αποφάσεις του υπουργείου Οικονομίας, έχουν διαφυγόντα κέρδη. Τους μείωσαν στο 0,5% το «τέλος του 2%» (από τα ξενοδοχεία, τα μπαρ, τα εστιατόρια). Για να έχουμε μια εικόνα, για τον Δήμο Αθηναίων σημαίνει ότι θα χαθούν 14 εκατομμύρια τον χρόνο. Επίσης χάθηκε ένα δημοτικό έσοδο, από τη σμίκρυνση των τελών αγοράς αυτοκινήτων. Για να ρεφάρουν οι δήμαρχοι μπορούν να ενοικιάζουν ομπρέλες στις παραλίες και στους ποταμούς (με πιο αδικημένο από όλους τον κ.Νικήτα Κακλαμάνη, ο οποίος έχει ως μοναδική επιλογή να κάνει αμμουδιά τις όχθες του Κηφισού, όπως έκανε στον Σηκουάνα ο Μπερτράν Ντελανοέ).
Οι ξαπλώστρες είναι χρυσοφόρες. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από την Ανατολική Αττική, από την πλαζ Αυλακίου την οποία εκμεταλλεύε ται ο Δήμος Μαρκόπουλου. Ανοίγει αχάραγα για τους συνταξιούχους και κλείνει με τη δύση του ήλιου, κόβοντας εισιτήρια υπερδιπλάσια της χωρητικότητάς της (3.500 άτομα). Υπολογίστε 6 ευρώ για την είσοδο, άλλα τόσα για τα παρελκόμενα (νερά, καφέδες, παγωτά, μπίρες). Ας το δούμε συνολικά. Σύμφωνα με υπολογισμούς ειδικών, πέρυσι στις αμμουδιές της Αττικής ξοδεύτηκαν περισσότερα από 30 εκατ. ευρώ. Οι οργανωμένες παραλίες εφέτος θα πολλαπλασιαστούν και μαζί με αυτές τα χρήματα στον δημόσιο κουμπαρά. Από τα θαλασσινά κέρδη, το 20% πηγαίνει υπέρ του κράτους. Ο κ. Μπέζας μάλλον έκανε μπίνγκο με την απόφαση να παραχωρήσει τις ακτές. Είναι όλοι ευχαριστημένοι- και δεν αναφερόμαστε στους τοπικούς παράγοντες. Ο κόσμος τη γουστάρει την ξαπλώστρα (ενώ εκείνοι που κρεμιούνται στα κάγκελα του Αγίου Κοσμά απαιτώντας δωρεάν πρόσβαση στην ακτή,
είναι οι γραφικοί της υπόθεσης).
Η νεοελληνική νοοτροπία απαιτεί παρκάρισμα ακριβώς έξω από την ακρογιαλιά, αν όχι πάνω στην πετσέτα. Και κατανάλωση. Στη θάλασσα πάμε να φάμε και να πιούμε, όχι για να κολυμπήσουμε. Στη θάλασσα πάμε για να ακούσουμε DJ, όχι τους παφλασμούς των κυμάτων και τέτοιες αηδίες. Για όσους αμφισβητούν: στη Βάρκιζα λειτουργούσε το 2003 πλαζ από την Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης. Είχε εισιτήριο 3 ευρώ και δεχόταν 80.000 επισκέπτες. Την επόμενη χρονιά η ακτή εξελίχθη στο δημοφιλές Υabanaki. Το εισιτήριο αυξήθηκε στα 5,5 ευρώ, η ακτή γέμισε ξύλινα decks, αναρίθμητους χώρους εστίασης και ξεφαντώματος. Στο νερό αυξήθηκαν τα σκι, τα κανό, τα ποδήλατα. Μουσικές στο τέρμα. Δηλαδή η παραλία δεν ήταν πια παραλία, ήταν βρεγμένο κέντρο διασκέδασης. Προτού αρχίσουν τους εξορκισμούς οι οικολόγοι, το πλήθος απάντησε με την παρουσία του:
200.000 επισκέπτες.
Συμπέρασμα: ο κ. Μπέζας βγάζει λεφτά συμπλέοντας με τα κοινά ήθη. Σε λίγα χρόνια θα μιλάμε στα παιδιά μας για την εποχή που τσαλαβουτούσαμε στη θάλασσα χωρίς να περάσουμε από ταμείο. Η εικόνα θα είναι τόσο παράξενη όσο η εναρκτήρια σκηνή στο «Ποτέ την Κυριακή», όπου η Μελίνα τρέχει βγάζοντας τα ρούχα, για να βουτήξει στα νερά του λιμανιού του Πειραιά.
Λώρη Κέζα
ΒΗΜΑ 24 Απριλίου 2009