Ελλάδα-Παιδεία:Κεντρικό πρόβλημα ο,υπέρμετρα,πληροφοριακός χαρακτήρας της εκπαίδευσης ...
Πρόταση αλλαγής στόχου στην Παιδεία
H αξιωματική αντιπολίτευση επαγγέλλεται ότι αν γίνει κυβέρνηση θα διαθέτει για την Παιδεία το 5% των εσόδων του κράτους κάθε χρόνο. Και η κυβέρνηση απαντάει μοιράζοντας αμέσως από έναν φορητό υπολογιστή σε κάθε μαθητή της πρώτης τάξης του Γυμνασίου (με συνολικό κόστος 60 εκατομμύρια ευρώ).
Μόνο όσοι πολίτες αυτευνουχίζουν τη νοημοσύνη τους, μόνον αυτοί αδυνατούν να αντιληφθούν ότι πρόκειται για αναμέτρηση διαφημιστικών στρατηγημάτων, παιδαριώδη μάχη εντυπώσεων. Το πρόβλημα της Παιδείας δεν ενδιαφέρει τα «κόμματα εξουσίας», το μόνο που τα ενδιαφέρει είναι η νομή της εξουσίας ή η πρόσβαση στη νομή. Τα ενδιαφέρει το εκπαιδευτικό πεδίο για να στρατολογούν ψηφοφόρους μέσα από τις κομματικές νεολαίες στα πανεπιστήμια και θλιβερούς γενίτσαρους μέσα από το παιδαγωγικό έγκλημα του «μαθητικού κινήματος».
Αποψη του γράφοντος – ίσως εσφαλμένη, αλλά πάντως άσχετη με το εξουσιαστικό παιχνίδι: Κεντρικό πρόβλημα της Παιδείας στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι η έλλειψη κονδυλίων ούτε η ανάγκη να χαρίσουμε υπολογιστές στα παιδιά. Είναι η κατά προτεραιότητα στόχευση του εκπαιδευτικού συστήματος στην «ενημερωτική επάρκεια» της διδακτέας ύλης: Δηλαδή, η μεθοδική προσπάθεια να προσφέρεται στα παιδιά, και των τριών σχολικών βαθμίδων, το μέγιστο δυνατό της εκσυγχρονισμένης πληροφόρησης για κάθε γνωστικό τομέα.
Αυτή η αγχώδης έγνοια για συνεχή διεύρυνση των γνωστικών πεδίων με συνεχή ποσοτική αύξηση της διδακτέας ύλης, πάντοτε στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», μοιάζει να είναι μια κεντρική νεύρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Εγνοια και φόβος μήπως φανούμε ότι αγνοούμε ή παραγνωρίζουμε το καινούργιο υλικό που συνεχώς κομίζει η επιστημονική έρευνα. Αποδειχνόμαστε «εκσυγχρονισμένοι» και «μοδέρνοι», αν προσθέτουμε αδιάκοπα επιπλέον διδακτέα ύλη στα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων.
Αλλά η υπέρμετρη ποσότητα δεν αφήνει περιθώρια για αναλυτική επεξεργασία της διδακτέας ύλης και οργανική αφομοίωσή της από τον μαθητή. Ετσι ο μαθητής προσλαμβάνει την προσφερόμενη γνώση μόνο ή κυρίως ως πληροφορία αυτονομημένη από την κατανόησή της. Και επειδή ο όγκος των πληροφοριών συνεχώς αυξάνεται και το σχολικό σύστημα οφείλει να ελέγχει την προσληπτική ικανότητα του μαθητή, ο μαθητής καταφεύγει στη λύση της συμβατικής κατ’ επίφασιν πρόσληψης που είναι η απομνημόνευση ή «παπαγαλία». Το σύστημα υποχρεωτικά συναινεί και τελικά θεσμοποιεί αυτή τη λύση.
Αλλά και η θεσμική κατάφαση της παπαγαλίας δεν λύνει το πρόβλημα, αφού ο όγκος της ύλης που θέλουμε να απομνημονευτεί παραμένει δυσφόρητος. Η ανάγκη μιας κάποιας αντιμετώπισης του προβλήματος γέννησε την παραπαιδεία των «φροντιστηρίων» ή τα μαύρου χρήματος «ιδιαίτερα μαθήματα» – καρκίνωμα, αλλά και αυτονόητη κατεστημένη προϋπόθεση λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Το φροντιστήριο ή το ιδιαίτερο κωδικοποιεί τον όγκο των πληροφοριών σε ευκολοαπομνημόνευτες σχηματοποιήσεις. Δεν φιλοδοξεί να εμπεδώσει στον μαθητή την πληροφορία, αλλά να τον μάθει απομνημονευτικές τεχνικές και σχηματικές ταξιθετήσεις για βραχυπρόθεσμη εφ’ άπαξ χρήση της πληροφορίας. Στόχος της μάθησης, από τις πρώτες κιόλας τάξεις του Γυμνασίου, είναι η ικανότητα αποστήθισης πληροφοριών (όχι απόκτησης) προκειμένου να εισαχθεί το παιδί στο Πανεπιστήμιο. Να εισαχθεί όχι για να σπουδάσει, αλλά για να πάρει «χαρτί» που θα του εξασφαλίζει υψηλό δείκτη καταναλωτικής ευχέρειας χωρίς να χρειάζεται μόχθο εργασίας.
Η παραπαιδεία των φροντιστηρίων και των ιδιαιτέρων παρέχει μαθησιακό εξοπλισμό μιας χρήσεως. Είναι ειλικρινής στον χυδαία χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της και η ειλικρίνειά της την έχει επιβάλει στις συνειδήσεις των μαθητών με συντριπτική υπεροχή έναντι των υποκριτικών προσχημάτων του σχολείου. Εξ άλλου το σχολείο έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για τον μαθητή, από τη στιγμή που ο λαϊκισμός των κομμάτων εξουσίας κατάργησε την ουσιαστική (με συνέπειες) αξιολόγηση των επιδόσεων, τη διαβάθμιση ποιοτήτων, επομένως και κάθε άμιλλα.
Το ίδιο ισχύει και για το πανεπιστήμιο: Απαξ και κατόρθωσε κάποιος να εισαχθεί, είναι απολύτως βέβαιο ότι κάποτε (έστω και σε είκοσι χρόνια) θα πάρει πτυχίο. Και εδώ η διδακτική μέθοδος είναι (περισσότερο ή λιγότερο) ίδια: η από έδρας παροχή πληροφοριών και η από συγγράμματος (ενός και μοναδικού) χρηστική απομνημόνευσή τους. Φροντιστηριακή μεθόδευση της απομνημόνευσης συνήθως δεν χρειάζεται, διότι η αντιγραφή στις εξετάσεις είναι καθεστώς. Επιπλέον, υπάρχουν και οι κομματικές νεολαίες: Αν ο φοιτητής προσχωρήσει σε κάποιες από αυτές, του εξασφαλίζουν να ξέρει, πριν από τις εξετάσεις, σε συγκεκριμένα μαθήματα, τα θέματα στα οποία θα εξεταστεί. Μοιάζει να υπάρχουν αρκετοί πανεπιστημιακοί «δάσκαλοι» αυτουργοί συναλλαγής: Κοινοποιούν σε κομματικές νεολαίες τις εξεταστικές τους ερωτήσεις, με αντάλλαγμα να τους υποστηρίξουν οι νεολαίες στη διεκδίκηση θώκων πρυτανικών ή κοσμητείας Σχολής ή προεδρίας Τμήματος.
Η Παιδεία στην Ελλάδα δεν ανακάμπτει με πλουσιότερη χρηματοδότηση και φανταιζίστικες υλικές παροχές – η σπατάλη σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια είναι προκλητική, εξωφρενική. Η Παιδεία θα ανακάμψει μόνο με ριζική και συνεπή αλλαγή στόχου, από το Δημοτικό ώς το Πανεπιστήμιο:
H αξιωματική αντιπολίτευση επαγγέλλεται ότι αν γίνει κυβέρνηση θα διαθέτει για την Παιδεία το 5% των εσόδων του κράτους κάθε χρόνο. Και η κυβέρνηση απαντάει μοιράζοντας αμέσως από έναν φορητό υπολογιστή σε κάθε μαθητή της πρώτης τάξης του Γυμνασίου (με συνολικό κόστος 60 εκατομμύρια ευρώ).
Μόνο όσοι πολίτες αυτευνουχίζουν τη νοημοσύνη τους, μόνον αυτοί αδυνατούν να αντιληφθούν ότι πρόκειται για αναμέτρηση διαφημιστικών στρατηγημάτων, παιδαριώδη μάχη εντυπώσεων. Το πρόβλημα της Παιδείας δεν ενδιαφέρει τα «κόμματα εξουσίας», το μόνο που τα ενδιαφέρει είναι η νομή της εξουσίας ή η πρόσβαση στη νομή. Τα ενδιαφέρει το εκπαιδευτικό πεδίο για να στρατολογούν ψηφοφόρους μέσα από τις κομματικές νεολαίες στα πανεπιστήμια και θλιβερούς γενίτσαρους μέσα από το παιδαγωγικό έγκλημα του «μαθητικού κινήματος».
Αποψη του γράφοντος – ίσως εσφαλμένη, αλλά πάντως άσχετη με το εξουσιαστικό παιχνίδι: Κεντρικό πρόβλημα της Παιδείας στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι η έλλειψη κονδυλίων ούτε η ανάγκη να χαρίσουμε υπολογιστές στα παιδιά. Είναι η κατά προτεραιότητα στόχευση του εκπαιδευτικού συστήματος στην «ενημερωτική επάρκεια» της διδακτέας ύλης: Δηλαδή, η μεθοδική προσπάθεια να προσφέρεται στα παιδιά, και των τριών σχολικών βαθμίδων, το μέγιστο δυνατό της εκσυγχρονισμένης πληροφόρησης για κάθε γνωστικό τομέα.
Αυτή η αγχώδης έγνοια για συνεχή διεύρυνση των γνωστικών πεδίων με συνεχή ποσοτική αύξηση της διδακτέας ύλης, πάντοτε στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», μοιάζει να είναι μια κεντρική νεύρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Εγνοια και φόβος μήπως φανούμε ότι αγνοούμε ή παραγνωρίζουμε το καινούργιο υλικό που συνεχώς κομίζει η επιστημονική έρευνα. Αποδειχνόμαστε «εκσυγχρονισμένοι» και «μοδέρνοι», αν προσθέτουμε αδιάκοπα επιπλέον διδακτέα ύλη στα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων.
Αλλά η υπέρμετρη ποσότητα δεν αφήνει περιθώρια για αναλυτική επεξεργασία της διδακτέας ύλης και οργανική αφομοίωσή της από τον μαθητή. Ετσι ο μαθητής προσλαμβάνει την προσφερόμενη γνώση μόνο ή κυρίως ως πληροφορία αυτονομημένη από την κατανόησή της. Και επειδή ο όγκος των πληροφοριών συνεχώς αυξάνεται και το σχολικό σύστημα οφείλει να ελέγχει την προσληπτική ικανότητα του μαθητή, ο μαθητής καταφεύγει στη λύση της συμβατικής κατ’ επίφασιν πρόσληψης που είναι η απομνημόνευση ή «παπαγαλία». Το σύστημα υποχρεωτικά συναινεί και τελικά θεσμοποιεί αυτή τη λύση.
Αλλά και η θεσμική κατάφαση της παπαγαλίας δεν λύνει το πρόβλημα, αφού ο όγκος της ύλης που θέλουμε να απομνημονευτεί παραμένει δυσφόρητος. Η ανάγκη μιας κάποιας αντιμετώπισης του προβλήματος γέννησε την παραπαιδεία των «φροντιστηρίων» ή τα μαύρου χρήματος «ιδιαίτερα μαθήματα» – καρκίνωμα, αλλά και αυτονόητη κατεστημένη προϋπόθεση λειτουργίας του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Το φροντιστήριο ή το ιδιαίτερο κωδικοποιεί τον όγκο των πληροφοριών σε ευκολοαπομνημόνευτες σχηματοποιήσεις. Δεν φιλοδοξεί να εμπεδώσει στον μαθητή την πληροφορία, αλλά να τον μάθει απομνημονευτικές τεχνικές και σχηματικές ταξιθετήσεις για βραχυπρόθεσμη εφ’ άπαξ χρήση της πληροφορίας. Στόχος της μάθησης, από τις πρώτες κιόλας τάξεις του Γυμνασίου, είναι η ικανότητα αποστήθισης πληροφοριών (όχι απόκτησης) προκειμένου να εισαχθεί το παιδί στο Πανεπιστήμιο. Να εισαχθεί όχι για να σπουδάσει, αλλά για να πάρει «χαρτί» που θα του εξασφαλίζει υψηλό δείκτη καταναλωτικής ευχέρειας χωρίς να χρειάζεται μόχθο εργασίας.
Η παραπαιδεία των φροντιστηρίων και των ιδιαιτέρων παρέχει μαθησιακό εξοπλισμό μιας χρήσεως. Είναι ειλικρινής στον χυδαία χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της και η ειλικρίνειά της την έχει επιβάλει στις συνειδήσεις των μαθητών με συντριπτική υπεροχή έναντι των υποκριτικών προσχημάτων του σχολείου. Εξ άλλου το σχολείο έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για τον μαθητή, από τη στιγμή που ο λαϊκισμός των κομμάτων εξουσίας κατάργησε την ουσιαστική (με συνέπειες) αξιολόγηση των επιδόσεων, τη διαβάθμιση ποιοτήτων, επομένως και κάθε άμιλλα.
Το ίδιο ισχύει και για το πανεπιστήμιο: Απαξ και κατόρθωσε κάποιος να εισαχθεί, είναι απολύτως βέβαιο ότι κάποτε (έστω και σε είκοσι χρόνια) θα πάρει πτυχίο. Και εδώ η διδακτική μέθοδος είναι (περισσότερο ή λιγότερο) ίδια: η από έδρας παροχή πληροφοριών και η από συγγράμματος (ενός και μοναδικού) χρηστική απομνημόνευσή τους. Φροντιστηριακή μεθόδευση της απομνημόνευσης συνήθως δεν χρειάζεται, διότι η αντιγραφή στις εξετάσεις είναι καθεστώς. Επιπλέον, υπάρχουν και οι κομματικές νεολαίες: Αν ο φοιτητής προσχωρήσει σε κάποιες από αυτές, του εξασφαλίζουν να ξέρει, πριν από τις εξετάσεις, σε συγκεκριμένα μαθήματα, τα θέματα στα οποία θα εξεταστεί. Μοιάζει να υπάρχουν αρκετοί πανεπιστημιακοί «δάσκαλοι» αυτουργοί συναλλαγής: Κοινοποιούν σε κομματικές νεολαίες τις εξεταστικές τους ερωτήσεις, με αντάλλαγμα να τους υποστηρίξουν οι νεολαίες στη διεκδίκηση θώκων πρυτανικών ή κοσμητείας Σχολής ή προεδρίας Τμήματος.
Η Παιδεία στην Ελλάδα δεν ανακάμπτει με πλουσιότερη χρηματοδότηση και φανταιζίστικες υλικές παροχές – η σπατάλη σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια είναι προκλητική, εξωφρενική. Η Παιδεία θα ανακάμψει μόνο με ριζική και συνεπή αλλαγή στόχου, από το Δημοτικό ώς το Πανεπιστήμιο:
Οχι πια προτεραιότητα στην ποσοτική πληροφόρηση – η πληροφορία σήμερα είναι αμέσως και ευκολότατα προσβάσιμη.
Προτεραιότητα απόλυτη στην ανάπτυξη της ικανότητας να κρίνει το παιδί, ο νέος, την εγκυρότητα της πληροφορίας, να συντάσσει λογικά τις πληροφορίες, να γυμνάζει τη δημιουργική του φαντασία στη χρήση των πληροφοριών.
Αυτό πρακτικά σημαίνει:
Αυτό πρακτικά σημαίνει:
Παραιτούμαστε σε σημαντικό ποσοστό από τον πληροφοριακό χαρακτήρα της εκπαίδευσης, πετάμε τη μισή από τη διδακτέα σήμερα ύλη στα άχρηστα. Κρατάμε την απομνημόνευση ως ιδιαζόντως πολύτιμη άσκηση μνήμης, προκειμένου να εμπεδώσουμε στο παιδί «συντακτικές σταθερές» (αριθμητική προπαίδεια, δομές γραμματικές και συντακτικού). Δίνουμε απόλυτη προτεραιότητα στη διδασκαλία της γλώσσας ως λογικής και των μαθηματικών ως γλώσσας. Οχι χρηστικό «εργαλείο συνεννόησης» η γλώσσα, αλλά καμβάς της σκέψης, εφαλτήριο της λογικής ανάπτυξης. Οχι χρησιμοθηρία συναλλαγών τα μαθηματικά, αλλά γλώσσα για να σημάνουμε τη λογική των δομών συγκρότησης του πραγματικού και υπαρκτού, σημειολογία του λεκτικά άρρητου.
Προτεραιότητες άσκησης και γυμνασίας της σκέψης, της κρίσης, της φαντασίας μέσα από κάθε γνωστικό αντικείμενο, όχι πληροφοριακή και μόνο προσέγγιση.
Προτεραιότητες άσκησης και γυμνασίας της σκέψης, της κρίσης, της φαντασίας μέσα από κάθε γνωστικό αντικείμενο, όχι πληροφοριακή και μόνο προσέγγιση.
Αυτό σημαίνει στα πανεπιστήμια:
ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας τους. Οι εισαγόμενοι κατανέμονται σε ολιγομελείς ομάδες, κάθε ομάδα έχει επιβλέποντα υπεύθυνο καθηγητή που παρακολουθεί προσωπικά τον κάθε φοιτητή. Τα μαθήματα έχουν σεμιναριακό χαρακτήρα, βασίζονται σε βιβλιογραφία που ο φοιτητής οφείλει να εξαντλήσει σε εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερη, μηνιαία προθεσμία, εξετάζεται η πρόοδός του σε καθημερινή βάση
και με τη συνεχή σύνταξη εργασιών.
Είναι ωμός, χυδαίος εμπαιγμός της νοημοσύνης των πολιτών ο ισχυρισμός ότι η Παιδεία πάσχει επειδή δεν έχει επαρκή χρηματοδότηση.
Είναι ωμός, χυδαίος εμπαιγμός της νοημοσύνης των πολιτών ο ισχυρισμός ότι η Παιδεία πάσχει επειδή δεν έχει επαρκή χρηματοδότηση.
Καθημερινή
24/5/2009
Χρήστος Γιανναράς
(Η εικονογράφηση,οι υπογραμμίσεις προτάσεων και ο τίτλος της ανάρτησης έγιναν με ευθύνη του Ivos 2)