Ελλαδιστάν.Γιγαντιαία διαφθορά στα κρατικά νοσοκομεία...
Κύκλωμα μίζας 30% σε γιατρούς!
Οι ελληνικές αρχές στα ίχνη γιγαντιαίας διαφθοράς -με αδίστακτους πωλητές και «διστακτικούς» διώκτες- στα κρατικά νοσοκομεία
H Depui είναι μια εταιρεία που εδρεύει στη Βαρσοβία της πολιτείας Ιντιάνα στις ΗΠΑ. Είναι θυγατρική της Johnson & Johnson και το 2007 υποχρεώθηκε να καταβάλει 84.796.000 δολάρια ως πρόστιμο, γιατί «λάδωνε» ώστε να προωθεί τα ορθοπεδικά της υλικά στις ΗΠΑ, από την 1η Ιανουαρίου του 2002 έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2006. Από τις αρχές του 2009, η Depui απασχολεί και τον αντεισαγγελέα εφετών κ. Κυριάκο Καρούτσο γιατί υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η Depui «λάδωνε» γιατρούς και στην Ελλάδα. Βρισκόμαστε ενώπιον μιας υπόθεσης με συστατικά «θρίλερ» και με πρωταγωνιστές διεφθαρμένους γιατρούς και αδίστακτους πωλητές, «διστακτικούς» διώκτες και βέβαια πολιτικούς και διοικητικούς «προστάτες» του «συστήματος διαφθοράς». Κάπου στη μέση βρίσκεται μία οικογένεια από τις παλαιότερες ελληνικές οικογένειες «εταιρειών προώθησης ιατροτεχνικών προϊόντων» στο σάπιο Εθνικό Σύστημα Υγείας – πρόκειται για την οικογένεια Κ. Τον Οκτώβριο του 2000, ο Χρίστος Κ. του Ιωάννη πωλεί στον αδελφό του Νίκο Κ. το μερίδιό του (33% του συνόλου των μετοχών) στην εταιρεία εμπορίας ιατροτεχνολογικών ορθοπεδικών προϊόντων MEDEC έναντι 270 εκατομμυρίων δραχμών και αποχωρεί από την εταιρεία. Λίγο αργότερα η εταιρεία πωλείται σε οκταπλάσια τιμή στην Depui, η οποία αμέσως διαπιστώνει ότι προσφέρει πολλά χρήματα σε μία εταιρεία που απλά «προωθεί τις πωλήσεις...». Την περίοδο 2001-2002, ο τότε υπουργός Υγείας Αλέκος Παπαδόπουλος αποφασίζει να «συγκεντρώσει» τις προμήθειες των νοσοκομείων στα ΠΕΣΥ (Περιφερειακά Συστήματα Υγείας), για να συμπιέσει τις τιμές και τότε οι Johnson & Johnson/Depui /Medec αποφασίζουν να αυξήσουν τις «προωθητικές πληρωμές» από 20%, που είχε συμφωνηθεί, σε 23% «καθώς οι ανταγωνιστές δούλευαν «όπως αναφέρει ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της MEDEC «με 30%». Την ίδια εποχή η Johnson & Johnson και άλλες μεγάλες εταιρείες, αναφέρει στην «Κ» παράγοντας που γνωρίζει καλά τα πράγματα, «δούλευαν» με ποσοστά που προσέγγιζαν το 26-30%. Πολύ γρήγορα οι Αμερικανοί αλλά και η διεύθυνση της θυγατρικής στην Ευρώπη με επικεφαλής τους κ. Τζον Μακντούγκαλ και Γκάρι Φιτζπάτρικ στο Λονδίνο πιέζουν να περικοπούν οι δαπάνες που διαχειρίζεται η Δέσποινα Φ. Οι «προωθητικές δαπάνες» (σε πιο απλή γλώσσα τα «μαύρα χρήματα» για «λαδώματα» στους χειρουργούς που προωθούν τα προϊόντα της Depui στα κρατικά νοσοκομεία) διακινούνται από την Medec σε τρεις εταιρείες και από εκεί στην εταιρεία Madison που με τη σειρά της διοχέτευε τα χρήματα στους Νίκο Κ. και Δέσποινα Φ. Μία σειρά εγγράφων καταδεικνύουν ότι η «ομάδα αυτή και οι διάφορες εταιρείες που χρησιμοποιούσε η πολυεθνική θυγατρική της Johnson &Johnson, έλεγχε τον Σύλλογο Προμηθευτών Οθροπεδικών και... «μοίραζε παιχνίδι» στα νοσοκομεία διατηρώντας πολύ καλές προσβάσεις στο επίπεδο των μηχανισμών της δημόσιας υγείας και του ΕΣΥ... Ενώ οι αμερικανικές εταιρείες υπέγραφαν με τις μεγάλες «θυγατέρες» της Ευρώπης συμβόλαια στα οποία οι τελευταίες δεσμεύονταν ότι δεν θα επιχειρούσαν να λαδώσουν κρατικούς γιατρούς στην Ευρώπη (...) άσχετα αν τηρούσαν τα συμφωνηθέντα, στην Ελλάδα οι αντίστοιχες συμφωνίες του 2003 και 2004 δεν περιελάμβαναν παρόμοιες ρήτρες: Μόνη υποχρέωση των «διακινητών» των ορθοπεδικών προϊόντων ήταν να πουλάνε, να πουλάνε, να πουλάνε... Μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις για τους «πράκτορες» οι συμφωνίες αυτές κλείνονταν ανά τρίμηνο, ανάλογα δηλαδή με τη στόχευση των μητρικών εταιρειών που κάθε τρεις μήνες ήθελαν να δείχνουν στους οικονομικούς αναλυτές «έκρηξη» κερδών. Ο αδελφός που είχε πωλήσει τη Medec, ο Χρίστος Κ., ήταν «πράκτορας» που πληρωνόταν για συμβουλές σε «εργασίες» προώθησης με ποσοστά (12-16%). Το 2007 η Δέσποινα Φ. απομακρύνθηκε από τη θέση της και η Depui παρέδωσε μια σειρά στοιχείων στις αμερικανικές αρχές. Στις 27 Σεπτεμβρίου του 2007 τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών υπέγραψαν συμφωνία με την εταιρεία. Το αμερικανικό Δημόσιο κατηγόρησε την εταιρεία ότι «πλήρωσε» και «συνωμότησε για να πληρώσει» ώστε να προωθήσει τα προϊόντα της σε γιατρούς και αξιωματούχους του Συστήματος Υγείας των ΗΠΑ (MEDICARE). Η εταιρεία αρνήθηκε ότι προέβη σε παράνομες πράξεις, δέχθηκε όμως να πληρώσει το πρόστιμο και να συνεργαστεί με τις αμερικανικές αρχές. Ετσι στις 10 Μαρτίου του 2009 πέντε εισαγγελείς και αρκετοί ανακριτικοί υπάλληλοι «εισέβαλαν» στο σπίτι της Δέσποινας Φ. για να ανακαλύψουν στοιχεία μιας ιστορίας που, σημειωτέον, αν δεν υπήρχαν οι αμερικανικές έρευνες θα είχε προ πολλού ξεχαστεί στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα «παγώνουν» οι λογαριασμοί 35 ατόμων και εταιρειών, μεταξύ των οποίων πολλών μελών της «οικογένειας», του λογιστή τους, εταιρειών τους (όπως η Madison), διευθυντικών στελεχών της μητρικής εταιρείας στο Λονδίνο αλλά και του Θ.Λ. διευθύνοντα συμβούλου της Johnson & Johnson στην Ελλάδα. Η ανάκριση προχωρά στη χώρα μας με πολύ αργούς ρυθμούς –έχουν εξεταστεί λίγοι μάρτυρες και έχουν αξιολογηθεί ελάχιστοι λογαριασμοί– παρά το γεγονός ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν απευθυνθεί σε κορυφαίους ποινικολόγους... Οποιος εκτιμά ότι πρόκειται για μια «παλαιά ξεχασμένη ιστορία» κάνει απλά λάθος: Τις μέρες της απεργίας των προμηθευτών η «νεκραναστημμένη» Depui προμήθευε τα νοσοκομεία μέσω της εταιρείας Ο... (σ.σ.: αυτή τιμολογούσε και είχε το «ρίσκο» να τη «συλλάβουν»...). Σε αντίθεση με την Plus που αποφάσισε να σταματήσει τη δραστηριότητά της στην «πιο διεφθαρμένη αγορά της Ευρώπης» σύμφωνα με αξιωματούχο της μητρικής της εταιρείας στο Λονδίνο, η μητρική της Depui αποφάσισε να συνεχίσει τις πωλήσεις στη χώρα μας. Ισως και για τον λόγο ότι μόλις πριν από λίγες ημέρες είδε να «νομιμοποιούνται» με ψήφο του Κοινοβουλίου για 4η φορά από το 1997, όλες οι υπερτιμολογήσεις και οι «μίζες» των τελευταίων ετών. Ακόμα και ένα μέλος της «οικογένειας» που παρέμεινε στη Medec διαμαρτυρόταν το 2002 ότι δεν ήταν σε θέση να ακολουθήσει πλέον τον ρυθμό των ανταγωνιστών που ήθελαν μερίδιο της αγοράς «με οποιοδήποτε κόστος»...
H Depui είναι μια εταιρεία που εδρεύει στη Βαρσοβία της πολιτείας Ιντιάνα στις ΗΠΑ. Είναι θυγατρική της Johnson & Johnson και το 2007 υποχρεώθηκε να καταβάλει 84.796.000 δολάρια ως πρόστιμο, γιατί «λάδωνε» ώστε να προωθεί τα ορθοπεδικά της υλικά στις ΗΠΑ, από την 1η Ιανουαρίου του 2002 έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2006. Από τις αρχές του 2009, η Depui απασχολεί και τον αντεισαγγελέα εφετών κ. Κυριάκο Καρούτσο γιατί υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η Depui «λάδωνε» γιατρούς και στην Ελλάδα. Βρισκόμαστε ενώπιον μιας υπόθεσης με συστατικά «θρίλερ» και με πρωταγωνιστές διεφθαρμένους γιατρούς και αδίστακτους πωλητές, «διστακτικούς» διώκτες και βέβαια πολιτικούς και διοικητικούς «προστάτες» του «συστήματος διαφθοράς». Κάπου στη μέση βρίσκεται μία οικογένεια από τις παλαιότερες ελληνικές οικογένειες «εταιρειών προώθησης ιατροτεχνικών προϊόντων» στο σάπιο Εθνικό Σύστημα Υγείας – πρόκειται για την οικογένεια Κ. Τον Οκτώβριο του 2000, ο Χρίστος Κ. του Ιωάννη πωλεί στον αδελφό του Νίκο Κ. το μερίδιό του (33% του συνόλου των μετοχών) στην εταιρεία εμπορίας ιατροτεχνολογικών ορθοπεδικών προϊόντων MEDEC έναντι 270 εκατομμυρίων δραχμών και αποχωρεί από την εταιρεία. Λίγο αργότερα η εταιρεία πωλείται σε οκταπλάσια τιμή στην Depui, η οποία αμέσως διαπιστώνει ότι προσφέρει πολλά χρήματα σε μία εταιρεία που απλά «προωθεί τις πωλήσεις...». Την περίοδο 2001-2002, ο τότε υπουργός Υγείας Αλέκος Παπαδόπουλος αποφασίζει να «συγκεντρώσει» τις προμήθειες των νοσοκομείων στα ΠΕΣΥ (Περιφερειακά Συστήματα Υγείας), για να συμπιέσει τις τιμές και τότε οι Johnson & Johnson/Depui /Medec αποφασίζουν να αυξήσουν τις «προωθητικές πληρωμές» από 20%, που είχε συμφωνηθεί, σε 23% «καθώς οι ανταγωνιστές δούλευαν «όπως αναφέρει ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της MEDEC «με 30%». Την ίδια εποχή η Johnson & Johnson και άλλες μεγάλες εταιρείες, αναφέρει στην «Κ» παράγοντας που γνωρίζει καλά τα πράγματα, «δούλευαν» με ποσοστά που προσέγγιζαν το 26-30%. Πολύ γρήγορα οι Αμερικανοί αλλά και η διεύθυνση της θυγατρικής στην Ευρώπη με επικεφαλής τους κ. Τζον Μακντούγκαλ και Γκάρι Φιτζπάτρικ στο Λονδίνο πιέζουν να περικοπούν οι δαπάνες που διαχειρίζεται η Δέσποινα Φ. Οι «προωθητικές δαπάνες» (σε πιο απλή γλώσσα τα «μαύρα χρήματα» για «λαδώματα» στους χειρουργούς που προωθούν τα προϊόντα της Depui στα κρατικά νοσοκομεία) διακινούνται από την Medec σε τρεις εταιρείες και από εκεί στην εταιρεία Madison που με τη σειρά της διοχέτευε τα χρήματα στους Νίκο Κ. και Δέσποινα Φ. Μία σειρά εγγράφων καταδεικνύουν ότι η «ομάδα αυτή και οι διάφορες εταιρείες που χρησιμοποιούσε η πολυεθνική θυγατρική της Johnson &Johnson, έλεγχε τον Σύλλογο Προμηθευτών Οθροπεδικών και... «μοίραζε παιχνίδι» στα νοσοκομεία διατηρώντας πολύ καλές προσβάσεις στο επίπεδο των μηχανισμών της δημόσιας υγείας και του ΕΣΥ... Ενώ οι αμερικανικές εταιρείες υπέγραφαν με τις μεγάλες «θυγατέρες» της Ευρώπης συμβόλαια στα οποία οι τελευταίες δεσμεύονταν ότι δεν θα επιχειρούσαν να λαδώσουν κρατικούς γιατρούς στην Ευρώπη (...) άσχετα αν τηρούσαν τα συμφωνηθέντα, στην Ελλάδα οι αντίστοιχες συμφωνίες του 2003 και 2004 δεν περιελάμβαναν παρόμοιες ρήτρες: Μόνη υποχρέωση των «διακινητών» των ορθοπεδικών προϊόντων ήταν να πουλάνε, να πουλάνε, να πουλάνε... Μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις για τους «πράκτορες» οι συμφωνίες αυτές κλείνονταν ανά τρίμηνο, ανάλογα δηλαδή με τη στόχευση των μητρικών εταιρειών που κάθε τρεις μήνες ήθελαν να δείχνουν στους οικονομικούς αναλυτές «έκρηξη» κερδών. Ο αδελφός που είχε πωλήσει τη Medec, ο Χρίστος Κ., ήταν «πράκτορας» που πληρωνόταν για συμβουλές σε «εργασίες» προώθησης με ποσοστά (12-16%). Το 2007 η Δέσποινα Φ. απομακρύνθηκε από τη θέση της και η Depui παρέδωσε μια σειρά στοιχείων στις αμερικανικές αρχές. Στις 27 Σεπτεμβρίου του 2007 τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών υπέγραψαν συμφωνία με την εταιρεία. Το αμερικανικό Δημόσιο κατηγόρησε την εταιρεία ότι «πλήρωσε» και «συνωμότησε για να πληρώσει» ώστε να προωθήσει τα προϊόντα της σε γιατρούς και αξιωματούχους του Συστήματος Υγείας των ΗΠΑ (MEDICARE). Η εταιρεία αρνήθηκε ότι προέβη σε παράνομες πράξεις, δέχθηκε όμως να πληρώσει το πρόστιμο και να συνεργαστεί με τις αμερικανικές αρχές. Ετσι στις 10 Μαρτίου του 2009 πέντε εισαγγελείς και αρκετοί ανακριτικοί υπάλληλοι «εισέβαλαν» στο σπίτι της Δέσποινας Φ. για να ανακαλύψουν στοιχεία μιας ιστορίας που, σημειωτέον, αν δεν υπήρχαν οι αμερικανικές έρευνες θα είχε προ πολλού ξεχαστεί στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα «παγώνουν» οι λογαριασμοί 35 ατόμων και εταιρειών, μεταξύ των οποίων πολλών μελών της «οικογένειας», του λογιστή τους, εταιρειών τους (όπως η Madison), διευθυντικών στελεχών της μητρικής εταιρείας στο Λονδίνο αλλά και του Θ.Λ. διευθύνοντα συμβούλου της Johnson & Johnson στην Ελλάδα. Η ανάκριση προχωρά στη χώρα μας με πολύ αργούς ρυθμούς –έχουν εξεταστεί λίγοι μάρτυρες και έχουν αξιολογηθεί ελάχιστοι λογαριασμοί– παρά το γεγονός ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν απευθυνθεί σε κορυφαίους ποινικολόγους... Οποιος εκτιμά ότι πρόκειται για μια «παλαιά ξεχασμένη ιστορία» κάνει απλά λάθος: Τις μέρες της απεργίας των προμηθευτών η «νεκραναστημμένη» Depui προμήθευε τα νοσοκομεία μέσω της εταιρείας Ο... (σ.σ.: αυτή τιμολογούσε και είχε το «ρίσκο» να τη «συλλάβουν»...). Σε αντίθεση με την Plus που αποφάσισε να σταματήσει τη δραστηριότητά της στην «πιο διεφθαρμένη αγορά της Ευρώπης» σύμφωνα με αξιωματούχο της μητρικής της εταιρείας στο Λονδίνο, η μητρική της Depui αποφάσισε να συνεχίσει τις πωλήσεις στη χώρα μας. Ισως και για τον λόγο ότι μόλις πριν από λίγες ημέρες είδε να «νομιμοποιούνται» με ψήφο του Κοινοβουλίου για 4η φορά από το 1997, όλες οι υπερτιμολογήσεις και οι «μίζες» των τελευταίων ετών. Ακόμα και ένα μέλος της «οικογένειας» που παρέμεινε στη Medec διαμαρτυρόταν το 2002 ότι δεν ήταν σε θέση να ακολουθήσει πλέον τον ρυθμό των ανταγωνιστών που ήθελαν μερίδιο της αγοράς «με οποιοδήποτε κόστος»...
Τάσος Τέλογλου
Καθημερινή 17/5/2009
(Η εικονογράφηση και ο τίτλος της ανάρτησης έγινε με ευθύνη του Ivos 2)