Η σιωπή των αμνών ...

Σκίτσο του Roger Mac Phail

Δανείζομαι τον τίτλο της σημερινής επιφυλλίδας μου από το κείμενο του συναδέλφου Νίκου Παρασκευόπουλου στην ίδια τούτη στήλη, πριν από μία εβδομάδα.
Ολόκληρη η φράση του Νίκου ήταν: «Η εξουσία προτιμά (...), αντί του διαλόγου, τη σιωπή των αμνών». Οφείλω να ομολογήσω ότι, στον χώρο των δικών μου ευαισθησιών, θα είχε περάσει μάλλον απαρατήρητη αυτή η φράση, αν στην ίδια σελίδα των σύντομων πολιτικών σχολίων δεν με είχε ενοχλήσει μια αιχμηρή παρατήρηση, με αφορμή τις δηλώσεις του Π. Κοροβέση, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και επί πολλά χρόνια σχολιαστή της «Ε», υπό τον σταθερό τίτλο «Στο ψευδοκράτος των Αθηνών». Είχε προηγηθεί η καταγγελία του Γ. Βότση, στην ίδια τούτη στήλη, ότι το 1989, επί οικουμενικής κυβέρνησης Ζολώτα, το υπουργικό συμβούλιο είχε αποφασίσει να κηρύξει άγονο έναν εκκρεμή δημόσιο διεθνή διαγωνισμό για προμήθεια τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων, όμως αυτήν την κυβερνητική απόφαση, από κοινού, είχαν ανατρέψει από το παρασκήνιο οι κατονομαζόμενοι αρχηγοί των τριών τότε συνεργαζόμενων κομμάτων, αφού στο μεταξύ είχαν εισπράξει πέντε δισεκατομμύρια δραχμές από την προμηθεύτρια εταιρεία για... τις ανάγκες των κομμάτων τους. Μου έκανε κατάπληξη το γεγονός ότι αρχικώς κανένας δεν ένιωσε την ανάγκη να διαψεύσει την καταγγελία. Κάτι που με παρακίνησε να το τονίσω στις δύο αμέσως προηγούμενες συνεργασίες μου εδώ. Τελικώς, όμως, την τιμή της Αριστεράς διαφύλαξε ο Π. Κοροβέσης, καταγγέλλοντας αυτήν τη συναινετική υπερκομματική τακτοποίηση ως «ένα δομικό σκάνδαλο του μαφιόζικου καπιταλισμού», ένα σκάδαλο, όπου «πρόκειται για μια διαφθορά όλου του πολιτικού συστήματος, και δυστυχώς είναι μέσα και η Αριστερά». Στη σχετική ειδησεογραφία της «Ε» εκείνης της ημέρας σημειώθηκε ότι, «όταν έγινε γνωστή η συνέντευξη του Περικλή Κοροβέση, προκλήθηκε αμηχανία και εκνευρισμός. Εάν ήταν σε οποιαδήποτε άλλη κοινοβουλευτική ομάδα, θα είχε διαγραφεί, έλεγαν στον ΣΥΝ». Προς επιβεβαίωση του ότι σ' όλους τους πολιτικούς χώρους το κομματικό συμφέρον προηγείται από κάθε άλλη ηθική αξία. Με πρώτιστο χρέος, τη σιωπή των αμνών. Κάτι που οδήγησε στη διάχυτη, μέσα στη συνείδηση των αδιάφθορων πολιτών, καθολική απαξίωση του πολιτικού κόσμου, ως διεφθαρμένου, ανάξιου ν' ασχολείται κάποιος μαζί του, παρά μόνο χαριτολογώντας και κουτσομπολεύοντας σε αμέριμνες παρέες. Θυμάμαι μια τέτοια ομήγυρη, κάποιο κυριακάτικο μεσημέρι προ ετών, στο εξοχικό σπίτι συναδέλφου της Ιατρικής. Πρώην υπουργός που, αποκαρδιωμένος είχε κατεβεί από το λεγόμενο τρένο της πολιτικής, χαριτολογούσε διηγούμενος παλιές αναμνήσεις του, όπως από την επίσκεψη που από κοινού με συνάδελφό του είχαν κάνει στο ιδιωτικό γραφείο του αρχηγού της εποχής τους. Χρειάστηκε, κάποια στιγμή, να σηκωθεί ο πρόεδρος από το κάθισμά του και ν' ανοίξει το ντουλάπι πίσω από το τραπέζι εργασίας του για να πάρει κάποιο έγγραφο. Και, καθώς άνοιξε, κατρακύλησε ένας σωρός από χρηματοδέματα. Εκείνος, δε, με τρανταχτά γέλια, χαριτολογούσε: «τα τούβλα»! Με γνώση ή έστω με απλή υπόνοια, τέτοιων και παρόμοιων ιστοριών, που ευρέως κυκλοφορούν, δεν ήμασταν λίγοι οι πολίτες, οι οποίοι στις πρόσφατες εκλογές για το Ευρωκοινοβούλιο προτιμήσαμε την αποχή.
Αλλά η αποχή δεν είναι λύση. Για μία και μοναδική φορά θα μπορούσε ίσως να ήταν ένα μήνυμα, εάν και εφόσον στον τόπο μας δεν είχαν κατεξευτελιστεί όλες οι πολιτικές, δικαιικές και ηθικές αξίες από το διεφθαρμένο κατεστημένο. Δεύτερη αποχή, ακόμη και με μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής κατά τις εθνικές βουλευτικές εκλογές, που οπωσδήποτε θα γίνουν μέσα στους προσεχείς έξι μήνες, δεν θ' ασκούσε καμιά επιρροή στη νέα επιδρομή του κομματικού κράτους, την οποία θα υποστούμε αμέσως μετά τις προσεχείς εκλογές, ανεξαρτήτως έκβασης της εκλογικής αναμέτρησης, αφού είναι κοινός τόπος πως, ακόμη κι αν δεν είναι όλοι ίδιοι, πάντως οι πιο πολλοί είναι. Γιατί, βέβαια, μόνον αφελείς θα υπέθεταν ότι τάχα θα ευπρεπιστούν μετεκλογικώς τα ράκη της Δημοκρατίας μας, πικρόχολα προσδιοριζόμενης από τον φίλο συνάδελφο Κ. Χρυσόγονο, στο πρόσφατο ομώνυμο και τεκμηριωμένο βιβλίο του, ως «Κλεπτοκρατίας». Βεβαίως, καμία προοπτική δεν διαφαίνεται ότι θα μπορούσαμε επιτέλους να έχουμε προσεχώς κάποια άλλη -θετική- επιλογή όσοι, κατά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, προτιμήσαμε την επιδεικτική αποχή. Σε υποθετική, όμως, αν και αρκετά φανταστική, διάσταση, θα μπορούσαμε όσοι νιώθουμε ξένοι κι αιχμάλωτοι στον δικό μας τόπο, να έχουμε μια ευπρεπή διέξοδο, στηρίζοντας έναν νέο πολιτικό σχηματισμό, ο οποίος εξ αρχής θα είχε ως διακηρυγμένο και αναπαλλοτρίωτο στόχο, όχι τη συμμετοχή στη νομή της εξουσίας και των απολαυών της, αλλ' αποκλειστικώς και μόνο τον διεισδυτικό και ακατάπαυστο έλεγχο των κομμάτων που διαχειρίζονται την εξουσία και τις άθλιες διασυνδέσεις εκείνης με τον λεγόμενο επιχειρηματικό κόσμο της μίζας και της κομπίνας. Μια μικρή, αλλά δυναμική κοινοβουλευτική ομάδα, ακόμη και μόνο πέντε βουλευτών, που δεν θα άφηνε καμία ησυχία στην όποια κυβέρνηση και στα πρόθυμα υπηρετικά της όργανα. Αλλά, δυστυχώς, σ' όσους φίλους, που εκτιμώ, καθώς υποφέρουμε από τους ίδιους καημούς, ανέφερα αυτήν την ευχή, όλοι μ' αποκαρδίωσαν, πως ματαίως εξακολουθώ να τρέφω προσδοκίες από ένα λαό, ο οποίος, στον κορμό του, δεν φαίνεται να διαθέτει ευγενικότερες ευαισθησίες από τους εκλεκτούς του.
Και τώρα τι θα γίνει; Αυτό το ερώτημα ξυπνάει μέσα μου εφιαλτικές αναμνήσεις. Ημουν τότε μόλις έντεκα ετών. Και θυμάμαι αυτό το ερώτημα, τυπωμένο με μεγάλα γράμματα, ως επικεφαλίδα στα σχετικά φυλλάδια, που κατά χιλιάδες είχε ρίξει ένα βρετανικό αεροπλάνο πάνω από τα σπίτια της Χαλκίδας, λίγο μετά τα Χριστούγεννα του 1944, την επαύριο των Δεκεμβριανών, μόλις δύο μήνες μετά την απαλλαγή της χώρας από την απαίσιας μνήμης γερμανική Κατοχή.
«Και τώρα τι θα γίνει;», αναρωτιόταν υποκριτικά η βρετανική προπαγάνδα των φίλων Συμμάχων... Το τι επακολούθησε, είναι γνωστό. Αυτός ο τόπος έχει πολλές αμαρτίες. Δικές μας αμαρτίες! Δεν μας φταίνε οι άλλοι. Εκείνοι τα δικά τους συμφέροντα εξυπηρετούν μέσ' από τις δικές μας αποκοτιές. Σταθερά. Γι' αυτό ο τόπος μας κατρακυλάει συνεχώς μέσα στο λεγόμενο σκοτεινό τούνελ, ενώ ακόμη και κάποιες χώρες τού άλλοτε σοβιετικού μπλοκ έχουν αρχίσει να πλησιάζουν το επίπεδο ζωής των χωρών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Εμείς, με πολλές και καθόλου ανεδαφικές ελπίδες βγήκαμε, πριν από 35 χρόνια, από τον ζόφο της στρατιωτικής δικτατορίας.
- Και πώς διαχειριστήκαμε τις λαμπρές προοπτικές που άνοιξαν τότε για τη χώρα μας;
- Ο σκεπτόμενος αναγνώστης της στήλης έχει τώρα πια τη δική του ευθύνη να συλλογιστεί και ν' απαντήσει. Οπωσδήποτε, όμως, η σιωπή των αμνών είναι η χειρότερη λύση.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΕΗΣ
Ελευθεροτυπία 26/8/2009