USA-CHINA:Το αδύναμο γουάν βλάπτει την Αμερική ...

Το αδύναμο γουάν βλάπτει την Αμερική
Η Κίνα διατηρεί επίτηδες αδύναμο το νόμισμά της στερώντας από άλλες χώρες αναγκαίες πωλήσεις και θέσεις εργασίας
Την προηγούμενη εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών της Ιαπωνίας δήλωσε ότι εκείνος και οι συνάδελφοί του θα ήθελαν να έχουν μια συζήτηση με την Κίνα σχετικά με την απόφαση του Πεκίνου να αγοράσει ιαπωνικά ομόλογα ώστε «να εξεταστούν οι κινεζικές προθέσεις»- φράση που στη γλώσσα της διπλωματίας σημαίνει «Σταματήστε αμέσως». Τα νέα αυτά με έκαναν να θέλω να... χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο από αγανάκτηση!
Βλέπετε, οι υψηλόβαθμοι αμερικανοί πολιτικοί αρνούνται ρητά και επανειλημμένως να κάνουν οτιδήποτε σχετικά με την κινεζική χειραγώγηση της αγοράς συναλλάγματος, εν μέρει από φόβο πως οι Κινέζοι θα σταματούσαν να αγοράζουν τα κρατικά μας ομόλογα. Οπως έχουν όμως τα πράγματα, η αγορά αμερικανικών ομολόγων από την Κίνα δεν μας βοηθά, μας βλάπτει. Οι Ιάπωνες το καταλαβαίνουν. Εμείς γιατί δεν το καταλαβαίνουμε;
Αν η συζήτηση σχετικά με την κινεζική συναλλαγματική πολιτική μοιάζει μπερδεμένη, είναι επειδή πολλοί δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν την αλήθεια, δηλαδή ότι η Κίνα διατηρεί επίτηδες αδύναμο το νόμισμά της. Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής είναι ξεκάθαρες: στην πράξη, η Κίνα φορολογεί τις εισαγωγές, ενώ πριμοδοτεί τις εξαγωγές, τροφοδοτώντας έτσι ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το κινεζικό εμπορικό πλεόνασμα δεν σχετίζεται με την κινεζική νομισματική πολιτική. Αν ισχύει αυτό, θα είναι η πρώτη φορά στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Με την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση, οποιαδήποτε χώρα δημιουργεί ένα τεχνητό εμπορικό πλεόνασμα στερεί άλλες χώρες από αναγκαίες πωλήσεις και θέσεις εργασίας. Οποιος βεβαιώνει το αντίθετο εξαιρεί την Κίνα από την οικονομική λογική που πάντοτε ίσχυε για όλες τις άλλες χώρες.
Οι αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν προσπαθήσει στο παρελθόν να λογικέψουν τους κινέζους ομολόγους τους υποστηρίζοντας ότι ένα ισχυρότερο κινεζικό νόμισμα θα ήταν προς το συμφέρον της ίδιας της Κίνας. Εχουν δίκιο. Ενα υποτιμημένο νόμισμα παράγει πληθωρισμό, διαβρώνει τους πραγματικούς μισθούς των κινέζων εργαζομένων και διασπαθίζει τους κινεζικούς πόρους. Ενώ όμως η χειραγώγηση της αγοράς συναλλάγματος είναι κακή για την Κίνα ως σύνολο, είναι καλή για τις κινεζικές εταιρείες με πολιτική επιρροή, πολλές από τις οποίες είναι κρατικές. Και έτσι η χειραγώγηση συνεχίζεται.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν πολλές φορές ανακοινώσει πρόοδο στο ζήτημα του συναλλάγματος. Κάθε φορά αποδεικνύεται ότι έχουν εξαπατηθεί. Τον Ιούνιο ο υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ επαίνεσε την ανακοίνωση της Κίνας ότι θα προχωρούσε σε μια πιο ευέλικτη τιμή συναλλάγματος. Εκτοτε το κινεζικό γουάν ανέβηκε συνολικά 1% έναντι του δολαρίου- μεγάλο μέρος της ανόδου του συντελέστηκε λίγες ημέρες πριν από τη σχετική συζήτηση στο Κογκρέσο. Επίσης, δεδομένου του ότι η τιμή του δολαρίου έπεσε σε σχέση με τις τιμές των άλλων σημαντικών νομισμάτων, το πλεονέκτημα της Κίνας ενισχύθηκε κι άλλο.
Είναι ξεκάθαρο ότι τίποτε δεν θα γίνει ώσπου οι Ηνωμένες Πολιτείες να δείξουν ότι είναι διατεθειμένες να κάνουν ό,τι κάνουν συνήθως όταν κάποια άλλη χώρα επιδοτεί τις εξαγωγές της, δηλαδή να επιβάλουν έναν προσωρινό δασμό που να αντισταθμίζει την επιδότηση. Γιατί ποτέ δεν έχει προταθεί κάτι τέτοιο;
Μια απάντηση, όπως προείπα, είναι ο φόβος ότι οι Κινέζοι θα σταματούσαν να αγοράζουν αμερικανικά ομόλογα. Αυτός ο φόβος όμως έχει εντελώς λανθασμένη βάση. Σε έναν κόσμο γεμάτο πλεονάζουσες καταθέσεις δεν χρειαζόμαστε τα χρήματα της Κίνας, κυρίως διότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα θα μπορούσε και θα έπρεπε να αγοράζει όσα ομόλογα πωλούν οι Κινέζοι.
Είναι αλήθεια ότι το δολάριο θα έπεφτε αν η Κίνα αποφάσιζε να ξεφορτωθεί ορισμένα αμερικανικά ομόλογα από το χαρτοφυλάκιό της. Κάτι τέτοιο όμως θα μπορούσε στην πραγματικότητα να βοηθήσει την αμερικανική οικονομία κάνοντας τις εξαγωγές μας πιο ανταγωνιστικές. Ρωτήστε τους Ιάπωνες που θέλουν να σταματήσει η Κίνα να αγοράζει τα ομόλογά τους επειδή αυτό ενισχύει το γεν.
Πέρα από αδικαιολόγητους χρηματοοικονομικούς φόβους, υπάρχει μια πιο απειλητική αιτία για την αμερικανική παθητικότητα και αφορά τον φόβο των επιχειρήσεων για αντίποινα από πλευράς της Κίνας. Οπως έχουν γράψει οι «Τimes», «πολυεθνικές εταιρείες από πολλούς κλάδους δύσκολα προβαίνουν σε καταγγελίες φοβούμενοι τα αντίποινα των κινέζων αξιωματούχων ενάντια σε κοινοπραξίες στη χώρα τους και τη δυνατότητα που αυτοί έχουν να αρνηθούν πρόσβαση στην αγορά σε οποιαδήποτε εταιρεία ταχθεί εναντίον της Κίνας».
Ενας παρόμοιος εκφοβισμός σίγουρα έχει συμβάλει στο να αποθαρρύνει την οποιαδήποτε δράση στο συναλλαγματικό μέτωπο. Είναι λοιπόν μια καλή ευκαιρία να θυμηθούμε ότι αυτό που είναι καλό για τις πολυεθνικές είναι συχνά κακό για την Αμερική και κυρίως τους εργαζομένους. Το ερώτημα είναι αν οι διαμορφωτές της αμερικανικής πολιτικής θα επιτρέψουν σε χρηματοοικονομικά φαντάσματα να τους τρομάζουν και σε επιχειρήσεις να τους εκφοβίζουν. Θα συνεχίσουν να μην κάνουν τίποτε ενάντια σε πολιτικές που ευνοούν τα ειδικά κινεζικά συμφέροντα σε βάρος τόσο των κινέζων όσο και των αμερικανών εργαζομένων ή θα αναλάβουν επιτέλους δράση;

PAUL KRUGMAN *
  ''ΒΗΜΑ''
14-9-2010
( *Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, 
  κάτοχος του βραβείου Νομπέλ Οικονομίας  2008 )