Nestor Kirchner
Ο Nestor Kirchner, και το φωτεινό παράδειγμα της Αργεντινής
Ο πρόσφατος απρόσμενος θάνατος του Nestor Kirchner στέρησε την Αργεντινή από έναν αμφισβητούμενο αλλά συγχρόνως εκπληκτικό ηγέτη. Και επίσης στέρησε από το νότιο ημισφαίριο του πλανήτη, μια ξεχωριστή προσωπικότητα που μπορούσε να αντιμετωπίσει στα ίσα τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς. Ο Kirchner τα έβαλε με τους πιστωτές, και κέρδισε.
Η σπουδαιότητα των κινήσεων του πρέπει να ιδωθεί μέσα στα πλαίσια της οικονομίας που κληρονόμησε όταν εξελέγη πρόεδρος της Αργεντινής το 2003. Η χώρα ήταν χρεοκοπημένη, μη μπορώντας να αποπληρώσει $100 δισ. που χρωστούσε. Η οικονομία της ήταν σε βαθιά ύφεση, με το ΑΕΠ της να έχει πέσει κατά 16% μέσα σε ένα χρόνο. Η ανεργία έφτανε στο 21.5%, και το 53% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχιας. ‘Ένα από τα πλουσιότερα κράτη της Νοτίου Αμερικής, είχε κυριολεκτικά εξαθλιωθεί, και σε κατά κεφαλή εισόδημα είχε καταντήσει φτωχότερο, ακόμη και από το Περού.
Η κρίση της Αργεντινής οφείλονταν ξεκάθαρα στη πιστή συμμόρφωσή της στο νέο-φιλελεύθερο μοντέλο. Η οικονομική φιλελευθεροποίηση που προκάλεσε τη κατάρρευση, ήταν κομμάτι ενός μεγαλύτερου προγράμματος ριζοσπαστικών οικονομικών μεταρρυθμίσεων, που είχαν μετατρέψει την Αργεντινή σε υπόδειγμα της παγκοσμιοποίησης. Η χώρα άνοιξε τα σύνορά της στο ελεύθερο εμπόριο, και προχώρησε σε ταχύρυθμη ιδιωτικοποίηση των πάντων, πουλώντας πάνω από 400 κρατικές επιχειρήσεις (αερογραμμές, εταιρίες πετρελαίου, χάλυβα, ταχυδρομεία, πετροχημικά, κλπ) που ήταν υπεύθυνες για το 7% του ετήσιου εθνικού της προϊόντος.
Σε μια επίδειξη απόλυτης πίστης στο φιλελεύθερο μοντέλο, το Buenos Aires παρέδωσε οικειοθελώς τον έλεγχο της οικονομίας της χώρας σε τρίτους, και μάλιστα σε μια εποχή ασταθούς παγκοσμιοποίησης της διεθνούς οικονομίας. Το νέο σύστημα που υιοθετήθηκε, συνέδεσε τη ποσότητα των pesos που ήταν σε κυκλοφορία, με τη ποσότητα των εισερχομένων δολαρίων. Αυτή η πολιτική, όπως έγραψε και η Washington Post, παρέδωσε τη δημοσιονομική πολιτική της χώρας στα χέρια του Alan Greenspan, που σαν επικεφαλής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Federal Reserve), ήλεγχε τη παγκόσμια προσφορά του αμερικανικού νομίσματος. Αυτό δηλαδή που έγινε, ήταν ουσιαστικά η «δολαριοποίηση» του εθνικού νομίσματος της Αργεντινής.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, και το συνεργαζόμενο με αυτό ΔΝΤ, ενθάρρυναν και συμφώνησαν με όλα αυτά τα μέτρα. Με βάση μάλιστα την αμφισβήτηση απέναντι στην φιλελευθεροποίηση που είχε προκύψει εξαιτίας της ασιατικής κρίσης του 1997-98, ο τότε υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Larry Summers επευφήμησε τη πώληση του τραπεζικού τομέα της Αργεντινής ως το ιδανικό μοντέλο για τις αναπτυσσόμενες χώρες. ‘Όπως είπε: «Σήμερα, το 50% του τραπεζικού τομέα, και το 70% των ιδιωτικών τραπεζών της Αργεντινής είναι υπό ξένο έλεγχο, το 1994 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 30%. Το αποτέλεσμα είναι μια πολύ πιο αποδοτική αγορά, και η αύξηση της εμπιστοσύνης από πλευράς των ξένων επενδυτών».
Καθώς το δολάριο ανέβαινε σε αξία, ανέβαινε και το αργεντίνικο peso, καθιστώντας όμως τα προϊόντα εξαγωγών της χώρας μη ανταγωνιστικά, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε τοπικό επίπεδο. Η επιβολή δασμών στις εισαγωγές ως μέτρο ανακούφισης δεν συζητήθηκε καν, καθώς οι τεχνοκράτες ήταν πλήρως αφοσιωμένοι στην απόλυτα ελεύθερη οικονομία. Αντ`αυτού, η χώρα άρχισε να δανείζεται τεράστια ποσά, ώστε να χρηματοδοτήσει το αυξανόμενο έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο, με αποτέλεσμα να πνιγεί στα χρέη. Όσο πιο πολύ δανείζονταν, τόσο ανέβαιναν και τα επιτόκια δανεισμού, καθώς οι διεθνείς πιστωτές άρχισαν να ανησυχούν. Το χρήμα άρχισε να φεύγει από τη χώρα, ενώ ο ξένος έλεγχος των τραπεζών διευκόλυνε την απομάκρυνση του απαραίτητου τραπεζικού κεφαλαίου, και έτσι οι τράπεζες άρχισαν να διστάζουν να δανειοδοτούν, τόσο προς το κράτος όσο και προς τους ιδιώτες.
Με την στήριξη όμως του ΔΝΤ, η νέο-φιλελεύθερη κυβέρνηση συνέχισε το στραγγαλισμό της χώρας που οφείλονταν κυρίως στη σύνδεση του εθνικού νομίσματος με το αμερικανικό δολάριο. Όπως μάλιστα παρατήρησε ο George Soros, «Η Αργεντινή θυσίασε τα πάντα, στο βωμό της σύνδεσης αυτής, και προκειμένου να τηρήσει τις διεθνείς της υποχρεώσεις».
Η κρίση που ξεδιπλώθηκε το 2001 ήταν τρομακτική σε ένταση, και ανάγκασε τη χώρα να απευθυνθεί στο ΔΝΤ για να πάρει χρήματα ώστε να εξυπηρετήσει το πελώριο χρέος της. Το ΔΝΤ, στο οποίο ήδη χρωστούσε, αρνήθηκε, με αποτέλεσμα η χώρα να κηρύξει στάση πληρωμών για $100 δισεκατομμύρια χρέους. Οι επιχειρήσεις κατέρρευσαν, ο κόσμος έχασε τη δουλειά του, το κεφάλαιο έφυγε από τη χώρα, και η λαϊκή δυσαρέσκεια που εκδηλώθηκε με διαδηλώσεις και ταραχές στους δρόμους ανέτρεπε τη μια κυβέρνηση μετά την άλλη.
Όταν κέρδισε τις εκλογές του 2003 ο Kirchner, κληρονόμησε μια κατεστραμμένη χώρα. Οι επιλογές που είχε ήταν: Χρέος ή αναγέννηση. Τα συμφέροντα των δανειοληπτών πάνω από όλα, ή προτεραιότητα στην οικονομική ανάκαμψη; Προσφέρθηκε να αποπληρώσει τα οφειλόμενα, αλλά με μεγάλη έκπτωση. Θα διέγραφε το 70-75%, και θα πλήρωνε 25-30 σέντς στο δολάριο. Οι δανειστές εξοργίστηκαν και απαίτησαν από το ΔΝΤ να τον επιπλήξει. Αυτός ανταπάντησε λέγοντας πως αυτή είναι η προσφορά, και προειδοποίησε πως είναι και η τελική. Ή θα τη δέχονταν ή θα έχαναν την ευκαιρία να πάρουν πίσω χρήματα. Ανακοίνωσε μάλιστα στους διεθνείς δανειστές πως δεν πρόκειται να φορολογήσει άλλο τους ήδη εξαθλιωμένους συμπατριώτες του και τους κάλεσε να επισκεφτούν τη χώρα ώστε να «δουν από κοντά τι σημαίνει φτώχια». Αντιμέτωπο με την αποφασιστικότητα του Kirchner, το ΔΝΤ ήταν αδύναμο να επέμβει, ενώ η πλειονότητα των δανειστών αποδέχθηκε, με θυμό, τους όρους του.
Ο Kirchner έπαιξε γερά, όχι μόνο με τους δανειστές, αλλά και με το ίδιο το ΔΝΤ. Ανακοίνωσε μάλιστα πως η χώρα του δεν θα ξοφλήσει μια δόση $3.3 δισ. που όφειλε στο ΔΝΤ, αν αυτό δεν του εγκρίνει ένα νέο δάνειο του ιδίου ποσού. Το ΔΝΤ φοβήθηκε, και έσπευσε να συμμορφωθεί. Τον Δεκέμβριο του 2005, ο Kirchner ξεπλήρωσε τα χρέη της χώρας του προς το ΔΝΤ και το έδιωξε πάραυτα και οριστικά.
Για περισσότερες από δυο δεκαετίες, από την εποχή της οικονομικής κρίσης του τρίτου κόσμου στη δεκαετία του 1980, πολλές κυβερνήσεις αναπτυσσόμενων χωρών ήθελαν να τα βάλουν με τους πιστωτές τους. Υπήρξαν πολλές περιπτώσεις στάσης πληρωμών, όμως ο Αργεντίνος Kirchner ήταν ο πρώτος που τους απείλησε δημοσίως και κέρδισε. Το Stratfor, που μελετά τα πολιτικά ρίσκα, υπογράμμισε τις ενέργειες του Kirchner λέγοντας πως «Αν η Αργεντινή απομακρυνθεί επιτυχώς από τα χρέη της, δηλαδή αν δεν καταρρεύσει οικονομικά όταν αποκλειστεί από τις διεθνείς χρηματαγορές εξαιτίας της μη αποπληρωμής των οφειλών της, τότε μπορεί και άλλα κράτη να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί οριστικά η οποιαδήποτε θεσμική και πολιτική επιρροή που έχει απομείνει στο ΔΝΤ». Και πράγματι, οι κινήσεις του Kirchner συνετέλεσαν στη φθορά της αξιοπιστίας και της ισχύος του ταμείου στα μέσα της δεκαετίας που διανύουμε.
Η Αργεντινή δεν κατέρρευσε. Αντίθετα, αναπτύχθηκε με εκπληκτικούς ετήσιους ρυθμούς 10% , για τα επόμενα 4 χρόνια. Αυτό δεν αποτελεί μυστήριο. Η βασική αιτία της ανάκαμψης και της ανάπτυξης ήταν το γεγονός ότι η κυβέρνηση επένδυσε στην οικονομία της χώρας αντί να στέλνει τα χρήματα στο εξωτερικό ως αποπληρωμή των δανείων. Η ιστορική αυτή πρωτοβουλία του Kirchner συνδυάστηκε και με άλλες κινήσεις που είχαν σκοπό το λύσιμο της χώρας του από τα δεσμά του νέο-φιλελευθερισμού. Ξαναπήρε τον έλεγχο του εθνικού νομίσματος, υιοθέτησε ελέγχους τιμών, επέβαλλε φόρους εξαγωγών, προχώρησε αύξηση των δημοσίων δαπανών, και θέσπισε οροφές στη τιμολόγηση των ΔΕΚΟ.
Ο Kirchner δεν περιορίστηκε σε μεταρρυθμίσεις μόνο στο εσωτερικό. Ανέλαβε πρωτοβουλίες υψηλού προφίλ, σε συνεργασία με άλλους προοδευτικούς ηγέτες της Λατινικής Αμερικής, με σκοπό τη καλύτερη εμπορική, οικονομική, και πολιτική συνεργασία. Χαρακτηριστική αυτής της συνεργασίας, ήταν η αγορά εκ μέρους της Βενεζουέλας κρατικών ομολόγων της Αργεντινής ύψους $2.4 δισ. που επέτρεψε στον Kirchner να ξοφλήσει το ΔΝΤ.
Μαζί με τον Hugo Chavez της Βενεζουέλας, τον Lula της Βραζιλίας, τον Evo Morales της Βολιβίας, και τον Rafael Correa του Εκουαδόρ, ο Kirchner ήταν ένας από τους αξιοθαύμαστους πολιτικούς ηγέτες που ξεπήδησαν από τη κρίση που προκάλεσε ο νέο-φιλελευθερισμός στη Νότια Αμερική. Όπως γράφει ο Mark Weisbrot, «Οι ενέργειες του Kirchner δεν τον κατέστησαν συμπαθή στη Ουάσιγκτον και στους διεθνείς οικονομικούς κύκλους, όμως θα καταγραφεί στην ιστορία όχι μόνο ως ένας μεγάλος πρόεδρος, αλλά και ως ένας ήρωας της ανεξαρτησίας της λατινικής Αμερικής».
ΠΗΓΗ:
Getting Argentina Out of Crisis by Defying the IMF and "Free" Trade
He reined in the IMF with the spectre of many other countries also walking away from their debts. By 2005, Argentina was able to kick the IMF out of the country entirely.
November 11, 2010
The unexpected death recently of Nestor Kirchner deprived not only Argentina of a remarkable, albeit controversial leader. It also took away an exemplary figure in the Global South when it came to dealing with international financial institutions.
Kirchner defied the creditors. More importantly, he got away with it.
The Collapse
The full significance of Kirchner’s moves must be seen in the context of the economy he inherited on his election as Argentine president in 2003. The country was bankrupt, having defaulted on $100 billion of its debt. The economy was in a depression, its gross domestic product having declined by over 16 percent that year. Unemployment stood at 21.5 percent of the work force, and 53 percent of Argentines had been pushed below the poverty line. What was once the richest country in Latin America in terms of per capita income plunged below Peru and parts of Central America.
Argentina’s crisis stemmed from its faithful adherence to the neoliberal model. The financial liberalization that served as the proximate cause of the collapse was part and parcel of a broader program of radical economic restructuring. Argentina had been the poster child of globalization, Latin-style. It brought down its trade barriers faster than most other countries in Latin America and liberalized its capital account more radically. It followed a comprehensive privatization program involving the sale of 400 state enterprises -- including airlines, oil companies, steel, insurance companies, telecommunications, postal services, and petrochemicals – a complex responsible for about seven percent of the nation’s annual domestic product.
In the most touching gesture of neoliberal faith, Buenos Aires adopted a currency board and thereby voluntarily gave up any meaningful control over the domestic impact of a volatile global economy. This system tied the quantity of pesos in circulation to the quantity of in-coming dollars. This policy, as the Washington Post writer Paul Blustein observed, handed over control of Argentina’s monetary policy to Alan Greenspan, the U.S. Federal Reserve chief who was on top of the world’s supply of dollars. This was, effectively, the dollarization of the country’s currency.
The U.S. Treasury Department and its surrogate, the International Monetary Fund (IMF), either urged or approved of all of these measures. In fact, even with financial liberalization called into question in the wake of the Asian financial crisis of 1997-98, then-Secretary of the Treasury Larry Summers extolled Argentina’s selling off of its banking sector as a model for the developing world: “Today, fully 50 percent of the banking sector, 70 percent of private banks, in Argentina are foreign-controlled, up from 30 percent in 1994. The result is a deeper, more efficient market, and external investors with a greater stake in staying put.”
As the dollar rose in value, so did the peso, making Argentine goods non-competitive both globally and locally. Raising tariff barriers against imports was not an option owing to the technocrats’ commitment to the neoliberal tenet of free trade. Instead, borrowing heavily to fund the dangerously widening trade gap, Argentina spiraled into debt. The more it borrowed, the higher the interest rates rose as international creditors grew increasingly alarmed. Money began leaving the country. Foreign control of the banking system facilitated the outflow of much-needed capital by banks that became increasingly reluctant to lend, both to the government and to local businesses.
Backed by the IMF, the neoliberal government nevertheless continued to keep the country in the straitjacket that the peso-dollar currency board arrangement had become. As George Soros observed, Argentina “sacrificed practically everything on the altar of maintaining the currency board and meeting international obligations.”
Advertisement The crisis unfolded with frightening speed in late 2001, forcing Argentina to go to the IMF for money to service its mounting debt. After earlier providing loans, the IMF refused its pupil this time, leading to the government’s $100 billion debt default. Businesses collapsed, people lost jobs, capital left the country, and riots and other forms citizen unrest toppled one government after another.
Kirchner’s Gamble
When Kirchner won the elections for the presidency in 2003, he inherited a devastated country. He saw the choice as debt or resurrection, putting the interests of the creditors first or prioritizing economic recovery. Kirchner offered to settle Argentina’s debts but at a steep discount. He would write off 70-75 percent, repaying only 25-30 cents to the dollar. The bondholders screamed and demanded that the IMF discipline Kirchner. Kirchner repeated his offer and warned the bondholders that this was a one-time offer that they had to accept or lose the rights to any repayment. He told the creditors that he would not tax poverty-ridden Argentines to pay off the debt and invited them to visit his country’s slums to “experience poverty first hand.” Faced with his determination, the IMF stood by helplessly and a majority of the bondholders angrily accepted his terms.
Indeed, Kirchner played hardball not only with the creditors but with the IMF. He told the Fund in early 2004 that Argentina would not repay a $3.3 billion installment due the IMF unless it approved a similar amount of lending to Buenos Aires. The IMF blinked and came up with the money. In December 2005, Kirchner paid off the country’s debt to the IMF in full and booted the Fund out of Argentina.
For over two decades, since the Third World debt crisis in the early 1980s, developing country governments had considered defying the creditors. There had been a few quiet defaults on payments, but Kirchner was the first to publicly threaten the lenders with a unilateral haircut and make good on that promise. Stratfor, the political risk analysis firm, pointed out the implications of his high-wire act: “If Argentina walks away from its private and multilateral debts successfully -- meaning it doesn’t collapse economically when it is shut out of international markets after repudiating its debt -- then other countries might soon take the same path. This could finish what little institutional and geopolitical relevance the IMF has left.”
And indeed, Kirchner’s act contributed to the erosion of the credibility and power of the Fund in the middle of this decade.
Recovery
Argentina did not collapse. Instead, it grew by a remarkable 10 percent per year over the next four years. This was no mystery. A central cause of the high rate of growth was the financial resources that the government reinvested in the economy instead of sending outside as debt service. Kirchner’s historic debt initiative was accompanied by other moves to throw off the shackles of neoliberalism: the adoption of a managed float for the Argentine peso, domestic price controls, export taxes, sharply increased public spending, and caps on utility rates.
Kirchner did not confine his reforms to the domestic sphere. He undertook high-profile initiatives with other progressive leaders in Latin America, such as the sinking of the Washington-sponsored Free Trade of the Americas and efforts to bring about greater economic and political cooperation. Emblematic of this alliance was Venezuela’s $2.4 billion purchase of Argentine bonds, which enabled Argentina to pay off all of the country’s debt to the IMF.
Along with Hugo Chavez of Venezuela, Lula of Brazil, Evo Morales of Bolivia, and Rafael Correa of Ecuador, Kirchner was one of several remarkable leaders that the crisis of neoliberalism produced in Latin America. Mark Weisbrot, who captured his continental significance, writes that Kirchner’s moves “have not generally won him much favor in Washington and in international business circles, but history will record him not only as a great president but also as an independence hero of Latin America.”
Walden Bello
Walden Bello
(Member of the House of Representatives of the Philippines, a senior analyst of Focus on the Global South, and a columnist for Foreign Policy In Focus)
ΠΗΓΗ