Ανταγωνιστικότητα ...
(...)
απ' την Ιρλανδία μέχρι την Ελλάδα, οι πάντες συζητούν μέρα-νύχτα για τα επιτόκια των δανείων και τις δόσεις, διαφωνούν για την ανταγωνιστικότητα και τις εγγυήσεις, θρηνούν για τα ελλείμματα και τους στατιστικούς πίνακες
(...)
Ανταγωνιστικότητα
Στο σημείο όπου βρίσκεται, ολοφάνερα απελπιστικό, η ελληνική κοινωνία χρειάζεται πλέον αρκετό θάρρος για να δεχτεί το αυτονόητο: ότι ειδικά σαν τέτοια, δηλαδή κοινωνία, δεν μπορεί παρά να συγκροτείται γύρω από έναν λίγο-πολύ συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου ο οποίος, επισήμως, καταργήθηκε.
Μετά βίας θα λέγαμε ότι το ίδιο ισχύει, π.χ., για τους Γερμανούς, πάντοτε πρόθυμους να φτιάξουν την τέλεια μηχανή.
Η ΑΝΑΙΜΑΚΤΗ συγκατοίκηση των διαφορετικών ανθρώπινων τύπων που ζουν στην κατ' όνομα Ενωμένη Ευρώπη υποτίθεται πως θα αντλούσε τις εγγυήσεις της απ' το ενιαίο όραμα ενός μεγάλου πλουραλιστικού έθνους θεμελιωμένου σε μια κοινή πολιτισμική και ανθρωπιστική παράδοση, ενός έθνους που -έτσι μας έλεγαν- θα ερχόταν σε θέση ισότιμου συνομιλητή με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και τους αναπτυσσόμενους γίγαντες της Ανατολής. Μ' άλλα λόγια, η θέση περιωπής της Ευρώπης θα εξασφαλιζόταν ακριβώς στο μέτρο που αυτή θα παρέμενε το λίκνο του σεβασμού προς τις αποκλίσεις, απ' όπου θα πήγαζε η πολιτική της νομιμοποίηση.
ΚΑΤΙ τέτοιο δεν συνέβη ούτε κατ' ελάχιστον. Το εγχείρημα της εξομάλυνσης των αντιθέσεων, προς την κατεύθυνση μιας ευεργετικής πολυεθνικής σύνθεσης, ανέλαβαν αυτομάτως οι δυνάμεις εκείνες που σκόπευαν, εξ αρχής και χωρίς προσχήματα, να το εξαντλήσουν στη σφαίρα της οικονομίας. Ομως η οικονομία δεν ήταν πια ευρωπαϊκή ή αμερικανική, ήταν απλώς μια λειτουργία συσχετισμών σε παγκόσμια κλίμακα, ένας διαρκής πλειστηριασμός συμφερόντων ανάμεσα σε απρόσωπους τομείς που μάχονταν για την παραγωγή και κατανομή πραγματικών και φαντασιακών κερδών ή κινδύνων, ανεξαρτήτως των συνεπειών που επέφερε αυτή η λυσσαλέα επιδίωξη στην ηθική και ψυχική ταυτότητα των εμπλεκομένων μαζών. Η οικονομία ήταν καθαρός τζόγος.
ΕΤΣΙ φτάσαμε ταχύτατα, και πολύ ευρωπαϊκά, τουτέστιν αμερικάνικα, στη θρησκευτική εξιδανίκευση της ιδέας μιας εξοντωτικής ανταγωνιστικότητας δίχως όρια, στην οποία οι καλοθελητές αντιπαραθέτουν υποτιμητικά την τεμπελιά των λαών του νότου, ήδη διάσημη από τότε που ο Χίτλερ έκανε τα καυστικά του σχόλια για την επιπολαιότητα των Ιταλών συμμάχων του. Τα επακόλουθα έδειξαν ότι η οικονομική ενοποίηση των χωρών της Ευρώπης, πέρα απ' το νομισματικό πρώτο βήμα και τους περίφημους ελεγκτικούς μηχανισμούς και θεσμούς, με των οποίων τα παρασιτοκτόνα μάς ψεκάζουν καταιγιστικά οι τηλεοράσεις, η ενοποίηση λοιπόν απέτυχε παταγωδώς.
ΠΕΤΥΧΕ, ωστόσο, σ' ένα άλλο επίπεδο που, περιέργως, αν και εξακολουθούμε να το ταυτίζουμε αφελώς με την οικονομία, είναι στην ουσία πολιτισμικό, δηλαδή αφορά τις διαμεσολαβημένες επιδράσεις της κρίσης στη συνείδηση των Ευρωπαίων και στον τρόπο με τον οποίο μαθαίνουν να σκέφτονται: με τη σύμπραξη των τραπεζών, των ΜΜΕ και των κυβερνήσεων, αυτή η κατάκτηση θριαμβεύει στο φοβερό γεγονός ότι, απ' την Ιρλανδία μέχρι την Ελλάδα, οι πάντες συζητούν μέρα-νύχτα για τα επιτόκια των δανείων και τις δόσεις, διαφωνούν για την ανταγωνιστικότητα και τις εγγυήσεις, θρηνούν για τα ελλείμματα και τους στατιστικούς πίνακες -οτιδήποτε άλλο έπαψε να υπάρχει διά νόμου. Αυτό είναι μια νίκη που πρέπει να τους αναγνωρίσουμε.
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΑΡΑΝΙΤΣΗΣ
''Ελευθεροτυπία ''
28 Μαΐου 2011