Ελληνική κρίση και οι μεταλλαγές της Ε.Ε. ...


Ελληνική κρίση και οι μεταλλαγές της Ε.Ε.

 Η Ε.Ε. δείχνει να μεταλλάσσεται αρνητικά υπό την πίεση της κρίσης.

Η συνάντηση στο Λουξεμβούργο, που πραγματοποιήθηκε πριν από δύο εβδομάδες με τη συμμετοχή της Ελλάδας, της τρόικας καθώς και των κρατών της Ε.Ε. που είναι μέλη της G20, ή συμμετέχουν σε αυτήν, συνιστούσε από τη σκοπιά του δικαίου της Ε.Ε. μια παρακάμερα. Ηταν η θεσμοποίηση της παραβίασης των κανόνων που διέπουν το δίκαιο της Ε.Ε. με μακροχρόνιες αρνητικές συνέπειες. Ηταν η ίδρυση του διευθυντηρίου των ισχυρών και η κατάργηση της ισοτιμίας εντός του ευρωπαϊκού θεσμικού συστήματος.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται η εμφάνιση υπαλλήλων της τρόικας ενώπιον του ελληνικού Κοινοβουλίου με συνεχείς συστάσεις προς τις εκλεγμένες πολιτικές δυνάμεις του τόπου ως προς το τι οφείλουν να πράξουν. Και αυτή η πρακτική αντίκειται στο κοινοτικό δίκαιο. Ούτε οι υπάλληλοι της Επιτροπής αλλά ούτε καν η ίδια η Επιτροπή δικαιούνται να ομιλούν για τομείς της κυριαρχίας και λειτουργίας μιας χώρας για τις οποίες δεν υπάρχει πρόβλεψη δικής τους αρμοδιότητας στο κοινοτικό δίκαιο. Ο,τι πράττουν είναι παράνομο ακόμα και αν γίνεται με τη συνενοχή ελληνικών πολιτικών δυνάμεων.
Η Ε.Ε., αντί να βρίσκεται σε μια πορεία σύγκλισης, όπως υποτίθεται ότι ήταν το σχέδιο και η ουσία των Συνθηκών, βρέθηκε σε μια πορεία απόκλισης της οικονομίας των κρατών-μελών και προσπάθεια κατάργησης της πολιτικής νομιμότητας στα πιο αδύνατα από αυτά.
Αντί να υπάρξει η βούληση για ανατροπή αυτής της τάσης, εκδηλώνεται όλο και πιο ισχυρά η διάθεση πλουσίων περιοχών να ωθήσουν εθνικά κράτη σε «απόσχιση» από την Ε.Ε. Απόσχιση, δηλαδή, στη βάση των συμφερόντων των πλέον επωφελημένων από την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Το ότι προβάλλεται από τους ισχυρούς λιγότερο το αίτημα της ίδιας της αποχώρησης και περισσότερο εκείνο του εξοβελισμού των προβληματικών τρίτων από την Ε.Ε. δεν αλλάζει σε τίποτα αυτό το αρνητικό γεγονός.
Επιπλέον στα πιο πάνω, τα πλούσια κράτη της Ε.Ε. δείχνουν ως να θέλουν να υπερασπιστούν τον πλούτο τους έναντι των προβληματικών εταίρων στην Ε.Ε., και όχι την περαιτέρω ενοποίησή της στη δύσκολη αυτή περίοδο. Αυτό γίνεται φανερό από την εκ μέρους τους όλο και πιο αρνητική αντιμετώπιση της συμφωνίας του Σένγκεν και των αρχών της ελεύθερης διακίνησης προσώπων στον κοινό ευρωπαϊκό χώρο, όπως και από τη σαφή υπερίσχυση εθνικών πολιτικών σε αυτόν τον τομέα (Ιταλία και Γαλλία, πιο πρόσφατα Δανία).
Η υπεράσπιση αυτού του πλούτου συνδέεται με την επανεμφάνιση ενός στενά οικονομικού εθνικισμού σε κράτη-μέλη της Ε.Ε., ιδιαίτερα στη Γερμανία και τη Φιλανδία που, αν και από τις πλέον κερδισμένες περιπτώσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης, κινούνται ως να είναι τα εν δυνάμει θύματα της κρίσης. Και αυτό, επειδή δεν μπορούν να συνδυάσουν την τοκογλυφία σε βάρος του Νότου με την εκδίωξη του τελευταίου από την ευρωπαϊκή οικογένεια.
Τέλος, η πρόσφατη κρίση στον ευρωπαϊκό Νότο συνδέεται και με το γεγονός ότι οι πλουσιότερες χώρες της Ενωσης, αφού δυνάμωσαν χάρις στην τελευταία, πιστεύουν ότι μπορούν να συμμετέχουν άμεσα στις παγκόσμιες αγορές και στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης.
Συχνά, δηλαδή, χωρίς την ασπίδα (Γαλλία) ή τη διαμεσολάβηση της Ε.Ε. (Γερμανία). Αυτό τις οδηγεί να θεωρούν τους αναγκαίους συμβιβασμούς εντός της Ε.Ε. ως υπερβολικές παραχωρήσεις

Του ΝΙΚΟΥ ΚΟΤΖΙΑ
Συγγραφέα, καθηγητή του Πανεπιστημίου Πειραιώς 
''Ελευθεροτυπία''
 22 Μαΐου 2011