«Μπροστά στα χρέη της Γερμανίας τα ελληνικά είναι... στραγάλια»
«Μπροστά στα χρέη της Γερμανίας τα ελληνικά είναι... στραγάλια»
Γερμανοί πολιτικοί και διανοούμενοι δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για τη στάση του Βερολίνου και παραδέχονται τα οικονομικά αμαρτήματα της χώρας τους
Ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας Ρίχαρντ φον Βαϊτσέκερ
ΒΕΡΟΛΙΝΟ O γερμανός χριστιανοδημοκράτης πρώην υπουργός Οικονομικών Τέο Βάιγκελ αγαπά τις μαθηματικά καθαρές διατυπώσεις. Αν και Βαυαρός, μιλάει με πρωσική ακρίβεια. Αυτό έκανε και το 1998 στο θέμα της τήρησης του κριτηρίου του Μάαστριχτ που βάζει όριο 3% στο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. «Πώς εννοείτε το 3%;» τον ρώτησε δημοσιογράφος. «Οταν λέω 3%εννοώ 3%» απάντησε εκείνος. «Ούτε χιλιοστό παραπάνω». Πέντε χρόνια αργότερα, το 2003, η Γερμανία ήταν η πρώτη χώρα της ευρωζώνης που υπερέβαινε κατά πολύ το περίεργο αυτό κριτήριο. Η υπέρβαση ωστόσο δεν της στοίχισε πολλά: Μαζί με τη Γαλλία, που είχε επίσης λερωμένη τη φωλιά της, «κουκούλωσε» εύκολα το θέμα. Η μόνη ποινή εναντίον της ήταν μια μομφή από τις Βρυξέλλες- από πρόστιμο ούτε ευρώ.
«Ο μεγαλύτερος αμαρτωλός»
«Η Γερμανία είναι, σε θέματα χρεών,ο μεγαλύτερος αμαρτωλός του εικοστού αιώνα» λέει ο ιστορικός της Οικονομίας Αλμπρεχτ Ριτσλ. Και η αμαρτία της δεν ήταν μία και μοναδική, αλλά διπλή και τριπλή. Η πρώτη διαπράχθηκε την εποχή του Μεσοπολέμου, όταν η χώρα αυτή ζούσε σχεδόν αποκλειστικά με δανεικά κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες- με αποτέλεσμα, το 1931, όταν ήρθε το παγκόσμιο οικονομικό κραχ, να συμπαρασύρει και τη χώρα αυτή στην οικονομική καταστροφή. Ακολούθησε η χρεοκοπία του 1945. Η Γερμανία κατόρθωσε τότε να ορθοποδήσει μόνο χάρη σε νέα τεράστια εμβάσματα από τις ΗΠΑ, τα οποία αποδείχθηκαν εκ νέου «δανεικά και αγύριστα».
Η πιο «μουλωχτή» αλλά και πιο σκανδαλώδης χρεοκοπία συνέβη όμως το 1990, όταν η συνθήκη «4+2» για την επανένωση της Γερμανίας δεν πήρε τη μορφή, όπως προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο, συνθήκης ειρήνης. Ετσι παρακάμφθηκε η Συμφωνία του Λονδίνου από το 1953, που προέβλεπε την καταβολή αποζημιώσεων στις κατεχόμενες χώρες κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αμέσως μετά τη σύναψη τέτοιας συνθήκης. Ετσι η Γερμανία παρακράτησε από τους δικαιούχους ποσά πολλών τρισεκατομμυρίων ευρώ. Αν οι Ελληνες και οι άλλοι κατεχόμενοι λαοί «απαιτούσαν σοβαρά τις αποζημιώσεις, θα πρέπει να πληρώσουμε» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Ριτσλ. «Και τότε θα μας πάρουν και τα σώβρακα».
Το συμπέρασμά του: Ιστορικά, η Γερμανία είναι τόσο «φαλιρισμένη» ώστε να μη δικαιολογείται με τίποτε το τουπέ που παίρνει σήμερα έναντι χωρών που απειλούνται από χρεοκοπία. «Σε σύγκριση με τα γερμα νικά χρέη του παρελθόντος, τα ελληνικά είναι “peanuts” (σ.σ.: «στραγάλια) » λέει.
«Ποιος είναι ο ένοχος, αν το ευρώ ναυαγήσει;» διερωτάται ο δημοσιολόγος Ντιρκ Μίλερ στο περιοδικό «Der Spiegel». Η απάντησή του: «Η Γερμανία!». Και αυτό επειδή η κυβέρνησή της δεν κατανοεί προφανώς την ευθύνη της έναντι της Ευρώπης.
«Αν το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα ναυαγήσει, αυτός που θα διαπομπευθεί θα είναι η Γερμανία ως εκείνο το έθνοςπου θα μπορούσε να σώσει το ευρώ, δεν το έκανε όμως για ιδιοτελείς λόγους» καταλήγει το άρθρο. «Η ζημιά που θα προκύψει δεν μπορεί να ζυγισθεί με χρήμα».
Την αντίστροφη πτυχή του θέματος ανακίνησε ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας Ρίχαρντ φον Βαϊτσέκερ με άρθρο στο ταμπλόιντ «Βild-Ζeitung», στο οποίο τα βάζει με εκείνους που λοιδορούν τους «τεμπέληδες» Ελληνες. «Τι είναι αυτό που μας δίνει τέτοιο δικαίωμα;» γράφει. «Θα τα καταφέρναμε καλύτερα αν ήμασταν εμείς στη θέση τους;».
Ηγέτες κατώτεροι των περιστάσεων
Στις φωνές κατά της γερμανικής «υπεροψίας» έρχεται να προστεθεί και εκείνη του πρώην υπουργού Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ. Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Suddeutsche Ζeitung» υπό τον τίτλο «Παίζονται σχεδόν όλα!» το πρώην «αστέρι» των Πρασίνων γράφει: «Τι περιμένουν οι πρωθυπουργοί της ευρωζώνης; Εδώ και έναν χρόνο θα έπρεπε να ξέρουν τον κίνδυνο που εμπεριέχουν τα ελληνικά χρέη για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Από αποφασιστικότητα ούτε ίχνος- αντί γι΄ αυτό κυριαρχούν οι εθνικοί εγωισμοί και η ολιγωρία. Ή κρατάμε λοιπόν το ευρώ ή το καταργούμε.Αλλά η κατάργησή τουθα ρίξει την Ευρώπη μισόν αιώνα πίσω».
Aνταπόκριση ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΣ
26-4-2011