Ιταλία: Το επόμενο ντόμινο;



 Ιταλία:
Το επόμενο ντόμινο;
Του Κώστα Ράπτη

"Η αναστάτωση στις αγορές λόγω της δημοσιονομικής κρίσης στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία θα ωχριά σε σχέση με την καταστροφή που θα ακολουθήσει η απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών για το χρέος μιας μεγάλης οικονομίας" προειδοποίησε η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών στην ετήσια έκθεσή της που δόθηκε την Κυριακή στη δημοσιότητα. Ωστόσο, την ίδια ώρα, που οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες, εκπονούν σχέδια περιχαράκωσης της κρίσης στην Ελλάδα, ώστε να αποφύγουν την μετάδοσή της σε ό,τι ευρέως θεωρείται ως το επόμενο «ντόμινο», την Ισπανία, πληθαίνουν τα ανησυχητικά μηνύματα σε σχέση με την πολύ μεγαλύτερη, και μέχρι πρότινος θεωρούμενη ως περισσότερο «οχυρωμένη», οικονομία της Ιταλίας.
Με το spread και το ασφάλιστρο κινδύνου των ιταλικών ομολόγων να έχουν πλέον ξεπεράσει τον μήνα αυτόν το επίπεδο-ρεκόρ των 200 μ.β., δεν είναι παράδοξο που η έκδοση εντόκων γραμματίων του Ιταλικού Δημοσίου τη Δευτέρα σημαδεύθηκε από αποδόσεις χαρακτηριστικές της νευρικότητας της αγοράς (σχεδόν 2% για τα εξάμηνα, ύψους 8 δισ. ευρώ, έναντι 1,65% της προηγούμενης έκδοσης, και 3,22% για τα γραμμάτια λήξης 2013, έναντι 2,85%). Την Παρασκευή, κύμα μαζικών πωλήσεων τραπεζικών μετοχών, εν μέσω φημών για πιθανή υποβάθμιση της χώρας, οδήγησε σε διακοπή της διαπραγμάτευσης στο Χρηματιστήριο του Μιλάνο των μετοχών των UniCredit,Intesa Sanpaolo, Banca Popolare di Milano και UBI Banca.
Ο Ιταλός Πρωθυπουργός Silvio Berlusconi έκανε λόγο την περασμένη εβδομάδα για «κερδοσκοπικές ακρίδες» που παραμονεύουν στις αγορές προκειμένου να επιτεθούν στη χώρα του. Ωστόσο, η έκκληση εθνικής συσπείρωσης γύρω από την κυβέρνησή του την οποία απηύθυνε, αποκαλύπτει το πολιτικό πρόβλημα που έρχεται να οξύνει την δεδομένη δημοσιονομική κρίση –με το δημόσιο χρέος να ανέρχεται στο 120% του ΑΕΠ.
Η συγκυβέρνηση του Berlusconi με την Λέγκα του Βορρά βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί, καθώς μετά από αλλεπάλληλες προτάσεις μομφής που έχει καταθέσει η αντιπολίτευση στο Κοινοβούλιο, οι εταίροι του Πρωθυπουργού ανεβάζουν διαρκώς τον πήχη των απαιτήσεων που εγείρουν προκειμένου να συνεχίσουν να προσφέρουν τη στήριξή τους. Κυρίως δε, θέτουν στο στόχαστρο τον τεχνοκράτη υπουργό Οικονομικών Giulio Tremonti, τυχόν απομάκρυνση του οποίου θα αποτελούσε σήμα απώλειας κάθε εμπιστοσύνης για τις αγορές.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα εκτυλίσσονται με το πακέτο περικοπών ύψους 40 δισ. το οποίο ο Tremonti αναμένεται να ανακοινώσει τη Δευτέρα. «Τα προσχέδια των μέτρων που παρουσίασε ο υπουργός Οικονομικών θα έπρεπε να μελετηθούν από ψυχίατρο» δήλωσε ο υφυπουργός Άμυνας Guido Crosetto, άλλοτε υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του «Λαού της Ελευθερίας» , ο οποίος επιπλέον διαμήνυσε ότι «έχει κουραστεί να ακούει τον συγκεκριμένο υπουργό να αναπτύσσει θετικές θεωρίες και να πράττει με λανθασμένο τρόπο από την στιγμή που το μόνο υπουργείο που αύξησε τις τρέχουσες δαπάνες, είναι εκείνο των οικονομικών».
Ο ηγέτης της Λέγκας του Βορρά Umberto Bossi έκανε γνωστό από την μεριά του ότι «αντιτίθεται στην αύξηση της συντάξιμης ηλικίας», υπογραμμίζοντας ότι «η κυβέρνηση και ο Μπερλουσκόνι δεν πρέπει γενικότερα να τραβήξουν υπερβολικά το σκοινί, διότι, στο τέλος, θα σπάσει».
Υπενθυμίζεται ότι ο Tremonti προσανατολίζεται σε μείωση κατά περίπου 30% των απολαβών όλων των αιρετών αρχόντων, προσαρμόζοντάς τις στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καθώς και σε περιορισμό του ιταλικού στόλου κρατικών αυτοκινήτων, του μεγαλύτερου της Γηραιάς Ηπείρου. Επιπλέον, προβλέπεται, σύμφωνα με όσα διαρρέουν στα ΜΜΕ, βαθμιαία σύνδεση της συντάξιμης ηλικίας με το αυξανόμενο προσδόκιμο ζωής, αρχής γενομένης από το 2013, και συνταξιοδότηση στα 65 των γυναικών που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, αρχής γενομένης από το 2025. Τέλος ο Tremonti φέρεται να εξετάζει την αύξηση της φορολόγησής των μερισμάτων από το 12% στο 20%, με μόνη εξαίρεση τα κρατικά ομόλογα, απλούστευση του φορολογικού συστήματος με καθιέρωση τριών μόνο συντελεστών (20%, 30% και 40%) στον φόρο εισοδήματος, περικοπές σε δαπάνες για την υγεία και την χορήγηση φαρμάκων, πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και των νέων προσλήψεων, καθώς και μείωση κατά τουλάχιστο 3 δισ. ευρώ της χρηματοδότησης της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Ωστόσο, πέραν των δημόσιων οικονομικών η μεγαλύτερη πρόκληση για την Ιταλία βρίσκεται στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητάς της: ο Economist υπενθυμίζει ότι αν και η χώρα διατηρεί κατά βάση υγιές τραπεζικό σύστημα, απέφυγε τη στεγαστική φούσκα και έχει περιορίσει το μεν έλλειμμα στο 4% του ΑΕΠ (έναντι λ.χ. 6% της Γαλλίας) και την ανεργία στο 8% (έναντι 8% της Ισπανίας), το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ουσιαστικά υποχώρησε την πρώτη δεκαετία του αιώνα, η παραγωγικότητα μειώθηκε κατά 5%, η γήρανση του πληθυσμού επιδεινώθηκε, ενώ η γραφειοκρατία και η διαφθορά έχουν ρίξει την Ιταλία στην 48η θέση της παγκόσμιας κατάταξης ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum, πίσω από την Ινδονησία και τα Μπαρμπέιντος.