Το αντίδοτο στην κρίση κρύβεται στην ελληνική γη ...


Το αντίδοτο στην κρίση κρύβεται στην ελληνική γη

Σπάνιες καλλιέργειες και εκτροφεία αποδίδουν ακόμα και αυτήν τη δύσκολη περίοδο με εξασφαλισμένη πελατεία κυρίως από το εξωτερικό

Είναι οι αγρότες που τολμούν το παραπάνω βήμα, δοκιμάζουν την τύχη τους σε καλλιέργειες ή εκτροφές λιγότερο διαδεδομένες. Τουλάχιστον στο ξεκίνημά τους οι περισσότεροι ρισκάρουν. Με μικρή ή χωρίς καθόλου επιδότηση, δεν το βάζουν κάτω ούτε τώρα, με το γενικότερο οικονομικό στρίμωγμα. Αντιθέτως, έχουν εξασφαλισμένη τη σταθερή πελατεία τους, κυρίως στις αγορές του εξωτερικού...
Βρήκαν τον τρόπο τους να έχουν μόνιμη και αποδοτική δουλειά, ειδικά όταν και η φύση συμμαχεί μαζί τους. Είκοσι δύο από τους αγρότες του Εβρου στο χωριό Τυχερό ενώνουν χρόνια τώρα τις δυνάμεις τους. Καλλιεργούν εκλεκτά λευκά σπαράγγια που γίνονται ανάρπαστα στο Μόναχο. Υπό νορμάλ ρυθμούς, καταφέρνουν και βγάζουν ώς και εννιακόσιους τόνους (!) ετησίως.
«Για εμάς δεν περισσεύει τίποτα! Ολα καταλήγουν νωπά εκτός συνόρων, μια και θεωρούνται ο βασιλιάς των κηπευτικών! Τα καλλιεργούμε συστηματικά από το 1994, οπότε και συστήσαμε τον Αγροτικό Συνεταιρισμό Κοινής Γεωργικής Εκμετάλλευσης Τυχερού. Από τότε τα στέλνουμε σε δύο μεγάλες γερμανικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Μας τα προπληρώνουν, αφού υπογράφουμε κάθε χρόνο και νέο συμβόλαιο μαζί τους. Αυτομάτως, και εμείς έχουμε σίγουρους πελάτες, και μάλιστα στην πιο κεντρική αγορά της Ευρώπης», λέει στα «ΝΕΑ» ο Θανάσης Μαλτεπιώτης, ταμίας του συνεταιρισμού.
Από κοινού με τρεις συναδέλφους του διαθέτουν τα 160 από τα 1.100 στρέμματα φυτειών σπαραγγιού στην περιοχή, σε σύνολο 6.500 στον νομό και 35.000 πανελλαδικά. Σαράντα εργάτες έχουν αναλάβει τη φροντίδα και συγκομιδή των βλασταριών τους. «Είναι ευαίσθητο προϊόν και θέλει προσοχή. Πρέπει να τοποθετήσουμε και νάιλον περιμετρικά για να τα προστατέψουμε από δυνατές βροχές και ηλιοφάνειες. Και τα έξοδά μας είναι αυξημένα κατά τον τελευταίο χρόνο. Δαπανούμε ώς και 900 ευρώ ετησίως ανά στρέμμα», επισημαίνει.
Στον Εβρο ωστόσο ποντάρουν - λένε - στο συγκριτικό πλεονέκτημά τους. «Μας ευνοούν τα εδάφη μας, οι αμμώδεις περιοχές που βρέχονται από τον μεγάλο ποταμό μας. Από κει και πέρα, στη δουλειά μας παίζει μεγάλο ρόλο και η τύχη: πέρυσι χάσαμε σχεδόν τη μισή σοδειά μας από πλημμύρες. Αν πάντως δεν έχουμε τέτοια προβλήματα και ξεκινήσουμε έγκαιρα τον Απρίλιο το μάζεμα, τότε πραγματικά αξίζει ο κόπος. Πιάνουμε τιμές ώς και 12 ευρώ το κιλό, όταν οι Γερμανοί δεν έχουν και δικά τους σπαράγγια σε αφθονία. Στη χειρότερη περίπτωση, θα αρκεστούμε στα 2,5 - 4 ευρώ το κιλό», τονίζει.

***
Σαλιγκάρια που… σουλατσάρουν! Ο πρώτος ελληνικός Συνεταιρισμός Σαλιγκαροτρόφων είναι γεγονός. Ιδρύθηκε πρόσφατα, με έδρα τα Γεφύρια Καρδίτσας, με σκοπό την ανάπτυξη του κλάδου. Αριθμεί 23 μέλη, εκ των οποίων τα 10 είναι και ιδιοκτήτες εκτροφείων. Και δεν είναι μόνο η Θεσσαλία που έχει στο πιάτο της μαγειρευτά γαστερόποδα. Ανάλογους μεζέδες για… καλοφαγάδες λανσάρει από φέτος στο χωριό Μαρίνα της Φλώρινας ο 33χρονος Κώστας Βασιλείου. Πατέρας δύο παιδιών, άφησε στην άκρη εδώ και είκοσι ένα μήνες τη δουλειά τού λογιστή και άλλαξε εντελώς πορεία. Μια εκπομπή σχετική με σαλιγκάρια που είδε τυχαία στην τηλεόραση αποδείχθηκε καθοριστική.
«Από εκείνη τη στιγμή άρχισα να ψάχνω τους διάφορους τρόπους εκτροφής. Αυτό που κυρίως με κέρδισε στη μέθοδο του ανοικτού βιολογικού κύκλου είναι αυτή η άμεση επαφή με τη φύση: τα σαλιγκάρια μου εκτρέφονται στο χωράφι, σαν να μεγάλωναν ελεύθερα στην ύπαιθρο, μέχρι να ωριμάσουν για δώδεκα μήνες και να συλλεχθούν. Οπως κι όλες οι επενδύσεις, βέβαια, το ρίσκο για πιθανό απρόοπτο είναι υπαρκτό. Με τη σημαντική διαφορά, ωστόσο, πως στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει το άγχος των πωλήσεων, διότι η ζήτησή τους είναι δεδομένη: πριν ακόμα από την εγκατάσταση του εκτροφείου μας, υπογράψαμε συμβόλαιο απευθείας με το Διεθνές Ινστιτούτο Σαλιγκαροτροφίας που εδρεύει στην Ιταλία. Μέσω αυτού, λοιπόν, εμείς έχουμε στη διάθεσή μας τη σωστή καθοδήγηση - τεχνογνωσία του για 35 χρόνια, ενώ και το Ινστιτούτο δεσμεύεται να αγοράζει την παραγωγή μας», σημειώνει.
Η δαπάνη για κάθε στρέμμα του ανήλθε περίπου στις 4.000 ευρώ. Στα δέκα που έχει διαθέσιμα σήμερα για να… σουλατσάρουν τα σαλιγκάρια του αρκεί η προσωπική εργασία του ή και επιπλέον ένα άτομο να τα φροντίζει.
«Σίγουρα χρειάζεται εργατικότητα και μεθοδικότητα. Η σαλιγκαροτροφία είναι επιστήμη, όχι το μάννα εξ ουρανού που θα μας βοηθήσει να γίνουμε πλούσιοι χωρίς συστηματική ενασχόληση», ξεκαθαρίζει. Στην πρώτη παραγωγική σεζόν του, φέτος, αναμένει απόδοση γύρω στα 700 κιλά ανά στρέμμα. Από του χρόνου πια, θα φτάνει ώς και τα 1.200 κιλά σαλιγκαριών ετησίως. «Σήμερα, τα πουλώ προς περίπου τέσσερα ευρώ το κιλό στους Ιταλούς. Τα διαθέτω και εδώ στη λιανική, από έξι-επτά ευρώ κάθε κιλό», καταλήγει.

***
Οι «ξενώνες». Και στη Ρούμελη, οι κρητικοί χοχλιοί - τα σαλιγκάρια του γένους Helix aspersa - είναι έτοιμοι για σερβίρισμα. Φροντίζει γι' αυτό ο 30χρονος Θανάσης Λεκάκης, ο οποίος μπροστά στις αναδουλειές πήρε εδώ και δεκαπέντε μήνες την κατάσταση «επ' ώμου». «Τελευταία δούλευα ως μεσίτης ακινήτων στην Αθήνα. Αλλά με την κρίση που υπάρχει, η δουλειά αυτή δεν απέδιδε, ούτε και μπορούσα να βρω άλλη. Από τη στιγμή που και οι ρυθμοί ζωής στην πρωτεύουσα με κούρασαν, με δεδομένο κι ότι ο παππούς μου είχε αφήσει κτήματα στην επαρχία, άρχισα να μελετώ διάφορες προοπτικές - μανιτάρια, ροδιές, αγελάδες κ.λπ. - ώσπου προτίμησα τη συγκεκριμένη», λέει.
Στην οικογενειακή μονάδα που έστησε στη Δεσφίνα Φωκίδας έχει εγκαταστήσει μέχρι και «σπιτάκια» για τα σαλιγκάρια του. Εκεί τα ταΐζει με λαχανικά, αλλά και με μείγμα από δημητριακά, ιχνοστοιχεία και ασβέστιο. «Ακολουθώ τη λεγόμενη κλειστού τύπου εκτροφή. Τα στεγάζω σε διχτυοκήπιο, σε δύο στρέμματα, με σχετικά ελεγχόμενη υγρασία και θερμοκρασία. Στο εσωτερικό του έχω διάσπαρτες ξύλινες κατασκευές, κάτω από τις οποίες αυτά βρίσκουν καταφύγιο ή πέφτουν σε χειμερία νάρκη», περιγράφει.
Για δεύτερη χρονιά οι επιδόσεις του είναι, λέει, νόστιμες. Τα πρώτα 350 κιλά σαλιγκαριών που διέθεσε δοκιμαστικά σε ταβέρνες, αλλά και σε ιδιώτες προς 8 ευρώ το κιλό, απέφεραν κιόλας νέες παραγγελίες. Μελλοντικά, αν όλα πάνε όπως τα προγραμματίζει, θα μπορεί να παράγει ώς και πέντε τόνους ετησίως. «Θεωρητικά, το κέρδος είναι ικανοποιητικό. Βέβαια, όταν ξεκινάς, τα βλέπεις όλα ρόδινα. Στην πορεία, ωστόσο, αντιλαμβάνεσαι τις δυσκολίες. Μόνο μετά τα τρία πρώτα χρόνια έχεις πεντακάθαρη εικόνα, τότε που έχεις και το μέγιστο δυνατό στο εκτροφείο σου. Υπάρχει και πρόγραμμα επιδότησης μέσω των Σχεδίων Βελτίωσης, αλλά εγώ τουλάχιστον δεν έχω καταφέρει ακόμα να τη λάβω», αναφέρει.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΠΕΤΡΟΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ
''NEA''
  29 Ιουλίου 2011