Καιρός για επώδυνες λύσεις στην ευρωζώνη ...





Κρίση, καιρός για επώδυνες λύσεις στην ευρωζώνη
Η Ε.Ε. και ο νεοφιλελευθερισμός

Του LAURENT CORDONNIER*
Οι «αγορές» διαθέτουν ένα εντυπωσιακό προνόμιο: να μπορούν να ισχυρίζονται ένα πράγμα αλλά και το αντίθετό του, και ταυτόχρονα να εξακολουθούν να θεωρούνται αξιόπιστοι μάντεις. Σε μια πολύ χαρακτηριστική αντίφαση, καταγγέλλουν ομόφωνα, τόσο την καταστροφή στην οποία οδηγεί η ασφυκτική λιτότητα την ελληνική οικονομία, όσο και την αυθάδεια των Ιταλών που επιχειρούν να καθυστερήσουν την επιβολή της λιτότητας. Μήπως έχει φθάσει η στιγμή να φανταστούμε έναν άλλο «χρυσό κανόνα», διαφορετικό από εκείνον που συνίσταται στο διαζύγιο με τη λογική;

Η Σαλγάδο από την Ισπανία, ο Μποργκ από την Σουηδία και ο Σόιμπλε από τη Γερμανία. Τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις στο ζήτημα του ευρωπαϊκού χρέους, έντονος όμως ο προβληματισμός. Η Σαλγάδο από την Ισπανία, ο Μποργκ από την Σουηδία και ο Σόιμπλε από τη Γερμανία. Τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις στο ζήτημα του ευρωπαϊκού χρέους, έντονος όμως ο προβληματισμός. Ας υποθέσουμε ότι είναι σήμερα επείγον να «σώσουμε» την Ελλάδα. Εάν ακολουθήσουμε τις ιδέες που, απ' ό,τι φαίνεται, εξακολουθούν να είναι κυρίαρχες στις μέρες μας, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εμποδιστεί οποιαδήποτε στάση πληρωμών του ελληνικού κράτους, καθώς και ότι πρέπει να διατηρηθεί η χώρα στη ζώνη του ευρώ. Οχι μόνον επειδή θα ήταν καταστροφικό για τους Ελληνες εάν αποτύχουν σε κάποιον από αυτούς τους δύο στόχους, αλλά και επειδή οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Από αυτήν την άποψη, η σωτηρία της Ελλάδας θα ωφελούσε τόσο τους Ελληνες, όσο και το σύνολο των Ευρωπαίων. Ας δεχθούμε προς στιγμήν αυτόν τον ισχυρισμό κι ας περάσουμε στο ακόλουθο ερώτημα: Ποιες προϋποθέσεις θα καθιστούσαν δυνατό αυτό το εγχείρημα;
Ας υποθέσουμε ότι, στην καλύτερη των περιπτώσεων, η Αθήνα θα κατορθώσει να αποκαταστήσει την ισορροπία των δημόσιων οικονομικών του ελληνικού κράτους κατά τη διάρκεια της επόμενης τριετίας ή τετραετίας, έτσι ώστε το δημόσιο χρέος να μην υπερβαίνει το 200% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας. Κάτι τέτοιο κάθε άλλο παρά δεδομένο είναι: αυτή τη στιγμή το χρέος υπερβαίνει το 160% του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα που καταγράφηκε την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2011 ανέρχεται στα 18 δισ. ευρώ (δηλαδή στο 9% του ΑΕΠ). Μάλιστα, αντί να μειώνεται, το έλλειμμα αυξάνεται. Η εξέλιξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η τρομακτική λιτότητα που επιβάλλεται στον πληθυσμό βάθυνε ακόμα περισσότερο την ύφεση: Το 2011, η οικονομική δραστηριότητα θα υποχωρήσει κατά 5%. Ωστόσο, η έκπτωση του 21% επί του ποσού των απαιτήσεών τους που δέχθηκαν «εθελοντικά κάτω από έντονη πίεση» οι ευρωπαϊκές τράπεζες με βάση τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου του 2011, θα μπορούσε να καταστήσει πιθανή την επίτευξη του ορίου του 200%. Συνεπώς, το ζητούμενο είναι το εξής: ποιος μπορεί να αναλάβει μακροπρόθεσμα την κατοχή παρόμοιου χρέους, επιβάλλοντας χρηματοοικονομικούς όρους οι οποίοι να μην δημιουργούν ασφυξία στην ελληνική κοινωνία; (Γιατί κανείς πλέον δεν συζητάει για το πώς αυτή η κοινωνία θα ξαναβρεί τη χαρά της ζωής...).

ΤΙΤΛΟΙ ΧΡΕΟΥΣ
Το πρώτο σκέλος της απάντησης είναι ότι -απουσία οποιουδήποτε μέτρου εξαναγκασμού- πολύ σύντομα οι ευρωπαϊκές δημόσιες αρχές θα είναι οι μόνες οι οποίες θα είναι διατεθειμένες να έχουν στην κατοχή τους παρόμοιους τίτλους χρέους. Οπως περιγράφει με εξαιρετικά απλό τρόπο ένα από τα παραμάγαζα που διακινούν τις απόψεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, «δεν φανταζόμαστε ότι οι επενδυτές θα επιστρέψουν για να αγοράσουν τίτλους του χρέους (1)». Οχι, η μοναδική χρηματοδότηση των αυξανόμενων αναγκών του ελληνικού χρέους μπορεί να προέλθει μόνον από δανειστές του δημόσιου τομέα, αλλά, επιπλέον, στο βαθμό που το στοκ των υπαρχόντων τίτλων πρέπει να ανανεωθεί, ο ιδιωτικός τομέας θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να «κάνει επίδειξη ευγένειας»... παραχωρώντας τη θέση του στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και στο ΔΝΤ. Στο μεσοδιάστημα, οι τράπεζες και τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα θεωρήσουν ιδιαίτερα ευχάριστη εξέλιξη το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εγκαταλείπει τις δογματικές προκαταλήψεις της και αγοράζει τίτλους κρατικού χρέους, έτσι ώστε να επιταχυνθεί η ελάφρυνση του δυσβάστακτου φορτίου που τις βαρύνει. Με αυτόν τον τρόπο, μέσα σε λίγα χρόνια, ολόκληρο το ελληνικό χρέος θα βρίσκεται στα χέρια δημόσιων αρχών.
Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα, ποιο επιτόκιο θα μπορούσε να θεωρηθεί αποδεκτό από την ελληνική κοινωνία, όπως και από οποιαδήποτε άλλη κοινωνία. Αν δεν θέλουμε να ξεσπάσει λαϊκή επανάσταση, να αρπάξει την εξουσία μια αιμοσταγής δικτατορία ή να εξαφανιστεί ο ελληνικός πολιτισμός, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ένα ανεπτυγμένο έθνος δεν θα ανεχόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα την ετήσια αφαίρεση του 6% του πλούτου που παράγει. Πόσω μάλλον που το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στο ήμισυ των μισθών που καταβάλλονται για την αμοιβή των δημοσίων υπαλλήλων της χώρας (2). Συγκριτικά, η εξυπηρέτηση του χρέους του γαλλικού κράτους αντιστοιχεί στο 2,3% περίπου του ΑΕΠ της Γαλλίας. Εάν υποθέσουμε ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος όντως θα σταθεροποιηθεί στο 200% του ΑΕΠ της χώρας, το πραγματικό επιτόκιο που θα της ζητηθεί πρέπει να περιοριστεί στο 3%, έτσι ώστε να μην υποχρεωθεί η χώρα να καταβάλλει για τόκους ποσό το οποίο να υπερβαίνει το 6% του ΑΕΠ της.

Η ΕΛΛΑΔΑ
Με άλλα λόγια, εάν τα ευρωπαϊκά κράτη κατόρθωναν να δανειστούν από τις αγορές με πραγματικό επιτόκιο 3% (ή και λιγότερο), τότε θα κατόρθωναν να χρηματοδοτήσουν το ελληνικό χρέος χωρίς αυτή η ενέργεια να έχει το παραμικρό κόστος για αυτές. Στα μέσα Σεπτεμβρίου, για τη χρηματοδότηση του σχεδίου βοήθειας προς την Πορτογαλία, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κατόρθωσε να συνάψει ένα δεκαετές δάνειο 5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 2,75%. Δεδομένου ότι οι δανειστές αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα κυμαίνεται γύρω στο 2%, αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα το πραγματικό κόστος του δανεισμού θα ανέρχεται στο 0,75%. Συνεπώς, θα ήταν δυνατή η διαρκής χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους με συνθήκες πολύ πιο ευνοϊκές από το όριο ασφυξίας στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω.
Ωστόσο, το κατεπείγον αυτό σενάριο στηρίζεται σε άλλες τρεις προϋποθέσεις: ότι ένα τέτοιο σχέδιο θα εκπονηθεί ρητά με αυτόν τον χαρακτήρα, ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες θα κατορθώσουν να συνεννοηθούν για το ζήτημα και ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα διαθέτει ικανότητα δανεισμού, η οποία θα υπερβαίνει κατά πολύ τα σημερινά 440 δισ. Αυτό ακριβώς αντιλήφθηκε ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, και προσήλθε στη διάσκεψη κορυφής του Βρόκλαβ για να το εξηγήσει στους ευρωπαίους ηγέτες. Οσο για το κίνητρό του, δεν πρέπει να ήταν τόσο η αγάπη του για τη Γηραιά Ηπειρο, όσο η έγνοια του για τις τράπεζες. Γιατί ο Γκάιτνερ δεν διανοείται ότι μπορεί να τις αφήσει για πολύ ακόμα στο έλεος μιας στάσης πληρωμών της Ελλάδας. Πράγματι, τα 440 δισ. ευρώ που διαθέτει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επαρκούν μόλις και μετά βίας για την εξαγορά του ελληνικού χρέους. Ομως, πρέπει όχι μόνο να χρηματοδοτηθεί και το σχέδιο διάσωσης της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, αλλά και να δημιουργηθεί μια «καβάτζα» χάρη στην οποία θα πειστούν όλοι ότι, εάν χρειαστεί, υπάρχουν επίσης και τα ποσά που απαιτούνται για να ανακουφιστούν η Ιταλία και η Ισπανία (για να ανακουφιστούν μονάχα... ). Ποιο, λοιπόν, θα είναι το ποσό που θα απαιτηθεί για την παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας; Το ένα τρισεκατομμύριο ευρώ μοιάζει να είναι λογικός αριθμός.
Ωστόσο, για να αποδειχθεί αποτελεσματικό αυτό το λογικό ποσό, θα έπρεπε να διατεθεί μέσα σε ένα... λογικό χρονικό διάστημα, με βάση έναν... λογικό σχεδιασμό και τη βεβαιότητα ότι θα αναληφθεί δράση με... εύλογη αποφασιστικότητα! Αντίθετα, κάθε «απρόθυμη πρόοδος» από την πλευρά των ευρωπαίων ηγετών, ακόμα κι αν πραγματοποιείται προς τη σωστή κατεύθυνση, θα εκλαμβάνεται ως μια πανικόβλητη προσαρμογή τους σε μια χιονοστιβάδα ανεξέλεγκτων γεγονότων. Σε αυτήν την περίπτωση είναι βέβαιο ότι θα συμβεί το χειρότερο.
Η δυσπιστία των αγορών θα ενταθεί. Και μόλις η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σταματήσει το πρόγραμμα εξαγοράς ομολόγων, θα αρχίσουν να παρατηρούνται εντάσεις στα επιτόκια του ιταλικού και του ισπανικού χρέους. Και τότε θα είναι αρκετό το σφύριγμα ενός φαρσέρ από την εξέδρα για να νομίσει όλος ο κόσμος ότι ο διαιτητής σφύριξε πέναλτι (το οποίο θα λάβει τη μορφή καταιγισμού υποβαθμίσεων των κρατικών χρεών από τους οίκους αξιολόγησης) και για να αρχίσει η πραγματοποίηση της αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Οι χώρες που θα δεχτούν την επίθεση δεν θα μπορούν να ανανεώσουν τους τίτλους του χρέους τους που λήγουν, καθώς θα υποχρεωθούν να δανείζονται με υπέρογκα επιτόκια. Σε τελική ανάλυση, το χρέος τους θα γίνει δυσβάστακτο, όχι λόγω του ύψους του, αλλά λόγω της αλματώδους αύξησης των επιτοκίων. Ας μην ξεχνάμε ότι ένα χρέος με μηδενικό επιτόκιο δεν θα κόστιζε τίποτε! Συνεπώς, αυτό που καθιστά το χρέος δυσβάστακτο (υπό την έννοια ότι η πληρωμή των τόκων βαρύνει αντίστοιχα τον κρατικό προϋπολογισμό) είναι η αύξηση των επιτοκίων. Μάλιστα, αυτή ακριβώς η αύξηση των επιτοκίων ενισχύει την πεποίθηση των δανειστών ότι η εξυπηρέτηση του χρέους έχει καταστεί σχεδόν αδύνατη και τους παρακινεί να αυξήσουν το ασφάλιστρο κινδύνου που απαιτούν από το δανειζόμενο κράτος... πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να ακολουθούν τα επιτόκια μια ακόμα πιο ανοδική τροχιά, η οποία καθιστά ακόμα πιο χειροπιαστό τον κίνδυνο της μελλοντικής στάσης πληρωμών.
Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα πανικού, ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο θα είχαμε αμελήσει να προικοδοτήσουμε με επαρκή μέσα δράσης, δεν θα μπορούσε να δανειστεί από τις αγορές με τις ευνοϊκές συνθήκες που μας υπόσχονται σήμερα. Η αύξηση του κόστους του χρήματος που δανείζεται το Ταμείο θα είχε συνέπειες για το σύνολο του κρατικού χρέους των χωρών της ζώνης του ευρώ, καθώς θα αυξανόταν το βάρος των εγγυήσεων των δανείων τις οποίες θα πρέπει να παράσχουν χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Γαλλία, οι οποίες δεν ανήκουν στον κατάλογο των χωρών που λαμβάνουν βοήθεια από το ταμείο. Σε αυτήν την περίπτωση, το ευρωπαϊκό σχέδιο διάσωσης θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια παρτίδα σάπια δοκάρια, με τα οποία θα επιχειρηθεί η υποστύλωση ενός τοίχου που καταρρέει, ελπίζοντας ότι όλα μαζί θα αντέξουν παρά την τρομακτική φθορά τους (3).
 
ΕΥΡΩΟΜΟΛΟΓΟ
Για τον ίδιον ακριβώς λόγο, το ευρωομόλογο δεν θα αποτελούσε μια πολύ καλύτερη λύση. Θεωρητικά, η ιδέα -η οποία συνίσταται σε μια αμοιβαιοποίηση των κρατικών χρεών διαρθρωμένη γύρω από ένα bonus-malus των επιτοκίων- είναι κομψή και πολιτικά μεγαλοφυής (4). Ο μύθος καταντάει σχεδόν συγκινητικός: Η Οικονομική Ευρώπη αναδύεται μέσα από το χάος των χρεών, μέσα σε μια κοσμογονία από την οποία γεννιέται ο δημοσιονομικός φεντεραλισμός! Ομως, και πάλι όλα αυτά θα θυμίζουν την παρτίδα των σάπιων δοκαριών στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως.
Κι αυτό, διότι η ανάμειξη όλων των δημόσιων χρεών σε έναν και μόνο τίτλο θα φέρνει κατά παράδοξο τρόπο στον νου το φτηνιάρικο, άθλιο κρασί που προκύπτει από την ανάμειξη διάφορων παρτίδων κρασιού και άφθονου νερού και θα θυμίζει υπερβολικά τα δάνεια subprime που στηρίζονταν στην ανάμειξη ανομοιογενών απαιτήσεων για την παραγωγή δομημένων και τιτλοποιημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων: θα πρόκειται για ένα ταχυδακτυλουργικό κόλπο με το οποίο θα επιχειρείται να αναμειχθούν η ήρα και το σιτάρι.
Σε αυτήν την περίπτωση, μπροστά στον επείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης, η μοναδική λύση που θα απομένει θα είναι ο εξαναγκασμός των ευρωπαϊκών τραπεζών να κατέχουν το σύνολο των τίτλων δημοσίου χρέους των χωρών που δέχονται την επίθεση των αγορών. Κι ίσως αυτό ακριβώς να επιδιώκουν κατά βάθος οι ευρωπαίοι ηγέτες. Θα μπορούσε δε κάποιος να υποστηρίξει ότι -όντας οπαδοί ενός παράξενου είδους τροτσκο-φιλελευθερισμού- έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, όσο διαρκεί η κρίση, δεν είναι δυνατόν να αναδυθούν οι σωστές λύσεις. Ποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι έχουν άδικο;
Μόλις πάψει να υφίσταται η κατάσταση ανάγκης, θα μπορούσαν να εξεταστούν με νηφαλιότητα οι υπόλοιπες ορθές λύσεις. Κατ' αρχάς (επιτέλους!) η θέσπιση ενός φόρου στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, καθώς κι ενός φόρου πάνω στις εκπομπές αερίων του άνθρακα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως έχει προτείνει ο Μισέλ Αλιετά (5). Στη συνέχεια, θα μπορούσε να εγκαταλειφθεί ο θανατηφόρος στόχος για πληθωρισμό 2% και να αφεθεί το επίπεδό του να φτάσει έως το 4 ή το 5%. Ωστόσο, αν κάτι θα αποδειχθεί δύσκολο, αυτό θα είναι η πυροδότηση του πληθωρισμού. Πράγματι, όπως παρατηρεί ο Ρομπέρ Μπουαγέ, «μέσα σε αυτή τη συγκυρία, η μοναδική μας ελπίδα θα μπορούσε να συνίσταται στην εμφάνιση έλλειψης εργατικού δυναμικού στην Κίνα, αλλά και στο ξέσπασμα κοινωνικών συγκρούσεων εκεί: παρόμοια εξέλιξη θα επέτρεπε την εμφάνιση πληθωρισμού στην Κίνα. Η επιστροφή του πληθωρισμού που θα τροφοδοτείται από την αύξηση των μισθών στην Κίνα θα μειώσει το βάρος των χρεών ανά τον κόσμο. Ολα αυτά θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα υπέροχο σενάριο (6)». Βέβαια, για να ενισχυθεί αυτή η τάση, ίσως θα έπρεπε και η ευρωπαϊκή εργοδοσία να δώσει μια χείρα βοηθείας προς αυτήν την κατεύθυνση κατά τη διάρκεια των μισθολογικών διαπραγματεύσεων...

ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ
Τέλος, πρέπει να υιοθετηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ο «χρυσούς κανών». Να πρόκειται όμως για έναν πραγματικά αυστηρό και σκληρό κανόνα, ο οποίος θα περιλαμβάνει και τα διατάγματα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του! Να απαγορεύεται σε κάθε κράτος να αφήνει το δημοσιονομικό του έλλειμμα να ξεπερνάει το 3% του ΑΕΠ του. Παράλληλα, το δημόσιο χρέος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 30% του ΑΕΠ. Σε περίπτωση υπέρβασης ενός από αυτά τα δύο ανώτατα όρια, θα ενεργοποιείται μια διάταξη, δίκαιη αλλά και τολμηρή: η καθιέρωση της αυτόματης αύξησης του ανώτατου φορολογικού κλιμακίου του φόρου εισοδήματος (στο 90% για τα ποσά που υπερβαίνουν τα 35.000 ευρώ καθαρά ανά άτομο ετησίως): με αυτόν τον τρόπο θα περιοριστεί το έλλειμμα σε ποσοστό το οποίο θα είναι χαμηλότερο από εκείνο που προβλέπεται στον χρυσό κανόνα.
Βέβαια, δεν θα κατηγορούσαμε την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που επιδίδεται μετά μανίας στην αναζήτηση καλών ιδεών, εάν τελικά κατέληγε σε ένα λογικότερο ποσοστό, της τάξης του 85%.

(1) Nomura, όπως αναφέρεται από την εφημερίδα «Les echos», Παρίσι, 13 Σεπτεμβρίου 201.
(2) Καθώς η Ελλάδα διαθέτει το 12% του ΑΕΠ της για τη μισθοδοσία του δημόσιου τομέα, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με εκείνο που παρατηρείται στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΣΑ (10-12%). Βλέπε «Tableaux de bord de l'emploi public», Δεκέμβριος 2010, Συμβούλιο Στρατηγικής Ανάλυσης, Παρίσι.
(3) «Η "λιτότητα" που πραγματικά μας χρειάζεται» «Κ.Ε.»-«Le Monde diplomatique», 12/9/2010, βλ. http://monde-diplomatique.gr/spip.php?article304.
(4) Βλέπε τη μελέτη της τράπεζας Natixis, η οποία αναφέρεται από την Isabelle Couet, «Un Eurobond qui profitera a tous», http://blogs.lesechos.fr, 1η Σεπτεμβρίου 2010.
(5) Σύμφωνα με τη συζήτηση του Michel Aglietta με δημοσιογράφο της «Les echos», 15 Σεπτεμβρίου 2011.
(6) «La crise est plus grave que celle de 1929», συνομιλία με τον Ludovic Lamant, Mediapart, 21 Αυγούστου 2011.
* Οικονομολόγος, συγγραφέας του «L'Economie des Toambapiks», Raison d'agir, Παρίσι, 2010.
 
'' Ελευθεροτυπία''
16 Οκτωβρίου 2011