Ποιος υπερασπίζει το ευρώ;



Ποιος υπερασπίζει το ευρώ;

Του Σταυρου Λυγερου

Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Παπαδήμο δίνει ένα τέλος στη θλιβερή διελκυστίνδα των προηγούμενων ημερών. Η εξέλιξη δημιούργησε προσδοκίες, με αποτέλεσμα να εκτονώσει προσωρινά τη φορτισμένη ατμόσφαιρα. Το κλίμα αυτό, όμως, δεν πρόκειται να διαρκέσει πολύ. Η αποσπασμένη τις τελευταίες ημέρες προσοχή της κοινής γνώμης θα επανέλθει άμεσα στη σκληρή πραγματικότητα της κρίσης. Η εκτίναξη της ανεργίας και οι δυσοίωνες προβλέψεις για την ύφεση έρχονται να επιβεβαιώσουν την εμπειρική διαπίστωση ότι τα οικονομικά και κατ’ επέκταση τα κοινωνικά ερείπια πολλαπλασιάζονται.
Ο Παπαδήμος θα έρθει γρήγορα αντιμέτωπος με τις προσδοκίες που τροφοδότησε η πρωθυπουργοποίησή του. Και μάλιστα από μειονεκτική θέση, αφού δεν έχει ούτε την εντολή ούτε τον χρόνο να εφαρμόσει ένα σχέδιο υπέρβασης της κρίσης. Εκτός από τη διεκπεραίωση των διαδικασιών για την εφαρμογή της απόφασης της 27ης Οκτωβρίου, ο Παπαδήμος θα πρέπει να διαπραγματευτεί και τον επώδυνο λογαριασμό που έχει ετοιμάσει για εμάς χωρίς εμάς το ευρωπαϊκό ιερατείο.
Ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης βελτίωσε εντυπωσιακά τη διεθνή εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν ο νέος πρωθυπουργός θα εκμεταλλευτεί το κύρος του και το θετικό κλίμα που δημιούργησε η επιλογή του στους κόλπους του ευρωπαϊκού ιερατείου για να διαφοροποιήσει μια αδιέξοδη πολιτική. Είναι αληθές ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου επέδειξε και ολιγωρία και ασυνέπεια. Η βασική αιτία, όμως, για τον εκτροχιασμό του προγράμματος και τον εγκλωβισμό της οικονομίας στον φαύλο κύκλο της ύφεσης είναι αυτή καθ’ αυτή η συνταγή της τρόικας. Το ομολογούν πια και παράγοντες που αρχικά είχαν υποστηρίξει ενθέρμως το Μνημόνιο.
Το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους μπορεί να μην είναι επαρκές, αλλά δίνει βάση για μια πολιτική ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας. Οπως προαναφέραμε, η κυβέρνηση Παπαδήμου δεν έχει ούτε την εντολή ούτε τον χρόνο να εφαρμόσει μια τέτοια πολιτική. Μπορεί, όμως, να άρει την κρίση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην Αθήνα και στο ευρωπαϊκό ιερατείο και να επιτύχει τροποποιήσεις του εφαρμοζόμενου προγράμματος. Η τρόικα θέτει συνεχώς ποσοτικούς δημοσιονομικούς στόχους που παρά τα εξοντωτικά μέτρα είναι αδύνατον να προσεγγιστούν. Αντί γι’ αυτό θα ήταν πολύ αποτελεσματικότερο εάν έθετε ποιοτικούς στόχους για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την από μηδενική βάση αναθεώρηση των δαπανών και την αξιοποίηση των πολλών λιμναζουσών αναπτυξιακών δυνατοτήτων της χώρας. Η επίτευξη των ποιοτικών στόχων θα έφερνε από μόνη της ποσοτικά αποτελέσματα.
Εάν ο Παπαδήμος δεν στραφεί προς αυτή την κατεύθυνση και μετατραπεί σε ανενδοίαστο εφαρμοστή της αποτυχημένης συνταγής, θα εντείνει την ύφεση, γεγονός που με τη σειρά του κατά πάσα πιθανότητα θα πυροδοτήσει κοινωνικές αντιδράσεις. Οσοι ρητορεύουν για τη ζωτική ανάγκη παραμονής στην Ευρωζώνη παραβλέπουν ότι η ασκούμενη πολιτική ροκανίζει την ιδεολογική ηγεμονία του ευρώ στην ελληνική κοινωνία. Εάν συνεχίσουμε στην ίδια γραμμή είναι πιθανόν να δούμε διαδηλώσεις για επιστροφή στη δραχμή.