Ποια Ευρώπη;


Ποια Ευρώπη;

Tου Νικου Κωνστανταρα
 
Ο Γάλλος ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ έθεσε το ερώτημα αν οι κινήσεις προς μια ενωμένη Ευρώπη θα οδηγούσαν σε «μια ευρηματική Ευρώπη, η οποία θα εδραίωνε την ειρήνη, ή σε μια Ευρώπη όπως πριν, η οποία θα συνέχιζε να δημιουργεί τις εντάσεις που τόσο καλά γνωρίζουμε». Σήμερα, δεκαετίες μετά τη συγγραφή του έργου «Μια Ιστορία των Πολιτισμών» (1963), θα έβλεπε λόγο για να ελπίζει, αλλά και για να φοβάται: από τη μία πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ενωση εκφράζει το ανθρωπιστικό πνεύμα των πολλών λαών της, και επιχειρεί να διατηρήσει την αλληλεγγύη μεταξύ τους, από την άλλη, όμως, οι χώρες παραμένουν προσκολλημένες πρώτα στην εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, στην ικανοποίηση δικών τους εμμονών, και μετά λογαριάζουν το καλό του συνόλου της Ενωσης. Η Ευρώπη βρίσκεται στο κρίσιμο σημείο το οποίο θα απαντήσει στο ερώτημα του μεγάλου ιστορικού, ο οποίος πέθανε το 1985.
Η ευρωπαϊκή ιστορία είναι το αποτέλεσμα μιας αέναης προσπάθειας των εθνών και χωρών να διατηρήσουν την ισορροπία μεταξύ τους. Οποτε μια οντότητα φαινόταν να συγκεντρώνει δυσανάλογα μεγάλη δύναμη, προκαλούσε την αντίδραση των άλλων, τον σχηματισμό συμμαχιών και πόλεμο. Ενώ η Ε. Ε. έχει εξελιχθεί πέρα από τις προσδοκίες των οραματιστών που την έβλεπαν ως μόνο τρόπο να δοθεί τέλος στις εθνικές διενέξεις, εδώ και περίπου δύο χρόνια φάνηκε πάλι αυτός ο φόβος της ανισορροπίας. Αυτήν τη φορά, όμως, οι πολλές χώρες άρχισαν να φοβούνται όχι τις ισχυρές μεταξύ τους αλλά τις αδύναμες, η αποτυχία των οποίων θα μπορούσε να τις απειλήσει. Επειδή η «ειρηνευτική» αποστολή της ενοποίησης πέτυχε, σήμερα η δύναμη πηγάζει από την οικονομία της κάθε χώρας.
Ετσι, η Γερμανία, η οποία για δεκαετίες ήταν ο σιωπηλός εργάτης της ενοποίησης (μεταμελημένη και αποστρατιωτικοποιημένη λόγω της αιματοβαμμένης ιστορίας της), είναι αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη δύναμη στην Ευρώπη. Από την άλλη, η Ελλάδα των ηρωικών θυσιών (όσο ήταν φτωχή και δεμένη στο άρμα κάποιας μεγάλης δύναμης) σήμερα λοιδορείται επειδή δεν μπόρεσε να εξελιχθεί στο πολιτικό επίπεδο και να διαχειριστεί σωστά τα οικονομικά της ως ίσο μέλος της ενωμένης Ευρώπης. Για δύο χρόνια, η Ελλάδα κατηγορείται για το πλήγμα που επέφερε στο ενιαίο νόμισμα και στην Ευρώπη· η πιο αδύναμη χώρα, και όχι η ισχυρότερη, εμφανίζεται πλέον ως κίνδυνος για τις υπόλοιπες. Ενώ η Ελλάδα έχει την ευθύνη να διορθώσει όσα από τα προβλήματά της μπορεί, ο υπέρμετρος φόβος των άλλων αποκαλύπτει το έλλειμμα αφοσίωσης στο όραμα της «Ευρώπης των λαών», όπου όλοι έχουν κάτι να προσφέρουν.
Η ενοποίηση της Ευρώπης αγκαλιάστηκε από τους λαούς στο πολιτισμικό επίπεδο, επειδή στις κυριότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης εδραιώθηκαν οι αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας, ενώ οι υπόλοιποι λαοί ανυπομονούσαν να αποκτήσουν τα αγαθά αυτού του πολιτεύματος. Οι κάτοικοι του σοβιετικού μπλοκ γνώριζαν ότι η δική τους (διά της βίας) ένωση υπηρετούσε κυρίως τα συμφέροντα της Ρωσίας. Η πολιτισμική «ταύτιση» των Ευρωπαίων διευκόλυνε τις κινήσεις προς μια ισχυρότερη πολιτική ένωση -έως τα όρια της εθνικής κυριαρχίας- ενώ στην οικονομία έγινε η μεγαλύτερη υπέρβαση με τη δημιουργία του ενιαίου νομίσματος. Τώρα που κλονίζεται η εμπιστοσύνη στο ευρώ, η μόνη σωτηρία βρίσκεται στη μεγαλύτερη οικονομική -άρα και πολιτική- ενοποίηση. Στη συζήτηση, όμως, λησμονούμε την πολιτισμική συγγένεια που ενέπνευσε το όλο εγχείρημα. Οι χώρες μετριούνται πλέον με κριτήριο μόνο τα οικονομικά μεγέθη τους και όχι ως μέλη ενός συνόλου πολύ μεγαλύτερο από τα μέρη του. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν είναι μόνο θέμα χρέους αλλά η αναζήτηση για το πώς η Ευρώπη θα μπορεί να διασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για τους λαούς της.
Την ώρα που όλος ο πλανήτης αναζητεί ισορροπίες και καμία χώρα δεν είναι υπερδύναμη, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να αμφισβητήσουν την ηγεμονία της ισχυρότερης ανάμεσά τους. Αλλά, αν η γερμανική προσκόλληση μόνο σε πολιτικές λιτότητας οδηγήσει σε επιδείνωση της ύφεσης στην Ευρώπη, στη συνεχόμενη συρρίκνωση της μεσαίας τάξης και την περιθωριοποίηση των ασθενέστερων πολιτών, θα νικήσουν οι ανώνυμες, απάτριδες δυνάμεις της παγκόσμιας αγοράς και όχι η Ευρώπη. Μια «μη ευρηματική» Ευρώπη θα κινδυνεύσει από την αναβίωση παλιών εντάσεων - αλλά και η εξαθλίωση τόσων πολιτών μπορεί να γίνει αιτία εμφύλιων συρράξεων. Το τέλος του ονείρου δεν θα είναι απλώς μια ήττα, αλλά η αρχή ενός εφιάλτη χωρίς τέλος.

''ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ''
6-1-2012