Οταν... μας επέβαλλαν το βρετανικό δίκαιο




Οταν... μας επέβαλλαν το βρετανικό δίκαιο
Της Ζέζας Ζήκου

Tο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους μέσω της διαδικασίας του PSI, ανέδειξε την κραυγαλέα αδυναμία της ελληνικής πλευράς στις διαπραγματεύσεις. Οι ξένες τράπεζες (δηλαδή οι ιδιώτες επενδυτές του PSI) που κατέχουν «κουρέψιμα» ελληνικά ομόλογα απαίτησαν και πέτυχαν την υπαγωγή των νέων ομολόγων στο βρετανικό δίκαιο. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωνε με υπερφίαλο ύφος πως διαπραγματεύεται σκληρά την υπαγωγή του χρέους μας στο ελληνικό δίκαιο. Είναι προφανές ότι οι τράπεζες δεν ήθελαν να χάσουν τίποτε με το εθελοντικό «κούρεμα» ούτε να ρισκάρουν οποιαδήποτε μέλλουσα αναδιάρθρωση σε περίπτωση χρεοκοπίας της ελληνικής οικονομίας ή επιστροφής στη δραχμή όπως με επιμονή προβλέπει ο πολύς Νουριέλ Ρουμπινί. Οι δηλώσεις του στον Αλέξη Παπαχελά είναι χαρακτηριστικές.
Χθες, υπερψηφίστηκε το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, για τους «κανόνες τροποποιήσεως τίτλων, εκδόσεως ή εγγυήσεως του ελληνικού Δημοσίου με συμφωνία των ομολογιούχων» -το PSI- έχοντας συζητηθεί στη Βουλή με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, χωρίς ενδοιασμούς παρά μόνο από την Αριστερά!
Oι ξένες τράπεζες απαίτησαν ως εγγύηση τη δυνατότητα κατάσχεσης κρατικής περιουσίας της Ελλάδας - διότι αυτή τη δυνατότητα προσφέρει το βρετανικό δίκαιο. Aντιθέτως, το εθνικό και εν μέρει το διεθνές δίκαιο προστατεύουν τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία. Η ελληνική πλευρά έπεσε στην παγίδα της απειλής μη βιωσιμότητας του χρέους και του επαπειλούμενου κινδύνου να χρεοκοπήσει ατάκτως η Ελλάδα.
Ετσι, δυστυχώς, απέτυχε η κυβέρνηση Παπαδήμου να επιτελέσει τη σπουδαία αποστολή της υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος στη ζωτικής σημασίας περίπτωση της αναδιάρθρωσης του χρέους (PSI) και να μην υποθηκεύσει το μέλλον. Η ζημία που έχει υποστεί η χώρα είναι ήδη τεράστια.
Αλλά είναι καιρός, επιτέλους, τρία ολόκληρα χρόνια μετά το ξέσπασμα της ολέθριας κρίσης, να ακούσουμε κι ένα ελληνικό σχέδιο, ένα εθνικό -αν δεν ακούγεται πολύ βαρύγδουπο- πρόγραμμα που να δίνει ελπίδες ανάπτυξης. Και μια βάση διαπραγμάτευσης για μια καλύτερη μοίρα.
Είναι προφανές ότι η Γερμανία είχε κάποιο σχέδιο για την Ελλάδα, η Γαλλία ένα άλλο, το ΔΝΤ μια δική του διαφορετική παραλλαγή και η τρόικα είχε, φυσικά, κι αυτή ένα δικό της σχέδιο. Αλλά η Ελλάδα δεν είχε ένα δικό της σχέδιο για την τύχη μας.
Είναι βέβαιο πως όταν ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια της κρίσης, πάνε τρία χρόνια, η χώρα δεν είχε ούτε σχέδιο ούτε ανακλαστικά.
Πίστεψε πρώτα, και το έλεγε περήφανη η τότε κυβέρνηση, ότι είναι «θωρακισμένη» έναντι της κρίσης κι ότι ο τυφώνας θα περνούσε πάνω από τα κεφάλια μας χωρίς να μας αγγίξει. Ισως επειδή μας αγαπά ο Θεός. Επειτα, έγινε φανερό ότι η συμφορά μάς έκρουε τη θύρα. Στο μεταξύ οι μεγάλες αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνονταν. Νέο χρέος σωρευόταν πάνω στο βουνό του χρέους, μεγαλύτερο έλλειμμα στο ήδη πελώριο εμπορικό έλλειμμα. Κι όταν μετά από λίγο οι «αγορές» μάς κλείδωσαν, με απροσδόκητη βία, έξω από τον παράδεισο των δανεικών, η Ελλάδα ζήτησε εξωτερική βοήθεια, αναθέτοντας στους «διασώστες» να εκπονήσουν τον δικό τους οδικό χάρτη, χωρίς δικό της σχέδιο και πρόγραμμα. Ετσι προέκυψε μια copy paste συνταγή του δεύτερου Μνημονίου, που η ελληνική διοίκηση απέτυχε με παροιμιώδη τρόπο να εφαρμόσει αλλά και οι συντάκτες της θεωρούν πια πως, εκ κατασκευαστικού λάθους, αστόχησε.
Αλλά αυτό που έως τώρα πήραμε ήταν αυτό που διαπραγματευθήκαμε, όχι αυτό που μας άξιζε. Γιατί, ασφαλώς, δεν μας αξίζει η εικόνα του κράτους-παρία, που τυγχάνει «ειδικής ρύθμισης», που τιμωρείται, προς παραδειγματισμό των άλλων, με καταθλιπτική πολύχρονη λιτότητα και που πρέπει, ο ανεπρόκοπος, να τεθεί υπό διαρκή επιτροπεία. Αλλά δεν καταφέραμε να διαπραγματευθούμε κάτι καλύτερο.
Προχθές η Fitch έσπευσε να προετοιμάσει την υποβάθμιση του ελληνικού χρέους σε καθεστώς «χρεοκοπίας». Ως χρεοκοπημένη χώρα μας αντιμετωπίζουν οι ξένοι οίκοι, θεωρώντας ότι η ανταλλαγή των ομολόγων δεν είναι εθελοντική αλλά υποχρεωτική, κάτι που σημαίνει ουσιαστικά και στάση πληρωμών. Να σημειωθεί πως οι αξιολογήσεις των κρατικών ομολόγων που επηρεάζονται από το PSI, συμπεριλαμβανομένων αυτών που δεν προσφέρονται αλλά αναδιαρθρώνονται στο πλαίσιο των ρητρών συλλογικής δράσης (CACs), θα υποβαθμιστούν σε «D» (Default).
Ο οίκος θα επαναξιολογήσει τα νέα ελληνικά ομόλογα, αλλά προβλέπεται ότι θα τα τοποθετήσει στη βαθμίδα της «χαμηλής, μη επενδυτικής διαβάθμισης» («low non-investment grade»). Ο οίκος διαχωρίζει τη γενική αξιολόγηση από την αξιολόγηση των ομολόγων, δηλαδή θα υποβαθμίσει τα ομόλογα για τα οποία θα ενεργοποιηθούν τα CACs στην κατηγορία D που αντιστοιχεί σε «χρεοκοπία».

Πηγή