6 Μαΐου 2012: Η ώρα της έλλογης οργής
(...)
Οχι, δεν πρέπει να ψηφίσουμε με «ψυχρή λογική», αλλά με έλλογη οργή για την κατάντια της χώρας μας. Ελλογη οργή για τους ιδιοτελείς πολιτικάντηδες των κομμάτων της φαυλότητας που πρόδωσαν τον όρκο τους. Ελλογη οργή και για τον εαυτό μας που αφέθηκε στη σαγήνη των δημαγωγών και απέρριψε την ιδιότητα του πολίτη χάριν αυτής του πελάτη. Η καταψήφιση των κομμάτων του Βουλγαράκη και του Τσοχατζόπουλου θα είναι μια μικρή προσπάθεια ανάκτησης του αυτοσεβασμού μας.
Φυσικά παίρνουμε ρίσκο. Η αβεβαιότητα είναι μεγάλη. Αν δεν αναδεχθούμε όμως τους κινδύνους ασκώντας στοχαστικά το εκλογικό μας δικαίωμα, δεν θα δημιουργήσουμε το καινούργιο. Η δημιουργία προϋποθέτει τη διακινδύνευση. Δίχως «παρέκκλιση» δεν υπάρχει εξέλιξη, δίχως «αταξία» δεν παράγεται νέα τάξη.
(...)
«Πρέπει να επαινείται όποιος οργίζεται για τα πράγματα που πρέπει, με αυτούς
που πρέπει, όπως πρέπει, όταν πρέπει, και για όσο πρέπει.»Αριστοτέλης, Ηθικά
Νικομάχεια (1125b-1126a)
Οσο οι εκλογές πλησιάζουν, τόσο τα διλήμματα εντείνονται: «Αυτοδυναμία ή
ακυβερνησία» δηλώνει ο Σαμαράς, «ευρώ ή δραχμή;» ρωτάει πονηρά ο Βενιζέλος.
Πληθαίνουν και τα μετεκλογικά «σενάρια χάους». Οι τεχνικοί της εξουσίας
πασχίζουν να μετατρέψουν την αγωνία μας για το μέλλον της χώρας σε ανασφάλεια
και φόβο.
Μερικοί αξιόλογοι αρθρογράφοι καλούν να ψηφίσουμε με «ψυχρή λογική», να
αποφύγουμε την τιμωρητική ψήφο. Ορθολογικά σκεπτόμενοι, λένε, πρέπει να βάλουμε
πάνω απ’ όλα το συμφέρον της χώρας, αντί απλώς να εκφράσουμε συναισθήματα θυμού.
Αν η «ψυχρή λογική» υποδεικνύει ότι, σε τελική ανάλυση, το συμφέρον της χώρας
υπηρετείται ψηφίζοντας ένα από τα κόμματα της φαυλότητας, ας είναι. Δεν είναι
επιθυμητό, είναι όμως το μικρότερο κακό.
Και οι μεν και οι δε, παρά τα διαφορετικά κίνητρά τους, καταλήγουν σε
εσφαλμένο συμπέρασμα. Οι μεν πολιτικάντηδες προκαλούν ιδιοτελώς το αίσθημα του
φόβου στους πολίτες, οι δε ρασιοναλιστές αρθρογράφοι εμμένουν σε μια απλοϊκή
αντίθεση λογικής και συναισθήματος. Και οι δύο παραβλέπουν ότι, στις σημερινές
συνθήκες, το μείζον δίλημμα δεν είναι «ευρώ ή δραχμή;», αλλά ένα άλλο,
δυσκολότερο στον χειρισμό του (καθότι, από λογικής απόψεως, αυτο-αναφορικό)
δίλημμα: «πολιτική αναγέννηση ή αποσύνθεση;».
Στο πρόσφατο διάγγελμα του πρωθυπουργού κ. Παπαδήμου αναδεικνύεται εμμέσως το
μέγεθος του προβλήματος. «Η Ελλάδα βρίσκεται στο μέσον μιας δύσκολης διαδρομής»,
είπε. «Το οικονομικό και κοινωνικό κόστος είναι βαρύ. Η κόπωση, η δυσαρέσκεια,
σε ορισμένες περιπτώσεις και η αγανάκτηση, είναι κατανοητές και ενίοτε
δικαιολογημένες (...)». Ως υπεύθυνος κυβερνήτης, ο κ. Παπαδήμος προειδοποιεί για
τις δυσκολίες: «Θέλω να πω (στους) συμπολίτες μας ότι ανώδυνα κανένας δεν μπορεί
να βγάλει τη χώρα από την κρίση. (...) Αν θέλουμε να ξεφύγουμε από την κατάσταση
που βρισκόμαστε (...) απαιτεί(ται) σκληρή, συστηματική και πειθαρχημένη
προσπάθεια, με όραμα και συνέπεια...».
Αυτός ακριβώς είναι ο πυρήνας του προβλήματός μας. Η έξοδος από την κρίση
είναι αναπόφευκτα οδυνηρή, μην ακούτε τους ανεύθυνους δημαγωγούς. Αλλά, για να
αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την οδύνη της «θεραπείας», χρειαζόμαστε
εμπνευσμένη προσπάθεια. Ερώτημα: υπάρχει σοβαρός άνθρωπος που να πιστεύει ότι ο
Σαμαράς και ο Αβραμόπουλος, ο Μεϊμαράκης και ο Στυλιανίδης από τη μια, ή ο
Βενιζέλος και ο Σκανδαλίδης, ο Παπουτσής και η Γεννηματά από την άλλη, θα
εμπνεύσουν, θα συνεγείρουν και θα κατευθύνουν με όραμα, στρατηγική και
αξιοπιστία τη συλλογική προσπάθεια που απαιτείται;
Η συγκυβέρνηση των κομμάτων της φαυλότητας θα ανακυκλώσει το πρόβλημα: στον
βαθμό που θα παρατείνει την πολιτική κρίση (ακόμη κι αν έχουν πλειοψηφία στη νέα
Βουλή) θα αυξήσει την πιθανότητα της άτακτης χρεοκοπίας. Εφόσον γνωρίζουμε ότι
το πρόβλημά μας είναι πρωτίστως αξιακό–πολιτικό, όσο φέρνουμε στην εξουσία τα
κόμματα της φαυλότητας, το αναπαράγουμε. Επιπλέον, θυμώνουμε όλο και περισσότερο
με τον συλλογικό μας εαυτό για την ανικανότητά μας να το επιλύσουμε. Η αμφιθυμία
σε συνθήκες χρεοκοπίας –ψηφίζουμε αυτούς που σιχαινόμαστε– διαιωνίζει τη
στασιμότητα, προκαλεί περισσότερη οργή και οδηγεί, τελικά, στην «αποδόμηση» που
απεύχεται ο κ. Παπαδήμος.
Και αν ψηφίζαμε με «ψυχρή λογική»; Αν ήμασταν ρομποτικοί οργανισμοί ή είχαμε
υποστεί εγκεφαλική βλάβη σαν τους ασθενείς του ψυχίατρου Ολιβερ Σακς και του
νευροεπιστήμονα Αντόνιο Νταμάσιο –αν ήμασταν, δηλαδή, όντα ανίκανα να βιώσουν
συναισθήματα–, θα το κάναμε. Αλλά δεν είμαστε. Το να ζητάς σήμερα από τον
χειμαζόμενο πολίτη να ψηφίσει με «ψυχρή λογική» δεν είναι μόνο αφελές, είναι και
ανήθικο. Οταν σε προσβάλλουν, λέει ο Αριστοτέλης, και παραμένεις απαθής, δεν
προδίδεις ανωτερότητα, αλλά ηθική αμβλύνοια· είσαι ανόητος και δουλοπρεπής.
Σώφρων άνθρωπος δεν είναι ο απαθής, αλλά αυτός που ξέρει πότε, πώς και με ποιους
να θυμώνει.
Οταν αξιολογούμε μια περίπτωση βιασμού ή αυθαίρετης αστυνομικής βίας δεν
είναι η λογική που προηγείται («αυτό είναι λάθος») και ακολουθεί το συναίσθημα
(π.χ. θυμός, ντροπή), αλλά το αντίθετο: το συναίσθημα που βιώνουμε εμπεριέχει
αξιολογήσεις, επιδεκτικές περαιτέρω λογικής επεξεργασίας, οι οποίες
απο-καλύπτουν τι είναι σημαντικό για μας. Στο μέτρο που ο κόσμος που μας
περιβάλλει δεν μας αφήνει ηθικά αδιάφορους, ο ανθρώπινος λόγος είναι εγγενώς
«συναισθηματικός». Οι γνωστικές και οι επιθυμητικές όψεις των κρίσεών μας είναι
αξεδιάλυτα δεμένες. Ο ορθός λόγος προϋποθέτει την αρμόζουσα στις περιστάσεις
συναισθηματική εμπλοκή με τον κόσμο.
Οχι, δεν πρέπει να ψηφίσουμε με «ψυχρή λογική», αλλά με έλλογη οργή για την
κατάντια της χώρας μας. Ελλογη οργή για τους ιδιοτελείς πολιτικάντηδες των
κομμάτων της φαυλότητας που πρόδωσαν τον όρκο τους. Ελλογη οργή και για τον
εαυτό μας που αφέθηκε στη σαγήνη των δημαγωγών και απέρριψε την ιδιότητα του
πολίτη χάριν αυτής του πελάτη. Η καταψήφιση των κομμάτων του Βουλγαράκη και του
Τσοχατζόπουλου θα είναι μια μικρή προσπάθεια ανάκτησης του αυτοσεβασμού μας.
Φυσικά παίρνουμε ρίσκο. Η αβεβαιότητα είναι μεγάλη. Αν δεν αναδεχθούμε όμως
τους κινδύνους ασκώντας στοχαστικά το εκλογικό μας δικαίωμα, δεν θα
δημιουργήσουμε το καινούργιο. Η δημιουργία προϋποθέτει τη διακινδύνευση. Δίχως
«παρέκκλιση» δεν υπάρχει εξέλιξη, δίχως «αταξία» δεν παράγεται νέα τάξη.
Βιώνοντας οργισμένα τα αδιέξοδά μας, ωθούμαστε να αναζητήσουμε νέες, αδιανόητες
μέχρι σήμερα, έλλογες διεξόδους. «Τα πάθη θεσμίζουν τις πόλεις», λέει ο
Καστοριάδης. Ας μην καταπνίξουμε την οργή μας. Ας της δώσουμε έλλογη,
δημιουργική διέξοδο.
Χ. Κ. Τσούκας
Καθηγητής στα Πανεπιστήμια
Κύπρου και Warwick.
''KAΘΗΜΕΡΙΝΗ''
29-4-2012