Γιάννης Κουνέλλης,ο φιλόσοφος της "φτωχής τέχνης"...
ARTE POVERA
Ο φιλόσοφος της "φτωχής τέχνης"
Αυτοαποκαλείται ζωγράφος, από την ουσία της λέξης, παρότι τα έργα του δεν είναι ζωγραφικά. Ο Γιάννης Κουνέλλης, από τους μεγαλύ-τερους διεθνώς καλλιτέχνες της εποχής, είναι ένας φιλόσοφος που θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για την ηθική, τις αξίες, τον πολιτισμό, τον άνθρωπο. Στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης συνδιαλέγεται με την Ιστορία, δημιουργώντας έργα με εντόπια υλικά από αθηναϊκές μάντρες.
Eνα τεράστιο σιδερένιο τελάρο με παλτό ραμμένα σφιχτά μεταξύ τους κι ένας κυκλικός χορός από κάρβουνα και σπασμένα αρχαιοελληνικά κεφάλια είναι τοποθετημένα μέσα σε μια υπέροχη αριστοκρατική αίθουσα, με ξυλόγλυπτα ταβάνια και γύψινα διακοσμητικά. Και είναι αυτά, τα «παράξενα», ταπεινά έργα που σου τραβούν το βλέμμα, που ακουμπούν κατευθείαν στην καρδιά και σε συγκινούν, υποσκελίζοντας την αναμφισβήτητη αισθητική ομορφιά του νεοκλασικού κτιρίου του Τσίλερ. Αλλού, κρεμασμένα μαύρα πανωφόρια στέκονται σαν μοναχικοί διαβάτες. Ενα μαχαίρι αιωρείται αιχμηρό προς το έδαφος. Καπέλα ακουμπισμένα το ένα πάνω στ' άλλο. Μπουκάλια-εύθραυστοι πίνακες με σφιχτοδεμένα μαύρα πανιά. Ο μεγάλος Κουνέλλης κάνει ξανά το θαύμα του. Ο «πατριάρχης» της Αrte Povera, της «φτωχής τέχνης», γεμίζει με ευτελή υλικά τους χώρους του μουσείου, ενός μουσείου που κουβαλά έναν μοναδικό πολιτισμό, και «λάμπει», λιτός, σύγχρονος πολιτικός σχολιαστής, γίνεται μέλος της τεράστιας, πανάρχαιας οικογένειας της Τέχνης.
Εξουθενωμένος από την κοπιαστική δουλειά για την ολοκλήρωση της έκθεσης, ο καλλιτέχνης μάς παραχωρεί τον χρόνο του επιμένοντας να μιλά ελληνικά, παρότι ζει από το 1956 στην Ιταλία. Θέλω να τον ρωτήσω τόσα πράγματα για το παρελθόν του, γιατί έφυγε από τον Πειραιά στα 20 του, γιατί επέλεξε τη Ρώμη ως έδρα του, γιατί δεν επέστρεψε Ελλάδα παρά μόνο έπειτα από δύο δεκαετίες. Ωστόσο, ξεκινώ από το σήμερα, από το τι δημιουργεί αυτήν τη στιγμή στο μουσείο, τη μεγαλύτερη έκθεση που έχει κάνει στη γενέτειρα. Για να μου εξηγήσει ότι το σήμερα αλλά και το αύριο δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς το χθες, χωρίς τα θραύσματα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Οτι το μεγάλο μαύρο καβαλέτο, μέρος μιας νεκρικής λιτανείας, που δημιούργησε πρόσφατα στο Τορίνο, είναι στο μέγεθος ενός διπλού κρεβατιού, πάντα στα ανθρώπινα μέτρα. «Είναι κάτι που το κάνω χρόνια. Ευθύς εξαρχής πίστευα ότι δεν πρέπει να αφήσω να χαθεί το βάρος και το ύψος ενός ανθρώπου». Τα ανθρώπινα μέτρα, πάνω στα οποία είναι φτιαγμένος ο Παρθενώνας, «και ο ουμανισμός στην Ιταλία», θα συμπληρώσει ο κ. Κουνέλλης. «Τώρα όμως δεν υπάρχει αυτό. Υπάρχει μια άλλη λογική που έχει τα δικά της μέτρα».
Ο άνθρωπος είναι το κέντρο.
Τι θα μπορούσε να αξίζει περισσότερο από τον ίδιο τον άνθρωπο; «Δεν αξίζει τίποτα άλλο», επισημαίνει, «αλλά χρειάζεται πλέον μεγάλη δύναμη για να το υποστηρίξεις. Σήμερα, αυτός ο οικονομικός πολιτισμός δεν έχει φυσικά τον άνθρωπο ως κέντρο, αλλά την ολιγαρχία, και δεν είναι πολύ ανθρώπινο αυτό... Καθόλου!». Η Ελλάδα, ωστόσο, έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, μέσα στην παγκόσμια κρίση: «Το κακό της Ελλάδας είναι ότι δεν παρήγαγε τίποτα, ούτε καρφίτσες. Λειτουργούσε κάνοντας τον μεσάζοντα, κουβαλώντας πράγματα αλλονών -όμως, πρέπει να φτιάχνεις τα δικά σου πράγματα. Το γεγονός του να φτιάχνεις είναι από μόνο του ηθικό, το να φτιάξεις κάτι είναι μια ηθική ιδέα -φτιάχνεις για να το προσφέρεις. Με το να κουβαλάς απλώς τα πράγματα, ίσως βγάζεις περισσότερα χρήματα, αλλά χάνεις πολλά κομμάτια του μέλλοντος. Η κρίση θα τελειώσει όταν πάψουμε να έχουμε την αντίληψη των υπηρεσιών και βρούμε τις βιομηχανικές αξίες. Οποιος δεν προσφέρει είναι ανήθικος γιατί δεν φτιάχνει. Και είναι ανήθικος γιατί τρώει τα λεφτά των άλλων. Ε, αυτό δεν μπορεί να έχει μέλλον, πρώτα γιατί δεν αφήνεις τίποτα πίσω σου, και μετά γιατί τα τρως όλα...».
Τι θα μπορούσε να αξίζει περισσότερο από τον ίδιο τον άνθρωπο; «Δεν αξίζει τίποτα άλλο», επισημαίνει, «αλλά χρειάζεται πλέον μεγάλη δύναμη για να το υποστηρίξεις. Σήμερα, αυτός ο οικονομικός πολιτισμός δεν έχει φυσικά τον άνθρωπο ως κέντρο, αλλά την ολιγαρχία, και δεν είναι πολύ ανθρώπινο αυτό... Καθόλου!». Η Ελλάδα, ωστόσο, έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, μέσα στην παγκόσμια κρίση: «Το κακό της Ελλάδας είναι ότι δεν παρήγαγε τίποτα, ούτε καρφίτσες. Λειτουργούσε κάνοντας τον μεσάζοντα, κουβαλώντας πράγματα αλλονών -όμως, πρέπει να φτιάχνεις τα δικά σου πράγματα. Το γεγονός του να φτιάχνεις είναι από μόνο του ηθικό, το να φτιάξεις κάτι είναι μια ηθική ιδέα -φτιάχνεις για να το προσφέρεις. Με το να κουβαλάς απλώς τα πράγματα, ίσως βγάζεις περισσότερα χρήματα, αλλά χάνεις πολλά κομμάτια του μέλλοντος. Η κρίση θα τελειώσει όταν πάψουμε να έχουμε την αντίληψη των υπηρεσιών και βρούμε τις βιομηχανικές αξίες. Οποιος δεν προσφέρει είναι ανήθικος γιατί δεν φτιάχνει. Και είναι ανήθικος γιατί τρώει τα λεφτά των άλλων. Ε, αυτό δεν μπορεί να έχει μέλλον, πρώτα γιατί δεν αφήνεις τίποτα πίσω σου, και μετά γιατί τα τρως όλα...».
Ισως όμως γι' αυτό να βιώνουμε την κρίση - για να βρούμε άλλα πράγματα. «Για να βρεις αυτό που ψάχνεις, πρέπει να βρεις άλλους ανθρώπους -να τους αναζητάς μέχρι το τέλος της ζωής σου. Πρέπει να ψάχνεις να βρεις όχι μόνο τις διαλεκτικές επαφές, αλλά και την πραγματική αγάπη προς τους άλλους -έτσι μπορείς να κάνεις ποίηση, αλλιώς δε γίνεται. Για εμένα, που γεννήθηκα στην Ελλάδα, λίγο την έχω ζήσει, αλλά την καταλαβαίνω καλά, καταλαβαίνω πρώτα απ' όλα ότι το πρόβλημά της είναι πρόβλημα ταυτότητας, δεν είναι οικονομικό. Ποιος ξέρει αν την έχασε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ή στον εμφύλιο -προσωπικά, νομίζω στον εμφύλιο. Χάσαμε τον ρυθμό και τη λογική. Αυτή η χώρα κληρονόμησε μια τεράστια λογική, τη διαλεκτική. Ο Παρθενώνας είναι ουμανιστικός, είναι το πρώτο σημείο του ουμανισμού, και είναι μεγάλο πράγμα, έχει τη διαλεκτική, τη δημοκρατία, φιλοσοφικές αρχές, πολλά. Δεν λέω ότι πρέπει να ξαναγυρίσουμε πίσω, αλλά πρέπει να τα αναπτύξουμε όλα αυτά. Και τελικά, δεν υπάρχει πιο μοντέρνο πράγμα από τη διαλεκτική -χωρίς αυτήν, θα κάναμε κάθε μέρα πόλεμο. Σ' αυτές τις εποχές, χρειάζεται να βρεις τη διαλεκτική, να πας προς τον άλλον, να μην υπάρχει φόβος, αλλά έλξη». Ωστόσο, ο φόβος είναι ένα κυρίαρχο συναίσθημα. «Ναι, γιατί υπάρχει πολιτιστική κρίση», θα απαντήσει ο κ. Κουνέλλης. «Ομως, είναι μεγάλος πλούτος να πλησιάζεις τον άλλον και να μπορείς να τον καταλαβαίνεις. Οι τράπεζες σήμερα έχουν δικτατορικές διαθέσεις ή δεν έχουν πια ανάγκη από τη δημοκρατία. Εμείς πρέπει να μείνουμε μακριά από αυτήν τη λογική που δεν επιτρέπει στην κουλτούρα να αναπτύσσεται». Οσο για το τι μπορεί να προσφέρει η Τέχνη σ' αυτές τις συνθήκες... «Η Τέχνη, όπως η ποίηση, γεννιέται από μια έλλειψη -«ποιώ» σημαίνει κάνω ένα πράγμα που δεν υπάρχει ή υπήρχε, αλλά πέθανε. Πάντοτε γινόταν έτσι - οι μαύρες ζωγραφικές του Γκόγια γεννήθηκαν από την τρομακτική υποψία ότι η παλιά λογική, οι παλιές αρχές πέθαναν».
- H έκθεση του Γιάννη Κουνέλλη στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Μέγαρο Σταθάτου, Βασ. Σοφίας & Ηροδότου 1, 210-7228321-3) διαρκεί έως τις 30 Σεπτεμβρίου.
Περί ομορφιάς
Το κάλλος στην Τέχνη είναι η ηθική της
Το κάλλος στην Τέχνη είναι η ηθική της
Τα έργα του δεν είναι εύληπτα για το ευρύ κοινό, που δεν είναι εξοικειωμένο με τη σύγχρονη τέχνη. Τον απασχολεί αυτό; «Ο καλλιτέχνης, όπως εκείνοι που κάνουν θέατρο - είναι πάνω στη σκηνή, ως σκέψη, για δικό τους λογαριασμό, δεν το κάνουν για όσους βρίσκονται στην πλατεία, δεν έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα -αν το καταλάβουν, το κατάλαβαν. Φυσικά, θα ήθελα να καταλάβουν, γιατί έτσι μπορείς να μιλήσεις με μεγαλύτερη ελευθερία». Τον απασχολεί η ομορφιά, η αισθητική ευχαρίστηση; «Το ζήτημα της τέχνης δεν είναι μόνο η αισθητική είναι η ηθική, η ιστορία... Το να θέλεις οπωσδήποτε να απεικονίσεις ένα ωραίο πρόσωπο, εμένα δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Η ομορφιά γεννιέται μαζί με τον θάνατο -ο θάνατος μένει ως ιδέα. Ωραίο είναι το σωστό, το καλό, χωρίς αυτά δεν υπάρχει ωραίο. Ο καλλιτέχνης φτιάχνει οπωσδήποτε ωραία πράγματα, δεν μπορεί να φτιάξει άσχημα. Κι ένας πίνακας του Πόλοκ μπορείς να πεις ότι είναι ωραίος, αλλά δεν είναι φτιαγμένος γι' αυτό».
ΝΤΟΣΗ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ
ΦΩTOΓΡAΦIEΣ:
ZΩΗ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΑΚΗ
Πηγή
''ΕΘΝΟΣ''
10-4-2012
ΣΧΕΤΙΚΑ