''Ποτέ την Κυριακή ''
Σαν σήμερα, στις 18 Δεκεμβρίου του 1911, γεννήθηκε στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ, ο Αμερικανός σκηνοθέτης του θεάτρου και του κινηματογράφου, Ζυλ Ντασέν.. Το «Ποτέ την Κυριακή» είναι η πρώτη ταινία του Ζυλ Ντασσέν, με σενάριο δικό του και πρωταγωνίστρια την Μελίνα Μερκούρη.
Η αριστουργηματική μουσική του Μάνου Χατζιδάκη, ο οποίος βραβεύτηκε και με όσκαρ για το Soundtrack, βοήθησε σημαντικά στο να αναδειχθεί η ταινία σε μια από τις διασημότερες ελληνικές ταινίες παγκοσμίως. Αν και η ταινία κέρδισε μόνο το Όσκαρ μουσικής, ωστόσο ήταν υποψήφια για πέντε συνολικά βραβεία, για τον Πρώτο Γυναικείο Ρόλο για τη Μελίνα Μερκούρη, για τα ενδύματα για την Θεώνη Βαχλιώτη-Όλντριτζ αλλά και σεναρίου και σκηνοθεσίας για τον Ζυλ Ντασέν.
Η Μελίνα Μερκούρη κέρδισε το βραβείο πρώτου Γυναικείου Ρόλου, στο Φεστιβάλ των Καννών το 1960, με την ταινία να είναι επίσης ανάμεσα στις υποψηφιότητες για χρυσό φοίνικα.
Πρωταγωνιστούν:
Μελίνα Μερκούρη-Ίλια
Ζυλ Ντασέν-Homer
Γιώργος Φούντας-Tonio
Τίτος Βανδής-Γιώργος
Μήτσος Λυγίζος-Καπετάνιος
Δέσπω Διαμαντίδου-Δέσπω
Δήμος Σταρένιος- αντιπρόσωπος του Προστάτη
Δημήτρης Παπαμιχαήλ-Ναύτης
Αλέξης Σολωμός-Ο προστάτης, ο άνθρωπος χωρίς πρόσωπο
Θανάσης Βέγγος-Θανάσης
Φαίδων Γεωργίτσης-Ναύτης
Νίκος Φέρμας-Σερβιτόρος
***
Σ X E T I K A
Η υπόθεση
Η υπόθεση
Το σενάριο της ταινίας
φέρει την πρωταγωνίστρια Ίλια να είναι μία πόρνη στο λιμάνι του
Πειραιά. Έχει
όμως κάτι που την κάνει να διαφέρει από τις άλλες πόρνες του λιμανιού. Η Ίλια
όχι μόνο διαλέγει τους πελάτες της αλλά όταν έχει παραστάσεις το Ελληνικό
Φεστιβάλ και όταν είναι Κυριακή δεν δέχεται ποτέ πελάτες. Τον ίδιο καιρό έρχεται
στον Πειραιά ο Αμερικανός "Πρόσκοπος" Όμερ που επηρεασμένος από τις Φροϋδικές
θεωρίες και μία ιδεαλιστική εικόνα που έχει για την Ελλάδα και θέτει ως σκοπό
του να κάνει την Ίλια "καθώς πρέπει άνθρωπο". Την προσεγγίζει και βλέπει ότι η
Ίλια έχει στρεβλή εικόνα για την αρχαία τραγωδία που όμως υπεραγαπάει. Ειδικά
όταν φτάνει τον Όμερ στα όριά του λέγοντας του πως η Μήδεια
δεν σκοτώνει τα παιδιά της αλλά "πάνε όλοι μαζί στην παραλία". Παίρνει λοιπόν
την απόφαση ο Όμερ να την διδάξει αρχαία Ελληνική Γραμματεία, Μουσική, Τραγούδι.
Όμως ανακαλύπτει η Ίλια ότι ο αγαθών προθέσεων Όμερ χρηματοδοτείται από το μεγάλο
προστάτη του λιμανιού και ενώ διώχνει τον Όμερ από δίπλα της και καλεί σε
επανάσταση τις υπόλοιπες ιερόδουλες με σκοπό να διεκδικήσουν πιο ανθρώπινες
συνθήκες δουλειάς.
Η αλληγορία
Ο Ζυλ Ντασσέν είναι σκηνοθέτης που είχε εκδιωχθεί από τον Μακαρθισμό λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων. Σαν μαθητής του Χίτσκοκ δεν παραλείπει ποτέ να φτιάχνει μία ενδιαφέρουσα με ανατροπές πλοκή αλλά και σαν αριστερός δεν παραλείπει ποτέ να περνά τα πολιτικά του μηνύματα μέσα από τις ταινίες του. Η συγκεκριμένη ταινία όσο εύπεπτη και αν φαίνεται ουσιαστικά παρουσιάζει το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, την οποία συμβολίζει η χαρούμενη πόρνη Ίλια, να την θέλουν πάντα μνηστήρες φαινομενικά αγαθοί και καλοπροαίρετοι ώστε να την διαμορφώσουν όπως αυτοί επιθυμούν κρύβοντας πάντα άλλα πιο "ανεξιχνίαστα" κριτήρια.
***
(...)
Βλέποντας και πάλι το «Ποτέ την Κυριακή» αντιλήφθηκα το τι θα πει να παραμένει κανείς μύθος και θρύλος ακόμη και τόσα χρόνια μετά την φυγή του από τα εγκόσμια. Γιατί η δική της φιγούρα καρφώνεται στον νου μου μόλις επεξεργαστώ λέξεις όπως Πολιτισμός, Κουλτούρα, Ελληνίδα και Ακρόπολη. Αχ, Ίλια ντάρλινγκ!
Ο Πειραιάς, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Μεσογείου, είναι το βασίλειο της Ίλια, μιας ανεξάρτητης και δυναμικής γυναίκας που ασκεί το αρχαιότερο των επαγγελμάτων, έχοντας αναπτύξει φιλικές σχέσεις με το σύνολο των ανθρώπων της καθημερινότητας της. Όλοι την θαυμάζουν, την αγαπούν, την σέβονται και την υπακούν. Και την ίδια και τις ιδιαιτερότητες της, όπως την προσωπική της ανάλυση για τις αρχαίες τραγωδίες που στον δικό της φιλελεύθερο νου, μοιάζουν με καλογραμμένα παραμύθια με αίσιο πάντα τέλος. Γεγονός που θα ξενίσει τον Αμερικάνο ταξιδιώτη Χόμερ Θρέις, που γυρνώντας στα καπηλειά του λιμανιού θα την συναντήσει και θα θελήσει να αλλάξει ολάκερη την σκεπτική της, δείχνοντας της μια πιο ακαδημαϊκή φιλοσοφία ζωής. Που ταυτόχρονα θα σημάνει και αποστροφή από τον τρόπο που αποκομίζει τα προς το ζην.
Στην πραγματικότητα το θέμα δεν απέχει από αυτό το χιλιοπαιγμένο μοτό του Πυγμαλίωνα, του άντρα ο οποίος μένει εκστασιασμένος από την εξωτερική εμφάνιση της πόρνης, βάζοντας σκοπό του να την αποτραβήξει από την «δουλειά». Μόνο που εν προκειμένοις ο Χόμερ σε καμία περίπτωση δεν δείχνει ικανός να αλλάξει την πορεία μιας τόσο δυναμικής γυναίκας όπως η Ίλια. Μια μορφή που σφύζει από ζωή και από ενεργητικότητα, μεταφέροντας διαρκώς στα λαμπερά της μάτια τον αέρα, τον κόσμο και την μουσική του πανέμορφου Πειραιά. Είναι αδύνατον γι αυτήν να φανταστεί ως θα ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της ακούγοντας τις όπερες του Βάγκνερ αντί για τα τόσο μελωδικά «Παιδιά του Πειραιά» ή πως τον τοίχο του μικρού της παλατιού θα στολίζει το αντίγραφο ενός Πικάσο αντί για την αφίσα με τους παίκτες του μόνιμου πρωταθλητή!
Δίχως καμία αμφιβολία πρόκειται για την μεγαλύτερη επιτυχία στην βραχύβια άλλωστε κινηματογραφική καριέρα της Μελίνας, την οποία συνέχισε και στο σανίδι του Μπροντγουέι μετέπειτα με το πολύ επιτυχημένο “Ilia Darling”. Όταν πλέον είχαν αλλάξει οι αποχές και ο Dassin δεν ήταν ο δακτυλοδεικτούμενος από τους δοσίλογους Καζάν, ώστε να κινηματογραφεί τις ανησυχίες του εξόριστος στην μακρινή Ευρώπη. Στο “Never On Sunday’ η Μελίνα είναι τόσο λαμπερή και καθηλωτική, που καταφέρνει να καλύψει τις τεράστιες υποκριτικές αδυναμίες του (συζύγου της από τότε) Dassin, ο οποίος ανέλαβε τον ρόλο του Χόμερ, πιθανότατα λόγω έλλειψης πόρων. Ο Γιώργος Φούντας στέκεται για ακόμη μια φορά παλικάρι στο πλευρό της ως Λατίνος λιμενεργάτης Τόνιο, ο μοναδικός τελικά που μπορεί να την οδηγήσει σε άλλους δρόμους.
Τέλος μια σωρεία πολύ σπουδαίων ελλήνων ηθοποιών κάνουν το πέρασμα τους ανάμεσα στους οποίους διακρίνονται ο Τίτος Βανδής ο οποίος στο εξής ακολούθησε μια σημαντική διεθνή καριέρα, ο Θανάσης Βέγγος, ο Δήμος Σταρένιος, η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Μήτσος Λυγίζος, ο Αλέξης Σολωμός και σε υπερβολικά νεαρή ηλικία σαν ναυτάκι του αμερικάνικου στόλου ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ.
(...)
Δεν χωρά φυσικά κανένα ερώτημα για το ποιο είναι το κομμάτι με την μεγαλύτερη δυναμική στο έργο. Απλά και μόνο η ύπαρξη της ομορφότερης μελωδίας που έχει γραφτεί ποτέ για να συνοδεύσει κινηματογραφικό φιλμ, είναι αρκετή για να αναδείξει ακόμη και αυτή την μονοφωνική μπάντα σε ένα ηχητικό αριστούργημα! Ο Μάνος Χατζιδάκις περνά τις καλύτερες ημέρες της δημιουργικής του καριέρας γεγονός που χαρίζει με χαρακτηριστική άνεση σε αυτόν ένα Οσκάρινο αγαλματάκι και σε εμάς ένα από τα πιο αθάνατα μουσικά θέματα όλων των εποχών.
(...)
πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές στιγμές του ελληνικού σινεμά, με την Μελίνα μας να καθοδηγεί με το χαμόγελο της δεκάδες διάσημους πρωταγωνιστές μας και το μουτζούρικο αλλά τόσο αληθινό και ζεστό φόντο του Πειραιά να δημιουργεί την δική του ξεχωριστή ευχάριστη ατμόσφαιρα.
Ο Πειραιάς, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Μεσογείου, είναι το βασίλειο της Ίλια, μιας ανεξάρτητης και δυναμικής γυναίκας που ασκεί το αρχαιότερο των επαγγελμάτων, έχοντας αναπτύξει φιλικές σχέσεις με το σύνολο των ανθρώπων της καθημερινότητας της. Όλοι την θαυμάζουν, την αγαπούν, την σέβονται και την υπακούν. Και την ίδια και τις ιδιαιτερότητες της, όπως την προσωπική της ανάλυση για τις αρχαίες τραγωδίες που στον δικό της φιλελεύθερο νου, μοιάζουν με καλογραμμένα παραμύθια με αίσιο πάντα τέλος. Γεγονός που θα ξενίσει τον Αμερικάνο ταξιδιώτη Χόμερ Θρέις, που γυρνώντας στα καπηλειά του λιμανιού θα την συναντήσει και θα θελήσει να αλλάξει ολάκερη την σκεπτική της, δείχνοντας της μια πιο ακαδημαϊκή φιλοσοφία ζωής. Που ταυτόχρονα θα σημάνει και αποστροφή από τον τρόπο που αποκομίζει τα προς το ζην.
Στην πραγματικότητα το θέμα δεν απέχει από αυτό το χιλιοπαιγμένο μοτό του Πυγμαλίωνα, του άντρα ο οποίος μένει εκστασιασμένος από την εξωτερική εμφάνιση της πόρνης, βάζοντας σκοπό του να την αποτραβήξει από την «δουλειά». Μόνο που εν προκειμένοις ο Χόμερ σε καμία περίπτωση δεν δείχνει ικανός να αλλάξει την πορεία μιας τόσο δυναμικής γυναίκας όπως η Ίλια. Μια μορφή που σφύζει από ζωή και από ενεργητικότητα, μεταφέροντας διαρκώς στα λαμπερά της μάτια τον αέρα, τον κόσμο και την μουσική του πανέμορφου Πειραιά. Είναι αδύνατον γι αυτήν να φανταστεί ως θα ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της ακούγοντας τις όπερες του Βάγκνερ αντί για τα τόσο μελωδικά «Παιδιά του Πειραιά» ή πως τον τοίχο του μικρού της παλατιού θα στολίζει το αντίγραφο ενός Πικάσο αντί για την αφίσα με τους παίκτες του μόνιμου πρωταθλητή!
Δίχως καμία αμφιβολία πρόκειται για την μεγαλύτερη επιτυχία στην βραχύβια άλλωστε κινηματογραφική καριέρα της Μελίνας, την οποία συνέχισε και στο σανίδι του Μπροντγουέι μετέπειτα με το πολύ επιτυχημένο “Ilia Darling”. Όταν πλέον είχαν αλλάξει οι αποχές και ο Dassin δεν ήταν ο δακτυλοδεικτούμενος από τους δοσίλογους Καζάν, ώστε να κινηματογραφεί τις ανησυχίες του εξόριστος στην μακρινή Ευρώπη. Στο “Never On Sunday’ η Μελίνα είναι τόσο λαμπερή και καθηλωτική, που καταφέρνει να καλύψει τις τεράστιες υποκριτικές αδυναμίες του (συζύγου της από τότε) Dassin, ο οποίος ανέλαβε τον ρόλο του Χόμερ, πιθανότατα λόγω έλλειψης πόρων. Ο Γιώργος Φούντας στέκεται για ακόμη μια φορά παλικάρι στο πλευρό της ως Λατίνος λιμενεργάτης Τόνιο, ο μοναδικός τελικά που μπορεί να την οδηγήσει σε άλλους δρόμους.
Τέλος μια σωρεία πολύ σπουδαίων ελλήνων ηθοποιών κάνουν το πέρασμα τους ανάμεσα στους οποίους διακρίνονται ο Τίτος Βανδής ο οποίος στο εξής ακολούθησε μια σημαντική διεθνή καριέρα, ο Θανάσης Βέγγος, ο Δήμος Σταρένιος, η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Μήτσος Λυγίζος, ο Αλέξης Σολωμός και σε υπερβολικά νεαρή ηλικία σαν ναυτάκι του αμερικάνικου στόλου ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ.
(...)
Δεν χωρά φυσικά κανένα ερώτημα για το ποιο είναι το κομμάτι με την μεγαλύτερη δυναμική στο έργο. Απλά και μόνο η ύπαρξη της ομορφότερης μελωδίας που έχει γραφτεί ποτέ για να συνοδεύσει κινηματογραφικό φιλμ, είναι αρκετή για να αναδείξει ακόμη και αυτή την μονοφωνική μπάντα σε ένα ηχητικό αριστούργημα! Ο Μάνος Χατζιδάκις περνά τις καλύτερες ημέρες της δημιουργικής του καριέρας γεγονός που χαρίζει με χαρακτηριστική άνεση σε αυτόν ένα Οσκάρινο αγαλματάκι και σε εμάς ένα από τα πιο αθάνατα μουσικά θέματα όλων των εποχών.
(...)
πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές στιγμές του ελληνικού σινεμά, με την Μελίνα μας να καθοδηγεί με το χαμόγελο της δεκάδες διάσημους πρωταγωνιστές μας και το μουτζούρικο αλλά τόσο αληθινό και ζεστό φόντο του Πειραιά να δημιουργεί την δική του ξεχωριστή ευχάριστη ατμόσφαιρα.
(...)
Γιώργος Ζερβόπουλος
Πηγές