Προς «ολική επαναφορά» ...



Την ώρα που παραχωρεί τη διεκδίκηση της πρωθυπουργίας στον Μαρόνι της Λέγκας του Βορρά, ο Μπερλουσκόνι έχει τη βεβαιότητα ότι θα είναι ο de facto αδιαμφισβήτητος ηγέτης μιας ισχυρής αντιπολίτευσης που θα περιλαμβάνει την παράταξή του, το αποσχιστικό κύημα που ίδρυσε ο Μπόσι, αλλά και τη συντριπτική πλειοψηφία της λαϊκής βάσης του ευκαιριακού μορφώματος του «Κόμματος των Πέντε Αστέρων» που ίδρυσε ο σατιρικός τηλεπαρουσιαστής Μπέπε Γκρίγιο.
Η συλλογιστική του καβαλιέρε είναι απλή: Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η υπό τον Μπερσάνι Κεντροαριστερά και ο Μόντι θα συμπράξουν για τη συνέχιση της μέχρι τώρα σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής και προεξοφλεί ταχύτατη δημοσκοπική καταβαράθρωση, παρόμοια με αυτή που εισπράττει ο Ολάντ στη Γαλλία, έξι μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Ετσι, ο καβαλιέρε εμφανίζεται ως εξαίρεση στην Ευρωζώνη, ως ο μόνος ηγέτης που έχασε την εξουσία λόγω κρίσης και επανέρχεται με βαρύνουσα παρουσία στην πολιτική σκηνή της χώρας του.
Υπάρχει, βεβαίως, μια διαφορά: Στη Γαλλία ο Σαρκοζί, στην Πορτογαλία ο Σόκρατες και στην Ισπανία ο Θαπατέρο αποδοκιμάστηκαν από τους ψηφοφόρους ως αναποτελεσματικοί στη διαχείριση της δημοσιονομικής κρίσης, ενώ ο Μπερλουσκόνι στην κυριολεξία αποπέμφθηκε με ισχυρότατη πίεση της Μέρκελ, την οποία προσυπέγραψε και ο Σαρκοζί.
Οταν τον Νοέμβριο του 2011 ο καβαλιέρε εγκατέλειπε το Παλάτσο Γκίζι, την έδρα του πρωθυπουργού, ήταν κυρίαρχη η πεποίθηση ότι το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Ιταλία ήταν η διαφθορά-διαπλοκή του μεγαλοεπιχειρηματία-πολιτικού, τα ροζ σκάνδαλα και η μη πολιτικά ορθή ρητορική του.
Εναν χρόνο μετά οι Ιταλοί ψηφοφόροι γνωρίζουν ότι ο σοβαρός, λιτός και αποδεκτός ως συνομιλητής από το Βερολίνο Μόντι εφαρμόζει μια πολιτική που οδηγεί τις αντοχές τους σε οριακό σημείο, με ταυτόχρονη φορολογική αφαίμαξη του Βορρά και δραστική περικοπή της επιδότησης του Νότου.
Πάνω σε αυτή την ετερόκλητη δυσαρέσκεια ο Μπερλουσκόνι οικοδομεί ένα μέτωπο δυσαρεστημένων, μια παράταξη που διεκδικεί κυβερνητική εξουσία και η οποία είναι η πρώτη στην Ευρωζώνη που ενσωματώνει ως απειλή και επιλογή την πιθανή επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, τη λιρέτα.
Με δύο λόγια, στην Ιταλία καταγράφεται η σοβαρότερη εναντίωση στην πολιτική του Βερολίνου, μια στάση που παραπέμπει στις ανατροπές συμμαχιών της χώρας στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, το 1915 και το 1943 αντίστοιχα.
Η Ιταλία επισκιάζει εδώ και μήνες τη Γαλλία στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς: Πρώτα με τις πρωτοβουλίες Μόντι, που άσκησε στη Μέρκελ την πίεση που δεν μπόρεσαν να ασκήσουν ο Σαρκοζί και ο Ολάντ, στη συνέχεια με τις πρωτοβουλίες του επικεφαλής της ΕΚΤ Ντράγκι και τώρα με τη διαμόρφωση ενός εκρηκτικού πολιτικού σκηνικού.
Είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η Ιταλία καθίσταται απρόβλεπτος παράγων των ευρωπαϊκών συσχετισμών, μέρα με τη μέρα μετατρέπεται σε στρατηγική απειλή για τους Μέρκελ - Σόιμπλε.
Εκδίκηση και ειρωνεία της Ιστορίας, καθώς μέχρι και την Ανοιξη του 1998 η Γερμανία ήταν αντίθετη στη συμμετοχή της Ρώμης στην πρώτη Ομάδα Χωρών της Ευρωζώνης.
Ο Μπερλουσκόνι όταν θέτει το δίλημμα αποχώρησης της Γερμανίας από την Ευρωζώνη ή επιστροφή στη λιρέτα δεν έχει αυταπάτες για τον ρεαλισμό του διλήμματος, αλλά γνωρίζει ότι επενδύει σε μια διαρκώς διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια.


Βαρύνουσα παρουσία

Η Ιταλία επισκιάζει εδώ και μήνες τη Γαλλία στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς: Πρώτα με τις πρωτοβουλίες Μόντι, που άσκησε στη Μέρκελ την πίεση που δεν μπόρεσαν να ασκήσουν ο Σαρκοζί και ο Ολάντ, στη συνέχεια με τις πρωτοβουλίες του επικεφαλής της ΕΚΤ Ντράγκι και τώρα με τη διαμόρφωση ενός εκρηκτικού πολιτικού σκηνικού.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ

http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=112975147



ΣΧΕΤΙΚΑ