''La Haine'' ...

Γαλλία - Κατεστημένο, Μετανάστευση και Περιθώριο... 

 Η  γαλλική ταινία: ''Το μίσος '' ... 


http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=rnbmiaBf9ps#

''Το μίσος'' (''La Haine'')
Τρεις νέοι, που ο καθένας τους εκπροσωπεί μια διαφορετική μειονότητα, ζητούν εκδίκηση για το θάνατο ενός φίλου τους από τις αρχές. 
Κατεστημένο και περιθώριο στο Παρίσι των λαϊκών συνοικιών.

Σκηνοθεσία:
Mathieu Kassovitz
Σενάριο:
Mathieu Kassovitz
Cast:
Vincent Cassel (Vinz), Hubert Koundé (Hubert), Saïd Taghmaoui (Saïd),Abdel Ahmed Ghili (Abdel), Solo (Santo)
Πηγή
 tvxs.gr/webtv/tainies 















ΣΧΕΤΙΚΑ

(1)

(2)
Γαλλικά προάστια: το απαρτχάιντ της Republique 
(...)
Μόλις λίγα χιλιόμετρα έξω απ’ το Παρίσι, στα γαλλικά banlieue, η «Πόλη του Φωτός» βουλιάζει στο σκοτάδι. Ο περιφερειακός δρόμος αντί να ενώνει, χωρίζει τη γαλλική πρωτεύουσα. Υψώνει νοητά αλλά εντελώς άκαμπτα και απροσπέλαστα τείχη ανάμεσα στη πόλη των τουριστικών οδηγών και σ’ αυτή των σύγχρονων Αθλίων. Διαμορφώνει στην πατρίδα του Διαφωτισμού πολεοδομικά, φυλετικά, πολιτισμικά και ταξικά απαρτχάιντ και κλειδώνει στο εσωτερικό τους τους απόγονους της αποικιοκρατίας . Εδώ το χρώμα είναι πάντα γκρίζο σαν τα κτίρια που δε χωρούν στα νοσταλγικά καρτ ποστάλ και τις αφαιρετικές φωτογραφίες. Η μουσική δεν έχει καμία ρομαντική μελωδία παρά μόνο ένα σκληρό rap ρυθμό. Ο λόγος είναι κοφτός και βίαιος, όπως και τα βλέμματα κάτω απ’ τη μαντήλα. Εδώ το μοναδικό φως είναι αυτό της φωτιάς που άναψε πριν 6 χρόνια αλλά σιγοκαίει ακόμα.
      Τα «χαμένα εδάφη της γαλλικής δημοκρατίας», όπως αποκαλέστηκαν τα προάστια του Παρισιού από πολλούς διανοούμενους μετά τις ταραχές του 2005, συγκροτήθηκαν μ’ αυτή τη μορφή στο τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Τότε το γαλλικό κράτος χρειαζόταν εργατικά χέρια για την ανοικοδόμηση της χώρας μετά τις καταστροφές που προκάλεσε ο πόλεμος. Χιλιάδες μετανάστες προερχόμενοι κυρίως από τις παλιές γαλλικές αποικίες συγκεντρώθηκαν εδώ προκειμένου να βρουν δουλειά, στέγη και προοπτική ίσως. Η γαλλική κυβέρνηση υλοποιώντας τη μεταναστευτική στρατηγική της ενσωμάτωσης τους έδωσε σχετικά εύκολα τη γαλλική υπηκοότητα. Τους χρωστά ακόμα όμως την ιδιότητα του πολίτη. Αυτού τουλάχιστον που μπορεί να μετέχει ισότιμα στην εθνική αφήγηση.
      Στον απόηχο του μοντερνιστικού κινήματος της αρχιτεκτονικής που πρεσβεύει ότι «κάθε λειτουργία χρειάζεται τον δικό της χώρο, ενώ κάθε χώρος θα πρέπει να υπηρετεί μία και μόνο λειτουργία», κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 60 στα περιθώρια του Παρισιού με πυρετώδεις ρυθμούς ογκώδη, πολυώροφα κτίρια προκειμένου να στεγάσουν με χαμηλό ενοίκιο τους χιλιάδες μετανάστες. Με μια ακραία τεχνοκρατική αντίληψη για την οργάνωση της πόλης αναδείχθηκαν οι γαλλικές cite , οι τεράστιες καταθλιπτικές και ομοιόμορφες τσιμεντουπόλεις. Εκεί εξοστρακίστηκε αυτός ο πληθυσμός σε περιοχές αμιγούς μεταναστευτικής σύνθεσης, χωρίς ιστορικότητα, απογυμνωμένες από οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριότητα πέραν της κατοικίας. Σήμερα πολλοί μελετητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι αυτός ο χωρικός διαχωρισμός υπήρξε η αρχή της γκετοποίησης.
      Στην Ελλάδα όταν μιλάμε για γκέτο εννοούμε συνήθως υποβαθμισμένες περιοχές στο κέντρο της πόλης που στοιβάζονται μετανάστες χωρίς χαρτιά σε τριτοκοσμικές συνθήκες διαβίωσης χωρίς καμία δυνατότητα πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες. Στα γκέτο της Γαλλίας κατοικούν μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς που έχουν γαλλική υπηκοότητα. Ο Fabien,συνάδελφος από την Humanite μάλιστα με διορθώνει κάθε φορά λέγοντας μου ότι «τους κατοίκους των γαλλικών προαστίων τους λέμε γάλλους πολίτες και όχι μετανάστες γιατί θεωρείται στιγματισμός». Έχουν ένα έστω και minimum δίκτυο παροχής υπηρεσιών και κοινωνικών υποδομών. Το κυριότερο πρόβλημα με το χώρο που ζουν είναι ότι δε μπορούν να αποδράσουν απ’ αυτόν , είναι σα φυλακή. Η σαν εξορία , όπως προκύπτει κι από την ετυμολογία την λέξης banlieue, από τα συστατικά ban (υπό απαγόρευση) και lieu (τόπος).
      Έξι χρόνια μετά λοιπόν την εξέγερση των φυλακισμένων στα γαλλικά προάστια είπαμε να επιστρέψουμε εκεί που ξεκίνησαν όλα για να δούμε αν η κραυγή που αντήχησε το 2005 σ΄ όλη την Ευρώπη ακούγεται ακόμα έστω και ως ψίθυρος. Αν η ύπαρξη επαρκούς δικτύου αστικών συγκοινωνιών για μια περιοχή είναι δείκτης για το επίπεδο ζωής της, τότε σίγουρα για το Clichy-sous-Bois, ένα ανατολικό προάστιο 15,8 χιλιόμετρα έξω απ’ το Παρίσι, αυτός ο δείκτης βρίσκεται αρκετά χαμηλά καθώς δεν είναι προσβάσιμο όχι μόνο με μετρό αλλά ούτε καν με τρένο. Σταματάμε στο σταθμό Le Raincy με το τρένο κι από κει λεωφορείο. Κατοικείται σχεδόν αποκλειστικά από μετανάστες δεύτερης γενιάς από χώρες της Βορείου Αφρικής . Σε ποσοστό 70% περίπου έχουν γεννηθεί στη Γαλλία . Το ποσοστό όμως αυτών που μιλούν σε ικανοποιητικό βαθμό τη γαλλική γλώσσα είναι πολύ μικρότερο, καθώς οι γονείς των περισσότερων δε μιλάνε γαλλικά. Στην πλατεία Beauvau, εκεί που έφυγε η πρώτη μολότοφ το 2005 μας περιμένει η Catty, είναι δασκάλα στο τοπικό σχολείο. «Είναι ένα ειδικό σχολείο με παιδιά που έχουν επιλεγεί ως κακοί μαθητές. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι πηγαίνουν σ’ ένα τέτοιο σχολείο τους δημιουργεί την αίσθηση ότι δεν έχουν μέλλον. Σε ορισμένα μαθήματα όπως η ιστορία έχουν πλήρη αδυναμία συγκέντρωσης» μας λέει. Τα ποσοστά της σχολικής αποτυχίας σ’ αυτές τις περιοχές είναι 2 φορές υψηλότερα από τα αντίστοιχα εθνικά. Εδώ το γαλλικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει εγγράψει μια απόλυτη αποτυχία. Οι αρχές της ευρωπαϊκού ουμανισμού που διδάσκονται οι νεαροί μαθητές δεν τους πείθουν γιατί βρίσκονται σε μια καταφανή αντίθεση με την πραγματικότητα του αποκλεισμού και του υφέρποντα ρατσισμού που βιώνουν. Από την άλλη ο σκληρός εθνοκεντρισμός που διέπει τη γαλλική εκπαίδευση δε μπορεί να αφομοιώσει την ευαισθησία των εθνοτικών μειονοτήτων και τα διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Για τους μαθητές που κατάγονται από την Αλγερία ή τη Μαρτινίκα οι Γαλάτες δε μπορούν να αποτελέσουν σημείο αναφοράς.
      Σαββατοκύριακο που πέρασε σε μία από τις συνήθεις επιδρομές της Αστυνομίας στη γειτονιά συνελλήφθησαν 5 μαθητές της Catty και τώρα η ίδια ηγείται μιας καμπάνιας για την απαλλαγή τους. «Πρέπει να ζεις εδώ για να μπορείς να νιώσεις τις συνθήκες που μεγαλώνει ένας νέος άνθρωπος και να μπορείς να χτίσεις δεσμούς εμπιστοσύνης μαζί το. Ισχύει ότι η βία είναι στοιχείο της καθημερινότητας τους. Αρκετοί παίρνουν ναρκωτικά ή πίνουν αλκοόλ. Μερικές φορές η βία εισβάλλει κα μέσα στο σχολείο είτε με επιθέσεις κατά των καθηγητών είτε με συγκρούσεις μεταξύ των μαθητών που είναι σε συμμορίες. Αυτό όμως που εγώ θεωρώ πιο σημαντικό είναι η συμβολική βία. Για παράδειγμα μιλούν πολύ γρήγορα, κοφτά και δυνατά . Σα να θέλουν να ακουστούν…». Δεν ακούγονται όμως. Τα ποσοστά ανεργίας εδώ φτάνουν το 40 – 50% στους νέους, υπερδιπλάσια συγκριτικά με τον εθνικό μέσο όρο. Έχει υπολογιστεί ότι το 20% απ’ αυτούς εμπλέκεται σε διάφορες μορφές παραβατικότητας ώστε να επιβιώσει οικονομικά. Σύμφωνα με παλιότερη έρευνα της εφημερίδας Le Mοnde οποιαδήποτε μέριμνα είχε ληφθεί παλιότερα για την κοινωνική υποστήριξη αυτών των ομάδων σταδιακά εξανεμίζεται. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια κατά 20% ετήσια μείωση των επιδοτήσεων των συνεταιρισμών γειτονιάς που δουλεύουν με νέους, των προγραμμάτων μαθητείας, των πιστώσεων φόρου για την πρόσληψη νέων από τα γκέτο, των προγραμμάτων καταπολέμησης του αναλφαβητισμού και των προγραμμάτων «πολιτικής αγωγής» των ανηλίκων από εκπαιδευμένους αστυνομικούς.
        Μια πρωινή βόλτα στη γειτονιά με δεκάδες ανθρώπους σε παραγωγική ηλικία να κάθονται σε παρέες στα σκαλάκια επιβεβαιώνει στους στατιστικούς δείκτες. Είναι πολύ καχύποπτοι σε ξένα πρόσωπα. Η θέα της φωτογραφικής μηχανής παραπέμπει στην Αστυνομία. Μας σταματούν διαρκώς , μας ρωτούν κάπως επιθετικά αν είμαστε αστυνομικοί και δείχνουμε δημοσιογραφική ταυτότητα για να τους καθησυχάσουμε και να πιάσουμε κουβέντα. Το βασικό αν όχι μοναδικό αυθεντικό στοιχείο πολιτικοποίησης για τους νέους εδώ είναι το αντικατασταλτικό. Λογικό επαγόμενο της έντονης αστυνομικής παρουσίας, των εξευτελιστικών ελέγχων και συνεχών επιδρομών. Αυτή είναι η επίσημη εμφάνιση του γαλλικού κράτους. «Police partout. Justice nulle part» (Αστυνομία παντού, δικαιοσύνη πουθενά) γράφει στον τοίχο, δίπλα στο νοσηλευτικό κέντρο. Στην άκρη ενός γιγαντιαίου συγκροτήματος με 20όροφες ομοιόμορφες πολυκατοικίες με στενά μπαλκόνια μαυρισμένα από τα συχνά βραχυκυκλώματα που προκαλούνται εξαιτίας της παλαιότητας των ηλεκτρικών συσκευών, έχει ένα γηπεδάκι μπάσκετ. Ρωτάω τον 22χρονο Abdul από την Αλγερία «Σπουδάζεις ή δουλεύεις;». «Ούτε σχολείο, ούτε δουλειά. Εδώ είναι γκέτο» απαντάει αφοπλιστικά. Ούτε αυτός, ούτε οι περισσότεροι νέοι εδώ έχουν πάει ποτέ στο Παρίσι. Μένουν με τις οικογένειες τους σε μικρά διαμερίσματα σοβιετικού τύπου και βολοδέρνουν όλη μέρα στη γειτονιά μ’ ένα εναλλασσόμενο βλέμμα παραίτησης και οργής.
        Ίδια βλέμματα συναντήσαμε και στο Argenteuil, μάλλον λιγότερο άγρια απ’ αυτά που είδε ο Νικολά Σαρκοζύ, όταν κάνοντας περιοδεία ως υπουργός Εσωτερικών τότε, αποκάλεσε τους νέους των προαστίων «σκυλολοι» και δεσμεύτηκε on camera ότι θα απαλλάξει τους ήσυχους νοικοκυραίους απ’ αυτούς. Το Argenteuil με 105.000 κατοίκους περίπου θεωρείται από τις πιο επικίνδυνες ζώνες με αναλογία 207,43 παραβατών ανά 1000 κατοίκους όταν ο αντίστοιχος εθνικός μέσος όρος είναι 83 ανά 1000 κάτοικους. «Όπου υπάρχει μιζέρια, υπάρχει και εγκληματικότητα και ναρκωτικά» υποστηρίζει ο Kelly σ’ ένα μαγαζί που πίνουμε καφέ, κοντά στην église de Sannois , ένα όμορφο αρχιτεκτονικό μνημείο από το 1864. Ορισμένα τέτοια ιστορικά ίχνη σε συνδυασμό με το ποτάμι που διασχίζει το προάστιο, το κάνουν λιγότερο μουντό. Πανοραμικά και εξωτερικά τουλάχιστον γιατί η λογική της αρχιτεκτονικής των διαμερισμάτων είναι ίδια κι απαράλλακτη. Ο Kely είναι 23 χρονών , γεννήθηκε στη Γαλλία αλλά κατάγεται από τη Γουαδελούπη, ψάχνει για δουλειά. Ζει με την 5μελή οικογένεια του σ’ ένα διαμέρισμα 70 τμ. Η οικογένεια πρέπει να συντηρηθεί από το μισθό των 1300 ευρώ του πατέρα. Μπορεί να μη δείχνει ιδιαίτερη αισιοδοξία αλλά έχει μια σπάνια σταθερότητα και ωριμότητα στη φωνή του «Μη γελιόμαστε. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο Παρίσι και τα προάστια. Δεν έχω πάει αλλά το καταλαβαίνω. Τα προβλήματα όμως στην βάση τους είναι πολιτικά» λέει. Στο σταθμό του τρένου μια ακούγεται μια εντυπωσιακή γυναικεία φωνή να τραγουδάει όπερα. Είναι η 53χρονη Ζανίς από τη Γουαδελούπη. Δεν έχει πτυχίο αλλά έχει καταφέρει να επιβιώνει από τη μουσική, κάνοντας μαθήματα σε παιδάκια και τραγουδώντας στο τρένο και το μετρό. «Οι άνθρωποι είναι όλα και λιγότερο χαρούμενοι. Γίνονται σκυθρωποί και βιαστικοί» παρατηρεί. Ισχύει, αυτό παρατηρούμε κι εμείς σ’ όλο το Παρίσι. Εδώ όμως αυτή η αίσθηση είναι πιο έντονη. Ίσως γιατί τα πρόσωπα έχουν πάψει να είναι χαρούμενα πολύ πριν την οικονομική κρίση και τα προγράμματα λιτότητας. Τα εισοδήματα των κατοίκων στα banlieue είναι κατά 20 -30 % χαμηλότερα απ’ ότι στις υπόλοιπες περιοχές του Παρισιού.
       Επόμενος σταθμός – με μετρό αυτή τη φορά – το St Denis. Ο επιβλητικός ναός της Βασιλικής, ένα μοναδικό κομψοτέχνημα είναι η πρώτη εικόνα που αντικρίζει ο επισκέπτης. Παραπλανητική όμως. Μπροστά απλώνεται η rue de Rebublique , κύτταρο οικονομικής και κοινωνικής ζωής για τη γειτονιά με μια αγορά γεμάτη λαϊκά μαγαζιά. Ο δρόμος μοιάζει περισσότερο με πολύχρωμο ποτάμι. Σ’ αυτό το προάστιο των 100.000 κατοίκων υπολογίζεται ότι ζουν περίπου 85 κοινότητες. Είναι μια εργατική περιοχή και για πολλά χρόνια ο δήμος άνηκε στην αριστερά. Τώρα όμως βουλιάζει στη φτώχεια και τη μιζέρια. Το 2005 τυλίχτηκε κι αυτή στις φλόγες της αγανάκτησης. Πάνω στον κεντρικό δρόμο υπάρχουν καταλήψεις παλιών και ακατάλληλων για κατοίκηση εγκαταλελειμμένων κτιρίων από μετανάστες . Πιο μέσα στα στενά η απελπισία είναι ζωγραφισμένη παντού και ψάχνει διέξοδο από τη βιωμένη κόλαση σε τεχνητούς παράδεισους. Η διακίνηση ναρκωτικών δίνει και παίρνει. Βρίσκουμε τη 40χρονη Βαλέρια από τη Σενεγάλη στα σκαλιά ενός κτιρίου έτοιμη να σνιφάρει. Μας λέει μόνο ότι είναι άστεγη και μας διώχνει. Στο βάθος η ίδια μονότονη παράσταση, τεράστια συγκροτήματα μπετόν με πολυώροφα χαμηλοτάβανα κτίρια και μια διάχυτη δυσοσμία ούρων στους ελεύθερους κοινόχρηστους χώρους.
        Εδώ μένει ένας από τους ιστορικούς ηγέτες του Μάη και νυν στέλεχος του αριστερού κόμματος NPA, Alain Krivin. Ως ευρωβουλευτής παλιότερα είχε καλέσει 2 τάξεις από υποβαθμισμένα σχολεία της γειτονιάς στις Βρυξέλλες. Ακόμα θυμάται την έκπληξη των ανδρών της ασφάλειας του Ευρωκοινοβουλίου. «Τα πράγματα είναι χειρότερα απ’ ότι πριν 6 χρόνια γιατί η οικονομική κρίση επιτείνει το πρόβλημα. Η ανεργία καλπάζει και δημιουργούνται συμμορίες μόνο από άνδρες. Η θέση της γυναίκας είναι πολύ υποβαθμισμένη. Αρκετές φορούν μαντήλα όχι από θρησκοληψία αλλά για να μη τις ενοχλούν σεξιστικά. Έχουν μια συνολική απαξίωση προς την πολιτική και τους φορείς τους. Ξέρουν για παράδειγμα το Μπεζανσενο (σσ ο μέχρι πρότινος υποψήφιος του κόμματος με τεράστια δημοφιλία λόγω της νεαρής ηλικίας του και της εργατικής καταγωγής του). Λένε ότι είναι ωραίος τύπος αλλά μέχρι εκεί. Η αριστερά πρέπει να σκεφτεί τον τρόπο να είναι χρήσιμη γι’ αυτός κι όχι να εμφανίζεται με κυρηγματικό λόγο. Να μην επιτρέψει να διεισδύσει εδώ το δηλητήριο της ξενοφοβίας. Η Μαρί Λεπέν μπορεί να έχει διαφορετική γλώσσα απ’ τον πατέρα της αλλά δεν έχει διαφορετική πολιτική. Εξαγγέλλει ότι θα διώξει 3 εκατ μετανάστες και δυστυχώς αυτή η θέση έχει απήχηση στα λαϊκά στρώματα» υποστηρίζει. «Φανταστείτε» λέει «ότι υπάρχουν σχολεία με 20 μαθητές ανά τάξη». Εντάξει , το Υπουργείο Παιδείας, έχει μεριμνήσει ώστε να μη χρειαστεί να οργιάσει η φαντασία μας.
       Στο Πανεπιστήμιο του St Denis, το «Πανεπιστήμιο του Κόσμου», μας περιμένει ο καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Alain Bertho. «Εδώ έχουμε φοιτητές απ’ όλες τις γωνιές του κόσμου και της Γαλλίας εκτός απ’ τα προάστια. Οι νέοι στα προάστια είναι γάλλοι πολίτες αλλά β’ κατηγορίας. Ο ρατσισμός της Αστυνομίας και η αυταρχικοποίηση του κράτους είναι δεδομένα. Το ερώτημα της μετανάστευσης όμως είναι σύμφυτο με τη φτώχεια. Δεν υπάρχει από μόνο του και είναι το πραγματικό ερώτημα». Έχει βραδιάσει. Η όψη της rue de Rebublique είναι διαφορετική τη νύχτα. Άδεια και αποκρουστική. Ο κόσμος έχει κλειδωθεί στα κελιά του και η Αστυνομία έχει πάρει τη θέση της στο δρόμο. Όση Αστυνομία δε συναντήσαμε 10 μέρες στο κέντρο του Παρισιού, είδαμε σε λίγες ώρες στο St Denis. Στην είσοδο του μετρό όμως είναι λιγότερο πένθιμα. Ο Despee Gonzales με την κολεκτίβα του ραπάρουν ασύστολα και πωλούν τα cd που φτιάχνουν μόνοι τους. Η γαλλική ραπ άνθησε σ’ αυτές της γειτονιές και συμπύκνωσε το βίωμα τους. Είναι ενδεικτικό ότι το 2005 153 βουλευτές και 49 μέλη της Συγκλήτου κυρίως της Δεξιάς ζήτησαν να δικαστούν συγκεκριμένα συγκροτήματα ραπ για ηθική αυτουργία στις εξεγέρσεις. Δεν τους απασχόλησε ιδιαίτερα ότι πολλά από τα τραγούδια στα οποία αναφέρθηκαν είχαν γραφτεί πριν από μία δεκαετία και πολλά συγκροτήματα είχαν ήδη διαλυθεί. Μπαίνουμε στο μετρό. Ένα δαιδαλώδες σύστημα ελέγχου και κανόνων συμπεριφοράς αναπτύσσεται , ώστε να μετακινείται το πλήθος πειθαρχημένα. Οι νέοι των προαστίων πηδούν τα κιγκλιδώματα και γράφουν συνθήματα. Είναι ένας ακόμα τρόπος αντίδρασης στην υιοθέτηση αυστηρών προτύπων διαγωγής.
       Παίρνουμε το τρένο για νότια. Σταματάμε στο Tarterels. Δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 60 όταν εγκαταστάθηκε εδώ η βιομηχανία Snemac και υπήρχε ανάγκη να οικοδομηθούν φθηνά διαμερίσματα για να στεγαστούν οι εργάτες. Σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία το 20% των διαμερισμάτων κάθε δήμου πρέπει να είναι κοινοτικά. Αρκετοί δήμοι όμως προτιμούν να παραβαίνουν το νόμο και να πληρώνουν πρόστιμα , γιατί θεωρούν ότι αυτές οι κατασκευές συμβάλλουν στην υποβάθμιση των γειτονιών. Αυτός ο δήμος άνηκε επίσης στην αριστερά. Τώρα έχει εκλεγεί ένας δεξιός δήμαρχος με σημαία το γκρέμισμα των εργατικών πολυκατοικιών για να ξεφύγει η γειτονιά απ’ τη γκετοποίηση όπως λέει. Πέφτουμε πάνω στον «κόκκινο πύργο», την πρώτη κοινωνική πολυκατοικία που φτιάχτηκε. Το τελεσίγραφο της αστυνομίας λέει πως πρέπει να εκκενωθεί έως τις 31 του Δεκέμβρη. Όσοι φεύγουν σφραγίζονται οι πόρτες για να μη μπουν νέοι και κάνουν κατάληψη. Οι περισσότεροι όμως δεν έχουν που να πάνε. Συχνά η Αστυνομία κάνει εφόδους με σκυλιά και ρίχνει δακρυγόνα ακόμα και μέσα στα σπίτια.
        Η Ντίνα Μπακαλέξη, ελληνίδα που μας συνοδεύει στην περιήγηση, μας εξηγεί ότι «όλα αυτά είναι ένα πρόσχημα για να εκδιώξουν τα λαϊκά στρώματα και τους μετανάστες και να αλλάξουν τη φυσιογνωμία της περιοχής». Από τότε που έφυγαν οι βιομηχανίες, ο κόσμος μαράζωσε. Ο δήμος διαμόρφωσε ζώνες φοροαπαλλαγών για να έρθουν επιχειρήσεις και να απορροφήσουν εργασιακά τον πληθυσμό της περιοχής. Εγκαταστάθηκαν κυρίως εταιρείες logistics που απλώς απολαμβάνουν τις φοροαπαλλαγές , καθώς οι κάτοικοι δε μπορούν να καλύψουν τις θέσεις εργασίας που προσφέρουν, αφού δεν έχουν το ανάλογο μορφωτικό επίπεδο. «Οι νέοι εγκαταλείπουν το σχολείο και δε βρίσκουν δουλειά πουθενά. Μόνο και μόνο η διεύθυνση τους αποτελεί αποθαρρυντικό παράγοντα για οποιαδήποτε πρόσληψη. Επειδή μένουν εδώ θεωρούνται αλήτες και εγκληματικά στοιχεία». Λίγο παραπέρα είναι τι τζαμί, χωρητικότητας 600 ατόμων. «Αυτό είναι μικρό, στη διπλανή πόλη έχει ένα μεγαλύτερο» μας πληροφορεί ο ιμάμης. Εμείς με τη σειρά μας τον ενημερώνουμε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει επίσημο τέμενος. Εκπλήσσεται, «Είναι κρίμα γιατί η Ελλάδα είναι μια όμορφη και ανοιχτή χώρα. Ελπίζω να φτιαχτεί γρήγορα γιατί δε μπορεί κανένας να λατρέψει με αξιοπρέπεια το θεό του στα υπόγεια».
        Κάπου εδώ τελειώνει για μας το φευγαλέο πέρασμα στα γαλλικά προάστια . Ξεθώριασε στο μυαλό μας η παριζιάνικη ομορφιά, έμεινε μόνο η σπαραγματική σιωπή ενός εγκλωβισμένου και εσαεί ξένου νεανικού πληθυσμού. 
        Και μερικοί στίχοι:
«Τώρα οι Άθλιοι στου Γιάννη Αγιάννη την πόλη
σε τσιμεντένια μπουντρούμια στριμωγμένοι είναι όλοι·
γομωμένο φυτίλι από στουπί σε μπουκάλι
γίνεται κάθε περήφανος που σηκώνει κεφάλι.
Μια ανάσα δρόμο από την Πόλη του Φωτός
μνήμες σέρνονται να θαφτούνε εκτός.
Πίσω απ’ την όμορφη παριζιάνικη εικόνα
είδα έναν σκοτεινό κι ατέλειωτο χειμώνα.»
Sadahzinia
(...)
Πρώτη δημοσίευση '' Έψιλον'' της ''Ελευθεροτυπίας''
Αποσπάσματα από κείμενο της Μαρίας Λούκα 

Πηγή

(3)

(4)
''Εξάντας''  -  Ντοκυμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου:
''ΠΑΡΙΣΙ 2005''  
(...)
   Ο «τυχαίος» θάνατος των δύο νέων παιδιών στο Κλισί Σουμπουά του Παρισιού στις 27 Οκτωβρίου, πυροδότησε το θερμό Νοέμβρη του 2005 στη Γαλλία. Και για την ανυποψίαστη διεθνή κοινή γνώμη, πίσω από τις στάχτες των χιλιάδων καμένων αυτοκινήτων, ξεπρόβαλε το φάντασμα μιας Ευρώπης άγνωστης. Και μιας εξίσου άγνωστης Γαλλίας που φροντίζει να κρατά καλά κρυμμένα τα εκατομμύρια των «δεύτερης διαλογής» πολιτών της.
      Ο Εξάντας, σε μια διεθνή δημοσιογραφική αποκλειστικότητα, κατάφερε να εισχωρήσει στα απροσπέλαστα γκέτο του Παρισιού, στην καρδιά των επεισοδίων. Και η κάμερα κατέγραψε την οργή των νεαρών που ασφυκτιούν χωρίς άλλη διέξοδο πέρα από τις κλοπές και τις πωλήσεις ναρκωτικών. Στην οθόνη εμφανίζεται για πρώτη φορά ο οπλισμός των «ταραξιών»: Μικρά πυροβόλα όπλα, περίστροφα, αυτόματα, κοντόκανες καραμπίνες...
      Οι νεαροί επιδεικνύουν φωτογραφίες τους με μυδραλιοβόλα…Κάτοχοι της γαλλικής υπηκοότητας, γεννημένοι στη χώρα αλλά από γονείς μετανάστες, Αλγερινής, Μαροκινής ή Σενεγάλικης καταγωγής, οι περισσότεροι «ταραξίες» είναι καταδικασμένοι να ζουν στο σκοτάδι των γκέτο, δέκα μόλις λεπτά από το κέντρο της Πόλης του Φωτός.
      Απομονωμένοι από την κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της χώρας εγκλωβίζονται στις «cite», όπως λέγονται τα τεράστια μπλοκ πολυκατοικιών που περικυκλώνουν την πόλη. Τα οικοδομικά συγκροτήματα που είναι χτισμένα με αρχιτεκτονική τέτοια ώστε είναι εύκολο κανείς να μπει σε αυτά, αλλά σχεδόν αδύνατο να βγει…
(...)

Ταινιοθήκη Τηλεόρασης -Αρχείο της ΕΡΤ
ΔΕΙΤΕ  ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΝΤΟΚΥΜΑΝΤΕΡ:


Πηγή