ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ ΓΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ:Οι ελληνορωσικές σχέσεις από το '21 μέχρι σήμερα ...





Η προσφυγή σήμερα της Κύπρου στη Ρωσία για βοήθεια, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα που θα έχει, ανάγεται σε μία ιστορία αιώνων. Από τότε που οι Ρώσοι έγιναν ομόδοξοι των Ελλήνων, άρχισε και ένα είδος «συγγένειας» και συνεργασίας μεταξύ τους. 
«Η θρησκευτική ομοδοξία και το άσπονδο μίσος προς τους Τούρκους συνέδεαν πάντοτε Ελληνες και Ρώσους», έγραψε ένα πρόσωπο που έδρασε στην περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του '21, ο Σπύρος Τρικούπης.
«Στη διάρκεια της δουλείας τους -συνεχίζει ο Τρικούπης- οι Ελληνες ναύτες έβρισκαν πολλά οφέλη υπό τη ρωσική σημαία, οι έμποροι είχαν σημαντική προστασία στην πατρίδα τους και όσοι μετανάστευσαν στη Ρωσία αποκτούσαν άσυλο -πολλές φορές μάλιστα τιμές και πλούτη. Παραδόσεις, Αποκαλύψεις και Αγαθάγγελοι προφήτευαν ότι σωτήρας της Ελλάδας θα ήταν το Ξανθό Γένος, ενώ οι συχνοί και συνήθως νικηφόροι πόλεμοι των Ρώσων κατά των Τούρκων αναπτέρωναν τις ελπίδες για την απελευθέρωση».
Η Φιλική Εταιρεία, που είχε ιδρυθεί στην Οδησσό, σε ρωσικό έδαφος, για να ενθαρρύνει το πνεύμα της εξέγερσης στην Ελλάδα, μιλούσε ότι βρισκόταν υπό την καθοδήγηση μιας άγνωστης και ανύπαρκτης Υπέρτατης Αρχής, αφήνοντας να υπονοηθεί ότι επρόκειτο περί της Αυλής του τσάρου Αλεξάνδρου Α'.
Ολα συνηγορούσαν ότι η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είχε ξεσπάσει, με επίσημη ημερομηνία έναρξης την 25η Μαρτίου, με τη συγκατάνευση και υποκίνηση της Ρωσίας.
Οι λόγοι γι' αυτή την πεποίθηση, στο εσωτερικό της Ελλάδας και το εξωτερικό, στην Ευρώπη, ήταν πολλοί. 

Ψευδαισθήσεις
Πρώτον, η κυριαρχούσα παλιά ιδέα ότι η Ρωσία θ' απελευθέρωνε την Ελλάδα.
Δεύτερον, η δημιουργία της Φιλικής Εταιρείας στη Ρωσία.
Τρίτον, ο προσεταιρισμός των Ρώσων προξένων στην Ελλάδα.
Τέταρτον, η έντονη παρουσία του Ιωάννη Καποδίστρια, ως αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών στη Ρωσία, που εθεωρείτο εκπρόσωπος της Ελλάδας.
Πέμπτον, η έναρξη της Επανάστασης στο Ιάσιο της Μολδαβίας από τον υπασπιστή του τσάρου, Αλέξανδρο Υψηλάντη, που είχε χάσει το δεξί του χέρι στη μάχη της Δρέσδης, στο πλευρό των ρωσικών δυνάμεων.
Ομως τα φαινόμενα απατούσαν· τα πράγματα δεν ήταν καθόλου έτσι. Ο τσάρος έβλεπε με βαθιά δυσπιστία τις λαϊκές εξεγέρσεις σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου. Φοβόταν ότι θα μπορούσαν να βρουν μιμητές στη Ρωσία, όπου επικρατούσε ένα απολυταρχικό, καταπιεστικό καθεστώς. Και πράγματι, οι Δεκεμβριστές στη Ρωσία, μια ανάλογη φιλελεύθερη μυστική οργάνωση, έβλεπε στην Ελληνική Επανάσταση ελπίδα και κίνητρο για την αλλαγή και την ανατροπή της τυραννίας.
Οπως αναφέρει και ο Αγγλος φιλέλληνας Τζορτζ Φίνλεϊ, αυτόπτης μάρτυρας της ελληνικής περιπέτειας, όταν οι Ελληνες άρχισαν την Επανάσταση ήταν βαθιά πεπεισμένοι ότι η Ρωσία θα τους βοηθούσε. Πολλές ενέργειες του τσάρου Αλέξανδρου το δικαιολογούσαν. Αλλά όποια και αν ήταν η επιθυμία του Ρώσου αυτοκράτορα, ο πολιτικός ρεαλισμός «επικράτησε του αισθήματος». Οι ηγεμόνες της Ευρώπης, που είχαν συστήσει την Ιερά Συμμαχία (Ρωσία, Αυστρία, Πρωσία), φοβούνταν γενική εξέγερση των εθνών. «Οι μονάρχες συνεταράσσοντο υπό πανικού φόβου λαϊκών κινημάτων και η κρίσις των πολιτικών ανδρών διεταράσσετο από την πεποίθηση ότι τα ανακτοβούλια και τα έθνη επεδίωκαν αντιθέτους σκοπούς».
Ενα μέρος του ρωσικού λαού είχε την έντονη επιθυμία να πάρει τα όπλα κατά του σουλτάνου στο πλευρό των Ελλήνων επαναστατών, που ήταν ομόθρησκοί τους. Αλλά η αντιδραστική πολιτική του Ρώσου αυτοκράτορα και η αστυνομική καταπίεση «εκώλυον πάσαν ενεργόν ανάπτυξιν φιλελλήνων εν Ρωσία».
Πράγματι, φιλέλληνες ήρθαν και πολέμησαν στην Ελλάδα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, εκτός της Ρωσίας.
Χρηματικές και άλλες ενισχύσεις έγιναν από πολίτες Καθολικούς και Διαμαρτυρόμενους, που ζούσαν με το όραμα της Αρχαίας Ελλάδας, αλλά Ρώσοι Ορθόδοξοι δεν κατόρθωσαν να έρθουν και να ενισχύσουν τον ελληνικό Αγώνα.
Ετσι η Ελληνική Επανάσταση απέκτησε ένα μοναδικό χαρακτήρα εκείνης της περιόδου, αφού ένα μικρό καταπιεσμένο έθνος διεκδικούσε ολομόναχο, ανάμεσα σε αντιδραστικές αυτοκρατορίες, την ελευθερία του ή το θάνατό του («Ελευθερία ή θάνατος», ένα σύνθημα που είχε ακουστεί και στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης). Και η Επανάσταση αυτή είχε μεγάλη διάρκεια και αντοχή, παρ' όλες τις εσωτερικές έριδες και διαμάχες.
Ο Αγγλος Φίνλεϊ, με την προσωπική του ματιά, μας προσφέρει και μια δική του ερμηνεία ότι «η Ελληνική Επανάστασις ήτο εμφαντικώς έργον του λαού. Οι ηγέτες εν γένει απεδείχθησαν ακατάλληλοι διά την θέσιν την οποίαν κατείχον, αλλ' ο λαός ουδέποτε ελιποψύχησεν εις τον αγώνα και από την ημέρα όπου επήρε τα όπλα κατέστησε παν αντικείμενον της ζωής δευτερεύον εμπρός εις την νίκην της Ορθοδόξου πίστεως και την αποκατάστασιν της εθνικής ανεξαρτησίας».
Στη λαϊκή συνείδηση υπήρχε πάντα η Ρωσία σαν μια χώρα εν δυνάμει φιλικά διακείμενη προς την Ελλάδα. Αν και η επίσημη κρατική πολιτική της Ρωσίας διαπραγματεύτηκε, από την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης, με την Αγγλία την τύχη και το μέλλον της Ελλάδας, άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά. Αυτό επαναλήφθηκε και αργότερα μεταξύ Τσόρτσιλ και Στάλιν, στη Μόσχα, το φθινόπωρο του 1944.
Στα τέλη του 1798 οι Κωνσταντινουπολίτες, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, χαιρέτισαν με ατελείωτες ζητωκραυγές την πρώτη ρωσική ναυτική μοίρα που πέρασε από τον Βόσπορο στο Αιγαίο Πέλαγος, κατευθυνόμενη στα Επτάνησα. Οι Ρώσοι πάντα επιθυμούσαν μια ναυτική βάση στις θερμές θάλασσες της Μεσογείου. Αυτό ζήτησε η Σοβιετική Ενωση (το διάδοχο σχήμα της Ρωσίας) από την Ελλάδα και την Τουρκία μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Στον «υπαρκτό»
Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, πολλοί Ελληνες έβρισκαν ένα νέο αποκούμπι στις επαγγελίες της Σοβιετικής Ρωσίας, για έναν κόσμο χωρίς ιμπεριαλιστές δυνάστες, για μια κοινωνία της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ανθρωπιάς.
Οπως οι Ελληνες της Φιλικής Εταιρείας επέστρεφαν από τη Ρωσία για να κηρύξουν τις αρχές της Ελληνικής Επανάστασης, τώρα, μετά το 1917, Ελληνες σπουδασμένοι στη Σοβιετική Ενωση επέστρεφαν στη χώρα τους για να κηρύξουν τις αρχές της νέας κοινωνικής επανάστασης.
Πολλοί από αυτούς μαζί με το όραμά τους χάθηκαν κατά τις εκκαθαρίσεις του Στάλιν.
Αλλά προσπάθειες για ανάπτυξη διακρατικών σχέσεων δεν έλειψαν. Ο Ρώσος πρεσβευτής Ραντιόνοφ συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Σοφούλη στις αρχές του 1946 και ζήτησε την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, υποστηρίζοντας ότι οι ρωσικές εξαγωγές θα διευκολύνονταν πολύ αν η ελληνική κυβέρνηση συμφωνούσε να παραχωρήσει μια ναυτική βάση επισκευής σ' ένα μικρό νησί των Δωδεκανήσων, «για τα σοβιετικά εμπορικά πλοία».
Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι ανησύχησαν με το ρωσικό αίτημα.
Βέβαια τότε ήταν μια άλλη ιστορική εποχή, διαφορετική κάπως από το σήμερα.
Από την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μόνο τώρα διαφαίνεται ότι οι ελληνορωσικές σχέσεις, σε διακρατικό επίπεδο, μπορούν να αναπτυχθούν σε θερμότερη βάση. Και αυτό εξαρτάται κυρίως από τη στάση της Ρωσίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. 

ΦΟΙΒΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ

 www.enet.gr 
26-3-2013