Οι δύο δρόμοι των ΗΠΑ ...




Από τους μεγαλύτερους κινδύνους της επίθεσης στη Βοστόνη είναι η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ συντηρητικών και φιλελευθέρων/προοδευτικών. Με την εδώ και καιρό ισχυροποίηση περιθωριακών σχηματισμών, όπως το Κόμμα του Τσαγιού της περιώνυμης Σάρα Πέιλιν, και την αναγκαστική προσχώρηση στις ακραίες απόψεις του ακόμη και του προεδρικού υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών προς άγραν ψήφων, καταδεικνύεται η συντηρητικοποίηση σημαντικού μέρους της αμερικανικής κοινωνίας. 
Η λυσσαλέα αντίδραση στην πρόθεση της κυβέρνησης Ομπάμα για τη δημιουργία ενός δικαιότερου συστήματος υγείας, στην ανάγκη να συνεισφέρουν και οι πλούσιοι στον προϋπολογισμό, στα δικαιώματα των μη λευκών Αμερικανών, και στην οπλοκατοχή (παρά τα συνεχή κρούσματα), είναι απλώς ενδείξεις του ίδιου νομίσματος - αυτού των οπισθοδρομικών. Η έντονη διαίρεση της αμερικανικής κοινωνίας πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες η αποτρόπαια ενέργεια να προέρχεται εκ των έσω.
Οπως διαπιστώνουμε και στη χώρα μας, πολλές φορές δεν είναι ευδιάκριτος ο διαχωρισμός μεταξύ οργανωμένου εγκλήματος και εξτρεμιστικών ομάδων με πολιτικά χαρακτηριστικά. Τα ακροδεξιά στοιχεία στις ΗΠΑ, οι διάφορες αιρέσεις, οι φανατικοί οπαδοί της οπλοκατοχής, καθώς και οι εθνικιστές πολέμιοι του Ομπάμα, μπορεί κάπου να συναντώνται. Πιθανότατα στο ότι μία, ακόμη και τεχνητή, εσωτερική κρίση θα τροφοδοτήσει τις φιλοδοξίες τους, εφ' όσον αποδυναμώνει τον Αμερικανό πρόεδρο και εύλογα αφυδατώνει τις προοδευτικές φωνές. Γιατί, ως γνωστόν, σε περίοδο κρίσης οι εύκολες απαντήσεις του συντηρητισμού συνήθως υπερκερούν τις σύνθετες απόψεις του κοινωνικού φιλελευθερισμού, ενώ και οι πολίτες, λόγω αύξησης του φόβου, εύλογα στρέφονται προς παραδοσιακότερες μορφές αντιμετώπισης (και εξεύρεσης εξιλαστήριων θυμάτων). Ο συμβολισμός του χτυπήματος στην καρδιά της πλέον φιλελεύθερης Πολιτείας την «Ημέρα των πατριωτών» σε Μασαχουσέτη και Μέιν μοιάζει μία λογική προσέγγιση για έναν νοσηρό νου. Το σενάριο, λοιπόν, ενός ή λίγων ερασιτεχνών δραστών με διαταραγμένη προσωπικότητα και εξτρεμιστική ιδεολογία ασφαλώς δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Σε ό,τι αφορά τη διεθνή τρομοκρατία, αν αποδειχθεί δάκτυλος ακραίων ισλαμιστών, θα δοκιμαστεί η σχετικά ήπια πολιτική Ομπάμα, ο οποίος από το 2008 αποστασιοποιήθηκε από την εμπλοκή της προηγούμενης κυβέρνησης σε Ιράκ και Αφγανιστάν, αποδέχθηκε -αν δεν συνέβαλε σ' αυτήν- την ανάδειξη ισλαμικών ηγεσιών στη Βόρεια Αφρική, βελτιώνοντας σε κάποιο βαθμό την εικόνα των ΗΠΑ στο μουσουλμανικό κόσμο. Τώρα θα πιεστεί να σκληρύνει τη στάση του, και δη σε μία περίοδο που, έχοντας διαφοροποιήσει τις προτεραιότητές του, επεδίωκε τη μεγαλύτερη δυνατή εξομάλυνση στη Μέση Ανατολή για να περιορίσει το βαθμό δέσμευσης της Ουάσιγκτον σε ανθρώπινο δυναμικό, διπλωματικό κεφάλαιο και οικονομικούς πόρους. Κάποια γεράκια θα σπεύσουν να χρεώσουν στην πολιτική σταδιακής απεμπλοκής την επανάκαμψη της διεθνούς τρομοκρατίας εντός αμερικανικού εδάφους, κατηγορώντας τον ότι με τη συγκαταβατικότητά του άφησε ελεύθερο πεδίο σε εξτρεμιστικές ομάδες ώστε να ανασυνταχθούν. Είναι, συνεπώς, σοβαρό το ενδεχόμενο -τουλάχιστον σε πρώτη φάση- άσκησης πιέσεων προς καθεστώτα που συντηρούν ή δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τις τρομοκρατικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται στα εδάφη τους. Κατόπιν όμως θα χρειαστεί εκ νέου αμερικανική εμπλοκή για τον έλεγχο απόδοσης.
Τέλος, είναι αξιοσημείωτη η μετριοπάθεια και η αυτοσυγκράτηση που επέδειξε ο Αμερικανός πρόεδρος. Με ένα νομοθετικό σώμα διχασμένο, ο Ομπάμα θα πρέπει να κάνει τη δική του υπέρβαση και όπου μπορεί να συγκρουστεί, χωρίς να προτάξει, όπως οι περισσότεροι προκάτοχοί του, την υστεροφημία του, με αποτέλεσμα και πολλές πρωτοβουλίες να μην αναλαμβάνονται (για να μη δεσμεύσουν τον επόμενο πρόεδρο) και αρκετά θέματα να μετατίθενται για το μέλλον. Η κρίσιμη εσωτερική και παγκόσμια συγκυρία μάλλον δεν επιτρέπει τέτοιες σκέψεις.

Του δρος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΦΙΛΗ
 -Διευθυντή ερευνών   Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων
 Παντείου Πανεπιστημίου

 www.enet.gr 
21-4-2013