Η φτώχεια… εκτός νόμου
Με το σύνθημα «Να κηρύξουμε παράνομη τη φτώχεια», πολίτες και οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, στην Ιταλία και σε άλλες χώρες, ξεκίνησαν μιαν εκστρατεία ενάντια στους νόμους, τους θεσμούς και τις κοινωνικές πρακτικές που γεννούν και τροφοδοτούν τη φτώχεια στις διάφορες χώρες και περιοχές του κόσμου. Ο Ρικάρντο Πετρέλα, καθηγητής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, ο οποίος μετέχει σε αυτήν την εκστρατεία, συνέταξε για λογαριασμό του κινήματος το κείμενο που ακολουθεί
Εμείς οι πολίτες, Ιταλοί, Βέλγοι, Καναδοί, Αργεντινοί, Μαλαισιανοί, Ινδονήσιοι, Φιλιππινέζοι κ.ο.κ. αρχίζουμε μια διαδικασία κοινωνικής και πολιτικής κινητοποίησης ενάντια στις δομικές αιτίες της φτώχειας. Πρώτη αρχή: «Κανείς δεν γεννιέται φτωχός ούτε επιλέγει να είναι ή να γίνει φτωχός». Είναι η κατάσταση της κοινωνίας στην οποία γεννιόμαστε αυτή που μας κάνει φτωχούς ή πλούσιους. Μπορούμε να αποφασίσουμε να ζούμε σε κατάσταση μεγάλης ολιγάρκειας, αλλά δεν είναι αυτή η κατάσταση της φτώχειας την οποία υφίστανται τρία δισεκατομμύρια ανθρώπινες υπάρξεις, που έχουν αποκλειστεί από το δικαίωμα σε μιαν αξιοπρεπή ζωή με τρόπο αντίθετο στη βούληση και την επιθυμία τους.
Δεύτερη αρχή: «Φτωχοί γινόμαστε. Η φτώχεια είναι μια κοινωνική κατασκευή». Η φτώχεια δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο, όπως η βροχή. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, που δημιουργείται και παράγεται από τις ανθρώπινες κοινωνίες. Οι σκανδιναβικές κοινωνίες των ετών 1960-1980 κατόρθωσαν να εξαλείψουν τις δομικές διαδικασίες εξαθλίωσης. Αλλες κοινωνίες, αντίθετα, που βασίζονται σε διαφορετικές αρχές και κοινωνικές πρακτικές από τις σκανδιναβικές, παρήγαγαν και παράγουν αναπόφευκτα φαινόμενα εκτεταμένης φτώχειας. Είναι η περίπτωση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η τρίτη αρχή επιβεβαιώνει τις πρώτες δύο: «Δεν είναι μόνον, ούτε κυρίως, η φτωχή κοινωνία εκείνη που παράγει φτώχεια». Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι από οικονομική άποψη η πλουσιότερη χώρα του κόσμου κι ωστόσο η φτώχεια δεκάδων εκατομμυρίων (από τα 300 εκατομμύρια) πολιτών της αποτελεί μέρος της ιστορίας της.
Τέταρτη αρχή: «Ο αποκλεισμός παράγει τη φτώχεια». Δεν είναι η μοίρα ή η κακοτυχία οι αιτίες της φτώχειας, αλλά οι συγκεκριμένες μορφές του αποκλεισμού από την πρόσβαση στα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Γι’ αυτούς τους λόγους, πέμπτη αρχή είναι: «Στον βαθμό που είναι δομική διαδικασία, η φτώχεια είναι συλλογική». Δεν αφορά μόνον ένα πρόσωπο ή μια οικογένεια, αλλά ολόκληρους πληθυσμούς (οικογένειες μεταναστών, νομάδες, χωριά χωρίς μέλλον, ζώνες που έχουν πληγεί από οικονομικές υφέσεις, κατοίκους υποβαθμισμένων συνοικιών…) και κοινωνικές κατηγορίες (εργαζόμενους, αγρότες, τομείς της μεσαίας τάξης, παιδιά, γυναίκες, νέους που δεν κατορθώνουν να μπουν στον κόσμο της εργασίας, γέρους…).
Πρώτο μεγάλο συμπέρασμα και έκτη αρχή: «Η φτώχεια είναι τέκνο μιας κοινωνίας που δεν πιστεύει στα δικαιώματα ζωής και σε εκείνα που απορρέουν από την ιδιότητα του πολίτη για όλους ούτε και στη συλλογική πολιτική ευθύνη για την εξασφάλιση και την εγγύηση αυτών των δικαιωμάτων σε όλους τους κατοίκους της γης». Οι κυρίαρχες ομάδες δεν πιστεύουν στην ύπαρξη αυτών των ανθρώπινων δικαιωμάτων (που είναι οικουμενικά, αδιαίρετα και απαράγραπτα). Αυτές πιστεύουν αντίθετα στη «φυσική», κληρονομική ανισότητα μεταξύ των προσώπων και στα δικαιώματα που βασίζονται στη διάκριση. Οι πλούσιοι είναι πλούσιοι επειδή είναι προικισμένοι και τα κατάφεραν και γι’ αυτό είναι άξιοι της διάκρισης. Οι φτωχοί είναι φτωχοί επειδή δεν εργάστηκαν σκληρά, επειδή είναι ανεπρόκοποι και ανίκανοι και γι’ αυτό είναι υπεύθυνοι για την κατάστασή τους.
Με αυτήν την έννοια, έβδομη αρχή είναι: «Οι διαδικασίες διόγκωσης της φτώχειας συντελούνται μόνον σε άδικες κοινωνίες», δηλαδή σε κοινωνίες που αρνούνται τον οικουμενικό, αδιαίρετο και απαράγραπτο χαρακτήρα των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Στις άδικες κοινωνίες, η πρόσβαση σε αυτά τα δικαιώματα δεν μπορεί παρά να είναι επιλεκτική και να εξαρτάται από τους κανόνες και τα κριτήρια που έχουν καθιερώσει οι κυρίαρχες ομάδες.
Από δω προκύπτει η όγδοη αρχή: «Η πάλη ενάντια στη φτώχεια είναι πάνω απ’ όλα πάλη ενάντια στον άδικο, άνισο και αρπακτικό πλούτο». Υπάρχει φτώχεια επειδή υπάρχει πλούτος. Οσο περισσότερο οι κοινωνίες μας πλουτίζουν πάνω σε άδικες, άνισες και αρπακτικές βάσεις τόσο περισσότερο αυτές αποδίδουν αξία μόνον στον ατομικό πλούτο και εξαλείφουν από το φαντασιακό των λαών την κουλτούρα του συλλογικού πλούτου και ιδιαίτερα των δημόσιων κοινών αγαθών.
Από δω και η ένατη αρχή: «Ο πλανήτης των φτωχών έχει γίνει πολυάνθρωπος εξαιτίας της εμπορευματοποίησης των κοινών αγαθών και της ζωής». Η εργασία, τα δικαιώματα, η κοινωνική προστασία αντιμετωπίζονται σαν κόστη και ως τέτοια πρέπει να εξορθολογιστούν, να περικοπούν ή και να ιδιωτικοποιηθούν. Δεν υπάρχουν ανθρώπινες κοινότητες, αλλά αγορές.
Σε αυτό το πλαίσιο, δέκατη αρχή είναι: «Οι πολιτικές μείωσης και εξάλειψης της φτώχειας, που εφαρμόστηκαν τα τελευταία σαράντα χρόνια, απέτυχαν επειδή δεν μπορούσαν παρά να πλήττουν τα συμπτώματα και όχι τις αιτίες».
Διπλό γενικό συμπέρασμα και ενδέκατη αρχή: «Η φτώχεια είναι σήμερα μια από τις πιο αναπτυγμένες μορφές δουλείας, επειδή βασίζεται σε μια κλοπή ανθρωπιάς και μέλλοντος».
Και δωδέκατη αρχή: «Για να απελευθερώσουμε την κοινωνία από τη φτώχεια πρέπει να θέσουμε εκτός νόμου τους θεσμούς, τους νόμους και τις συλλογικές κοινωνικές πρακτικές, που γεννούν και τροφοδοτούν τις διαδικασίες εξαθλίωσης». Τα υποκείμενα που είναι παραγωγοί φτώχειας δρουν με τρία εργαλεία: τους νόμους (νομοθετικοί και διοικητικοί κανόνες), τους θεσμούς (κυρίως οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς, αλλά ακόμη και πολιτιστικούς και θρησκευτικούς), τις συλλογικές κοινωνικές πρακτικές (συμβάσεις, στερεότυπα, συμπεριφορές, προκαταλήψεις, παραδόσεις).
Οι μείζονες διαδικασίες εξαθλίωσης συντελούνται σε σχέση με την αρχιτεκτονική της εξουσίας (ενάντια στη δημοκρατία), με τους κανόνες της κοινής συμβίωσης (οικονομική και κοινωνική αδικία) και με τα θεμέλια της ιδιότητας και των δικαιωμάτων του πολίτη (απόρριψη της διαφορετικής ταυτότητας, ανασφάλεια). Γι’ αυτό και έχουμε προσδιορίσει μια ομάδα νόμων (ή διοικητικών μέτρων), θεσμών και συλλογικών κοινωνικών πρακτικών, όπου πρέπει να παρέμβουμε στην Ιταλία κατά τα προσεχή πέντε χρόνια.
Μεταξύ αυτών αναφέρουμε ορισμένες από τις πιο σημαντικές αναγκαίες παρεμβάσεις: κατάργηση των νόμων που έχουν νομιμοποιήσει την ύπαρξη της χρηματοπιστωτικής αρπακτικής κερδοσκοπίας (παράγωγα προϊόντα, φορολογικοί παράδεισοι, πολιτική ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας). Στο πεδίο της εργασίας, κατάργηση της πρόσφατης αντισυνδικαλιστικής νομοθεσίας. Εξάλειψη των διοικητικών μέτρων που σε ορισμένες ιταλικές πόλεις έχουν καταστήσει τους μετανάστες και τους ανέργους προνομιακό στόχο ποινικής δίωξης. Εθνικές εκστρατείες για την ανατροπή των προκαταλήψεων σε βάρος των φτωχών και υπέρ των πλούσιων (όπως: ο πλούσιος είναι άξιος ενώ ο φτωχός είναι ένοχος, ο φτωχός τείνει από τη φύση του να γίνει εγκληματικό στοιχείο περισσότερο από τον μη φτωχό κ.ά.).
Τίποτα δεν θα είναι εύκολο, όχι μόνον επειδή η Ιταλία δεν διαθέτει μια κατάλληλη στρατηγική πάλης εναντίον της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και επειδή οι κυρίαρχες τάξεις έχουν πετύχει τόσο υψηλά επίπεδα διαστρέβλωσης και παραμόρφωσης της πραγματικότητας, ώστε οι πολίτες να παγιδεύονται μεταξύ της εγκατάλειψης, της απάθειας και της αδιαφορίας από τη μια μεριά (ο καθένας για τον εαυτό του) και της βίαιης αντιπαράθεσης από την άλλη. Η εκστρατεία για «να κηρύξουμε παράνομη τη φτώχεια» είναι μια πράξη εμπιστοσύνης στους πολίτες, στη δημοκρατία και στο κράτος δικαίου.
Από τον Θανάση Γιαλκέτση
www.efsyn.gr
26-5-2013