Δίκαιο κατεχόμενης χώρας ...
Φωτογραφία: EUROKINISSI/ B. ΧΑΣΙΑΛΗΣ
Είναι δύσκολο να μιλά κανείς με όρους νομιμότητας σε μια χώρα που το δίκαιό της είναι «δίκαιο κατεχόμενης χώρας». Επειδή ωστόσο η νομιμότητα, ιδίως αυτή που αφορά τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, συνυφαίνεται στενά με τους υλικούς όρους ύπαρξης των ανθρώπων, το πεδίο υπεράσπισης των δικαιωμάτων αφορά την ίδια τη ζωή μας. Η πολιτική επιστράτευση («κατάσταση πολιτικής κινητοποίησης»), αυτή τη φορά «του συνόλου των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και των αναγκαίων πόρων» με την από 11.5.2013 απόφαση του πρωθυπουργού, παγιώνεται πλέον ως μόνιμος τρόπος αντιμετώπισης των πιο δραστικών απεργιών σ’ αυτή τη χώρα.
'Οποια γνώμη και αν έχει κανείς για την επιλογή από τους εκπαιδευτικούς του χρόνου διενέργειας των πανελλαδικών εξετάσεων για την απεργία τους, τα ζητήματα που εγείρει η σπασμωδική κυβερνητική αντίδραση έχουν κρίσιμη σημασία για τη ζωή όλων μας. Οπως ορίζει η πρωθυπουργική απόφαση, η πολιτική επιστράτευση γίνεται λαμβανομένης υπόψη της «επιτακτικής ανάγκης αποτροπής των απειλούμενων δυσμενών συνεπειών από την προταθείσα, με την από 10 Μαΐου 2013 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΛΜΕ, εικοσιτετράωρη πανελλαδική απεργία την 17η Μαΐου 2013, πρώτη ημέρα διεξαγωγής των πανελλαδικών εξετάσεων του σχολικού έτους 2012-2013 και από κάθε άλλη προταθησόμενη ή κηρυχθησόμενη εντός της περιόδου διεξαγωγής των εξετάσεων αυτών και μέχρι την ολοκλήρωσή τους, καθώς και τη σημαντική διαταραχή στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας και τους σοβαρούς κινδύνους που επαπειλούνται για τη δημόσια τάξη και την υγεία των υποψηφίων στις ανωτέρω εξετάσεις αιφνιδίως επτά ημερολογιακές ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους …»
Θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι:
1. Η απεργία έχει απλώς προταθεί από την ΟΛΜΕ και δεν έχει αποφασιστεί ακόμη. Επομένως έχουμε να κάνουμε με ένα είδος προληπτικής πολιτικής επιστράτευσης, ενόσω μάλιστα η έκτακτη ανάγκη, η αιφνίδια κατάσταση που απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον νόμο, δεν έχει ακόμη προκύψει.
2. Επιπλέον κάθε απεργία καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας (ΟλΑΠ 27/2004). Οσο δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική διάγνωση του παράνομου χαρακτήρα της, η απεργία θεωρείται νόμιμη ως προς όλες της τις συνέπειες, ατομικές και συλλογικές. Στην περίπτωσή μας το δικαίωμα καταπνίγεται εν τη γενέσει του, πριν προλάβει να ασκηθεί, πριν ακόμη βρεθεί στο περιβάλλον συνταγματικών εγγυήσεων, συμπεριλαμβανομένου και του τεκμηρίου της νομιμότητας. Η Διοίκηση λαμβάνει με την πολιτική επιστράτευση ένα δραστικό μέτρο που καθιστά παράνομη όχι απλώς τη συμμετοχή σε μια μελλοντική απεργία αλλά, ουσιαστικά, και την ίδια την απόφαση για κήρυξη απεργίας. Ολη αυτή η προληπτική «χειρουργική» με το αστυνομικού χαρακτήρα μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης μετατρέπει τη Διοίκηση σε αστυνόμο, δικαστή και «δήμιο»-εκτελεστή (της απόφασης για πολιτική επιστράτευση). Η Διοίκηση αξιολογεί τη μελλοντική απεργία εκ των προτέρων ως παράνομη πράξη και «εκτελεί» την απόφασή της προβαίνοντας σε επίταξη υπηρεσιών και απειλώντας με δρακόντειες ποινές τους καθηγητές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
3. Η απεργιακή διαφορά δεν προλαβαίνει καν να γεννηθεί και να συγκεκριμενοποιηθεί, η δικαστική προστασία του δικαιώματος απεργίας, όπως και ο δικαστικός έλεγχος της άσκησής του, «βρίσκουν» στον τοίχο της επίταξης. Τη νομιμότητα μιας μελλοντικής και γι΄ αυτό ακόμη αβέβαιης ενέργειας (απεργίας) κρίνει αυθεντικά η Διοίκηση εκ των προτέρων, η φυσική οδός προς τα δικαστήρια αποκόπτεται βίαια. Η προληπτική απαγόρευση της απεργίας μέσω της πολιτικής επιστράτευσης οδηγεί, μεταξύ άλλων, και σε υποκατάσταση της δικαστικής λειτουργίας από τη Διοίκηση, το δικαίωμα δεν μπορεί να ασκηθεί και να διεκδικήσει δικαστική προστασία.
4. Από την άλλη πλευρά ούτε οι προϋποθέσεις που θέτει το Σύνταγμα και ο νόμος για την πολιτική επιστράτευση συντρέχουν. Το Σύνταγμα με το άρθρο 22 παρ. 4 απαγορεύει οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας και μόνο κατ΄ εξαίρεση επιτρέπει την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών (περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας ή «επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία»). Η επείγουσα κοινωνική ανάγκη εξειδικεύεται από το άρθρο 41 ν. 3536/2007: τέτοια είναι αυτή που προκαλείται από κάθε μορφής απειλούμενη φυσική καταστροφή ή ανάγκη που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία…» Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ένταση, το άγχος και τα συναφή σύνδρομα θέτουν σε πολύ μεγάλη δοκιμασία τόσο τους εξεταζόμενους όσο και τις οικογένειές τους. Ωστόσο η δοκιμασία αυτή απέχει πολύ από την αυστηρή προϋπόθεση του νόμου. Και πάντως μια «προταθείσα» απεργία των εκπαιδευτικών της Μέσης Εκπαίδευσης δεν προλαβαίνει να δημιουργήσει ανάγκη που μπορεί «να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία». Οι σχετικές διατάξεις του νόμου και του Συντάγματος ερμηνεύονται στενά. Αν παρ’ όλα αυτά «τραβούσαμε» τέτοιου είδους συλλογισμούς, θα έπρεπε να εντοπίσουμε το αρχικό αίτιο στην αλλοπρόσαλλη και αιφνιδιαστική, λίγες μέρες πριν από τις πανελλαδικές εξετάσεις, νομοθετική ρύθμιση για τους εκπαιδευτικούς της Μέσης Εκπαίδευσης που έφερε η κυβέρνηση και ψήφισε η Βουλή με τη γνωστή, εκφυλιστική του πολιτεύματος, διαδικασία.
5. Τέλος η αρχή της αναλογικότητας θα επέβαλλε, πριν από τη λήψη του μέτρου της πολιτικής επιστράτευσης, την εξάντληση όλων των ηπιότερων μέσων, συμπεριλαμβανομένης και της επίδειξης εκ μέρους του κράτους της αναγκαίας διαλλακτικότητας απέναντι σε δικαιολογημένα απεργιακά αιτήματα.
Ας μη πανηγυρίζουν οι «ρεαλιστές». Θυμηθείτε το: το τίμημα που θα πληρώσει για την ωμή παραβίαση της συνταγματικής νομιμότητας η ελληνική κοινωνία, η οποία εθίζεται να αποδέχεται τη βία και την αυθαιρεσία ως κανόνες στη ζωή των πολιτών, θα είναι βαρύτατο.
Tου Αρι Καζάκου
-Καθηγητή Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ
EΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
www.efsyn.gr
13-5-2013