Fritz Lang: '' Metropolis ''



PlushiePokemon 
Metropolis ( 1927 ) [ 2001 Restored Version ] Original Soundtrack

Σε μια φουτουριστική πόλη διχασμένη ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους σχεδιαστές της πόλης, ο γιος του "εγκεφάλου" της πόλης ερωτεύεται μια κήρυκα της εργατικής τάξης που προβλέπει τον ερχομό ενός σωτήρα, ο οποίος θα μεσολαβήσει για τις διαφορές τους.
Η ταινία γυρίστηκε το 1927 σε σκηνοθεσία Fritz Lang.

***
Το θέμα του Μετρόπολις συνδέεται με το φασισμό και τον κομμουνισμό, τις πιο ισχυρές ιδεολογίες στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Η ταινία παρουσιάζει την καταπίεση των εργατών από την ανώτερη τάξη. Πολλοί θεωρούν ότι είναι αντικαπιταλιστικό και δείχνει πως οι πλούσιοι εκμεταλλεύονται το μόχθο των εργατών. Οι πλούσιοι ζουν στα φωτεινά υψηλά τμήματα της πόλης, ενώ οι εργάτες στα βρώμικα και σκοτεινά κατώτερα τμήματα. Ο θεατής δημιουργεί την εντύπωση πως οι εργάτες δεν έχουν καμία ελπίδα να ξεφύγουν από την κατάστασή τους εξ αιτίας των πλούσιων καταπιεστών τους. Άλλοι βλέπουν αντικομουνιστικό μήνυμα, υποστηρίζοντας ότι οι κομμουνιστές, καλώντας τους εργάτες σε επανάσταση φέρνουν την καταστροφή τους. Υπάρχει ακόμα η άποψη πως η ταινία κριτικάρει και τα δύο οικονομικά συστήματα.
Υπάρχει η φήμη ότι ο Χίτλερ λάτρευε το Μετρόπολις και προσπάθησε να πείσει τον Φριτς Λανγκ να φτιάξει ταινία προπαγάνδας γι’αυτόν. Έβλεπε στο πρόσωπο του Φρέντερσεν και των καταπιεστών τους Εβραίους. Η φήμη αυτή έχει τη βάση της στο βιβλίο του Ζήγκφρηντ Κράκαουερ «Από τον Καλιγκάρι στον Χίτλερ: Μια ψυχολογική ιστορία του γερμανικού κινηματογράφου.»: Ο Γκέμπελς ενδιαφερόταν επίσης για το Μετρόπολις. Σύμφωνα με τον Λανγκ: «Μου είπε, ότι πολλά χρόνια πριν, αυτός και ο Φύρερ είχαν δει την ταινία μου Μετρόπολις σε μία μικρή πόλη, και ο Χίτλερ είχε πει τότε ότι με ήθελε για να φτιάχνω ταινίες για τους Ναζί.» (Kracauer 164).
Εάν αυτή η φήμη είναι αλήθεια, ο Χίτλερ αγνοούσε το γεγονός ότι ο Λανγκ κατά το ήμισυ ήταν Εβραίος.
Ακόμη το υπερβολικό κόστος της ταινίας θεωρείται ως ένας από τους λόγους της χρεοκοπίας της UFA, η οποία οδήγησε στην αγορά της από τους Ναζιστές.




Fritz Lang


ΣΧΕΤΙΚΑ


[ http://www.youtube.com/watch?v=dvd18-s8_ys ]


1.

Πλοκή 
Το Μετρόπολις (πρωτότυπος τίτλος στα γερμανικά Metropolis) είναι βουβή κινηματογραφική ταινία επιστημονικής φαντασίας που γυρίστηκε στην Γερμανία τα χρόνια της δημοκρατίας της Βαϊμάρης σε σκηνοθεσία του Φριτς Λανγκ. Η πλοκή του λαμβάνει χώρα σε μία μελλοντική αστική δυστοπία.
Η ιστορία εκτυλίσσεται χωρίς σαφή ένδειξη κάπου στο μέλλον. Το περιβάλλον είναι ψυχρό και βιομηχανικό.
Η υπερπληθυσμική Μετρόπολις χωρίζεται σε δύο κοινωνικές τάξεις που ζουν σε διαφορετικά επίπεδα της πόλης. Η ελίτ των αρχόντων και της αριστοκρατίας ζει στο ανώτερο επίπεδο, ενώ οι εργάτες, τα χέρια που φτιάχνουν την πόλη, ζουν στο κατώτερο επίπεδο, όπου βρίσκονται και οι μηχανές. Οι μηχανές είναι αυτές που καθορίζουν - και "καταβροχθίζουν" - τις ζωές των εργατών. Ο χρόνος, πάντοτε σχετικός, δείχνει να έχει σταματήσει για τους κατοίκους της "άνω" πόλης, ενώ για τους εργάτες αποτελείται μόνο από το ατελείωτο δεκάωρο της κάθε βάρδιας τους. Οι ολοκληρωτικές πολιτικές και οι οικονομικές δομές της κοινωνίας, καταγράφονται με ακρίβεια σε μια πόλη που γίνεται, τελικά, εφιαλτική.
Ο Γιόχαν Φρέντερσεν είναι ο Άρχοντας της Μετρόπολις. Δεν διευθύνει απλώς, αλλά εξουσιάζει την πόλη. Ο χαρακτήρας του κατά πολλούς είναι ένας συνδυασμός του (Σαιξπηρικού) Ριχάρδου Γ' και του Αδόλφου Χίτλερ. Η ομοιότητα του με τον Χίτλερ αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι η ταινία δημιουργήθηκε στην προ-Χιτλερική Γερμανία.
Ταυτόχρονα, στην ταινία υπάρχουν αρκετοί βιβλικοί συμβολισμοί. Ο ίδιος ο Φρέντερσεν παραλληλίζεται με Αιγύπτιο φαραώ του οποίου οι σκλάβοι φτιάχνουν τις πυραμίδες. Σε ερώτηση του γιου του, γιατί φέρεται τόσο άσχημα στους εργάτες απάντα "είναι τα χέρια τους που χτίζουν τη Μετρόπολις".
Η γυναίκα - καταλύτης, ονομάζεται "Μαρία" και η πρώτη φορά που εμφανίζεται είναι στις κατακόμβες της πάλης, όπου περιβαλλόμενη από ξύλινους σταυρούς, "κηρύττει" στους εργάτες. Τους μιλάει για ένα παρόμοιο κατασκεύασμα με τη Μετρόπολις, τον Πύργο της Βαβέλ, ενώ ταυτόχρονα ο θεατής βλέπει τις συνθήκες εργασίας των εργατών που προσομοιάζουν με αυτές των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
(Με πλάγια γράμματα περιγράφονται οι σκηνές που, σύμφωνα με τις τελευταίες ανακαλύψεις, θεωρούνται χαμένες).
Η Μετρόπολις, μια μεγάλη βιομηχανική πόλη του μέλλοντος βρίσκεται κάτω από την εξουσία του Γιόχαν Φρέντερσεν. Στην κατώτερη πόλη ζουν οι εργάτες που δεν έχουν ονόματα, αλλά νούμερα. Ανάμεσα στην ανώτερη πόλη των αριστοκρατών και την κατώτερη των εργατών, ζουν οι τεχνοκράτες, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την ομαλή λειτουργία των μηχανών που κρατούν την πόλη ζωντανή. Στην ανώτερη πόλη βρίσκονται οι "αιώνιοι κήποι" όπου τα παιδιά της κυρίαρχης τάξης διασκεδάζουν διαρκώς. Ένας από αυτούς είναι και ο Φρέντερ, γιος του Φρέντερσεν.
Η Μαρία, ένα κορίτσι της κατώτερης πόλης εισβάλει κρυφά στους "αιώνιους κήπους" μαζί με μια ομάδα από παιδιά εργατών, λέγοντας στους παρευρισκομένους πως "αυτά είναι αδέρφια σας". Η πράξη της αυτή συγκινεί τον Φρέντερ ο οποίος την αναζητεί, όταν εκείνη εκδιώκεται από τους κήπους.
Ο Φρέντερ καταλήγει στα μηχανοστάσια της κατώτερης πόλης όπου γίνεται μάρτυρας ενός ατυχήματος που στοιχίζει τις ζωές αρκετών εργατών. Στα μάτια του Φρέντερ η γιγάντια μηχανή φαντάζει σαν το Μολώχ (Βασιλιάς), μια ειδωλολατρική θεότητα της ευρύτερης περιοχής της Παλαιστίνης της Παλαιάς Διαθήκης, στην οποία θυσίαζαν παιδιά ρίχνοντας τα στη φωτιά που έκαιγε στο στόμα της.
Στο γραφείο του πατέρα του ο Φρέντερ περιγράφει σ' αυτόν τις απάνθρωπες συνθήκες των μηχανοστασίων, και συνειδητοποιεί την ψυχρή λογική με την οποία κυβερνάται η Μετρόπολις. Εμφανίζεται ο Γκροτ (Οτοΐ) - ο υπεύθυνος της "μηχανής καρδιάς" που παράγει την ενέργεια της πόλης - και δίνει στο Φρέντερσεν σχέδια που βρέθηκαν στις τσέπες των νεκρών από το ατύχημα εργατών. Κάποιες μυστικές δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα στην κατώτερη πόλη. Έξαλλος ο Φρέντερσεν απολύει τον Γιόζαφατ το δεξί του χέρι, καθώς όφειλε να τον πληροφορήσει για τις ενέργειες αυτές. Ο Φρέντερ θλίβεται για την απόλυση και προσφέρεται να προσλάβει το Γιόζαφατ για λογαριασμό του. Ο πατέρας του αναθέτει στον "Ξερακιανό" έναν ακόλουθο, να παρακολουθεί το γιο του.
Ο Φρέντερ επιστρέφει στα μηχανοστάσια. Ένας εργάτης, με το νούμερο 11811, γνωστός και ως Γκεόργκυ, σωριάζεται από την κούραση της δουλειάς, θέλοντας να τον σώσει, ο Φρέντερ αποφασίζει να τον αντικαταστήσει μέχρι το τέλος της βάρδιας, και αλλάζουν μεταξύ τους ρούχα. Ο Φρέντερ στέλνει το Γκεόργκυ στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με οδηγίες να τον περιμένει εκεί. Στη διαδρομή ο Γκεόργκυ ενδίδει στους πειρασμούς της "άνω" πόλης. Καθώς βρίσκει χρήματα στις τσέπες των ρούχων του Φρέντερσεν αποφασίζει να επισκεφτεί την Γιοσιβάρα, το μπαράκι όπου η υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις επιδίδεται σε ένα διαρκές όργιο απολαύσεων. Ο "Ξερακιανός" που ακολούθησε το αυτοκίνητο του Φρέντερ οδηγείται και αυτός εκεί μην ξέροντας ότι παρακολουθεί το Γκεόργκυ και όχι αυτόν που θα έπρεπε.
Στο μεταξύ ο Γιοχ Φρέντερσεν επισκέπτεται το Ρότβανγκ τον εφευρέτη. Στο σπίτι του Ρότβανγκ ανακαλύπτει ένα μνημείο αφιερωμένο στη Χελ, τη μοιραία γυναίκα ανάμεσα στο Ρότβανγκ και στο Φρέντερσεν. Η Χελ, ενώ υπήρξε ο μεγάλος έρωτας του Ρότβανγκ, παντρεύτηκε τελικά το Φρέντερσεν και πέθανε πάνω στη γέννηση του γιου τους Φρέντερ. Ο Ρότβανγκ μην μπορώντας να ξεπεράσει τον χαμό της, χλευάζει το Φρέντερσεν μπροστά στο μνημείο Θριαμβευτικά του παρουσιάζει την τελευταία του εφεύρεση. Μια μηχανική γυναίκα που προορίζεται να αναπληρώσει την Χελ. (Στη συντομευμένη και παραποιημένη έκδοση της ταινίας, ο Ρότβανγκ παρουσιάζει το ρομπότ στο Φρέντερσεν ως αντικατάσταση του ανθρώπου, των εργατών, αφού μπορεί να δουλεύει ακούραστα και αλάθητα). Χρειάζεται όμως 24 ακόμη ώρες για να ολοκληρώσει τη δουλειά του και η μηχανική γυναίκα να είναι πιστό αντίγραφο της Χελ. Ο Φρέντερσεν του εξηγεί το λόγο της επίσκεψης του και ζητάει από το Ρότβανγκ να αποκρυπτογραφήσει τα σχέδια των εργατών. Ο Φρέντερ την ίδια ώρα υποφέρει τα πάθη της ζωής των εργατών. Φαντάζεται το ρολόι στο γραφείο του πατέρα του να δείχνει μόνο το ωράριο δουλειάς των εργατών. Η αλλαγή της βάρδιας τον ανακουφίζει και οι υπόλοιποι "συνάδελφοι" του τον οδηγούν στις κατακόμβες της πόλης όπου γίνονται οι μυστικές συναντήσεις.
Ο Ρότβανγκ αποκρυπτογραφεί τα σχέδια που τους οδηγούν και αυτούς στις κατακόμβες. Παρακολουθούν τη συγκέντρωση των εργατών, οι οποίοι ακούν τη Μαρία, που τους διηγείται την ιστορία του Πύργου της Βαβέλ. "Καταστράφηκε από τους σκλάβους που τον έχτιζαν γιατί δεν υπήρχε κοινή γλώσσα ανάμεσα ανάμεσα σε αυτούς και τους αφέντες". Τελειώνει λέγοντας πως κάποιος διαμεσολαβητής θα εμφανιστεί και θα βελτιώσει τις ζωές τους. Ο Ρότβανγκ αναγνωρίζει τον Φρέντερ ανάμεσα στους εργάτες, αλλά το κρύβει από τον Φρέντερσεν. Ο Φρέντερ ερωτεύεται τη Μαρία, ενώ εκείνη τον αναγνωρίζει σαν τον μέλλοντα διαμεσολαβητή. Του προτείνει να συναντηθούν την επόμενη μέρα στον καθεδρικό ναό.
Ο Φρέντερσεν παραγγέλνει στο Ρότβανγκ να δώσει στο ρομπότ όχι τη μορφή της Χελ, αλλά της Μαρίας, ώστε στέλνοντας το στους εργάτες να διαλύσει τις συγκεντρώσεις. Ο Ρότβανγκ αρχικά αρνείται, γρήγορα αλλάζει γνώμη όταν συνειδητοποιεί πως με αυτό τον τρόπο μπορεί να βλάψει τον Φρέντερσεν περισσότερο ακόμη και από το να δημιουργήσει μια ψεύτικη Χελ. Κυνηγάει τη Μαρία στις κατακόμβες και αφού την απαγάγει, την οδηγεί στο εργαστήριο του για να δώσει στο ρομπότ την εμφάνιση της.



Ιντερλούδιο

Την επόμενη μέρα, ο Φρέντερ μπαίνει στον καθεδρικό ναό της Μετρόπολις. Ακούει το κήρυγμα ενός μοναχού που ανακοινώνει ότι η Αποκάλυψη πλησιάζει και ότι θα εμφανιστεί με τη μορφή αμαρτωλής γυναίκας. Την ίδια στιγμή ο Ρότβανγκ προγραμματίζει το ρομπότ να καταστρέφει το Φρέντερσεν, την πύλη του και το γιο του. Ο Φρέντερ περιπλανάται στο ναό και ανακαλύπτει ένα γλυπτό που αναπαριστά το θάνατο και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα.
Ο Γκεόργκυ βγαίνει από τη Γιοσιβάρα έχοντας ξοδέψει όλα τα λεφτά του Φρέντερ. Καθώς μπαίνει στο αυτοκίνητο τον συλλαμβάνει ο "Ξερακιανός". Ανακρίνοντας τον μαθαίνει ότι έχουν σχεδιάσει με το Φρέντερ να συναντηθούν στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ. Μην έχοντας βρει τη Μαρία στο ναό, ο Φρέντερ πηγαίνει στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ, ελπίζοντας να βρει τον Γκεόργκυ για να τον φέρει σε επαφή με τους εργάτες. Ο "Ξερακιανός" αφήνει ελεύθερο το Γκεόργκυ μετά την υπόσχεση του να ξεχάσει ότι έγινε. Κατευθύνεται στο διαμέρισμα του Γιόζαφατ με σκοπό να συναντήσει το Φρέντερ, ο οποίος έχει ήδη φύγει ξεχνώντας πίσω το καπέλο του Γκεόργκυ. θεωρώντας το ως απόδειξη των κρυφών συνεννοήσεων μεταξύ του Φρέντερ και του Γιόζαφατ, ο "Ξερακιανός" προσφέρει στον τελευταίο χρήματα για να εγκαταλείψει τη Μετρόπολις. Ο Γιόζαφατ αρνείται και διαπληκτίζεται με τον "Ξερακιανό" ο οποίος και επικρατεί και φεύγοντας κλειδώνει τον Γιόζαφατ στο διαμέρισμα του.
Η Μαρία είναι αιχμάλωτη του Ρότβανγκ. Πλησιάζοντας το σπίτι του εφευρέτη ο Φρέντερ ακούει τις φωνές της και μάταια προσπαθεί να τη βοηθήσει. Ο Ρότβανγκ την οδηγεί στο εργαστήριο του όπου και "μεταφέρει" την εμφάνιση της στο ρομπότ. Μετά την επιτυχή επιχείρηση ο Φρέντερ μυστηριωδώς οδηγείται στο εργαστήριο, όπου ο Ρότβανγκ τον πληροφορεί ότι η Μαρία είναι με τον πατέρα του. Με μια επιστολή ο Ρότβανγκ προσκαλεί το Φρεντερσεν στην παρουσίαση της ψεύτικης Μαρίας: μια επίδειξη των χορευτικών δυνατοτήτων της στην υψηλή κοινωνία της Μετρόπολις, προκειμένου να φανεί ότι είναι άνθρωπος και όχι μηχανή.
Στο γραφείο του, ο Φρεντερσεν δίνει οδηγίες στην ψεύτικη Μαρία. Ο Φρέντερ φτάνει και τους βρίσκει σε μια τρυφερή στιγμή. Νομίζοντας ότι η αγαπημένη του τον πρόδωσε παραληρεί από τρόμο και λιποθυμά. Στο σπίτι του Ρότβανγκ η ψεύτικη Μαρία κάνοντας ένα χορευτικό νούμερο ημίγυμνη υπνωτίζει τους άνδρες της Μετρόπολις.
Ο "Ξερακιανός" προσέχει το Φρέντερ στο κρεβάτι του, ο οποίος βλέπει σε όνειρο τον "Ξερακιανό" μεταμορφωμένο στον καλόγερο που κήρυττε για την Αποκάλυψη. Ο Γιαν και ο Μαρίνος παιδιά της υψηλής κοινωνίας, γοητεύονται από το χορό της Μαρίας (και πρόθυμοι θα έπρατταν και τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα για χάρη της).
Ο Φρέντερ ονειρεύεται με τα μάτια ανοιχτά. Τα αγάλματα του καθεδρικού ναού, που αναπαριστούσαν το θάνατο με τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα, ζωντανεύουν και τον πλησιάζουν. Ο θάνατος ανεμίζει το δρεπάνι του μέσα στο δωμάτιο του Φρέντερ.

Κορύφωση
Ο Γιόζαφατ δραπετεύει από το σπίτι του και κρύβεται στη Μετρόπολις προσπαθώντας να έρθει σε επαφή με τον Φρέντερ. Την ίδια στιγμή ο "Ξερακιανός" αναφέρει στον Φρεντερσεν την αυξανόμενη ανησυχία του για τις βιαιότητες, που αυξάνονται στην κατώτερη πόλη και ότι το μόνο πράγμα που κρατά ακόμα τους εργάτες από την εξέγερση είναι η προσμονή του "διαμεσολαβητή". Ο Γιόζαφατ πληροφορεί τον Φρέντερ, ο οποίος έχει πια αναρρώσει, για τα γεγονότα που συνέβησαν: ο Γιαν και ο Μαρίνος μονομάχησαν για την ψεύτικη Μαρία, και πάνω στη συμπλοκή ο Γιαν σκοτώθηκε. Από τότε οι "αιώνιοι κήποι" έχουν εγκαταλειφθεί και τα παιδιά των πλουσίων έχουν μαζευτεί στη Γιοσιβάρα όπου βρίσκεται η ψεύτικη Μαρία. Οι νέοι μαλώνουν για χάρη της, και όλο και περισσότεροι βρίσκουν το θάνατο. Καθώς ο Γιόζαφατ διηγείται αυτά στον Φρέντερ, οι σειρήνες της Μετρόπολις σημαίνουν την αλλαγή της βάρδιας των εργατών και ταυτόχρονα δίνουν το σύνθημα για τη μυστική συνάντηση των εργατών στις κατακόμβες. Ο Φρέντερ αποφασίζει να ξανακατεβεί στις κατακόμβες. Ο Φρέντερσεν δίνει διαταγή στον "Ξερακιανό" να μην εμποδιστούν οι εργάτες ότι και να πράξουν. Έπειτα ξεκινάει να συναντήσει τον Ρότβανγκ. Ο Ρότβανγκ λέει στην αληθινή Μαρία, πως το ρομπότ φαίνεται να ακολουθεί τις οδηγίες του Φρεντερσεν εξεγείροντας τους εργάτες, ενώ στην πραγματικότητα ακολουθεί μόνο τις δίκες του διαταγές.
Η ψεύτικη Μαρία παρακινεί τους εργάτες να καταστρέψουν τις μηχανές. Ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ ενώνονται μαζί τους και ο Φρέντερ συνειδητοποιεί πως αυτή δεν μπορεί να είναι η Μαρία. Το ρομπότ αποκαλύπτει ότι ο Φρέντερ είναι γιος του Φρέντερσεν και διατάζει τους εργάτες να τον δολοφονήσουν. Ο Γκεόργκυ στην προσπάθεια να προστατέψει με το σώμα του τον Φρέντερ σκοτώνεται. Τη στιγμή που οι εργάτες ορμούν να καταστρέψουν τις μηχανές ο Φρέντερ και ο Γιόζαφατ κατορθώνουν να ξεφύγουν.
Ο Φρεντερσεν, απαρατήρητος, κρυφάκουσε όσα ο Ρότβανγκ αποκάλυψε στη Μαρία και ορμά εναντίον του. Η Μαρία βρίσκει την ευκαιρία να ξεφύγει και κατευθύνεται προς την πόλη. Οργισμένοι οι εργάτες φτάνουν στις πύλες των μηχανοστασίων. Ο Γκροτ, φύλακας στη "μηχανή - καρδιά", έχει ενημερωθεί για το τι συμβαίνει και κλειδώνει τον θάλαμο της μηχανής. Επικοινωνεί με τον Φρέντερσεν ο οποίος τον διατάζει να ανοίξει τις πύλες και να αφήσει την κατάσταση να εξελιχθεί. Ο Γκροτ υπακούει με δισταγμό, αλλά μπαίνει μπροστά από τους εργάτες προσπαθώντας να τους ηρεμήσει. Κανένας δεν ακούει τα λόγια του και την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία καταστρέφει τη μηχανή και επιστρέφει στην "άνω" πόλη.
Η πραγματική Μαρία κατεβαίνει στην έρημη κατώτερη πάλη, όπου βλέπει τα μηχανοστάσια να αρχίζουν να πλημμυρίζουν. Αμέσως συγκεντρώνει τα παιδιά των εργατών και τα οδηγεί σε ασφαλές μέρος. Μετά την έκρηξη της "μηχανής - καρδιάς" η πόλη βυθίζεται στο σκοτάδι. Ο Γιόζαφατ και ο Φρέντερ βρίσκουν τη Μαρία με τα παιδιά. Ο Φρέντερ καταλαβαίνει πως έχει βρει τη σωστή Μαρία. Καθώς ανεβαίνουν στην "ανώτερη πόλη" μέσα από τους αεραγωγούς συναντούν αδιέξοδο. Την τελευταία στιγμή καταφέρνουν να σωθούν οι ίδιοι και τα παιδιά από το νερό που ανεβαίνει.
Ο Γκροτ εξηγεί στους θριαμβευτικούς εργάτες το μέγεθος της καταστροφής στα μηχανοστάσια και η διάθεση τους ξαφνικά αλλάζει. Την ίδια στιγμή η ψεύτικη Μαρία στη Γιοσιβάρα προσκαλεί τους καλεσμένους σε μια φρικαλέα νύχτα "..ας δούμε τον κόσμο να καταποντίζεται!" και το πλήθος, χορεύοντας, ξεχύνεται στην πόλη. Ο Ρότβανγκ συνέρχεται από το χτύπημα του Φρέντερσεν, σέρνεται ως το μνημείο της Χελ και με τα λόγια "δικιά μου Χελ ήρθε η ώρα να σε φέρω πίσω στο σπίτι" ξεκινάει να βρει το ρομπότ.
Στο δρόμο η Μαρία συναντά τους θυμωμένους μαζί της εργάτες και καταφέρνει να τους ξεφύγει. Οι εργάτες και το πλήθος από τη Γιοσιβάρα αναμιγνύονται. Η ψεύτικη Μαρία συλλαμβάνεται από τους εργάτες οι οποίοι ετοιμάζουν πυρά, μπροστά από τον καθεδρικό ναό για να την κάψουν. Ο Φρέντερ ψάχνει την πόλη για τη "δική του" Μαρία, η οποία κρύβεται σε μια εγκοπή πίσω από την πόρτα του καθεδρικού ναού. Ο Ρότβανγκ την εντοπίζει και πιστεύοντας πως πρόκειται για το ρομπότ την καταδιώκει, στο καμπαναριό και στη στέγη του ναού.
Καθώς καίγεται, η ψεύτικη Μαρία, παίρνει την αρχική της μορφή, αυτή του ρομπότ. Οι εργάτες και ο Φρέντερ συνειδητοποιούν ότι έχουν εξαπατηθεί και ότι η αληθινή Μαρία βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Ο Φρέντερ αντιμετωπίζει τον Ρότβανγκ στη στέγη του ναού και ελευθερώνει τη Μαρία. Την ίδια στιγμή ο Φρέντερσεν εμφανίζεται και οι εργάτες τον απειλούν. Ο Γιόζαφατ τους πληροφορεί ότι τα παιδιά τους είναι ασφαλή χάρη στον Φρέντερ και στη Μαρία. Ο Ρότβανγκ πεθαίνει πέφτοντας από τη σκεπή, ενώ το πλήθος των εργατών συγκεντρώνεται στην είσοδο του ναού. Η Μαρία και ο Φρέντερ - ο διαμεσολαβητής της προφητείας - κηρύσσουν τη συμμαχία ανάμεσα στην εξουσία και στους εργαζόμενους και αναγκάζουν τον Φρέντερσεν και τον Γκροτ να δώσουν τα χέρια ως μια αρχή της μελλοντικής καλής τους συνεργασίας, "ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στα χέρια και στο μυαλό πρέπει να είναι η καρδιά".

2.

THE COMPLETE METROPOLIS

Σκηνοθεσία: Φριτς Λανγκ
Πρωταγωνιστούν: Άλφρεντ Άμπελ, Γκουστάβ Φρόλιχ, Μπριγκίτε Χελμ

Στο μέλλον, η τρανή πόλη «Μητρόπολη» είναι το καμάρι του σύγχρονου κόσμου. Στα έγκατα της γης, κάτω από την πόλη με την έντονη ζωή, βρίσκονται στρατιές εργατών που ζουν και χειρίζονται τις μηχανές, ώστε όλα να λειτουργούν ρολόι στην επιφάνεια της γης...
Αν και απλοϊκά διατυπωμένο σε πολλά σημεία του, το Μετρόπολις του Φριτς Λανγκ υπερβαίνει τις επιμέρους αντιρρήσεις και αναδύεται ως ένα διαχρονικό θαύμα σύλληψης, art deco, bauhaus και μοντέρνας καλλιτεχνικής διεύθυνσης, μαεστρικής εκτέλεσης και πανίσχυρου νοηματικού πυρήνα, ένας συνδυασμός κομμουνιστικής ευαισθησίας και αντιφασιστικής ρητορικής in extremis - υπάρχει μια ανατριχιαστική σκηνή που παραπέμπει στο επερχόμενο Ολοκαύτωμα των Εβραίων από τους Ναζί, μια απίστευτη, προφητική διαίσθηση από έναν οραματιστή σκηνοθέτη. Η ιδέα του σχεδιασμού προέκυψε από το πρώτο ταξίδι του Λανγκ στη Νέα Υόρκη και η αθάνατη ατάκα, για την καρδιά που πρέπει να μεσολαβήσει ανάμεσα στο μυαλό και τα χέρια, στη σύζυγό του, η οποία έγραψε το σενάριο.
Από τα έργα που μιλάνε για την Ουτοπία, φαντάζει το αντίθετο του Shape of things (από το μυθιστόρημα του Γουέλς) και του Χαμένου Ορίζοντα του Κάπρα, που είναι οι αγαπημένες μου, απόλυτες φαντασίες, χωρίς ωστόσο να ταυτίζεται πλήρως με τις απέλπιδες κινηματογραφικές «δυστοπίες» (βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά, γιατί πιστεύω πως ο όρος που επινοήθηκε από τον Μουρ είναι κατά βάση αδόκιμος και χρησιμοποιείται μεν εκτενώς, αλλά θεωρείται λανθασμένα ως δεδομένος).
Γυρισμένο το 1927, το Μετρόπολις επηρέασε τα πάντα, από τον Φρανκεστάιν του Γουέιλ (δείτε το ρομπότ και τον επιστήμονα) μέχρι την ανήσυχη επιστημονικής φαντασία από τα τέλη των '60s κι έπειτα - το Soylent Green και το Westworld είναι δυο καλά παραδείγματα. Με το χαμένο ημίωρο που ανέλπιστα βρέθηκε σε ένα αρχείο κριτικού κινηματογράφου στο Μπουένος Άιρες, η κόπια είναι πλέον πλήρης, όπως τη μόνταρε ο Λανγκ πριν του την πετσοκόψουν οι Γερμανοί και η Paramount, μετά την απογοητευτική εισπρακτική πορεία των πρώτων εβδομάδων, και την είδαμε στην παγωμένη Πύλη του Βραδεμβούργου σε μια αξέχαστη πρεμιέρα πέρσι, στο φεστιβάλ Βερολίνου. Ορίστε η υπόθεση της ταινίας, για όσους δεν την έχουν δει σε καμία μορφή της (ως και ο Τζιόρτζιο Μορόντερ, ο Γερμανός συνθέτης του Εξπρές του Μεσονυχτίου και του Call Me την έχει διασκευάσει με χρώμα και ροκ σταρ ως υπόκρουση).
Στο μέλλον, η τρανή πόλη Μητρόπολη είναι το καμάρι του σύγχρονου κόσμου: παράδειγμα υψηλής τεχνολογίας, στολίδι της πιο μοντέρνας αρχιτεκτονικής, με εντυπωσιακά πανύψηλα κτήρια, εναέρια κυκλοφορία, πλούτο, διασκέδαση - ένας εξελιγμένος παράδεισος που απολαμβάνουν οι λίγοι, οι αστοί. Κυβερνήτης όλου αυτού είναι ο Τζο Φρέντερσεν που διοικεί την πόλη από το τεράστιο γραφείο του στην κορυφή ενός ουρανοξύστη. Αυτή η πανέμορφη ουτοπία όμως δεν κινείται μόνη της. Είναι ένας καλολαδωμένος μηχανισμός που λειτουργεί νύχτα-μέρα από τον εξαντλητικό κόπο και μόχθο των εργατών. Στα έγκατα της γης, κάτω από την πόλη με την έντονη ζωή, βρίσκονται στρατιές εργατών που ζουν και χειρίζονται τις μηχανές, ώστε όλα να λειτουργούν ρολόι στην επιφάνεια της γης.
Κάθε μέρα, οι εργάτες, εξουθενωμένοι από τη σκληρή δουλειά, επιστρέφουν στα ταπεινά σπίτια τους και στις οικογένειές τους μόνο και μόνο για να ξεκινήσει η επόμενη βάρδια με άλλους εργάτες... Όμως, αυτή η κατάσταση, με τους αστούς να χαίρονται τη ζωή που τους προσφέρει ο μόχθος των εργατών, σύντομα θα αλλάξει, όταν ο γιος του Φρέντερσεν, ο Φρέντερ, που ζει μια ξένοιαστη ζωή γεμάτη γλέντια, γνωρίζει κατά τύχη την όμορφη Μαρία, κόρη ενός εργάτη. Ο Φρέντερ ερωτεύεται κεραυνοβόλα την αγνή Μαρία, την ακολουθεί στην πόλη των εργατών και συγκλονίζεται όταν ανακαλύπτει ότι η δική του ευτυχία στηρίζεται στον κόπο ενός ολόκληρου κόσμου που δεν γνώριζε καν ότι υπάρχει.
Όταν ο πατέρας του, όμως, βλέπει την επιρροή της Μαρίας στους εργάτες και ότι ο Φρέντερ θέλει να φέρει δικαιοσύνη, αποφασίζει να δώσει ένα μάθημα στους εργάτες, για να μην τολμήσουν να σηκώσουν κεφάλι. Συναντά, λοιπόν, τον μισότρελο επιστήμονα Ρότβανγκ και του δίνει εντολή να δώσει τη μορφή της Μαρίας σε ένα ρομπότ που έχει φτιάξει. Το ρομπότ θα παρασύρει τους εργάτες σε απερίσκεπτες πράξεις που θα πληρώσουν με το αίμα τους. Ο Ρότβαγκ αιχμαλωτίζει τη Μαρία και φτιάχνει το μοχθηρό ρομπότ, το οποίο αρχίζει το διαβολικό έργο του. Ο Φρέντερ στην αρχή δεν καταλαβαίνει την αλλαγή της αγαπημένης του Μαρίας... Θα παλέψει, όμως, για την αγάπη του και για την ανακάλυψη της αλήθειας. Και, μόλις οι συνέπειες των καταστρεπτικών πράξεων της ψεύτικης Μαρίας αρχίσουν να φαίνονται, η Μητρόπολη, πάνω και κάτω από τη γη, δεν θα είναι ποτέ η ίδια...


  ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
    http://www.lifo.gr/mag/cinema/1601
10-3-2011


3.
Fritz Lang
The director talks about his life and work in this 1967 BBC interview
by Alexander Walker - BBC Online

Fritz Lang: The director, in my opinion, is the one who keeps everything together. Primarily, the basic element for the film in my opinion is the script, and the director has to be the servant to the script - he shouldn't make too many detours. In the last years, the part of the producer has taken over certain things that I think a director should do. I think a producer could be a very good friend of a director if he keeps away from him things which hamper him in his tasks, but usually, as it is now in most studios, the producer tells him what he must do. In this case I call the director a 'traffic cop'

Alexander Walker: Is it correct that you took the story of M from the newspapers about the story of the Dusseldorf murders?
So many things have been written about M (1932), it has become so to speak THE motion picture. I made it 37 years ago, and it plays constantly in Switzerland, France and even the States if a film survives so long then there may be a right to call it a piece of art.
The story came out of the fact that I originally wanted to make a story about a very, very nasty crime. I was married in these days and my wife, Thea Von Harbou, was the writer. We talked about the most hideous crime and decided that it would be writing anonymous letters and then one day I had an idea and I came home and said 'how would it be if I made a picture about a child murderer?' and so we switched. At the same time in Dusseldorf a series of murders of young and old people happened, but as much as I remember the script was ready and finished before they caught that murderer.
I had Peter Lorre in mind when I was writing the script. He was an upcoming actor and, he had played in two or three things in the theatre in Berlin, but never before on the screen. I did not give him a screen test, I was just absolutely convinced that he was right for the part. It was very hard to know how to direct him; I think a good director is not the one who puts his personality on top of the personality of the actor, I think a good director is one who gets the best out of his actor.
So we talked it over very, very carefully with him and then we did it. It was my first sound film anyway, so we were experimenting a lot.

How did you come to leave Germany at the height of your career and seek refuge outside the country?
I had made two Mabuse films and the theatre had asked me if I could make another one because they made so much money. So I made one which was called The Last Will of Dr Mabuse (1932).
I have to admit that up to two or three years before the Nazis came I was very apolitical; I was not very much interested and then I became very much interested. I think the London Times wrote about the fact that I used this film as a political weapon against the Nazis - I put Nazi slogans into the mouth of the criminal.
I remember very clearly one day, I was in the office and some SA men came in and talked very haughtily that they would confiscate the picture. I said if you think they could confiscate a picture of Fritz Lang in Germany then do it, and they did. I was ordered to go and see Goebbels, and they were not very sympathetic to me, but I had to go, maybe to get the picture freed, so I went.
I will never forget it - Goebbels was a very clever man, he was indescribably charming when I entered the room, he never spoke at the beginning of the picture. He told me a lot of things, among other things that the 'Fuhrer' had seen Metropolis (1926)and another film that I had made - Die Niebelungen (1924) - and the 'Fuhrer' had said 'this is the man who will give us THE Nazi film.' I was perspiring very much at this moment, I could see a clock through the window and the hands were moving, and at the moment I heard that I was expected to make the Nazi movie I was wet all over and my only thought was 'how do I get out of here!'. I had my money in the bank and I was immediately thinking 'how do I get it out?' But Goebbels talked and talked and finally it was too late for me to get my money out! I left and told him that I was very honoured and whatever you can say. I then went home and decided the same evening that I would leave Berlin that I loved very much.

AW: Mirrors and their reflections are always ominous features of Lang's movies; the mirror image is his dramatic metaphor. In M the criminal underworld is clearly a reverse image of bourgeois society.
In his films the individual wages a fight on the side of goodness and order against the very act of forces of evil and chaos as embodied in the diabolical Dr. Mabuse (1922), or the lynch mob in Fury or the gangland boss in The Big Heat (1953).
But the fight is psychological too: each Lang hero is a prey to forces inside himself that he cannot control. Forces that may drive him to murder in spite of himself, like Peter Lorre in M (1931), or Edward G Robinson in Woman In the Window (1944) and Scarlet Street (1945).
The fight is one that is fixed in advance by fate, the director looks literally down on his actors like an ironical Greek god, his characters are like rats in a maze driven along by his set ups, by his camera movements and by the relentless logic of his editing to a destiny which is pre-ordained and from which even Lang can't save them.

The theme of theme of man and his destiny and of man trapped in an inimical kind of fate runs right through your work?
I am quite sure that this is correct. It would be very interesting if a psycho-analyst could tell me why I am so interested in these things.
I think from the beginning, one of my first films, the fight of man against his destiny or how he faces his destiny has interested me very much. I remember that I once said that it is not so much that he reaches a goal, or that he conquers this goal - what is important is his fight against it.

It must be very difficult to make films about destiny and God in that sense today, when people don't believe in heaven or hell in the vast majority. Do you substitute violence or pain?
Naturally I don't believe in God as the man with a white beard or such a thing, but I believe in something which you can call God in some kind of an eternal law or eternal mathematical conception of the universe. When they said in the States that God is dead, I considered it wrong. I said to them 'God has only changed his address - he is not really dead.' That seems for me to be the crux: naturally we cannot believe in certain things that have been told us over the centuries.
When you talk about violence, this has become in my opinion a definite point in the script, it has a dramatogical reason to be there. After the Second World War, the close structure of family started to crumble. It started naturally already with the first one. There is really very, very little in family life today. I don't think people believe anymore in symbols of their country- for example, I remember the flag burning in the States. I definitely don't think they believe in the devil with the horns and the forked tail and therefore they do not believe in punishment after they are dead. So, my question was: what are people feeling? And the answer is physical pain. Physical pain comes from violence and I think today that is the only fact that people really fear and it has become a definite part of life and naturally also of scripts.

Πηγή
Interview with Fritz Lang from 1967