Με το όραμα των «αγορών»

(...)
σταθερή, μέσα στη διαδρομή τριάντα αιώνων, ήταν η αδυναμία του ελληνικού έθνους να ομονοήσει και ρωμαλέα να βαδίσει στην επίτευξη του εκάστοτε ευγενικού στόχου της ανάστασης της φυλής μας.
Με απασχόλησε πολύ η απορία γιατί και πώς ποτέ δεν κατορθώσαμε να οδηγήσουμε σε αίσιο τέρμα κάποια ευγενική συλλογική προσπάθεια που περιστασιακώς είχαμε διαδηλώσει ότι ποθούσαμε διακαώς να πετύχουμε;
Η απάντηση είναι σταθερή όσο και πικρή: 
επειδή μέσα στους είκοσι οκτώ ή είκοσι εννέα αιώνες της ιστορίας του ελληνικού έθνους ποτέ δεν προτάξαμε το ευγενικό «εμείς» μπροστά από το πρόστυχο «εγώ»! Σε όλους τους χώρους, τους κατ' επίφαση ιερούς ή απροσχηματίστως ανίερους, καθώς και με όλες τις περιστάσεις. Στη σχετικώς καλύτερη περίπτωση προτάσσεται το συμφέρον της «δικής μας» κομματικής ή οποιασδήποτε άλλης μορφής παράταξης ή παρέας, σε βάρος όλων των άλλων, που δεν είναι δικοί μας, και συνακόλουθα είναι άξιοι κάθε μοχθηρίας ή αδιαφορίας μας.
(...)




Τώρα τελευταία, όταν ακούμε κάποιον ενθαρρυντικό λόγο για την τραγικά χρεοκοπημένη και, συνακόλουθα, διεθνώς ανυπόληπτη χώρα μας, αυτός ο παρηγορητικός λόγος περιορίζεται σε μια διαβεβαίωση η οποία, κάτω από τον έλεγχο της λογικής, θα έπρεπε να αποκαρδιώνει κάθε φρόνιμο πολίτη και να τον οδηγεί σε ακραία απελπισία.

Φυσικά αναφέρομαι στην «ενθάρρυνση» ότι με τα αυστηρά (όσο και, καθώς φαίνεται, αναπόφευκτα) μέτρα λιτότητας, και ιδίως με τις συνεχείς ομαδικές απολύσεις υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, η χώρα μας «σύντομα θα μπορεί να βγεί ξανά στις αγορές!».
Ποιο είναι το υποκρυπτόμενο αληθινό νόημα αυτής της «ανακούφισης»;
Η απάντηση είναι ακόμη πιο οδυνηρή, καθώς εξαντλείται στην ενθάρρυνση ότι η χώρα μας θα μπορεί συντόμως να καταρτίζει καινούργια διεθνή δάνεια και, συνακόλουθα, να βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στη χρεοκοπία και στην οικονομική εξάρτηση.
Ο συντάκτης αυτών των γραμμών, με ανυπόκριτη λύπη, νιώθει το καθήκον της ειλικρίνειας να τον πειθαναγκάζει στην οδυνηρή παραδοχή τού ότι, σε οικονομική διάσταση, η χώρα μας δεν είχε σοβαρά προβλήματα πριν από 45 χρόνια, στην κατά τα άλλα μαύρη εποχή της απριλιανής δικτατορίας. Σκληρός λόγος παραδοχής, όμως πέρα για πέρα αληθινός! Και για του λόγου το ασφαλές θα διηγηθώ ότι, ήδη, πριν από τη χούντα υπηρετούσα ως βοηθός του Νομικού Σπουδαστηρίου, όπου είχα άνεση χρόνου για την παράλληλη επεξεργασία της διατριβής μου επί υφηγεσία. Κάθε πρωί στις 8 βρισκόμουν εκεί, όπου μισή ώρα νωρίτερα η καθαρίστρια κυρία Τασία διεκπεραίωνε το δικό της έργο. Λοιπόν, κάποιο πρωί, η κυρία Τασία δεν εμφανίστηκε στην ώρα της, αλλά αργά, μετά τη μία το μεσημέρι. Ελαμπε από χαρά, και αμέσως μας φανέρωσε την αιτία της καθυστέρησής της: ερχόταν, καθώς μας είπε, από το συμβολαιογράφο, όπου είχε υπογράψει την αγορά του σπιτιού για την οικογένειά της. Φυσικά συμμεριστήκαμε τον ενθουσιασμό της, όμως δεν αποφύγαμε τον πειρασμό της δύσκολης ερώτησης, πού είχε βρεί τα χρήματα για μια τέτοια ακριβή αγορά. Η απάντηση ήταν απλή: είχε πάρει στεγαστικό δάνειο. Τότε έμαθα και εγώ ότι η κατά τα άλλα επάρατη δικτατορία, όντως, χορηγούσε αφειδώς στεγαστικά δάνεια με πολύ χαμηλό τόκο και δίχως να αξιώνει κάποια προηγούμενη δήλωση πίστης και αφοσίωσης στο καθεστώς των συνταγματαρχών! Στα βήματα λοιπόν της κυρίας Τασίας απέκτησα και εγώ το σπίτι στο οποίο έκτοτε διαμένω με την οικογένειά μου.
Περιττό να σημειώσω ότι στις τρέχουσες τώρα μέρες της οικονομικής καταστροφής, τόσο της χώρας μας όσο και καθενός από εμάς, τους πολλούς, που δεν έχουμε βολευτεί σε κάποια κυβερνητική θέση, μόνον ως χοντρό αστείο θα ακουγόταν ότι η κυρία Τασία, ημερομίσθια καθαρίστρια σε κάποια δημόσια υπηρεσία, θα μπορούσε να στεγάσει την οικογένειά της κάτω από κάποιο κεραμίδι...
Η πικρή αλήθεια συνοψίζεται στην παραδοχή τού ότι την επαύριο της κυπριακής καταστροφής, με τη διχοτόμηση της νήσου, που επέβαλε ο τουρκικός στρατός του Αττίλα, η συνακόλουθη πτώση της δικτατορίας των επίορκων αξιωματικών δεν οδήγησε στην αποκατάσταση ενός αληθινά έντιμου κράτους δικαίου. Επανήλθαν η φαυλοκρατία, η κούφια ρητορεία και η φενάκη της ευημερίας με δανεικά χρήματα, που δεν αξιοποιήθηκαν παραγωγικώς, αλλά κατά το πλείστον διοχετεύθηκαν ως κρυφές καταθέσεις σε τράπεζες του εξωτερικού. Με την άμεση ευθύνη όλων των κομμάτων, στα οποία ο λαός εμπιστευόταν τη διαχείριση της κρατικής εξουσίας. Ετσι, τον ενθουσιασμό της πτώσης της δικτατορίας σύντομα διαδέχθηκε η πικρία της συνειδητοποίησης ότι η χώρα ξαναγύρισε στο βούρκο της προαπριλιανής φαυλοκρατίας. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ελλαδικής πολιτικής ζωής εντοπίζονται στη σταθερή οικογενειοκρατία και στην εξάρτηση των πολιτών από το αναμενόμενο ρουσφέτι;
Ο συγγραφέας αυτών εδώ των γραμμών έχει κουραστεί να βλέπει σταθερά τη διάψευση των προσδοκιών που έθρεψε για την προκοπή της χώρας μας. Λυπάμαι βαθύτατα που το καταγράφω, αλλά ο σεβασμός της αλήθειας με πειθαναγκάζει στην παραδοχή ότι δεν υπάρχει απολύτως καμιά ελπίδα για το μέλλον. Και τούτο, γιατί σταθερή, μέσα στη διαδρομή τριάντα αιώνων, ήταν η αδυναμία του ελληνικού έθνους να ομονοήσει και ρωμαλέα να βαδίσει στην επίτευξη του εκάστοτε ευγενικού στόχου της ανάστασης της φυλής μας.
Με απασχόλησε πολύ η απορία γιατί και πώς ποτέ δεν κατορθώσαμε να οδηγήσουμε σε αίσιο τέρμα κάποια ευγενική συλλογική προσπάθεια που περιστασιακώς είχαμε διαδηλώσει ότι ποθούσαμε διακαώς να πετύχουμε;
Η απάντηση είναι σταθερή όσο και πικρή: επειδή μέσα στους είκοσι οκτώ ή είκοσι εννέα αιώνες της ιστορίας του ελληνικού έθνους ποτέ δεν προτάξαμε το ευγενικό «εμείς» μπροστά από το πρόστυχο «εγώ»! Σε όλους τους χώρους, τους κατ' επίφαση ιερούς ή απροσχηματίστως ανίερους, καθώς και με όλες τις περιστάσεις. Στη σχετικώς καλύτερη περίπτωση προτάσσεται το συμφέρον της «δικής μας» κομματικής ή οποιασδήποτε άλλης μορφής παράταξης ή παρέας, σε βάρος όλων των άλλων, που δεν είναι δικοί μας, και συνακόλουθα είναι άξιοι κάθε μοχθηρίας ή αδιαφορίας μας.
Μ' αυτόν το σταθερό καημό, πριν από ένα χρόνο, ξεκίνησα μια καινούργια μελέτη, που ήδη έχει ολοκληρωθεί και, με τον τίτλο «Αιδώς», σύντομα, καθώς πιστεύω, τα δοκίμιά της θα περιέλθουν στο φίλο εκδότη του Κάκτου, που ενθαρρυντικά τα περιμένει, με τη δική μου ευγνωμοσύνη. 

Του ΚΩΣΤΑ Ε. ΜΠΕΗ
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=375079



 ΣΧΕΤΙΚΑ
- ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΜΠΕΗ


http://www.kostasbeys.gr/index.php


Για τα «δωράκια...»

Οι ξένοι φίλοι κι εμείς

Και όμως, ευέλπιδες!

Ιδιωτικά και κρατικά περιουσιακά αγαθά...