Δημοτική Αστυνομία: Μια φάρσα που έπρεπε κάποτε να τελειώσει
(...)
ενσωμάτωση της Δημοτικής Αστυνομίας στην κανονική Αστυνομία, προκειμένου το προσωπικό της να αξιοποιηθεί σε γραφειοκρατικά καθήκοντα, ανάλογα της πανεπιστημιακού επιπέδου εκπαίδευσής του, ώστε οι πραγματικοί αστυνομικοί να απασχοληθούν εκεί όπου τους έχουμε ανάγκη.
(...)
ενσωμάτωση της Δημοτικής Αστυνομίας στην κανονική Αστυνομία, προκειμένου το προσωπικό της να αξιοποιηθεί σε γραφειοκρατικά καθήκοντα, ανάλογα της πανεπιστημιακού επιπέδου εκπαίδευσής του, ώστε οι πραγματικοί αστυνομικοί να απασχοληθούν εκεί όπου τους έχουμε ανάγκη.
(...)
Εφόσον η Δημοτική Αστυνομία είναι του Δημοσίου, με την ευρεία έννοια, πρέπει να επιχαίρει για την απορρόφησή της από την Αστυνομία. Τα δε στελέχη της, εφόσον πιστεύουν στην αποστολή τους, πρέπει μάλλον να αισθάνονται ικανοποίηση, επειδή εντάσσονται σε ένα επαγγελματικό Σώμα Ασφαλείας, όπου μπορούν να είναι χρήσιμοι στ’ αλήθεια και όχι στα χαρτιά.
Ο περίφημος όρος «μεταρρυθμίσεις» δεν σημαίνει αναγκαστικά απολύσεις. Σημαίνει πρωτίστως τέλος στις δουλειές της πλάκας στο Δημόσιο. Η Δημοτική Αστυνομία στην Ελλάδα είναι μια γελοία φάρσα, που έπρεπε κάποτε να λήξει. Ο καλύτερος τρόπος είναι αυτός που προτείνεται από την κυβέρνηση:
η απορρόφησή της από την ΕΛ.ΑΣ.
Συγχωρήστε με αν σας το έχω πει ξανά αυτό, αλλά υποκύπτω στον πειρασμό να το επαναλάβω, λόγω της επικαιρότητας. Είχα την ευκαιρία, κάποτε, να θέσω το ζήτημα -ή, κατά την άποψή μου, το σκάνδαλο- της Δημοτικής Αστυνομίας σε πολιτικό πρόσωπο, το οποίο, όπως και άλλες προσωπικότητες του διαμετρήματός του, είχε χρησιμοποιήσει τον δημαρχιακό θώκο ως εφαλτήριο για σπουδαιότερα αξιώματα. «Μα, γιατί τους θεωρείς άχρηστους; Είναι όλοι τους απόφοιτοι ΑΕΙ», ήταν η κουφή (ας μου επιτραπεί ο όρος...) απάντηση που έλαβα, σε μια ερώτηση την οποία δεν είχα ποτέ κάνει. Αλλά δεν παρεξήγησα το πρόσωπο με το οποίο συνομιλούσα - ήξερα ότι είναι ίδιον των πολιτικών να απαντούν στις ερωτήσεις που θα ήθελαν να τους είχαν τεθεί και όχι σε εκείνες που τους ετέθησαν στην πραγματικότητα.
Το θέμα όμως δεν ήταν το ποιόν τους. Αλλωστε ούτε και εγώ αμφέβαλα ποτέ ότι το προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας, είναι μια χαρά παιδιά. Και νέα είναι και μορφωμένα και ωραία μέσα στις «κουλ» στολές τους και, επίσης, αν κρίνω από τη διακριτικότητα της παρουσίας τους, πρέπει ο χαρακτήρας τους να είναι ντροπαλός, κάτι αξιοσημείωτο σε μια εποχή όπου το θράσος και η αναίδεια εξαίρονται ως αρετές. Σε τι είναι χρήσιμα, εντούτοις, δεν μπορώ να το πω! Τα βλέπεις στους δρόμους της Αθήνας σε ζευγάρια, αγόρι και κορίτσι, χαίρεσαι την πλαστικότητα της νωχελικής κίνησής τους καθώς ανηφορίζουν την Ερμού και η δουλειά τους συνίσταται βασικά στο να διώχνουν τους πωλητές προϊόντων-μαϊμούδων (οι οποίοι έπειτα από λίγο βεβαίως επιστρέφουν) και, κυρίως, να βεβαιώνουν τις οφειλές προς τον δήμο όσων παραβαίνουν τους κανόνες στάθμευσης. Η περιορισμένη δικαιοδοσία τους δεν τους επιτρέπει ούτε καν να εμποδίζουν την κίνηση τροχοφόρων στους κατ’ ευφημισμόν πεζοδρόμους της πόλης! Απλώς βεβαιώνουν παραβάσεις σταθμευμένων οχημάτων.
Για να θυμίσω την ορολογία των Ατζέμογλου και Ρόμπινσον -περί του βιβλίου των οποίων, «Why Nations Fail», έγραφα την προηγουμένη Κυριακή- η Δημοτική Αστυνομία είναι ένας θεσμός απομυζητικός (όπως θα μπορούσε να αποδοθεί ο όρος «extractive», σύμφωνα με την υπόδειξη σοφού φίλου). Θεσμός, δηλαδή, ο οποίος αφαιρεί πόρους από τους πολλούς, προς όφελος των λίγων, εν προκειμένω του υπαλληλικού προσωπικού των δήμων. Ταυτοχρόνως, η θέσπιση της Δημοτικής Αστυνομίας ήταν μια ιδιοτελής επένδυση των πολιτικών για τη δημιουργία πελατείας. Το ίδιο, άλλωστε, ήταν και η υποτιθέμενη απελευθέρωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης επί πασοκαρίας: ένας εύσχημος τρόπος διαιώνισης του κράτους, προς όφελος των διοικούντων πολιτικών.
Το χειρότερο όμως που προκάλεσε ο γιγαντισμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως εκδοχής του κράτους, ήταν ότι συνέβαλε στον εκφαυλισμό της έννοιας της εργασίας. Εγινε κάτι «χαλλλλαρό» (με τέσσερα λάμδα), αποσυνδεδεμένο από την παραγωγικότητα, αποσυνδεδεμένο ακόμη και από τη στοιχειώδη χρησιμότητα, όπως αυτή ορίζεται με τον κοινό νου. Εγινε για κάποιους «κεκτημένο» εξασφαλισμένο διά βίου, που το προσφέρει το κράτος. (Ποιος άλλος θα μπορούσε, εξάλλου, υπό παρόμοιους όρους;) Εξ ου και η συνδικαλιστική αντίδραση, τώρα που προτείνεται η ενσωμάτωση της Δημοτικής Αστυνομίας στην κανονική Αστυνομία, προκειμένου το προσωπικό της να αξιοποιηθεί σε γραφειοκρατικά καθήκοντα, ανάλογα της πανεπιστημιακού επιπέδου εκπαίδευσής του, ώστε οι πραγματικοί αστυνομικοί να απασχοληθούν εκεί όπου τους έχουμε ανάγκη.
Στις ΗΠΑ, η Αστυνομία ξεκίνησε τον 19ο αιώνα ως δημοτική, με καθήκοντα αφορώντα ως επί το πλείστον την τήρηση της τάξης: να μαζεύουν μεθυσμένους, αλήτες και επαίτες, να επαναφέρουν όσους εκτρέπονται δημοσίως κ.λπ. Την εποχή εκείνη, τις σοβαρές δουλειές, όπως η καταδίωξη των εγκληματιών, οι αρχές στις ΗΠΑ τις ανέθεταν σε ιδιώτες. Σταδιακά, λόγω της εξέλιξης του εγκλήματος, οι όροι αντεστράφησαν. Σήμερα, σε πολύ γενικές γραμμές, οι ιδιωτικές «αστυνομικές» δυνάμεις αναλαμβάνουν ελαφρά καθήκοντα (φύλαξη χώρων, προσώπων κ.λπ), ενώ οι δημόσιες ασχολούνται με τα σοβαρά. Εφόσον η Δημοτική Αστυνομία είναι του Δημοσίου, με την ευρεία έννοια, πρέπει να επιχαίρει για την απορρόφησή της από την Αστυνομία. Τα δε στελέχη της, εφόσον πιστεύουν στην αποστολή τους, πρέπει μάλλον να αισθάνονται ικανοποίηση, επειδή εντάσσονται σε ένα επαγγελματικό Σώμα Ασφαλείας, όπου μπορούν να είναι χρήσιμοι στ’ αλήθεια και όχι στα χαρτιά.
Ο περίφημος όρος «μεταρρυθμίσεις» δεν σημαίνει αναγκαστικά απολύσεις. Σημαίνει πρωτίστως τέλος στις δουλειές της πλάκας στο Δημόσιο. Η Δημοτική Αστυνομία στην Ελλάδα είναι μια γελοία φάρσα, που έπρεπε κάποτε να λήξει. Ο καλύτερος τρόπος είναι αυτός που προτείνεται από την κυβέρνηση: η απορρόφησή της από την ΕΛ.ΑΣ.
Του Στέφανου Κασιμάτη
www.kathimerini.gr
7-7-2013