Μαζική φυγή κεφαλαίων από αναδυόμενες οικονομίες
1.
Το «μπραφ» των χωρών BRICS
Μπορεί και να μην είναι τίποτα: Να είναι απλώς ένας άκυρος συναγερμός – μια μαζική αλλά παροδική μετακίνηση κεφαλαίων, από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες πίσω «στη Δύση». Τίποτα δηλαδή που το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, κάτω από την ενορχήστρωση των κεντρικών τραπεζών, να μην μπορεί να εξομαλύνει με νομισματικά εργαλεία ή χρόνο ή -όταν βρίσκει τα δύσκολα- με την τόλμη και τη γοητεία ενός κεντρικού τραπεζίτη.
Από την άλλη, η πρόσφατη κορύφωση της εξόδου των διεθνών επενδυτών από τις χώρες BRICS μπορεί και να είναι το πρώτο κεφάλαιο του τελευταίου και πιο καταιγιστικού κύματος της κρίσης που ξεκίνησε το 2008. Ενα κεφάλαιο που θα κάνει εκείνες τις «οικογενειακές φωτογραφίες του G20» της «κοινής ανησυχίας και στόχων», αμέσως μετά τη Lehman Bros, να μοιάζουν πιο «ρομαντικές» κι από Βενετία του Μέλιτος ύστερα από διαζύγιο. Το γκρέμισμα των νομισμάτων αυτών των χωρών σε λίγους μόνο μήνες έχει πολλές αναφορές από την κατάρρευση του 1998. Και γίνεται σε μια περίοδο που οι αγορές είναι σε ιστορικά -και κατά πολλούς ανεξήγητα- υψηλά επίπεδα. Κάτι που θυμίζει πολύ την αμηχανία των αρχών του 2008.
Η έξοδος των κεφαλαίων από την Ινδία είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο. Ξεκίνησε με το που η Fed άρχισε να επικοινωνεί στις αγορές τo μάντρα «ανάκαμψη/μείωση παροχής έκτακτης ρευστότητας», το επονομαζόμενο taper. Σε κάθε περίπτωση, με το που ένιωσαν την πιθανότητα υψηλότερων επιτοκίων στη Δύση ή την ανάγκη του ρευστού «πιο κοντά», οι πόρτες άνοιξαν και οι επενδυτές φεύγουν. Στη διάρκεια του καλοκαιριού η ρουπία υποτιμήθηκε κατά 50%.
Τώρα, ο υπόλοιπος κόσμος στρέφει εμβρόντητος (και νομίζω ότι η τάση θα ενταθεί τους επόμενους μήνες) την προσοχή του στο ότι οικονομικοί γίγαντες που «θα έπαιρναν πάνω τους την παγκόσμια ανάπτυξη» παραμένουν γραφειοκρατικά μονολιθικοί χάρτινοι γίγαντες, όπως πάντα. Στο ότι τεράστια κομμάτια του πληθυσμού θα αργήσουν πολύ για να καταναλώσουν όπως ένας καταναλωτής ανεπτυγμένης οικονομίας. Στο ότι η διαφθορά είναι ενδημική. Στο ότι δεν υπήρξαν βελτιώσεις σε βασικές υποδομές, την περίθαλψη, την ασφάλεια. Στο ότι οι δείκτες μιζέριας εκτοξεύονται, όπως και οι δείκτες χρέους. Η εγκληματικότητα επίσης. Οι χώρες BRICS δεν μεταμορφώθηκαν σε Δύση, όπως η Ελλάδα δεν μεταμορφώθηκε σε Ευρώπη επειδή μπήκε στην ΕΟΚ. Η απογοήτευση με τη Βραζιλία, την Τουρκία, τη Ρωσία, την Ινδία, την Ινδονησία, τη Μαλαισία γίνεται ανησυχία. Τα ανοίγματα της τελευταίας πενταετίας, ξαφνικά, δεν μοιάζουν με απόθεμα καυσίμου για την απογείωση, αλλά με βαρίδιο και επενδυτικό κίνδυνο. Οι δανειστές έχουν αρχίσει ήδη να ζητούν από τις πληττόμενες οικονομίες να περιστείλουν τις κρατικές δαπάνες/παροχές. «Γιατί αλλιώς, το χρέος θα ανεβαίνει και τα δανεικά θα ακριβαίνουν». Το πρόβλημα είναι ότι σε αυτές τις χώρες μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού είναι ήδη στα πρόθυρα της επιβίωσης, όχι απλώς της φτώχειας. Αν η Ελλάδα ήταν ο θόρυβος του τρένου στις ράγες, αυτό μοιάζει με την ταχεία την ίδια.
Στην κοντινότερή μας χώρα BRICS, την Τουρκία, η νέα κρίση στριμώχνει πολιτικά τον Ερντογάν. Την ώρα που η κεντρική του πλατφόρμα είναι «το λόμπι των επιτοκίων φταίει για όλα» (ναι, φοριέται η έκφραση), η κεντρική του τράπεζα αυξάνει το βασικό της επιτόκιο μπας κι αποτρέψει τη φυγή κανενός fund. Αλλά αυτά φεύγουν από το χρηματιστήριο, φεύγουν από τα ομόλογα… Από την αρχή του καλοκαιριού το επιτόκιο, που πληρώνει η Τουρκία για να δανειστεί για δεκαετία, από 5,9% άγγιξε το 9,4%. Μια αύξηση πάνω από 50% στην εξυπηρέτηση του χρέους στις αγορές. Σε μια χώρα που χρειάζεται 60 δισ. τον χρόνο δανεικά απλώς για να ισορροπεί (αναφέρομαι ευγενικά στο έλλειμμα, που την κατατάσσει στο top 5 του πλανήτη). Η πτώση της τουρκικής λίρας σε χαμηλά ρεκόρ έναντι του δολαρίου έχει μέχρι στιγμής κοστίσει το 13% του αποθέματος συναλλάγματος της Τουρκίας. Στην έξοδο, οι επενδυτές θέλουν μετρητά.
Είναι όμως η ώρα της μεγάλης εξόδου; Από το 2007 υπήρξε καθαρή εκροή $100 δισ. από τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια ενώ υπήρξε καθαρή εισροή $50 δισ. στην Αμερική και εισροή $160 δισ. στην Ασία. Αυτή η δεξαμενή τώρα αδειάζει. Η Societe Generale εκτιμά ότι τα κεφάλαια που βγήκαν από τις χώρες BRICS θα σταματούν όλο και περισσότερο στην Ευρώπη, όσο αυτή πείθει ότι δεν διαλύεται και ότι ανακάμπτει, και σε μετοχές ευρωπαϊκών εταιρειών. Αλλά, θα είναι ο Ευρωπαίος καταναλωτής αρκετά χαρούμενος ώστε να αυξήσει ικανοποιητικά τα κέρδη τους; Ειδικά όταν η κερδοφορία που υπόσχονται στους μετόχους τους βασίζεται σε όλο και πιο συμπιεσμένες αποδοχές των εργαζομένων/καταναλωτών; Σε μια φράση: Είναι έτοιμη η Ευρώπη να πείσει ότι μπορεί να δώσει ικανοποιητικές αποδόσεις σε διεθνή κεφάλαια, όταν πανηγυρίζει για ανάπτυξη «μηδέν-κόμμα-τίποτα» και ο πληθυσμός της γερνά; Αν ναι, τότε θα κερδίσει κάτι από μια μικρή παράταση χρόνου. Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν πολλή δουλειά, αλλά νομίζω ότι δεν έχουν ακόμα καν υποψιαστεί τη φύση της.
Αν το φλερτ της Δύσης με τον αναδυόμενο κόσμο όντως τελειώνει, ο κόσμος θα αλλάξει ουσιαστικά σε αυτή τη φάση της κρίσης που μοιάζει να αρχίζει. Επειτα από πέντε χρόνια περιορισμένης επιτυχίας στο πάγωμα του χρόνου, αυτός θα μπει πάλι σε επιταχυντή. Και η ζωή δισεκατομμυρίων, που είχαν για δέκα χρόνια την ελπίδα για δυτικό τρόπο ζωής, στο μίξερ.
Αλλά από την άλλη, αυτή η μαζική κίνηση κεφαλαίων μπορεί να μην είναι και τίποτε.
Του Ηλία Σιακαντάρη
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_25/08/2013_531082
2.
Η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Ασίας βυθίζεται από τη φυγή ξένων κεφαλαίων
Βουτιά του εθνικού νομίσματος της Ινδίας
Πιέσεις στα κρατικά ομόλογα – Επιβραδύνεται η ανάπτυξη
Το πρωί της 17ης Αυγούστου, τα περισσότερα μέλη του οικονομικού επιτελείου της Ινδίας συγκεντρώθηκαν στην οικία του πρωθυπουργού στο Δελχί. Κυρίαρχο θέμα στην ατζέντα της συνάντησης ήταν η επίσημη ιστορική αποτίμηση της περιόδου 1981-97, συμπεριλαμβανομένης της κρίσης στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που είχε ξεσπάσει το 1991. Η ατμόσφαιρα ήταν, ωστόσο, ιδιαίτερα τεταμένη. Ο Μανμόχαν Σινγκ, πρωθυπουργός της Ινδίας, δήλωσε ότι για μία ακόμη φορά η Ινδία είναι αντιμέτωπη με πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες. «Μήπως η ιστορία επαναλαμβάνεται;» αναρωτήθηκε ο Ντουβούρι Σουμπαράο, ο απερχόμενος κεντρικός τραπεζίτης της χώρας. «Δηλαδή, δεν αποκομίσαμε κανένα δίδαγμα από τη μια κρίση στην άλλη;» προσέθεσε ο ίδιος.
Μία ημέρα πριν, οι αγορές της Ινδίας είχαν διανύσει την πλέον ταραχώδη συνεδρίαση των τελευταίων ετών. Η ρουπία και τα χρηματιστήρια βυθίστηκαν. Το κόστος δανεισμού στις αγορές χρήματος εκτοξεύθηκε. Οι μετοχές των τραπεζών που θεωρείται ότι έχουν πληθώρα κόκκινων δανείων ή δεν διαθέτουν επάρκεια καταθέσεων παρουσίασαν μεγάλες απώλειες.
Αυτή η μεγάλη ρευστοποίηση θέσεων από τις αγορές της Ινδίας διαφαινόταν από τις 14 Αυγούστου, όταν επιβλήθηκαν όρια στην κίνηση κεφαλαίων, για να αποφευχθεί μια μαζική εκροή χρημάτων από τη χώρα. Επικράτησε πανικός, διότι οι ξένοι επενδυτές στην Ινδία άρχισαν να φοβούνται μην επαναληφθεί το απόλυτο «πάγωμα» στην κίνηση κεφαλαίων όπως είχε συμβεί στη Μαλαισία το 1998.
Οι Αρχές της Ινδίας έχουν, ασφαλώς, αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο στις δημόσιες τοποθετήσεις τους. Αλλά οι αγορές συνεχίζουν να κινούνται καθοδικά. Στις 20 Αυγούστου, η κεντρική τράπεζα της Ινδίας (RBI) ανακοίνωσε ότι είναι πολύ πιθανό να παρέμβει ώστε να εξομαλύνει τις πιέσεις στην αγορά των κρατικών ομολόγων. Η ρουπία έχει ήδη υποχωρήσει 64% έναντι του δολαρίου, διολισθαίνοντας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Είναι πλέον κοινή πεποίθηση πως η χώρα βρίσκεται στη χειρότερη κατάσταση από το 1991.
Ασφαλώς, η Ινδία δεν είναι η μοναδική χώρα στον αναδυόμενο κόσμο που βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση. Από τον Μάιο, όταν η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) υπονόησε ότι θα περιορίσει το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων από τα τρέχοντα 85 δισ. δολάρια σε μηνιαία βάση, οι επενδυτές άρχισαν να προσαρμόζονται στην ιδέα ενός κόσμου όπου το χρήμα δεν είναι πλέον τόσο φθηνό και εύκολα διαθέσιμο από την ισχυρότερη κεντρική τράπεζα του κόσμου.
Οι εκροές κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές εκτοξεύθηκαν μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες, οδηγώντας τις ισοτιμίες τους σε πτώση από 5% έως 15% έναντι του δολαρίου. Οι αποδόσεις ομολόγων έχουν αυξηθεί από τη Βραζιλία μέχρι την Ταϊλάνδη. Ορισμένες κυβερνήσεις δεν δίστασαν να παρέμβουν στις αγορές για να εξομαλύνουν τις πιέσεις. Στις 11 Ιουλίου, η Ινδονησία αύξησε το βασικό επιτόκιο για να αναχαιτίσει την ελεύθερη πτώση της ισοτιμίας της. Την 21η Αυγούστου, ο πρόεδρος της χώρας δήλωσε ότι είναι πολύ πιθανό να αναγγείλει πρόσθετα μέτρα για να διαφυλάξει την οικονομική σταθερότητα της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ινδία ως η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ασία είναι παγιδευμένη σε μια ιδιαίτερα ευάλωτη θέση. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας δεν ήταν ενθαρρυντικές τα τελευταία δύο χρόνια. Ο ρυθμός ανάπτυξης στο 4% με 5% είναι κατά το ήμισυ χαμηλότερος συγκριτικά με την περίοδο της μεγάλης άνθησης από το 2003 μέχρι το 2008. Μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη πτώση στην οικονομική δραστηριότητα. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή παραμένει πεισματικά στο 10%. Οι απόπειρες του υπουργείου Οικονομικών να περιορίσουν τη γραφειοκρατία για να δρομολογηθούν μεγάλα βιομηχανικά έργα δεν είχαν τελικά το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Και οι επικείμενες εκλογές, προγραμματισμένες για τον Μάιο του 2014, επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο αυτό το κλίμα αβεβαιότητας.
Ενας ακόμη αρνητικός παράγοντας για τη σταθερότητα της ινδικής οικονομίας είναι η εξάρτησή της από τα ξένα κεφάλαια. Τέλη του 2012, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών εκτοξεύθηκε στο 7% του ΑΕΠ, αν και φέτος αναμένεται να έχει μειωθεί στο 4% με 5%. Αν και ο εξωτερικός δανεισμός δεν έχει αυξηθεί σε επίκινδυνο βαθμό, δηλαδή παραμένει στο 21% του ΑΕΠ, οι τίτλοι του Δημοσίου είναι σήμερα περισσότερο βραχυπρόθεσμοι παρά μακροπρόθεσμοι. Μέσα στο επόμενο έτος υπολογίζεται ότι οι συνολικές υποχρεώσεις της κυβέρνησης, δηλαδή το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μαζί με το χρέος που θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί, θα φθάσουν τα 250 δισ. δολάρια (208 δισ. ευρώ). Δηλαδή αυτές οι υποχρεώσεις υπερκαλύπτονται κατά 1,1 φορές, ένα επίπεδο αρκετά χαμηλότερο σε σχέση με προηγούμενα έτη. Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να παραμείνουν οι ξένοι επενδυτές εντός των συνόρων της Ινδίας. Οι τοποθετήσεις των επενδυτών στις εισηγμένες εταιρείες της Ινδίας ανέρχονται στα 200 δισ. δολάρια (150 δισ. ευρώ). Από τον Μάιο έχουν ρευστοποιηθεί θέσεις της τάξεως των 3 δισ. δολαρίων, αλλά εάν ακολουθήσει μια μαζική αποχώρηση, τότε η χώρα θα μείνει ανυπεράσπιστη.
Η κατάσταση δεν είναι όπως το 1991
Η κρίση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που ξέσπασε στην Ινδία το 1991 διαφέρει από την τρέχουσα κατάσταση. Τότε, η Ινδία είχε σταθερή ισοτιμία, οδηγώντας τη χώρα στα όρια της χρεοκοπίας. Η κυβέρνηση είχε αναγκαστεί να μεταφέρει αεροπορικώς χρυσό στην Τράπεζα της Αγγλίας για να εξασφασλίσει ένα δάνειο. Σήμερα, η ρουπία διαπραγματεύεται ελεύθερα στις αγορές συναλλάγματος και το χρέος της κυβέρνησης σε ξένο νόμισμα είναι πολύ χαμηλό. Στον ιδιωτικό τομέα, όμως, τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι λίγο πιο δύσκολα. Τα επιτόκια δανεισμού θα παρουσιάσουν απότομη άνοδο, οδηγώντας στη χρεοκοπία ορισμένες επιχειρήσεις, ενώ ελλοχεύει κίνδυνος μιας πιστωτικής κρίσης. Οπότε, ίσως, να προσφέρεται μία ακόμη ευκαιρία για την Ινδία να θωρακίσει περαιτέρω την οικονομία της από τους εξωτερικούς παράγοντες.
''The Economist''
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_100012_25/08/2013_531092
3.
Γιατί οι επενδυτές εγκαταλείπουν τις BRIC
Την έπαθε μια ακόμη χώρα από τις BRIC. Επί της ουσίας, ουδέποτε μου άρεσε η σύλληψη της ιδέας των BRIC, δηλαδή της ενσωμάτωσης των ισχυρότερων οικονομιών του αναδυόμενου κόσμου -Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα- σε μια ομάδα. Η Ρωσία, μια οικονομία εξαρτώμενη από το πετρέλαιο, δεν ανήκει καθόλου στην ίδια συνομοταξία με τις άλλες. Υπάρχουν, παράλληλα, αρκετές διαφορές ανάμεσα και στις υπόλοιπες τρεις χώρες. Παρόλα αυτά δεν δύναται να διαφωνήσει κανείς με το γεγονός ότι η Βραζιλία, η Ινδία μαζί με κάποιες άλλες οικονομίες αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα. Και αυτά τα κοινά προβλήματα προσδιορίζουν τη σημερινή οικονομική κρίση. Τι συμβαίνει ακριβώς; Πρόκειται για μια διαφορετική εκδοχή της ίδιας ιστορίας. Οι επενδυτές έτρεφαν θερμά, αν και όχι ενάρετα, αισθήματα γι’ αυτές τις οικονομίες. Σήμερα γυρίζουν την πλάτη σε αυτά τα «αντικείμενα του πόθου» τους. Δύο με τρία χρόνια πριν, οι επενδυτές του δυτικού κόσμου -αποθαρρυμένοι από τις χαμηλές αποδόσεις των τίτλων στις ΗΠΑ και τις χώρες της Ευρώπης εκτός κρίσης χρέους- άρχισαν να διοχετεύουν τεράστια κεφάλαια στις αναδυόμενες αγορές. Σήμερα, η πορεία αυτών των κεφαλαίων μετατρέπεται από μαζικές εισροές σε μαζικές εκροές. Κατά συνέπεια, η ρουπία Ινδίας και το ρεάλ Βραζιλίας βυθίζονται, μαζί με τη ρουπία Ινδονησίας, το ραντ Νότιας Αφρικής, τη λίρα Τουρκίας και άλλα νομίσματα του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Μήπως αυτή η αλλαγή της τύχης αυτών των χωρών μπορεί να εξελιχθεί σε νέα απειλή για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας; Δεν νομίζω, είπε κάποιος με επιφυλάξεις. Βασικά αίτια στην ασιατική κρίση του 1997-98 ήταν η ξαφνική απώλεια της εμπιστοσύνης των επενδυτών και η συνακόλουθη πτώση των ισοτιμιών. Τότε, όμως, οι επιχειρήσεις στις χώρες που επλήγησαν από την κρίση διατηρούσαν μεγάλο μέρος των χρεών τους σε δολάρια. Κατά συνέπεια, η απότομη διολίσθηση των ισοτιμιών στις χώρες αυτές προκάλεσε εκτίναξη του χρέους στον ιδιωτικό τομέα, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στην πραγματική οικονομία. Αυτή η παράμετρος συνεχίζει να υφίσταται στην τρέχουσα συγκυρία, αλλά δεν είναι τόσο απειλητική.
Μάλιστα, η μεγαλύτερη απειλή σήμερα θα ήταν μια υπερβολική αντίδραση εκ μέρους των ανώτατων αξιωματούχων στις χώρες αυτές, αποφασίζοντας, για παράδειγμα, την απότομη αύξηση των επιτοκίων για την αναχαίτιση της πτώσης των ισοτιμιών τους, κάτι που δεν θα ωφελούσε τις οικονομίες αυτές, ούτε τον υπόλοιπο κόσμο. Ιδιαίτερα όταν η ανάπτυξη στον ανεπτυγμένο κόσμο παραμένει εύθραυστη, με τις οικονομίες να παραμένουν εκτεθειμένες σε δυσάρεστες ανατροπές.
Οι τελευταίοι κραδασμοί στις αγορές εγείρουν ένα ευρύτερο ερώτημα: γιατί υπάρχουν τόσες φούσκες στις αξίες των περιουσιακών στοιχείων; Μια αρκετά διαδεδομένη απάντηση είναι η απόδοση ευθυνών στους επικεφαλής της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, δηλαδή στον Αλαν Γκρίνσπαν και στον Μπεν Μπερνάνκι. Είναι αλήθεια ότι η Fed έχει υιοθετήσει δραστικά μέτρα για να διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού στο διατραπεζικό σύστημα. Και τα χαμηλά επιτόκια αναγκάζουν τους επενδυτές να αναζητήσουν υψηλότερες αποδόσεις στις αναδυόμενες αγορές ανάμεσα σε άλλες επιλογές. Τελικά, όμως, η Fed έκανε απλά τη δουλειά της. Και η πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης δεν έχει οδηγήσει σήμερα στον εκτροχιασμό των πληθωριστικών πιέσεων. Εξάλλου, έχουν σκάσει αρκετές άλλες φούσκες τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για μια ολόκληρη γενιά από αλλεπάλληλες φούσκες που έχουν συνυπάρξει με χαμηλό πληθωρισμό.
Είναι προφανές ότι η απελευθέρωση του χρηματοπιστωτικού κλάδου, συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης κάθε υποτυπώδους ορίου στην κίνηση των κεφαλαίων έχει παίξει μείζονα ρόλο. Οι τράπεζες εκτροχιάστηκαν με την ανεξέλεγκτη χορήγηση δανείων στη φούσκα της αγοράς εμπορικών ακινήτων τη δεκαετία του ’80 και τις υπεραξίες στην αγορά κατοικίας πριν από το 2007. Οι διασυνοριακές ροές καυτού χρήματος αποτέλεσαν την καρδιά της ασιατικής κρίσης το 1997-98 αλλά και της σημερινής στις αναδυόμενες αγορές. Συνέβαλαν δραματικά στην υφιστάμενη κρίση της Ευρώπης. Το βασικό δίδαγμα στην εποχή των υπεραξιών είναι ότι όταν το χρηματοπιστωτικό σύστημα απολαμβάνει απόλυτη ελευθερία κινήσεων μεταπηδά από τη μια κρίση στην άλλη.
Του Paul Krugman / Τhe New York Times
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_25/08/2013_531096