H Μεσόγειος Φλέγεται!




Η Μεσόγειος υπήρξε κάποτε λίκνο πολιτισμών, που επηρέασαν καθοριστικά την πορεία της ανθρωπότητας.
Η αρχαία Αίγυπτος, η Φοινίκη, η Ελλάδα και η Ρώμη -όλες τους μεσογειακές δυνάμεις- έβαλαν, λιγότερο ή περισσότερο, τα θεμέλια του Δυτικού πολιτισμού, ο οποίος στην εποχή μας έγινε παγκόσμιος. Οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες και ειδικά ο Χριστιανισμός ήταν ένα κατεξοχήν τέκνο του “μεσογειακού κόσμου”, που απλώθηκε στη συνέχεια στην βόρεια και ανατολική Ευρώπη κι ακολούθως στον υπόλοιπο κόσμο.  
Το Ισλάμ έγινε ισχυρή δύναμη και παγκόσμιας εμβέλειας πολιτισμός μόλις βγήκε από τις αραβικές ερήμους κι εξαπλώθηκε προς τις ανατολικές και νότιες ακτές της Μεσογείου. Στην ακμή της, τον 9ο μ.Χ. αιώνα, η ισλαμική αραβική αυτοκρατορία έλεγχε το 75% της μεσογειακής λεκάνης. Στη συνέχεια οι χριστιανικές δυνάμεις ανακατέλαβαν την ιβηρική χερσόνησο και τα μεγάλα νησιά της Μεσογείου από τους Άραβες (11ος -15ος αι.) αλλά απώλεσαν επί πέντε αιώνες τον έλεγχο των Βαλκανίων, που αποτέλεσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.



Η επιστροφή της Μεσογείου

Η Μεσόγειος βρισκόταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Ευρώπης ώσπου οι Ευρωπαίοι εξερευνητές ανακάλυψαν νέους θαλάσσιους δρόμους προς την Ινδία και την Άπω Ανατολή -παρακάμπτοντας έτσι την μουσουλμανική Οθωμανική Αυτοκρατορία- καθώς κι έναν ολόκληρο Νέο Κόσμο, την αμερικανική ήπειρο. Ο ρόλος της Μεσογείου περιθωριοποιήθηκε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ, το 1869, άλλαξε εκ νέου το γεωπολιτικό της ρόλο κι από κλειστή λεκάνη έγινε και πάλι παγκόσμιος θαλάσσιος κόμβος.
Η αποσύνθεση και η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθώς και η αποδόμηση των νεότευκτων αποικιακών αυτοκρατοριών της Βρετανίας, της Γαλλίας κ.α. ως τα μέσα του 20ου αιώνα, μετέβαλαν και πάλι το γεωπολιτικό τοπίο στη Μεσόγειο δημιουργώντας μια σειρά από ανεξάρτητα εθνικά κράτη, πρώην αποικίες, που χαρακτηρίζονταν από πολιτική αστάθεια και οικονομική αδυναμία.

Ο Ψυχρός Πόλεμος (1947-1991) ανέδειξε και πάλι το ρόλο της Μεσογείου, ως εύφλεκτου σημείου “τεκτονικής τριβής” δύο αντίπαλων αυτοκρατοριών: μιας θαλάσσιας (ΗΠΑ) και μιας ηπειρωτικής (ΕΣΣΔ), όπως εκδηλώνονταν και με την παρουσία του Αμερικανικού 6ου Στόλου και της Σοβιετικής Αρμάδας της Μεσογείου. Ακολουθώντας την παραδοσιακή στρατηγική της θαλασσοκράτειρας Βρετανικής Αυτοκρατορίας περί ανάσχεσης της καθόδου της ηπειρωτικής ρωσικής “αρκούδας” στα θερμά ύδατα της Μεσογείου, οι ΗΠΑ -αναλαμβάνοντας όλες τις προηγούμενες “αυτοκρατορικές” δεσμεύσεις της Βρετανίας- στήριξαν μεταπολεμικά με κάθε τρόπο την Ελλάδα και την Τουρκία, και τις κατέστησαν προμαχώνες των Δυτικών συμφερόντων στην περιοχή και βασικό εμπόδιο στην κάθοδο της Σοβιετικής Ένωσης στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.


Οι δύο μεσογειακές ζώνες

Η διάλυση ωστόσο της Σοβιετικής Ένωσης συνέπεσε με την ανάδυση της ισχύος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία σταδιακά -και για πρώτη φορά με μη βίαιο αλλά δημοκρατικό τρόπο, όπως αρμόζει άλλωστε στις νέου τύπου “ανθρωπιστικές αυτοκρατορίες”- ενσωμάτωσε στους κόλπους της όλες τις ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες (με τελευταία την Κροατία, που έγινε και το 28ο μέλος της), καθιστώντας έτσι την Ευρωπαϊκή Ένωση ως τη μεγαλύτερη μεσογειακή δύναμη.


Πλέον η Μεσόγειος χωρίζεται σε δύο, σε γενικές γραμμές, ζώνες: στην ζώνη της Μεσογειακής Ευρωπαϊκής Ένωσης (ένα άτυπο είδος Club Med στην περιφέρεια της Ε.Ε.) και στις μουσουλμανικές χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Ανατολικής Μεσογείου, που έχουν τα δικά τους κοινά χαρακτηριστικά αλλά και μεγάλες διαφορές. Σ' ένα ενδιάμεσο πεδίο βρίσκεται για την ώρα η Τουρκία, που μαστίζεται από χρόνια κρίση ταυτότητας και καλείται να διαδραματίσει έναν ενεργό ρόλο μεταξύ Ευρώπης και Μέσης Ανατολής, μεταξύ Ανατολής και Δύσης, χριστιανικού και μουσουλμανικού κόσμου και ταυτόχρονα θα πρέπει να επιλέξει στρατόπεδο ή απλά να ενισχύσει το ρόλο της ως χώρας-γέφυρας.


Το μεσογειακό δημογραφικό χάσμα

Ανάμεσα σ' αυτές τις δύο ζώνες υφίσταται ωστόσο ένα μεγάλο δημογραφικό χάσμα: Το 1971 οι πέντε μουσουλμανικές χώρες της Βόρειας Αφρικής (Αλγερία, Μαρόκο, Τυνησία, Λιβύη και Αίγυπτος -χωρίς να υπολογιστεί η Τουρκία και οι άλλες μουσουλμανικές χώρες της Αν. Μεσογείου) είχαν συνολικά 70 εκατομμύρια κατοίκους, ενώ οι πέντε χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα) 158 εκατομμύρια. Σήμερα οι αντίστοιχοι αριθμοί είναι 175 εκατομμύρια  (Βόρεια Αφρική) και 175 εκατομμύρια (Νότια Ευρώπη). Το 2050 οι πέντε βορειοαφρικανικές χώρες θα έχουν 240 εκατομμύρια κατοίκους, ενώ οι πέντε της μεσογειακής Ευρώπης μόλις 155 εκατομμύρια.
Ως αποτέλεσμα της “δημογραφικής μετάβασης” οι χώρες της μεσογειακής Ευρώπης βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάσμα της μείωσης και της γήρανσης του πληθυσμού τους. Η Ιταλία και η Ισπανία βρίσκονται στη χειρότερη μοίρα. Η Ιταλία θα δει τον πληθυσμό της να πέφτει από τα σημερινά 58 εκατομμύρια στα 41 εκατομμύρια το 2050 και η Ισπανία από τα σημερινά 40 εκατομμύρια στα 30 εκατομμύρια, μια μείωση της τάξεως του 25%. Η Ισπανία θα είναι το 2050 και η πιο γερασμένη χώρα του κόσμου με τη μέση ηλικία των κατοίκων της να φθάνει τα 55 έτη.

Η δημογραφική θέση της Ελλάδας θα επιδεινωθεί. Το 2000 η χώρα μας, με βάση τον πληθυσμό της, ήταν 69η ανάμεσα σε 217 χώρες. Το 2050 αναμένεται να κατρακυλήσει στην 99η θέση του παγκόσμιου πληθυσμιακού πίνακα. Το ίδιο έτος το 32% του πληθυσμού της χώρας μας θα είναι άνω των 65 ετών, γεγονός που θα κατατάσσει την Ελλάδα σε μια από τις πρώτες θέσεις στη γκρίζα «λέσχη» των πιο γερασμένων χωρών του πλανήτη μας.


Η “δεξαμενή τεστοστερόνης” του μεσογειακού νότου

Όπως έγραψα στο βιβλίο μου “Γκρίζα Ελλάδα: Η Ανατομία του Ελληνικού Συνδρόμου” (2004): “Στο μεσογειακό νότο οι μουσουλμανικές χώρες διαθέτουν έναν άφθονο νεανικό πληθυσμό κι έναν σχετικά υψηλό ρυθμό δημογραφικής αύξησης. Οι χώρες αυτές αδυνατούν να απορροφήσουν και να αξιοποιήσουν δημιουργικά τον τεράστιο νεανικό πληθυσμό τους, που αποτελούν μια εκρηκτική “δεξαμενή τεστοστερόνης”. Αυτές οι τεράστιες μάζες άνεργων και απελπισμένων νέων -επιρρεπείς στο φανατισμό- αποτελούν ένα εξαιρετικά εύφλεκτο υλικό για κάθε είδους βία και συγκρούσεις”.
Στην ίδια τη Μέση Ανατολή η εγγενής αστάθεια -όπως και η περίφημη “Αραβική Άνοιξη”- είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα των δυσκολιών απορρόφησης των αυξανόμενων μαζών των δραστήριων νέων ανδρών, και ιδιαίτερα της ηλικίας 18-24 χρονών. Όταν αυτή η ηλικιακή ομάδα ξεπερνά την «κρίσιμη μάζα» του 20% του συνολικού πληθυσμού, τότε προκαλούνται, σχεδόν νομοτελειακά, αναταραχές και επαναστάσεις.
Οι νέοι αυτής της ηλικιακής ομάδας αποτελούν μια πραγματική «δεξαμενή αδρεναλίνης», έτοιμη να εκραγεί με την πρώτη ευκαιρία. Συνήθως ζουν στη φτώχεια και δεν έχουν προοπτική, κι επειδή «δεν έχουν τίποτε να χάσουν» στρέφονται ευκολότερα σε επαναστατικές ή εξτρεμιστικές δράσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η παλαιστινιακή Ιντιφάντα, η οποία ξεκίνησε σαν ένας «πετροπόλεμος» των ανέλπιδων εφήβων της κατεχόμενης Λωρίδας της Γάζας, μιας από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του πλανήτη μας (3.200 κάτοικοι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο)!
Έχει παρατηρηθεί ότι σε όσες περιοχές του κόσμου η ηλικιακή ομάδα των 18-24 ετών ξεπερνά το 20% του πληθυσμού παρατηρούνται εξεγέρσεις, επαναστάσεις (π.χ. Ιρανική Επανάσταση του 1979) και πόλεμοι. Η ορμή της πληθυσμιακής αύξησης -αν  δε διοχετευθεί σε μετανάστευση ή χαλιναγωγηθεί από την εγχώρια ανάπτυξη- οδηγεί σε πολεμικές περιπέτειες. Οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες μιας γενιάς ξεσπούν με τη μορφή βίας και επανάστασης, όπως είναι και η σημερινή “αραβική άνοιξη”. Αυτή η ενέργεια μεταστρέφεται συχνά από τους πολιτικούς σε επιθετικούς πολέμους, όπως έγινε και στην περίπτωση του πολέμου Ιράν-Ιράκ (1980-1988), που στοίχισε τη ζωή σε 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους.
Όσο όλο και πιο πολυάριθμες γενιές νέων μουσουλμάνων θα εισέρχονται στην αγορά εργασίας των χωρών τους, τόσο η ανεργία και η φτώχεια θα εκτιναχθούν στα ύψη.  Εφόσον, με εξαίρεση τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες του Κόλπου, όλες οι μουσουλμανικές χώρες είναι φτωχές, οι περισσότεροι από τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας δεν θα βρουν απασχόληση και γι’ αυτό η μόνη λύση που απομένει είναι η μετανάστευση ή η εξέγερση. Από την άλλη, εφόσον ο ανθρώπινος όγκος αυξάνει γρηγορότερα από τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, το αποτέλεσμα είναι η πτώση του βιοτικού επιπέδου, και συνεπώς οι φτωχές χώρες να γίνονται ακόμη φτωχότερες. Αποτέλεσμα είναι όλες αυτές οι συνθήκες να αποτελούν «θερμοκήπιο» για την εμφάνιση και στρατολόγηση τρομοκρατών.

Αυτές οι μάζες των μορφωμένων αλλά χωρίς προοπτική νέων των μουσουλμανικών χωρών στηρίζουν και τη λεγόμενη «ισλαμική αναβίωση» (βλέπε π.χ. την άνοδο της “Μουσουλμανικής Αδελφότητας” στην Αίγυπτο), τη στροφή δηλαδή προς την ισλαμική ριζοσπαστική ταυτότητα που παρατηρήθηκε από τη δεκαετία του 1970. Ακραία μορφή αυτής της τάσης αποτελεί ο φονταμενταλισμός, μια ιδεολογία αντινεωτερισμού (antimodernism), που διάκειται εχθρικά απέναντι στην εκκοσμίκευση (secularism), τον «υλισμό» (materialism) και κατ’ επέκταση απέναντι στη «διεφθαρμένη» -και δημογραφικά γερασμένη- Δύση και στα όσα πρεσβεύει. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ίσως να εκκολάπτεται ένας νέος «ιερός πόλεμος» Ισλάμ-Δύσης με απρόβλεπτες συνέπειες.



Μεσογειακή Ευρώπη: Το δίκοπο μαχαίρι του τουρισμού

Από την άλλη στις βόρειες ακτές της Μεσογείου, στην ευρωμεσογειακή  λεγόμενη “ζώνη του Ήλιου”, στην οποία ανήκει και η Ελλάδα, ενδημεί, εδώ και αρκετά χρόνια, μια πολύμορφη κρίση, που είναι ταυτόχρονα οικονομική, κοινωνική, πολιτική, δημογραφική κ.α. Ταυτόχρονα υφίσταται και μια ασφυκτική εξωτερική πίεση εκ μέρους του Βερολίνου, των Βρυξελλών και της Τρόικας, που με πρόσχημα τη “δημοσιονομική εξυγίανση”, την “ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας” και την αποπληρωμή των υπέρογκων δημόσιων χρεών (οφειλόμενα σε μεγάλο βαθμό και στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μεταξύ ευρωπαϊκού βορρά και νότου), οδηγείται σε μια πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική αποσάθρωση, που αποτελεί και την ταφόπλακα κάθε προσπάθειας ανάπτυξης και δημογραφικής αναζωογόνησης.
Παραδοσιακά οι χώρες της μεσογειακής Ευρώπης υπήρξαν μια πηγή άφθονων μεταναστών, αρχικά προς υπερπόντιες περιοχές όπως η βόρεια και νότια Αμερική και η Αυστραλία και κατόπιν προς τη δυτική και βόρεια Ευρώπη. Από τη δεκαετία του 1960  αυτή η μεταναστευτική τάση ανακόπηκε εξαιτίας κυρίως της ανάπτυξης του τουρισμού. Ενώ παλιότερα ο τουρισμός ήταν μια υπόθεση μιας χούφτας προνομιούχων πλουσίων, από τη δεκαετία του 1960 άρχισε να γίνεται μαζικός, αφορώντας πλέον εκατομμύρια μικρομεσαίους εργαζόμενους, κυρίως της εκβιομηχανισμένης Δυτικής Ευρώπης.
Ήταν μια νίκη της μάζας, μια νίκη του καλοκαιριού. Την ίδια δεκαετία ο αριθμός του τουριστών στη Μεσόγειο ήταν 60 εκατομμύρια, όσο και ο ντόπιος πληθυσμός της περιοχής γύρω στα 1600. Σήμερα οι τουρίστες που κατευθύνονται στη Μεσόγειο πλησιάζουν το μισό δισεκατομμύριο, περισσότεροι δηλαδή από τους ντόπιους κατοίκους. Αυτή η περιοδική πλημμυρίδα τουριστών -μια καθόλα “ειρηνική εισβολή”- τόνωσε την οικονομία της Μεσογείου, καταστρέφοντας ταυτόχρονα το τοπίο, το φυσικό της περιβάλλον καθώς και τις εύθραυστες τοπικές κοινωνικές ισορροπίες.

Ωστόσο, χάρη και στον τουρισμό, το βιοτικό επίπεδο των νοτιοευρωπαίων ανέβηκε ικανοποιητικά  και η σύγκλιση με τον βιομηχανικό βορρά συνεχίστηκε, αλλά τα επιπλέον εισοδήματα διοχετεύτηκαν κυρίως στις κατασκευές οικιών και εξοχικών. Τα μεγάλα ποσοστά ιδιοκατοίκησης των Νοτιοευρωπαίων αποτέλεσαν μια αξιοζήλευτη παραφωνία σε μια Ευρώπη, που κυριαρχούσε η προτεσταντική ηθική της εργασίας. (Αυτό όμως μάλλον θα “διορθωθεί” μέσω των μαζικών πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, την επιτελούμενη ραγδαία πτώση των τιμών των ακινήτων πράγμα που θα επιτρέψει στους βόρειους Ευρωπαίους την πολυπόθητη αγορά εξοχικών κατοικιών στη Μεσόγειο σε τιμή ευκαιρίας).


Το τέλος της “Dolce Vita

Η μόνιμη απουσία κανονικής απασχόλησης υπήρξε η κατάρα αλλά και η ευλογία των κατοίκων της Μεσογείου. Οι πενήντα ή εκατό ημέρες ετήσιας εργασίας που είχαν παραδοσιακά οι αγρότες της Μεσογείου, αντικαταστάθηκαν με αντίστοιχες ημέρες εργασίας κατά τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν, ενώ την ίδια στιγμή οι κάτοικοι της εκβιομηχανισμένης βόρειας και δυτικής Ευρώπης είχαν μια συνεχή εργασία τουλάχιστον διακοσίων ημερών το χρόνο.
Αυτό το χάσμα δημιούργησε αντιθέσεις στην παραγωγικότητα, στην ανταγωνιστικότητα, στα εμπορικά ελλείμματα, ενώ ταυτόχρονα αύξησε τη ζηλοφθονία των εργαζομένων του βιομηχανικού βορρά προς τους νωχελικούς και “τεμπέληδες” της μεσογειακής Ευρώπης, που απολάμβαναν τη γλυκιά ευχαρίστηση ενός ήπιου κλίματος, του ήλιου και της θάλασσας, την απραξία και του άφθονου “χαλαρού χρόνου” για ζωή, που έρχεται σε αντίθεση με τη σκληρή πραγματικότητα των πιο ανταγωνιστικών εκβιομηχανισμένων κοινωνιών του ευρωπαϊκού βορρά. Έτσι, σύμφωνα με τον F. Braudel: “Η Μεσόγειος πληρώνει τη συσσωρευμένη της καθυστέρηση και την απελπισμένη θέλησή της να την καλύψει με τον ήλιο της και με την εργασία της: δύο όψεις της ίδιας εξαρτήσεως”.
Αλλά κι αυτή η εύθραυστη ισορροπία που δημιούργησε η τουριστική πλημμυρίδα ανατράπηκε από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης που λύγισε τις ευάλωτες, και μονίμως ελλειμματικές, οικονομίες της μεσογειακής Ευρώπης. Η Dolce Vita τελείωσε, έγινε μακρινή ανάμνηση, προκαλώντας ειρωνικά ρεπορτάζ γερμανικών εφημερίδων που “θρηνούσαν” το τέλος του γλυκού τρόπου ζωής του ευρωπαϊκού νότου.

Οι αντιθέσεις μεταξύ κέντρου και περιφέρειας οξύνθηκαν κι έγιναν καθόλα ορατές. Η ανεργία στο ευρωπαϊκό νότο εκτινάχθηκε και πάλι σε στρατοσφαιρικά επίπεδα κι έτσι κύματα -αυτή τη φορά καλά εκπαιδευμένων νέων- Ιταλών, Ισπανών, Ελλήνων, Πορτογάλων κ.α, κατευθύνονται μαζικά προς τις βόρειες εκβιομηχανισμένες οικονομίες και κυρίως προς στη Γερμανία. Έτσι η τελευταία ευκαιρία δημογραφικής σταθεροποίησης και μελλοντικής ανάπτυξης του ευρωπαϊκού νότου εκμηδενίζεται, ενώ δημιουργούνται συνθήκες πολιτικής αστάθειας με την άνοδο δυνάμεων του εθνικισμού και του φασισμού, που αμφισβητούν ανοικτά τη Δημοκρατία για την οποία αγωνίστηκαν με πάθος και θυσιάστηκαν οι λαοί της μεσογειακής Ευρώπης.



Μεσογειακή Ένωση ή “παράρτημα της Κόλασης”;

Τι βλέπουμε σήμερα; Βλέπουμε μια Μεσόγειο που φλέγεται. Η φωτιά της “αραβικής άνοιξης” ξεκίνησε το 2011 από την Τυνησία, συνέχισε στη Λιβύη και στην Αίγυπτο, που βρίσκεται στα πρόθυρα του Εμφυλίου Πολέμου. Κατόπιν μεταλαμπαδεύτηκε στη Συρία, που έχει πλέον γίνει η νέα “Βοσνία” της Μέσης Ανατολής. Αυτή η φωτιά της αστάθειας καίει άσβεστα στο Λίβανο και κυρίως στην Παλαιστίνη και στο Ισραήλ. Η φωτιά καίει και στην Τουρκία και οι πρόσφατες μαζικές διαδηλώσεις κατά του Ερντογάν, έδειξαν πως είναι μια κοινωνία σε αναβρασμό, που πολλαπλασιάζεται αν υπολογίσει κανείς και τον κουρδικό παράγοντα.
Η Κύπρος παραμένει πάντα μια ανοικτή πληγή, που η πρόσφατη οικονομική κρίση την καθιστά έναν ακόμη αδύναμο κρίκο. Η Ελλάδα, βυθισμένη εδώ και μια πενταετία σε μια βαθιά οικονομική κρίση και ύφεση, γίνεται και πάλι μια πηγή πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, με μια κυβέρνηση άβουλα υποταγμένη στις επιταγές της Τρόικας, αδυνατώντας να διαδραματίσει έναν δραστήριο και σταθεροποιητικό ρόλο στην περιφέρεια της.
Στο βορρά οι χώρες των δυτικών Βαλκανίων δεν έχουν ακόμη επουλώσει τις πληγές των πρόσφατων πολέμων και συνεχίζουν να παραπαίουν στην αργόσυρτη πορεία τους προς την ενσωμάτωσή τους στην Ε.Ε. Πιο δυτικά η Ιταλία, η 3η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, αποτελεί και την πραγματική “πυριτιδαποθήκη” της ζώνης του Ευρώ: μ' ένα δυσθεόρατο δημόσιο χρέος (130% του ΑΕΠ), μια υποτονική οικονομία, με ασταθές πολιτικό σύστημα και με μια κοινωνία που δεν αντέχει αυστηρά μέτρα λιτότητας, είναι πράγματι ικανή από κάθε άποψη να τινάξει το ευρωπαϊκό σχέδιο στο αέρα. Και τέλος, πιο δυτικά, η Ιβηρική χερσόνησος, με μια υφεσιακή Ισπανία που έχει σπάσει όλα τα ρεκόρ ανεργίας και μια εξίσου προβληματική Πορτογαλία, αποτελούν ένα πολιτικό και κοινωνικό “κοκτέιλ μολότοφ”, που γίνεται ακόμη πιο εύφλεκτο αν συνυπολογίσει κανείς και τις αποσχιστικές τάσεις των Καταλανών και των Βάσκων. Κοντολογίς ποτέ άλλοτε η Μεσόγειος δεν ήταν τόσο πολύ βυθισμένη στην αστάθεια, παίζοντας επικίνδυνα με τη φωτιά και το κίνδυνο να καταστεί παράρτημα της κόλασης.
Για να ανατραπεί αυτή η καταστροφική πορεία, που θα μετατρέψει τη Μεσόγειο σε μια “θλιβερή ακτογραμμή” και σε χώρο νέων τεκτονικών συγκρούσεων και διαρκή εστία αναταραχών, θα πρέπει να γίνουν δύο βασικά πράγματα: Πρώτον να συμπτυχθεί ένα στέρεο μέτωπο των μεσογειακών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα εμποδίσει την περαιτέρω προώθηση της, γερμανικής εμπνεύσεως, καταστροφικής λιτότητας, ενώ ταυτόχρονα να προωθήσει  ένα  ευρωμεσογειακό μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης μέσω της ήπιας ανάπτυξης του τουρισμού, της ποιοτικής αγροκαλλιέργειας και βιολογικών τροφίμων, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των ευέλικτων μικρομεσαίων επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας και προστιθέμενης αξίας.
Δεύτερον θα πρέπει να δημιουργηθεί μια “Μεσογειακή Ένωση” -και όχι απλά μια “ζώνη ελεύθερου εμπορίου”- , όπου οι δύο ζώνες της Μεσογείου, δηλαδή η Μεσογειακή Ευρωπαϊκή Ένωση και οι μουσουλμανικές χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Ανατολικής Μεσογείου, θα συγκλίνουν σε κοινά συμφέροντα, θα συσφίξουν τις πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές τους σχέσεις, δημιουργώντας μια ζώνη σταθερότητας και ανάπτυξης, που θα εξουδετερώνει εν τη γεννέσει της κάθε εστία αστάθειας. Φυσικά σ' αυτή τη Μεσογειακή Ένωση δραστήριο ρόλο καλείται να παίξει η ενδιάμεση Τουρκία, αλλά και η Ελλάδα, που αποτελούν από κάθε άποψη χώρες-γέφυρες ανάμεσα σε διαφορετικούς, αλλά με πολλά κοινά στοιχεία, πολιτισμούς.
Σε διαφορετική περίπτωση οι εστίες αστάθειας, αναταραχών και πολέμων, που ήδη ενδημούν στη Μεσόγειο, θα επεκταθούν και θα λάβουν ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Μια φωτιά σταματά όταν δεν έχει τίποτε άλλο να κάψει ή όταν οι πυροσβέστες κάνουν καλά τι δουλειά τους. Για την ώρα πάντως οι κάθε λογής “πυροσβέστες” κοιμούνται όρθιοι ενώ οι διάσπαρτες φωτιές στη Μεσόγειο συνεχίζουν να σιγοκαίνε.... 

Γιώργος Στάμκος 
(stamkos@post.com
 συγγραφέας και δημιουργός του περιοδικού Ζενίθ 
(www.zenithmag.wordpress.com)

 tvxs.gr 
3-8-2013