Αμερικανοτουρκικές σχέσεις σε κρίση μετάβασης…





Με αφετηρία το Μαβί Μαρμαρά, η σύγκρουση έφτασε σήμερα στο σημείο της ολοκληρωτικής αντιπαράθεσης
Η Άγκυρα προδήλως έχει αλλάξει στρατηγική σε σχέση με τη συνεργασία της με την Ουάσιγκτον και το δυτικό στρατόπεδο γενικότερα, και επιχειρεί να κάνει ηγεμονικά ανοίγματα παντού

Η ΤΟΥΡΚΙΑ κάνει ανοίγματα σε σχέση με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, τους οποίους διαπραγματεύεται με τους Κινέζους να προμηθευτεί, ενώ ταυτόχρονα έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα-μαμούθ στρατιωτικών δαπανών


Οι σχέσεις Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και Τουρκίας διέρχονται τα τελευταία χρόνια, ιδιαιτέρως όμως εσχάτως, μια κρίση που φτάνει στα όρια της ρήξης. Η αρχή της δυσπιστίας και της απομείωσης εμπιστοσύνης των Αμερικανών απέναντι στην Άγκυρα, ξεκίνησε από την ιστορία της διάρρηξης των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ, και την επακολουθήσασα έκτοτε κλιμακούμενη σύγκρουση. Με αφετηρία το Μαβί Μαρμαρά, η σύγκρουση έφτασε σήμερα στο σημείο της ολοκληρωτικής αντιπαράθεσης, εξαιτίας της συνεργασίας των Τουρκικών Μυστικών Υπηρεσιών με το Ιράν και την παράδοση στην ιρανική κυβέρνηση από τους Τούρκους, ολόκληρου του δικτύου της Μοσάντ στο Ιράν.

Αυτό υπήρξε ένα σοβαρό επεισόδιο από τα τελευταία που συμβαίνουν σωρηδόν μεταξύ Άγκυρας και Ουάσιγκτον και τα οποία προκάλεσαν την μήνιν του ευρω-αμερικανικού λόμπι, της κυβέρνησης του Τελ Αβίβ και όχι μόνο.
Η Τουρκία προδήλως έχει αλλάξει στρατηγική σε σχέση με τη συνεργασία της με τις ΗΠΑ και το δυτικό στρατόπεδο γενικότερα, και επιχειρεί να κάνει ηγεμονικά ανοίγματα παντού. Αυτό που συμβαίνει τώρα είναι πως η Τουρκία κάνει ανοίγματα σε σχέση με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, τους οποίους διαπραγματεύεται με τους Κινέζους να προμηθευτεί, ενώ ταυτόχρονα έχει αναπτύξει ένα πρόγραμμα-μαμούθ στρατιωτικών δαπανών, του ύψους των 3,5 δις για τα επόμενα χρόνια. Στην ίδια στρατηγική ηγεμονικής ανάδυσης, η Άγκυρα πραγματοποιεί μια συστηματική και μεγάλης έκτασης επένδυση δημόσιας και στρατιωτικής διπλωματίας στην αφρικανική ήπειρο, όπου επενδύει στη Ναμίμπια, στη Ζάμπια, στο Νίγηρα και στοχεύει στην προοπτική ελέγχου ολόκληρων χωρών όπως η Σομαλία, όπου ήδη χρηματοδοτεί έργα 4,5 δις.
Πέραν τούτου, οι Αμερικανοί είναι εξαιρετικά δυσαρεστημένοι, για να μην πούμε εχθρικά διακείμενοι, έναντι των στρατιωτικοπολιτικών κινήσεων της Τουρκίας προς τη Χαμάς, η οποία θεωρείται από τις ΗΠΑ ως τρομοκρατική οργάνωση. Η Τουρκία, εν προκειμένω, χαρακτηρίζεται ως «χορηγός της τρομοκρατίας», αφού η ήδη χρηματοδοτεί πολλαπλά τη Χαμάς στη δράση της έναντι του Ισραήλ.
Τα ανοίγματα της Τουρκίας προς το Ιράν ενοχλούν, επίσης, γιατί γίνονται στο πλαίσιο μιας τουρκικής στρατηγικής ηγεμονικής διείσδυσης σε μια ευρύτερη περιοχή που καλύπτει την Μέση Ανατολή, το Ιράν, την Κεντρική Ασία, τη Βόρειο Αφρική, την Υπερκαυκασία και τα Βαλκάνια. Όλη αυτή η δυσαρέσκεια των ΗΠΑ, που εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως από αρθρογραφία μεγάλων αμερικανικών εντύπων κριτικά εναντίον της Τουρκίας, ή από συνέδρια που διοργανώνουν οι ίδιοι οι Αμερικανοεβραίοι υπέρ της Κύπρου και της Κυπριακής Δημοκρατίας, σημαίνουν δύο πράγματα.
Πρώτον, οι σχέσεις ΗΠΑ - Τουρκίας οδηγούνται σε ρήξη, εξ ου το πρόσφατο παράδειγμα του συνεδρίου του γνωστού αμερικανικού ινστιτούτου επιρροής Hudson Institute που, από μόνο του και χωρίς ελληνική ή κυπριακή πρωτοβουλία, ανέπτυξε μια πολύ σημαντική επιχειρηματολογία υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας! Δεύτερον, τι σημαίνει για την Ελλάδα και την Κύπρο αυτή η ρήξη;Πώς αξιοποιείται από την εξωτερική πολιτική των δύο κρατών; Πού βρίσκεται το αμυντικό τρίγωνο Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ, ώστε να λάβει στο στρατιωτικό επίπεδο ουσιαστικές διαστάσεις σύλληψης στρατηγικής και εφαρμοσμένης πολιτικής; Αυτός ο φόβος και η ανησυχία των Αμερικανών, των Δυτικών και των Ισραηλινών, για την πορεία της Τουρκίας σε έναν κόσμο που αλλάζει και η οποία πορεία λαμβάνει διαστάσεις ηγεμονικής αυτονόμησης, προκαλεί την παράταση της εντεινόμενης και μεγεθυνόμενης απειλής απέναντι στα δυτικά συμφέροντα.
Μήπως αυτό που παρατηρείται αμήχανα ως δυνάμει ηγεμόνας στην περιοχή μας μπορεί να γίνει ένας ανεξέλεγκτος παράγοντας αποσταθεροποίησης και σύγκρουσης με την Ευρώπη και τη Δύση;

Ο ρόλος της Αθήνας και της Λευκωσίας συνίσταται στο να καταγράψουν αυτούς τους κινδύνους και τις απειλές που ελλοχεύει η τουρκική στρατηγική απέναντι στα δυτικά συμφέροντα και τον πολιτικό πολιτισμό της Δύσης, και να αναδείξουν την δυνάμει αντιπαλότητα που υπάρχει από τις υφέρπουσες πολιτικές της Άγκυρας που βρίσκονται εν εξελίξει και που αντιστρατεύονται σαφώς τα ευρωπαϊκά και τα δυτικά εν γένει συμφέροντα, αλλά και την ασφάλεια και σταθερότητα στην Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου και στη Μέση Ανατολή.


Κάνουμε αυτό που προειδοποιεί ο Θουκυδίδης

Η ΚΥΠΡΟΣ και η κυβέρνησή της τούτη την ώρα, που η Τουρκία εισέρχεται σε μια δίνη προβλημάτων και αδιεξόδων πολιτικής, δεν επιτρέπεται να τη στηρίξει παραχωρώντας στον κατακτητή της Κύπρου τη διάσταση της ειρηνοποιού και σταθεροποιητικής δύναμης. Να μην έχουμε καμία αμφιβολία πως η Τουρκία, αν δεν πιεστεί και δεν έχει κόστος, δεν πρόκειται να κάνει καμία παραχώρηση. Εμείς πηγαίνοντας παρακαλώντας και εκλιπαρώντας για την απόδοση της Αμμοχώστου, κάνουμε αυτό που μας προειδοποιεί ο Θουκυδίδης, που είναι η αύξηση της επιθετικότητας του αντιπάλου, που αισθάνεται την παρακλητική διάθεση του αμυνομένου.
Ήδη ο Μπάγις δήλωσε πως με τις διευκολύνσεις που τους παρέχουμε στις διαδικασίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ευχαριστημένοι, αλλά ας μην περιμένουμε οποιοδήποτε αντάλλαγμα επί του εδάφους στην Αμμόχωστο ή οπουδήποτε άλλου. Το θέμα συνίσταται στη σύλληψη της στρατηγικής μας. Εάν είμαστε αποφασισμένοι να κρατήσουμε το κράτος μας όρθιο, τότε μπορούμε, έχοντας συστήσει συμμαχίες και ισχυροποιούμενοι, να διαπραγματευόμεθα την αποκατάσταση της νομιμότητας, της ελευθερίας και του δικαίου σε ολόκληρη την Κύπρο.
Δεν δικαιούμαστε να ρισκάρουμε μέσα από μια επισφαλή οπωσδήποτε λύση τουρκικής ηγεμονίας στο νησί, το μέλλον της ελληνικής ιστορίας της Κύπρου. Είναι προτιμότερη η επιβίωσή μας ως ελευθέρων ανθρώπων, που με αξιοπρέπεια διατηρούμε ζωντανή την κρατική και πολιτική μας υπόσταση, παρά η ερμαφρόδιτη εθελοδουλία, που οδηγεί εν τέλει σε αφανισμό ενός πολιτισμού 3000 ετών και πλέον.
Επομένως, αυτό που κρατάμε είναι το κράτος μας, το οποίο δεν παραδίδουμε, παρά μόνο για ένα καλύτερο, πιο δημοκρατικό, πιο ελεύθερο, πιο ανεξάρτητο. Έχουμε αυτήν τη στιγμή τις προϋποθέσεις στην Ουάσιγκτον, αλλά και στη Μόσχα. Πιστεύουμε ακόμη και στις Βρυξέλλες, για να εξηγήσουμε πως δεν συμφέρει σε κανέναν η κατάργηση ενός κράτους όπως η Κυπριακή Δημοκρατία και τη γέννηση στη θέση του ενός θνησιγενούς πολιτειακού Φρανκεστάιν, που μη λειτουργόν ή διαλυόμενο θα οδηγήσει σε περιπέτειες την Ευρώπη, θα προκαλέσει προβλήματα για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Η διαπραγμάτευση δεν τελειώνει. Μπορεί να διαρκέσει εσαεί. Το Παλαιστινιακό υφίσταται εδώ και εξήντα χρόνια. Η Κύπρος δεν μπορεί να θυσιαστεί, προκειμένου να υπάρξει βρετανοτουρκικής έμπνευσης λύση, διότι περί αυτού πρόκειται. Όταν αύριο το κράτος δεν θα λειτουργεί, οι πολίτες και η κοινωνία θα υποφέρουν και θα συγκρούονται, όλοι αυτοί που μας παρακινούν σήμερα να βρούμε λύσεις τεχνητές, που δεν ανταποκρίνονται σε καμιά συνταγματική ή πολιτική πρακτική του δυτικού κόσμου, θα κοιτάζουν αλλού, θεωρώντας πως μια υπόθεση ακόμη γι' αυτούς και τα συμφέροντά τους έκλεισε ευνοϊκά.

Ένα απλό παράδειγμα είναι η τραγική μοίρα της Συρίας, που έχει σήμερα πάνω από 130 χιλιάδες νεκρούς σε τρία χρόνια εμφυλίου πολέμου, με την ολοκληρωτική καταστροφή της χώρας. Παρόμοιες περιπτώσεις βρίσκουμε παντού από εμφυλίους πολέμους στην Αφρική μέχρι το Αφγανιστάν, το Ιράκ κ.λπ. Ο κόσμος παρακολουθεί αδιάφορος. Εμείς έχουμε την αποκλειστική ευθύνη για τον τόπο και το μέλλον του, για τις παρούσες και τις επόμενες γενεές.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών, 
Επικοινωνίας και Πολιτισμού 
Παντείου Πανεπιστημίου

ΠΗΓΗ
http://www.sigmalive.com/simerini/politics/reportaz/580521