ΣΟΥΛΕΪΜΑΝ και ΝΑΥΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ


EmperorSuleiman.jpg

O Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής υπήρξε ένας από τους Οθωμανούς σουλτάνους που έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της ναυτικής ισχύος της αυτοκρατορίας. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι στην προσπάθειά του αυτή στηρίχθηκε σε μια σειρά εξωμοτών/αρνησίθρησκων χριστιανών ναυτικών διοικητών όπως οι ελληνικής καταγωγής Πίρι Ρεΐς, ο Τουργκούτ Ρεΐς και ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα, ο ουγγρικής καταγωγής ευνούχος Χατίμ Σουλεϊμάν και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι. Δεξί χέρι, στενός φίλος και συγγενής του Σουλεϊμάν, μέγας βεζίρης και ανώτατος στρατιωτικής διοικητής των οθωμανικών στρατευμάτων στις σημαντικότερες εκστρατείες υπήρξε ο Ιμπραήμ Πασάς, ένας επίσης αρνησίθρησκος Έλληνας από την Πάργα της Ηπείρου. Στην πλειοψηφία τους οι ένδοξοι συμπολεμιστές του σουλτάνου ήσαν παιδιά του devsirme (σ.σ. παιδομάζωμα αγοριών από την Ελλάδα, την Αλβανία, τη Βοσνία, τη Βουλγαρία, τη Σερβία και την Κροατία), από το οποίο σημειωτέον είχαν αποκλειστεί τα τέκνα των Τούρκων, Κούρδων, Εβραίων, Περσών, Ουκρανών, Μοσχοβιτών και των Γεωργιανών, ενώ των Αρμενίων γίνονταν δεκτά μόνο για υπηρεσία στο παλάτι, όχι στο στράτευμα.


Tughra of Suleiman the Magnificent (c.1520, paper, Turkey),
 a decorative monogram representing the sultan of the Ottoman Empire, 
speaks of wealth and authority 

Η αναφορά σε όλους αυτούς τους ικανούς και δραστήριους διοικητές που πλαισίωναν τον Σουλεϊμάν κρίνεται σκόπιμη καθώς τα μουσουλμανικά ονόματα και τίτλοι καλύπτουν την πραγματική καταγωγή των πρωταγωνιστών, βάσει των οποίων θριάμβευσαν τα οθωμανικά όπλα και λάβαρα… (σ.σ. ο Βενετός Βάιλος/πρέσβης Μ. Zane έγραψε για τους εξισλαμισμένους: «… οι πιο αλαζόνες και αχρείοι άνθρωποι που μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατί μαζί με την αληθινή τους πίστη έχουν χάσει και κάθε ανθρωπιά»).
Ας μην λησμονούμε ότι το δόγμα του νέο-οθωμανισμού του Αχμέτ Νταβούτογλου χρησιμοποιεί ακριβώς αυτήν την μορφής την «οθωμανική» κληρονομιά για να επιχειρηματολογήσει υπέρ της αναγκαιότητας επιστροφής της στα σημερινά Βαλκάνια. Ο σημερινός υπουργός των Εξωτερικών της Τουρκίας προτείνει μετ’ επιτάσεως την ανάπτυξη της τουρκικής ναυτικής ισχύος, τις επεκτατικές απαρχές της οποίας τοποθετεί στην περίοδο βασιλείας του Σουλεϊμάν. Οι θαλάσσιοι δίαυλοι δια των οποίων κινήθηκαν τα οθωμανικά πολεμικά τότε, «ανακαλύπτονται» σήμερα από τις ναυτικές μονάδες της Διοίκησης Ναυτικών Δυνάμεων (TDK) καθώς οι διάδοχοι των αρνησίθρησκων ναυάρχων επαναπλέουν με γεωπολιτικές αξιώσεις στα θαλάσσια ύδατα από την Ερυθρά, τα Στενά του Άντεν και την Υεμένη, ανατολικά της Σομαλίας, στον Ινδικό Ωκεανό μέχρι την Ινδονησία. Συνεπώς για να κατανοήσουμε την πεμπτουσία της νέο-οθωμανικής θαλάσσιας στρατηγικής, οφείλουμε να μελετήσουμε τις πηγές της, οι οποίες άρχονται στα χρόνια των ναυτικών εκστρατειών του Σουλεϊμάν.
Η τηλεοπτική σειρά «Σουλεϊμάν, ο Μεγαλοπρεπής» που προβάλλεται από δίαυλο της ελληνικής τηλεόρασης, έχει προκαλέσει δικαιολογημένα την αγανάκτηση δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων, οι οποίοι θεωρούν ότι πρόκειται για ψυχολογική επιχείρηση (ΨΕΠ) των σύγχρονων Οθωμανών με σκοπό την ήπια προβολή ισχύος, αξιοποιώντας την παράμετρο της «εθελούσιας» τηλεοπτικής εισβολής και στοχεύοντας την κοινή γνώμη της χώρας μας. Η σειρά αποδεικνύει πόσο σημαντική και αποτελεσματική είναι η εκτέλεση επιχείρησης επηρεασμού σε μαζική κλίμακα πληθυσμών με χαμηλό έως ανύπαρκτο δείκτη ιστορικής γνώσης. Η προβολή ενός σκηνοθετικά προσεγμένου σεναρίου με στοχευμένες και άριστα μελετημένες ιστορικές ανακρίβειες – οι οποίες ωστόσο επενδύονται με την απενοχοποιημένη «ποιητική αδεία» – όπως έχει συμβεί και με ιστορικές υπερπαραγωγές του Hollywood (π.χ. Τροία) λειτουργεί ως πολιτισμικός δούρειος ίππος. Οι Τούρκοι έχουν αρχίσει από καιρό να χρησιμοποιούν τη δύναμη της τηλεοπτικής και της κινηματογραφικής εικόνας (σ.σ. θυμίζουμε την «Κοιλάδα των Λύκων», «Fatih 1453») για να προωθήσουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Στην προσπάθειά τους δεν διστάζουν να αλλοιώσουν ιστορικές πραγματικότητες και να επανασχεδιάσουν την ιστορία σύμφωνα με την πολιτικά ορθή άποψη, συμβατή με τα δόγματα της θεωρίας του Νέο-Οθωμανισμού. Στο πνεύμα αυτό υπάγεται η «κατασκευή» της συγκεκριμένης τηλεοπτικής σειράς.
Ο σουλτάνος Σουλεϊμάν Α΄ (1520-1566) ο νομοθέτης – τον οποίον οι Βενετοί χαρακτήριζαν ως Μεγαλοπρεπή ή ως Μεγάλο Τούρκο – ανέβηκε στον θρόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαδεχόμενος τον πατέρα του Σελίμ Α΄(1512-1520) του επονομαζόμενου Yavuz (σκληρός), ο οποίος αφού κατέκτησε την Αίγυπτο εξόρισε στην Κων/πολη τον τελευταίο χαλίφη Αλ Μουαταβακίλ, επιβεβαιώνοντας την κυριαρχία των Τούρκων στους μουσουλμάνους Άραβες. Ο Σουλεϊμάν που βασίλευσε για σχεδόν μισό αιώνα, υπήρξε σύγχρονος με διάσημους μονάρχες της ευρωπαϊκής Αναγέννησης, όπως ο Αψβούργος Κάρολος ο Ε΄, ο Φερδινάνδος Α΄, ο Φίλιππος ο Β΄ της Ισπανίας, ο Ερρίκος Η΄ της Αγγλίας, η θυγατέρα του Ελισάβετ Α΄ και ο τσάρος Ιβάν ο Δ΄(ο τρομερός). Ο Σουλεϊμάν κυβέρνησε την αυτοκρατορία περισσότερο από οποιονδήποτε Οθωμανό σουλτάνο και πραγματοποίησε 13 εκστρατείες. Παρέλαβε από τον πατέρα του Σελίμ τον υπερφίαλο τίτλο του «κατακτητή του κόσμου», καθώς οι προσαρτήσεις των Αγίων Τόπων στην Παλαιστίνη και των μουσουλμανικών ιερών εδαφών Μέκκας και Μεδίνας, ανύψωσαν κάθετα το γόητρο των Οθωμανών.



Süleyman I
Süleyman I, 
detail of an engraving of a panel by Pieter Coecke van Aelst 
showing a procession through Istanbul, 1533.

File:Ottoman empire.svg
Suleiman I's conquests were followed by continuous territorial expansion
 until the Empire's peak in 1590.

File:Ottoman fleet Indian Ocean 16th century.jpg
Ottoman fleet Indian Ocean 16th century

Οι κατακτήσεις του Σελίμ επέκτειναν τη γεωπολιτική κυριαρχία των Οθωμανών στην Ερυθρά Θάλασσα και τον Ινδικό Ωκεανό. Τα οικονομικά οφέλη που απολάμβαναν οι Μαμελούκοι της Αιγύπτου από την εμπορική εκμετάλλευση των μπαχαρικών της ασιατικής ανατολής και οι φόροι που επιβάλλονταν στο ρύζι, τη ζάχαρη και το βαμβάκι, κατέκλυζαν πλέον τα οθωμανικά ταμεία. Η οικονομική ισχύς της αυτοκρατορίας επέτρεψε την αναβάθμιση και επέκταση της στρατιωτικής και ειδικά της ναυτικής επιχειρησιακής ικανότητας και δυνατότητας. Η κατάληψη του Βελιγραδίου (29 Αυγούστου 1521) κατεγράφη ως σημαντικότατη επιτυχία σε γεωστρατηγικό επίπεδο, καθώς άνοιξαν πλέον οι πύλες για την εκτέλεση επιχειρήσεων προς το εσωτερικό της Ουγγαρίας (σ.σ. Οι Οθωμανοί προσπάθησαν ανεπιτυχώς να καταλάβουν το Βελιγράδι το 1440 αλλά και το 1456).
Όσοι από τους υπερασπιστές της πόλης επέζησαν εξορίστηκαν στην Κων/πολη και στην Χερσόνησο της Καλλίπολης. Ο Σουλεϊμάν μετά από την επίτευξη του βόρειου στόχου, κινήθηκε προς νότο και προετοιμάστηκε για μια μείζονα αμφίβια επιχείρηση με σκοπό την κατάληψη της Ρόδου. Το νησί που έλεγχαν οι Ιωαννίτες Ιππότες αποτελούσε κόλαφο στον οθωμανικό οφθαλμό, καθώς δέσποζε επί των θαλασσίων γραμμών επικοινωνίας από και προς την Παλαιστίνη και παρεμπόδιζε την διέλευση των μουσουλμάνων προσκυνητών με τελικό προορισμό την Μέκκα. Οι πειρατικές επιδρομές των ιπποτών αποτελούσαν ευθεία αμφισβήτηση της παντοδυναμίας του σουλτάνου, γεγονός που δεν μπορούσε να ανεχτεί ο φέρων τον τίτλο του Πατισάχ, Σουλεϊμάν. Στις 20 Δεκεμβρίου 1522 μετά από πέντε μήνες πολιορκία υπό την προσωπική επίβλεψη και καθοδήγηση του σουλτάνου, οι ιππότες παρέδωσαν το γεωστρατηγικής σημασίας νησί που έλεγχε την ανατολική έξοδο του Αιγαίου.
Ο κύριος γεωπολιτικός στόχος των Οθωμανών ήταν να ελέγξουν πλήρως την Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο Κύπρος, Κρήτη, Ρόδος και πολλά νησιά του Αιγαίου (Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Κύθηρα, Σποράδες, Σκύρος) συν ορισμένα φρούρια στην Πελοπόννησο (Ναύπλιο, Μονεμβασιά) αποτελούσαν κτήσεις των Βενετών και άλλων λατινικών δυνάμεων. Ο Σουλεϊμάν ασφυκτιούσε εγκλωβισμένος εντός του ελεγχόμενου από χριστιανικές δυνάμεις αρχιπελάγους του Αιγαίου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έπρεπε να εξελιχθεί σε ναυτική δύναμη πρώτου μεγέθους, εάν θα έπρεπε να καταστεί υπολογίσιμος διεθνής παράγων. Ο πόλεμος για την κυριαρχία της ζωτικής σημασίας αυτής λεκάνης θα εκτυλισσόταν στην θάλασσα, ένα πεδίο στο οποίο παραδοσιακά οι Οθωμανοί υστερούσαν έναντι των ναυτικών δυνάμεων της Δύσης. Είχε έλθει η συγκυρία για την ανάπτυξη της οθωμανικής ναυτικής ισχύος και προς αυτήν την κατεύθυνση βοήθησε αποφασιστικά η οικονομική άνθιση που προσέφερε η εκμετάλλευση της υψηλής γεωστρατηγικής/γεωοικονομικής αξίας εδαφικής περιοχής μεταξύ Αιγύπτου-Σινά-Στενών Αντεν.
Η κατάληψη της Ρόδου λειτούργησε ως επιπλέον ασφαλιστική δικλίδα προς όφελος της κυριαρχίας των Οθωμανών επί των Μαμελούκων της Αιγύπτου, οι οποίοι έχασαν έναν όψιμο σύμμαχο (τους Ιωαννίτες) καθώς η επιχείρηση εισβολής κατά της νήσου πραγματοποιήθηκε με αφορμή την επανάσταση του Μαμελούκου Γιαμπαρντί αλ Γκαζαλί, τον οποίον οι ιππότες υποστήριξαν με το ναυτικό τους.
Μεγάλος Βεζίρης και γαμπρός του Σουλεϊμάν υπήρξε ο Ιμπραήμ Πασάς, που γεννήθηκε στην Πάργα και ήταν Έλληνας εξωμότης. Ο Ιμπραήμ προήχθη στον επίζηλο (σ.σ. αμέσως μετά τον σουλτάνο) βαθμό από απλός αξιωματούχος χωρίς να είναι προηγουμένως βεζίρης, ενέργεια που εξέπληξε την αυλή και επιβεβαιώνει την στενή προσωπική σχέση των δύο ανδρών. Ο Ιμπραήμ Πασάς διορίστηκε κυβερνήτης της Αιγύπτου και από την θέση αυτή ασχολήθηκε με την προώθηση της γεωπολιτικής σφαίρας επιρροής και των συμφερόντων της αυτοκρατορίας στην Ερυθρά Θάλασσα, την Αραβική Θάλασσα, τον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό. Ο Ιμπραήμ ναυπήγησε ισχυρό στόλο θέτοντας ως στόχο την πλήρη εκδίωξη των πορτογαλικών σταθμών που λειτουργούσαν ως προκεχωρημένα φρούρια-εμπορικοί σταθμοί στην Ερυθρά.
Οι θύλακες αυτοί κατεγράφησαν και αξιολογήθηκαν ως προς την οικονομική και στρατηγική τους αξία από το ναύαρχο Σαλμάν Ρεΐς, ο οποίος συνέστησε την πραγματοποίηση ναυτικής εκστρατείας. Ένας από τους πλοηγούς του Ιμπραήμ Πασά ήταν ο επίσης ελληνικής καταγωγής εξωμότης και μετέπειτα διάσημος ναύαρχος Πίρι Ρεΐς. Ήταν εκείνος που είχε παρουσιάσει για πρώτη φορά στον Σελίμ Α΄ έναν εξαιρετικό χάρτη της υδρογείου, καθώς επίσης συνέγραψε το διάσημο ναυτικό εγχειρίδιο (Κιτάμπ ι Μπαχριγιέ) «Βιβλίο της Ναυσιπλοΐας». Το 1525 ο Ιμπραήμ παρέδωσε στον Σουλεϊμάν μια ανανεωμένη έκδοση του βιβλίου βάσει της οποίας προτάθηκε η ανάληψη επιθετικής ναυτικής δράσης στην ευρύτερη περιοχή του Ινδικού, με στόχο την εκδίωξη των Πορτογάλων, προς όφελος των οθωμανικών στρατηγικών συμφερόντων. Ο διάδοχος του Ιμπραήμ (σ.σ. διορίστηκε αρχηγός του εκστρατευτικού σώματος με σκοπό την κατάληψη της Ουγγαρίας), ο ουγγρικής καταγωγής ευνούχος Χατίμ Σουλεϊμάν ανέλαβε να ολοκληρώσει το μεγαλεπήβολο σχέδιο, το οποίο ωστόσο καθυστέρησε λόγω της προτεραιότητας που έλαβαν οι ναυτικές προετοιμασίες για επιχειρήσεις στην Μεσόγειο (Αιγαίο και Ιόνιο) κατά των δυτικών δυνάμεων. Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι μεταξύ 1531-2 ο Χατίμ ξεκίνησε την κατασκευή διώρυγας μεταξύ ποταμού Νείλου και της Ερυθράς! Ο χρονικογράφος Μαρίνο Σανούδος ανέφερε ότι δεκάδες χιλιάδες δούλοι εργάστηκαν για την αποπεράτωση ενός φαραωνικού διαστάσεων εγχειρήματος, που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Στις 29 Αυγούστου 1526 ο στρατός του Ιμπραήμ υπό την καθοδήγηση του σουλτάνου Σουλεϊμάν νίκησε στην Μάχη του Μοχάτς τους Ούγγρους υπό την ηγεσία του Λουδοβίκου Β΄ της Ουγγαρίας και Βοημίας. Ο βασιλιάς πνίγηκε καθώς προσπαθούσε να διαφύγει ενώ ο σουλτάνος διέταξε να μην συλληφθούν αιχμάλωτοι όσοι αντιστάθηκαν στη δύναμή του. Ο Σουλεϊμάν κινήθηκε έξυπνα υλοποιώντας μια δυναμική μακριά από θρησκευτικές προκαταλήψεις γεωπολιτική σχεδίαση, αποδεχόμενος τη συμμαχία και συνεργασία του βασικότερου αντιπάλου των Αψβούργων, του Γάλλου βασιλιά Φραγκίσκου Α΄. Η άκρως ωφελιμιστική τακτική του Φραγκίσκου επέτρεψε στον Σουλεϊμάν να καταφέρει να προελάσει εντός της Ουγγαρίας και να υψώσει την ημισέληνο στα τείχη της Βούδας στις 11 Σεπτεμβρίου του 1526, η οποία λεηλατήθηκε συστηματικά. Οι Αψβούργοι τοποθέτησαν τους Οθωμανούς στην κορυφή των στρατηγικών εχθρών τους και ξεκίνησε μια περίοδος συγκρούσεων, η οποία τερματίστηκε μόνον μετά από την δεύτερη πολιορκία της Βιέννης το 1683. Ο Σουλεϊμάν δοκίμασε να καταλάβει το χριστιανικό προπύργιο αλλά απέτυχε σηματοδοτώντας το έσχατο όριο προέλασης του Ισλάμ στην Κεντρική Ευρώπη. Η Βιέννη θα αναδειχθεί σε σύμβολο της αντίστασης κατά των Οθωμανών και μετά από τη δεύτερη πολιορκία της θα αποτελέσει την αρχή του τέλους της πτώσης της αυτοκρατορίας τους.
Ο Ιμπραήμ Πασάς υπήρξε ο αρχιτέκτων της προσέγγισης των Οθωμανών με την Γαλλία, εισηγητής και υποστηρικτής των διομολογήσεων, μέσω των οποίων ξεκίνησε η εμπορική διείσδυση των δυτικών δυνάμεων στην αυτοκρατορία, γεγονός που μακροπρόθεσμα οδήγησε στην υπονόμευση και κατάρρευσή της. Η εκτέλεσή του το 1536 λίγες μόνον ημέρες μετά από την υπογραφή νέας συμφωνίας διομολογήσεων (18 Φεβρουαρίου) με τον Γάλλο πρέσβη στην Κων/πόλη Jean de la Foret, υπήρξε αποτέλεσμα μηχανορραφιών της ευνοούμενης γυναίκας (Χιουρέμ Σουλτάνα) του Σουλεϊμάν, της Ουκρανής (Ρουθηνής) Ρωξελάνης. Ωστόσο ο σουλτάνος Σουλεϊμάν λέγεται ότι έδωσε την ευκαιρία στον πιστό του φίλο είτε να διαφύγει ή ακόμη και να τον σκοτώσει, κάτι που ο Ιμπραήμ αρνήθηκε να πράξει. Η σχέση του με τους Έλληνες χριστιανούς γονείς ουδέποτε διεκόπη, καθώς αναφέρεται ότι τους είχε κοντά του στο παλάτι του που σώζεται ακόμη και σήμερα στην Κων/πόλη.
Το 1533 έγινε δεκτή οθωμανική διπλωματική αποστολή και εγκαταστάθηκε πρεσβεία στο Παρίσι, ενώ το επόμενο έτος παρέδωσε διαπιστευτήρια Γάλλος πρέσβης στον σουλτάνο. Ο αντίκτυπος στην Ευρώπη υπήρξε σοκαριστικός αλλά αναμενόμενος με βάση τα συμπλέοντα γεωπολιτικά συμφέροντα των δύο δυνάμεων, τα οποία στόχευαν στην αποδυνάμωση της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Ο Σουλεϊμάν διέγνωσε ότι η ναυτική ισχύς και η προβολή της στην Δυτική Μεσόγειο θα δημιουργούσε έναν ισχυρό αντιπερισπασμό στον αυτοκράτορα Κάρολο τον Ε΄ των Αψβούργων, προσφέροντάς του μάλιστα μια ισχυρή βάση στην Βόρεια Αφρική πέραν του Αλγερίου. Στόχος ήταν το οχυρωμένο λιμάνι της Τύνιδας, το οποίο αν και έλεγχαν οι Μουσουλμάνοι ανήκε στην σφαίρα επιρροής της αψβουργικής Ισπανίας. Ο σουλτάνος διέταξε τη ναυπήγηση 70 γαλερών τις οποίες επάνδρωσαν χιλιάδες χριστιανοί και περί τους 2.000 Εβραίοι σκλάβοι. Το 1534 οι ισχυρές αυτές ναυτικές μονάδες υπό τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα (σ.σ. άλλος ένας αρνησίθρησκος Έλληνας από την Λέσβο, που έγινε γνωστός ως ο διαβόητος Χαϊρεντίν Ρεΐς με το προσωνύμιο «Μπαρμπαρόσα-κοκκινογένης») ανταποκρινόμενες σε αίτημα του Φραγκίσκου πραγματοποίησαν σαρωτικές επιδρομές με στόχο τις ακτές της Ιταλίας.
Ο οθωμανικός στόλος στη συνέχεια κατέλαβε την Τύνιδα στις 16 Αυγούστου 1534, αποκτώντας γεωστρατηγικό προγεφύρωμα, απειλώντας το μαλακό ιταλικό υπογάστριο του Καρόλου αλλά και την Μάλτα στην οποία κατέφυγαν οι Ιωαννίτες της Ρόδου (σ.σ. η περιοχή ανακαταλήφθηκε το επόμενο έτος από τους Ισπανούς μετά από μια πολυδάπανη εκστρατεία και έμεινε υπό τον έλεγχό τους έως το 1574, οπότε πέρασε ξανά στην οθωμανική κατοχή).
Το 1532-4 ο στόλος του Καρόλου Ε΄ υπό την ηγεσία του ικανότατου Γενουάτη ναυάρχου Ανδρέα Ντόρια κινήθηκε προς την Πελοπόννησο καταλαμβάνοντας τα λιμάνια της Πάτρας, της Ναυπάκτου και της Κορώνης, καθώς και τα φρούρια Ρίου και Αντιρρίου. Ο Σουλεϊμάν ανέθεσε τη διοίκηση του οθωμανικού στόλου στον Μπαρμπαρόσα. Ο πρώην πειρατής που ξεκίνησε την αιμοσταγή καριέρα του πραγματοποιώντας ληστρικές φονικές επιδρομές με ορμητήριο την Αλγερία (την Μπαρμπαριά) επί Σελίμ, διορίσθηκε με τιμές ναύαρχος του αυτοκρατορικού ναυτικού με αποστολή την εκδίωξη του Ντόρια. Μετά από συγκρούσεις η Κορώνη εκκενώνεται τον Μάρτιο του 1534.
Το 1536 στόλος υπό τον Μπαρμπαρόσα ενώθηκε με γαλλικές μονάδες και αξιοποιώντας ως βάση την Μασσαλία απειλούσε με επιδρομές την Γένοα, υποστηρίζοντας τις χερσαίες επιχειρήσεις του Φραγκίσκου. Την ίδια χρονιά ο μικτός γαλλο-οθωμανικό στόλος επιχείρησε να καταλάβει τις Βαλεαρίδες και πραγματοποίησε εκτενείς επιδρομές στις ισπανικές ακτές σπέρνοντας τον τρόμο. Μετά το πέρας τους για πρώτη φορά οθωμανικά πολεμικά πέρασαν τον Χειμώνα σε γαλλικό έδαφος, 83 έτη μετά από την άλωση της Κων/πολης! Τον επόμενο χρόνο ο Σουλεϊμάν τέθηκε επικεφαλής εκστρατευτικού σώματος 300.000 ανδρών, το οποίο συγκεντρώθηκε στην Αλβανία με σκοπό να περάσει τα Στενά του Οτράντο και να αποβιβαστεί στην Ιταλία. Για την επιτυχία του εγχειρήματος συγκεντρώθηκαν πάνω από 100 γαλέρες και μεγάλος αριθμός μεταγωγικών, συγκροτώντας ισχυρή αμφίβια δύναμη. Τον Ιούλιο οι οθωμανικές δυνάμεις συνοδευόμενες και από τον Γάλλο πρέσβη αποβιβάστηκαν στην Απουλία την οποίαν λεηλάτησαν για δύο εβδομάδες. Τον επόμενο μήνα ο οθωμανικός στόλος πολιόρκησε την Κέρκυρα και τον Σεπτέμβριο ενισχύθηκε από 12 γαλλικές γαλέρες. Ο διοικητής των γαλλικών πολεμικών βαρόνος Saint Blancard, «συμμαχητής» του Μπαρμπαρόσα με τον οποίον σε ορισμένες επιχειρήσεις έσφαζαν από κοινού χριστιανούς και σκλάβωναν αδιακρίτως γυναικόπαιδα, κατέπλευσε με τα σκάφη του γεμάτα λεία στην Κων/πόλη όπου πέρασε τον Χειμώνα του 1537-38.

File:Battle of Preveza (1538).jpg
Barbarossa Hayreddin Pasha defeats the Holy League
 under the command of Andrea Doria at the Battle of Preveza in 1538

Απολαμβάνοντας τη ναυτική υπεροχή του ο Μπαρμπαρόσα κατέλαβε το 1537 πολλά νησιά του Αιγαίου, όπως η Νάξος, η Ίος, Σύρος, Τήνος, Κάρπαθος, Αίγινα, Κάσος που ανήκαν στην Βενετία, οριοθετώντας μια περίοδο «νηνεμίας» για τους νησιωτικούς πληθυσμούς, οι οποίοι υπέφεραν τα πάνδεινα από την πειρατεία των εμπολέμων. Τον Φεβρουάριο του 1538 συγκροτήθηκε από τον πάπα Παύλο Γ΄ η Ιερά Συμμαχία με την συμμετοχή του Βατικανού, της Γένοβας, της Βενετίας, της Ισπανίας και των Ιπποτών της Μάλτας. Συγκροτήθηκε στόλος από 112 γαλέρες και 50 γαλεόνια υπό την ηγεσία του Ντόρια. Η μεγάλη στιγμή κορύφωσης της ναυτικής ισχύος του Σουλεϊμάν ήλθε στις 28 Σεπτεμβρίου 1538, όταν στη Ναυμαχία της Πρέβεζας, ο Μπαρμπαρόσα εκμεταλλεύτηκε την ατολμία του Ντόρια και κατήγαγε μια θαλάσσια νίκη, η οποία εορτάζεται σήμερα ως εθνική εορτή και επισήμως ως ημέρα του Τουρκικού Ναυτικού (σ.σ. οι καθελκύσεις και οι εντάξεις στο TDK των σκαφών της κλάσης Milgem προγραμματίζονται να εκτελούνται στη συγκεκριμένη ημερομηνία για λόγους ιστορικού συμβολισμού).
Οι Οθωμανοί φάνταζαν ανίκητοι στη θάλασσα με τους Γάλλους στο πλευρό τους. Στις 2 Οκτωβρίου 1540 η Βενετία με γαλλική παρέμβαση υπογράφει συνθήκη με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, βάσει της οποίας παραδίδει το Ναύπλιο και την Μονεμβασιά, αναγνωρίζοντας τα τετελεσμένα των προηγούμενων ετών στο Αιγαίο. Η γαληνοτάτη δημοκρατία διατηρεί τις κτήσεις στο Ιόνιο, σε περιοχές της Ηπείρου και στην Κύπρο, αλλά καταβάλλει μεγάλες αποζημιώσεις.
Σημειώνεται ότι βάσει της αμυντικής συμφωνίας μεταξύ Φραγκίσκου Α΄ και Σουλεϊμάν Α΄ ο οθωμανικός στόλος επανήλθε στη νότια Γαλλία το Καλοκαίρι του 1543 με 110 γαλέρες υπό τον Μπαρμπαρόσα και μετείχε με 50 γαλλικές στην πολιορκία και τον βομβαρδισμό της Νίκαιας. Τον Χειμώνα του 1543-44 η ναυτική μοίρα των Οθωμανών εκτέλεσε εκ νέου επιχειρήσεις με το Γαλλικό Ναυτικό στην Μεσόγειο, στοχεύοντας τις ισπανικές και τις ιταλικές ακτές, ενώ τα πλοία του σουλτάνου ελλιμενίστηκαν στον Ναύσταθμο της Τουλώνας. Μάλιστα ο καθεδρικός της πόλης μετατράπηκε σε τζαμί προκειμένου να ασκούν ανελλιπώς τα θρησκευτικά τους καθήκοντα οι μουσουλμάνοι! Μετά την αναχώρηση του οθωμανικού στόλου ο Γάλλος πλοίαρχος Polin επικεφαλής ομάδας πέντε γαλερών έπλευσε προς την Κων/πόλη στην οποία αγκυροβόλησε στις 10 Αυγούστου 1544. Πρέπει να τονισθεί ότι όλες οι γαλλικές ναυτικές αποστολές έγιναν δεκτές από τον Σουλεϊμάν με λαμπρότητα.
Η γεωπολιτική προσέγγιση του «κρίνου και της ημισελήνου» διήρκησε από το 1536 έως το 1798 (εισβολή του Μ. Ναπολέοντος στην Αίγυπτο). Οι Γάλλοι βοήθησαν πολλαπλώς τον Σουλεϊμάν, συνεχίζοντας την πολιτική της συμμαχίας και με τον Ερρίκο ΙΙ, διάδοχο του Φραγκίσκου Α΄, στηρίζοντάς τον με χρήματα, όπλα και εφόδια κατά τη διάρκεια των εκστρατειών στην Ουγγαρία (1543-44) και κατά των Σαφαβιδών στην Περσία το 1547. Οι Αψβούργοι προσπαθώντας να αντισταθμίσουν την συμμαχία μεταξύ Γαλλίας-Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιχείρησαν να συγκροτήσουν έναν άξονα με τους Σαφαβίδες Πέρσες, ώστε να προκαλέσουν αντιπερισπασμό στα ανατολικά τους σύνορα. Παρά την αποστολή εκατέρωθεν πρεσβειών, τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας υπήρξαν περιορισμένα και χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα.
Το 1552 στόλος από 100 οθωμανικές γαλέρες κατέπλευσε στη δυτική Μεσόγειο όπου ναυμάχησε με τους Αψβούργους και τους συμμάχους τους. Το επόμενο έτος οι ναύαρχοι Τουργκούτ Ρεΐς (σ.σ. ελληνικής καταγωγής) και Κοτζά Σινάν (σ.σ. αλβανικής καταγωγής) συν τον Πιγιαλέ Πασά (σ.σ. κροατικής καταγωγής) επέδραμαν από κοινού με γαλλικά πολεμικά λεηλατώντας την Σικελία, τη Νεάπολη, τη νήσο Έλβα, ενώ εισέβαλλαν στην Κορσική. Τον Ιούλιο του 1558 ισχυρή δύναμη από 150 οθωμανικές γαλέρες υπό τον Τουργκούτ Ρείς και τον Πιγιαλέ Πασά πραγματοποίησε καταστροφικές επιδρομές στις Βαλεαρίδες, μετά από γαλλικό αίτημα. Χιλιάδες πολίτες πωλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα και οι καταστροφές που προκλήθηκαν αποτέλεσαν αίτιο ώστε ακόμη και σήμερα η 9η Ιουλίου να εορτάζεται ως «ημέρα του ολέθρου». Δύο χρόνια αργότερα τον Μάιο του 1560 το Οθωμανικό ναυτικό υπό τον Τουργκούτ Ρεΐς και τον Πιγιαλέ Πασά συνέτριψε τον συμμαχικό στόλο Ισπανών, Βενετών και άλλων δυνάμεων στη Ναυμαχία της Ντζέρμπα στην Τυνησία. Επρόκειτο για το απόγειο της οθωμανικής ναυτικής ισχύος και υπεροχής στη θάλασσα 22 χρόνια μετά τη νίκη στην Πρέβεζα. Αξίζει να επισημανθεί ότι οι Ισπανοί είχαν δυσαναπλήρωτες απώλειες 600 έμπειρων ναυτικών και 2.400 ειδικευμένων αρκεβουζιοφόρων, γεγονός που μεγέθυνε τα αποτελέσματα της οθωμανικής νίκης.
Και ενώ ο πόλεμος μαινόταν στα ευρωπαϊκά και αφρικανικά θέατρα επιχειρήσεων, μεταξύ 1538-1554 ο Σουλεϊμάν διέταξε την εκτέλεση μιας σειράς πολύ ενδιαφερουσών αμφίβιων επιχειρήσεων στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού. Πρόκειται για τέσσερις καταγεγραμμένες εκστρατείες (Hint Deniz seferleri). Από το 1525 όταν ο Σελμάν Ρεΐς (σ.σ. ελληνικής καταγωγής) τοποθετήθηκε διοικητής του Οθωμανικού Στόλου στην Ερυθρά Θάλασσα για να αντιμετωπίσει τους Πορτογάλους, φάνηκε ότι η περιοχή θα μετατρεπόταν σε πεδίο γεωπολιτικής και εμπορικής σύγκρουσης των δύο δυνάμεων. Με την κατάληψη της Βασόρας από τον Σουλεϊμάν το 1538 επέτρεψε την χρήση του λιμανιού ως βάσης για ναυτικές επιχειρήσεις στον Ινδικό. Την ίδια χρονιά ο Χατίμ Πασάς ως ναύαρχος του Ινδικού πραγματοποιεί την πρώτη εκστρατεία με 90 γαλέρες προσπαθώντας ανεπιτυχώς να καταλάβει το πορτογαλικό οχυρό του Ντίου. Επιστρέφοντας προσάρτησε την περιοχή της Υεμένης και το στρατηγικής σημασίας λιμάνι του Αντεν.
Μεταξύ 1548 και 1552 ο ελληνικής καταγωγής Πίρι Ρεΐς ανέλαβε τα σκήπτρα προσάρτησε το Ομάν, το Κατάρ, το Μπαχρέιν ενώ απέτυχε να αλώσει την ακρόπολη του νησιού Ορμούζ την οποίαν κατείχαν οι Πορτογάλοι. Αφήνοντας τον στόλο στη Βασόρα επέστρεψε στο Σουέζ όπου του ανακοινώθηκε η τιμωρία του γιατί εγκατέλειψε τα πλοία και αποχώρησε! Το 1552 ο ελληνικής ή αλβανικής καταγωγής Μουράτ Ρεΐς ο γηραιότερος αντιμετώπισε έναν ισχυρό πορτογαλικό στόλο. Ακολούθησε η μεγαλύτερη ναυμαχία από πλευράς συμμετοχών πλοίων και ισχύος πυρός κατά την οποία οι Οθωμανοί βύθισαν την πορτογαλική ναυαρχίδα, αλλά οι καιρικές συνθήκες δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση της νίκης. Τον επόμενο χρόνο ο ναύαρχος Σειντί Αλί Ρείς (πιθανότατα ελληνικής καταγωγής από τον Γαλατά και ρίζες από την Σινώπη) τέθηκε επικεφαλής μιας όχι και τόσο καλά εξοπλισμένης ναυτικής δύναμης, η οποία αφού επιβίωσε από τοπικό τυφώνα έφθασε στην Ινδία. Ο ναύαρχος κατέληξε στην αυλή του αυτοκράτορα των Μουγκάλ Χουμαγιούλ και επέστρεψε στην Κων/πόλη μερικά χρόνια αργότερα.

File:The Funeral of Sultan Suleyman the Magnificent.jpg
The Funeral of Sultan Suleyman the Magnificent

Το 1565 ο Σουλεϊμάν λίγο πριν από το θάνατό του οργάνωσε μια μεγάλη ναυτική εκστρατεία με στόχο την κατάληψη της Μάλτας και τον έλεγχο της κεντρικής Μεσογείου. Η εκστρατεία δεν υπήρξε επιτυχής και σήμανε την αρχή του τέλους της εποχής της οθωμανικής ναυτικής υπεροχής, η οποία κορυφώθηκε με την κατάκτηση της Κύπρου και την επακόλουθη ήττα στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, μετά από τον θάνατο του Σουλεϊμάν, ο οποίος είχε συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη και εμπέδωσή της. Ωστόσο, οι Οθωμανοί δεν κατέθεσαν τα όπλα και συνέχισαν να επενδύουν στη ναυτική ισχύ, γεγονός που τους έδωσε την ευκαιρία να πανηγυρίσουν την τελευταία τους μεγάλη ναυτική επιτυχία έναν αιώνα αργότερα το 1669 με την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Κρήτης. Ως επιμύθιο της προσπάθειας του Σουλεϊμάν να συγκροτήσει μια ισχυρή ναυτική παρουσία σε όλες τις θάλασσες καταγράφεται η αποστολή πλοίων στην Ινδονησία, η οποία ολοκληρώθηκε από τον διάδοχό του Σελίμ Β΄, ο οποίος έστειλε στο Ατσεχ της Σουμάτρας το ναύαρχο Κούρτογλου Χιζίρ Ρεΐς.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Ι, Εκδοτική Αθηνών.
 Roger Crowley, Empire of the sea, Faber & Faber, 2008.
  Matthew Carr: Blood and Faith: The Purging of Muslim Spain, The New Press, 2009.
  R. C. Anderson, Naval Wars in the Levant 1559-1853, Princeton University Press, Princeton, 1952.
 John Guilmartin, Gunpowder and Galleys, Cambridge University Press, Cambridge, 1974.


  John F. Guilmartin, Jr.,Galleons and Galleys: Gunpowder and the Changing Face of Warfare at Sea, 1300-1650, Cassell, 2002.


Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος
Δημοσιογράφος-Αμυντικός Αναλυτής
ΠΗΓΗ



ΣΧΕΤΙΚΑ



(Η εικονογράφηση της αναρτήσεως
- με εικόνες από το ''World Wide Web'' -
γίνεται με ευθύνη του blogger:
''IVOS 2'').